" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

εξώφυλλο της New York Post, ενδεικτικό του αντίκτυπου που προκάλεσε η μεγάλη νίκη του Μουσουλμάνου, μετανάστη, δημοκρατικού σοσιαλιστή Ζόραν Μαμντάνι

 

"Όποιος καεί απ’το χυλό, φυσάει και το γιαούρτι", λέει μια λαϊκή παροιμία. Κι εμείς που τσουρουφλιστήκαμε από το "χυλό" του Τσίπρα το 2015, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε επιφυλακτικοί και καχύποπτοι

Όμως, υπάρχει κάτι στην αύρα αυτού του ανθρώπου και στον τρόπο που μιλάει, που μας κάνει να ελπίζουμε πως -αν μη τι άλλο- θα προσπαθήσει τουλάχιστον για όσα υποσχέθηκε

Και αυτά που υποσχέθηκε δεν ήταν πολλά.  Δεν παρουσίασε ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικής διακυβέρνησης της Νέας Υόρκης - άσχετα αν η New York Post τον εμφάνισε σήμερα με ένα σφυροδρέπανο στο εξώφυλλό της. Δεν έβγαλε πρόγραμμα με θέσεις επί παντός επιστητού - ένα πρόγραμμα που να τα περιέχει όλα, τόσο γενικά και αφηρημένα που να είναι σαν να μην περιέχει τίποτα

Ο Μαμντάνι μίλησε συγκεκριμένα, για λίγα πράγματα - που όμως είναι πολύ σημαντικά για την αξιοπρεπή διαβίωση ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού της μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ

 

  • Δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες σε όλη την πόλη.
  • Δωρεάν παιδικούς σταθμούς
  • Πάγωμα των ενοικίων
  • Δημιουργία αλυσίδας δημοτικών καταστημάτων τροφίμων, ώστε να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια στα βασικά είδη.
  • Τριπλασιασμό της παραγωγής κατοικιών με σταθερό ενοίκιο, κατασκευασμένων από συνδικάτα και με κοινωνικά κριτήρια

 

Ο Μαμντάνι νίκησε όχι μόνο τον Τραμπ, μα και το κομματικό κατεστημένο των Δημοκρατικών - ένα κατεστημένο που στη συνείδηση του κόσμου είναι απόλυτα διεφθαρμένο και ανήθικο, πίσω από το χρυσό περιτύλιγμα των ωραίων λέξεων και των ανέξοδων ευχολογίων. Ένα κατεστημένο τόσο  απομακρυσμένο από τον απλό κόσμο, που τον έστρεψε στην αγκαλιά  του Ντόναλντ Τραμπ. Είναι χαρακτηριστικό πως από τους επώνυμους Δημοκρατικούς πολιτευτές, μόνο ο αειθαλής Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάντρια Κορτάσιο Κορτές στάθηκαν από την αρχή στο πλευρό του

Ο Μαμντάνι νίκησε γιατί  απευθύνθηκε σε ανθρώπους που, κάτω από άλλες συνθήκες, δεν θα πήγαιναν καν να ψηφίσουν. Σε ανθρώπους του περιθωρίου - οικονομικού και κοινωνικού- απογοητευμένους από ένα πολιτικό σύστημα που τους είχε κάνει αόρατους

Ο Μαμντάνι νίκησε γιατί δεν φοβήθηκε τις λέξεις, σε μια χώρα όπου ορισμένες είχαν γίνει σχεδόν απαγορευμένες.  Ούτε δίστασε να αυτοπροσδιοριστεί ως «σοσιαλιστής»,  ούτε ντράπηκε για την ταυτότητά του - αυτή του «μουσουλμάνου μετανάστη». Αντίθετα, δήλωσε με υπερηφάνεια:

 «Είμαι νέος παρά τις προσπάθειές μου να μεγαλώσω!

Είμαι Μουσουλμάνος.

Είμαι δημοκράτης σοσιαλιστής

Και το πιο καταδικαστικό απ' όλα, αρνούμαι να ζητήσω συγγνώμη για όλα αυτά»

 Και επιτέλους δεν δίστασε να πει τη μεγάλη αλήθεια για αυτή τη χώρα που φτιάχτηκε από εποίκους, οικοδομήθηκε από μετανάστες και τώρα τους δαιμονοποιεί

«Η Νέα Υόρκη θα παραμείνει μια πόλη μεταναστών, μια πόλη χτισμένη από μετανάστες, τροφοδοτούμενη από μετανάστες και -από απόψε- με επικεφαλής έναν μετανάστη!».

Ο Μαμντάνι νίκησε γιατί δεν περίμενε την προβολή και την υποστήριξη των μεγάλων ΜΜΕ, ούτε στηρίχθηκε σε ακριβές διαφημίσεις - εκεί όπου θα έπαιζε στην έδρα των αντιπάλων του και θα έχανε πανηγυρικά. Αντίθετα, αξιοποίησε το Διαδίκτυο με έξυπνες, χαμηλού κόστους λύσεις καθώς ένα τεράστιο δίκτυο 50.000 εθελοντών, που μίλησαν πόρτα-πόρτα με εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες

Όλα αυτά αποτελούν ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το πώς θα μπορούσε να πολιτευθεί η Αριστερά στη χώρα μας.

