" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

Κεντρικό χαρακτηριστικό του πολιτισμού που έχτισε η ανθρωπότητα, είναι ο ορθός λόγος. Είναι ακριβώς εκείνο το χαρακτηριστικό που πολεμά η πάσης προέλευσης και προσανατολισμού προπαγάνδα για να επιβάλλει τη θέση που εξυπηρετεί τους στόχους της. Αποτέλεσμα είναι η δημιουργία της παραμορφωμένης εικόνας του κόσμου όπως τον ξέρουμε σήμερα. Όπως η εμπορική διαφήμιση χρησιμοποιεί την παραπλάνηση μέσω εικόνων, ήχων και λόγου που θολώνουν τις σκοτεινές πλευρές ενός προϊόντος, έτσι και η πολιτική προπαγάνδα αποκρύπτει τις άβολες αλήθειες για να προβάλλει τα βολικές, τις εύπεπτες και αφομοιώσιμες από το κοινό, απόψεις που εξυπηρετούν τα σχέδια των θεραπόντων της.

Στην Ελλάδα οι εργολάβοι της «ενημέρωσης» έχουν βρει πεδίο λαμπρό για τις «δουλειές» τους και δεν σταματούν να μας βομβαρδίζουν με ελεγχόμενες αναλύσεις και φιλτραρισμένες πληροφορίες για τις παγκόσμιες εξελίξεις αποκρύπτοντας πάντα το μέρος εκείνο της εικόνας που ίσως θα έκανε τους δέκτες τους (το target group τους) να σκεφτούν. Η σκέψη απαγορεύεται στον σύγχρονο κόσμο, στην Ελλάδα ακόμα περισσότερο. Τα ΑΡΔάκια πάσης φύσεως φροντίζουν επιμελώς γι’ αυτό

Ευτυχώς όμως υπάρχουν και αληθινοί δημοσιογράφοι (με την έννοια της ενασχόλησης τους με τον δημόσιο λόγο) που είναι και αυτοί που φέρουν τον τίτλο του δημοσιογράφου με την αξία τους. Και δεν είναι το ότι μεταφέρουν μία είδηση σκέτα. Μεταφέρουν και σχολιάζουν  μία είδηση μαζί με το πλαίσιο εντός του οποίου το γεγονός που αναφέρουν προκύπτει και εξελίσσεται, προκειμένου να παράσχουν την πληρέστερη κατά το δυνατό, γνώση και εκνημέρωση σε εκείνους που τη ζητούν και δεν αρκούνται στις προπαγανδιστικές -και βολικές για τις εξουσίες- εντυπώσεις.

Χθες, 26/3/2022 ο δημοσιογράφος – συγγραφέας Πέτρος Παπακωνσταντίνου δημοσίευσε στο ιστολόγιο του ένα άρθρο με τίτλο «Ο πόλεμος στην Ουκρανία κι εμείς», άρθρο το οποίο είναι η πιο πλήρης και πιο σοβαρή ματιά σε έναν πόλεμο που διεξάγεται πολύ κοντά μας και για τον οποίο ένα διαπλεκόμενο σύστημα κυβέρνησης και ΜΜΕ φροντίζει να μας κρατάει στο σκοτάδι, παρέχοντας μας αφειδώς εντυπώσεις και χτυπώντας στο θυμικό του λαού. Του λαού που μη γνωρίζοντας σφαιρικά αυτά που εκτυλίσσονται εδώ και χρόνια στην Ευρώπη, γίνεται μία χρήσιμη χειραγωγήσιμη μάζα. Χρήσιμη για τα αφεντικά των τοπικών εξουσιών, των υπηρετών του μεγάλου παγκόσμιου αφεντικού  και τους σχεδιασμούς τους για έναν μονοπολικό, δικό τους  αποκλειστικά, κόσμο

Αναδημοσιεύουμε το άρθρο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου για να βοηθήσουμε στην διάδοση της πραγματικής ενημέρωσης και κυρίως για να καταλάβουμε όλοι το πόσο απαραίτητη είναι η ειρήνευση στην Ουκρανία αλλά πάντα με τρόπο δίκαιο. Γιατί ειρήνη που δεν θα βασίζεται στη Δικαιοσύνη, είναι θνησιγενής και σύντομα θα οδηγήσει σε πολύ χειρότερες καταστάσεις για όλον τον κόσμο

 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία κι εμείς. του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

26 Μαρτίου 2022

RusOukr

Ένα μήνα μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αυτό που ξεκίνησε ως κεραυνοβόλος πόλεμος κινήσεων, εξελίσσεται σε πιο αργό, ίσως και πιο φονικό πόλεμο θέσεων, με οχυρωμένα στρατόπεδα και μακρινά πλήγματα πυροβολικού και αεροπορίας. Η γραμμή του μετώπου έχει παγιωθεί στο μεγαλύτερο μέρος της· οι Ρώσοι έχουν αποκομίσει σημαντικά εδαφικά κέρδη, κυρίως στο Νότο και στα Ανατολικά, αλλά δεν έχουν καταφέρει να καταλάβουν ούτε μία από τις δέκα μεγαλύτερες πόλεις της Ουκρανίας· ο ουκρανικός στρατός έχει καθηλώσει τις εχθρικές δυνάμεις στις πύλες των αστικών κέντρων που πολιορκούνται (με εξαίρεση τη Μαριούπολη) και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει αρχίσει να εκδηλώνει επιτυχείς αντεπιθέσεις. Η ίδια, εκρηκτικά ασταθής ισορροπία επικρατεί στο διπλωματικό επίπεδο, με τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός σε νεκρό σημείο, αφού ούτε η Μόσχα είναι ικανοποιημένη με ό,τι έχει πετύχει μέχρι τώρα- αντί τεράστιου πολιτικού, οικονομικού και ηθικού τιμήματος- ούτε το Κίεβο αισθάνεται την ανάγκη να συνθηκολογήσει.

