Ο πολύς λαός θα επαναλαμβάνει τους ύμνους χωρίς να τους καταλαβαίνει και χωρίς να τους συναισθάνεται. Θα νηστέψει, θα φτιάξει κουλουράκια, θα βάψει τα αυγά, θα πάει το βράδυ στην Ανάσταση, θα φάει την Κυριακή το αρνί. Έχει φέρει το Θεό στα μέτρα του. Κρατάει ό,τι τον βολεύει και πετάει ό,τι θέλει κόπο και του φέρνει χασούρα. Όπως στο διάλογο του Μανολιού με τον παπά-Γρηγόρη στο «Χριστός ξανασταυρώνεται» του Καζαντζάκη :
"-Ψωριάριδες, ψειριάριδες, ρεμπέτες, φώναξε, πού δεν έχετε μια πατουχιά χώμα και φωνάζετε: "Είμαστε αδέρφια!", γιατί; για να μοιράσουμε τάχα αδερφικά και να μας φάτε τα μισά... Ποιος σου' βαλε, μωρέ σεσέμη, τις παλάβρες αυτές στο κεφάλι;
-Ο Χριστός, αποκρίθηκε ο Μανολιός
-Τον κακό σου τον καιρό. Ποιός Χριστός μωρέ; Ο δικός σας, όχι ο δικός μου."
Εν πάσει περιπτώσει, ο καθένας από μας έχει και ένα Θεό μέσα του, όπως και αν τον αποκαλεί, όσο και αν δε θέλει να το παραδεχτεί. Όπως λέει και το απόφθεγμα που χρεώνεται στο Βολταίρο «Κι αν ακόμα δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να εφεύρουμε έναν». Είναι αυτή η αγωνία του θανάτου που το επιβάλλει, αυτό το κορυφαίο παράδοξο της ύπαρξης και της βέβαιης απώλειας. Τουλάχιστον, ας προσπαθούσαμε να έρθουμε σε ισορροπία και αρμονία με αυτό τον εσωτερικό Θεό. Όλα θα γίνονταν καλύτερα
Όμως δεν το κάνουμε. Το μόνο που κοιτάζουμε είναι το αυστηρά προσωπικό μας συμφέρον, στροβιλιζόμενοι γύρω από μικρότητες, συγκρούσεις, εγωϊσμούς και κακίες, παγιδευμένοι στο μικρόκοσμό μας που τον θεωρούμε σημαντικό, ενώ είναι απελπιστικά ασήμαντος. Αυτά στη δική μας γωνιά του πλανήτη, που είναι παράδεισος αν αναλογιστεί κανείς τι συμβαίνει αλλού. Σε ένα μεγάλο μέρος του πλανήτη γίνονται πόλεμοι. Λαοί ολόκληροι σκοτώνονται, ξεριζώνονται, διώχνονται και αντιμετωπίζονται από εμάς τους «Χριστιανούς» ως λεπροί που θα μας μολύνουν. Στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη οι άνθρωποι πεινάνε. Οι άνθρωποι είναι σκλάβοι. Οι γυναίκες είναι κατώτερο είδος. Τα παιδιά δε γνωρίζουν ποτέ ανεμελιά και παιχνίδι. Εκεί τα παιδιά σταυρώνονται κάθε μέρα και δεν υπάρχει γι΄αυτά καμία ελπίδα για Ανάσταση
Αλλά, έστω και έτσι, δεν πρέπει να σταματάμε να ελπίζουμε. Δεν γίνεται αλλιώς εξάλλου. Χρόνια πολλά και καλά, λοιπόν, σε όλους. Όσο και αν μια ευχή από μόνη της δε φαίνεται αρκετή, μπορεί τουλάχιστον να ζεστάνει τις καρδιές μας και να τις γεμίσει αισιοδοξία με την έννοια ότι κανείς δεν είναι μόνος του σε αυτό τον αγώνα που λέγεται ζωή.