Στις 16 Απριλίου η ανεξάρτητη, ερευνητική και πραγματικά δημοσιογραφική ομάδα του Solomon (έρευνα Λ. Εμμανουηλίδου - Εικονογράφηση Γ. Ιατράκη) δημοσίευσε έρευνα για την Clearview AI, μια σκιώδη αμερικάνικη τεχνολογική startup της οποίας η άρνηση να πηρώσει το επιβληθέν πρόστιμο ύψους σχεδόν 100 εκατ. ευρώ, αναδεικνύει τα σύγχρονα κενά στην προστασία προσωπικών δεδομένων στην ΕΕ.
Το πρόστιμο
Τον Ιούλιο του 2022, η ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων (ΑΠΔ) επέβαλε στην Clearview AI (σκιώδης αμερικάνικη τεχνολογική startup) πρόστιμο-ρεκόρ ύψους 20 εκατ. ευρώ, κρίνοντας ότι η εταιρεία είχε συλλέξει και επεξεργαστεί παράνομα τα προσωπικά δεδομένα Ελλήνων πολιτών σε μία κατάφωρη παραβίαση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (GDPR). Ο λόγος που επεβλήθη το πρόστιμο ήταν το ότι η Clearview AI έχει δημιουργήσει μια από τις μεγαλύτερες βιομετρικές βάσεις δεδομένων στον κόσμο, συγκεντρώνοντας -συστηματικά και χωρίς συγκατάθεση- δισεκατομμύρια εικόνες από το διαδίκτυο. Η εταιρεία συλλέγει φωτογραφίες από κοινωνικά δίκτυα, ειδησεογραφικά σάιτ και άλλες διαδικτυακές πηγές, δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο λεπτομερή προφίλ ανθρώπων, χωρίς εκείνοι να το γνωρίζουν. Μια μόνο εικόνα –είτε προέρχεται από ανάρτηση γενεθλίων είτε από κάμερα κλειστού κυκλώματος– μπορεί να αρκεί για να συνδεθεί ένα πρόσωπο με έναν τεράστιο όγκο προσωπικών δεδομένων.

Η Clearview είναι μια αμερικάνικη εταιρεία αναγνώρισης προσώπων (facial recognition) και πουλάει την τεχνολογία της στις αρχές επιβολής του νόμου, που με τη σειρά τους ταυτοποιούν πρόσωπα χρησιμοποιώντας φωτογραφίες από κοινωνικά δίκτυα, ειδησεογραφικές σελίδες και άλλες διαδικτυακές πηγές με στόχο την εξιχνίαση εγκλημάτων. Πρόκειται δηλαδή για μαζική επιτήρηση. Οι υποστηρικτές των ψηφιακών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι η αδιάκριτη συλλογή βιομετρικών δεδομένων από την Clearview παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα, και καταπατά τη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, η οποία προστατεύει τους πολίτες από μαζικές παραβιάσεις δεδομένων. Επιπλέον επισημαίνουν την ιδεολογική συγγένεια και τους δεσμούς της εταιρείας με την αμερικάνικη συντηρητική και άκρα Δεξιά. Βλέπουν τον τρόπο που δουλεύει η εταιρεία ως κομμάτι μιας ευρύτερης τάσης που εργαλειοποιεί την επιτήρηση στο όνομα της ασφάλειας.
Αρκετές ρυθμιστικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν καταδικάσει δημοσίως τις πρακτικές της εταιρείας. «Η αναγνώριση προσώπων είναι μια εξαιρετικά παρεμβατική τεχνολογία, την οποία δεν μπορείς να εξαπολύεις αδιακρίτως», δήλωσε ο Aleid Wolfsen, πρόεδρος της ολλανδικής Αρχής Προστασίας Δεδομένων, ανακοινώνοντας την επιβολή προστίμου στην Clearview τον Σεπτέμβριο του 2024 (ακολουθώντας την ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων, που είχε επιβάλλει πρόστιμο ήδη από το 2022). «Πρέπει να θέσουμε ένα πολύ σαφές όριο» συμπλήρωσε ο Wolfsen.
