Εκτύπωση αυτής της σελίδας

1821. Οι μεγάλες σφαγές Κύριο

 

 

Η Σφαγή της Χίου - Πίνακας του Ντελακρουά

 

«Τούρκος μη μείνει στο Μοριά / μηδέ στον κόσμο όλο»

δημοτικό τραγούδι εποχής

 

Το 1828 ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας ρωτήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, για τον πληθυσμό των Τούρκων που κατοικούσαν στην Πελοπόννησο, πριν το 1821 και τον πληθυσμό τους μετά (με τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους). Ο Καποδίστριας έδωσε δύο νούμερα, από την απογραφή της Γαλλικής αποστολής: 42.750 και  0 (μηδέν) Η επίσημη αυτή ψυχρή δημογραφική αναφορά, έκρυβε μέσα της τη σκοτεινή πλευρά του ’21, την εξόντωση δηλαδή από πλευράς εξεγερμένων, του συνόλου του μουσουλμανικού άμαχου πληθυσμού, που στην πραγματικότητα ήταν 15.138 οικογένειες ή 63.813 άτομα.

 

Apografi1828

Η απογραφή της Γαλλικής αποστολής (1821-28)

 

Η γενοκτονία και η εθνοκάθαρση δεν είναι ένα ειδεχθές έγκλημα που έκανε πάντα η μία πλευρά, στον πόλεμο της ελληνικής ανεξαρτησίας, το 1821. Δεν ήταν μόνο το πογκρόμ κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης την άνοιξη του 21, ούτε ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’. Δεν ήταν μόνο η σφαγή της Χίου στο τέλος του Μάρτη του 1822, ούτε η άλωση της Νάουσας, στις 15 του Απρίλη του 22. Ούτε σταμάτησαν οι σφαγές των Οθωμανών στο ολοκαύτωμα της Κάσου στις 7/6/1824, ούτε και στο αντίστοιχο ολοκαύτωμα των Ψαρών, δύο εβδομάδες μετά στις 21/6/1824. Στο Μεσολόγγι στις 10 και 11/4/1826, η έξοδος των απελπισμένων πνίγηκε στο αίμα αθώων και αμάχων, πεινασμένων και απελπισμένων. Και βέβαια δεν θα επεκταθούμε και στην επιδρομή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, από το 1825 μέχρι το 1828, στην οποία κατέσφαξε τον πληθυσμό και την ερήμωσε.

 

Αυτά είναι γνωστά σε εμάς τους Έλληνες. Είναι γνωστά γεγονότα των οποίων την επέτειο τιμούμε, λίγο ως πολύ, κάθε χρόνο. Τα γνωρίζουμε, όχι ως πολεμικά γεγονότα ή έστω πολεμικά αντίποινα, αλλά ως μεμονωμένα γεγονότα, σχεδόν εκτός του πολεμικού ή επαναστατικού, ιστορικού πλαισίου. Οι σφαγές, όταν θύτες είναι αυτοί που «πρέπει να μισούμε», απεικονίζονται πάντα σκέτες. Εκτός πλαισίου και εντός του κάδρου της ανθρώπινης βαρβαρότητας. Στη σφαγή υπάρχει μόνο θύτης και θύμα. Δεν υπάρχει πόλεμος, εχθροπραξίες, εμφύλιοι, αμοιβαία βαναυσότητα. Πρέπει οι σφαγές να δείχνουν πιο βάρβαρες, ακόμα και απ’ όσο εξ’ορισμού είναι.

Χρωστάμε στη συνείδηση μας και την ανθρώπινη υπόσταση μας, να βγάλουμε την κορνίζα από το κάδρο που έχει φτιάξει η «δική μας» ιστοριογραφία, για το μουσείο της ξένης βαρβαρότητας. Ο εθνικός μας ποιητής άλλωστε μας προτρέπει να θεωρούμε εθνικό το αληθές και ακολουθώντας την προτροπή του μεγάλου αυτού λογίου, οφείλουμε να δούμε πως στο ’21, όλοι οι λαοί που πολέμησαν κατέσφαξαν κόσμο και λεηλάτησαν πόλεις, όταν νικούσαν στο πεδίο της μάχης ή όταν –πιο συχνά- τους δινόταν η ευκαιρία. Να δούμε την αλήθεια που μαυρίζει την Ιστορία των Ελλήνων, των Τούρκων, των Αλβανών, των Αιγυπτίων και όλων των λαών που συμμετείχαν λίγο ως πολύ στις συγκρούσεις της περιόδου.

Στο αφιέρωμα μας θα συμπληρώσουμε τις σφαγές του στρατού -και όχι μόνο αυτού- μίας αυτοκρατορίας που διαλυόταν ήδη επί αρκετές δεκαετίες πριν, με τις σφαγές στις οποίες προέβησαν οπλαρχηγοί με τις ομάδες τους, που πολεμούσαν έχοντας κατά νου και το κάλεσμα της Φιλικής Εταιρείας περί απελευθερωτικού αγώνα. Χωρίς όμως ο απελευθερωτικός αγώνας να είναι και η προτεραιότητα τους, σε πολλές περιπτώσεις.

Οι σφαγές αμάχων αποτελούσαν σκληρά αντίποινα, είτε καθαυτά -όπως η σύλληψη των επιφανών Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, την άνοιξη του 1821, είτε ως εκτόνωση συσσωρευμένης οργής ή απλή βαρβαρότητα, όπως η σφαγή των Τούρκων του Γαλατσίου της Ρουμανίας, από τους ένοπλους Κεφαλλονίτες του Β. Καραβία, πάνω στην έναρξη των επαναστατικών εχθροπραξιών, το Φεβρουάριο του ίδιου χρόνου.

Σφαγές και - μικρότερες ή μεγαλύτερες - επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης έκαναν και οι δύο πλευρές των αντιμαχόμενων, στην κλίμακα των δυνατοτήτων που είχαν κάθε φορά. Με πηγή μία καλή βιβλιογραφία, η οποία παρατίθεται όπως πάντα στο τέλος της ανάρτησης, ξεκινάμε την παράθεση.

 

 

Φεβρουάριος 1821 (21/2) Γαλάτσι – Ρουμανία

 1 IerosLohos

Η επανάσταση ξεκινά στο Γαλάτσι

 

Οι σφαγές αμάχων ή λιγότερο οπλισμένων για τα δεδομένα της εποχής, όπως ήδη αναφέραμε, σήμαναν την έναρξη της επανάστασης. Στο Γαλάτσι της Ρουμανίας, το Φεβρουάριο (21/2) του 1821, σφαγιάσθηκαν 160 (80 ένοπλοι και οι οικογένειες τους) Τούρκοι, που είχαν απομείνει μετά την αποστρατιωτικοποίηση της ηγεμονίας. Ήταν το ξεκίνημα της επανάστασης που αργότερα μεταφέρθηκε στην Πελοπόννησο. Της επανάστασης, της οποίας το ξεκίνημα επαναπροσδιορίστηκε χωρικά και χρονικά, στην Αγία Λαύρα και στις 25 Μαρτίου με βασιλικό διάταγμα.