Δυστυχώς, ο πρώτος που έσπευσε να πανηγυρίσει για τη νίκη του Μαντάνι –και να αποκομίσει πολιτικά οφέλη- ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Ένας άνθρωπος , ο οποίος παρότι κυβέρνησε επί πέντε χρόνια ως πρωθυπουργός της Αριστεράς δεν κατάφερε να αφήσει ούτε ένα (!) σημάδι πραγματικά αριστερού έργου.

Και αν σήμερα ο Τσίπρας εμφανίζεται ξανά ως εναλλακτική, η αιτία δεν είναι αυτός, αλλά ο Μητσοτάκης. Δυστυχώς!

Την Τρίτη 4 Νοεμβρίου οι κάτοικοι της Νέας Υόρκης πρόκειται να αναδείξουν τον επόμενο δήμαρχο της μεγαλύτερης πόλης των ΗΠΑ.

Πριν προχωρήσουμε στην παρουσίαση του μεγάλου φαβορί των εκλογών, είναι χρήσιμο να αναφέρουμε πως ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης έχει αρκετά ευρύτερες αρμοδιότητες σε σχέση με τους περισσότερους δημάρχους ευρωπαϊκών πόλεων. Στην ουσία, ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης λειτουργεί είναι κάτι σαν  “πρωθυπουργός” της πόλης 

  • Διοικεί άμεσα όλες τις δημοτικές υπηρεσίες (αστυνομία, πυροσβεστική, εκπαίδευση, μεταφορές, καθαριότητα, υγεία).
  • Μπορεί να διορίζει και να παύει τους επικεφαλής αυτών των υπηρεσιών.
  • Διαχειρίζεται προϋπολογισμό άνω των 100 δισ. δολαρίων
  • Έχει δικαίωμα βέτο στο Δημοτικό Συμβούλιο και επιρροή στη νομοθέτηση.
  • Μπορεί να επιβάλλει φόρους τοπικού επιπέδου (city income tax), να δανείζεται και να διαθέτει δικό της δημόσιο χρέος.

Όλα αυτά δείχνουν πως οι εκλογές αυτές είναι πολύ πιο σημαντικές από τις δημοτικές εκλογές σε μια ευρωπαϊκή πόλη

 

Το μεγάλο φαβορί

Το μεγάλο φαβορί της αναμέτρησης είναι ο Ζόραν Μαμντάνι, υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος και ο πρώτος μουσουλμάνος υποψήφιος για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης.

Γεννήθηκε στην Καμπάλα της Ουγκάντας και μετακόμισε στη Νέα Υόρκη με την οικογένειά του, όταν ήταν επτά ετών. Φοίτησε στο Λύκειο Επιστημών του Μπρονξ και αργότερα απέκτησε πτυχίο στις Σπουδές Αφρικανικών Πολιτισμών από το Bowdoin College, όπου συνέστησε την ομάδα Φοιτητών για Δικαιοσύνη στην Παλαιστίνη.

Η μητέρα του, Μίρα Ναΐρ, είναι μια διάσημη σκηνοθέτιδα ταινιών και ο πατέρας του, καθηγητής Μαχμούντ Μαμντανί, διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.

Πριν ασχοληθεί με την πολιτική, δούλεψε ως σύμβουλος στέγασης, βοηθώντας χαμηλόμισθους ιδιοκτήτες σπιτιών στο Κουίνς,  οι οποίοι βρίσκονταν αντιμέτωποι με την  έξωση.

 

Η πολιτική ταυτότητα του Μαμντάνι και οι αντίπαλοί του

Ο Μαμντάνι τοποθετείται πολιτικά στο αριστερό άκρο του Δημοκρατικό Κόμματος. Ο ίδιος αυτοπροσδιορίζεται ως δημοκρατικός σοσιαλιστής – τοποθετώντας τον εαυτό του πολιτικά δίπλα στον Μπέρνι Σάντερς και στην Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ

Είναι χαρακτηριστικό πως ο Ντόναλντ Τραμπ τον αποκαλεί «κομμουνιστή»  και προειδοποιεί πως αν εκλεγεί ο Μαμντάνι, θα διακόψει τη χρηματοδότηση της πόλης.

