" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

Στις 29 Αυγούστου 1949 λήγει επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, με την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ). Με τη λήξη του Εμφυλίου, οι μαχητές/τριες του Δημοκρατικού Στρατού δεν έχουν άλλη επιλογή, καθώς γνωρίζουν ότι τους περιμένει ή ο θάνατος ή η εξορία. Έτσι, αρχίζει μια πρωτοφανής συντεταγμένη αποχώρηση εξήντα χιλιάδων περίπου Ελλήνων που θα διαμοιραστούν στις χώρες του τότε – όπως έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε - υπαρκτού σοσιαλισμού. Ένα μεγάλο μέρος αυτών βρέθηκε στην Τασκένδη, 4000 χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα.

Δεν ξέρουμε πόσοι από αυτούς βρήκαν στις χώρες αυτές, αυτό που ονειρεύονταν. Το σίγουρο όμως είναι ότι άφηναν πίσω τους μια χώρα ρημαγμένη, μια κατ΄επίφαση δημοκρατία και στην πραγματικότητα αμερικάνικο προτεκτοράτο που θα συνέχιζε για δεκαετίες να φυλακίζει και να εκτελεί χιλιάδες κομμουνιστές .

Για τον τρόπο με τον οποίο μεθοδεύτηκε η μεγάλη φυγή των Ελλήνων κομμουνιστών, γράφει στην Εφημερίδα των Συντακτών, η Ελένη Νικολαΐδου, Δρ Ιστορίας

Ακολουθεί το άρθρο

 

Το μεγάλο ταξίδι της εξόδου από την Ελλάδα των πολιτικών προσφύγων του εμφυλίου πολέμου

Στις 29 Αυγούστου 1949 λήγει επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα, με την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) και τη συντεταγμένη υποχώρηση του κύριου όγκου των δυνάμεών του στη Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας. Η διασπορά των πολιτικών προσφύγων δεν έγινε ισομερώς. Στη Σοβιετική Ένωση και συγκεκριμένα στην Τασκένδη, την πρωτεύουσα της σοβιετικής δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν και το Τσιρτσίκ μεταφέρθηκε το στρατιωτικό σκέλος του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος.

Πριν αναφερθούμε στο μεγάλο ταξίδι της υποχώρησης, ήδη από τον Οκτώβριο του 1948, σε ένα κτίριο στο Ελμπασάν της Αλβανίας νοσηλεύονταν τραυματίες του ΔΣΕ. Τον Ιούλιο του 1949, 750 βαριά τραυματίες, άλλοι ακρωτηριασμένοι, άλλοι με σοβαρά κατάγματα, με κρανιακές κακώσεις, με νευρολογικά προβλήματα, μεταφέρθηκαν με το πολωνικό φορτηγό πλοίο «Κόσουστσκο» (Kościuszko), από το Δυρράχιο προς την Πολωνία. Ταξίδεψαν από τις 13 Ιουλίου έως τις 25 Ιουλίου 1949, 12 ημέρες. Αγκυροβόλησαν στο νησί Βόλιν της Πολωνίας και νοσηλεύθηκαν στο νοσοκομείο «250». Μόλις αποθεραπεύτηκαν, 200 μαχητές του ΔΣΕ, μεταφέρθηκαν με τρένο «στη μεθοριακή πόλη Ζγκόζετς. Εκεί ήταν το κέντρο διερχομένων των πολιτικών προσφύγων από την Ελλάδα». Επρόκειτο για την πρώτη μεγάλη ομάδα παρτιζάνων του ΔΣΕ που πέρασε στην Πολωνία.

Στο τέλος του Αυγούστου του 1949, ο Δημοκρατικός Στρατός υποχωρεί από τη θέση Μπάτρα του Δυτικού Γράμμου στην Αλβανία. Οι μαχητές/τριες εισέρχονται στην Αλβανία [θυμίζουμε πως τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας ήταν κλειστά γι' αυτούς], παραμένουν για εβδομάδες στο εσωτερικό της Αλβανίας  άλλοι στρατοπέδευσαν έξω από το Ελμπασάν, σε έναν ξερότοπο που είχε κάτι καλύβες, όπου προστέθηκαν σκηνές, κοντά στον ποταμό Σκούμπι, στο μέσον της Αλβανίας και άλλοι σε στρατόπεδο στο Μπουρέλι, στο βόρειο μέρος της Αλβανίας, όπου υπήρχαν «παλιοί ιταλικοί στρατώνες και σκηνές». Ήδη από τον Ιούνιο του 1949, αντιπροσωπεία του ΚΚΕ αποτελούμενη από τους Ιωάννη Ιωαννίδη και Μιλτιάδη Πορφυρογέννη, συναντήθηκε με τον Bedrich Geminder, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής του Διεθνούς Τμήματος της ΚΕ του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας. Στη συνάντηση, η ελληνική αντιπροσωπεία ζήτησε να φιλοξενηθούν στην Τσεχοσλοβακία περίπου 5.000 άτομα

Αφού παρέδωσαν τα όπλα τους στους Αλβανούς, περίμεναν όσο γίνονταν μυστικές διαπραγματεύσεις, για την αναχώρησή τους. Πλήρης μυστικότητα, όπως μυστική κρατήθηκε και η διαδρομή τους αργότερα. Και σταδιακά, τους τελευταίους μήνες του 1949, ανεβαίνουν σε καμιόνια με προορισμό το Δυρράχιο ή την Αυλώνα.

Σχολαστικά τα μέτρα, αφού δεν έπρεπε να δοθεί η παραμικρή υποψία πως οι πολιτικοί πρόσφυγες πλέον, θα επιβιβάζονταν σε πλοία. Ο κίνδυνος επίθεσης από πλοία της ελληνικής κυβέρνησης ήταν μεγάλος. Τα ελληνικά υποβρύχια περιπολούσαν. Η τραγωδία θα ήταν ανείπωτη. Οπότε τηρήθηκε αυστηρή «σιγή ασυρμάτου».
Σύμφωνα με μαρτυρία του Κώστα Γκριτζώνα, στις 21 Οκτωβρίου 1949 τους δίνεται η διαταγή:

- Ετοιμαστείτε για αναχώρηση...

Τρόπος του λέγειν φυσικά το «ετοιμαστείτε». Άντε να είχαν μαζί τους μία χλαίνη (πανωφόρι), ένα γυλιό (στρατιωτική τσάντα)...

Από το στρατόπεδο στο Μπουρέλι στριμώχνονται σε αλβανικά στρατιωτικά καμιόνια, κατεβάζουν τους μουσαμάδες και ξεκινούν. Σούρουπο ανέβηκαν, νύχτα ταξίδεψαν.

Χωρίς φωνές, χωρίς τραγούδια, χωρίς ομιλίες. Απόλυτη σιωπή. Ήταν η αρχή της συνωμοτικής διαφυγής.

Ξημερώματα έφτασαν στο Δυρράχιο. 22 Οκτωβρίου 1949.

Τα τμήματα που είχαν στρατοπεδεύσει στο Ελμπασάν, με την ίδια διαδικασία αναχώρησαν με προορισμό το λιμάνι του Δυρραχίου ή και του Αυλώνα.

