Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ποιο '21 νίκησε τελικά; Κύριο

 "Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές", Διονύσιος Σολωμός

 

Σε δύο μήνες, η Ελλάδα των μνημονίων και της πανδημίας «καλείται» να γιορτάσει τα 200 χρόνια από την έναρξη του απελευθερωτικού της αγώνα ενάντια στον οθωμανικό ζυγό, που είχε ως τελικό αποτέλεσμα την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, θέλοντας να επενδύσει πολιτικά στην επέτειο αυτή, αποφάσισε γιορτές και  παράτες και διόρισε κιόλας μια επιτροπής που θα τις διοργανώσει. Είναι σίγουρο πως αν δεν υπήρχε η πανδημία, θα είχαμε ήδη παρακολουθήσει ρωμαϊκές φιέστες απείρου κάλλους και αισθητικής

Για ποιο ’21 μιλάμε όμως; Όπως έγραψε ο ιστορικός Δημήτρης Φωτιάδης : “ Δύο ήταν τα Εικοσιένα : Το ένα του λαού και των πιο προοδευτικών ανθρώπων εκείνου του καιρού, το άλλο των κοτζαμπάσηδων και των πολιτικάντηδων. Του πρώτου οι ρίζες αντλούνε τους χυμούς τους από τα ¨Δίκαια του ανθρώπου” του Ρήγα Βελεστινλή, πάνω στ' άλλο πέφτει βαρύς ο ίσκιος της “Πατρικής Διδασκαλίας” του Μακαριωτάτου Πατριάρχη της Αγίας Πόλης Ιερουσαλήμ Κυρ Ανθίμου – ή πιο σωστά του Γρηγορίου ”

Τα συγκρουόμενα συμφέροντα αυτών των δύο ’21 αποτυπώθηκαν ξεκάθαρα στη συνέλευση της Βοστίτσας (σημερινό Αίγιο) που πραγματοποιήθηκε στις 26 Γενάρη 1821, όταν ο Παπαφλέσσας, ως πληρεξούσιος του Αλέξανδρου Υψηλάντη, συνάντησε τους κοτζαμπάσηδες του Μοριά, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση.

Εκεί, ο κοτζάμπασης Σωτήρης Χαραλάμπης, προεστός της επαρχίας Καλαβρύτων, αναρωτήθηκε με εύλογη αγωνία " ... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! ”

 

Ο διορισμός της Γιάννας Αγγελοπούλου- Δασκαλάκη ως προέδρου της επιτροπής από τον γόνο του υπεραιωνόβιου πολιτικού τζακιού των Μητσοτάκηδων δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια υπενθύμιση για το ποιο ’21 κέρδισε. Και αυτοί που κέρδισαν δεν ήταν άλλοι από τους κοτζαμπάσηδες και τους πολιτικάντηδες, όπως τους αποκαλεί ο Φωτιάδης, αυτοί που ματαίωσαν τα όνειρα του λαού και των προοδευτικών ανθρώπων για πραγματική απελευθέρωση.  

Γιατί ο απλός λαός μπορεί να κέρδισε την εθνική του ελευθερία, δεν κέρδισε όμως την κοινωνική του απελευθέρωση. Και δεν ξέρουμε αν έχει νόημα το πρώτο, χωρίς το δεύτερο. Είναι ίσως δύσκολο να πιστέψουμε πως όταν η Θεσσαλία ενώθηκε με την Ελλάδα το 1881, οι κολίγοι της Θεσσαλίας βρέθηκαν σε ακόμη δυσμενέστερη κοινωνική θέση. Μας το αποδεικνύει όμως η επιστολή που έστειλαν 54 οικογένειες από τα Μεγάλα Καλύβια Τρικάλων προς το βασιλιά Γεώργιο«Είναι 17 χρόνια που ακούσαμε πως ο τόπος εδώ έγινε ελληνικός και πως εγίναμεν υπήκοοι της μεγαλειότητός σου. Ημείς, όμως, τίποτε από αυτό δεν είδαμε ακόμα. Είδαμεν μονάχα πως έφυγαν οι πασάδες και οι Τούρκοι, αλλά τώρα είμαστε σκλάβοι εις τους μπέηδες και σε άλλα αφεντικά που μας τυραννούν πολύ περισσότερο τώρα παρά όταν είχαμε τους πασάδες»

Αυτά τα δύο ’21 για τα οποία μιλάει ο Φωτιάδης δεν πρόλαβαν στην πραγματικότητα ποτέ να αναμετρηθούν. Το πρώτο ΄21, το προοδευτικό και το ανιδιοτελές, είχε πεθάνει πριν ακόμη ξεκινήσει η Επανάσταση.

