Το 1977, η Μαρία Φαραντούρη κυκλοφορεί τα «Τραγούδια διαμαρτυρίας» που γνωρίζουν πρωτοφανή επιτυχία. Η εποχή άλλωστε, τρία μόλις χρόνια μετά τη χούντα, ευνοούσε έναν τέτοιο δίσκο
Με τη βαθιά και επιβλητική της φωνή, η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύει μοναδικά τραγούδια διαμαρτυρίας από όλο τον κόσμο. Τραγούδια που αγαπήθηκαν και τα περισσότερα από αυτά έγιναν κοινωνικοί ύμνοι.
Ας γνωρίσουμε, όμως, ένα-ένα τα τραγούδια αυτά καθώς και την τραγική ιστορία που κρύβεται πίσω από το καθένα
1. Bella ciao (Ιταλία-Ανωνύμου). Εργατικό τραγούδι της Βόρειας Ιταλίας που το τραγουδούσαν στις αρχές του αιώνα οι εργάτριες που μάζευαν το ρύζι στις φυτείες της ιταλικής επαρχίας «Terre d’Acqua» κοντά στην Μπολόνια.
Οι αρχικοί στίχοι του τραγουδιού μιλούσαν για τις σκληρές συνθήκες εργασίας μέσα στον καυτό ήλιο και για το αφεντικό, που «μ’ ένα ραβδί στο χέρι», δεν αφήνει τους εργάτες να πάρουν ανάσα και δεν πληρώνει τους μισθούς. Οι γυναίκες έλεγαν ότι «για κάθε ώρα που περνά μέσα στα χωράφια, χαραμίζεται η ζωή τους και τα νιάτα τους» αλλά ήλπιζαν ότι θα απελευθερωθούν και ότι «θα έρθει η μέρα που όλες τους θα δουλεύουν ελεύθερες». Η πρώτη καταγραφή του «Bella Ciao» με αυτούς τους στίχους έγινε το 1906 στην πόλη Βερτσέλλι στην ιταλική περιφέρεια Πεδεμόντιο
Κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, Ιταλοί παρτιζάνοι άλλαξαν τους στίχους και έγινε αντιστασιακός ύμνος.
«Ω! αντίο όμορφη, αντίο … και αν πεθάνω σαν αντάρτης, εσύ πρέπει να με θάψεις … Να με θάψεις εκεί, στο βουνό, κάτω από τη σκιά ενός υπέροχου λουλουδιού … Και οι άνθρωποι που θα περνούν θα λένε " ώ! τι όμορφο λουλούδι!" … Αυτό εδώ είναι το λουλούδι του αντάρτη που πέθανε για την λευτεριά μας»
Εδώ, μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το δίσκο
2. Άντρα μου πάει (Ιταλία-Franco Cirliano) ή το «Κλάμα της γυναίκας του μετανάστη» γραμμένο από τον Franco Cirliano, στην ελληνική διάλεκτο των χωριών της Κάτω Ιταλίας, τα «γκρεκάνικα».
Το τραγούδι είναι το κλάμα της γυναίκας του μετανάστη. Μετά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, πολλοί Ελληνόφωνοι των χωριών της Κάτω Ιταλίας έφυγαν για τη Γερμανία, το Βέλγιο και την Ελβετία, για να δουλέψουν εργάτες στα ορυχεία
«Θέλω να μεθύσω για να μη σκέφτομαι … να κλάψω και να γελάσω θέλω τούτο το βράδυ … με πολλή οργή να τραγουδήσω … στο φεγγάρι να φωνάξω: ο άντρας μου πάει … Οι άντρες μας πάνε, φεύγουν … αν πάνε όλα καλά, θα ιδωθούμε σ' ένα χρόνο … Αυτή είναι η ζωή μας, Χριστέ μου, πάνε στη Γερμανία με κλάμα και πόνο … “Μπαμπά γιατί πρέπει να πας; Πες μου γιατί;”. Γιατί έτσι είναι η ζωή, καημένα παιδάκια … ο φτωχός δουλεύει και ιδρώνει για να παχύνει τα αφεντικά με τη δουλειά του … Ακούω την μπάντα, ακούω τη μουσική είμαι εδώ μαζί σας μα σκέφτομαι και το τρένο …. σκέφτομαι το σκοτεινό ορυχείο …. όπου δουλεύοντας εκεί πεθαίνει ο κόσμος»
3. La peregrinacion (Αργεντινή-Από τη Misa Criola) : Λαϊκό θρησκευτικό τραγούδι, εμπνευσμένο από την παραδοσιακή μουσική της Αργεντινής
4. Sometimes i feel (Β. Αμερική-Παραδοσιακό νέγρικο) : Ένα παραδοσιακό νέγρικο τραγούδι (spiritual) που αφηγείται το παράπονο ενός ξεριζωμένου μαύρου που νιώθει σαν ορφανό παιδί μακρυά από τη γη που τον γέννησε.
