" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

Ο Νίκος Μπελαβίλας είναι καθηγητής πολεοδομίας και ιστορίας της πόλης στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Με μια ανάρτησή του παίρνει θέση απέναντι στην  θρασεία και ανιστόρητη πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αποκόψει το εθνικό μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη από τις κοινωνικές ζυμώσεις και εν πολλοίς από την ιστορία αυτού του τόπου. Γιατί τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα εξελίσσονται γύρω από αντίστοιχα εθνικά μνημεία, εμπλουτίζοντάς τα και με νέες ιστορικές σελίδες

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής του ΕΜΠ: «Όποιος το σκέφτηκε, δεν έχει ιδέα ούτε από Ιστορία, ούτε από το τι σημαίνει κοινωνία και πολιτική. Τέτοιες “εξυπνάδες” τις λένε, κατά κανόνα, όσοι έχουν χάσει πλήρως την επαφή με την κοινωνία — βασιλείς και δικτάτορες στις τελευταίες ημέρες της δόξας τους»

Ας διαβάσουμε όμως ολόκληρο το κείμενό του

.....................................................................

 

Για να συνεννοηθούμε: Τα εθνικά μνημεία αποτελούν τα ύψιστα χωρικά σύμβολα των κοινωνιών. Όταν οι κοινωνίες και οι λαοί θέλουν να δηλώσουν, να μνημονεύσουν, να υμνήσουν ή να θρηνήσουν συλλογικά — με ένταση, με βαρύνουσες και εμβληματικές πράξεις — το πράττουν ενώπιον τους, αναφέρονται σε αυτά.

Αυτή είναι η Βαστίλλη, αυτή είναι η Κόκκινη Πλατεία, η Πλατεία Ταχρίρ, η Τιεν Αν Μεν, η Τραφάλγκαρ Σκουέαρ· σχεδόν όλες, μα όλες, οι μεγάλες πλατείες της Ευρώπης και της Αμερικής.

Είναι στον γενετικό κώδικα των πόλεων: οι μεγάλες πλατείες των αστικών συγκεντρώσεων να ταυτίζονται, πολλές φορές, με το μνημείο της πόλης ή να βρίσκονται δίπλα του.

Ο κύριος τόπος συγκέντρωσης του λαού της Κωνσταντινούπολης υπήρξε ο Ιππόδρομος, και δίπλα του το κορυφαίο ιερό τοπόσημο της Αυτοκρατορίας — η Αγία Σοφία. Εκεί ξέσπασε η Στάση του Νίκα.

Το ίδιο συνέβη στη Βενετία, με την πλατεία του Σαν Μάρκο, τον ναό και το δουκικό παλάτι, στις μεσαιωνικές και αναγεννησιακές πλατείες.

Μπορώ να συνεχίσω με άπειρα παραδείγματα. Αυτές οι πλατείες, με τα μνημεία τους, υπήρξαν — και παραμένουν — οι ισχυροί αστικοί πυκνωτές των πόλεων, αρχαίων και σύγχρονων. Και δεν φαίνεται πως θα πάψουν να είναι.

Πίσω στην Αθήνα: Η πρώτη πλατεία της πόλης, η Πλατεία των Ανακτόρων, είχε ως κορυφαίο σύμβολο τα ίδια τα Ανάκτορα του Όθωνα. Στο σχεδόν αδιαμόρφωτο ακόμη πλάτωμά της ξέσπασε η Επανάσταση για το Σύνταγμα στις 3 Σεπτεμβρίου 1843. Έτσι γεννήθηκε η Πλατεία Συντάγματος.

Ένα μεγάλο τμήμα του χώρου της είναι αφιερωμένο, εδώ και σχεδόν έναν αιώνα — από το 1932 — στον Άγνωστο Στρατιώτη. Τότε, η Πλατεία Συντάγματος δεν είχε ακόμη αποκτήσει τους συμβολισμούς που φέρει σήμερα. Τους απέκτησε με την Απελευθέρωση, τον Οκτώβριο του 1944, με τα ματωμένα Δεκεμβριανά, με τα δίσεχτα χρόνια των Ιουλιανών και της Αποστασίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι εκεί ακριβώς έστησαν τα τεθωρακισμένα τους οι δικτάτορες στις 21 Απριλίου 1967, κι εκεί γιόρτασαν οι Αθηναίοι το τέλος τους, υποδεχόμενοι τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στις 24 Ιουλίου 1974. Εκεί σκοτώθηκαν ο Κουμής και η Κανελλοπούλου από τα αφιονισμένα ΜΑΤ στη διαδήλωση του Νοέμβρη του 1980. Εκεί στήθηκαν οι μεγάλες νικητήριες συγκεντρώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 και το 1985. Εκεί τα μεγάλα εργατικά και εκπαιδευτικά συλλαλητήρια, οι φοιτητικές διαδηλώσεις του Νόμου 815 (1979) και του Άρθρου 16 (2007).

