Το χρώμα της ντροπής, το μωβ χρώμα του αποσπασμένου δάσους δεσπόζει πια στην κάποτε "Πιτυούσα" Αττική
Στην παλέτα των χρωμάτων της απεικόνισης της Αττικής, το πράσινο έχει αποχωρήσει, δίνοντας τη θέση του στο πένθιμο αλλά ευρωφόρο για τους θρασείς εμπόρους του μέλλοντος και της ζωής, μωβ.
Πράγματι, παρατηρώντας τον ορθοφωτοχάρτη της Αττικής με την δασική πληροφορία, οι περιοχές που εξαιρέθηκαν «προσωρινά» (αλλά ουδέν μονιμότερο του προσωρινού) από τη δασική ανάρτηση, καταλαμβάνουν εντυπωσιακά μεγάλη έκταση. Τα «ιώδη περιγράμματα» έγιναν θηλιές και προκαλούν αργή, βασανιστική ασφυξία σε έναν τόπο που κάποτε, άλλοι κάτοικοι του που τον σέβονταν, τον δόξασαν. Αυτό που η Φύση ενέταξε στην αγκαλιά της, ως δάσος ή δασική εν γένει έκταση, ο άνθρωπος, με τη δύναμη της φωτιάς και του νόμου το απέσπασε, το κατακρεούργησε και το έκανε «δομημένο», που πάει να πει νεκρό. Ακίνητο και πεθαμένο.
Η άσχημη σημερινή εικόνα της Αττικής έχει ρίζες. Εδώ θα κάνουμε μία αναζήτηση των ριζών αυτών, καθώς επίσης θα δούμε τις πηγές των φόβων που εκφράζουμε κάθε καλοκαίρι, όταν βλέπουμε νεκρή βιομάζα να μαζεύεται στα εναπομείναντα δάση και στις τελευταίες δασικές εκτάσεις του της Αττικής. Τώρα δεν είναι το δάσος που κινδυνεύει να καεί. Τώρα είναι οι άνθρωποι, που αντικατέστησαν το δάσος και που διατρέχουν τον κίνδυνο.
Πεντέλη 1995. Ένα μακάβριο ιστορικό
Από τις πλέον καταστροφικές φωτιές που κατέκαψαν την Αττική ήταν αυτές του Ιουλίου του 1995. Οι φλόγες ξεκίνησαν από χωράφι κοντά στον Αγιο Πέτρο. Και φυσικά την ημέρα που ξεκίνησε η πυρκαγιά, στην περιοχή έπνεαν εντονότατοι άνεμοι.
Πικέρμι, Παλλήνη, Ντράφι, Ανθούσα και Πεντέλη παραδόθηκαν σχεδόν αμέσως στις φλόγες.
Ολοσχερώς κάηκε το δάσος της Ραπεντώσας από τον Αγιο Πέτρο ώς το Γερμανικό Νεκροταφείο. Επί τρεις ολόκληρες ημέρες η Πεντέλη καιγόταν. Το μόνο που έμεινε όταν οι φλόγες κατέφαγαν τα πάντα στο πέρασμά τους ήταν στάχτες, αποκαΐδια και απόγνωση. Συντηρητικοί απολογισμοί έκαναν τότε λόγο για περισσότερα από 150 σπίτια καμένα, ενώ έγιναν στάχτη πάνω από 100.000 στρέμματα δάσους. Η πύρινη καταστροφή έφτασε στο Ντράφι, την Καλλιτεχνούπολη και τον Νέο Βουτζά. Την ίδια περίοδο κάηκαν και 9.000 στρέμματα στον Ωρωπό. Καταστροφικές πυρκαγιές ξέσπασαν και στο Σχηματάρι και τα Βίλια.