Στα σκλαβοπάζαρα του Αμερικανικού Νότου, οι αγοραστές, κυρίως ιδιοκτήτες φυτειών βαμβακιού, διάλεγαν συνήθως τα νεότερα μέλη μιας οικογένειας και τα παιδιά αυτά δεν έβλεπαν ποτέ ξανά τους γονείς τους. Αυτά ήταν τα «παιδιά χωρίς μάνα», βίαια χωρισμένα από τη μάνα τους, τον πατέρα τους, την πατρίδα τους. Προορισμένα να ζήσουν σαν σκλάβοι και που οι απόγονοί τους στις ΗΠΑ, στην πλειοψηφία τους, ακόμη αντιμετωπίζονται σαν άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας
Οι ρίζες του τραγουδιού αυτού χάνονται στην ιστορία, όπως γίνεται σε όλα τα παραδοσιακά τραγούδια, στην προκειμένη περίπτωση, των Aφροαμερικάνων σκλάβων. Έχει ηχογραφηθεί με διάφορες τροποποιήσεις στίχων, ενώ η παλιότερη καταγεγραμμένη επίσημα εκτέλεση του τραγουδιού έρχεται 150 χρόνια πριν
«Sometimes I feel like a motherless child, a long way from my home»
5. El paso del Ebro (Ισπανία-Ανωνύμου 1937) : ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Ισπανικού Δημοκρατικού Στρατού κατά τη διάρκεια του Ισπανικού εμφυλίου πολέμου. Η μελωδία του τραγουδιού είναι μια λαϊκή μουσική αρκετά πιο παλιά. Οι στίχοι του τραγουδιού υπάρχουν σε δύο παραλλαγές, γνωστές ως "El Paso del Ebro" και "Viva la XV Brigada".
Η πρώτη σχετίζεται με τη Μάχη του ποταμού Έβρου και η δεύτερη αναφέρεται στη Μάχη του Χάραμα, δύο από τις κύριες αναμετρήσεις του εμφυλίου πολέμου. Η Μάχη του Έβρου (Ιούλιος-Νοέμβριος 1938) ήταν η σπουδαιότερη και σκληρότερη του Ισπανικού Εμφυλίου και , με την επικράτηση των φασιστών του Φράνκο, σηματοδότησε την αρχή του τέλους για τον Ισπανικό εμφύλιο.
Στη Μάχη του Έβρου πολέμησε και η 15η Διεθνής Ταξιαρχία, που αποτελούνταν από ξένους εθελοντές, ανάμεσά τους και Έλληνες. Οι Έλληνες που πολέμησαν στον Ισπανικό εμφύλιο ήταν περίπου 300 και οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ενταγμένοι στο Βαλκανικό Τάγμα Ντιμιτρόφ της 15ης Διεθνούς Ταξιαρχίας. Υπολογίζεται πως τουλάχιστον 70 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους στις μάχες του πολέμου αυτού.
«Η Στρατιά του Έβρου πέρασε μια νύχτα το ποτάμι κι έδωσε ένα καλό μάθημα στους εισβολείς … Των προδοτών η αεροπορία πάνω μας ξερνάει την οργή της … Μα τίποτα δεν μπορούν να κάνουν οι βόμβες όταν περισσεύει η καρδιά»
6. Gracias a la vida (Χιλή) : ένας ευχαριστήριος ύμνος για τη ζωή, γραμμένος από τη Χιλιανή Βιολέτα Πάρρα. Το τραγούδι γράφτηκε το 1966. Ένα χρόνο μετά, η Βιολέτα αυτοκτόνησε κάνοντας το τραγούδι να φαίνεται πιο πολύ σαν ένας αποχαιρετισμός προς τη ζωή
«Ευχαριστώ τη ζωή που μου έδωσε τόσα πολλά … μου έδωσε τα βήματα στα κουρασμένα μου πόδια … με αυτά περπάτησα μέσα από πόλεις κι’ από λάσπη … ακρογιαλιές και έρημους, βουνά και πεδιάδες … και το σπίτι σου, το δρόμο και την αυλή σου.
Ευχαριστώ τη ζωή που μου έδωσε τόσα πολλά … Μου έδωσε το γέλιο, μου ‘δωσε το δάκρυ
κι έτσι ξεχωρίζω την καλή τύχη από τη θλίψη …. τα δυο υλικά που φτιάξανε το τραγούδι μου … και το τραγούδι το δικό σας που είναι και δικό μου»
7. La plegaria a un labrador (Χιλή) : ένα τραγούδι του μεγάλου Χιλιανού τροβαδούρου Βίκτορ Χάρα, με το τραγικό τέλος που τον κατέταξε για πάντα στους ήρωες των κοινωνικών αγώνων.
