Έτσι καταλήγει στην παρουσίαση της προσωπικότητας του αγωνιστή Αντώνη Οικονόμου ο συγγραφέας Γιώργης Λαμπρινός, μέσα από το έργο του «Μορφές του Εικοσιένα». Σε αυτή τη σειρά ιστορικών μονογραφιών, ο συγγραφέας παρουσιάζει έντεκα πρόσωπα λαϊκών αγωνιστών που «ήρθαν, πέρασαν κ’ έφυγαν, σιωπηλοί και μαρτυρικοί, ταπεινοί και ξεχασμένοι, αφού έκαναν πρώτα το μεγάλο τους χρέος στο λαό της πατρίδας τους. Είναι οι αληθινοί δουλευτάδες του ξεσηκωμού και της λευτεριάς…»
Η πρώτη έκδοση της σειράς έγινε το Νοέμβριο του 1941 στη γερμανοκρατούμενη Ελλάδα. Ακολούθησαν και άλλες εκδόσεις, με πιο πρόσφατη αυτήν του 2002 από τις εκδόσεις Καστανιώτη με πρωτοβουλία του γιού του, Φώτη Λαμπρινού.
«Έπεσε», γράφει ο Λαμπρινός, «απ’ τα βόλια Ελλήνων την ώρα που η φωνή του αγωνιζόμενου Έθνους τον καλούσε να πάρει τη θέση του στη μάχη. Δεν έπεσε στη μάχη με τον εθνικό εχθρό, μα στάθηκε το μεγάλο θύμα του εσωτερικού πολέμου». Η τραγική ειρωνεία είναι πως το ίδιο τραγικό τέλος με τον Οικονόμου θα είχε, λίγα χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου του, και ο Γιώργης Λαμπρινός. Και αυτός από βόλια Ελλήνων
Ο Αντώνης Οικονόμου δολοφονήθηκε το Δεκέμβριο του 1821 από ειδικό απόσπασμα που έστειλε για το σκοπό αυτό ο κοτζάμπασης της Βοστίτσας (σημερινό Αίγιο) Ανδρέας Λόντος καθώς ο Οικονόμου κατευθυνόταν για να μιλήσει στην πρώτη Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου. Από την άλλη μεριά, ο Γιώργης Λαμπρινός, ο συγγραφέας που ύμνησε τον Αντώνη Οικονόμου και βρέθηκε στα βουνά κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου ως ανταποκριτής της εφημερίδας του Δημοκρατικού Στρατού, συνελήφθη τον Ιούλιο του 1949 και εκτελέστηκε από απόσπασμα του αμερικανοκίνητου «Εθνικού» Στρατού. Δύο παράλληλες τραγικές ιστορίες που αποδεικνύουν περίτρανα το επίπλαστο της επίκλησης της εθνικής ενότητας, που γίνεται μόνο όταν και όποτε βολεύει τους κυρίαρχους
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή, προσπαθώντας να αναδείξουμε την τεράστια συμβολή του Αντώνη Οικονόμου στην υπόθεση της Ελληνικής Επανάστασης. Γιατί, ο Αντώνης Οικονόμου είναι ο άνθρωπος που σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στην Ύδρα, κόντρα στη θέληση των προκρίτων και των καραβοκύρηδων, και που έθεσε στη διάθεση της Επανάστασης το μεγάλο στόλο του νησιού. Και αν κάποιος απορεί γιατί ο αγωνιστής αυτός αγνοήθηκε τόσο από την επίσημη ιστοριογραφία όσο και από τα σχολικά βιβλία, είναι γιατί ο Αντώνης Οικονόμου ενσάρκωνε μια άλλη διάσταση του ξεσηκωμού. Μια διάσταση που η εθνική μας ιστοριογραφία, καθοριζόμενη από τους νικητές κοτζαμπάσηδες δολοφόνους του, θέλησε επιμελώς να αποκρύψει