Σε αυτό το φόντο, ο αναπληρωτής αρχηγός ΓΕΕΘΑ της Ρωσίας, Σεργκέι Ρουντσκόι, δήλωσε την Παρασκευή, 25 Μαρτίου, ότι η πρώτη φάση των ρωσικών επιχειρήσεων είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αποδυνάμωση του ουκρανικού στρατού, κάτι που θα επιτρέψει στη δεύτερη φάση να επικεντρωθούν οι ρωσικές δυνάμεις στον κεντρικό τους στόχο, δηλαδή την «απελευθέρωση» ολόκληρου του Ντονμπάς [i]. Το Κίεβο και η Δύση ερμήνευσαν αυτή την τοποθέτηση ως ομολογία αποτυχίας, υποστηρίζοντας ότι ο Πούτιν περίμενε έναν περίπατο λίγων ημερών μέχρι το Κίεβο, αλλά απέτυχε οικτρά και αναγκάζεται τώρα να αναδιπλωθεί, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενoς.

Ότι η ρωσική ηγεσία υποτίμησε την αντίσταση που θα συναντούσε από τον ουκρανικό στρατό (αλλά και τις σαρωτικές κυρώσεις μιας επανενωμένης, έστω προσωρινά, Δύσης) είναι μάλλον βέβαιο. Αλλά ότι το Κρεμλίνο περίμενε έναν αστραπιαίο πόλεμο λίγων ημερών, ακούγεται ως φτηνή προπαγάνδα. Η αμερικανική υπερδύναμη, στο απόγειο της μονοκρατορίας της, το 1991, χρειάστηκε 956.000 στρατιώτες και 42 μέρες πολέμου για να υπερισχύσει μιας αραβικής χώρας, του Ιράκ, εξουθενωμένης από οκτώ χρόνια τρομερού πολέμου με το Ιράν- και μάλιστα, χωρίς ο αμερικανικός στρατός να μπει στη Βαγδάτη και χωρίς να ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεϊν. Μόνο ένας παράφρων στο Κρεμλίνο θα μπορούσε να υπολογίζει ότι 120.000 Ρώσοι στρατιώτες θα κατάφερναν να καταλάβουν τη δεύτερη μεγαλύτερη, σε έκταση, χώρα της Ευρώπης, που κληρονόμησε από τα χρόνια της ΕΣΣΔ ισχυρότατη πολεμική βιομηχανία, ετοιμαζόταν γι αυτό τον πόλεμο οκτώ χρόνια και απολάμβανε στρατιωτικού εξοπλισμού, πληροφοριών και εκπαίδευσης από Αμερικανούς και Βρετανούς. Ο Πούτιν είναι πολλά πράγματα, αλλά παράφρων δεν είναι.

Μπορεί οι στρατιωτικοί σχεδιασμοί και οι πολιτικοί στόχοι του Κρεμλίνου να περιβάλλονται από ομίχλη, αλλά οι επιδιώξεις των ΗΠΑ είναι απολύτως διαυγείς. Όπως έγραψε ο Ντέιβιντ Σάνγκερ, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στην Ουάσιγκτον, η κυβέρνηση Μπάιντεν εννοεί να εγκλωβίσει τη Ρωσία σε έναν μακρύ πόλεμο τεράστιου κόστους, όπως συνέβη, τηρουμένων των αναλογιών, με την καθήλωση της ΕΣΣΔ στο ναρκοπέδιο του Αφγανιστάν (το γεγονός ότι οι Αμερικανοί έστειλαν στους Ουκρανούς αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger, που είχαν ενισχύσει την τζιχάντ των μουτζαχεντίν κατά των Σοβιετικών, έχει και τη συμβολική σημασία του). Ο γνωστός ιστορικός Νάιαλ Φέργκιουσον έγραψε στο πρακτορείο Bloomberg ότι κορυφαίοι παράγοντες της κυβέρνησης Μπάιντεν του είπαν απερίφραστα ότι το μόνο νοητό, γι αυτούς, τέλος αυτού του πολέμου περιλαμβάνει την ανατροπή του Πούτιν και μια πιο πειθήνια έναντι της Αμερικής Ρωσία- κάτι που θα αποτελούσε ταυτόχρονα ισχυρή προειδοποίηση στην Κίνα [ii]. Ο ίδιος ο (κάθε άλλο παρά αντιιμπεριαλιστής) Φέργκιουσον θεωρεί αυτή τη θεώρηση επικίνδυνη πλάνη του Μπάιντεν και το πιθανότερο είναι ότι έχει δίκιο.