Οι επικεφαλής των επαναστατών και των 30 Αλβανών μισθοφόρων που είχαν μαζί τους, ήταν: ο Δ. Αργυρόπουλος (επικεφαλής του ρωσικού προξενείου), ο αρχηγός της ελληνικής χωροφυλακής του Γαλατσίου, Β. Καραβίας και ο οπλαρχηγός Δ. Αρβανιτάκης.

Όταν έμαθε για την επικείμενη επίθεση ο Αλ. Υψηλάντης, ο οποίος βρισκόταν σε ρωσικό έδαφος και θα διάβαινε τον Προύθο στις 22/2, διεμήνυσε να μη φονευθεί κανείς και οι Τούρκοι να κλειστούν σε μοναστήρι. Τελικά δεν εισακούστηκε, είτε γιατί η οδηγία του έφτασε αργά ή για λόγους που δεν γνωρίζουμε.

 

Καλαμάτα. Κουρελόχαρτο η συμφωνία παράδοσης

 

2 Kalamata

Η απελευθέρωση της Καλαμάτας

 

Η εξέγερση στο Μοριά, αρχίζει με την απελευθέρωση της Καλαμάτας, από τους εξεγερμένους Μανιάτες του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τον Θ. Κολοκοτρώνη, σχεδόν χωρίς μάχη. Στις 17/3/1821 υψώνουν το επαναστατικό λάβαρο στην Αρεόπολη και στις 23/3/1821 ο διοικητής της Καλαμάτας Σουλεϊμάν Αγάς Αρναούτογλου, παραδίδει την πόλη, βλέποντας πως ήταν κυκλωμένη από υπέρτερες δυνάμεις. Οι τούρκοι κάτοικοι παραδίδονται, παίρνοντας όρκους προστασίας της ζωής και της τιμής τους. Οι αιχμάλωτοι τελικά, κατά παράβαση των όρκων και των δεσμεύσεων, μοιράζονται δούλοι. Τους περισσότερους από αυτούς, με εξαίρεση τα όμορφα κορίτσια, σύντομα τους «έφαγε το φεγγάρι», σύμφωνα με την έκφραση του Φιλικού Αμβρόσιου Φραντζή, η οποία υπονοούσε πως θανατώθηκαν νύχτα.

 

Η σφαγή των 300 στα Καλάβρυτα

 

Εν τω μεταξύ στα Καλάβρυτα, στις 21 Μαρτίου ξεκινά ουσιαστικά ο πόλεμος στην Πελοπόννησο . Πρωτοστατούν οι Φιλικοί Σωτήρης Χαραλάμπης, Ασημάκης και Παναγιώτης Φωτήλας, Βασίλης Πετμεζάς, Σωτήρης Θεοχαρόπουλος, Νίκος Σολιώτης, Ασημάκης και Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Λόντος, καθώς και οι επίσκοποποι Παλαιών Πατρών Γερμανός και Κερνίκης Προκόπιος.

3 Kalavryta

Η εικαστική αποτύπωση της έναρξης της Επανάστασης - Καλάβρυτα

 

Οι τριακόσιοι περίπου τούρκοι κάτοικοι της κωμόπολης, μετά από μικρή αντίσταση παραδίδονται με συνθήκη, η οποία αμέσως καταπατάται από τους νικητές. Οι άντρες αιχμάλωτοι σφαγιάζονται και τα γυναικόπαιδα γίνονται δούλοι στα σπίτια των ισχυρότερων Ρωμιών της περιοχής, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Γάλλου αξιωματικού Jean-François-Maxime Raybaud (Ζαν Φρανσουά Μαξίμ Ρεϊμπό

 

Η σφαγή στην Πάτρα

 

Μετά τα Καλάβρυτα ακολούθησε η Πάτρα στις 23 Μαρτίου και ενώ η Καλαμάτα έχει ήδη παραδοθεί.

4 Patra

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός

 

Τριακόσιοι (κατ’ άλλους τετρακόσιοι) στρατιώτες διορισμένοι από τους αρχηγούς των εξεγερμένων για τη φύλαξη του δρόμου, εν αγνοία της ηγεσίας, λιποτακτούν και μπαίνουν στην Πάτρα.

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στα απομνημονεύματα του είναι κατηγορηματικός. Αιτία της λιποταξίας ήταν το πλιάτσικο. Επειδή οι Τούρκοι μόνο τα ελαφρά πράγματα πήραν μαζί τους στο κάστρο, τα δε λοιπά τα άφησαν στα σπίτια τους, ο μαζεμένος όχλος από τα χωριά των επαρχιών Καλαβρύτων, Πάτρας και Βοστίτζας (Αίγιο), που αποτελούσε το στράτευμα, «άνθρωποι φτωχοί και ποταποί, εδόθησαν στην αρπαγή, χωρίς να φροντίζουν τίποτα άλλο» (Απομνημονεύματα Π.Π. Γερμανού).

Ομάδα των επικεφαλής των Ελλήνων ενόπλων στην Πάτρα είναι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Ρώσος πρόξενος Ιωάννης Βλασσόπουλος, οι επίσης Φιλικοί Ανδρέας Ζαΐμης, Ανδρέας Λόντος και Ιωάννης Παπαδιαμαντόπουλος.

Οι μουσουλμάνοι εν τω μεταξύ, έχουν κλειστεί στο κάστρο για να προστατευτούν.