Από το μαθητικό ξέσπασμα του Δεκεμβρίου 2008 για τη δολοφονία Γρηγορόπουλου, έως τις Πλατείες του 2011, από το Δημοψήφισμα του 2015 έως τα Τέμπη του 2025, η Πλατεία Συντάγματος συνέχισε να είναι το συλλογικό βήμα της Δημοκρατίας. Ο τόπος συνάθροισης του αθηναϊκού λαού — άλλοτε ειρηνικά, άλλοτε βίαια· άλλοτε για καλό, άλλοτε για κακό· άλλοτε για να διεκδικήσει, άλλοτε για να συγκρουστεί.

Εδώ και πολλά χρόνια, η Πλατεία Συντάγματος δύο φορές τον χρόνο — 25 Μαρτίου και 28 Οκτωβρίου — ανήκει στην εξουσία, η οποία από την υπερυψωμένη εξέδρα της παρακολουθεί τις παρελάσεις στρατού και μαθητών.  Ο «λαός» στα πεζοδρόμια πίσω από κορδόνια ασφαλείας.

Μόνο αυτές τις δύο ημέρες η πλατεία αποστειρώνεται· ανήκει στους κοσμικούς και θρησκευτικούς ηγέτες της χώρας. Ενίοτε και  σε ολιγόλεπτες επισκέψεις ξένων ηγετών. Όλες τις άλλες ημέρες ανήκει σε όλους — με το Μνημείο άσβεστο και αβεβήλωτο.

Με εξαιρέσεις, όπως πάντα: ανεγκέφαλους ή εντεταλμένους που κάποτε επιχειρούν να το βανδαλίσουν.

Μα ποιος δεν τους θυμάται — όπως και ποιος δεν θυμάται, επίσης, τους γέροντες σταυραετούς της Εθνικής Αντίστασης, τους ζώντες τότε θρύλους της Δημοκρατίας και της Ελευθερίας, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μανώλη Γλέζο, αγκαλιασμένους, να δέχονται τα χτυπήματα των βέβηλων κρανοφόρων της αστυνομίας, στις 12 Μαρτίου του 2012, ενώπιον του Άγνωστου Στρατιώτη. Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα περί βεβηλώσεων·

Ας τελειώνουμε με τους βέβηλους — όχι με την Πλατεία Συντάγματος.

ΥΓ.  Δύο εξαιρετικοί ιστορικοί, ο Antonis Liakos και ο Vangelis Karamanolakis, έχουν ήδη γράψει πολύ καλύτερα από εμένα για το τι σημαίνει να φυλάει ο στρατός το λίκνο της Δημοκρατίας. Το μόνο που αξίζει να συμπληρωθεί είναι το εξής:

Όποιος το σκέφτηκε, δεν έχει ιδέα ούτε από Ιστορία, ούτε από το τι σημαίνει κοινωνία και πολιτική. Τέτοιες «εξυπνάδες» τις λένε, κατά κανόνα, όσοι έχουν χάσει πλήρως την επαφή με την κοινωνία — βασιλείς και δικτάτορες στις τελευταίες ημέρες της δόξας τους.