 

1821g

Ρήγας Φεραίος -  Οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας, Τσακάλωφ, Σουφάς και Ξάνθος - Αλέξανδρος Υψηλάντης

 

Ο Ρήγας Φεραίος και οι διακηρύξεις του για ισότητα μεταξύ των ανθρώπων και για συνεργασία μεταξύ των βαλκανικών λαών ήταν πλέον ένα μακρινό παρελθόν μέσα στον συμπυκνωμένο χρόνο των εξελίξεων.

Η Φιλική Εταιρεία που μετέφερε λίγο ή πολύ τον απόηχο της Γαλλικής Επανάστασης και του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και η οποία είχε προετοιμάσει την Επανάσταση, κατά έναν εκπληκτικά παράδοξο τρόπο, εξαφανίστηκε με την έναρξή της. Για την ακρίβεια, απορροφήθηκε από τους κοτζαμπάσηδες και τους ιεράρχες στην Πελοπόννησο, απονευρώθηκε και τέθηκε σιγά-σιγά στο περιθώριο.

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, που μπορεί πράγματι να προερχόταν από το συντηρητικό και τσαρικό καθεστώς, αλλά κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί την ανιδιοτέλεια και το ότι θυσίασε περιουσία και αξιώματα στο τσαρικό καθεστώς για να στρατευθεί στην ιδέα της Επανάστασης, είχε ηττηθεί. Αφού προηγουμένως είχε καταφέρει να συγκροτήσει μια πραγματική Διεθνή Ταξιαρχία χιλιάδων εθελοντών αντρών, ηττήθηκε στη Μολδοβλαχία και έλιωνε στις αυστριακές φυλακές.

Η σπίθα της Επανάστασης μπορεί να μπήκε από τη Φιλική Εταιρεία, αλλά αυτοί που είχαν απομείνει πλέον για να συντηρήσουν τη φλόγα ήταν οι γαιοκτήμονες κοτζαμπάσηδες, οι πολιτικάντηδες Φαναριώτες και οι οπλαρχηγοί με τα μπαϊράκια τους. Αυτό το δεύτερο ’21 συνάντησε προς μεγάλη του απογοήτευση ο αδελφός του Αλέξανδρου Υψηλάντη, ο Δημήτριος Υψηλάντης, έξω από τα τείχη της Τριπολιτσάς, βλέποντας τους οπλαρχηγούς και τους κοτζαμπάσηδες να διαγκωνίζονται για το ποιος θα καταφέρει να πάρει τα περισσότερα λάφυρα από την πολιορκούμενη πόλη του Μοριά. Μάταια προσπάθησε ο Υψηλάντης να βάλει κάποιους κανόνες, όπως ένα μέρος των λαφύρων να πάνε στο δημόσιο ταμείο. Ο Κολοκοτρώνης του το ξέκοψε από νωρίς. Στο δημόσιο ταμείο δε θα πήγαινε τίποτα. Σε αυτό συμφώνησαν και οι υπόλοιποι Έλληνες αρχηγοί. Τα λάφυρα θα τα μοιράζονταν οι αρχηγοί μεταξύ τους. Όσοι από αυτούς, αργότερα, ρίχτηκαν στη μοιρασιά, τα έβαλαν με τον Κολοκοτρώνη

 

1821h

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης - Ο κοτζάμπασης της Λιβαδιάς, Ιωάννης Λογοθέτης - Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος

 

Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τα «Απομνημονεύματα» του στρατηγού Μακρυγιάννη: «Ήμασταν φτωχοί, εγίναμεν πλούσιοι. Ήταν ο Κιαμίλμπεγης εδώ εις την Πελοπόννησο και οι άλλοι οι Τούρκοι οι πλουσιότατοι, έγινε ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι οι συγγενείς και φίλοι πλούσιοι από γες, αργαστήρια, μύλους, σπίτια, σταφίδες και άλλα πλούτη των Τούρκων. Όταν ο Κολοκοτρώνης και οι συντρόφοι του ήρθαν από την Ζάκυθο δεν είχαν ούτε πιθαμή γης. Τώρα φαίνεται τι έχουν. Το ίδιο και εις τη Ρούμελη … Όσα έπαθε η πατρίς δια τους “νόμους” και το καλό αυτεινών και όσα παλικάρια σκοτώθηκαν, δεν τα’παθε η πατρίς εις τον αγώνα των Τούρκων»