Αυτό που ακολούθησε το περιγράφει ο Γάλλος πρόξενος Χ. Πουκεβίλ. Γράφει ο Πουκεβίλ στο ημερολόγιο του: «Δεν πίστευα πως θα ξαναδώ το φως ύστερα από αυτή την τρομερή νύχτα… Κραυγές ασυνάρτητες, μια πόλη είκοσι χιλιάδων κατοίκων χάνεται… Οι Έλληνες πυρπολούν τη μουσουλμανική συνοικία. Οι δρόμοι γεμάτοι πτώματα. Ο αρχιεπίσκοπος Γερμανός φορτώθηκε μεγάλη ευθύνη… Οι Έλληνες φθάνουν από τα χωριά κραυγάζοντας “θάνατος στους Τούρκους”… Η σημαία του Σταυρού κυματίζει πάνω στα τζαμιά. Οι παπάδες βαπτίζουν πολλά τουρκόπουλα… Μπαίνουν στην πόλη οι προεστοί της Βοστίτσας. Μπροστά πηγαίνουν άνθρωποί τους που έχουν μπηγμένα επάνω σε κοντάρια πέντε τουρκικά κεφάλια ”(Κυρ. Σιμόπουλος και Απ. Βακαλόπουλος)

Ο Lοdovico Strani, ζακυνθινός, ιταλικής καταγωγής ευγενής και πρόξενος της Σουηδίας στην Πάτρα, ο οποίος ήταν και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σημειώνει σε επιστολή του στις 26/3 προς τον σουηδό πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη: «Όλα σχεδόν τα τούρκικα σπίτια καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν. Πυρπολήθηκαν επίσης πολλά».

Τα ίδια μας μεταφέρει και ο Άγγλος πρόξενος Philip Green: «Στην πόλη επικρατούσε σύγχυση και λεηλασία, τα σπίτια των Τούρκων ανοίχτηκαν και λεηλατήθηκαν. Τα τζαμιά πυρπολήθηκαν ή γκρεμίστηκαν» (Κυρ. Σιμόπουλος)

Ο Αμβρόσιος Φραντζής διαπιστώνει πως, όσο μεγάλωνε ο αριθμός των ένοπλων χριστιανών που έμπαιναν στην Πάτρα, τόσο περισσότερο απλωνόταν και «η αταξία, κατ’ εξοχήν εις το περί λαφύρων κεφάλαιον» (Φραντζής 1839 )

 

 

Στη Στερεά Ελλάδα

Από το πολύτομο έργο του ιστορικού Απόστολου Βακαλόπουλου μαθαίνουμε, πως ακολούθησε επίθεση των εξεγερμένων στα Σάλωνα (Άμφισσα) στις 24/3/1821. Την επίθεση οργάνωσαν τα ξαδέλφια Πανουργιάς Ξηροδημήτρης (Φιλικός) και Γιάννης Γκούρας. Οι μουσουλμάνοι κλείστηκαν στο κάστρο για να γλιτώσουν, αλλά λόγω έλλειψης νερού δεν άντεξαν και παραδόθηκαν. Όσοι γλίτωσαν τη σφαγή, έγιναν δούλοι

 

5 Livadia Diakos

Στη Στερεά Ελλάδα. Θ. Διάκος και Ο.Ανδρούτσος

Στη Λιβαδειά επαναλήφθηκε η ίδια ιστορία, με πρωταγωνιστή τον αρματολό και μέλος της Φιλικής Εταιρείας, Θανάση Διάκο. Εκεί, στις 30 Μαρτίου, ο Διάκος εξαπέλυσε επίθεση, οπότε Τούρκοι και Αλβανοί μουσουλμάνοι κατέφυγαν στο κάστρο και κατάφεραν να αμυνθούν μέχρι τις 25 Απριλίου.

Όταν παραδόθηκαν, σφαγιάσθηκαν όλοι, μέχρι ενός.

 

 

Μεσολόγγι και Αγρίνιο

 7 Mesologgi

1/6/1821 - Απελευθέρωση Μεσολογγίου

 

Την 1η Ιουνίου πέφτει το Μεσολόγγι και στις 9 το Βραχώρι (Αγρίνιο). Οι μουσουλμάνοι του Μεσολογγίου σφάχτηκαν ή έγιναν δούλοι. Στο Αγρίνιο 500 μουσουλμανικές οικογένειες, που είχαν παραδώσει με συνθήκη τα όπλα και 200 εβραίοι (το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού της πόλης) σφάζονται. Την ίδια τύχη έχουν και οι μουσουλμάνοι στο Ζαπάντι (την περιοχή της αρχαίας πόλης του Αγρινίου). Τις σφαγές στη δυτική Ρούμελη εκτέλεσε ο αρματολός Γιωργάκης Νικολού ή Βαρνακιώτης, ο οποίος αργότερα προσέφερε τις υπηρεσίες του στους Οθωμανούς κατά των εξεγερμένων συμπατριωτών του και τελικά ξαναπέρασε στο ελληνικό στρατόπεδο, μετά την έλευση του Καποδίστρια.

 

8 AlosiVrahori

Η άλωση του Βραχωρίου

 

 

Αττικοβοιωτία – Φθιώτιδα

 

«Σε όλη την έκταση, από το ακρωτήριο Σούνιο ως την κοιλάδα του Σπερχειού, οι μουσουλμανικές οικογένειες, σε εκατοντάδες χωριά, εξοντώθηκαν και τα πτώματά τους – ανδρών, γυναικών και παιδιών – πετάχτηκαν σε κάποιο σπίτι, στην άκρη του χωριού, που του έβαλαν φωτιά. Κι αυτό γιατί κανένας χριστιανός δεν επέτρεπε στον εαυτό του τον εξευτελισμό να σκάψει λάκκο για να θάψει ενός απίστου το πτώμα»

Την παραπάνω ανατριχιαστική εξιστόρηση κάνει ο G. Finlay στο έργο του «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» σε μετάφραση Αλίκης Γεωργούλη

Παρόμοια γεγονότα συνέβησαν και αργότερα, σύμφωνα με τον Φίνλεϋ και στο Μοριά:

«Σε κάθε περιοχή της χερσονήσου, το χριστιανικό στοιχείο είχε ξεσηκωθεί και θανάτωνε τους μουσουλμάνους. Πυρπόλησαν τους πύργους και τις αγροικίες τους και κατέστρεψαν ολότελα τις περιουσίες τους, έτσι που να κάνουν εκείνους που είχαν καταφύγει στα κάστρα, να χάσουν κάθε ελπίδα επανόδου. Υπολογίζεται πως, από τις 26 Μαρτίου ως την Κυριακή του Πάσχα, που τη χρονιά εκείνη έπεσε στις 22 Απριλίου (1823), θανατώθηκαν ανελέητα δέκα ως δεκαπέντε χιλιάδες περίπου ψυχές και εξολοθρεύτηκαν τρεις χιλιάδες πάνω-κάτω τουρκικές αγροικίες και νοικοκυριά».