Αυλώνα – Δυρράχιο, απόσταση 118 χιλιόμετρα

Επιβιβάζονται σε πλοία (ένα από αυτά ήταν αμερικανικής κατασκευής, τύπου Λίμπερτι, που η Ρώσοι το είχαν ονομάσει «Σουκόνα», που ήταν παραπόταμος του ποταμού Ντβίνα) και οδηγούνται στα αμπάρια, όπου και θα παραμείνουν σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Πειθαρχημένα ανέβηκαν τη σιδερένια σκάλα του πλοίου, κοίταξαν λίγο το αμπάρι που το είχαν καθαρισμένο και τους περίμενε με λίγες λάμπες δεξιά - αριστερά και κατέβηκαν ήσυχα - ήσυχα. Πειθαρχημένοι, άλλωστε και τα επόμενα δύο χρόνια, έτσι θα ζούσαν στην Τασκένδη, με στρατιωτική πειθαρχία.

Ο Δ. Ζυγούρας αναφέρει πως στα αμπάρια ξυλουργοί είχαν κατασκευάσει ειδικά ράφια για να βολευτούν οι μαχητές/τριες, τα φορτηγά πλοία μετατράπηκαν σε επιβατικά. Πατάρια το ένα πάνω από το άλλο, για να μπαίνουν να κοιμούνται.

Οι περισσότεροι στεριανοί που δεν είχαν δει ποτέ τους θάλασσα, κρυμμένοι την ημέρα, και το βράδυ ίσως λίγο για να ξεμουδιάσουν, στο κατάστρωμα. Με απόλυτη ησυχία, σκοτάδι και πορεία προς το άγνωστο, αφού δεν τους είχε ανακοινωθεί ο προορισμός του πλοίου. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική, μέσα στο αμπάρι γίνονταν όλα, εμετοί, ακαθαρσίες. Ο καθαρός αέρας των βουνοκορφών αντικαταστάθηκε με την πνιγερή ατμόσφαιρα. Η υπομονή όμως ήταν ισχυρότερη. 

Η συνωμοτικότητα, η διασφάλιση της ασφαλούς μεταφοράς χιλιάδων ανθρώπων -που πλέον θα θεωρούνταν πολιτικοί πρόσφυγες- και της διαφυγής τους από την Ελλάδα επέβαλε, και σωστά έγινε παρά τις όποιες γκρίνιες, τη μυστικότητα του προορισμού, τη φαινομενική πορεία προς το πουθενά. Ο Κωνσταντίνος Τσίβος, επικαλούμενος τσεχοσλοβακικές πηγές, αναφέρει πως στα πλοία της προσφυγιάς είχαμε τους πρώτους νεκρούς και τις πρώτες γέννες. Πρώτους νεκρούς είχαμε και στη διαδρομή για τη Σοβιετική Ένωση. Τα πτώματα τα έριξαν βράδυ στη Μαύρη Θάλασσα. Αν υπολογίσουμε, σύμφωνα με τις μαρτυρίες, πως σε κάθε καράβι χώραγαν 5.000 άνθρωποι κάθε φορά, καταλαβαίνουμε πόσοι θα περνούσαν όρθιοι ώρες ατελείωτες, πόσο δύσκολη ήταν η διατροφή όλων αυτών των ανθρώπων. Γαλέτα και τσάι.

Ο Δημήτρης Ζυγούρας σημειώνει πως συνολικά προς τη Σοβιετική Ένωση έγιναν τέσσερις αποστολές με πλοία. Δεν είναι εύκολη η συλλογή λεπτομερών στοιχείων των καραβιών που τους μετέφεραν, πώς κατανεμήθηκε ο αριθμός των επιβαινόντων.

 

Προς την Πολωνία

Στο πλοίο «Κόσουστσκο» πολιτικός υπεύθυνος, που συνόδεψε τους/τις μαχητές/τριες, ήταν ο Νίκος Μπελογιάννης. Υπάρχει η μαρτυρία του Γιάννη Συμεωνίδη (Ταρζάν) πως μετά το Γιβραλτάρ, το πλοίο τους το πλεύρισαν δύο βρετανικές φρεγάτες με την απαίτηση να ερευνήσουν το φορτίο. Ο καπετάνιος όμως τους αγνόησε, δεν ακολούθησε τα πολεμικά πλοία και συνέχισε την πορεία του πλοίου προς το λιμάνι της Γδύνια στην Πολωνία. Ιδιαίτερη μνεία κάνει ο Γιάννης Συμεωνίδης (Ταρζάν) για τη διατροφή τους μέσα στο πλοίο, όπου οι Πολωνοί μάγειρες κατάφεραν να ταΐσουν χιλιάδες πεινασμένους αντάρτες και αντάρτισσες.

Δύο πλοία, το πολωνικό «Κόσουστσκο» και το ρουμανικό «Τρανσυλβάνια», πέρασαν από το Γιβραλτάρ με προορισμό τη Γδύνια της Πολωνίας. Έμειναν στο καράβι 13 με 14 ημέρες.

Μόνο οι πολιτικοί επίτροποι γνώριζαν τον προορισμό του καραβιού και δεν τον ανακοίνωσαν, παρά μόνο όταν πλησίαζαν.

 

Προς τη Σοβιετική Ένωση

Άλλοι μαχητές/τριες επιβιβάζονταν σε σοβιετικά πλοία.

Ο Τάκης Κωστόπουλος αναφέρει πως αυτός και η γυναίκα του επιβιβάστηκαν στο φορτηγό πλοίο «Βλαδιβοστόκ», χωρητικότητας 12.000 τόνων, το οποίο μετέφερε 1.000 αντάρτες και αντάρτισσες. Το πλοίο τους, αναχώρησε από το Δυρράχιο στις 16 Οκτωβρίου 1949 και στην Τασκένδη έφτασαν στις 4 Νοεμβρίου το μεσημέρι.

Ο Γιώργος Αγραφιώτης (Δεληβοριάς) εξιστορεί την επιβίβασή του σε σοβιετικό πλοίο, το οποίο ήταν φορτωμένο με πίσσα, στα αμπάρια του οποίου κρύφτηκαν αντάρτες και αντάρτισσες. Στον έλεγχο των Τούρκων στα Δαρδανέλια, το μέρος του πλοίου που ήταν τα αμπάρια σκεπάστηκε με έναν τεράστιο μουσαμά. Μόλις το πλοίο βγήκε στη Μαύρη Θάλασσα, τους επιτράπηκε να ανέβουν στο κατάστρωμα.

Ο Παναγιώτης Μπούχρας, εξιστορώντας τη ζωή των γονιών του, και οι δύο μαχητές του ΔΣΕ, γράφει πως στο πλοίο βρίσκονταν 4.000 μαχητές/τριες και κατά τον έλεγχο των Τούρκων τελωνειακών «στη μπούκα του καταστρώματος, μερικοί ναύτες χτυπούσαν δυνατά με σφυριά - δήθεν ότι κάτι επισκεύαζαν. Στην πραγματικότητα, τον θόρυβο τον έκαναν επίτηδες για να καλύψουν βήχα, τυχόν φτέρνισμα».

Ο Στέλιος Γιατρουδάκης αναφέρει πως στην 1 Οκτωβρίου 1949 επιβιβάστηκαν σε σοβιετικό καράβι 550 μαχητές της VIII Μεραρχίας, με διοικητή τον Βαγγέλη Παπαδόπουλο – Φωκά. Το ταξίδι ακολούθησε την ίδια πορεία και διήρκησε 12 ημέρες. Ενδεικτικά, θυμάται πως στον έλεγχο στα στενά του Βοσπόρου, τους απαγορεύτηκε ακόμη και ο βήχας.