Οι πρακτικές της εταιρείας προκάλεσαν την αντίδραση και άλλων ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών. Οι αρχές σε Γαλλία, Ιταλία, Ολλανδία και Αυστρία κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε καμία νομική βάση που να επιτρέπει στην Clearview να επεξεργάζεται βιομετρικά δεδομένα πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι αρχές ανέφεραν ότι η εταιρεία λειτούργησε με αδιαφάνεια, χωρίς να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των χρηστών και παραβιάζοντας πολλαπλά τον GDPR. Οι ρυθμιστικές αρχές απαίτησαν από την Clearview να διαγράψει όλα τα δεδομένα που σχετίζονται με Ευρωπαίους πολίτες και να σταματήσει οποιαδήποτε περαιτέρω συλλογή.
Και η Clearview ...τρόμαξε
Η Clearview αγνοεί τις αποφάσεις των ρυθμιστικών αρχών της ΕΕ. Δεν έχει πληρώσει τα πρόστιμα που της έχουν επιβληθεί, και δεν εμφανίζεται να έχει διαγράψει τα δεδομένα των Ευρωπαίων πολιτών, παρά τις αυξανόμενες κυρώσεις και τις ρητές απαγορεύσεις. Ο λόγος; Τα νομοθετικά κενά. Οι ευρωπαϊκές αρχές δύνανται μεν να εκδίδουν αποφάσεις, αλλά οι αποφάσεις αυτές παραμένουν σε μεγάλο βαθμό συμβολικές όσο δεν υπάρχουν πραγματικοί μηχανισμοί επιβολής τους.
«Η υπόθεση της Clearview δείχνει ότι η έκδοση μίας απόφασης εις βάρος κάποιας εταιρείας δεν επαρκεί πάντα για να σταματήσουν οι παραβιάσεις του νόμου», δήλωσε εκπρόσωπος του None of Your Business (NOYB), ενός αυστριακού μη κερδοσκοπικού οργανισμού ψηφιακών δικαιωμάτων που κατέθεσε καταγγελίες κατά της Clearview AI. «Αυτή η απόφαση θα πρέπει να πλαισιώνεται από μέτρα, όπως για παράδειγμα πρόστιμα, και αυτά με τη σειρά τους να επιβάλλονται αποτελεσματικά», συμπλήρωσε.
«Ο GDPR είναι ένας από τους αυστηρότερους νόμους προστασίας δεδομένων και αποτελεί πρότυπο για αντίστοιχους νόμους παγκοσμίως», δήλωσε ο Ιωάννης Κουβακάς, Senior Legal Officer and Assistant General Counsel της Privacy International (PI), η οποία ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από τις καταγγελίες κατά της Clearview. «Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει τίποτα εάν ο νόμος δεν μπορεί να εφαρμοστεί όπως πρέπει».

Στον πυρήνα του προβλήματος βρίσκεται ένα νομικό κενό: αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν συνθήκες ή διεθνείς συμφωνίες μεταξύ χωρών της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, και των ΗΠΑ που να επιτρέπουν την επιβολή τέτοιων προστίμων σε αμερικανικές εταιρείες. Υπό την απουσία μηχανισμού επιβολής, οι ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές καταλήγουν να εκδίδουν αποφάσεις οι οποίες στο τέλος της ημέρας, για εταιρείες όπως η Clearview, μοιάζουν λιγότερο ή περισσότερο με γραπτές ειδοποιήσεις.
H σιωπή είναι χρυσός (για την Clearview)
Σύμφωνα με το Άρθρο 27 του GDPR, οι εταιρείες εκτός ΕΕ που επεξεργάζονται δεδομένα Ευρωπαίων πολιτών υποχρεούνται να ορίσουν έναν αντιπρόσωπο, εγκατεστημένο στην ΕΕ, για να επικοινωνεί με τις ρυθμιστικές αρχές. Η Clearview δεν το έκανε ποτέ, γεγονός που αποτελεί παραβίαση αλλά και εμπόδιο στην επιβολή του νόμου. Η εταιρεία δεν παρέκαμψε απλώς τους κανόνες, αγνόησε εντελώς τη διαδικασία.