Η Ύδρα, εκείνη την εποχή, είναι ένα από τα ισχυρότερα ελληνικά εμπορικά κέντρα, διαθέτοντας το μεγαλύτερο στόλο ανάμεσα σε όλα τα νησιά. Δύο είναι οι αιτίες που συντελούν στη μετατροπή της Ύδρας, μέσα σε λίγες δεκαετίες, από ένα μικρό και ασήμαντο νησί, στο πιο πλούσιο ίσως μέρος της Ελλάδας. Από τη μια είναι η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) – που δίνει το δικαίωμα στους Έλληνες ναυτικούς να ταξιδεύουν ελεύθερα παντού με τη Ρωσική σημαία. Από την άλλη, είναι οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι που ακολούθησαν τη Γαλλική Επανάσταση του 1789 και ο ναυτικός αποκλεισμός των λιμανιών της Δυτικής Μεσογείου από τον αγγλικό στόλο, που δίνουν στην Ύδρα μια μοναδική ευκαιρία πλουτισμού. Το σπάσιμο του ναυτικού αποκλεισμού από τους παράτολμους Υδραίους, που εκμεταλλεύονται άλλοτε την προσωρινή απομάκρυνση των αγγλικών πολεμικών και άλλοτε τη θαλασσοταραχή που δεν επιτρέπει καταδιώξεις, φέρνει στους αποκλεισμένους Γάλλους το πολύτιμο για την επιβίωσή τους ρώσικο σιτάρι από τον Εύξεινο Πόντο, φέρνει όμως και στους Υδραίους καραβοκύρηδες πολύ χρυσάφι.
Ο Θεμιστοκλής, πίνακας του Αντώνιου Κριεζή, αντίγραφο από έργο του Antoine Roux που φιλοτεχνήθηκε στη Μασσαλία το 1811.
Ο πίνακας απεικονίζει το μπρίκι Θεμιστοκλής της νήσου Ύδρας με ρωσική σημαία.
Το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου συσσωρεύεται στα χέρια μιας μικρής μερίδας μεγάλων πλοιοκτητών, στα πλοία των οποίων δουλεύουν ναυτικοί σε καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, βέβαια, όμως ο τρόπος αμοιβής τους καθορίζεται σε συνάρτηση με το κέρδος κάθε ταξιδιού. Κάθε ναυτικός, δηλαδή, είναι – κατά ένα μικρό μέρος βέβαια – συνέταιρος στην επιχείρηση του κάθε ταξιδιού. Είναι, σύμφωνα με τη γλώσσα της εποχής, «σύντροφος» ή «συντροφοναύτης». Δεν λείπουν βέβαια ποτέ, οι προστριβές μεταξύ κεφαλαιούχων πλοιοκτητών και συντροφοναυτών.
Όσο διαρκεί η περίοδος της ευμάρειας, οι ναύτες μπορούν να μένουν κι αυτοί ικανοποιημένοι, καθώς αναλογεί και σ’ αυτούς ένα μέρος του συσσωρευόμενου πλούτου. Η λήξη, όμως, των Ναπολεόντειων πολέμων και η απελευθέρωση του ναυτικού εμπορίου, κάνει τους Υδραίους, αλλά και τα υπόλοιπα ελληνικά ναυτικά νησιά, να χάσουν την αποκλειστικότητα. Τα ναυτικά νησιά αρχίζουν να εισέρχονται σταδιακά σε οικονομική κρίση και τις παραμονές της Επανάστασης, χιλιάδες έμπειροι ναυτικοί των νησιών βρίσκονται άνεργοι και δυσαρεστημένοι · κάτι που θα παίξει σαφώς το ρόλο του στη μετάδοση της φλόγας της Επανάστασης στα νησιά. Έστω και αν οι καραβοκύρηδες της Ύδρας προσπάθησαν να τη σβήσουν. Και ίσως να τα κατάφερναν, αν δεν εμφανιζόταν μπροστάρης και καθοδηγητής, ο Αντώνης Οικονόμου
Ο Αντώνης Οικονόμου ήταν ένας μικροκαπετάνιος, που το ένα και μοναδικό του καράβι τσακίστηκε σε μια χειμωνιάτικη θαλασσοταραχή στα Γάδειρα, κοντά στα στενά του Γιβραλτάρ. Κατάφερε και γύρισε στην Ύδρα, όμως δεν κάθισε πολύ εκεί.