Και συνεχίζει ο Φίνλεϋ, παρατηρώντας πως «Η εξόντωση των Τούρκων από τους Έλληνες έγινε σύμφωνα με προμελετημένο σχέδιο. Και ήταν αποτέλεσμα περισσότερο των εκδικητικών προτροπών των Εταιριστών και των ανθρώπων των γραμμάτων» (Φίνλεϋ, στο ίδιο)

 

 

Στη θάλασσα. Αιγαίο – νησιά

 

Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Π.Π. Γερμανού, ο Λυκούργος Λογοθέτης με ικανή στρατιωτική δύναμη που συγκρότησε στη Σάμο έκανε εφόδους συνεχείς στα παράλια της Ασίας. Λεηλατούσε τα εκεί τουρκοχώρια, φόνευε πολλούς, αιχμαλώτιζε, και λάμβανε αρκετά λάφυρα. (Π.Π.Γερμανός 1837)

Το ίδιο Κασιώτες και Καστελοριζιοί με τα μικρά τους πλοία «προξενούσαν τρόμο στα παράλια της Συρίας» (στο ίδιο)

Γενικά τα πλοία των εξεγερμένων περιφερόμενα στη Μεσόγειο, συνάντησαν αρκετά τούρκικα σκάφη που μετέφεραν στρατιώτες, τα οποία και βύθισαν, τους δε εχθρούς μετέφεραν στα νησιά και τους θανάτωσαν (στο ίδιο).

 

Η πολιορκία του Νεόκαστρου – Η σφαγή των παραδοθέντων, ένα πρελούδιο φρίκης για την Τριπολιτσά

 

9 Niokastro Το Νεόκαστρο (Ναβαρίνο) με τη Σφακτηρία

Νεόκαστρο είναι το παλιό όνομα της Πύλου. Από τις πρώτες μέρες της επανάστασης, το Νεόκαστρο μπήκε σε πολιορκία από τους εξεγερμένους. Στις 11 Απριλίου, τη δεύτερη μέρα του Πάσχα, οι έγκλειστοι επιχείρησαν έξοδο αλλά απέτυχαν και ξανακλείστηκαν. Στις 18 Μαΐου ο αποκλεισμός επεκτάθηκε και από την πλευρά της θάλασσας, με τη βοήθεια πλοίων από τις Σπέτσες. Η κατάσταση ήταν ασφυκτική. Στα τέλη Ιουνίου η κατάσταση είχε κορυφωθεί.

Μετά από 2 αποτυχημένες απόπειρες ανεφοδιασμού του Νεόκαστρου από τους Τούρκους της Μεθώνης, το επισιτιστικό πρόβλημα των πολιορκημένων έγινε σοβαρότατο. Υποχρεώθηκαν να έρθουν σε διαπραγματεύσεις με τους Έλληνες πολιορκητές.

Στις 14 Ιουλίου, μετά από διαπραγματεύσεις, μια ομάδα 350 περίπου μουσουλμάνων, που αποτελείται από πεινασμένα γυναικόπαιδα και γέροντες, παραδίδεται στους πολιορκητές. Από αυτούς, 16 άνδρες ηλικίας κάτω των εξήντα ετών, μεταφέρονται στο κάστρο της Κυπαρισσίας και γκρεμίζονται από τα τείχη.

Οι υπόλοιποι μεταφέρονται με βάρκες και εγκαταλείπονται να πεθάνουν από την πείνα στο ερημονήσι Χελωνάκι κοντά στη Σφακτηρία. Ο Αμβρόσιος Φραντζής, που ήταν παρών, περιγράφει το τέλος τους:

«Δεν εξήρκει εις τους δυστυχείς αυτούς ότι πεινώντες κατέτρωγον τα των θνησιμαίων πτωμάτων των άλλων ομοίων αυτοίς ανθρώπων κρέατα αλλά και μη έχοντες πώς να αποβώσιν εις την ξηράν (ίσως δε ελέους άλλων τινων τύχωσι σωτηρίας) ελάμβανον τα πτώματα των τεθνεώτων, και μετεχειρίζοντο αυτά ως είδος λέμβου κωπηλατούντες δια των ιδίων χειρών των αλλά και κατά τούτο απετύγχανον διότι οι Έλληνες δεν τους άφηνον να πλησιάσωσιν εις την ξηράν, ή φονεύοντες αυτούς ή και εμποδίζοντες παντοιοτρόπως την εις την ξηράν αποβίβασίν των, έως ότου κατελύθησαν άπαντες με τοιούτον τραγικόν τέλος» (Φραντζής 1839).

Επειδή μετά απ΄όλα αυτά, δεν εμπιστεύονταν τους Έλληνες αρχηγούς που τους πολιορκούσαν, ο Δημήτριος Υψηλάντης έστειλε ως πληρεξούσιό του τον Γεώργιο Τυπάλδο, προκειμένου να διαπραγματευτεί αυτός με τους Τούρκους. Οι πολιορκητές και η Πελοποννησιακή Γερουσία αντέδρασαν στην αποστολή του πληρεξουσίου και η δεύτερη διόρισε τον Νικόλαο Πονηρόπουλο ως «συμπράκτορα» του Τυπάλδου. Στη συνέχεια, με τέχνασμα κατάφεραν να απομακρύνουν προσωρινά τον Τυπάλδο από την περιοχή και να έρθουν οι ίδιοι (ο επίσκοπος Μεθώνης, Ναυαρίνου και Νεοκάστρου Γρηγόριος, ο Πονηρόπουλος, ο Μαυρομιχάλης και άλλοι αρχηγοί) σε συμφωνία με τους Τούρκους.

 

10 ParadosiNeokastrouJPG

Η παράδοση του Νεόκαστρου από τα αρχεία της Βουλής των Ελλήνων

 

Το συμφωνητικό παράδοσης, που υπογράφηκε στις 7 Αυγούστου, όριζε τη μεταφορά των παραδοθέντων στην Τύνιδα.

Την επόμενη ημέρα (8 Αυγούστου), οι πολιορκημένοι δοκίμασαν έξοδο η οποία προκάλεσε μικρή, αλλά φονική, μάχη όπου σκοτώθηκε ο Κωνσταντίνος Πιερράκος Μαυρομιχάλης. Στις 9 Αυγούστου άρχισε η παράδοση των πολιορκημένων. Οι Έλληνες, με πρόφαση τον θάνατο του Μαυρομιχάλη, ξεκίνησαν επεισόδια τα οποία κατέληξαν σε γενική άγρια σφαγή των Τούρκων, με πρωτοστάτη και αρχηγό των θυτών, τον επίσκοπο Μεθώνης Γρηγόριο . Ο Φραντζής περιγράφει:

«Τοιαύτη σφαγή τραγική και φόνος δεν εφάνησαν εις κανενός αιώνος ιστορίαν, καθότι όσοι εθανατώνοντο από βολήν πυροβόλου πάραυτα ελυτρούντο, αλλά όσοι επληγώντο, γυναίκες και άνδρες, έτρεχον εις την θάλασσαν ημιθανείς, τους οποίους, πλέοντας εις την θάλασσαν δι’ αλλεπαλλήλων πυροβολισμών εθανάτωναν. Άλλοι δε πάλιν βλέποντες άλλους να θανατώνονται ανηλεώς, δειλιώντες τον θάνατον, μάλιστα αι γυναίκες με τα βρέφη εις τας αγκάλας, ερρίπτοντο εις την θάλασσαν ολόγυμνοι (καθότι τους εξέδυον ολογύμνους), οι δε Έλληνες και εν τη θαλάσση επυροβόλουν κατ’ αυτών, ώστε τα ύδατα της θαλάσσης κατεφοινίσσοντο (κοκκίνισαν) από τα εκχεόμενα αίματα των δυστυχών αυτών ανθρώπων. Πολλοί δε πάλιν Έλληνες ήρπαζον εις χείρας των τα βρέφη και τους τριετείς και πενταετείς παίδας, και άλλα μεν έρριπτον κατά των πετρών και τα εθανάτωναν, άλλα δε ρίπτοντες ζώντα εις ην θάλλασσαν, επυροβόλουν κατ’ αυτών εντός του ύδατος ώστε τα δυστυχή πλάσματα και πνιγόμενα ακόμη υπό των θαλασσίων υδάτων, επυροβολούντο είναι δε απερίγραπτα όλα όσα έγιναν τα οποία τω όντι είναι έργα θηριωδίας μάλλον, ή εκδικήσεως» (Φραντζής 1839, Α 399-400).

Αξίζει να σημειωθεί πως τα λάφυρα στο Νεόκαστρο συμφωνήθηκε να μοιραστούν στα τρία. Ένα μέρος για τους πολιορκητές της στεριάς, ένα για τους πολιορκητές της θάλασσας και ένα για το Κοινό Ταμείο.

Τελικά, αφού ένα μέρος από τα λάφυρα «εξαφανίστηκε», οι προσωπικές αντιζηλίες των Ελλήνων αρχηγών τους οδήγησαν σε συγκρούσεις μεταξύ τους, ενώ τα λάφυρα, τα οποία περιελάμβαναν μεγάλη ποσότητα πυρομαχικών, τα μοιράστηκαν μεταξύ τους μη αφήνοντας τίποτε στο «Δημόσιο». (Απομνημονεύματα Π.Π. Γερμανού 1837).

 

1η Σεπτεμβρίου 1821. Η σφαγή της Σαμοθράκης

 

11 SamothrakiΗ σφαγή στη Σαμοθράκη

 

Μετά τον απαγχονισμό του Γρηγορίου του Ε’, τον Απρίλιο του 1821, είδαμε πως η Επανάσταση η οποία είχε μετακομίσει στον Μοριά, προχωρούσε ακάθεκτη. Τα σουλτανικά στρατεύματα, απασχολημένα με τον Αλή πασά, δεν μπορούν ή δεν προλαβαίνουν να καταπνίξουν την Επανάσταση που από καιρό όμως γνώριζαν πως θα ξεσπούσε. Έτσι, δεν έχουν καταγραφεί μεγάλες σφαγές Ελλήνων από τα Οθωμανικά στρατεύματα ή συμμάχους τους, στη συγκεκριμένη περίοδο και μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς (1821). Βέβαια, από τον Απρίλιο σιγά-σιγά, οι αντιδράσεις της κλυδωνιζόμενης αυτοκρατορίας κλιμακώνονταν.

Ενώ έχουν προηγηθεί τα αιματηρά γεγονότα του λυκαυγούς της Επανάστασης, ήτοι αυτά που αναφέραμε μέχρι εδώ (Γαλάτσι, Καλαμάτα, Καλάβρυτα, Πάτρα, Νεόκαστρο, Κόρινθος, Αγρίνιο. Άμφισσα κλπ), η Πύλη, όταν μαθαίνει για την εξέγερση στη Σαμοθράκη, τον Αύγουστο του 1821 και με δεδομένη τη μικρή απόσταση από το κέντρο της αυτοκρατορίας, στέλνει τον ναύαρχο Καρά Αλή (Καραλή) να την καταπνίξει.

Την 1η Σεπτεμβρίου, ο Καρά Αλής, αφού κατέπλευσε στο νησί, έσφαξε –όπως μετέφεραν οι απόγονοι τους στον Ίωνα Δραγούμη ο οποίος μας τα μεταφέρει, 10.000 άνδρες και αγόρια. Τα γυναικόπαιδα πουλήθηκαν ως σκλάβες και σκλάβοι. Οι οικισμοί ισοπεδώθηκαν δια πυρός.

Οι ιστορικές αναφορές στό γεγονός είναι ελάχιστες. Στο βιβλίο του Κ. Σάθα «Η ιστορία της Τουρκοκρατούμενης Ελλάδας 1686-1821» διαβάσαμε την αναφορά σε κάποιον Γάλλο ονόματι Λουί Λακρουά, ο οποίος αναφέρει σε κείμενο του πως «Οι Τούρκοι κατερήμωσαν ασπλάχνως την νήσον ταύτην εν τω υπέρ ανεξαρτησίας αγώνι»

Από άλλες καταγραφές λέγεται πως οι Σαμοθρακίτες είχαν φυγαδεύσει τα γυναικόπαιδα για να αποφύγουν την αιχμαλωσία και την ατίμωση κι έτσι οι Τούρκοι επιδόθηκαν σε άγριους βανδαλισμούς σε μια έρημη Χώρα:

Οι άμαχοι-θύματα υπολογίζονται σε εκατοντάδες, ενώ υπάρχει και η μαρτυρία του γιατρού Νικολάου Φαρδύ, πως από τις 15.000 κατοίκους της Σαμοθράκης επέζησαν τελικά 33 οικογένειες…

Τον ίδιο μήνα, τρεις εβδομάδες αργότερα θα ακολουθούσε μία από τις μεγαλύτερες σφαγές της Επανάστασης. Το φονικό που συνόδευσε την Άλωση της Τριπολιτσάς.

 

  

Τριπολιτσά. Το όνομα της φρίκης

 

12 AlosiTripolitsas

Η άλωση της Τριπολιτσάς

 

22 Σεπτεμβρίου του 1821 οι δυνάμεις των επαναστατημένων Ελλήνων υπό την αρχηγία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη καταλαμβάνουν την Τριπολιτσά, όπου έχουν συγκεντρωθεί τη στιγμή της άλωσης περίπου 30-40.000 Τούρκοι και Εβραίοι της Ηπειρωτικής Πελοποννήσου και μαζί τους και οι 1500 ένοπλοι Αρβανίτες που υπερασπίζονταν την πόλη.