Ο Κώστας Γκριτζώνας περιγράφει τη διαδρομή με το πλοίο και τελικό προορισμό την Τασκένδη. Ξεκίνησαν το ταξίδι το τελευταίο 10ήμερο του Οκτωβρίου 1949 και στις 31 Οκτωβρίου το πλοίο έδεσε στο Πότι. Θυμάται την ανακοίνωση του Βασίλη Μπαρτζιώτα για τον τελικό προορισμό και το κλίμα που επικράτησε με αυτή την ανακοίνωση.

Ο Βαγγέλης Παπαδάκης βρέθηκε στο καράβι που ήταν επικεφαλής ο Γ. Κολιγιάννης και ο Χ. Φλωράκης. Όλοι εξιστορούν τις ίδιες συνθήκες, μυστικότητα, απόλυτη σιωπή, τρικυμίες, εμετοί, πορεία προς το άγνωστο. Γράφει επίσης πως το καράβι που είχαν επιβιβαστεί, είχε δηλωθεί πως μετέφερε χοιρινά από την Αλβανία προς τη ΣΕ.

Ο Γιώργος Ευαγγελόπουλος, πολιτικός πρόσφυγας στην Τασκένδη εξιστορεί τη διαδρομή που έκαναν οι μαχητές και οι μαχήτριες με το πλοίο, όταν έφυγαν από το Δυρράχιο. Το πλοίο το κυνηγούσαν υποβρύχια. Μένει με την ιστορική έρευνα να αποδειχθεί, τί γνώριζαν οι ελληνικές αρχές για όλη αυτή τη διαδικασία. Κρυμμένοι στο αμπάρι του πλοίου υπήρχαν και ναύτες. Έβλεπαν με την πυξίδα τους πως πήγαιναν προς την Αίγυπτο. Και εκεί κάνει στροφή το πλοίο προς την Τουρκία. Οι ναύτες αναφωνούν, φεύγουμε προς την Τουρκία. Και ο Στέφανος Ευαγγελίου αναφέρει πως το πλοίο τους, όταν έπλεαν κοντά στη Χίο τους ακολουθούσε ελληνικό υποβρύχιο, «είχε διαδοθεί μάλιστα, πως ο σοβιετικός πλοίαρχος ήταν αρκετά ταραγμένος. Ευτυχώς που δεν έγινε κανένα κακό».

Το ταξίδι κατέγραψε πορεία Δαρδανέλια, Προποντίδα, Μαύρη Θάλασσα, αποβίβαση στο λιμάνι Πότι στη Γεωργία και μετά, με φορτηγά τρένα προς το Μπακού (λιμάνι του Αζερμπαϊτζάν), απόσταση Πότι - Μπακού σε ευθεία γραμμή περίπου 900 χλμ. Έφτασαν στην Κασπία Θάλασσα, τη διέσχισαν με πλοία για να καταλήξουν στο σημερινό Τουρκμενιστάν, όπου επιβιβάστηκαν σε τρένα και πέρασαν μέσα από την έρημο Καρακούμ, η διαδρομή με το τρένο διήρκησε έξι ημέρες. Πουθενά πράσινο, πουθενά τα ψηλά δέντρα της Πίνδου. Προορισμός η Τασκένδη και το Τσιρτσίκ. Ο Β. Μπαρτζιώτας, που βρισκόταν και αυτός σε πλοίο και που ήταν η τελευταία αποστολή, μόλις μπήκαν στα ύδατα της ΣΕ ενημέρωσε τους πολιτικούς επιτρόπους και αυτοί με τη σειρά τους τους/τις μαχητές/τριες πως προορισμός ήταν η Σοβιετική Ένωση. Οι πολιτικοί πρόσφυγες θα εγκαθίσταντο στην Τασκένδη, που βρισκόταν στον τεσσαρακοστό παράλληλο, περίπου στο ύψος της Θεσσαλονίκης και απείχε από την Αθήνα, σε ευθεία γραμμή, 3.874 χλμ. Στην Τασκένδη βρίσκονταν ήδη επτά μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ, καθώς και ο Β. Μπαρτζιώτας, ο οποίος συνόδευσε την τελευταία αποστολή πολιτικών προσφύγων. Ο ίδιος έμεινε εκεί, όπως ήδη αναφέρθηκε, τους έξι πρώτους μήνες διότι του είχε ανατεθεί από το ΠΓ του ΚΚΕ να αναλάβει την τακτοποίηση των πολιτικών προσφύγων. Το Μάιο του 1950, όλα τα μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ επέστρεψαν στην έδρα της ΚΕ που ήταν το Βουκουρέστι.

Ο Βασίλης Μπαρτζιώτας διηγείται ένα περιστατικό, καθώς οι πολιτικοί πρόσφυγες περνούσαν από το Τουρκμενιστάν και συγκεκριμένα από την πρωτεύουσά του το Ασγκαμπάτ. «Μας πλησίασε και μας χαιρέτησε μία ομάδα σοβιετικών μαθητών τουρκμενικής καταγωγής, που ήξεραν για τον αγώνα του ΔΣΕ και μας μιλούσαν για το Γράμμο και το Βίτσι. Μας μιλούσαν και έκλαιγαν από τη χαρά τους». Την ίδια θερμή υποδοχή από τους ντόπιους διηγείται και ο Δ. Ζυγούρας (Παλαιολόγος). Από όπου περνούσε το τρένο με τους Έλληνες μαχητές/τριες ετύγχαναν «εκδηλώσεων θερμής συμπάθειας».

Κάθε μεγάλη ομάδα πολιτικών προσφύγων που έφτανε στο Πότι της Γεωργίας, τους περίμεναν Σοβιετικοί Αξιωματικοί, τους πήγαιναν σε κλιβάνους να τους πλύνουν, να τους ξεψειρίσουν, να τους καθαρίσουν τα ρούχα. Και μόλις στέγνωναν, συνέχιζαν τη διαδρομή.

Οι πολιτικοί πρόσφυγες, μόλις έφτασαν στις Λαϊκές Δημοκρατίες και την ΕΣΣΔ, μπήκαν σε καραντίνα 45 ημερών, ενώ ταυτόχρονα αντιμετωπίστηκαν οι πρώτες ανάγκες, όπως ήταν η στέγαση, η σίτιση, η εργασία, η φροντίδα των τραυματιών, τους δόθηκε δωρεάν ρουχισμός, στους άντρες έδωσαν και τσιγάρα Καζμπέκ. Για πρώτη φορά, είδαν όπερα, θέατρο, γενικότερα ξεκίνησε η οργανωμένη ζωή τους.