Βρισκόμαστε στα 1820. Ο Αντώνης Οικονόμου αποφασίζει να πάει στην Κωνσταντινούπολη, όπου θα προσπαθήσει να ναυπηγήσει νέο καράβι. Εκεί όμως, έρχεται σε επαφή με ανθρώπους της Φιλικής Εταιρείας και τα σχέδιά του αλλάζουν δραματικά. Γρήγορα κατηχείται στους σκοπούς της Εταιρείας και επιστρέφει στην Ύδρα με ένα και μοναδικό πλέον σκοπό. Να ξεσηκώσει το νησί, σύμφωνα με το σχέδιο της Φιλικής Εταιρείας.
Μόλις φτάνει στην Ύδρα, ο Αντώνης Οικονόμου πιάνει δουλειά ως δεύτερος καπετάνιος σε καράβια άλλων πλοιοκτητών. Από τη θέση του αυτή έρχεται σε επαφή με το ναυτόκοσμο της Ύδρας, κατηχώντας τον και θέτοντας τις βάσεις για τον ξεσηκωμό που δε θ’ αργούσε να ξεσπάσει.
Ο λαός της Ύδρας φαίνεται έτοιμος. Όπως προαναφέραμε, η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει τους ναύτες του νησιού και το κάλεσμα του Οικονόμου για ξεσηκωμό ακούγεται πολύ πιο εύκολα από ό,τι θα ακουγόταν παλιότερα. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τους πρόκριτους του νησιού, οι οποίοι τάσσονται εχθρικά απέναντι σε κάθε σχέδιο εξέγερσης, δηλώνοντας πως θα χτυπήσουν κάθε ταραχή που θα ξεσπάσει. Οι πρόκριτοι δεν είναι διατεθειμένοι να ρισκάρουν τα πλούτη και την ευημερία τους, αλλά και τα δικαιώματα και τα προνόμια που απολάμβαναν μέχρι τότε
Υδραίοι ναυτικοί. Λιθογραφία του A. Friedel
Όπως γράφει ο Δ.Κόκκινος στην “Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος”: «Εἰς τήν Ὕδραν ἡ ὁποία διέθετε τά περισσότερα πλοῖα, τά μεγαλύτερα καί βαρύτερα ἐξωπλισμένα, ἐβράδυναν τά πράγματα. Διότι ἐπεκράτει τό συντηρητικόν πνεῦμα τῶν προκρίτων της, οἱ ὁποῖοι ἐφοβοῦντο τό ἀνέτοιμον καί ἀνοργάνωτον τοῦ ἀγῶνος, ἐξ οὗ ἐκινδύνευον νά χάσουν τά πλοῖα των»
Η πρώτη επαφή με τους πρόκριτους της Ύδρας γίνεται το Δεκέμβρη του 1820, όταν ο Παπαφλέσσας έρχεται στο νησί. Εκεί συναντιέται με τον Οικονόμου και τους άλλους Φιλικούς του νησιού, προκειμένου να καταστρώσουν τα σχέδια της εξέγερσης. Αντιμετωπίζοντας την άρνηση των προκρίτων, αποφασίζουν να προχωρήσουν έστω και χωρίς αυτούς
Κατά τα μέσα του Μάρτη, όταν και αρχίζουν να καταφτάνουν τα επαναστατικά μηνύματα από το Μωριά, ο Οικονόμου έρχεται ξανά σε επαφή με τους προκρίτους. Οι πρόκριτοι, όχι μόνο δεν έχουν αλλάξει γνώμη, αλλά έχουν στείλει κιόλας τους ναύτες που κάθε χρόνο έστελνε υποχρεωτικά η Ύδρα για να υπηρετούν στον Οθωμανικό στόλο. Ο Οικονόμου όμως έχει πάρει πλέον την απόφασή του να δράσει χωρίς τους προκρίτους και, στην ανάγκη, και ενάντιά τους. Οι άνθρωποι του Οικονόμου προφταίνουν τους Υδραίους ναύτες πριν φτάσουν στην Κωνσταντινούπολη και τους γυρίζουν πίσω στο νησί.