Η σφαγή που ακολουθεί είναι μία από τις μεγαλύτερες (πιθανώς η μεγαλύτερη) που γνώρισε ποτέ η Πελοπόννησος. Επί τρεις ημέρες οι Έλληνες σφαγιάζουν τους αμάχους Τούρκους και Εβραίους, τις γυναίκες, τα παιδιά και τα βρέφη (αφού προηγουμένως βίασαν, βασάνισαν, εκπαραθύρωσαν, κάψανε, λιώσανε κεφάλια μωρών σε τοίχους.

Ο φιλέλληνας πρόξενος στην Πάτρα στον οποίο οφείλουμε τη σκηνή του όρκου στην Αγία Λαύρα, ο Φρανσουά Πουκεβίλ δεν διστάζει να γράψει ότι «μονάχα αν βάλει κανείς στον νου τους τις χειρότερες βιβλικές καταστροφές όπου σφάζανε ακόμη και τα κατοικίδια ζώα, θα έχει μια πιο πιστή εικόνα της σφαγής της Τριπολιτσάς».

Ο Έλληνας ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων είναι ακόμη γλαφυρότερος μιλώντας για τη σφαγή: «Γυναίκες ων η λευκότης διεφιλονείκει και προς αυτήν την χιόνα, νεανίδες, ων ουδ’ ο θάνατος κατεμάρανε την χιόνα, βρέφη, τα μεν χειραπτάζοντα τους μαστούς και βαβάζοντα, τα δε το στόμα έχοντα επί μαστού αιμοφύρτου, νέοι, γέροντες, άντρες, ανάμικτοι κατέκειντο θέαμα βαρυπενθές... Ιδίως δε η εκ της πύλης των Καλαβρύτων μέχρι του σατραπείου λεωφόρος από λιθοστρώτου μετεσχηματίσθη, ιν’ είπωμεν, εις πτωματόστρωτον, και ουθ’ ο πεζός, ουθ’ ο ίππος επάτει επί της γης, αλλά επί πτωμάτων».

Ο Φωτάκος μας πληροφορεί πως οι Τούρκοι προσπάθησαν ν’ αντισταθούν αλλά μάταια. Μερικοί κλείστηκαν στην Μεγάλη Τάπια, (την ακρόπολη) άλλοι στο τουρκικό σχολείο και πολλοί οχυρώθηκαν στα σπίτια τους. Ελάχιστοι παραδόθηκαν. Οι περισσότεροι σκοτώθηκαν ή κάηκαν μέσα στα σπίτια με τις οικογένειες τους.

Ο ίδιος o ηθικός αυτουργός της σφαγής Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μιλάει στα Απομνημονεύματά του (τα οποία υπαγόρευσε το 1839 στον Γεώργιο Τερτσέτη) με εντυπωσιακή λακωνικότητα: «το ασκέρι όπου ήτον μέσα το ελληνικό έκοβε και εσκότωνε από Παρασκευή έως Κυριάκη, γυναίκες, παιδιά και άντρες, 32.000, μια ώρα ολόγυρα της Τριπολιτσάς...»

Μετά από τρεις ημέρες σφαγής, δεν υπήρχαν άλλοι ζωντανοί άμαχοι για να δολοφονηθούν: «Η φρενίτις εκείνη της φυλετικής εκδικήσεως δεν εγνώρισεν όρια. Έφτασε μέχρι των τάφων. Το τουρκικόν κοιμητήριον ανεσκάφη, και οστά και νεκροί ταφέντες προ ολίγου καιρού ερρίφθησαν εις τους δρόμους.» (Διονύσιος Κόκκινος 1957).

Τα έκθετα πτώματα των 32.000 σφαγμένων μαζί με τα ξεθαμμένα κουφάρια προκάλεσαν θανατηφόρα επιδημία που άπλωθηκε σε ολόκληρη την Πελοπόννησο (Κόκκινος, ο.π.).

 

 

30/3 -2/4 Η σφαγή της Χίου

 

14 Delacroix Hios

Ο πίνακας του Delacroix  "Η σφαγή της Χίου"

 

Η μεγαλύτερη ίσως ανθρωποσφαγή της περιόδου της Ελληνικής Επανάστασης. Επρόκειτο για αντίποινα του Σουλτάνου εναντίον των μέχρι τότε, σχεδόν προελαυνόντων επαναστατών.

Τον Απρίλιο του 1821 ο Νεόφυτος Βάμβας επιχείρησε να εξεγείρει το λαό εναντίον της Πύλης. Ωστόσο, η εκστρατεία του περιορίσθηκε πριν ολοκληρωθεί, καθώς ήταν πασίγνωστη η απειρία του χιώτικου λαού στα όπλα και τον πόλεμο και ο κίνδυνος στον οποίο επρόκειτο να εκτεθεί το νησί, θα ήταν ολοκληρωτικός. Η παρουσία του ελληνικού στόλου στο νησί επέφερε αντίποινα εις βάρος της Χίου εκ μέρους της Πύλης.

Ενώ η επανάσταση εξελίσσεται στη χέρσο χώρα, η κάποτε αυτόνομη Χίος έχει χάσει τη γαλήνη που την βοηθούσε να ευημερεί και ένα μεγάλο ποσοστό του ντόπιου πληθυσμού υποδουλώνεται, καθώς κάποιοι αιχμαλωτίστηκαν ενώ άλλοι διέφυγαν στην Πελοπόννησο.

Οι λεηλασίες και η καταπάτηση της νήσου, έσπρωξαν τον Χιώτη Αντώνιο Μπουρνιά, να ζητήσει βοήθεια από τον Σάμιο Λυκούργο Λογοθετή για την από κοινού τους εκστρατεία. Το απόγευμα της 10ης Μαρτίου 1822, ο Λυκούργος Λογοθέτης, αποβιβάστηκε στη Χίο με στρατό 1500 αντρών, παρασύροντας με επιτυχία τους ντόπιους στην εξέγερση

Ο γνωστός από την καταστροφή της Σαμοθράκης, Καρά Αλή, οργάνωσε αντίποινα. Μετά από συνεχή κανονιοβολισμό της Χώρας και του νησιού γενικότερα, κατέβασε 7.000 στρατιώτες. Αυτοί κατέκαψαν σπίτια και περιουσίες και κατέσφαξαν   κατά κάποιους 30.000, κατ’ άλλους 42.000 ή κατ’ άλλους 50.000 Χιώτες. Όσοι επέζησαν διέφυγαν με ψαριανά πλοία σε άλλα νησιά αλλά και στην επαναστατημένη Νότια Ελλάδα. Το νησί ερημώθηκε.