Όσο μιλούν τα όπλα, επιβάλλεται κάποια σεμνότητα λόγων και οικονομία προβλέψεων, επί ποινή γρήγορης διάψευσης. Σε κάθε περίπτωση, όσοι είναι έτοιμοι να στοιχηματίσουν τα πάντα σε ένα Βατερλώ της Ρωσίας και στον πολιτικό θάνατο του Πούτιν αναλαμβάνουν ένα παιχνίδι υψηλότατου ρίσκου, για τους ίδιους και για τον κόσμο όλο. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η μάχη της Μαριούπολης έχει φτάσει στο κέντρο της μαρτυρικής πόλης και η πτώση της μπορεί να είναι θέμα ημερών. Εάν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, θα πρόκειται για στρατηγικής σημασίας επιτυχία των εισβολέων. Η Ουκρανία θα έχει χάσει το 80% των ακτών της και η Ρωσία θα έχει εξασφαλίσει χερσαία σύνδεση ανάμεσα στην Κριμαία και το Ντονμπάς. Επιπλέον, οι Ρώσοι θα μπορέσουν να συγκεντρώσουν μεγαλύτερες δυνάμεις για να προελάσουν στην περιοχή ανάμεσα στη σημερινή διαχωριστική γραμμή του Ντονιέτσκ και το Χάρκοβο, όπου συγκεντρώνονται οι πιο αξιόμαχες δυνάμεις του ουκρανικού στρατού. Ήδη, μακριά από τις τηλεοπτικές κάμερες των δυτικών συνεργείων, οι Ρώσοι έχουν θέσει υπό έλεγχο το 93% του Λουγκάνσκ και το 56% του Ντονιέτσκ (πριν από την εισβολή ήλεγχαν περίπου το ένα τρίτο των εκτάσεών τους), όπως και ένα τεράστιο, συνεχές τόξο ουκρανικών συνόρων, που ξεκινάει βόρεια του Κιέβου, συνεχίζεται έξω από το Σούμι και το Χάρκοβο, περνάει από το Ντονμπάς και την Κριμαία και φτάνει στη Χερσώνα, στη Μαύρη Θάλασσα.

Στο οικονομικό πεδίο, η Ρωσία υποφέρει σοβαρά από τις κυρώσεις και το κύμα φυγής δυτικών εταιρειών, με αποτέλεσμα το φάσμα της μαζικής ανεργίας, των ελλείψεων αγαθών και της απότομης πτώσης του βιοτικού επιπέδου να βρίσκεται επί θύραις. Είναι πιθανό, όμως, να αποφύγει την κατάρρευση χάρη στη βοήθεια κυρίως της Κίνας, αλλά και άλλων κρατών. Από τις 10 πολυπληθέστερες χώρες του κόσμου, μόνο μία, οι ΗΠΑ, έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία.

Όταν ο Μπάιντεν, στη μακρά, διάρκειας περίπου δύο ωρών, τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Σι Τζινπίνγκ κάλεσε την Κίνα να μη στηρίξει τη Ρωσία, απειλώντας την με συνέπειες, ο Κινέζος ηγέτης του απάντησε: «Όποιος αποφάσισε να κρεμάσει το κουδούνι στο λαιμό της τίγρης, εκείνος πρέπει να πάει να της το βγάλει»-εννοώντας ότι οι Αμερικανοί εξαγρίωσαν τη Ρωσία με την περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ, επομένως ας λουστούν τώρα τις επιπτώσεις. Η Αμερική δεν μπορεί να κηρύξει οικονομικό πόλεμο στην Κίνα χωρίς να πυροβολήσει τα πόδια της, καθώς η στενή αλληλεξάρτηση ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου έχει δημιουργήσει μια κατάσταση αμοιβαία εγγυημένης καταστροφής (MAD), ανάλογη με εκείνη που υπήρχε στο πεδίο των πυρηνικών όπλων επί Ψυχρού Πολέμου. Άλλωστε η Κίνα δεν μπορεί να ξεχάσει το πρόσφατο, αντικινεζικό σύμφωνο AUKUS στον Ινδοειρηνικό, τη στάση των ΗΠΑ στο κεφαλαιώδες θέμα της Ταϊβάν, την υπόθαλψη αποσχιστικών τάσεων των Ουιγούρων, τον αμερικανικό πόλεμο στο πεδίο των υψηλών τεχνολογιών και τόσα άλλα. Μια ταπεινωτική ήττα της Ρωσίας και προσωπικά του Πούτιν, σε αυτή τη φάση, θα ήταν σοβαρότατο πλήγμα για την ίδια την Κίνα και τον Σι.

Όσο για το εσωτερικό της Ρωσίας, τίποτα δεν δείχνει μέχρι στιγμής ότι υπάρχουν σοβαρές, πραγματικά απειλητικές κινήσεις εναντίον του Πούτιν. Ανεξάρτητες (μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση) δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μεγάλη πλειονότητα των Ρώσων εξακολουθεί να στηρίζει τον Ρώσο πρόεδρο- δυστυχώς και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ούτε από τους ολιγάρχες, οι οποίοι ούτως ή άλλως στη Ρωσία δεν διαθέτουν πολιτική δύναμη, ούτε από τους κύκλους της κρατικής γραφειοκρατίας έχουν εκδηλωθεί φυγόκεντρες τάσεις, αν και τίποτα δεν αποκλείει να εκδηλωθούν αύριο.

Με αυτά τα δεδομένα, το ενδεχόμενο παράτασης του πολέμου για κάμποσες εβδομάδες, αν όχι και μήνες, μέχρι να υπάρξει αν όχι ειρήνευση, τουλάχιστον ανακωχή, διαγράφεται ισχυρό. Κάτι τέτοιο θα ήταν εφιαλτικό πρώτα απ’ όλα για τον σκληρά δοκιμαζόμενο ουκρανικό λαό. Ένας στους τέσσερις Ουκρανούς έχει ήδη ξεριζωθεί από την εστία του, η οικονομική καταστροφή είναι ανείπωτη, η χώρα κινδυνεύει να διαμελιστεί, καθώς οι Αμερικανοί την αντιμετωπίζουν κυνικά ως Ιφιγένεια, που δεν θα διστάσουν να θυσιάσουν στην ανάγκη, προκειμένου να υπηρετήσουν τους μείζονες στόχους τους: τη συντριβή της Ρωσίας και την αποκατάσταση της «ενότητας της Δύσης» υπό αμερικανική ηγεμονία, δηλαδή την καθήλωση της Ευρώπης σε ρόλο θεραπαινίδας τους, κάτι από το οποίο δεν απέχουν και πολύ.