Ακόμη και μετριοπαθείς Δημοκρατικοί βουλευτές, όπως ο Τζος Γκότχαϊμερ του Νιου Τζέρσεϊ, τον χαρακτηρίζουν «ακραίο» και προειδοποιούν ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα τον παρουσιάσουν ως αριστερό «σκιάχτρο» που θα τρομάξει τους Δημοκρατικούς ψηφοφόρους

Απέναντι στον Μαμντάνι βρίσκονται οι Άντριου Κουόμο και Κούρτις Σλίουα. Ο Κουόμο υπηρέτησε ως Κυβερνήτης της πολιτείας της Νέας Υόρκης από το 2011 έως το 2021 και τώρα κατεβαίνει ως ανεξάρτητος υποψήφιος μετά την ήττα του από τον Μαμντάνι στις εσωκομματικές εκλογές των Δημοκρατικών. Ο Κουόμο φαίνεται πως είναι ο εκλεκτός της Wall Street και των πλούσιων δωρητών του Προέδρου Τραμπ - ο δισεκατομμυριούχος Bill Ackman είχε πει “όσα λεφτά και να δώσουμε για να σταματήσουμε τον Μαμντάνι θα είναι λίγα, προκειμένου να το πετύχουμε.” , καθώς όπως όλα δείχνουν ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος Σλίουα δεν έχει καμία ελπίδα εκλογής

 

Το πολιτικό πρόγραμμα 

Ο Ζόραν Μαμντάνι παρουσιάζει ένα πρόγραμμα το οποίο στοχεύει σύμφωνα με τον ίδιο στο να «ξανακάνει τη Νέα Υόρκη προσιτή για τους ανθρώπους της». Μεταξύ άλλων, προτείνει αύξηση φόρων στους πιο εύπορους Νεοϋορκέζους και στις μεγάλες εταιρείες, πάγωμα των ενοικίων και ενίσχυση της δημόσιας στέγασης. Το θέμα της στέγασης τον απασχολεί πολύ και όπως ο ίδιος είπε «η ανάπτυξη δεν έχει νόημα όταν οι κάτοικοι δεν μπορούν να πληρώσουν το νοίκι τους».

Το πρόγραμμά του περιλαμβάνει:

  • Δωρεάν δημόσιες συγκοινωνίες σε όλη την πόλη.
  • Πάγωμα ενοικίων και αυστηρότερη νομοθεσία για τους ιδιοκτήτες.
  • Δημιουργία αλυσίδας δημοτικών καταστημάτων τροφίμων, ώστε να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια στα βασικά είδη.
  • Καθολική παιδική μέριμνα για παιδιά ηλικίας από έξι εβδομάδων έως πέντε ετών.
  • Τριπλασιασμό της παραγωγής κατοικιών με σταθερό ενοίκιο, κατασκευασμένων από συνδικάτα και με κοινωνικά κριτήρια

«Η υπεράσπιση της δημοκρατίας δεν είναι μόνο να σταθείς απέναντι σε έναν αυταρχικό ηγέτη. Είναι και να εξασφαλίσεις ότι η δημοκρατία προσφέρει στους εργαζόμενους αυτά που χρειάζονται. Αυτό δεν το έχουμε κάνει στη Νέα Υόρκη»

 

Στο πλευρό της Παλαιστίνης

Η κριτική στάση του του προς το Ισραήλ και η υποστήριξή του στους Παλαιστινίους προκαλεί έντονες αντιδράσεις, ειδικά σε μια πόλη όπως η Νέα Υόρκη που διαθέτει τη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα εκτός Ισραήλ.

Αξίζει να σημειωθεί πως περισσότεροι από 1.100 ραβίνοι υπέγραψαν επιστολή που κατηγορεί τον Μαμντάνι ότι «νομιμοποιεί τον αντισιωνισμό»

 

Οι επιθέσεις εναντίον του Μαμντάνι

Το θρήσκευμά του όπως και η υποστήριξή του προς την Παλαιστίνη ήταν βέβαιο πως θα γεννούσε αντιδράσεις.          

Οι υπόγειες επιθέσεις λάσπης που δέχεται στα social media από οργανισμούς τύπου «ομάδας αλήθειας» είναι καθημερινές και δημιουργούν μια καταιγίδα παραπληροφόρησης, συκοφαντίας και ωμού ρατσισμού.: πως θέλει να επιβάλει το νόμο της σαρία, πως είναι τρομοκράτης, πως  τρώει με τα χέρια και άλλα πολλά 

Ο ίδιος όμως δείχνει να μην πτοείται: «Η αντίσταση είναι δεδομένη … Αυτό που μας έφερε ως εδώ, παρά τα τεράστια ποσά που ξοδεύτηκαν εναντίον μας, είναι το μαζικό κίνημα που έχουμε δημιουργήσει».

 

Ακολουθεί η τελευταία προεκλογική ομιλία του Ζόραν Μαμντάνι που έδωσε στο Forest Hills Stadium, έχοντας στο πλάι του τον Μπέρνι Σάντερς και την Αλεξάνδρια Οκάσιο-Κορτέζ (την ομιλία την αλιεύσαμε από την εφημερίδα Εποχή, η οποία έκανε και τη μετάφρασή της)

 

Η αρχή του κινήματος

Κοιτάζοντας πάνω από 13.000 από εσάς εδώ στο Forest Hills Stadium, είναι δελεαστικό να πιστέψει κανείς ότι αυτή η στιγμή ήταν πάντα προδιαγεγραμμένη. Όμως όταν ξεκινήσαμε αυτή την εκστρατεία στις 23 Οκτωβρίου, πριν ένα χρόνο και τρεις μέρες, δεν υπήρχε ούτε μια τηλεοπτική κάμερα για να την καλύψει.