Εν τω μεταξύ, στην Ύδρα, ο Οικονόμου με τους συνεργάτες του στρατολογούν συνεχώς επαναστάτες κάτω από τη μύτη των προκρίτων, με την πρόφαση πως συγκροτούν σώμα για να πάει να πολεμήσει στο Μωριά. Στην πραγματικότητα όμως, ετοιμάζονται για κίνημα μέσα στο νησί. Στις 27 Μαρτίου φτάνει στην Ύδρα η είδηση πως ο Μωριάς επαναστάτησε. Τα νέα συνταράζουν το νησί και η φωτιά δεν αργεί ν’ ανάψει. Αργά το βράδυ της ίδιας ημέρας, οι καμπάνες αρχίζουν να χτυπούν και άγριες πολεμικές κραυγές σκίζουν τον αέρα : «στ’ άρματα! όλοι στ’ άρματα!». Ένα ανθρώπινο ποτάμι πλημμυρίζει τους δρόμους, μαρτυρώντας πως η απόφαση έχει ληφθεί. Η Ύδρα βγαίνει στην Επανάσταση και κανένας από τους προκρίτους δε θα μπορέσει να το σταματήσει.
Ο Οικονόμου με τους άντρες του καταλαμβάνουν τα αραγμένα καράβια στο λιμάνι. Το πρωΐ καταλαμβάνουν το Διοικητήριο του νησιού και καθαιρούν τον, διορισμένο από τους Τούρκους, διοικητή του νησιού, Νικόλαο Κοκοβίλα. Οι πρόκριτοι αιφνιδιάζονται από τις εξελίξεις. Αντιλαμβάνονται πως δεν τους μένει πλέον κανένα περιθώριο και αποφασίζουν να δηλώσουν υποταγή. Ο Οικονόμου τους δέχεται και τους βάζει να υπογράψουν ένα κείμενο με το οποίο αναγνωρίζουν την εξουσία του και υπόσχονται πως θα βοηθήσουν τον αγώνα. Το έγγραφο έχει ημερομηνία 31 Μαρτίου 1821 και σε αυτό υπογράφουν 60 επίσημα πρόσωπα του νησιού. Ζητάει μάλιστα από αυτούς την οικονομική συνδρομή τους , κατορθώνοντας να συγκεντρώσει 130.000 τάλληρα.
Μέσα σε λίγες μόλις ημέρες, συνήθειες αιώνων και καθεστωτικές παραδόσεις ανατρέπονται και μια νέα τάξη γεννιέται στο νησί. Μια τάξη που δεν έμελλε όμως να κρατήσει για πολύ. Προς το παρόν, πάντως, το πολίτευμα γίνεται λαοκρατικό και τα δημόσια έγγραφα δεν τα υπογράφουν πια οι «πρόκριτοι» μα οι «κάτοικοι» της Ύδρας.
Ο οικισμός της ΄΄Υδρας, χαλκογραφία του Thomas Hope, που δημιουργήθηκε περί το 1795
Η Ύδρα πλέον είναι έτοιμη να βοηθήσει το Μωριά και να ενώσει τα 115 καράβια της με αυτά των άλλων νησιών. Ήδη οι Σπέτσες έχουν κηρύξει την επανάσταση το βράδυ της 2ας προς 3η του Απρίλη, ενώ τα Ψαρά στις 10 του ίδιου μήνα. Στις 16 Απρίλη έρχεται η σειρά της Ύδρας να κηρύξει επίσημα την Επανάσταση με μια μεγάλη λαϊκή γιορτή μπροστά στο Διοικητήριο
Η εξέγερση της Ύδρας, αλλά και των Σπετσών και των Ψαρών, ήταν κομβικής σημασίας για την εξέλιξη του Αγώνα. Ο ελληνικός στόλος που συγκροτείται, θα αποδειχθεί ένα από τα πιο ισχυρά όπλα των Ελλήνων, ένα όπλο που η αξία του δεν έχει αποτιμηθεί στο πραγματικό της μέγεθος. Και για αυτή την εξέγερση, η ιστορία του Αγώνα χρωστάει πολλά στον Αντώνη Οικονόμου, ο οποίος δεν ευτύχησε να τιμηθεί όσο του άξιζε
Οι κοτζαμπάσηδες όμως, δε θα άφηναν τα πλούτη και την εξουσία στον Αντώνη Οικονόμου και το λαϊκό του κίνημα. Από τις πρώτες κιόλας ημέρες της φαινομενικής υποταγής τους στον Οικονόμου, είχαν αρχίσει να εξυφαίνουν το κίνημα ανατροπής του. Ένα κίνημα που ξέσπασε στις 12 του Μάη, όταν ο στόλος έλειπε από το λιμάνι και μαζί του και οι περισσότεροι αρματωμένοι άντρες.