Σημαίνουν όλα αυτά ότι θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει, με βαριά καρδιά, τον πόλεμο του Πούτιν με το επιχείρημα ότι μια ήττα της Ρωσίας θα ευνοούσε την κύρια απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και την κυριαρχία των λαών, τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό; Σε καμία περίπτωση. Η απερίφραστη καταδίκη αυτού του άδικου πολέμου, που συσσωρεύει τρομερά δεινά σε έναν λαό 45 εκατομμυρίων ανθρώπων, θα έπρεπε να είναι αυτονόητη για κάθε πολιτισμένη συνείδηση και ειδικά για τους αριστερούς. Οι νεοταξίτες και νεοδεξιοί μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι όταν χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τον ουκρανικό λαό, ενώ δεν ένοιωσαν καμία υποχρέωση να βγουν στους δρόμους για τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ ή της Παλαιστίνης. Ο αριστερός δεν μπορεί να κοιτάξει με ήρεμη συνείδηση τον εαυτό του στον καθρέφτη αν δεν είναι λόγω και έργω με τον Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη του πλανήτη, σε όλες τις ιστορικές στιγμές.

Ό,τι δίκιο κι αν είχε η Ρωσία για την περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ και για τις διώξεις των Ρωσόφωνων από τους ακροδεξιούς εθνικιστές στην Ουκρανία, το έχασε από τη στιγμή που άρχισε να βομβαρδίζει τις ουκρανικές πόλεις. Γιατί ο Πούτιν δεν αμφισβήτησε μόνο μια κυβέρνηση, αμφισβήτησε το ίδιο το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει σαν ανεξάρτητο κράτος, λέγοντας ότι πρόκειται για ένα τεχνητό κατασκεύασμα του Λένιν και των μπολσεβίκων. Έφτασε στο σημείο, προτού αρχίσει ο πόλεμος, να στείλει στην Ουκρανία το εξής, επί λέξει, μήνυμα: «Σ΄αρέσει, δεν σ’ αρέσει, γλυκιά μου, θα το υποστείς». Ποιος άνθρωπος που θέλει να λέγεται άνθρωπος δεν θα αγανακτούσε αν άκουγε να εκστομίζεται μια τέτοια φράση από έναν άντρα προς μία γυναίκα; Και ποιος μπορεί να μην εξεγερθεί όταν ακούει έναν ηγέτη κράτους να λέει αυτή την πολύ «ματσό» χυδαιότητα για έναν άλλο λαό;

Ούτε βέβαια κάνει ο Πούτιν κάποιον «αντιφασιστικό πόλεμο» στην Ουκρανία, όπως κάποιοι αφελέστατα είναι έτοιμοι να πιστέψουν. Χρησιμοποιεί ως άλλοθι τους φασίστες που έκαναν όντως εγκλήματα πολέμου στην Οδησσό και το Ντονμπάς για να δικαιολογήσει τις επεκτατικές βλέψεις του- όπως ακριβώς χρησιμοποιούσαν οι Αμερικανοί υπαρκτές θηριωδίες του Μιλόσεβιτς στην πρώην Γιουγκοσλαβία ή του Χουσεϊν στο Ιράκ. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι η Ρωσία δεν είχε κανένα ηθικό πρόβλημα να χρηματοδοτεί την Μαρίν Λεπέν στην προεκλογική εκστρατεία της.

Έστω, θα πει κανείς, αλλά ένας πολυπολικός κόσμος, με μια ισχυρή Ρωσία και μια ισχυρή Κίνα, δεν δίνει περισσότερα περιθώρια στους μικρότερους λαούς όλου του κόσμου από έναν κόσμο στο έλεος της αμερικανικής υπερδύναμης και τους συμμάχους της; Η απάντηση είναι, μπορεί ναι, μπορεί και όχι, ανάλογα με το τι είδους είναι η «πολυπολικότητα» για την οποία τόσος λόγος γίνεται. Πολυπολικός ήταν ο κόσμος και στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο που όλοι οι υπολογίσιμοι πόλοι του ήταν ιμπεριαλιστικές αυτοκρατορίες, έτοιμες να κόψουν η μία το λαρύγγι της άλλης, όπως και το έκαναν. Πολύ φοβάμαι ότι η Νέα Παγκόσμια Τάξη (ή μάλλον Αταξία) που ανατέλλει σήμερα θα μοιάζει λιγότερο με τον Ψυχρό Πόλεμο και περισσότερο με τον προ του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου κόσμο.

Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η ΕΣΣΔ ήταν ένα καταπιεστικό, μόνο κατ’ όνομα σοσιαλιστικό καθεστώς, αλλά όντως στήριζε ως ένα βαθμό εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου απέναντι στον ιμπεριαλισμό. (Για τα εργατικά και αριστερά κινήματα της Δύσης, υπήρχε πάντα το όριο της Γιάλτας). Η Ρωσία του Πούτιν δεν είναι εκφυλισμένο εργατικό κράτος, αλλά ολιγαρχικός καπιταλισμός- το γεγονός ότι ο Ρώσος πρόεδρος είχε μέχρι προχθές σε κρατική θέση τον διαβόητο Ανατόλι Τσουμπάις, αρχιτέκτονα των ληστρικών ιδιωτικοποιήσεων που έφτιαξαν εν μια νυκτί την τάξη των ολιγαρχών, σφετεριζόμενοι αντί πινακίου φακής τη λαϊκή περιουσία, ασφαλώς λέει πολλά, ή μάλλον τα λέει όλα. Όνειρο του Πούτιν δεν είναι η ανασύσταση της ΕΣΣΔ, αλλά της μεγαλορώσικης Αυτοκρατορίας. Ο ψυχρός κυνισμός της μεγάλης δύναμης μπορεί να τον οδηγήσει να στηρίξει, κάποια στιγμή, αριστερές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, με την ίδια άνεση που θα στηρίξει το Ισραήλ, με το οποίο διατηρεί άριστες σχέσεις, στη Μέση Ανατολή.