Οι Σοβιετικοί τους έδωσαν νέα καθαρά ρούχα. Ο συνολικός αριθμός των πολιτικών προσφύγων ανέρχεται στους 55.876. Στη Σοβιετική Ένωση υπήρχαν 11.980 πολιτικοί πρόσφυγες, εκ των οποίων 8.573 άντρες και 3.407 γυναίκες. Οι Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες της Τασκένδης, σύμφωνα με εκτίμηση των Σοβιετικών, οι οποίοι τους παρακολουθούσαν από κοντά, υποδεικνύοντας και παρεμβαίνοντας στις δράσεις και διαδικασίες τους, ανέρχονταν στους 17.500, εκ των οποίων οι 8.000 ήταν οργανωμένοι στο ΚΚΕ. Ο αριθμός των πολιτικών προσφύγων ανά χώρα δεν ταιριάζει ακόμη και στην ίδια εισήγηση του Β. Μπαρτζιώτα και το πιο πιθανό είναι να μην είχαν ακριβή αριθμό. Η Κ. Τσέκου αναφέρει πως το σύνολο των πολιτικών προσφύγων ανερχόταν στους 58.300, βασιζόμενη στο βιβλίο του Λυσίμαχου Παπαδόπουλου, «Νόστιμον ήμαρ», ενώ από το σύνολο του προσφυγικού πληθυσμού, το 60%-65% το αποτελούσαν μαχητές/τριες του ΔΣΕ.

 

ΠΙΝΑΚΑΣ: Η δύναμη των πολιτικών προσφύγων σε αριθμούς

ΧΩΡΑ - ΑΝΤΡΕΣ - ΓΥΝΑΙΚΕΣ - ΠΑΙΔΙΑ

Ρουμανία - 1.981 - 1.939 - 5.132

Τσεχοσλοβακία - 4.000 - 3.475 - 4.148

Πολωνία - 4.730 - 3.138 - 3.590

Ουγγαρία - 2.161 - 2.233 - 2.859

Βουλγαρία - 1.583 - 764 - 672

Γερμανία ----- ----- 1.128

Σοβιετική Ένωση - 8.573 - 3.407 -----

Σημείωση: Στοιχεία από την εισήγηση του Βασ. Μπαρτζιώτα στην ΙΙΙ Συνδιάσκεψη, 1950

 

Σύμφωνα με τον Σύλλογο Ελληνικού  Πολιτισμού Τασκένδης, το 1949 εγκαταστάθηκαν στην Τασκένδη 11.997 πολιτικοί πρόσφυγες. Καθίσταται σαφές πως ο ακριβής αριθμός ακόμη δεν έχει διερευνηθεί. Όπως έχει αναφερθεί ήδη, περισσότερο έγκυρος θεωρείται ο αριθμός των προσφύγων που παραθέτουν οι Σοβιετικοί, δηλαδή την ύπαρξη 17.500 πολιτικών προσφύγων στην Τασκένδη.

Η καταγραφή των πολιτικών προσφύγων της Τασκένδης από το Σύλλογο Ελληνικού Πολιτισμού Τασκένδης

Σημείωση: Οι Έλληνες της Τασκένδης και η πόλη της Πέτρας: Greeks of Tashkent https://bit.ly/3LE4rM4

 

Πηγή: https://www.efsyn.gr/ellada/373670_megalo-taxidi-tis-exodoy-apo-tin-ellada-ton-politikon-prosfygon-toy-emfylioy-polemoy

«Σαραντατρείς μέρες έκλεισαν από την απελευθέρωση... Και η πέμπτη φάλαγγα κρατάει όλες τις θέσεις της... Να ξεριζωθεί αποφασιστικά κάθε κίνδυνος για αντιλαϊκή τυραννία. Και να ξέρουν, μια και καλή, όλοι οι ανοιχτοί ή κρυφοί εραστές της δικτατορίας ότι ισχύει στις μέρες μας πιο πολύ από κάθε άλλη φορά ο μεγάλος λόγος που μας κληροδότησε η Γαλλική Επανάσταση: "ΟΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ ΔΕΝ ΤΟΥ ΜΕΝΕΙ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΕΙ ΠΑΡΑ `Η ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ `Η ΤΑ ΟΠΛΑ!"».

Πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη, 25/11/1944

 

Ο σκληρός Δεκέμβρης του 1944, όσο κι αν δεν το θέλουν οι ιδεολογικοί απόγονοι των ταγματασφαλιτών και των πάσης φύσης συνεργατών του κατακτητή,  είναι μία φλέγουσα, ζωντανή μνήμη. Μία οδυνηρή μνήμη που οι ευωχούμενοι απόγονοι εκείνων που για να επιβιώσουν έθαβαν τους νεκρούς στον κήπο, αδήλωτους για να μη κοπεί το δελτίο τροφίμων και έτρωγαν από τα σκουπίδια των κατακτητών, έχουν πια ξεχάσει. Μαζί με την πείνα, τη σκλαβιά και τη δυστυχία, ξέχασαν και τους συνεργάτες των ναζί και των φασιστών, που απολάμβαναν τους καρπούς της προδοσίας ενός ολόκληρου λαού. Και οι δωσίλογοι, οι ταγματασφαλίτες και οι μέχρι τις 12/10/1944 συνεργάτες της κατοχικής εξουσίας, αντί να πληρώσουν το δίκαιο αντίτιμο της ενοχής τους στο κολοσσιαίο έγκλημα, για άλλη μια φορά αποτέλεσαν τους χρήσιμους εγκληματίες που θα επέβαλλαν την παλινόρθωση του αστικού κράτους. Των ανδράποδων και των μηχανισμών τους δηλαδή, που γίνονται πρόθυμα στηρίγματα της κάθε βάρβαρης εξουσίας, του κάθε ανθρωποβόρου Κράτους.

Δύο μόνο μέρες ελευθερίας, μετά από 1.264 ημέρες χιτλερικής σκλαβιάς πρόλαβε να ζήσει η χώρα. Τόσο αίμα αντιστασιακών και αγωνιστών χυμένο για 2 μέρες ελευθερίας. Από τις 12 Οκτωβρίου 1944, που  ο ΕΛΑΣ απελευθέρωσε την Αθήνα μέχρι τις 14 Οκτωβρίου. Ώρες αφού είχαν αποχωρήσει οι Γερμανοί από την Αθήνα, Άγγλοι αλεξιπτωτιστές πέφτουν στα Μέγαρα και στη συνέχεια μπαίνουν «απελευθερωτές» στην ήδη ελευθερωμένη από τον ΕΛΑΣ Αθήνα.

Ο λαός, αυτός ο λαός ο πεινασμένος και πάντα -σκόπιμα ή από άγνοια γελασμένος- τους υποδέχεται με ενθουσιασμό σαν συμμάχους. Κυριαρχούν τα συνθήματα υπέρ του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Λαϊκή απαίτηση είναι να τιμωρηθούν οι προδότες - συνεργάτες των Γερμανών και Ιταλών φασιστών. Οι Άγγλοι, εφαρμόζοντας το αποικιοκρατικό τους δόγμα, καταλαμβάνουν το κέντρο της Αθήνας. Μαζί καταλαμβάνουν και στρατηγικά σημεία για τον έλεγχο των ιθαγενών. Οι προδότες, αυτοί που ο βασανισμένος λαός απαιτούσε να πληρώσουν για τα φρικτά εγκλήματα τους, ήδη διαπραγματεύονται την παροχή των υπηρεσιών τους στη «νέα κατάσταση» αλλά «κανείς δεν γνωρίζει», όπως θέλουν να πιστεύουν οι σημερινοί απολογητές τους.