Ο Νίκος Μπελαβίλας γράφει για την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας σχετικά με τα όρια των οικισμών -μια απόφαση που προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων από όλο σχεδόν το επίσημο πολιτικό φάσμα της χώρας- και ερωτά: Θα τελειώσουμε επιτέλους με τα όρια και τους όρους «λάστιχο» της δόμησης, αλλά και με την απαράδεκτη εκτός σχεδίου δόμηση; Θα τελειώσουμε επιτέλους με την αυθαιρεσία κάθε τοπικού παράγοντα που λειτουργεί με πελατειακή λογική;

Μια ενδιαφέρουσα ανάρτηση του καθηγητή πολεοδομίας και ιστορίας της πόλης στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο που τολμά να μιλήσει θαρραλέα και χωρίς να χαϊδεύει αυτιά βάζοντας τα πράγματα σε μια λογική σειρά, όπως πρέπει να γίνεται σε κάθε πολιτισμένη χώρα 

Ακολουθεί η ανάρτηση:

 

Υπάρχει μία πόλη, ένας οικισμός. Εκεί χτίζουμε πυκνά κτίρια σε οικοδομικά τετράγωνα, προβλέποντας να αφήσουμε χώρους – γεωμετρικά ικανούς και σε κατάλληλες διατάξεις – ώστε να διαμορφωθούν οι δρόμοι, οι πλατείες, τα πάρκα, αλλά και οι απαραίτητες κοινωνικές υποδομές: ένα σχολείο, ένα γυμναστήριο ή ένα μικρό γήπεδο, ένα κέντρο υγείας.

Όταν η πόλη μεγαλώνει – ή όταν εμείς επιθυμούμε να την επεκτείνουμε, όπως ονομάζεται στην πολεοδομία – επιλέγουμε μια κατάλληλη έκταση: που δεν είναι δάσος, ούτε αρχαιολογικός χώρος, ούτε αιγιαλός, ούτε ρέμα ή ποτάμι. Και σε αυτή την έκταση σχεδιάζουμε τις νέες συνοικίες και στη συνέχεια επιτρέπουμε την οικοδόμηση, παράλληλα ή, ακόμη καλύτερα, αφού ετοιμαστούν οι υποδομές.

Αυτός είναι ο κανόνας σε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο. Αυτή είναι η λογική. Αυτή η πρακτική εφαρμόστηκε σπάνια – ή και καθόλου – στις ελληνικές πόλεις μέχρι τη Μεταπολίτευση. Οι πόλεις πρώτα επεκτείνονταν με καταπατήσεις και άναρχη δόμηση· ύστερα ερχόταν το κράτος, κατόπιν πολιτικών πιέσεων, να νομιμοποιήσει κάποιο πρόχειρο τοπογραφικό σχέδιο (αν υπήρχε και αυτό), φτιαγμένο από τον μεσίτη που «έκοβε» και πουλούσε τα οικόπεδα.

Έξω από τις πόλεις, στους μικρούς οικισμούς, διαμορφώθηκε μια αντίστοιχη παράδοση που διήρκεσε δεκαετίες. Χάρη σε διατάγματα της εποχής του Αντώνη Τρίτση – ο οποίος επιχείρησε να επιβάλει ένα καθεστώς ελέγχου – θεσπίστηκε ένα μεταβατικό πλαίσιο για τις επεκτάσεις: μια ακτίνα γύρω από κάθε οικισμό, κυρίως αγροτικό, μέσα στην οποία μπορούσε να επιτραπεί λελογισμένη δόμηση. Όμως αυτή την ακτίνα την όριζε κατά το δοκούν και χωρίς αντικειμενικά κριτήρια – ο εκάστοτε νομάρχης. Θεσπίζονταν όροι δόμησης και «παρεκκλίσεις», ώστε να μπορεί κανείς να χτίζει σχεδόν ελεύθερα.

Έτσι, και σε αυτή την περίπτωση, η παρέκκλιση, η εξαίρεση, έγινε κανόνας. Η ύπαιθρος κτιζόταν σιγά-σιγά: με μονοπάτια αντί για δρόμους, χωρίς κανέναν δημόσιο χώρο, χωρίς καμία υποδομή. Οι νομάρχες, επιρρεπείς στις πιέσεις και χωρίς υποχρέωση να πολεοδομήσουν συστηματικά, όριζαν αυθαίρετα μία περιμετρική γραμμή και ο οικισμός διπλασιαζόταν ή τριπλασιαζόταν μέσα σε λίγο καιρό. Παράλληλα, στήθηκε μία τεράστια κτηματομεσιτική οικονομία πάνω στην παραδοχή της αέναης επέκτασης των οικισμών – κυρίως σε παραθεριστικές ζώνες αλλά και σε προάστια της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης.