Ο ίδιος ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία, αντί να αποτελέσει πλήγμα για τις ΗΠΑ, εξελίσσεται σε καταλύτη για την ενίσχυσή τους, σε μια ακόμη εκδήλωση της ετερογονίας των σκοπών. Από «εγκεφαλικά νεκρό», κατά Μακρόν, το ΝΑΤΟ ανένηψε και διανύει μια δεύτερη νεότητα. Η ίδια η Ρωσία, ακόμη κι αν αποκομίσει (εύθραυστα και διαρκώς αμφισβητήσιμα) στρατιωτικά κέρδη, θα υποστεί τεράστια πολιτική, οικονομική και ηθική ζημιά. Το πιθανότερο είναι ότι θα περιπέσει σε θέση ελάσσονος εταίρου της Κίνας, μια και η ρωσική οικονομία είναι το ένα δέκατο της κινεζικής. Αυτό σημαίνει ότι οι Κινέζοι, προκειμένου να σώσουν τη Ρωσία, θα αποκτήσουν κοψοχρονιά επιχειρήσεις- φιλέτο και θα την κάνουν ισχυρότατα εξαρτημένη από το Πεκίνο σε τρία κρίσιμα πεδία: το τραπεζικό, τις ροές ενέργειας και τις νέες τεχνολογίες. Στο μεταξύ, ο κόσμος όλος θα απειλείται από μια μεγάλων διαστάσεων επισιτιστική κρίση (Ρωσία και Ουκρανία μαζί παράγουν το ένα τέταρτο των παγκόσμιων σιτηρών), ενώ η παγκόσμια οικονομία είναι πολύ πιθανό να γνωρίσει μια νέα, οδυνηρή ύφεση. Τηρουμένων των αναλογιών, όπως οι γεωπολιτικές κρίσεις από τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973 και την ιρανική επανάσταση του 1979 οδήγησαν πρώτα σε ενεργειακές κρίσεις, ύστερα σε γενικευμένη ύφεση και τελικά σε αλλαγή οικονομικού υποδείγματος επί τα χείρω, από τον κεϋνσιανισμό στον νεοφιλελευθερισμό.

Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι, νομίζω, προφανές. Η μόνη πολιτικά και ηθικά επιβεβλημένη στάση ενός προοδευτικού πολίτη απέναντι σε αυτό τον ολέθριο, από κάθε σκοπιά, πόλεμο είναι να εξεγερθεί και να απαιτήσει τον άμεσο τερματισμό του με μια δίκαιη ειρήνη. Κάτι που σημαίνει αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από την Ουκρανία, ρωσικών και Δυτικών (σύμβουλοι, εκπαιδευτές, μισθοφόροι), ακύρωση των σχεδίων για ένταξη στο ΝΑΤΟ, διεθνείς εγγυήσεις για την ασφάλεια και κυριαρχία της, σεβασμό των δικαιωμάτων των ρωσόφωνων και των άλλων εθνικών ομάδων, αποκατάσταση των κομμάτων που έχουν βγει στην παρανομία από τις δύο τελευταίες κυβερνήσεις του Κιέβου, επίλυση του προβλήματος στο Ντονμπάς με διαπραγματεύσεις και όχι με τα όπλα. Ουτοπικό; Με τα σημερινά δεδομένα, ίσως. Αλλά συνένοχοι του εγκλήματος, είτε των μεν, είτε των δε, δεν μπορούμε να γίνουμε και δεν θα γίνουμε.

 

Παραπομπές:

[i] Ντονμπάς σημαίνει «λεκάνη του ποταμού Ντον». Πρόκειται για την περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας πάνω από την Αζοφική Θάλασσα, που περιλαμβάνει τις ρωσόφωνες επαρχίες του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 2014, που ακολούθησε την ανατροπή του φιλορώσου προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, οι δύο επαρχίες διχοτομήθηκαν και οι φιλορώσοι αυτονομιστές ανακήρυξαν «Λαϊκές Δημοκρατίες» στα τμήματα που ήλεγχαν. (βλ. χάρτη εξωφύλλου – πηγή ΕΦΣΥΝ)

[ii] Bloomberg - Nial Ferguson, “Putin Misunderstands History. So, Unfortunately, Does the U.S.”,

 

πηγή

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου*

Αν πιστέψουμε τα ισχυρότερα αγγλόφωνα μέσα, αυτό που διαδραματίζεται στο Καζακστάν είναι μια ακόμη “έγχρωμη επανάσταση” αθώων διαδηλωτών σε πρώην σοσιαλιστική χώρα, την οποία απειλεί να συντρίψει η πάντα επίφοβη ρωσική αρκούδα. Το μενού των δυτικών πρακτορείων καταπίνουν αμάσητα, με ελάχιστες εξαιρέσεις, και τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, για να επιβεβαιώσουν άλλη μία φορά πόσο φτηνή και αναξιόπιστη έχει καταντήσει η εγχώρια δημοσιογραφία την τελευταία δεκαετία. Οι εξελίξεις στο Καζακστάν είναι όντως δραματικές και εγκυμονούν σοβαρές διεθνείς επιπτώσεις, αλλά δεν μπορούν να ερμηνευτούν με παρωχημένα, ψυχροπολεμικά στερεότυπα.

