Βήχοντας καπνό, το τρένο διέσχισε τους βάλτους, χώθηκε στη ζούγκλα, κι όταν ξεπρόβαλλε στο ηλιόλουστο ξέφωτο ανήγγειλε σφυρίζοντας την εποχή της μπανάνας.
Τότε ξύπνησε όλη η επαρχία και μετατράπηκε σε απέραντη φυτεία. Τα χωρία Σιενάγα, Αρακατάκα και Φουντασιόν απέκτησαν τηλέγραφο, ταχυδρομείο και νέους δρόμους με μπιλιάρδα και μπουρδέλα. Οι αγρότες που κατέκλυσαν την περιοχή κατά χιλιάδες, παρατούσαν το μουλάρι δεμένο σ΄ ένα πάσσαλο και γινόντουσαν εργάτες.
Εκείνα τα χρόνια οι εργάτες ήταν υπάκουοι και φτηνοί, ξεχορτάριαζαν και έκοβαν τα τσαμπιά για ένα δολάριο την ημέρα, κι έμεναν σε ανθυγιεινές παράγκες, ενώ πέθαιναν από ελονοσία και φυματίωση. Αργότερα έφτιαξαν σωματείο.
1928 – Αρακατάκα
Κατάρα
Αποπνικτική ζέστη και οργή. Οι μπανάνες σαπίζουν στις φυτείες. Τα βόδια λαγοκοιμούνται στα άδεια κάρα. Τα τρένα ακινητοποιημένα στις γραμμές, δεν φορτώνουν ούτε μια μπανάνα.
Έξι πλοία περιμένουν στις αποβάθρες της Σάντα Μάρτα: οι ανεμιστήρες έχουν πάψει να ανεμίζουν στα αδειανά αμπάρια.
Τετρακόσιοι απεργοί έχουν φυλακιστεί, όμως η απεργία συνεχίζεται, σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Στην Αρακατάκα, η United Fruit προσφέρει γεύμα προς τιμήν του Πολιτικού και Στρατιωτικού Αρχηγού της περιοχής. Στο επιδόρπιο, ο στρατηγός Κάρλος Κορτές Βάργκας καταριέται τους εργάτες, τους ένοπλους κακοποιούς και τους μπολσεβίκους υποκινητές τους, και ανακοινώνει πως την επόμενη θα ξεκινήσει για τη Σιενάγα με στρατό, για να επιβάλλει την τάξη.
1928 – Σιενάγα
Σφαγή
Στις ακτές της Σιενάγα κυματίζει η θάλασσα, κυματίζουν και οι σημαίες. Οι απεργοί έχουν έρθει από κοντινά και μακρινά μέρη, άνδρες με μαχαίρια περασμένα στο ζωνάρι, και γυναίκες φορτωμένες με κατσαρολικά και κουτσούβελα, έχουν ανάψει φωτιές τριγύρω και περιμένουν. Η εταιρεία τους υποσχέθηκε πως το βράδυ θα υπογράψει την συμφωνία που θα βάλει τέλος στην απεργία.
Αντί για τον διαχειριστή της United Fruit, καταφθάνει ο στρατηγός Κορτές Βάργκας. Αντί για συμφωνία τους διαβάζει ένα τελεσίγραφο.
Το πλήθος παραμένει ακίνητο. Η στρατιωτική σάλπιγγα ηχεί προειδοποιητικά τρεις φορές.
Και ξαφνικά γίνεται χαμός, τα πολυβόλα και τα τουφέκια βροντούν και αδειάζουν πάνω στον κόσμο.
Η πλατεία σκεπάζεται από ένα χαλί πτωμάτων (σημείωση: σύμφωνα με ένα τηλεγράφημα της Αμερικανικής Πρεσβείας του 1929 οι νεκροί εργάτες ξεπέρασαν τους 1000). Οι στρατιώτες την σκουπίζουν και την πλένουν όλη νύχτα, ενώ τα πλοία πετούν τους νεκρούς στο πέλαγος. Όταν ξημερώνει είναι σαν να μην έχει συμβεί τίποτα.
“Στο Μακόντο δεν συνέβη, δεν συμβαίνει, κι ούτε ποτέ θα συμβεί τίποτα.”
Σήμερα οι υπάλληλοι των πολυεθνικών, στρατηγοί, υπουργοί ή και πρωθυπουργοί, είναι πολιτισμένοι. Σκοτώνουν με Taser, με χημικά ή με τα γυμνά χέρια των πραιτόρων τους και με λαβές με το γόνατο. Πολυβόλα και παρεμφερή όπλα χρησιμοποιούνται μόνο σε πολύ ειδικές -μεμονωμένες τις λένε- περιπτώσεις.