Η Σφαγή της Χίου ξεσήκωσε κύμα φιλελληνισμού σε όλο τον κόσμο, αν και σύντομα οι ψαριανοί πυρπολητές του ελληνικού πολεμικού στόλου θα εκδικούνταν τον αδικοχαμένο πληθυσμό του νησιού.

Στις 6-7 Ιουνίου, στα στενά του Τσεσμέ απέναντι από τη Χίο, κερδήθηκαν σημαντικές μάχες, και στο Αιγαίο γενικότερα, με αποκορύφωμα την πυρπόληση της ναυαρχίδας του οθωμανικού στόλου και 200 ναυτών, καθώς και του ίδιου του Καρά Αλή.

 

 

Η Άλωση της Νάουσας (13-18 Απριλίου 1822)

 

15 Naoussa

Η άλωση της Νάουσας

 

Ταυτόχρονα με την επανάσταση στη νότια Ελλάδα ξεσηκώθηκαν οι Σουλιώτες, οι Θεσσαλοί και οι Μακεδόνες. Η έλλειψη οργάνωσης όμως και η παρουσία ισχυρών οθωμανικών δυνάμεων στις περιοχές αυτές οδήγησαν τις επαναστατικές κινήσεις σε αποτυχία. Ορόσημο οθωμανικής αγριότητας στέκει εδώ η καταστροφή της Νάουσας. Πρόκειται για ένα μαύρο ιστορικό γεγονός για το οποίο υπάρχει ακόμα και σήμερα μεγάλη ασάφεια και σύγχυση γύρω από την ημερομηνία που άρχισε η πολιορκία και για το πότε ολοκληρώθηκε με τον χαλασμό της πόλης.

Για την άλωση αναφέρονται άλλες φορές η 6η Απριλίου, άλλες η 10η, άλλες πάλι η 12η-13η και άλλες τέλος η 18η Απριλίου 1822 (με το παλιό ημερολόγιο πάντα). Σύμφωνα με έγγραφο του ίδιου του βαλή της Θεσσαλονίκης -του Εμπού Λουμπούτ- αναφέρεται πως σφάχθηκαν ή απαγχονίστηκαν όλοι οι άντρες αιχμάλωτοι και εξανδραποδίστηκαν οι γυναίκες και τα παιδιά.

Γράφει ο Εμπου Λουμπούτ, διοικητής της Θεσσαλονίκης, προς τον ιεροδίκη της Βέροιας:

«Όταν μπήκαμε θριαμβευτικά στην πόλη και την καταλάβαμε, οι καπετάνιοι των αντιπάλων μας, εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι, σκόρπισαν στα γύρω βουνά… Όσοι από τους επαναστάτες κρύφτηκαν στα σπίτια τους συνελήφθησαν και εφαρμόστηκαν σε βάρος τους αυστηρότατα και χωρίς οίκτο όσα ορίζει ο ‘‘ιερός φετφάς’’. Αυτοί, που ξεπερνούσαν τις 2.000, εσφάγησαν ή απαγχονίστηκαν όλοι. Τα παιδιά και οι γυναίκες τους πουλήθηκαν δούλοι και οι περιουσίες τους δημεύτηκαν και πυρπολήθηκαν…».

Μετά την καταστροφή της Νάουσας, η επανάσταση στη Μακεδονία ουσιαστικά έσβησε, αν και συνεχίστηκαν κάποιες εχθροπραξίες στα βουνά. Πρόχειρος απολογισμός των θυμάτων, τα ανεβάζει σε 20.000 περίπου.

Η επαναστατική δραστηριότητα περιορίστηκε στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου…

 

 

30/5/1824  - Καταστροφή της Κάσου

 

16 olokaftoma kassou

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

 

Η Κάσος ξεσηκώθηκε ήδη από τον Απρίλιο του 1821 και έθεσε στον επαναστατικό αγώνα τη ναυτική της δύναμη. Τα μέχρι τότε ξακουστά εμπορικά με τα κανόνια τους αρχίζουν την πολεμική τους δράση. Επιχειρούν στη Ρόδο, προσπαθούν να βοηθήσουν τον αγώνα στην Κρήτη μεταφέροντας πολεμοφόδια και τροφή στο επαναστατημένο νησί και προκαλούν πανικό στους Οθωμανούς όπου τους συναντούν.

Οι Κασιώτες κλιμακώνουν τις επιθέσεις τους. Καταστρέφουν τουρκικά πλοία στην Αττάλεια, επιχειρούν ριψοκίνδυνες επιδρομές στο Καστελλόριζο και φτάνουν ακόμα και στα αιγυπτιακά λιμάνια.

Το Μάρτιο του 1824, ο σουλτάνος ζητά τη βοήθεια του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου και η αρμάδα του ανηφορίζει λίγο αργότερα το Αιγαίο με δύναμη χιλιάδων στρατιωτών. Οι Κασιώτες συνειδητοποιούν ότι είναι στόχος των Τουρκοαιγυπτίων καθώς έχουν μετατραπεί σε προπύργιο του ένοπλου αγώνα και οχυρώνουν το νησί περιμένοντας την απόβαση. Η Κρήτη είχε ήδη πέσει και η επανάστασή της καταπνίγηκε στο αίμα, αφήνοντας την Κάσο έκθετη στον εχθρό.

Οι Τουρκοαιγύπτιοι προσπαθούσαν από τα μέσα Μαΐου να αποβιβαστούν αλλά το νησί απαντούσε με τις ομοβροντίες των κανονιών του. Τον ίδιο καιρό εξελισσόταν στην Ελλάδα ο δεύτερος εμφύλιος και καμία υποστήριξη δεν αναμενόταν.

Τελικά, στο τέλος του Μαΐου του 1824 (27/5) ο στόλος της Αιγύπτου επιτέθηκε στο νησί με 45 πλοία εφοδιασμένα με τέσσερις χιλιάδες στρατό υπό τον Χουσεΐν Μπέη.

Η απόβαση έγινε σε απόκρημνο μέρος, εκεί που δεν περίμεναν οι αμυνόμενοι πως θα μπορούσε να αποβιβαστεί στρατός και κυρίευσαν το νησί. Στις 30 Μαΐου (με το Γρηγοριανό ημερολόγιο) ακολούθησε καταστροφή του νησιού, φόνος των νησιωτών, αιχμαλωσία των γυναικών και των παιδιών. Όσοι μπόρεσαν κατέφυγαν στο βουνό, ενώ άλλοι προσκύνησαν.