Κατ’ αρχάς, δυο λόγια για τη σημασία της υπό συζήτηση χώρας. Με έκταση λίγο μεγαλύτερη από το σύνολο της Δυτικής Ευρώπης, το Καζακστάν δεσπόζει στην Κεντρική Ασία, βασικό θέατρο που “Μεγάλου Παιχνιδιού” ανάμεσα στη Ρωσική και τη Βρετανική Αυτοκρατορία, στον 19ο αιώνα. Στη σύγχρονη εποχή, μήλο της έριδος για τις μεγάλες δυνάμεις και τις πολυεθνικές εταιρείες αποτελούν ο τεράστιος πλούτος της χώρας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά και σε πλήθος μεταλλευμάτων, συμπεριλαμβανομένου του ουρανίου της, το οποίο τροφοδοτεί τους πυρηνικούς αντιδραστήρες της Ιαπωνίας, της Γαλλίας, του Καναδά, της Ινδίας και άλλων χωρών.

Παραδοσιακά χώρα νομάδων, που απέκτησε εθνική υπόσταση μόνο μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ως ομόσπονδη Δημοκρατία της ΕΣΣΔ (ίσως πρέπει να ξαναδούμε την κριτική της Ρόζα Λούξεμπουργκ στους μπολσεβίκους, ότι με την πολιτική τους για την αυτοδιάθεση των εθνών θα δημιουργούσαν εθνικισμούς και εκεί όπου δεν υπήρξαν, αλλά αυτό είναι μια μεγάλη συζήτηση), το Καζακστάν είχε πάντα στενή σχέση με τη Ρωσία. Στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, περίπου το 36% του πληθυσμού του ήταν Ρώσοι. Σήμερα το ποσοστό αυτό έχει μειωθεί περίπου στο 25%, αλλά τα ρωσικά είναι η δεύτερη επίσημη γλώσσα του κράτους. Ο επί μακρόν ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης Λεονίντ Μπρέζνιεφ διετέλεσε, μεταπολεμικά, επικεφαλής του ΚΚ στο Καζακστάν, το οποίο δεν είχε εκδηλώσει ποτέ διαθέσεις ανεξαρτησίας και ήταν η τελευταία σοβιετική Δημοκρατία που ανακηρύχτηκε ανεξάρτητη. Στο Καζακστάν βρίσκεται το ρωσικό διαστημικό κέντρο του Μπαϊκονούρ και φιλοξενούνται ρωσικές βάσεις, ενώ η χώρα ανήκει στο μετασοβιετικό, στρατιωτικό Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας, μαζί με Ρωσία, Λευκορωσία, Αρμενία, Κιργιστάν και Τατζικιστάν.

Μετά την ανακήρυξη ανεξαρτησίας, ο ηγέτης του Καζακστάν Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ (ένα από τα μέλη της ηγεσίας του ΚΚΣΕ που πήραν από μία σοβιετική Δημοκρατία ο καθένας και τη λεηλάτησαν μαζί μ’ αυτούς που έγιναν ολιγάρχες σε μια νύχτα. στο αμόκ των ιδιωτικοποιήσεων για ένα κομμάτι ψωμί) ακολούθησε μια πολιτική δύο ταχυτήτων. Στο στρατιωτικό πεδίο, εμφανιζόταν πιστός σύμμαχος της Ρωσίας για να μη διακινδυνεύσει επεισόδια με την ισχυρή ρωσική μειονότητα, όπως συνέβη σε Γεωργία, Ουκρανία και Μολδαβία, με την εμφάνιση ντε φάκτο ανεξάρτητων ρωσόφωνων περιοχών. Στο εσωτερικό, όμως, προωθούσε τον καζάκικο εθνικισμό σε βάρος των Ρώσων, ενώ στις διεθνείς σχέσεις προσπαθούσε να εξισορροπήσει τη ρωσική επιρροή με ανοίγματα προς άλλα κέντρα ισχύος, αρχικά κυρίως το Πεκίνο. Διψώντας για ενέργεια και ορυκτά, η ανερχόμενη Κίνα επένδυσε ισχυρά στο Καζακστάν, το οποίο λόγω γεωγραφικής θέσης αποτελεί σημαντικό κρίκο στο μεγαλεπήβολο σχέδιο του Σι Τζινπίνγκ για τον καινούργιο Δρόμο του Μεταξιού.

Τα τελευταία χρόνια, το Καζακστάν ενίσχυσε ιδιαίτερα τις σχέσεις του και με την Τουρκία, ερεθίζοντας τη Ρωσία. Το ιστορικό υπόβαθρο ήταν γόνιμο. Το πρώτο τουρκικό χανάτο ιδρύθηκε, τον έκτο αιώνα μ.Χ., στα εδάφη που βρίσκονται σήμερα στο νότιο Καζακστάν, το Κιργιζιστάν, το Ουζμπεκιστάν και τη δυτική Μογγολία. Στην τουρκική μυθολογία του Εργκένεγκον, η λύκαινα Ασένα, από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας, είναι εκείνη που διασώζει και μεγαλώνει τους πρώτους Τούρκους- από εδώ και το έμβλημα των Γκρίζων Λύκων. Το επικρατούν θρήσκευμα του σύγχρονου Καζακστάν είναι το σουνιτικό Ισλάμ, αν και οι θρησκευόμενοι είναι μειοψηφία και οι μαντήλες στους δρόμους όχι μόνο σπανίζουν, αλλά δεν αντιμετωπίζονται και ευνοϊκά από τις αρχές. Τελευταία το Καζακστάν προμηθεύτηκε drones και τεθωρακισμένα οχήματα από την ΝΑΤΟϊκή Τουρκία, πράγμα που θορύβησε ακόμη περισσότερο το Κρεμλίνο. Εδώ και χρόνια, το Καζακστάν συμμετέχει στο Συμβούλιο Τουρκικών Κρατών, που εκφράζει το παλιό όραμα του Τουργκούτ Οζάλ για αναβίωση του παντουρκισμού, “από την Αδριατική μέχρι το Σινικό Τείχος”.