Από τις 15/10/1944 άρχισαν οι προκλήσεις των ταγματασφαλιτών. Το αίμα κυλάει και  βάφει τους δρόμους της Αθήνας. Οι πρώτοι νεκροί της «νέας κατάστασης» είναι γεγονός. Καταγράφονται καταγγελίες για άγρια τρομοκρατία, παράνομες συλλήψεις, ξυλοδαρμοί φοιτητών αμέσως μετά την Απελευθέρωση. Η αποκατάσταση της «αστικής δημοκρατίας» έχει αρχίσει και οι ωδίνες της είναι φρικτές, όπως είναι και αυτοί που την προετοιμάζουν.

g papandreou skompi

Στις 18 Οκτωβρίου 1944 φτάνει στην Ελλάδα η προσχηματική κυβέρνηση «Εθνικής Ενότητας» με επικεφαλής τον Γεώργιο Παπανδρέου. Φυσικά μαζί φτάνει και ο Άγγλος τοποτηρητής, ο στρατηγός Ρόναλντ Σκόμπι μαζί με στρατεύματα που αποβιβάζονται στον Πειραιά. Οι Άγγλοι, παρά την ήδη ορατή παρακμή τους, γνωρίζουν καλά τον τρόπο εδραίωσης της αποικιοκρατίας και έχουν ήδη τα διαπιστευτήρια των ντόπιων συνεργατών τους, που δεν είναι άλλοι από τους συνεργάτες και του προηγούμενου κατακτητή Των Γερμανών.

Χίτες, ταγματασφαλίτες και χωροφύλακες συνεχίζουν την κατατρομοκράτηση του «απελευθερωμένου» λαού, για λογαριασμό των νέων αφεντικών τους, των Άγγλων και της κυβέρνησης - μαριονέτας των αποικιοκρατών.

Στις 5 Νοεμβρίου 1944 ο Παπανδρέου ανακοινώνει ότι την 1η Δεκεμβρίου θα διαλυθεί η Εθνική Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, δίχως καν να συζητήσει με τον λαϊκό στρατό που έδωσε τον αγώνα όσο ο ίδιος βρισκόταν στην ασφαλή αγκαλιά των πατρόνων του. Τα πράγματα αρχίζουν και γίνονται χειρότερα. Η νέα Κατοχή γεννιέται και για τη στήριξη της, στις 10 Νοεμβρίου 1944 φτάνει στην Αθήνα η Ορεινή Ταξιαρχία με αποστολή της τη στήριξη της νέας εξουσίας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη για την ταυτότητα της νέας Κατοχής από τη διαβόητη εντολή του Τσώρτσιλ προς τα κατοχικά στρατεύματα που έστειλε, να «μη διστάσει να ανοίξει πυρ αν αυτό είναι απαραίτητο» ή όπως διατυπώθηκε από τον ίδιο, προς τον σφαγέα Σκόμπι αργότερα στις 4/12/1944,  «μη διστάσετε να ενεργήσετε ωσάν να ευρίσκεστε σε μια κατακτημένη πόλη όπου έχει ξεσπάσει μια τοπική εξέγερσης»

Ο Παπανδρέου, πειθήνιο όργανο της αγγλικής Κατοχής, προχωρά ακόμα ένα βήμα και την 30ή Νοεμβρίου 1944 βγάζει διαταγή που καθορίζει τις ημερομηνίες διάλυσης του ΕΛΑΣ και της πολιτοφυλακής. Αυτό ενώ ακόμα δεν έχει λυθεί -μαζί με τους υπουργούς της Αριστεράς- το πρόβλημα των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας. Μοιραία ακολουθεί την 1η  Δεκεμβρίου η παραίτηση από την κυβέρνηση όλων των υπουργών της αριστεράς. Μάταια το ΕΑΜ απηύθυνε έκκληση στις συμμαχικές δυνάμεις πως ο ΕΛΑΣ είναι μοχλός σταθερότητας στη χώρα και κατήγγειλε την παρέμβαση του αρχιστράτηγου Σκόμπι. Μάταια επίσης χιλιάδες λαού, σε μαζικές διαδηλώσεις που συμμετέχουν καθηγητές, φοιτητές, διανοούμενοι,  αξίωναν να μην διαλυθεί ο ΕΛΑΣ.

Ο Σκόμπι όξυνε ακόμα περισσότερο την κατάσταση με ένα χυδαίο διάγγελμα, γεμάτο απειλές πείνας και περαιτέρω εξαθλίωσης του ελληνικού λαού αν αυτός δε συμμορφωνόταν και δεν αποδεχόταν τη διάλυση του ΕΛΑΣ και τη συνεπαγόμενη στελέχωση Ενόπλων Δυνάμεων και σωμάτων ασφαλείας από τους εκλεκτούς των Άγγλων, πρώην συνεργάτες της κατοχικής εξουσίας και άλλα άκαπνα αλλά πειθήνια όργανα των νέων κατακτητών. Το διάγγελμά του προκάλεσε θλιβερή εντύπωση και έντονη δυσφορία. Οι  συνοικίες της Αθήνας αγανάκτησαν. Ο κόσμος με ντουντούκες, τραγούδια, καμπάνες και παρελάσεις έκανε την αγανάκτησή του ξεκάθαρη. Παρά την αδιάλειπτη τρομοκρατία που εφάρμοζαν οι Άγγλοι,  η κυβέρνηση μαριονέτα και οι συνεργάτες τους (και πρώην συνεργάτες των Γερμανών) ο κόσμος αντιδρούσε στην επερχόμενη νέα Κατοχή. Οι μνήμες ήταν πολύ νωπές και κανένα διάγγελμα, καμία υπόσχεση των εισβολέων δεν μπορούσε να πείσει για το «αγαθό» των προθέσεων τους. Πόσο μάλλον όταν η βίαιη καθημερινότητα εξέθετε καθημερινά τις αληθινές προθέσεις των αποικιοκρατών και των συνεργατών τους.

Ενώ οι διαδηλώσεις σε όλες τις γειτονιές είναι καθημερινές, το ΕΑΜ αποφασίζει ένα μεγάλο συλλαλητήριο την Κυριακή στις 3 Δεκεμβρίου 1944  υπέρ της προστασίας των ελευθεριών  του λαού αφενός και για τη σύλληψη και τιμωρία των συνεργατών των Γερμανών, των δωσίλογων και των προδοτών του λαού αφετέρου. Καλείται, λοιπόν, παλλαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος στις 11 το πρωί, Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 1944.  Το συλλαλητήριο απαγορεύτηκε από τον εσμό που δήλωνε «ελληνική κυβέρνηση» αλλά χιλιάδες λαού αγνόησε την απαγόρευση και βρέθηκε στο δρόμο. Η συμμετοχή στο συλλαλητήριο ήταν μνημειώδης. Άνθρωποι περπάτησαν με τις ώρες για να φτάσουν στο Σύνταγμα από παντού. Στο Ρουφ Βρετανοί χτυπούν τους Πειραιώτες που ανέβαιναν στην Αθήνα. Βρετανικά τανκ και θωρακισμένα έριχναν εκφοβιστικές ριπές.

Αστυνομικοί, χωροφύλακες, τσολιάδες της ανακτορικής φρουράς, συμμορίες χιτών (της φασιστικής οργάνωσης «Χ») άρχισαν να πυροβολούν τους διαδηλωτές. Έγινε μακελειό στην Ηρώδου Αττικού μπροστά από την αμερικανική πρεσβεία, στους στύλους του Ολυμπίου Διός, στο Ζάππειο, στο Σύνταγμα και αλλού. Οι ταγματασφαλίτες μπουραντάδες, οι συμμορίες των Χιτών και της χωροφυλακής στήνουν ενέδρες στους δρόμους σκοτώνουν, συλλαμβάνουν, βασανίζουν. Αποτέλεσμα της επίθεσης 28 νεκροί και 140 τραυματίες.