Σύμφωνα με δύο πηγές της ελληνικής Αρχής Προστασίας Δεδομένων, καθώς η Clearview εδρεύει εκτός ΕΕ, η ελληνική Αρχή κοινοποίησε το πρόστιμο εις βάρος της μέσω διπλωματικών οδών, και συγκεκριμένα μέσω του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών. Στη συνέχεια, το υπουργείο επιχείρησε να ενημερώσει την εταιρεία μέσω του ελληνικού προξενείου στη Νέα Υόρκη, όπου η Clearview δηλώνει την νόμιμη διεύθυνσή της. Η προσπάθεια ωστόσο απέτυχε. Εσωτερικό έγγραφο του προξενείου, από τον Σεπτέμβριο του 2024, ανέφερε: «Η επίδοση του εγγράφου δεν κατέστη δυνατή… ουδείς εκπρόσωπος εμφανίστηκε για παραλαβη». Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, η Clearview δεν έχει απαντήσει σε κανένα στάδιο της διαδικασίας.
Η Ιταλία αντιμετώπισε ένα παρόμοιο εμπόδιο. Οι αρχές προσπάθησαν επίσης να ειδοποιήσουν την εταιρεία μέσω του προξενείου στη Νέα Υόρκη, αλλά η διαδικασία παραμένει σε εκκρεμότητα, διότι οι ιταλικές αρχές δεν έχουν λάβει απάντηση.
Το 2024, η ιταλική Αρχή Προστασίας Δεδομένων συμβουλεύτηκε το Avvocatura dello Stato (κρατική αρχή σαν το ελληνικό Νομικό Συμβούλιο του Κράτους), το οποίο συνέστησε την ανάθεση της υπόθεσης σε αμερικανική δικηγορική εταιρεία – σύσταση που υπογραμμίζει πώς, ελλείψει διασυνοριακών εργαλείων επιβολής του νόμου, οι ρυθμιστικές αρχές αναγκάζονται να αυτοσχεδιάσουν νομικές λύσεις.
Η Clearview έχει υιοθετήσει παρόμοια προκλητική και σιωπηλή στάση και σε άλλες χώρες. Το 2021, η γαλλική Αρχή Προστασίας Δεδομένων (CNIL) εξέδωσε επίσημη διαταγή άρσης και παράλειψης (πρόκειται για το δικό μας εξώδικο). Η Clearview δεν απάντησε. Έναν χρόνο αργότερα, η Clearview απουσίασε από τη δική της ακρόαση για την επιβολή κυρώσεων.
Οι συντάκτες του Solon αναφέρουν: «Χωρίς αντιπρόσωπο εγκατεστημένο στην ΕΕ, ή οποιαδήποτε ουσιαστική συνεργασία από πλευράς της Clearview, οι ρυθμιστικές αρχές δεν έχουν και πολλά περιθώρια πέρα από την επιβολή προστίμων και απαγορεύσεων, ανέφεραν ειδικοί στο Solomon. Στο πλαίσιο της έρευνας, το Solomon υπέβαλε στην Clearview "αίτημα για πρόσβαση στα δεδομένα υποκειμένου", ζητήσαμε δηλαδή να πληροφορηθούμε εάν η εταιρεία είχε συλλέξει ή διατηρήσει προσωπικά δεδομένα ενός από τους δημοσιογράφους μας που ζει στην ΕΕ. Η Clearview δεν απάντησε.»