Επειδή στην Ελλάδα τόσο οι πλούσιοι όσο και οι φτωχοί έχουν – από διαφορετικές αφετηρίες – το «δικαίωμα» να αυθαιρετούν και να λεηλατούν τη δημόσια γη και την ύπαιθρο, φτάσαμε στο σημερινό χάος. Από τη μία, η Μύκονος και η Πεντέλη, με τεράστιους οικισμούς επαύλεων στο πουθενά· από την άλλη, οι επίσης τεράστιοι οικισμοί λαϊκής δεύτερης κατοικίας – χωρίς ούτε μία υποτυπώδη υποδομή – στον νότιο Ευβοϊκό, στη Σαλαμίνα, στα Γεράνεια, στην ακτή του Κορινθιακού.

Σήμερα, σχεδόν ολόκληρο το επίσημο πολιτικό φάσμα της χώρας καταγγέλλει το Συμβούλιο της Επικρατείας, επειδή με την πρόσφατη απόφασή του επιχείρησε να βάλει σε τάξη αυτό το καταστροφικό χάος. Όχι απαγορεύοντας τις επεκτάσεις των οικισμών, αλλά καθορίζοντας πως αυτές θα γίνονται στο εξής με πολεοδομικούς κανόνες – όχι τυχαία, ούτε με χαριστικές ρυθμίσεις, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.

Έτσι φτάνουμε σε μια διακομματική αντίδραση, η οποία – στο όνομα «του λαού» – διεκδικεί το δικαίωμα στη δόμηση όπου μας αρέσει: ένα δικαίωμα που επιβιώνει επί δύο αιώνες, από την εποχή του Όθωνα, και που συνοψίζεται σε μια σταθερή επιλογή: τον προσδιορισμό της γης – δημόσιας ή ιδιωτικής, αγροτικής, δασικής, ορεινής, παράκτιας, παραλίμνιας – ως λάφυρου προς λεηλασία. Δικαίωμα και προνόμιο για τον «επενδυτή» που θέλει να χτίσει γιγαντιαία ξενοδοχεία, για τον παίκτη του χρηματιστηρίου που αναζητά βίλα με πισίνες στην καλντέρα της Σαντορίνης, στα παρθένα ακρωτήρια της Σερίφου ή μέσα στο δάσος της Χαλκιδικής, για τον εργολάβο που τεμαχίζει και οικοδομεί, για τον μετανάστη του ’50 που γύρευε ένα κεραμίδι για την οικογένειά του στο Πέραμα, αλλά και για τον εργαζόμενο παραθεριστή του ’90 που ήθελε ένα σπιτάκι για τα Σαββατοκύριακα δίπλα στη θάλασσα στη Λούτσα.

Η υπόθεση αυτή δεν είναι μοναδική. Είναι ένα από τα κεφάλαια του μεγάλου βιβλίου της ελληνικής ημιτελούς πολεοδομικής παράδοσης. Μαζί με την επί δύο αιώνες απουσία κτηματολογίου και δασικών χαρτών, μαζί με την αδιανόητη εφαρμογή της εκτός σχεδίου δόμησης σε όλη την επικράτεια.

Για να μη μελαγχολήσουμε, ας σκεφτούμε λίγο τα θετικά τα οποία πιστώνονται στις προηγούμενες κυβερνήσεις, τις προ του Μνημονίου, σε αυτές του ΣΥΡΙΖΑ του 2015-2019 και στις τωρινές της ΝΔ όσο και αν η διατύπωση ξενίζει: το κτηματολόγιο, όπως και οι δασικοί χάρτες, προχωρούν. Με αργούς ρυθμούς, αλλά προχωρούν. Και δεν πρέπει να σταματήσουν με κανέναν τρόπο. Το αρχαιολογικό κτηματολόγιο έχει ολοκληρωθεί, όπως και η περίφημη χάραξη των αιγιαλών που εκκρεμούσε γενιές και γενιές. Για πρώτη φορά από την εποχή της πολεοδομικής ανασυγκρότησης, της ΕΠΑ του 1983, εκπονούνται μαζικά πολεοδομικά σχέδια που θα καλύψουν το σύνολο του αστικού και εξωαστικού χώρου της Ελλάδας.