Ο σφαγέας Σκόμπι δηλώνει στους δημοσιογράφους πως θα επιβάλει την τάξη και ζητά άμεσα ενισχύσεις. Η νέα Κατοχή είναι πια γεγονός και αυτή τη φορά οι συνεργάτες της δεν κινούνται μόνο στα  υπόγεια των κατοχικών δυνάμεων ασφαλείας ή στους σκοτεινούς δρόμους αλλά έχουν αξιώματα και κυβερνητικές θέσεις. Ο πεινασμένος για ψωμί κι ελευθερία λαός, ακόμα μία φορά πεθαίνει στους δρόμους προδομένος από Έλληνες και ξένους.

Στην Αθήνα οι Βρετανοί με τη βοήθεια της αμερικανικής αεροπορίας μεταφέρουν ενισχύσεις από τα αεροδρόμια του Ελληνικού, της Ελευσίνας και του Τατοϊου. Στην Αθήνα βρίσκονται η 5η Ινδική Ταξιαρχία, το πυροβολικό της 4ης Ινδικής Μεραρχίας, η 4η Βρετανική Μεραρχία, η 46η Βρετανική Μεραρχία και ειδικές δυνάμεις. Σύνολο ανδρών, 80.000. Όλοι για τη «διασφάλιση της ειρήνης» και την «αποκατάσταση» της -δικής τους- «τάξης»

Τη Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου οργανώνεται  μεγάλη συγκέντρωση και ενώ οι Αθηναίοι θάβουν τους νεκρούς τους, δέχονται πάλι επίθεση που αφήνει πίσω της 100 νεκρούς και τραυματίες.

Ο σφαγέας Σκόμπι κηρύσσει στρατιωτικό νόμο. Βρετανικές δυνάμεις κυκλώνουν και αφοπλίζουν το 2ο Σύνταγμα της ΙΙ μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ αρχίζει τις επιχειρήσεις κατά των χιτών και των αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας και του Πειραιά. Την επομένη, ο Σκόμπι θα πάρει τη διαβόητη και αποκαλυπτική της νέας Κατοχής, διαταγή από τον Τσόρτσιλ να συμπεριφέρεται σαν να βρίσκεται σε κατεχόμενη πόλη. Όπως αναφέρεται και στο πρωτοσέλιδο του Ριζοσπάστη της 25/11/1944 που θέσαμε ως εισαγωγικό απόσπασμα του παρόντος, μπροστά σ' αυτή την κατάσταση ο λαός έπρεπε να διαλέξει. Τις αλυσίδες ή τα όπλα. Και διάλεξε τα όπλα.

Η ένοπλη πάλη και αντίσταση του λαού ξεκινά. Αγγλικά αεροπλάνα, που έβγαλαν τα σήματά τους (!!!) πυροβολούν τις συνοικίες στο Χαλάνδρι, στο κέντρο της Αθήνας και  στον Πειραιά.

Το χρονικό των μαχών που ακολούθησαν είναι γνωστό και για όσους θέλουν περισσότερες πληροφορίες, διαθέσιμο σε βιβλία και ιστοτόπους. Δεν μπορούμε να το παρουσιάσουμε εκτενέστερα εδώ για λόγους οικονομίας χώρου. Θα σημειώσουμε μόνο πως όταν ο Ερυθρός Σταυρός αναγνώρισε την κατάσταση ως εμπόλεμη και αποφάσισε να εφαρμόσει τα διεθνή νόμιμα, οι αποστολές του δέχτηκαν επιθέσεις τόσο από τους ταγματασφαλίτες, τους χίτες, τους αστυνομικούς, τους χωροφύλακες και φυσικά από τους Άγγλους στρατιώτες. Έχουν καταγραφεί αυτές οι επιθέσεις σε συσσίτια σε αποστολές τροφίμων και φαρμάκων και γενικότερα σε αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας, από δημοσιογράφους και από τους ίδιους τους ανθρώπους του Ερυθρού Σταυρού. Επρόκειτο για την εξόφθαλμη εδραίωση μίας Κατοχής που αποτέλεσε τη μήτρα από την οποία ξεπήδησε το κράτος βίας που από τότε -με ασήμαντα διαλείμματα- κυβερνά τη χώρα μέχρι σήμερα.

Syssitio

Σκηνή από συσσίτιο

 

Ο Δεκέμβριος του 1944 είναι η μακάβρια γενέθλια μέρα της μεταπολεμικής Ελλάδας και μία  διαρκής υπενθύμιση της θέσης της χώρας στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη.

Αυτό για όσες και όσους αναρωτιούνται γιατί η χώρα δεν μπορεί να ξεβαλτώσει από τη μοίρα που της ορίζουν όσοι αποτέλεσαν και αποτελούν πρόθυμους συνεχιστές της κληρονομιάς εκείνων που τον Δεκέμβρη του 44 διαμόρφωσαν το μέλλον της. Τότε και για -άγνωστο ακόμα πόσες- δεκαετίες.

 

Δείτε επίσης το ελληνικού ενδιαφέροντος φιλμ από την απελευθέρωση όπου  υπάρχουν σκηνές διάρκειας περίπου 4.30′,. Πηγή XYZ Contagion (βλ. παρακάτω Πηγές)

 

 

 

 

Πηγές και προτάσεις για περισσότερες πληροφορίες:

Δεκέμβρης '44, Οι μάχες στις γειτονιές της Αθήνας, Ε Ιστορικά, Η μάχη της Αθήνας

Κωστόπουλος, Τάσος (2016). Κόκκινος Δεκέμβρης: Το ζήτημα της επαναστατικής βίας. Αθήνα: Βιβλιόραμα

XYZ Contagion

Alfavita.gr

E-Prologos.gr

Ριζοσπάστης

Τελευταία γίνεται πολύς λόγος για διώξεις, μηνύσεις αγωγές κλπ. Και όλα αυτά τα «ωραία» και «πολιτισμένα» , έχουν στόχους δημοσιογράφους, εφημερίδες, ραδιοφωνικούς σταθμούς και (αληθινά δημοσιογραφικές) ιστοσελίδες, άλλες ιστοσελίδες και  ιστολόγια ή διαδικτυακά ημερολόγια. Είναι μία ιδιότυπη απόπειρα φίμωσης, ειδικά όταν λείπουν τα στέρεα και σοβαρά επιχειρήματα από τον λογοκριτή. Πρόσφατα είχαμε μία τρανή απόδειξη περί αυτού, στη χώρα και επειδή είναι πρόσφατη (ούτε μήνας δεν έχει κλείσει από τη δίκη), την παρουσιάζουμε συνοπτικά, για όποιον δεν την αντελήφθη (ή εξακολουθεί να μην την αντιλαμβάνεται)

Πρόκειται για την περίπτωση της αγωγής κατά του δημοσιογράφου Ν. Μπογιόπουλου, από την Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού. Είναι μία χαρακτηριστική περίπτωση προσπάθειας εργαλειοποίησης της Δικαιοσύνης για την επιβολή σιωπής σε μία ελεύθερη, παράλληλα  πολιτικά και κοινωνικά προσανατολισμένη, φωνή.