Όταν ξεκινήσαμε αυτή την εκστρατεία, το όνομά μου ήταν μια στατιστική ανωμαλία σε κάθε δημοσκόπηση. Τέσσερις μήνες αργότερα, ακόμη και τον Φεβρουάριο, η υποστήριξή μας είχε φτάσει στο εξωφρενικό 1%. Ήμασταν ισόπαλοι με τον “κάποιον άλλο” — και πάντα ήξερα ότι θα μπορούσαμε να τον νικήσουμε.

Ο πολιτικός κόσμος δεν μας έδινε προσοχή στην αρχή, γιατί επιδιώκαμε να χτίσουμε ένα κίνημα που να αντανακλά την πόλη όπως πραγματικά είναι, όχι το μοντέλο που οι πολιτικοί σύμβουλοι βλέπουν σε ένα υπολογιστικό φύλλο.

Μας περιγελούσαν ως ανέκδοτο στους διαδρόμους της εξουσίας. Η ιδέα να αλλάξουμε ριζικά ποιον υπηρετεί η κυβέρνηση στην πόλη ήταν αδιανόητη. Ακόμη κι αν αποκτούσαμε ορμή, ρωτούσαν, πώς θα ξεπεράσουμε τα δεκάδες εκατομμύρια δολάρια επιθέσεων που θα ακολουθούσαν;

Αλλά τότε, όπως και τώρα, ξέραμε κάτι: Η Νέα Υόρκη δεν πωλείται.

Η δύναμη των νέων και των μεταναστών

Καθώς οι νέοι προσήλθαν σε ρεκόρ αριθμών, οι μετανάστες είδαν τον εαυτό τους στην πολιτική της πόλης τους και οι ηλικιωμένοι που ήταν σκεπτικοί ξανατόλμησαν να ονειρευτούν, μιλήσαμε όλοι με μία φωνήΗ Νέα Υόρκη δεν πωλείται.

Δεκατρείς ημέρες μετά την ανακοίνωσή μας, ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε ξανά την προεδρία. Το Μπρονξ και το Κουίνς σημείωσαν μερικές από τις μεγαλύτερες μετατοπίσεις προς τα δεξιά σε ολόκληρη τη χώρα. Ό,τι άρθρο κι αν διάβαζες, ό,τι κανάλι κι αν άνοιγες, η αφήγηση ήταν ίδια: η πόλη μας πήγαινε δεξιά.

Γράφονταν επικήδειοι για την ικανότητα των Δημοκρατικών να προσεγγίσουν Ασιάτες ψηφοφόρους, νέους ψηφοφόρους, άντρες ψηφοφόρους. Συνεχώς μας έλεγαν ότι για να νικήσουμε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, θα έπρεπε να γίνουμε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.

Ακόμη και ο Άντριου Κούμο είπε ότι χάσαμε όχι επειδή δεν μιλήσαμε για τις ανάγκες της εργατικής τάξης, αλλά επειδή μιλήσαμε πάρα πολύ για τουαλέτες και αθλητικές ομάδες.

Σε αυτή τη στιγμή, η Νέα Υόρκη είχε μια επιλογή: να υποχωρήσει ή να παλέψει. Εμείς επιλέξαμε να σταματήσουμε να ακούμε τους «ειδικούς» και να αρχίσουμε να ακούμε εσάς.

 

Κινητοποιώντας την πόλη

Η στρατηγική μας ήταν απλή: να φέρουμε ξανά την πολιτική στον λαό. Αντί για προεκλογικά γκαλά και πολυτελείς εκδηλώσεις, πήγαμε σε καφετέριες, πάρκα, σούπερ μάρκετ και σπίτια. Δεν ζητούσαμε μόνο ψήφους· ζητούσαμε συμμετοχή και δέσμευση.

Η ομάδα μας ήταν νέα και με πολύ μικρά μέσα, αλλά είχε τεράστια αποφασιστικότητα. Κάθε μέρα, δεκάδες εθελοντές δούλευαν ώρες — έκλειναν 12ωρα, χτυπούσαν πόρτες, έκαναν τηλεφωνήματα, έστελναν μηνύματα. Η ενέργεια αυτή ξεπέρασε κάθε προσδοκία.

Το μήνυμά μας ήταν ξεκάθαρο: η πόλη δεν πρέπει να εξυπηρετεί μόνο το κεφάλαιο, τα μεγάλα συμφέροντα ή τις τράπεζες. Πρέπει να υπηρετεί τους ανθρώπους που τη ζουν καθημερινά: εργαζόμενους, μαθητές, μετανάστες, ηλικιωμένους.

Μας είπαν ότι ο Τραμπ υποσχέθηκε να βάλει περισσότερα χρήματα στις τσέπες τους και να μειώσει το κόστος ζωής. Ο Τραμπ τους είπε ψέματα. Σε εμάς έμενε να σκεφτούμε λύσεις για τους εργαζόμενους που τους εγκατέλειψε.