Το πραξικόπημα του Πινοσέτ, ενορχηστρωμένο από τη CIA, βρήκε τον Βίκτορ Χάρα σπίτι του. Ήταν 11 Σεπτεμβρίου 1973, η δική μας χούντα ήταν στα τελειώματά της, των Χιλιανών μόλις άρχιζε
Ο Βίκτορ αποχαιρέτησε τη σύζυγο του, πήρε την κιθάρα του και έφυγε για το Πανεπιστήμιο. Από εκεί έκανε και το τελευταίο τηλεφώνημα του. "Μου μίλησε σαν να με αποχαιρετούσε. Μου είπε ότι θα μείνει κοντά στους φοιτητές του. Μου ζήτησε να προσέχω τον εαυτό μου και τα παιδιά. Ήταν η τελευταία φορά που μιλήσαμε" θυμάται η Τζοάν Χάρα.
Την επόμενη μέρα, στρατιώτες εισέβαλαν στο Πανεπιστήμιο και συνέλαβαν όσους βρίσκονταν εκεί για να τους μεταφέρουν στο εθνικό στάδιο της Χιλής που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους οπαδούς του δολοφονηθέντος προέδρου Αλιέντε.
Εκεί, δεν άργησαν να τον αναγνωρίσουν. "Εσύ δεν είσαι ο Βίκτορ Χάρα; Γιατί δεν μας τραγουδάς τώρα;" τον ρώτησε ένας αξιωματικός γελώντας. Οι στρατιώτες άρχισαν να τον χτυπούν με τα όπλα μέχρι που έπεσε στο πάτωμα. Ο αξιωματικός πέταξε το τσιγάρο που κάπνιζε και ζήτησε από τον Βίκτορ να το μαζέψει. Όσο δεν το έκανε οι στρατιώτες συνέχισαν να τον χτυπούν. Ο Βίκτορ άπλωσε τελικά το χέρι του και ο αξιωματικός το πάτησε. Του έσπασε τον έναν καρπό και στη συνέχεια τον άλλο. "Παίξε μας τώρα κιθάρα με σπασμένα χέρια" του φώναξε, "παίξε πουτάνας γιέ".
Σύμφωνα με μαρτυρίες, οι βασανιστές του έδωσαν μια κιθάρα ζητώντας του να παίξει και ο Βίκτορ Χάρα, με σπασμένα χέρια τραγούδησε αποσπάσματα από το τραγούδι Venceremos (Θα νικήσουμε)
Ο Βίκτορ Χάρα βασανίστηκε επί ώρες. Τελικά, εκτελέστηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι στις 16 Σεπτεμβρίου 1973. Στη συνέχεια, οι στρατιώτες γάζωσαν με 44 σφαίρες το πτώμα του και το πέταξαν στο δρόμο. Μια νοσοκόμα το βρήκε και τον αναγνώρισε. Ειδοποίησε τη σύζυγο του, που πήγε κρυφά και το παρέλαβε. "Το σώμα του ήταν γεμάτο πληγές και οι καρποί του σπασμένοι. Στο κεφάλι του είχε ένα τραύμα από σφαίρα" θυμάται. Τον έθαψε σε έναν τάφο χωρίς όνομα στο γενικό νεκροταφείο του Σαντιάγο και έφυγε από τη χώρα.
«Ορθώσου … κοίτα τα χέρια σου και σφιχτά με τα’ αδέλφι σου για να ανδριώσεις … μαζί θα προχωρήσουμε ενωμένοι … τώρα και την ώρα του θανάτου»
8. Commandante Che Guevara (Κούβα) : ένα τραγούδι για τον μεγάλο επαναστάτη Τσε Γκεβάρα. Το «Hasta Siempre, Comandante» γράφτηκε το 1965 από τον κουβανό κιθαρίστα, τραγουδιστή και συνθέτη Carlos Puebla. Σύμφωνα με τον Puebla Πουέμπλα, οι στίχοι του τραγουδιού αποτελούν στην ουσία απάντηση στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του Τσε προς τον Φιντέλ Κάστρο, με το οποίο γνωστοποιούσε στον κουβανικό λαό την πρόθεση του να φύγει από την Κούβα για να στηρίξει επαναστατικά κινήματα σε άλλες γωνιές του κόσμου.