25 χρόνια μετά, στην Αττική έχει επικρατήσει η τσιμεντένια παρακμή, είτε επιβλήθηκε «νόμιμα» είτε εγκαταστάθηκε αυθαίρετα. Χρειάστηκαν μόνο 3-4 μεγάλες φωτιές, η μία πίσω από την άλλη, για να αφανίσουν σημαντικότατες δασικές εκτάσεις και να δώσουν τη σκυτάλη στην τρελή οικοδόμηση που γέννησε τα βορειοανατολικά προάστια της Αθήνας.
Δασολόγοι και ειδικοί μιλούν για «φιλέτα» που εσκεμμένα φαγώθηκαν προκειμένου να γίνουν κατοικίες ανερχόμενων μικροαστών, μεσοαστών αλλά σίγουρα εχόντων. Έπρεπε φυσικά να κάνουν το χρήμα να «κυκλοφορεί» μεταξύ αυτών που καρπώθηκαν από τις πύρινες καταστροφές. Η ανάπτυξη της οικοδομής πατούσε για μία φορά ακόμα στην καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος. Όπλα της ανάπτυξης, η φωτιά και ο νόμος του ψευτοκυρίαρχου νεοέλληνα.
Μετά τη φωτιά του 1995 ήρθαν οι διαρκείς παραβιάσεις της δασικής νομοθεσίας του 1979 και η αδηφάγος πελατεία των τοπικών παραγοντίσκων. Ήρθαν μικροί και μεγάλοι συνεταιρισμοί, αρπακτικά του ζωντανού βουνού, πτωματοφάγα του καμένου σώματος του. Μηχανές μεταβολισμού του μέλλοντος σε σημερινό, άμεσα καταναλώσιμο χρήμα.
Τα τελευταία 10-15 χρόνια προστέθηκαν στο σχέδιο πόλεως περισσότερα από 100.000 στρέμματα. Για να μη μιλήσουμε για τη νομιμοποίηση αυθαιρέτων που χτίστηκαν στα καμένα. Σήμερα ειδικά, το απαράδεκτο «δίκαιο Χατζηδάκη» με την επινόηση που παρέλαβε από τον ψευτοοικολόγο Τσιρώνη και τον τρισχειρότερο Φάμελο, έρχεται να βουλώσει στόματα και συνειδήσεις, νομιμοποιώντας τους καταστροφείς και καταπατητές υπό το όνομα «οικιστικές πυκνώσεις». Όπως με θράσος προφασίζονταν για το έγκλημα τους οι δήμιοι του τόπου «Είναι μία πραγματικότητα, τι να κάνουμε; Να την αρνηθούμε;»
Δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι οι τιμές της γης σε Διόνυσο, Εκάλη, Πεντέλη και τα γύρω βόρεια προάστια είναι ακόμα αστρονομικές. Σύμφωνα με ειδικούς, τα περισσότερα σπίτια στις περιοχές αυτές χτίστηκαν μετά τις πρώτες πυρκαγιές, στα μέσα δηλαδή και τα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Η επικίνδυνη αμορφωσιά και η ξιπασιά ενός λαού που υποβαθμίζει το φυσικό περιβάλλον και θεωρεί το δάσος απλά «πράσινο», οδηγεί πια μαθηματικά στον αφανισμό. Όχι μόνο του δάσους και του πρασίνου, αλλά του τόπου ολόκληρου και της ζωής που αυτός φιλοξενεί. Το δάσος, αλλά και το υποβαθμισμένο σε ανθρώπινη κλίμακα «πράσινο», δεν είναι ούτε αιώνια ούτε αειθαλή, ούτε θα υπάρχουν από μόνα τους όσο φροντίζουμε επιμελώς να το καταστρέφουμε.
Εικόνες για να μαθαίνουν οι νέοι (οι παλιοί ούτε θυμούνται ούτε θέλουν να θυμούνται)
Οι τηλεοπτικές μεταδόσεις της πυρκαγιάς της Πεντέλης του 1995 είναι ακόμα ζωντανές, όπως και οι ίδιες οι μνήμες και οι εμπειρίες εκείνης της καταστροφής. 300.000 στρέμματα δάσους έδωσαν σε μεγάλο ποσοστό τη θέση τους σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς, μεμονωμένους «προνομιούχους» οικιστές και λοιπά αδηφάγα της ελληνικής πραγματικότητας.