Ο έλεγχος των ορίων των οικισμών που ζητά το ΣτΕ είναι αντικείμενο αυτού του σχεδιασμού – και μόνο αυτού. Εκεί οφείλει να υπάρξει η δημόσια διαβούλευση: της αυτοδιοίκησης, των κατοίκων, της αγοράς. Εκεί πρέπει να γίνει ο διάλογος και να ληφθούν οι αποφάσεις για το ως πού και πώς αντέχει να επεκταθεί ένα χωριό, μία κωμόπολη, μία πόλη. Για το πόσο θα χτίσουμε από την ύπαιθρο, πόσες γεωργικές, δασικές ή ορεινές εκτάσεις θα κρατήσουμε ανέγγιχτες.

Ίσως είναι η στιγμή – χάρη και στην ευτυχή επιμονή του Συμβουλίου της Επικρατείας – να τελειώνουμε όχι μόνο με τα όρια και τους όρους «λάστιχο» της δόμησης, αλλά και με την απαράδεκτη εκτός σχεδίου δόμηση.

Μ ένα μεστό κείμενο ο Νίκος Μπελαβίλας ανακοινώνει την απόφασή του να μην συνταχθεί ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλον και λέει μεγάλες αλήθειες που εμείς οι αριστεροί δυσκολευόμαστε είτε να τις δούμε είτε να τις παραδεχθούμε δημόσια. Όπως λέει: "Πολύ μεγάλος στην ηλικία και στο νου για άλλη μία διάσπαση. Πολύ μεγάλος για να διεκδικώ το αλάθητο" . Αλλά και πολύ νέος για να παραιτηθεί από τους αγώνες. Απλά θα τους κάνει με τον τρόπο του. Και θα είναι ελεύθερος

 

Αγαπημένες μου συντρόφισσες και σύντροφοι δεν πάει άλλο. Το πάλεψα πολύ, δεν θέλησα να υπογράψω κείμενο αποχώρησης. Μεγάλωσα με τους απόηχους δύο τρομερών βίαιων διασπάσεων, της Τασκένδης του ’55 και αυτής του ’68. Έπειτα είχα την τύχη να ζήσω τις μεγάλες διασπάσεις της νεολαίας, ο ίδιος του «Ρήγα Φεραίου» και της Β’ Πανελλαδικής, και δίπλα μας οι φίλοι, οι συγκάτοικοι των φοιτητικών χρόνων τις δικές του, της ΚΝΕ και της Νεολαίας ΠΑΣΟΚ, των οργανώσεων της εκτός Αριστεράς.

Για όσες και όσους αγνοείτε εκείνες τις μικρές ιστορίες, όλη η Μεταπολίτευση είναι ένα μεγάλο θέατρο διασπάσεων, διαγραφών, αποσχίσεων.Οι πάντες γνωρίζαμε την αλήθεια που οι "άλλοι" αγνοούσαν. Η επιβολή της "δικής" μας αλήθειας γινόταν με ξύλο στις συνελεύσεις, στα αμφιθέατρα, στις αφισοκολλήσεις, στις συγκεντρώσεις και στις διαδηλώσεις. Ποιος θα πάρει το μικρόφωνο, ποιος θα καλύψει το σύνθημα του αντιπάλου, ποιος θα επιβληθεί στο συνδικάτο, στη λέσχη, στο σύλλογο. Μιλάμε για την Αριστερά βεβαίως, κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική. Όσες και όσοι δεν το έχουν ζήσει, δεν ξέρουν τι πάει να πει διάσπαση. Έπειτα ΕΑΡ-ΚΚΕεσωτ-Α.Α, ΣΥΝ-ΚΚΕ, ως τις μαζικές αποχωρήσεις την εποχή του 2010 και του 2015.

Τόσο η βία, άλλοτε άγρια φυσική, σωματική και σήμερα λεκτική στο διαδίκτυο, όσο και η κατοχή του αλάθητου των "φωτισμένων" είναι χαρακτηριστικό ενός φανατισμού της Αριστεράς που έρχεται από τους μακρινούς καιρούς των επαναστάσεων. Δεν ξεπερνιέται. Εμπεριέχεται στον γενετικό κώδικα όλων των συλλογικοτήτων που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο τους τελευταίους τρεις αιώνες. Την ξαναβρίσκουμε ακριβώς την ίδια στις αρχέγονες διαμάχες χιλιετιών των θρησκευτικών αιρέσεων και σεχτών που επιβιώνουν ακόμη.