 Συγκεντρώνοντας τα κύρια γεγονότα δημοσιεύσουμε ένα χρονικό αφιερωμένο στην περίπτωση. Από το εξώδικο στην αγωγή και μέχρι την εκδίκαση. Όταν έχουμε και την απόφαση θα επανέλθουμε γιατί αξίζει να έχουμε καλά μέσα στον νου μας σε τι καιρούς ζούμε. Σε τι τόπους και τι χρόνους και αντιλαμβανόμενοι το πρόβλημα, να μπορέσουμε κάποτε να το λύσουμε ως κοινωνία και δίχως να το αναθέτουμε στη Δικαιοσύνη, στην οποία άλλωστε δεν ταιριάζει ο ρόλος του λογοκριτή ή του τιμωρού για λογαριασμό κανενός, ο οποίος αντιλαμβάνεται στρεβλά την έννοια της Τρίτης Εξουσίας, κατά τη διάκριση των εξουσιών κατά τον Μοντεσκιέ.

Το χρονικό

Τη Δευτέρα 22 Μαρτίου 2021, Ένωση Απόστρατων Αξιωματικών Στρατού  (Ε.Α.Α.Σ) κοινοποίησε στον ραδιοφωνικό σταθμό REAL FM 97,8 και στον δημοσιογράφο Νίκο Μπογιόπουλο, εξώδικο δήλωση με αναφερόμενο ως λόγο, την «κατασυκοφάντηση  της από  τον  δημοσιογράφο, σε εκπομπή του στον προαναφερθέντα ραδιοφωνικό σταθμό, την Παρασκευή 5 Μαρτίου 2021».

Η ΕΑΑΣ εγκαλούσε τον Ν. Μπογιόπουλο γιατί –όπως λέει η Ένωση- «χαρακτήρισε τα μέλη της Ε.Α.Α.Σ. με ιδιάζουσα χυδαιότητα και ψευδολογία, αποκαλώντας –τα  μέλη-απόστρατους  της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών- «αλήτες», αποδίδοντάς τους (κατά την ένωση)  ψευδείς και ανυπόστατες ενέργειες.

Μετά το εξώδικο της 22ας Μαρτίου και επειδή ο Ν. Μπογιόπουλος  δεν ανασκεύασε τα όσα του καταμαρτυρούσε η Ένωση,  ούτε μετά την κοινοποίηση σε αυτόν και στον Real FM 97,8 του εξωδίκου, η Ε.Α.Α.Σ. υπέβαλε αγωγή αστικής αποζημιώσεως σε βάρος εκείνου και του ραδιοφωνικού σταθμού από τον οποίο μεταδόθηκε η επίμαχη εκπομπή.

Η μηνιαία εφημερίδα της ΕΑΑΣ, «Εθνική Ηχώ», στο τεύχος υπ. Αριθμό 694 (Οκτώβριος 2021), φιλοξένησε άρθρο του Συνταγματάρχη έ.α. Αναστασίου Φαραντάτου (και μέλους της ΕΑΑΣ) με τίτλο «Η «Τεχνική της μεταφοράς» και της “παραπλάνησης” ως μέθοδοι της προπαγάνδας» (βλ. σύνδεσμο ανωτέρω). Στη σελίδα 3 του φύλλου και στο συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται επί λέξη:

«Δεν θα με απασχολούσαν ποτέ οι προσωπικές απόψεις ενός κομμουνιστή σχετικά με τις Ένοπλες Δυνάμεις ή την ιστορική αλήθεια -εξ άλλου όλοι οι κομμουνιστές λένε τα ίδια, σαν να παίζει μασημένη κασέτα- αλλά όταν κάποιος γίνεται υβριστής, θα πρέπει να αναλαμβάνει και τις ευθύνες του και όχι να δικαιολογείται «δίκην τραπεζοκόμου» (όπως λέγαμε και στη ΣΣΕ)

Από την ημέρα της κατάθεσης της αγωγής της ΕΑΑΣ, επιδόθηκε ο ίδιος και ο κύκλος του σε έναν αγώνα «μεταφοράς» της μεταξύ μας αντιπαράθεσης, από την εξύβριση «αλήτες» σε αντιπαράθεση ιδεολογική. Στην εκδίκαση έφερε και πλειάδα ακροατών (γέμισαν ένα ακροατήριο δικαστηρίου εν μέσω COVID), προκειμένου να ενισχύσουν με την εμφάνισή τους το επιχείρημά του ότι ορθώς μας αποκαλεί αλήτες, αφού εμείς δήθεν αναφερόμαστε σε κομμουνιστοσυμμορίτες. Δηλαδή κατά την κομμουνιστική λογική, όποιος δεν συμμερίζεται τις ανιστόρητες απόψεις τους, είναι «αλήτης» και καλώς θα υβρίζεται δημοσίως.

Επάνω στην αγωνιώδη προσπάθειά του για να αποφύγει τις συνέπειες της πράξης του, ο κομμουνιστής δημοσιογράφος και οι υποστηρικτές του, χρησιμοποίησαν και την τεχνική της «παραπλάνησης του ακροατηρίου», αφού ισχυρίσθηκαν ότι «θύμωσε, βρε παιδί μου, που οι απόστρατοι αναφέρονται σε «κομμουνιστοσυμμορίτες», ενώ αυτός ψευδώς είχε πει στη συγκεκριμένη ραδιοφωνική εκπομπή ότι αναφερόμασταν σε «ληστοσυμμορίτες».

EthnikiEcho

Αναμενόμενη η δημοσίευση. Μία εφημερίδα αποστράτων γράφει τα παραπάνω, σκιαγραφώντας τους κομμουνιστές με τα ίδια χρώματα που χρησιμοποιούσαν οι προκάτοχοι των θώκων τους, οι παλαιότεροι «απόφοιτοι της ΣΣΕ». ‘Άλλες λέξεις, ίδια χρώματα. Ως εκ τούτου δείχνουμε την απαραίτητη κατανόηση, που οφείλει να διαθέτει κάθε λογικός άνθρωπος. Κρατάμε μόνο το γεγονός πως από το άρθρο του συνταξιούχου συνταγματάρχη και μέσα από την αναπαραγωγή της εμφυλιοπολεμικής ρητορικής, επιβεβαιώνεται πως συνήθως καταλογίζει εμμονές ο κατ’ εξοχήν εμμονικός.

Ο Ν. Μπογιόπουλος απάντησε την 1η Απριλίου με δημοσίευμα του υπό τον τίτλο «Προς διοικούντες την Ενωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού (ΕΑΑΣ)» όπου από το πρώτο κιόλας σημείο που θίγει, αναφέρεται στη συνάντηση του προεδρείου της ΕΑΑΣ με τους νεοναζί της εγκληματικής Οργάνωσης «Χρυσή Αυγή», στις 31/10/2014, όπως είχε αποκαλύψει ο Δ. Ψαρράς στην Εφημερίδα των Συντακτών στις 17/11/ του ίδιου χρόνου

apostratoi xrisi augi army voice1

Φωτ. Το προεδρείο της Ενωσης Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού συνομιλεί χαμογελαστό με τους εκπροσώπους της ναζιστικής οργάνωσης στα γραφεία της Χρυσής Αυγής και κάτω από το βλέμμα του επίδοξου φίρερ (πηγή: ΕΦΣΥΝ 17/11/2014)

Ο Ν. Μπογιόπουλος ανάρτησε και την επίμαχη εκπομπή του (εδώ) την οποία ακούγοντας την, αντιλαμβανόμαστε καλύτερα το περιεχόμενο της  ακόλουθης παραγράφου  του κειμένου του