Η επίθεση γίνεται στο Διοικητήριο όπου βρίσκεται ο Οικονόμου, ο οποίος αιφνιδιάζεται. Ακολουθεί σφοδρή σύγκρουση, η οποία καταλήγει στη σύλληψη του Οικονόμου. Ίσως φοβούμενοι τις αντιδράσεις που θα προκαλούσε η επί τόπου δολοφονία του, οι πρόκριτοι αποφασίζουν να τον στείλουν στην απέναντι Μωραΐτικη στεριά, προκειμένου να τον σκοτώσουν εκεί, μακριά από τους υποστηρικτές του. Ο Οικονόμου, καθώς οδηγείται αιχμάλωτος, κατορθώνει να μεταπείσει τους φύλακές του και τους πείθει να τον αποβιβάσουν μακριά, στο Κρανίδι. Εκεί, ο Οικονόμου βρίσκει φιλοξενία και υποδοχή ήρωα
Οι πρόκριτοι της Ύδρας, όμως, δεν είναι διατεθειμένοι να τον αφήσουν να δρα ανενόχλητος. Όταν στα τέλη Μαΐου του 1821 οι Μωραΐτες πρόκριτοι ζητούν από τους Υδραίους να τους ενισχύσουν στέλνοντας ναυτική δύναμη στον Κορινθιακό κόλπο, οι πρόκριτοι απαντούν πως «ἐν ὅσῳ ὁ Οἰκονόμος διέτριβεν ἀντικρύ τῆς νήσου των ἐπί τῆς Πελοποννήσου, ὀχλαγωγῶν καί ἀπειλῶν, δέν ἐνέκριναν ν᾽ ἀπομακρυνθῶσι τά πλοῖα των», όπως αναφέρει ο Σ.Τρικούπης στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως εκβιάζοντας και απαιτώντας τη σύλληψή του. Ο εκβιασμός των Υδραίων προκρίτων πιάνει τόπο και ο Οικονόμου οδηγείται φυλακισμένος από τους Μωραΐτες στο Μοναστήρι του Φονιά.
Από τότε περνούν μήνες πολλοί. Ο Οικονόμου εξακολουθεί να βρίσκεται φυλακισμένος στο μοναστήρι. Μαθαίνει, όμως, πως το Δεκέμβρη του 1821 ετοιμάζεται να γίνει η πρώτη Εθνοσυνέλευση στο Άργος και ο άνθρωπος που έβγαλε την Ύδρα στον Αγώνα, δε σκοπεύει να λείψει από αυτήν.
Δραπετεύει λοιπόν από το Μοναστήρι και με τη συνοδεία μερικών πιστών αντρών κατευθύνεται προς το Άργος. Η είδηση της απόδρασής του προκαλεί συναγερμό στους πρόκριτους της Ύδρας αλλά και στους συμπλέοντες Μωραΐτες κοτζαμπάσηδες. Οι Υδραίοι πρόκριτοι που βρίσκονται στο Άργος εκβιάζουν και ζητούν την άμεση σύλληψή του, αλλιώς απειλούν με αποχώρηση από τον Αγώνα. Στο γραπτό τους υπόμνημα αναφέρουν :
«…Ενώ δε η είδησις της αυτών (του Οικονόμου και των συντρόφων του) πλησιάσεως προξενεί το φρικτότερον αποτέλεσμα μεταξύ των ημετέρων, η αναρχία μέλλει εντός ολίγου ν’ αναφανεί μεταξύ ημών· ημείς μέλλει να χαθώμεν όλοι και η Ελλάς να μη λογαριάσει πλέον ότ’ έχει την Ύδραν, ανίσως και αμέσως δεν προφθασθεί το πράγμα». Να προφθασθεί το πράγμα, ζητούν οι πρόκριτοι της Ύδρας. Να μη φτάσει δηλαδή ο Οικονόμου στο Άργος και κυρίως να μην μιλήσει. Αλλιώς, ας μην υπολογίσει το Έθνος σ’ αυτούς : «…Η υμετέρα εκλαμπρότης ημπορεί να συσκεφθή μυστικώς μετά των ημετέρων πρέσβεων περί του πως να επιτευχθεί το ποθούμενον. Χωρίς όμως αυτό, ημείς το λέγομεν πάλι, η Ύδρα έχασε το παν και η Ελλάς έχασε διαπαντός την Ύδρα».