Πολύ μεγάλος λοιπόν στην ηλικία και στο νου για άλλη μία διάσπαση. Πολύ μεγάλος για να διεκδικώ το αλάθητο.

Να μην πολυλογούμε: Δεν πάει άλλο! «Σπίτι μου» όπως λέγαμε παλιά. Εκεί υπάρχουν πολλά-πολλά να γίνουν. Στο πανεπιστήμιο, στο περιβάλλον, στην ανθρώπινη αλληλεγγύη, στην προστασία μνημείων, στον Πειραιά. Ο καθείς εφ’ ώ ετάχθη. Τουλάχιστον έχοντας την αίσθηση ότι προσφέρεις κάτι στην κοινωνία… και γλυτώνεις στον ψυχίατρο.

Στρατολογήθηκα στην Αριστερά τον Σεπτέμβριο του 1974. Και δεν υπάρχει περίπτωση να φύγω για αλλού. Ο αποχαιρετισμός αφορά τα όπλα του κομματικού μέλους. Όχι του αριστερού πολίτη. Καλή αντάμωση, και θα υπάρξει κάποτε.

Από τη σουίτα του The One Acropolis μπορεί να αγναντεύει ο Στέφανος Κασσελάκης την παλιά νοικοκυρεμένη Ελλάδα 

 

«Το νέο που φέρνω είναι επιστροφή στην παλιά νοικοκυρεμένη Ελλάδα» που «ο νοικοκύρης είχε το σπίτι του καθαρό, τηρούσε τους κανόνες, τους νόμους και είχε ενδιαφέρον και ενσυναίσθηση για τον γείτονά του” και τηρούσε τους νόμους». Στέφανος Κασσελάκης, πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ

Μπορεί η δήλωση του Στέφανου Κασσελάκη για την «παλιά, νοικοκυρεμένη» Ελλάδα να φαίνεται πως έχει παλιώσει, είναι όμως τόσο παλιακή από μόνη της και ειδικά όταν την κάνει ένας – κατά δήλωσή του – αριστερός που καθίσταται διαχρονική. Και επειδή είμαστε βέβαιοι πως ο Στέφανος Κασελάκης θα μας δώσει πολλές αφορμές να μιλήσουμε για δηλώσεις του, κάνουμε σήμερα την αρχή έστω και καθυστερημένα. Και , όχι, δε θα μιλήσουμε για τα γενέθλια του σκύλου του, ούτε για τους διαλόγους του με τον Snik. Αφήνουμε άλλους γι αυτά

Αν δεν γνωρίζαμε την ηλικία του Στέφανου Κασσελάκη, θα υποθέταμε ότι είχε δει πολλές ταινίες της Φίνος Φιλμ. Ταινίες βέβαια που στην πλειοψηφία τους έδειχναν μια Ελλάδα που δεν υπήρξε ποτέ ή δεν τη βίωσε ποτέ το μεγάλο μέρος του πληθυσμού της. Επειδή όμως γνωρίζουμε την ηλικία του και γνωρίζουμε επίσης ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στις ΗΠΑ, ξέρουμε ότι δεν είναι οι ταινίες που τον ώθησαν σ’ αυτή τη δήλωση. Πιο πιθανό είναι να ζήτησε από το chatGPT να του φτιάξει μια δήλωση. Και το πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης δεν είχε κανένα πρόβλημα να του παρουσιάσει αυτή τη δήλωση που κυκλοφορεί ως αστικός μύθος από στόμα σε στόμα σαν κάτι που έχει υπάρξει πραγματικά.

Γιατί τέτοια ιδανική Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ. Και αν ο Στέφανος Κασσελάκης γεννιόταν σ αυτή την παλιά Ελλάδα που νοσταλγεί, δεν θα μπορούσε να υπάρχει παρά μόνο κρυπτόμενος. Αυτό αναφέρει με γλαφυρό τρόπο σε ανάρτησή του στο fb ζούσε στην παλιά Ελλάδα, ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος:

“Στην "παλιά Ελλάδα" που ονειρεύεται ο Στέφανος Κασσελάκης, θα του είχαν κρεμάσει κουδούνια και θα τον περιέφεραν στην πλατεία του χωριού για να τον φτύνουν και να τον εξευτελίζουν λόγω της ομοφυλοφιλίας του.

Δεν θα τον ψήφιζαν ούτε για διαχειριστή πολυκατοικίας.