Τους τελευταίους οκτώ μήνες των προκριματικών, είπαμε στους Νεοϋορκέζους πώς σκοπεύαμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση της προσβασιμότητας στη στέγη. Αυτό ήταν ένα κίνημα που τροφοδοτήθηκε από δεκάδες χιλιάδες απλούς Νεοϋορκέζους — άνθρωποι που μπαίναν στην προεκλογική εκστρατεία ανάμεσα σε βάρδιες και δουλειές, άνθρωποι που ποτέ πριν δεν είχαν ψηφίσει και έγιναν αφοσιωμένοι εθελοντές πόρτα- πόρτα. Η κοινότητα σχηματίστηκε.

Καθώς έλιωνε το χιόνι και έφευγε το κρύο, η εκστρατεία μεγάλωσε πιο γρήγορα απ’ ό,τι φανταζόταν κανείς. Τόσοι πολλοί μικρο-χορηγοί συνέβαλαν, που ήμασταν αναγκασμένοι να ζητήσουμε: παρακαλώ, σταματήστε να δίνετε — σταματήστε.

Ανεβήκαμε στις δημοσκοπήσεις πιο γρήγορα απ’ όσο ο Κουόμο μπορούσε να τηλεφωνήσει στον Τραμπ. Ο κόσμος άρχισε να μαθαίνει να προφέρει το όνομά μου. Και οι δισεκατομμυριούχοι τρόμαξαν. Όπως έγραψαν οι New York Times, «οι Χάμπτονς ήταν βασικά σε ομαδική θεραπεία για τη δημαρχία».

 

Οι ελίτ αντιστέκονται στη δύναμή μας

Αυτοί οι μεγάλοι χορηγοί και οι ξεπεσμένοι πολιτικοί προσπάθησαν να μας στερήσουν την φιλοδοξία μας, γιατί δεν πιστεύουν ότι αξίζετε μια ζωή αξιοπρέπειας. Ο Κουόμο και οι εταιρικοί του φίλοι έκαναν τα πάντα για να κάνουν την καμπάνια μας καμπάνια του φόβου και της μικρότητας — έβαλαν εκατομμύρια, επιμήκυναν τεχνητά το μούσι μου για να φαίνομαι απειλητικός, ζωγράφισαν την πόλη ως δυστοπικό χάος και δούλεψαν νύχτα-μέρα για να διχάσουν τους Νεοϋορκέζους.

Απέτυχαν.

Λίγες μέρες πριν τις εκλογές, όταν διέσχισα το Μανχάταν, εκατοντάδες Νεοϋορκέζοι πορεύτηκαν μαζί μου. Και όταν μπήκαμε στην Times Square κάτω από ένα ψηφιακό σήμα που έδειχνε τις στοιχηματικές πιθανότητες του Κουόμο σχεδόν στο 80%, ξέραμε ότι οι «ειδικοί» θα έκαναν πάλι λάθος.

Ο Κουόμο θεωρείτο “αναπόφευκτο”. Και τότε, στις 24 Ιουνίου, σπάσαμε αυτό το αναπόφευκτο. Κερδίσαμε με 13 ποσοστιαίες μονάδες, με τις περισσότερες ψήφους στην ιστορία προκριματικών στην πόλη. Μερικοί από αυτούς είχαν ψηφίσει Τραμπ. Πολλοί άλλοι δεν είχαν ψηφίσει ποτέ πριν. Όταν ο Κουόμο με πήρε τηλέφωνο στις 10:15 το βράδυ για να παραδεχτεί την ήττα, είπε ότι είχαμε δημιουργήσει μια τεράστια δύναμη.

Όταν επιμένεις να χτίσεις έναν συνασπισμό με χώρο για κάθε Νεοϋορκέζο, αυτό ακριβώς δημιουργείς: μια τεράστια δύναμη. Αυτή η δύναμη έχει μεγαλώσει — τώρα έχουμε πάνω από 90.000 εθελοντές. Έχουμε μιλήσει σε εκατομμύρια Νεοϋορκέζους. Έχουμε προτείνει σχέδια για το πώς θα κυβερνήσουμε: χιλιάδες επιπλέον δάσκαλοι, αντιμετωπίζοντας τους συμβούλους και τις συμβάσεις στη δημοτική διοίκηση και νικώντας τον «τελικό αφέντη» της υποδομής της Νέας Υόρκης: τις σκαλωσιές.

 

Η ισλαμοφοβική επίθεση και η απάντησή μας

Τις τελευταίες εβδομάδες της εκστρατείας, είδαμε επιδείξεις ισλαμοφοβίας που σοκάρουν τις συνειδήσεις μας. Ο Κουόμο, ο Έρικ Άνταμς και ο Κέρτις Σλίβα δεν έχουν πρόγραμμα για το μέλλον· έχουν μόνο το playbook του παρελθόντος. Θέλησαν αυτή η εκλογική αναμέτρηση να μην είναι για την κρίση του κόστους ζωής, αλλά για τη θρησκεία στην οποία ανήκω και το μίσος που προσπαθούν να νομιμοποιήσουν.