MAGA και Clearview
Η προκλητική στάση της Clearview εκτυλίσσεται σε ένα πολιτικά φορτισμένο σκηνικό. Με τη νέα αμερικανική κυβέρνηση, οι εντάσεις γύρω από τις ευρωπαϊκές προσπάθειες επιβολής κυρώσεων σε αμερικανικές εταιρείες είναι πιθανό να κλιμακωθούν – ιδιαίτερα καθώς η κυβέρνηση Τραμπ εμφανίζεται ιδιαίτερα πρόθυμη να επιβάλει τις πολιτικές προτεραιότητές της πέρα από τα σύνορα των ΗΠΑ.Αυτή η δυναμική σχετίζεται αρκετά με την υπόθεση της Clearview: η εταιρεία φέρεται να έχει εξασφαλίσει συμβάσεις ύψους 9 εκατ. δολαρίων από την κυβέρνηση των ΗΠΑ και αποκτά όλο και πιο κεντρικό ρόλο στις εγχώριες προσπάθειες επιβολής του νόμου. Η Υπηρεσία Μετανάστευσης και Τελωνείων των ΗΠΑ (ICE) συγκαταλέγεται στους κορυφαίους πελάτες της.
Ο ιδρυτής Χοάν Τον-Θατ –που περιγράφηκε ως «φανατικός υποστηρικτής του Ντόναλντ Τραμπ» σε πρόσφατη έρευνα του Mother Jones– έχει μακροχρόνιους δεσμούς με συντηρητικούς και ακροδεξιούς πολιτικούς κύκλους στις ΗΠΑ.
Υποστήριξε την εκστρατεία του Τραμπ το 2016 και παρευρέθηκε στο προεκλογικό πάρτι φορώντας ένα καπέλο «Make America Great Again» (MAGA). Τα τελευταία χρόνια, ο Τον-Θατ έφερε αρκετές προσωπικότητες της Ακροδεξιάς στον γαλαξία της Clearview, εδραιώνοντας την ιδεολογική ευθυγράμμιση της εταιρείας με την Δεξιά των ΗΠΑ. Η έρευνα της ηλεκτρονικής επιθεώρησης Mother Jones περιέγραψε την έκταση αυτών των δεσμών, εντοπίζοντας σχέσεις της Clearview με επενδυτές που στηρίζουν το MAGA, με δωρητές του Τραμπ, αλλά και με ανθρώπους με δεξιές επιρροές, πολλοί από τους οποίους έχουν υποστηρίξει ανοιχτά αντιμεταναστευτικές πολιτικές αλλά και πολιτικές που βασίζονται στην επιτήρηση.
Αυτές οι πολιτικές σχέσεις ενδέχεται να επηρεάζουν τη στάση «αδιαφορίας» της εταιρείας απέναντι στην ρυθμιστική εποπτεία, ιδίως από ξένες οντότητες. Μπορεί επίσης να προσφέρουν στην εταιρεία έναν βαθμό προστασίας ή τουλάχιστον να ενισχύουν την αντίστασή της στις διεθνείς νομικές προκλήσεις.
Αδύναμη η Ε.Ε. και σε αυτό το πεδίο
Η Ε.Ε. εδώ και χρόνια, αποτελεί μαριονέτα τραπεζιτών, μεγαλοκεφαλαιούχων και επιπλέον των πολιτικών βραχιόνων που αυτοί ελέγχουν πέρα από τον Ατλαντικό. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά και στην εφαρμογή των κανόνων που η ίδια η Ε.Ε. θεσμοθετεί και -υποτίθεται πως- διαφυλάττει και εφαρμόζει. Μέσα από νομικά κενά και τη συστηματική απροθυμία των οργάνων της να επιβάλλουν αποφάσεις βάσει του διαθνούς δικαίου, τα κενά αυτά διευρύνονται και δμιουργούν μία δυστοπική εικόνα και μία ακόμα πιο δυστοπική πραγματικότητα. Το βλέπουμε καθημερινά γύρω μας και ας μη καταλαβαίνουμε τι ακριβώς βλέπουμε. Μάλιστα είμαστε "πρόθυμα θύματα" στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο που ο Aldus Huxley προέβλεπε και εμείς είμαστε καταδικασμένοι να τον ζούμε.
Πηγή και πλήρης έρευνα Solomon