Αυτά γράφει ο «αγιοποιημένος» στρατηγός Μακρυγιάννης για το Γέρο του Μοριά. Είναι πράγματι «άγιος» ο Μακρυγιάννης, οπότε και λέει την αλήθεια; Ή μήπως ισχύουν αυτά που έχουν πει άλλοι γι αυτόν και για την τεράστια περιουσία που απέκτησε, ιδιαίτερα την περιοχή στις παρυφές της Ακρόπολης, τη σημερινή περιοχή Μακρυγιάννη; Ή μήπως ισχύουν όλα τα παραπάνω; Στο Μακρυγιάννη ακόμη, χρεώνεται μια φράση από ομιλία του στη Συνταγματική Εθνική Συνέλευση του 1843: “Αν είναι να μείνουμε εμείς νηστικοί, ας πάει στο διάβολο η ελευθερία. Έφαγαν αυτοί, ας φάμε και εμείς τώρα” , όπως γράφει ο Γεράσιμος Κακλαμάνης στο βιβλίο του “Η Ελλάς ως κράτος δικαίου”

Αυτό είναι το δεύτερο ’21, που έχει πάρει πλέον θέση μάχης. Όχι μόνο κατά των Τούρκων. Κάθε ομάδα που το αποτελούσε, προσπαθούσε να πάρει αυτή την κυριαρχία και να ελέγξει την κατάσταση προς όφελός της. Η πολυμορφία αυτών των ομάδων και τα αλληλοσυγκρουόμενα τους συμφέροντα, αλλά και η αδυναμία συγκρότησης ενός ενιαίου λόγου από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, αποτυπώνονται γλαφυρά από τον Douglas Dakin :

«Παρά τον φαινομενικά μοναδικό σκοπό για τον οποίο οι Έλληνες άρχισαν την Επανάσταση υπήρξε τελικά τόση ποικιλία δευτερευόντων σκοπών και τέτοια σύγκρουση συμφερόντων ώστε σε κάθε στιγμή σχεδόν κινδύνευε η εθνική υπόθεση. Οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις ήθελαν την οθωμανική κοινωνία χωρίς τους Τούρκους, οι στρατιωτικοί ήθελαν να δημιουργήσουν για τον εαυτό τους ανεξάρτητες σατραπείες και να γίνουν μικρογραφίες του Αλή-πασά, και τα χαμηλότερα στρώματα ήθελαν απλώς να βελτιώσουν τη θέση τους, να γλιτώσουν από τους φόρους, να γίνουν ιδιοκτήτες και να αυξήσουν την έκταση της γης που καλλιεργούσαν, και να ανέβουν υψηλότερα στην κοινωνική κλίμακα. Ανάμεσα στις φτωχότερες και στις πλουσιότερες τάξεις υπήρχε πάντοτε λανθάνουσα η σύγκρουση. Αλλά η σύγκρουση αυτή ποτέ δεν κατέληξε σε ανοιχτή αναμέτρηση κατά τα γεγονότα, που επακολούθησαν. Η φτωχολογιά, που δεν αποτελούσε μια ομοιόμορφη μάζα, δεν είχε δικούς της αρχηγούς και ούτε εμφανίστηκαν διανοούμενοι ή πολιτικοί να την καθοδηγήσουν σαν κοινωνική τάξη. Αρχηγοί της τελικά ήταν οι τοπικοί προύχοντες, που βρίσκονταν πολύ ψηλότερα στην κοινωνική κλίμακα και με τους οποίους την ένωναν οι περίπλοκοι δεσμοί της ελληνικής κοινωνίας”

Η φτωχολογιά, σύμφωνα με τον Daikin, δεν μπόρεσε ποτέ να δημιουργήσει μια συντεταγμένη οντότητα, παρόλο που προσπάθησε.

Ο Γιάννης Σκαρίμπας στο έργο του “Το 1821 και η Αλήθεια” γράφει: «Το ’21 δεν ήταν όμοιο με καμμιά επανάσταση του κόσμου. […] Το ’21, ήταν μια Εθνικοκοινωνική επανάσταση, η πρώτη και η τελευταία της Ιστορίας. Χτύπησε τον Κιουταχή και τον Δράμαλη, όσο και το ντόπιο τσορμπατζή και το δυνάστη. Αποθέωσε τον Κανάρη, ενώ κατέλαβε την Καγκελαρία της Ύδρας εξ εφόδου. Κήδεψε το Μάρκο Μπότσαρη και τον Μπάυρον, ενώ στα Βέρβαινα θα 'σφαζε τον Παλαιών Πατρών και τους Προκρίτους»

Οι προσπάθειες, όμως, για δημιουργία λαϊκού κινήματος, όπως αυτή του Αντώνη Οικονόμου στην ‘Ύδρα ή οι λαϊκές εξεγέρσεις εναντίον των προκρίτων στα Βέρβαινα και τη Ζαράκοβα καταπνίγηκαν εν τη γεννέσει τους.