Ένα χρονικό μιας μακάβριας διαδοχής που οδηγεί στα ακόμα χειρότερα. Τα χειρότερα που βλέπουμε καθημερινά να ξεπροβάλουν την απαίσια μορφή τους μέσα από τον σκουπιδοσωρό της νέας κοινωνίας που στήθηκε στις στάχτες του καμένου δάσους της Πεντέλης
Ας το κρατήσουμε στον νου μας (ως παράμετρο) όταν θα φωνάζουμε σαν τον τύπο στo βίντεο «,,,ένα βυτίο ρε παιδιά να γλιτώσει η οικοδομή» (που με κάποιο μαγικό τρόπο βρέθηκε μέσα στο δάσος)
Ας κρατήσουμε στον νου μας, πως το 1945 η πεντελική γη ήταν καλυμμένη από πευκοδάση, μεγάλες θαμνώδεις εκτάσεις και αρκετές καλλιέργειες. Δεν υπήρχαν οικισμοί. Από το 1995 (δηλαδή πριν και από τη δεύτερη μεγάλη φωτιά των τελευταίων ετών, αυτή του 1998), ένα μεγάλο τμήμα της περιοχής έχει καλυφθεί αποκλειστικά και μόνον από οικισμούς.
Αν πάνω στον πλέον πρόσφατο χάρτη (πάρτε τον από το site του Κτηματολογίου) τοποθετήσει κανείς μικρές κουκίδες στα σημεία που έχουν εκδηλωθεί εστίες φωτιάς, από το 1970 μέχρι το 1995, θα δει πως όλα βρίσκονται πολύ κοντά το ένα στο άλλο: οι οικισμοί στις φωτιές και οι φωτιές στους οικισμούς.
Όσοι κατοικούμε στην ανατολική Αττική, είτε εντός οικισμών με εγκεκριμένο σχέδιο ήδη πριν το 1923, ή σε οικισμούς των επίσημων και εθνικών καταπατητών (συνεταιρισμοί, ΑΟΟΑ κλπ), είτε εκτός σχεδίου (και αυτό είναι ακόμα χειρότερο), είμαστε κληρονόμοι του φόβου. Του φόβου της φωτιάς, της επανάληψης της καταστροφής, που σε πολλές περιπτώσεις γέννησε το ίδιο μας το σπίτι. Και φέτος ο φόβος αυτός είναι μεγαλύτερος, αφού οι συνθήκες του χειμώνα αύξησαν την παραγωγή βιομάζας η οποία είναι πια νεκρή, ξερή και αποτελεί τεράστιο παράγοντα κινδύνου.
Μοιάζει με μαύρο, με πικρό χιούμορ που διαθέτει η ίδια η Φύση και μας το προσφέρει για να ξανασκεφτούμε τη ζωή μας, κάθε φορά που ενδεχομένως επικαλεστούμε το «νόμιμο» της εγκατάστασης μας. Εκεί που κάποτε απλώνονταν τα φημισμένα πευκοδάση του Πεντελικού ή ακόμα αρχαιότερα τα πλούσια δρυοδάση του.
Πηγές:
-ΤΑ ΝΕΑ 21/10/2000 - Σταμάτη Λαμπρινή: Η Πεντέλη χτίστηκε γύρω από τις εστίες της μεγάλης πυρκαγιάς
-ΤΟ ΒΗΜΑ 25/11/2008 -Αποκαΐδια σαν άλλοτε
-ΤΑ ΝΕΑ 4/8/2008 - ΔΕΝ ΦΥΤΡΩΝΕΙ ΞΑΝΑ ΠΡΑΣΙΝΟ Σ' ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΚΑΜΕΝΗ ΓΗ
ΝΕΚΡΑ ΔΑΣΗ
- Youtube