του Κυκλοθυμικού
Υπάρχει μια ατάκα από μια παλιά ελληνική ταινία που έχει κολλήσει στο μυαλό μου. Λογικά Τσιφόρος πρέπει να είναι. «Μα καλά στην Αθήνα έχει τόσες χιλιάδες κορόιδα και δε μπορούν να ταΐσουν δυο έξυπνους;»
Όποιος κατάλαβε την αναφορά, θα του χρωστάω χάρη να την προσθέσει στα σχόλια.
Δε θα τσουβαλιάσω. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, προφανώς δεν οδηγεί ντετερμινιστικά μια καταγωγή σε μια νοοτροπία, σε μια κουλτούρα. Είναι πολυπαραγοντικά αυτά τα παιχνίδια. Αλλά σίγουρα υπάρχουν διάφορα ρεύματα σε αυτό το παζάρι της κοινής συμβίωσης, άλλα πιο ισχυρά, άλλα πιο αδύναμα.
Με βάση αυτά τα ισχυρά ρεύματα σκέφτομαι ότι αν κάποιος ήθελε να ξεκινήσει καριέρα απατεώνα στην Ελλάδα και με ρωτούσε τι πρέπει να κάνει θα του έδινα 3 βασικές συμβουλές:
Αν τα κάνεις αυτά αδερφάκι μου θα φας πολύ χρήμα, θα περάσεις ζωή χαρισάμενη. Μπέης. Και δεν είναι που θα τους ξεβρακώσεις όλους, θα σε έχουν για Θεό. Θα τους τρως τα λεφτά και τα ίδια τα θύματα θα μπαίνουν μπροστά να σε υπερασπιστούν. Δε θα τολμάει να σε ακουμπήσει κανείς. Ό,τι κι αν έχεις κάνει.
Κάποιος σατανάς -ανωμαλάρα κατά τα άλλα- αν θυμάστε είχε ντυθεί καλόγερος και πήγαινε στα λεωφορεία στην Θεσσαλονίκη και τον έπαιζε. Τα κορίτσια είχαν τρομάξει, είχαν σιχαθεί. Τι φωτογραφίες έβγαζαν, τι βίντεο. Ανένδοτος ο κόσμος. Εσείς οι ξετσίπωτες φταίτε που πάτε και κολάζετε άγιο άνθρωπο. Μέχρι που αποδείχτηκε ότι πουλούσε… παπά. Τέτοια ψυχεδέλεια.
Και δεν υπάρχει μόνο ένας χώρος. Μπορείς να πετύχεις παντού. Από μικρομάγαζο κι ελεύθερος επαγγελματίας μέχρι βλαχοδήμαρχος και τοπικός βουλευτής, από τηλεπλασιέ βιβλίων και θαυματουργών αλοιφών μέχρι σκηνοθέτης, ηθοποιός, τραγουδιστής, από γιατρός μέχρι αρχηγός πολιτικού φορέα, από αστρολόγος και χαρτορίχτρα μέχρι καθηγητής πανεπιστημίου, από παρουσιαστής κι ινφλουένσερ μέχρι πρωθυπουργός, αρχιεπίσκοπος ανώτατος δικαστικός, φραπές και χασάπης.
Είναι το χάπι που κάνει για όλα. Είναι το πυρηνικό όπλο του μάρκετινγκ στην Ελλάδα. Είναι η απόλυτη εγγύηση επιτυχίας. Κάτσε σπούδασε εσύ και βγάλε τα μάτια σου μετά.
Κι ισχύει κι από την άλλη. Δείτε πχ τι έπαθε ο Μάνος Χατζιδάκις που έκανε ακριβώς τα αντίθετα από τα προαναφερθέντα, που έβαζε τσιφτετέλια την 25η Μαρτίου, που χλεύαζε τον αυριανισμό, που μιλούσε για το μυαλό της κότας κι έβαζε τα παιδιά κάτω στον κάμπο να κυνηγάνε τον παπά. Πόσες φορές εκτελέστηκε ζωντανός αυτός ο άνθρωπος, πόσο μίσος εισέπραξε, πόση χλεύη, πόση χυδαιότητα πετάχτηκε στο παραθύρι του, πόσο πικραμένος έφυγε και πόσο απομακρυσμένος ήθελε να ζήσει από όλους κι από όλα. Μα κι αυτός. Εντόπισε την παθογένεια κι είπε να πάει κόντρα της, αντί να χώσει το δάκτυλο στο μέλι να τον είχαν κάνει βασιλιά, δικτάτορα, Θεό και παντοκράτορα κι ας μην καταλάβαιναν λέξη από τα τραγούδια του.
Στο άλλο άκρο είναι ο Σμαραγδής. Δεν είχα καταλάβει τι έχει συμβεί μέχρι το χτεσινό ποστ. Πλέον έχει ταυτιστεί με τον Καποδίστρια, την Παναγία, τον Κολοκοτρώνη, τα ιερά και τα όσια. Δεν υπάρχει καν η λογική γραμμή διάκρισης έργου από τον καλλιτέχνη. Όχι. Αν τον ακουμπήσεις, αν κάνεις κριτική, αν κάνεις πλάκα είναι σα να βλαστήμησες τη χειρότερη βλαστήμια. Όχι μάνες, αδερφές, παναγίες και τον Σμαραγδή. Και μασουλάει τις κρατικές επιχορηγήσεις για να σας λέει τι τρομερός λαός που είστε και τι άγιοι οι πρόγονοί μας και πως η Παναγία όρισε τα ιστορικά γεγονότα σα να ήταν ο Βαρουφάκης στο Eurogroup –εκεί πάλι δεν υπάρχει καμία βλασφημία.
Μια συμβουλή –περισσότερο παρατήρηση- για το τέλος. Όποιος θέλει την κρατά, όποιος θέλει την πετά. Κανείς άνθρωπος που είναι καλός σε κάτι, που έχει αυτοπεποίθηση, που αντικειμενικά τα καταφέρνει, δεν ανέχεται την κολακεία. Του φαίνεται ανούσια φλυαρία. Feedback, θετικό ή αρνητικό, ναι. Γλείψιμο, ποτέ. Το γλείψιμο είναι για τους ανασφαλείς, για όσους ξέρουν κατά βάθος πως υπολείπονται. Κι αν δεις κάποιον να σε κολακεύει συνέχεια, κράτησε τον μακριά, δεν υπάρχει μια πιθανότητα στο εκατομμύριο να μη θέλει να σε εκμεταλλευτεί, να μη θέλει να σου αρπάξει κάτι. Κανείς δεν γλείφει από θαυμασμό, από συμφέρον γλείφουν όλοι.