Ο Στέφανος Κασσελάκης πρέπει κατεπειγόντως να ενημερωθεί για τον "ΚΑΙΑΔΑ" του Λουκά Θεοδωρακόπουλου. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πολύχρωμος Πλανήτης, δηλ. από τον μοναδικό ΛΟΑΤΚΙ+ εκδοτικό οίκο της χώρας.

Όσοι απορούν με αυτά που γράφω επίσης πρέπει να διαβάσουν αυτό το μικρό βιβλίο, για να μάθουν τί σήμαινε στην παλιά Ελλάδα η έννοια του "νοικοκυριού" για τους ομοφυλόφυλους: δημοσιοποίηση των ονοματεπωνύμων ατόμων που συλλαμβάνονταν σε γκέι πάρτυ στις εφημερίδες, διαπόμπευση, απόλυση, κάποτε φυλάκιση και βασανιστήρια, πείνα και θάνατος.

Έχουμε ακόμη τα αρχεία της "παλιάς Ελλάδας" που δημοσιεύονταν στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ.) τα ονόματα των καταδικασθέντων για "παρά φύση ασέλγεια". Αυτό ήταν το νοικοκυριό κι αυτοί ήταν οι γείτονες που νοιάζονταν για τον διπλανό τους. Έτσι νοιάζονταν. Να μάθουν αν γαμιέται και με ποιόν, για να τον κατακρεουργήσουν.

Αυτό είναι το νοικοκυριό της παλιάς Ελλάδας, γι' αυτό πρέπει να μιλήσουμε έξω από τα δόντια.

Νομίζω ότι τελείωσε η περίοδος χάριτος και έχουν βαρέσει όλοι οι συναγερμοί”

 

Αυτό το μύθο της παλιάς «νοικοκυρεμένης Ελλάδας που «ο νοικοκύρης είχε το σπίτι του καθαρό, τηρούσε τους κανόνες, του νόμους, είχε ενδιαφέρον για τον γείτονά του» καταρρίπτει με δική του ανάρτηση ο καθηγητής του Πολυτεχνείου Νίκος Μπελαβίλας Γράφει ο Νίκος Μπελαβίλας:

«Να μία εικόνα της "παλιάς νοικοκυρεμένης Ελλάδας". Ο νοικοκύρης στην παράνομη παράγκα της Δραπετσώνας. Με τη φαμίλια του. Έχτισε το φτωχικό του, ζούσε στο βαθύ περιθώριο και στα όρια της παραβατικότητας σε ένα τεράστιο γκέτο, των εργατικών συνοικιών του Πειραιά. Δίπλα του υπήρχαν τεκέδες. Πιο πέρα μπουρδέλα. Από πάνω οι καμινάδες των εργοστασίων ξερνούσαν θάνατο.

 

kaselakis05

 

Δεν σεβάστηκε κανέναν νόμο και κανένας νόμος δεν τον σεβάστηκε. Φαγωνόταν με τους γείτονες του για ένα μέτρο γης. Κυνηγιόταν με τον χωροφύλακα και με τον επιστάτη της φάμπρικας. Η μόνη καθαριότητα που μπορούσε να κάνει ήταν το ασβέστωμα. Το βαρέλι με τα παλιόξυλα πού’χε ξεβράσει η θάλασσα στο λιμάνι, ζέσταινε το χειμώνα. Το πάτωμα χωμάτινο αλλά τα παιδιά ξυπόλητα για να μην τρυπήσουν τα παπούτσια τους. Τα είχαν για το Πάσχα. Και τα νερά του απόπατου έτρεχαν στα σοκάκια.

Χιλιάδες ιστορίες να περιγράψουμε την παλιά νοικοκυρεμένη Ελλάδα και άλλες τόσες φωτογραφίες να τη δείξουν σε όσους δεν την ξέρουν. Ιστορίες και εικόνες φρίκης. Ξεκινούν από εδώ και φθάνουν σε εκείνους τους ματωμένους δρόμους της Θεσσαλονίκης. Εκεί όπου έγινε η άστοχη δήλωση που θέλει να φέρει «την επιστροφή στην παλιά νοικοκυρεμένη Ελλάδα. Στην Ελλάδα που ο νοικοκύρης είχε το σπίτι του καθαρό, τηρούσε τους κανόνες, του νόμους, είχε ενδιαφέρον για τον γείτονά του»

Όλο και πιο πολύ ως κυβέρνηση κατοχής συμπεριφέρεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον αέρα που της δίνει βέβαια το 41% των ψηφοφόρων της, η ανυπαρξία ουσιαστικής αντιπολίτευσης και η εκκωφαντική αδιαφορία των νοικοκυραίων. Με την, απαραίτητη πλέον, συνοδεία των ΜΑΤ άρχισαν σήμερα να κόβουν τα 72 δέντρα της πλατείας Εξαρχείων στα πλαίσια της κατασκευής του σταθμού Μετρό.