Αλλά η “πολυεπίπεδη” εξωτερική πολιτική του Ναζαρμπάγεφ δεν άφηνε έξω από τον ορίζοντά του ούτε τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Δύσης. Ο μέχρι το 2019 πρόεδρος του Καζακστάν καλλιεργούσε καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, ανέθεσε στη Chevron την εκμετάλλευση του μεγαλύτερου πετρελαϊκού κοιτάσματος της χώρας του και συμφώνησε δημοσίως με τους πολέμους των ΗΠΑ στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Ο ίδιος και οι ολιγάρχες που τον στήριζαν έβγαλαν τις περιουσίες τους στο Σίτι του Λονδίνου και επένδυσαν μαζικά στη βρετανική αγορά ακινήτων. Η εταιρεία πολιτικών συμβούλων του Τόνι Μπλερ εγκαταστάθηκε, με το αζημίωτο, στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, που τότε λεγόταν Αστάνα, το 2011 και στήριζαν τις επικοινωνιακές κινήσεις του στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Μετά την άγρια καταστολή διαδηλωτών, τον Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου, όπου κάμποσοι διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους, ο ίδιος ο Μπλερ του έστειλε επιστολή (την έβγαλε στο φως της δημοσιότητας τρία χρόνια αργότερα ο Guardian), όπου μεταξύ άλλων του έγραφε: “Όσο τραγικό κι αν είναι αυτό το γεγονός, δεν θα πρέπει να συσκοτίσει την τεράστια πρόοδο που έχει συντελεστεί στο Καζακστάν τα τελευταία χρόνια”. Ακολουθούσαν οδηγίες για τη διαχείριση της επικονωνιακής ζημιάς.

Δεν είναι περίεργο που οι δυτικές κυβερνήσεις δεν εξέφρασαν καμία δυσφορία όταν ο Ναζαρμπάγεφ εκλεγόταν πρόεδρος με ποσοστά από 97% και πάνω, όταν καθιστούσε εθνική γιορτή της χώρας τη μέρα της πρώτης εκλογής του, όταν μετονόμαζε την πρωτεύουσα σε Νουρσουλτάν (το μικρό του όνομα, σαν να κάναμε την Αθήνα- Κυριάκος), ή όταν αναγορευόταν σε ισόβιο Ηγέτη του Έθνους μετά την θεωρητική αποχώρησή του από την εξουσία, το 2019. Λέμε θεωρητική, γιατί μπορεί μεν να παρέδωσε την προεδρία σ’ έναν δικό του άνθρωπο, τον σημερινό πρόεδρο Κάσιμ- Γιομάρτ Τοκάγεφ, αλλά εννοούσε να οδηγεί από το πίσω κάθισμα: συνέχισε να είναι ο ίδιος πρόεδρος του ισχυρότατου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, άφησε την κόρη του πρόεδρο της Γερουσίας (και πιθανή διάδοχο του Τοκάγεφ), ενώ στενοί σύμμαχοί του συνέχισαν να ελέγχουν τους κρίσιμους τομείς των μυστικών υπηρεσιών, του τραπεζικού συστήματος και των υδρογονανθράκων.

Μ’ αυτά και μ’ αυτά, το Καζακστάν εξελίχθηκε, παρά τον αυταρχισμό και τη διαφθορά, στην πιο σταθερή από τις χώρες της Κεντρικής Ασίας, με ένα κατά κεφαλήν εισόδημα στα επίπεδα χωρών όπως το Μεξικό και η Μαλαισία, δηλαδή των σχετικά σταθερότερων χωρών της περιφέρειας. Ωστόσο η υπερεξάρτηση από τους υδρογονάθρακες και τα ορυκτά είχε το τίμημά της, με την κατάρρευση των τιμών, από το 2014 και μετά. Η κατάσταση έβραζε υπογείως από καιρό και το φιτίλι που άναψε τη μεγάλη πυρκαγιά της τελευταίας εβδομάδας ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να απελευθερώσει τις τιμές των καυσίμων. Αυτό είχε ως συνέπεια να διπλασιαστεί μέσα σε ένα βράδυ η τιμή του υγροποιημένου αερίου που χρησιμοποιούν τα ΙΧ, γεγονός που εξόργισε τον κόσμο και έβγαλε στους δρόμους, πρώτα στο δυτικό τμήμα της χώρας, μετά και στη μεγαλύτερη πόλη, το Αλμάτι, πλήθη διαδηλωτών.

Προσπαθώντας να εκτονώσει το αντιπολιτευτικό κίνημα, ο Τοκάγεφ άλλαξε πρωθυπουργό και κυβέρνηση, ακύρωσε την απόφαση για απελευθέρωση των καυσίμων και εξήγγειλε φιλολαϊκά μέτρα. Ήταν όμως αργά. Το κίνημα είχε ριζοσπαστικοποιηθεί, αποκτώντας καθαρά πολιτικό , αντικαθεστωτικό χαρακτήρα. Διαδηλωτές φώναζαν “να φύγει ο γέρος”, εννοώντας τον 81χρονο Ναζαρμπάγεφ, γκρέμιζαν αγάλματά του και καταλάμβαναν δημόσια κτίρια. Γρήγορα άρχισαν οι βανδαλισμοί τραπεζών και επιχειρήσεων, οι εμπρησμοί κρατικών κτιρίων και εμφανίστηκαν ένοπλες ομάδες που πυροβολούσαν αστυνομικούς. Σύμφωνα με τις αρχές, τουλάχιστον 16 αστυνομικοί σκοτώθηκαν από σφαίρες, ενώ ένας από αυτούς αποκεφαλίστηκε. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο βασικός παράγοντας που τροφοδότησε τις ταραχές ήταν η οργή και απόγνωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού για την οικονομική του κατάσταση, τη διαφθορά και την καταπίεση. Ωστόσο είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μια πολιτικά ακέφαλη κοινωνική διαμαρτυρία, σε μια σχετικά ήρεμη, τις προηγούμενες δεκαετίες χώρα φτάνει μέσα σε μια νύχτα σε τέτοια επίπεδα οργάνωσης που να καταλαμβάνει σειρά δημοσίων κτιρίων και να επιδίδεται σε αντάρτικο των πόλεων. Οι υπόνοιες για ανάμιξη ξένων κέντρων είναι εύλογες. 