Δουλέψαμε μήνες για να πείσουμε ότι οι Νεοϋορκέζοι έχουν δικαίωμα να αντέξουν οικονομικά την πόλη που αγαπούν. Τώρα μας υποχρεώνουν να υπερασπιστούμε την ιδέα ότι ένας Μουσουλμάνος έχει το δικαίωμα να ηγηθεί.

Οι ίδιοι μεγάλοι χορηγοί και ξεπεσμένοι πολιτικοί προσπάθησαν να μας στερήσουν τη φιλοδοξία μας, γιατί δεν πιστεύουν πως μας αξίζει η ομορφιά μιας αξιοπρεπούς ζωής. Ξανά και ξανά μας ενθάρρυναν να φανταστούμε λιγότερα, επειδή ξέρουν ότι μια επανασχεδιασμένη Νέα Υόρκη χτυπάει το κέρδος τους. Πιστεύω ότι αυτή η πόλη είναι σαν το σύμπαν, διαρκώς επεκτεινόμενη.

Αξίζουμε μια κυβέρνηση τόσο φιλόδοξη όσο οι εργαζόμενοι που κάνουν αυτήν την πόλη την καλύτερη στον κόσμο. Δεν μπορούμε να περιμένουμε κάποιον άλλον. Δεν μας παραχωρείται το προνόμιο της αναμονής. Στις 4 Νοεμβρίου θα επαναφέρουμε την πορεία της πόλης προς όπου ανήκει.

 

Σε ποιόν ανήκει η Ελευθερία;

Και με αυτό, θα απαντήσουμε σε ένα ερώτημα που η χώρα μας παλεύει από την αυγή της ίδρυσής της: Ποιος δικαιούται να είναι ελεύθερος;

Κάποιοι γνωρίζουν την απάντηση χωρίς δισταγμό: οι ολιγάρχες που συγκέντρωσαν τεράστιο πλούτο από την εργασία των άλλων. Αυτοί οι «άρπαγες» πιστεύουν ότι τα χρήματά τους τους δίνουν περισσότερο δικαίωμα στη λέξη «ελευθερία» από ό,τι εμάς. Δεν μιλάω μόνο για ονόματα όπως ο Bill Ackman ή ο Ken Langone· μιλάω για αυτούς που συνεισφέρουν σε super PACs περισσότερο απ’ όσο θα τους φορολογούσαμε ποτέ και που πανηγυρίζουν όταν τα PACs τους γεμίζουν τις αεροδιαφημίσεις με τη φράση «global jihad» πάνω στη φάτσα μου.

Η ελευθερία τους δεν έρχεται μόνο σε βάρος της αξιοπρέπειας και της αλήθειας. Έρχεται σε βάρος των ελευθεριών των άλλων. Είναι οι αυταρχικοί που θέλουν να μας κρατούν κάτω, διότι ξέρουν ότι μόλις απελευθερωθούμε ε, ποτέ πια δεν θα μπρούν να μας κρατήσουν.

Όλοι αυτοί νομίζουν ότι η Νέα Υόρκη είναι προς πώληση. Για πολύ καιρό, φίλοι μου, η ελευθερία ανήκε μόνο σε αυτούς που μπορούσαν να τη πληρώσουν. Οι ολιγάρχες της Νέας Υόρκης είναι οι πλουσιότεροι σε μια πόλη που υπήρξε πάντα η πλουσιότερη· δεν θέλουν αυτή την εξίσωση να αλλάξει και θα κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν το σφίξιμο της λαβής τους.

Αλλά η αλήθεια είναι απλή και μη διαπραγματεύσιμη: όλοι μας δικαιούμαστε την ελευθερία. Κάθε ένας από εμάς — οι εργαζόμενοι της πόλης, οι οδηγοί ταξί, οι μάγειρες, οι νοσοκόμοι — όλοι έχουμε δικαίωμα στη ζωή με αξιοπρέπεια, όχι στη ζωή που καθοδηγείται από τη λαιμαργία.

 

Τι σχεδιάζουμε και πως θα δράσουμε

Στις 4 Νοεμβρίου, χάρη στην εργασία πάνω από 90.000 εθελοντών σε κάθε γωνιά της πόλης, αυτό ακριβώς θα πούμε στον κόσμο. Ενώ οι δισεκατομμυριούχοι νομίζουν ότι μπορούν να αγοράσουν τις εκλογές, εμείς έχουμε ένα κίνημα μαζών. Είμαστε ένα κίνημα που δεν φοβάται αυτά που πιστεύει — και το πιστεύουμε εδώ και καιρό.

Όσοι ανησυχούν για το τι θα μοιάζει αυτό το κίνημα την 1η Ιανουαρίου, είναι οι ίδιοι που ανησυχούσαν την 23η Οκτωβρίου για το πως θα μοιάζει το απόγευμα εκείνης της ημέρας. Ο σκοπός μας δεν άλλαξε, ούτε και οι υποσχέσεις μας.