Ο κόσμος, αυτός ο λίγος αλλά ηρωϊκός κόσμος, αντιστέκεται με τρόπο που συγκινεί. Στο κόψιμο των δέντρων αντιδρά επίσης ο νεοεκλεγείς δήμαρχος Αθηναίων, Χ. Δούκας. Ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και δημοτικός σύμβουλος από την «Ανοιχτή πόλη» Νάσος Ηλιόπουλος αλλά και ο επίσης δημοτικός σύμβουλος Πέτρος Κωνσταντίνου από την «Ανταρσία στις γειτονιές», κατέθεσαν μήνυση και ανάγκασαν την εισαγγελία πρωτοδικών να συστήσει προσωρινή παύση των εργασιών μέχρι να διευκρινιστούν, λέει, οι συνθήκες κοπής των δέντρων.

Δεν είμαστε καθόλου αισιόδοξοι για το τελικό αποτέλεσμα, γνωρίζοντας πως οι κρατούντες βρίσκουν πάντα ένα παραθυράκι του νόμου για να επιβληθούν με νομότυπο, πλην όμως ανήθικο τρόπο. Είναι χαρακτηριστικό πως η σύμβαση με βάση την οποία πραγματοποιεί τις εργασίες το συνεργείο στην πλατεία στα Εξάρχεια αφορά σύμβαση που υπεγράφη με την Περιφέρεια Αττικής και σχετίζεται με την αποψίλωση πρασίνου στο πλαίσιο προληπτικών μέτρων για την εκδήλωση πυρκαγιάς (!!!).

Επιστρέφοντας στην ουσία του θέματος, δύο τεράστια ερωτήματα εγείρονται: Δεν μπορεί να φτιαχτεί ο σταθμός του Μετρό χωρίς να κοπούν τα δέντρα; Ήταν αναγκαίο να φτιαχτεί ο σταθμός πάνω στην πλατεία των Εξαρχείων, εφόσον ήταν σε όλους γνωστό πως θα υπάρξουν αντιδράσεις και εφόσον είχαν υπάρξει και αντιπροτάσεις;

Στο δεύτερο αυτό ερώτημα απαντά ο Νίκος Μπελαβίλας, καθηγητής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου και διευθυντής του Εργαστηρίου Αστικού Περιβάλλοντος, ο οποίος σε σχετική ανάρτησή του αναφέρει:

H φυσική θέση του σταθμού Μετρό είναι το Μουσείο και όχι τα Εξάρχεια. Εμπορικά, κυκλοφοριακά, πολεοδομικά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά η επιλογή Εξάρχεια είναι λάθος, η επιλογή Αρχαιολογικό Μουσείο είναι σωστή.

Η τεχνική λύση της χάραξης για τη χωροθέτηση του σταθμού στη συμβολή Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα δόθηκε από μεικτή κυβερνητική επιτροπή του Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, του Υπουργείου Πολιτισμού, του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, του Αρχαιολογικού και του Επιγραφικού Μουσείου με τον συντονισμό της «Ανάπλασης Αθήνας» την άνοιξη του 2019.

Η επιλογή της νέας κυβέρνησης, τον Σεπτέμβριο του 2019 να επιστρέψει το Μετρό στην πλατεία έχει σχέση με τη βεντέτα των ακροδεξιών υπουργών οι οποίοι υποσχέθηκαν την «εκκαθάριση των Εξαρχείων». Δεν έχει καμία σχέση με την προσπάθεια να εξυπηρετηθούν οι επιβάτες, οι κάτοικοι, οι επισκέπτες του κέντρου της Αθήνας.

 

Σελίδα 1 από 2

Youtube Playlists

youtube logo new

atticavoicepodcasts

atticavoiceyoutube

rafnews

rafdoumentaries

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.