Με την πλάτη στον τοίχο, ο Τοκάγεφ αναγκάστηκε να καλέσει το Σύμφωνο Συλλογικής Ασφάλειας, δηλαδή τη Ρωσία, να στείλει στρατεύματα για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση της ένοπλης εξέγερσης. Η παρουσία 2.500 Ρώσων αλεξιπτωτιστών και άλλων δυνάμεων από πρώην σοβιετικές δημοκρατίες είναι βέβαιο ότι θα επιταχύνει την εκτόνωση της παρούσας κρίσης. Οι πολιτικές επιπτώσεις της, όμως, θα ξετυλιχτούν σε βάθος χρόνου.

Η πιο άμεση επίπτωση θα είναι το τέλος της εποχής Ναζαρμάγεφ. Ήδη, ο Τοκάγεφ τον παραμέρισε και ανέλαβε ο ίδιος το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, ενώ ο Ηγέτης του Έθνους είναι άφαντος και πολλοί λένε ότι έφυγε κρυφά, με την οικογένειά του, στο εξωτερικό. Όσο για τον διάδοχό του, μάλλον θα έχει την τύχη του Λουκασένκο. Ο πρόεδρος της Λευκορωσίας προσπαθούσε για χρόνια να ισορροπήσει ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση, εξασφαλίζοντας οφέλη και από τους δύο (δεν είναι τυχαίο ότι Γάλλοι και Γερμανοί έκλεισαν με τους Ρώσους τη συμφωνία για την ειρήνευση στην Ουκρανία όχι στο Παρίσι ή το Βερολίνο, αλλά στο Μινσκ της Λευκορωσίας), αλλά έγινε πολιτικός όμηρος του Πούτιν από τη στιγμή που στηρίχτηκε στα στρατεύματα και τις μυστικές υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση του μεγάλου αντιπολιτευτικού κινήματος που τον αμφισβητούσε. Το ίδιο θα συμβεί με τον Τοκάγεφ, ο οποίος, αν και κινεζόφιλος (ήταν πρεσβευτής στο Πεκίνο και μιλάει κινέζικα), κάλεσε το υπό ρωσική ηγεμονία Σύμφωνο Συλλογικής Άμυνας και όχι το Σύμφωνο της Σαγκάης, στο οποίο επίσης μετέχει το Καζακστάν, για να τον διασώσει. 

Η συγκυρία της παρούσας κρίσης επίσης προβληματίζει, καθώς την ερχόμενη Δευτέρα αρχίζουν στη Γενεύη οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις ΗΠΑ- Ρωσίας για το Ουκρανικό, και όχι μόνο: ο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει ήδη προτείνει, από τις 17 Δεκεμβρίου, κάτι σαν μια “νέα Γιάλτα”, αξιώνοντας από τον Τζο Μπάιντεν να δεσμευτεί ότι δεν θα υπάρξει περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, κι ότι η Ουκρανία θα μείνει στρατιωτικά ουδέτερη. Από την πλευρά του, ο Μπάιντεν έχει δώσει κάποιες ενδείξεις ότι θα μπορούσε να συμβιβαστεί με μια πιο διαλλακτική γραμμή έναντι της Ρωσίας για να αποτρέψει τον στρατηγικό εναγκαλισμό της με τον πιο επικίνδυνο αντίπαλο της Αμερικής στον 21οι αιώνα, την Κίνα. Τη στιγμή λοιπόν που η Ρωσία ετοιμάζεται να διαπραγματευτεί για το μεγάλο πρόβλημα στο δυτικό της μέτωπο, έρχεται η κρίση στο Καζακστάν να της ανοίξει ένα καινούργιο μέτωπο, στο μαλακό της υπογάστριο, στο Νότο. Χώρια που, ύστερα από τις περιπέτειες της Λευκορωσίας, η κρίση στο Καζακστάν θα έχει ήδη αναζωπυρώσει τους φόβους του Πούτιν ότι η αμφισβήτηση των σαθρών, μετασοβιετικών καθεστώτων μπορεί κάποια μέρα να φτάσει και μέχρι τα τείχη του Κρεμλίνου.

 

*Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου  είναιε ρευνητής στο Κέντρο Πυρηνικών Ερευνών "Δημόκριτος" και έγινε διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επαγγελματίας δημοσιογράφος από το 1990. Έχει εργασθεί σε πολλά περιοδικά, εφημερίδες και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης ως συντάκτης πολιτικών, διεθνών και επιστημονικών θεμάτων. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται στην εφημερίδα "Καθημερινή". Έχει πραγματοποιήσει πολλές δημοσιογραφικές αποστολές στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, και έχει πάρει συνεντεύξεις από αρχηγούς κυβερνήσεων, πολιτικές προσωπικότητες και ηγέτες εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων. Αρθρογραφεί επίσης στην εβδομαδιαία εφημερίδα "Πριν" και είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού "Ουτοπία"

 

πηγή

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.