Συνολικά οι νεκροί Κασιώτες υπολογίζονται περίπου σε 5.000

 

 

Η Καταστροφή των Ψαρών (21 - 22 Ιουνίου 1824)

 

17 Psara BΗ καταστροφή των Ψαρών

 

Ακόμα μία περίπτωση αντιποίνων της Πύλης εναντίον των επαναστατημένων περιοχών και των κατοίκων τους. Μάλιστα τα Ψαρά, ως καταφύγιο και νησί πειρατών για πολλά χρόνια, βρισκόταν στο κέντρο της προσοχής των Οθωμανών ναυτικών. Επίσης, αν και το νησί κατοικούσαν περίπου 7.000 Ψαριανοί, είχε υποδεχτεί και φιλοξενούσε 23.000 πρόσφυγες από τη Χίο και από άλλα νησιά κυρίως.

Όταν κατάλαβαν οι Ψαριανοί τις προθέσεις του Οθωμανικού στόλου, ειδοποίησαν (πολλές φορές μάλιστα) την ελληνική κυβέρνηση και ιδιαίτερα τους Υδραίους ζητώντας ενισχύσεις για την αντιμετώπιση του εχθρικού στόλου. Παρόλα αυτά η ελληνική κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα. Ενισχύσεις δεν εμφανίστηκαν στα Ψαρά. Οι αντιζηλίες μεταξύ των Ψαρών, των Σπετσών και της Ύδρας θα οδηγούσε τα Ψαρά στο να μείνουν μόνα τους, έρμαιο στις επιθέσεις του Οθωμανικού στόλου.

Οι στρατιωτικές δυνάμεις των αμυνομένων έφταναν τις 3.000. Αποτελούνταν από 1.300 Ψαριανούς, 700 πάροικους και 1.000 Μακεδόνες και Θεσσαλούς που είχαν πάει για να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού.

Οι Ψαριανοί είχαν φτιάξει οχυρώσεις στις ακτές τις οποίες πίστευαν ότι θα χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι για να αποβιβασθούν. Στις 8 Ιουνίου είχαν συγκεντρωθεί οι παράγοντες του νησιού και είχαν αποφασίσει να πολεμήσουν στην ξηρά και για το λόγο αυτό μετέφεραν τα κανόνια από τα πλοία τους σε διάφορα σημεία στη στεριά και αφαίρεσαν τα πηδάλια των πλοίων τους, για να εμποδίσουν όσους τυχόν θα ήθελαν να φύγουν.

Μετά από επανειλημμένες προσπάθειες του τουρκικού ναυτικού να προσεγγίσει, τα κατάφερε στις 21/6 και αφού προηγουμένως (18/6) οι Ψαριανοί είχαν αρνηθεί πρόταση του Τούρκου ναυάρχου να εγκαταλείψουν το νησί αυτοβούλως (το αναφέρει πλοίαρχος γαλλικού πλοίου, ο οποίος μετέφερε την πρόταση στους Ψαριανούς.

Στις 22/6 ολοκληρώνονταν οι σφαγές με την ανατίναξη από τους Ψαριανούς, των δύο πυριτιδαποθηκών που διέθεταν και που ήταν γεμάτες με πυρίτιδα.

Αξίζει να σημειωθεί πως σφαγιάσθηκαν άντρες, γυναίκες και παιδιά αδιακρίτως. Γυναικόπαιδα μάλιστα έπεφταν στη θάλασσα για να γλιτώσουν το μαχαίρι και τελικά πνίγονταν. Οι νεκροί ποτέ δεν στάθηκε δυνατό να υπολογιστούν, έστω με σχετική ακρίβεια λόγω των πολλών προσφύγων που φιλοξενούσαν τα Ψαρά.

Σε ανταπόδοση των όσων προσέφεραν οι Ψαριανοί στον αγώνα, αλλά και στη φιλοξενία προσφύγων από άλλες περιοχές (τριπλασίων και πλέον του πληθυσμού τους) κανείς δεν τους βοήθησε μετά την καταστροφή, για να ορθοποδήσουν. Ακόμα και οι Σπέτσες που δέχτηκαν μερικούς, προσωρινά, μετά από λίγο καιρό τους έδιωξαν. Το δε επίσημο Κράτος τους φέρθηκε αισχρά. Άλλωστε στην εξουσία βρισκόταν ο ανταγωνιστής των Ψαριανών, ο Υδραίος Κουντουριώτης.

Η ιστορία των Ψαρών είναι ένα διδακτικό μάθημα για το ποιόν των πρωταγωνιστών της Επανάστασης, οι οποίοι δεν διέφεραν καθόλου από αυτούς που έκαναν τις σφαγές στο Νεόκαστρο, στην Πάτρα, στην Τριπολιτσά και αλλού και αυτούς που δεν προσέφεραν βοήθεια ή πολεμική αλληλεγγύη στα κατεστραμμένα νησιά της Χίου, της Κάσου και των Ψαρών.

 

Βιβλιογραφία

1

https://anemi.lib.uoc.gr/ (ψηφιοποιημένες πρωτότυπες πηγές)

2

Hλίας Φωτεινός, Oι άθλοι της εν Bλαχία ελληνικής επαναστάσεως το 1821 έτος, Λιψία 1846

3

Δημήτρης Λιθοξόου –lithoksou.net

4

Χουλιαράκης 1973: σ. 31 Γεωγραφική, διοικητική και πληθθυσμιακή εξέλιξη της Ελλάδας, 1821 - 1971

5

Κ. Σιμόπουλος, Πως είδαν οι ξένοι την Ελλάδα του ’21, Πρώτος τόμος 1821 – 1822, Αθήνα 1979

6

Gustav Hertberg Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως

7

Γεωργίου Φίνλεϋ, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μετάφραση Αλίκη Γεωργούλη

8

Απόστολου Βακαλόπουλου, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τόμος Ε΄, Η μεγάλη Επανάσταση (1821 – 1829)

9

Αρχεία Εθνικής Παλλιγενεσίας – Βουλή των Ελλήνων 1971

10

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ'. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 1975

11

Thomas Gordon History of the Greek Revolution (Google books)

12

Εφημ ΕΘΝΟΣ 05.02.2021 - Η μαύρη σελίδα του '21 που δεν μάθαμε στο σχολείο

13

Γ. Κολοβός – «Το ολοκαύτωμα της Κάσου»

14

Ε/Ιστορικά, Η καταστροφή των Ψαρών, 20 Ιουνίου 2002

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)
Τελευταία τροποποίηση στις Τρίτη, 21 Σεπτεμβρίου 2021 17:34