Όπως είπα όταν ανακοινώθηκε η υποψηφιότητά μου: η δουλειά της κυβέρνησης είναι να βελτιώσει πραγματικά τις ζωές μας. Και με τα ίδια λόγια:

  • Θα παγώσουμε τα ενοίκιαγια πάνω από δύο εκατομμύρια ενοικιαστές με ρύθμιση μίσθωσης και θα χρησιμοποιήσουμε κάθε πόρο για να χτίσουμε κατοικίες για όλους όσους τις χρειάζονται.
    • Θα καταργήσουμε το εισιτήριο σε κάθε λεωφορειακή γραμμή και θα κάνουμε τα αργά λεωφορεία να κινούνται γρήγορα σε όλη την πόλη.
    • Θα δημιουργήσουμε καθολική παιδική φροντίδα χωρίς κόστος για τους γονείς, ώστε οι Νεοϋορκέζοι να μεγαλώνουν την οικογένειά τους στην πόλη που αγαπούν.

Μαζί, Νέα Υόρκη, θα παγώσουμε το ενοίκιο.
Μαζί, Νέα Υόρκη, θα κάνουμε τα λεωφορεία γρήγορα και δωρεάν.
Μαζί, Νέα Υόρκη, θα παρέχουμε καθολική παιδική φροντίδα.

Θα κάνουμε την πόλη μας τόπο όπου κάθε κάτοικος μπορεί να ζει μια αξιοπρεπή ζωή. Κανένας Νεοϋορκέζος δεν πρέπει να τιμολογείται εκτός από ό,τι χρειάζεται για να επιβιώσει. Και πιστεύουμε — τότε, τώρα, και αύριο — ότι είναι δουλειά της κυβέρνησης να αποδώσει αυτήν την αξιοπρέπεια.

Και η αξιοπρέπεια φίλοι μου είναι ένας άλλο τρόπος για να λέμε ελευθερία.

 

Τι διακυβεύεται ιστορικά

Στέκομαι μπροστά σας και αντλώ δύναμη από όσους αγωνίστηκαν για την ελευθερία στην Αμερική — εκείνους που αρνήθηκαν να δεχτούν ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει όσα απαιτούν οι στιγμές κρίσης. Όταν η δύναμη του λαού υπερνικά την επιρροή των ισχυρών, δεν υπάρχει κρίση που η κυβέρνηση να μην μπορεί να αντιμετωπίσει.

Η κυβέρνηση του New Deal έβγαλε μια γενιά από τη φτώχεια, δημιούργησε δημόσια αγαθά και καθιέρωσε το δικαίωμα του συνδικαλισμού και της συλλογικής διαπραγμάτευσης. Η εποχή της κυβέρνησης που θεωρεί κάποιο ζήτημα πολύ μικρό ή κάποια κρίση πολύ μεγάλη πρέπει να τελειώσει. Χρειαζόμαστε μια κυβέρνηση τόσο φιλόδοξη όσο και οι αντίπαλοί μας — μια κυβέρνηση που αρνείται τις πραγματικότητες που δεν θα δεχτούμε και διαμορφώνει το μέλλον που αξίζουμε.

Μια κυβέρνηση,

  • που αρνείται να αποδεχτεί ότι ένας στους τέσσερις Νεοϋορκέζους ζει στην ανέχεια, που αρνείται να αποδεχτεί ότι πάνω από 150.000 μαθητές στα δημόσια σχολεία είναι άστεγοι,
  • που αρνείται να αποδεχτεί ότι δύο μισθοί στο ύψος της συμφωνίας των συλλογικών διαπρατεύσεων δεν φτάνουν για να πληρώνεις στεγαστικό δάνειο σε αυτήν την πόλη
  • που αρνείται να δεχτεί ότι σας εκτοπίζουν από την ίδια την πόλη που βοηθάτε να χτιστεί κάθε μέρα.

Ξανά και ξανά, η χώρα μας κρέμεται στο χείλος της απελπισίας. Τώρα είναι μια από αυτές τις στιγμές. Αλλά σε κάθε τέτοια στιγμή, οι εργαζόμενοι άπλωσαν το χέρι και αναδιαμόρφωσαν τη δημοκρατία μας.

Πλέον δεν θα αφήσουμε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να είναι το κόμμα της φιλοδοξίας.

Πλέον δεν θα χρειάζεται να ανοίγουμε βιβλία ιστορίας για να διαβάσουμε ότι οι Δημοκρατικοί πρωτοστάτησαν με μεγάλες ιδέες.

Ο κόσμος αλλάζει — δεν είναι ερώτηση αν θα αλλάξει, αλλά ποιοι θα τον αλλάξουν. Έχουμε μια ευκαιρία που λίγοι έχουν λάβει και ακόμη λιγότεροι έχουν αρπάξει: την ευκαιρία να δείξουμε στον κόσμο τι σημαίνει να κερδίζεις την ελευθερία.

Δεν επιλέγουμε το μέγεθος της κρίσης· επιλέγουμε πώς θα ανταποκριθούμε.

 

Η κλήση για δράση ως το τέλος

Ας κερδίσουμε σε μια δημαρχειακή θητεία που θα δουλεύει για όσους παλεύουν να αγοράσουν λαχανικά, όχι για όσους παλεύουν να αγοράσουν τη δημοκρατία μας. Και ας κοιτάξουμε την 1η Ιανουαρίου, όταν θα αρχίσει η σκληρή δουλειά της διακυβέρνησης.

