Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Πάνος Κατσιμίχας: Έρχονται στιγμές στη ζωή, που είσαι υποχρεωμένος να βγεις γυμνός και άοπλος απέναντι στο οπλισμένο κτήνος Κύριο

Οι Κατσιμιχαίοι δεν μιλάνε πολύ. Εδώ και πάνω από 40 χρόνια έχουν επιλέξει έναν εντελώς προσωπικό δρόμο, μακριά από δημόσιες σχέσεις και μακριά από μαρκετίστικες προσπάθειες χτισίματος ενός προφίλ που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει ίσως την προώθηση της δουλειάς τους. Και για αυτόν ακριβώς το λόγο -πέρα από το σπουδαίο καλλιτεχνικό τους έργο- χαίρουν τον απεριόριστο σεβασμό πολλών από εμάς

Μία από τις λίγες φορές που μίλησαν, ήταν όταν ο Πάνος Κατσιμίχας έδωσε μία συνέντευξη στον Βίκτωρα Μονζέλλι για το newsbeast.gr. Στη συνέντευξη αυτή, ο Πάνος περιγράφει τη δική του προσωπική εμπειρία  από εκείνη τη βραδιά της 17ης Νοέμβρη. Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι αναφέρεται στο περιστατικό μετά από 40 ολόκληρα χρόνια, κάνοντάς το να ακούγεται σαν μια πραγματική κατάθεση ψυχής και όχι σαν προσπάθεια εξαργύρωσης - που πλέον δεν την έχει και ανάγκη

-------------------------------------------------------------------------------------------------------

«Ένα κρύο βράδυ, κατά τις 3 και χαράματα, τη βραδιά του Πολυτεχνείου, με πυροβόλησαν εν ψυχρώ, ενώ εγώ έτρεχα ανεβαίνοντας την Πατησίων για να μπω στην Ιουλιανού. Με πυροβόλησαν από απέναντι, πλατεία Αιγύπτου, μέσα από κάτι αύρες της αστυνομίας. Δεν ήμουν μόνος μου. Ήμασταν καμιά 15αριά, που τρέχαμε απελπισμένοι να χωθούμε στην Ιουλιανού για να γλιτώσουμε από τις σφαίρες.

Ορκίζομαι στην ιερή στιγμή που παίχτηκε η ζωή μου σε δευτερόλεπτα ότι αυτά που λέω είναι αυτά που έζησα. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Οι μισές σφαίρες στοχεύανε από τα πόδια μέχρι την κοιλιά. Τσακ τσακ, τις άκουγες στην άσφαλτο κι οι άλλες μισές βούιζαν πάνω από τα κεφάλια μας και θρυμμάτιζαν τις τζαμαρίες των μαγαζιών. Ιουλιανού και Πατησίων γωνία.

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κατάλαβα τι εννοούσε ο Μαρξ με τη φράση «η βία είναι η μαμή της ιστορίας». Βρεθήκαμε ξαφνικά απέναντι σε κάτι αφιονισμένα τομάρια παρακρατικούς με πολιτικά, ελεύθερους σκοπευτές που πυροβολούσαν αδιακρίτως πάνω από τις ταράτσες του ΟΤΕ μαζί με τους άλλους, τους «νόμιμους», που πυροβόλησαν εμάς εκείνο το βράδυ.

Δεν ξέρω πώς και γιατί έγινε, πάντως έζησα. Και αυτόματα την ίδια στιγμή, μόλις βγήκα στην πλατεία Βικτωρίας και πήρα μια ανάσα, κατάλαβα τι εννοούσε ο ποιητής που έλεγε «θέλει νεκροί χιλιάδες να ’ναι στους τροχούς, θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους».

Εμένα μου έκανε καλό αυτό το γεγονός γιατί με σκλήρυνε, όμως δε θα ευχόμουν να νιώσει αυτό το συναίσθημα, ούτε ο χειρότερος εχθρός μου. Καλή και άγια λοιπόν η αμφισβήτηση και η αναζήτηση, αλλά έρχονται στιγμές στη ζωή, που είσαι υποχρεωμένος να βγεις γυμνός και άοπλος απέναντι στο οπλισμένο κτήνος και να του πεις "κοίταξε να σου πω κάτι, ρίξε μου, αλλά να ξέρεις ότι δεν είμαι μόνος μου. Είμαστε χιλιάδες"»

 

 

 

 

 

 

Βαθμολογήστε αυτό το άρθρο
(0 ψήφοι)

Σχετικά Άρθρα