Αντώνης Οικονόμου ,ξυλογραφία του Α. Τάσσου
O Δημήτριος Υψηλάντης που, από την πρώτη κιόλας στιγμή που κατέβηκε στην Ελλάδα θυσιάζοντας πλούτη και αξιώματα, βρέθηκε μπροστά σε μια κατάσταση που αδυνατούσε να κατανοήσει, υποκύπτει στον εκβιασμό των Υδραίων και υπογράφει τη σύλληψη του Οικονόμου, χωρίς να αντιλαμβάνεται πως εκείνη τη στιγμή υπογράφει την εκτέλεσή του από τους κοτζαμπάσηδες.
Με το χαρτί του Υψηλάντη, ο Ανδρέας Λόντος οργανώνει οπλισμένο απόσπασμα και το στέλνει να βρει τον Οικονόμου με σκοπό να τον σκοτώσει. Ο Κολοκοτρώνης, αντιλαμβανόμενος αυτό που πάει να συμβεί και εκτιμώντας πως ο θάνατος του Οικονόμου θα στερήσει από αυτόν έναν πολύτιμο σύμμαχο κόντρα στους κοτζαμπάσηδες, στέλνει κι αυτός ένα οπλισμένο σώμα 200 αντρών με επικεφαλής το φρούραρχο του Άργους Δημήτριο Τσόκρη με σκοπό να βρει τον Οικονόμου και να τον συνοδέψει με ασφάλεια στο Άργος.
Δυστυχώς όμως για τον Οικονόμου, αλλά ίσως και για την εξέλιξη της Επανάστασης, το απόσπασμα του Κολοκοτρώνη δεν προλαβαίνει. Οι άνθρωποι του Λόντου βρίσκουν τον Οικονόμου πριν από αυτούς και τον σκοτώνουν στις 16 Δεκεμβρίου του 1821. Ο Τσόκρης, το μόνο που μπόρεσε να κάνει ήταν να θάψει το πτώμα του Υδραίου αγωνιστή για το χαμό του οποίου, ο Γιώργης Λαμπρινός εκτιμά πως « Κανείς χαμός δεν εστοίχισε στην Ελλάδα εκείνης της εποχής τόσο, όσο ο σκοτωμός αυτού του Υδραίου καπετάνιου. Η παρουσία του ήταν εγγύηση και για τον καλό δρόμο της πάλης με τον ξένο τύραννο και για τη σταθερή πορεία προς ένα δικαιότερο και λαϊκώτερο νοικοκύρεμα των εσωτερικών πραγμάτων της ελεύτερης χώρας»
Πράγματι, αν δεν χανόταν ο Οικονόμου, υπήρχε σοβαρή πιθανότητα να πετύχαινε την εκποίηση των πολεμικών πλοίων και τη δημιουργία εθνικού στόλου με απείρως καλύτερα αποτελέσματα στο ναυτικό αγώνα. Τελικά, ο εθνικός στόλος δεν δημιουργήθηκε και έμεινε στα χέρια των προκρίτων να αποφασίζουν και να εκβιάζουν, πάντα με γνώμονα το συμφέρον τους, που το τοποθετούσαν πάνω από οποιοδήποτε εθνικό ή λαϊκό συμφέρον. Αυτή η στρεβλή ιεράρχηση ήταν που οδήγησε τον Ανδρέα Μιαούλη, να κάψει τον ελληνικό στόλο στο ναύσταθμο του Πόρου τον Αύγουστο του 1831 και ενώ η Ελλάδα – ένα μικρό τμήμα της έστω – είχε απελευθερωθεί
Και, βέβαια, αν δεν χανόταν ο Οικονόμου, ο απλός λαός θα είχε έναν ηγέτη που είχε αποδείξει πως θα πάλευε γι’ αυτόν και μαζί μ’ αυτόν. Γιατί, στην πραγματικότητα, τέτοιος ηγέτης, με το λαό και για το λαό, δεν υπήρξε στην Επανάσταση
Προφανώς, υπήρχαν και οι αντίθετες εκτιμήσεις για τη δράση και για την προσωπικότητα του Αντώνη Οικονόμου. Δε θα μπορούσε, άλλωστε, να διαβεί αλώβητος αυτός, ο μόνος που αμφισβήτησε ευθέως την εξουσία των κοτζαμπάσηδων. Και, καθώς η Ιστορία γράφεται από τους νικητές, ο Οικονόμου δε θα μπορούσε να έχει θέση στην επίσημη, καθεστωτική εκδοχή της.