Ο Αντώνης Οικονόμου ήταν αυτός που κήρυξε την Επανάσταση στην Ύδρα τον Απρίλιο του 1821, κόντρα στην ολιγωρία και το δισταγμό των προκρίτων της Ύδρας. Για να το κάνει αυτό, κατέλυσε την εξουσία των προκρίτων, εκδίωξε τον διοικητή του νησιού Νικόλαο Κοκοβίλα και εγκαθίδρυσε λαϊκή εξουσία. Αυτή η ιδιότυπη κατάσταση δεν έμελλε να κρατήσει πολύ. Οι πρόκριτοι της Ύδρας αντεπιτέθηκαν και τον εκδίωξαν στην Πελοπόννησο. Το Δεκέμβριο του 1821 κατόρθωσαν να τον δολοφονήσουν κοντά στο Άργος, καθώς αυτός κατευθυνόταν προς την Εθνοσυνέλευση που διεξαγόταν εκεί

Στα Βέρβαινα της Κορινθίας στις 27 Ιουνίου του 1821 και στη συνέχεια στη Ζαράκοβα της Αρκαδίας στις 2 Ιουλίου 1821, ο εξαγριωμένος λαός δυο φορές επιχείρησε να λυντσάρει τους προκρίτους. Ο λαός είχε πάρει ξεκάθαρα το μέρος του Δημήτριου Υψηλάντη και των Φιλικών, καθώς στο πρόσωπο των προκρίτων, δεν έβλεπε τίποτε περισσότερο από τους δυνάστες και καταπιεστές του Οθωμανικού ζυγού. Και στις δύο περιπτώσεις, ήταν ο Κολοκοτρώνης αυτός που έσωσε τους προκρίτους και έσβησε την οργή του εξαθλιωμένου πλήθους λέγοντας τη χαρακτηριστική φράση «δια να μην μας νομίσουν [σ.σ οι Ευρωπαίοι] Καρμπονάρους ή Ιακωβίνους», δηλαδή να μην θεωρηθεί η επανάσταση ως πολιτική και ως απειλούσα την καθεστηκυία τάξη στην Ευρώπη

Κατόπιν όλων αυτών, γίνεται εξόχως φανερό γιατί η Επανάσταση ήταν καταδικασμένη σχεδόν εξ αρχής. Όχι Ττόσο για το αν θα πετύχαινε να διώξει τους Τούρκους ή όχι, αλλά για το αν θα μπορούσε να δημιουργήσει, μετά από την εκδίωξη αυτών, ένα πολιτισμένο και δίκαιο κράτος. Αυτό που επακολούθησε όμως, ξεπερνούσε και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις. Τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα αυτών των υστερόβουλων ομάδων οδήγησαν σε δύο εμφύλιους πολέμους, μεσούσης της Επανάστασης και ενώ ο Ιμπραήμ έκαιγε την Πελοπόννησο. Αυτά τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα ήταν που οδήγησαν, τρία χρόνια μετά την ανεξαρτησία της χώρας, σε έναν τρίτο μίνι-εμφύλιο με τον Μιαούλη, καθοδηγούμενο από τους Υδραίους καραβοκύρηδες, να καίει τον ελληνικό στόλο και τη φρεγάτα «Ελλάς» το 1831. Λίγους μήνες αργότερα, οι Μανιάτες κοτζαμπάσηδες, οι Μαυρομιχαλαίοι, δολοφονούν τον κυβερνήτη  Ιωάννη Καποδίστρια. Τον επόμενο χρόνο, ένα 17χρονο παιδί από τη Βαυαρία, ο Όθων,  έρχεται για να παραστήσει το βασιλιά της Ελλάδας, ενώ η χώρα έχει ήδη αλυσοδεθεί, με τις δηλώσεις υποτέλειας του Μαυροκορδάτου και με τα αγγλικά δάνεια, στο άρμα της Αγγλίας.

 

1821k

Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο το 1831 - Η άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο το 1833

 

Ο Γιάννης Σκαρίμπας, στο βιβλίο του «Το 1821 και η Αλήθεια» λέει:

“...Οι λέγοντες ότι η Επανάσταση ήταν μόνον Εθνική, ή είναι αδιάβαστοι, ή δε μας λένε την αλήθεια. Σκοτώνοντας τους Τούρκους ήξερε ότι σκοτώνει το σύμμαχο των κοτζαμπάσηδων. Χωρίς τον αφανισμό πρώτα αυτουνού, δεν μπόραε να ξεπάτωνε τους άλλους. Το ότι σ' αυτό η Επανάσταση γελάστηκε, δεν πάει να πει διόλου ότι τους εφείσθη. Θα τους πέρναε εν στόματι μαχαίρας. Το ότι νόμισε ότι για τούτο είχε καιρό, αυτό την έφαγε ... Η Επανάσταση απότυχε...”

 

 

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)
Τελευταία τροποποίηση στις Τετάρτη, 06 Οκτωβρίου 2021 12:07