Η Δέσποινα Φορτσερά έβαλε όμορφους ελληνικούς στίχους για να το τραγουδήσουν οι Apurimac πολλά χρόνια αργότερα:
« Σα θρύλος γύρω καλπάζεις … Σαν ευχή και σαν κατάρα … Στα στενά της Σάντα Κλάρα …
τ΄ όνειρό σου δοκιμάζεις… Εδώ θα μείνει για πάντα … Το ζεστό το πέρασμά σου … Φωτιά που ανάβει η ματιά σου … Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα»
9. Joe Hill (Β. Αμερική-Hayes Robinson): ένα τραγούδι των Earl Robinson and Alfred Hayes
για τον Joe Hill, τον συνδικαλιστή μάρτυρα και ηγετικό στέλεχος των «Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου» (IWW), των οποίων τα μέλη έγιναν γνωστά με το παρατσούκλι «Wobblies»)
Οι «IWW» δημιουργήθηκαν το 1905. Αντιτάχθηκαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαιρέτισαν την Οχτωβριανή Επανάσταση, οργάνωσαν τους εργάτες, ηγήθηκαν μεγάλων απεργιών, ανέδειξαν σημαντικά στελέχη του κινήματος των ΗΠΑ και κυνηγήθηκαν λυσσαλέα από τους βιομήχανους και το αστικό κράτος, έχοντας πολλά θύματα. Στη δεκαετία του 1920 οι επαναστατικές δυνάμεις των «IWW» εντάχθηκαν στο ΚΚ ΗΠΑ.
Στις 10 Ιανουαρίου του 1914, στο Σολτ Λέικ των ΗΠΑ, ο Τζον Μόρρισον και ο γιος του Άρλινγκ δολοφονούνται μέσα στο μπακάλικό τους από δύο ενόπλους που έχουν καλύψει τα πρόσωπά τους με κόκκινα φουλάρια. Για τη δολοφονία τους συλλαμβάνεται ο Joe Hill , ο οποίος αρνείται την κατηγορία, το αστικό κράτος όμως είχε βρει τη χρυσή ευκαιρία για να ξεφορτωθε’ί τον ενοχλητικό μπελά
Ο Joe Hill εκτελέστηκε στις 19 Νοεμβρίου του 1915. Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του τοποθετήθηκαν σε εξακόσιους μικρούς φακέλους και στάλθηκαν σε σωματεία σε όλον τον κόσμο. Κάποιοι από αυτούς τους φακέλους ανοίχτηκαν στις Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις του 1916 και οι στάχτες του Hill σκόρπισαν πάνω από τα επαναστατικά λάβαρα των συντρόφων του.
Στο τελευταίο γράμμα του προς τον Μπιλ Χέιγουντ, έναν ηγέτη των IWW, ο Joe Hill γράφει: «Αντίο Μπιλ. Πεθαίνω σαν αληθινός επαναστάτης. Μην χάσετε χρόνο σε θρήνους. Οργανωθείτε..!»
«Ονειρεύτηκα τον Joe Hill χθες το βράδυ … Ζωντανό όπως εσύ κι εγώ … Του είπα “μα Τζο, είσαι δέκα χρόνια νεκρός” … “Ποτέ δεν πέθανα” είπε αυτός … “Ποτέ δεν πέθανα” είπε αυτός … Από το Σαν Ντιέγκο μέχρι το Μέιν … Σε κάθε ορυχείο και μύλο … Όπου οι εργάτες υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους … Εκεί θα βρεις τον Joe Hill »
Το τραγούδι του Joe Hill, το τραγούδησε η Joan Baez στο φεστιβάλ του Woodstock αφιερώνοντάς το στον τότε σύζυγό της που βρισκόταν σε απεργία πείνας μέσα στη φυλακή επειδή είχε αρνηθεί να στρατολογηθεί για τον πόλεμο του Βιετνάμ.
10. Te recuerdo Amanda (Χιλή-Victor Jara): άλλο ένα τραγούδι του Βίκτορ Χάρα
« Σε θυμάμαι Αμάντα να διαβαίνεις τους υγρούς δρόμους τρέχοντας για τη φάμπρικα που δούλευε ο Μανουέλ … το μεγάλο χαμόγελό σου, η βροχή στα μαλλιά σου, τίποτα δε σ’ ενδιαφέρει … θέλεις μόνο να συναντηθείς μαζί του για πέντε λεπτά … Ένα βράδυ έφυγε και πήρε τα βουνά… ένα βράδυ έφυγε και σε πέντε λεπτά όλα άλλαξαν … χτυπάει η σειρήνα … γυρίζουν στη δουλειά … πολλοί δε γύρισαν ποτέ … ανάμεσά τους κι ο Μανουέλ»
Πηγές
https://www.toperiodiko.gr
https://www.mixanitouxronou.gr/quot-bella-ciao
https://www.mixanitouxronou.gr/antra-mou-paι
https://www.janus.gr/2019/06/blog-post_12.html