Οι πρόκριτοι της Ύδρας φρόντισαν να εξαφανίσουν κάθε ίχνος της δράσης του Οικονόμου. Ακόμη και τα πρακτικά των αποφάσεων της περιόδου διακυβέρνησής του έχουν αποκοπεί. Η επίσημη ιστοριογραφία του 19ου αιώνα τον αγνόησε. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Κ. Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» αφιερώνει μόλις μία παράγραφο στον Οικονόμου. Αλλά και τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας, δε θα μπορούσαν να αποθεώσουν έναν αγωνιστή που ενσάρκωνε μια διάσταση του ξεσηκωμού, διαφορετική από αυτή των νικητών κοτζαμπάσηδων».
O Thomas Gordon, Άγγλος στρατηγός, από αυτούς που ήρθαν να πολεμήσουν για τον αγώνα των Ελλήνων, και που πολλές φορές δε δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τους Έλληνες, βλέποντάς τους να συμπεριφέρονται με τον ίδιο βάρβαρο τρόπο με αυτό των Τούρκων, δεν μπορεί, από την ταξική θέση του, να πάρει το μέρος του Οικονόμου. Τον χαρακτηρίζει δημαγωγό και θρασύ. Αναγνωρίζει όμως πως αυτός έβγαλε την Ύδρα στον Αγώνα και πως ένα μεγάλο μέρος από το ποσό που κατόρθωσε να συγκεντρώσει από τους προεστούς, το μοίρασε στις κατώτερες τάξεις.
Ο Δημήτρης Κριεζής, που διετέλεσε μέχρι και Υπουργός Ναυτικών, στο βιβλίο του με τον εύγλωττο τίτλο «Επανόρθωσις εσφαλμένων τινων εκ των απομνημονευμάτων περί της Ελληνικής Επαναστάσεως υπό Φωτάκου, πρώτου υπασπιστού του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη», χαρακτηρίζει τον Οικονόμου "ιδιοτελή, μέθυσο και ανίκανο".
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε την υποκειμενικότητα αυτών των εκτιμήσεων. Οι πρόκριτοι έβλεπαν στο πρόσωπο του Αντώνιο Οικονόμου μια τεράστια απειλή. Οι υπέρμαχοι, όμως, των κοινωνικών αλλαγών, όπως ο Γιώργης Λαμπρινός, έβλεπαν πάνω απ’ όλα έναν κοινωνικό αγωνιστή. Όλα είναι θέμα οπτικής γωνίας και αναδεικνύουν πόσο επίπλαστο είναι το εφεύρημα της εθνικής ενότητας που το επικαλούνται επιλεκτικά όσοι είναι στο τιμόνι αυτής της θαλασσοδαρμένης χώρας και μόνο όταν νιώθουν πως απειλούνται από το λαό της
Για τον Αντώνη Οικονόμου έγραψε και ο Νίκος Μπελογιάννης, άλλος ένας από αυτούς που πήγαν από βόλι Έλληνα «αδελφού», ο οποίος στο περίφημο βιβλίο του «Το ξένο Κεφάλαιο στην Ελλάδα», γράφει: «Oι ζάμπλουτοι πάλι Kουντουριώτηδες κι άλλοι πλούσιοι καραβοκυραίοι, αφού εξόντωσαν τον αρχηγό των ναυτών, τον ανδρείο καπετάνιο Oικονόμου, που τους ανάγκασε να 'ρθούνε με το ζόρι στην επανάσταση, ρίχτηκαν με τα καράβια τους πιο πολύ στο πλιάτσικο, παρά στον τούρκικο στόλο»
Τον Οικονόμου, επίσης, μνημονεύει και ο Νίκος Εγγονόπουλος, στην «ἐπίκλησιν» του «Μπολιβάρ».