Εκείνοι στην εξουσία θα ήθελαν να παρουσιάσουν τις πολιτικές μας σαν ψευδαισθήσεις που θα εξαφανιστούν μόλις προσεγγίσουμε το δημαρχείο. Ας τους δείξουμε ότι είναι επικλήσεις για το μέλλον που θα κερδίσουμε. Ας αποδείξουμε σε κάθε Νεοϋορκέζο ότι μια επεκτατική πολιτική δεν είναι φαντασίωση αλλά απαιτεί υλοποίηση. Μπορούμε να κάνουμε το δημαρχείο τόπο όπου οι Νεοϋορκέζοι αναμένουν το μέλλον, όχι την αποτυχία.

Αλλά δεν έχουμε φτάσει ακόμη εκεί. Όπως θεωρήθηκε αναπόφευκτη η νίκη του Κουόμο στις προκριματικές, το ίδιο αφήγημα αρχίζει να σχηματίζεται και τώρα γύρω μας. Όταν διαβάζετε άρθρα που περιγράφουν μια μετεκλογική ιστορία νίκης ενώ εμείς βρισκόμαστε ακόμα στην πρώιμη ψηφοφορία, όταν βλέπετε τις πιθανότητες που μας βάζουν στο 90% της νίκης, να ξέρετε: διαβάζετε τα ίδια πράγματα που ο Κουόμο διάβαζε όταν κοιμόταν τον Ιούνιο, πιστεύοντας πως η νίκη του ήταν βεβαιωμένη.

Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την εφησυχασμό να διεισδύσει στο κίνημά μας.

Για τις εννέα τελευταίες ημέρες, σας ζητώ ένα πράγμα: περισσότερα.

Ξέρω ότι είστε κουρασμένοι — και για αυτό σας προτείνω λίγο Adeni τσάι. Αλλά σας ζητώ περισσότερα. Ξέρω ότι οι επιθέσεις έχουν ενταθεί, ότι ένα ζεστό κρεβάτι φαίνεται πιο ελκυστικό από μια εξαόροφη αναρρίχηση σε δουλειά πόρτα- πόρτα. Ξέρω ότι μια ακόμη βραδιά χτυπήματος πορτών μετά από μια κουραστική μέρα δουλειάς φαίνεται δύσκολη. Κι όμως, σας ζητώ περισσότερα. Σας ζητώ περισσότερα γιατί αυτή είναι η μόνη οδός για να κερδίσουμε ένα μέλλον που σημαίνει περισσότερα.

Αν μπορείτε, σας καλώ, φίλοι μου: σηκωθείτε. Αν έχετε χτυπήσει μια πόρτα, ανάψτε το φακό σας. [το κοινό αρχίζει να ανάβει τα φλας των κινητών] Αν θα χτυπήσετε μια πόρτα, ανάψτε το φακό σας. Αν έχετε περισσότερο να δώσετε, ανάψτε το φακό σας. Μαζί, ας φτιάξουμε ένα φως αρκετά φωτεινό ώστε να διώξει οποιοδήποτε σκοτάδι.

Σε αυτές τις τελευταίες εννέα μέρες και στους επόμενους μήνες και χρόνια, οι εξουσίες θα ρίξουν τα πάντα εναντίον πάνω μας. Θα ξοδέψουν εκατομμύρια ακόμη. Θα μας επιτεθούν από κάθε γωνία. Αλλά δεν θα υποκύψουμε. Δεν θα τρέμουμε. Θα νικήσουμε τους ολιγάρχες και θα επιστρέψουμε την αξιοπρέπεια στις ζωές μας.

Σχεδόν 89 χρόνια πριν, ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ μίλησε στο Madison Square Garden: «Θα ήθελα να λεχθεί για την πρώτη μου θητεία ότι σ’ αυτή οι δυνάμεις της εγωπάθειας και της δίψας για εξουσία βρήκαν τον αντίπαλό τους…» Φίλοι μου, θα ήθελα να λεχθεί για την καμπάνια μας ότι σ’ αυτή οι δυνάμεις της ιδιοτέλειας και της δίψας για εξουσία βρήκαν τον αντίπαλό τους. Και θα ήθελα να λεχθεί για τη δημαρχειακή μας θητεία ότι εκεί, αυτές οι δυνάμεις, βρήκαν τον κύριό τους.

Νέα Υόρκη, η δουλειά μας μόλις άρχισε. Στις 4 Νοεμβρίου, απελευθερωνόμαστε.

 

Πηγές 

https://epohi.gr/articles/i-istoriki-omilia-toy-zoran-mamntani-ligo-prin-ti-niki-toy-sti-nea-yorki/

https://www.news247.gr/kosmos/ekloges-sti-nea-iorki-o-zoxran-mamntani-etoimazetai-na-grapsei-istoria/

 

 

Youtube Playlists

youtube logo new

atticavoicepodcasts

atticavoiceyoutube

rafnews

rafdoumentaries

Χρήσιμα

farmakia

HOSPITAL

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.