«Μπολιβάρ! είσαι του Ρήγα Φερραίου παιδί,
του Αντωνίου Οικονόμου – που τόσο άδικα τον σφάξαν –
και του Πασβαντζόγλου αδελφός»
Ο Αντώνης Οικονόμου άργησε πολύ να δικαιωθεί ιστορικά και να αποκατασταθεί η μνήμη του. Οι πέντε Υδραίοι που διετέλεσαν πρωθυπουργοί κατά τον πρώτο αιώνα της ανεξαρτησίας της Ελλάδας, αλλά και οι πολύ περισσότεροι Υδραίοι της αριστοκρατικής ολιγαρχίας που αναδείχθηκαν σε υψηλά αξιώματα, δεν επέτρεψαν ούτε την ιστορική δικαίωση του Οικονόμου, αλλά ούτε και την αποζημίωση της οικογένειάς του με κάποια σύνταξη.
Όπως γράφει στο ποίημά του, «Ὕδρα», από τη συλλογή «Tά κλειδοκύμβαλα τῆς σιωπῆς» (1939), ο Νίκος Εγγονόπουλος:
κατηγγέλθη/ ὡς ἐξαιρετικά ἐπικίνδυνος/ γιά τήν δημόσια/ ἀσφάλεια/ -γιά τήν εἰρήνη/ τῶν φιλησύχων πολιτῶν/ τήν ὥρα πού/ σοβαροί/ -ἤ μᾶλλον σοβαροφανεῖς- ἱερεῖς/ ἡλικιωμένοι/ καί λίαν ἄξιοι ἤ ἀνάξιοι σεβασμοῦ/ ἐπεκαλοῦντο/ τήν μνήμην/ τῶν μεγάλων ναυμάχων/ τῆς Σαλαμῖνος/ καθώς καί τήν μνήμην τῶν/ Μιαούλη, Κανάρη, Τομπάζη, Λαζάρου Κουντουριώτη/ καί Ἰσιδώρου Ducasse// χαράματα τόν/ ἔπιασαν/ πισθάγκωνα τόν ἔδεσαν/ καί τόν ἐπῆγαν σηκωτό/ σά λείψανο/.../ τόν πέταξαν/ -μοῦ εἶπαν οἱ γυναῖκες-/ μέσα σέ μιά σέρρα/ μέ κόκκινα λουλούδια/ μέ κόκκινα βελούδινα/ παραπετάσματα/...
Μόλις το 1988 στήθηκε η προτομή του Οικονόμου στην Ύδρα, αλλά και μια γρανιτένια πέτρα με την ανάγλυφη μορφή του στη γέφυρα του Ξεριά Άργους, στον τόπο της δολοφονίας του. Κάπως έτσι βρέθηκε ο Αντώνης Οικονόμου να τιμάται δίπλα στο μεγάλο του εχθρό, τον Κουντουριώτη, όπως είχε βρεθεί άλλωστε 100 χρόνια πιο πριν ο Ρήγας Φεραίος στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών, δίπλα στον διώκτη των ιδεών του, τον Γρηγόριο τον Ε’ . Ο καλός ο μύλος όλα τ’ αλέθει, λένε. Τόσο καλά, ώστε να γίνουν όλα ένας ευκολοκατάπιοτος και καλοχώνευτος πολτός
Πηγές
http://www.katiousa.gr/istoria/prosopa-istoria/antonis-oikonomou
https://argolikivivliothiki.gr/2015/03/04/antonis-oikonomou/
https://www.avgi.gr/entheta/233478_o-antonios-oikonomoy-kai-i-antarsia-ton-ydraion-1821
https://sikam.wordpress.com