 α) Στο εξώδικο ισχυρίζονται (ΣτΣ η ΕΑΑΣ) με ουρανομήκη “φιλαλήθεια” και τη γνωστή τους όπως προείπαμε “λεβεντιά” ότι τα όσα βλέπουν τα μάτια σας στις φωτογραφίες περί “συμμοριτών” κομμουνιστών ουδέποτε (!) τα είπαν, β) στην σύσταση των εν λόγω κυρίων να ανακαλέσω (ούτε σάλιο για να γελάσω δεν χαραμίζω) ή τότε τρόπον τινά “θα τα πούμε” απειλώντας με με αγωγές και δικαστήρια, η απάντησή μου είναι τόσο απλή που ακόμα κι αυτοί θα την καταλάβουν: Τα αρχεία μου με τα “κομμουνιστοσυμμοριτικά τους” και τα συναπαντήματά τους με την καταδικασμένη εγκληματική ναζιστική συμμορία “Χρυσή Αυγή” αδημονούν να τους συναντήσουν. Όποτε θέλουν και όπου θέλουν. (Ν. Μπογογιόπουλος: Προς διοικούντες… ό.π)

Στις 16/10/2021, πέντε μέρες πριν την εκδίκαση της υπόθεσης, ο Δ. Κανελλόπουλος σε άρθρο του στην Εφημερίδα των Συντακτών, με τίτλο: Οι καραβανάδες θέλουν να κλείσουν τον Νίκο Μπογιόπουλο στη φυλακή. Πέρα από τη χρήση του  όρου «καραβανάδες» που είναι όρος της καθομιλουμένης και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί υβριστικό χαρακτηρισμό, ο Δ. Κανελλόπουλος αναδημοσιεύει απόσπασμα του Ν. Μπογιόπουλου, το οποίο αναφέρει: «Οταν η ΕΑΑΣ διοργανώνει εκδηλώσεις σε Γράμμο - Βίτσι για να κραυγάσει το σκυλολόι της “κατά των Κομμουνιστοσυμμοριτών” όπως έκανε το παράρτημά της στας Σέρρας, τότε είναι προφανές ότι

α) ένα Ν.Π.Δ.Δ. από κοινού με το υπουργείο Εθνικής Αμυνας στο οποίο υπάγεται παραβιάζουν τους νόμους που υποτίθεται υπηρετούν,

β) προωθούν πολιτική μισαλλοδοξίας και διχασμού,

γ) αναγάγουν την (κατά τον Βάρναλη) “τσούλα” σε Ιστορία και σε εργαλείο της ακροδεξιάς εθνικοφροσύνης, και

δ) όλα τα παραπάνω τα κραυγάζουν κιόλας ανακοινώνοντας ότι η μάζωξή τους έχει σε τέτοιο βαθμό την έγκριση του πρωθυπουργού σε σημείο που θα “παραστεί” ακόμα και ο ίδιος εκπροσωπούμενος δια του υπουργού του Αλκ. Στεφανή».

 

Η δίκη στις 21/10/2021

Ενώ τα μέλη της Ένωσης δήλωναν «προσβεβλημένα» και γι’ αυτό προχώρησαν σε αγωγή κατά του Ν. Μπογιόοπουλου, δεν εμφανίστηκε κανένα τους  στο δικαστήριο. Κανένα από τα 34.000 (κατά δήλωση της ΕΑΑΣ) μέλη δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο που θα δίκαζε την «προσβολή» που ισχυρίζεται η ένωση τους πως της έγινε.  Στην δίκη της «προσβολής» και του «ενόχου» αυτής. 

Η αγωγή εκδικάστηκε με την Ένωση Απόστρατων Αξιωματικών Στρατού να παρουσιάζει σαν βασικό, επιχείρημα την δήλωση αποστασιοποίησης  της Ένωσης από τα παραρτήματα της: Άλλο τα κεντρικά της ΕΑΑΣ και άλλο τα παραρτήματα της,  που συνηθίζουν να οργανώνουν τέτοιες γιορτές, γιορτές μίσους, με όλη την ακροδεξιά παρούσα. Άσχετα με το αν στις συγκεκριμένες γιορτές έδιναν το «παρών» και οι, κατά καιρούς, πρόεδροι της ΕΑΑΣ. (…κάτι έγινε εκεί, στην Καστοριά, αλλά δεν το γνωρίζαμε εμείς ακριβώς και δεν μας ρώτησε και κανένας)

Τώρα βρισκόμαστε εν αναμονή της απόφασης. Μίας απόφασης που μάρτυρες υπήρχαν και προσήλθαν μόνο από τη μία πλευρά. Εκείνη του εγκαλούμενου. Η  άλλη πλευρά δεν είχε μάρτυρες. Είτε βαρέθηκαν να πάνε (που να τρέχουν μετά την «προσβολή» που τους έγινε) ή διαπιστώνοντας τον αναχρονισμό και την ανοησία που έκρυβε η αγωγή τους, αποφάσισαν πως δεν χρειάζεται να εκτεθούν περισσότερο στα μάτια της κοινωνίας και της κοινής λογικής.

vitsi2 1140x523 1

Από τις εκδηλώσεις μίσους στο Βίτσι. Μπογδάνος ΕΑΑΣ ΧΑ μαζί

"…Και ξημέρωσε η 3 του Δεκέμβρη. Τρεις του Δεκέμβρη!.. Όποιος έζησε στις 3 του Δεκέμβρη, στις 4 μπορούσε να πεθάνει. Ο προορισμός του ανθρώπου, που είναι να κάνει κάτι μεγάλο ή να ζήσει κάτι μεγάλο εκπληρώνεται. Γιατί ο λαός, ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο".

Μενέλαος Λουντέμης

 

Στις 12 Οκτώβρη του 1944 η Αθήνα πανηγυρίζει την απελευθέρωσή της από τα ναζιστικά στρατεύματα. Στο ιταλικό Μέτωπο, την ίδια μέρα, η Βρετανική Στρατιά βάλλει με 500 πυροβόλα εναντίον των γερμανικών θέσεων επί 2 λεπτά για να γιορτάσει το γεγονός. Όλα τα ελληνικά πλοία, αλλά και πολλά συμμαχικά που βρίσκονται εν πλω, χτυπούν τις σειρήνες τους πανηγυρικά.

Δυστυχώς όμως για τους Έλληνες, ο πόλεμος δεν θα τελειώσει εκείνη την ημέρα. Ένας νέος, πολύ πιο σκληρός, θα ξεκινούσε σε λίγο διαψεύδοντας τις ελπίδες των ταλαιπωρημένων Ελλήνων για δημοκρατία και λαοκρατία, ύστερα από 4 χρόνια τριπλής μαρτυρικής κατοχής.

Ήταν σαφές ότι οι Άγγλοι δε θα επέτρεπαν την επικράτηση της Αριστεράς στην Ελλάδα. Σε τηλεγράφημά του προς τον υπουργό Εξωτερικών της Βρετανίας, Ήντεν, ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσώρτσιλ γράφει:

Λαμβανομένου υπ’ όψιν του τιμήματος του οποίου κατεβάλαμεν δια να επιτύχωμεν από την Ρωσίαν να έχωμεν ελευθέρας τας χείρας εις την Ελλάδαν, δεν θα έπρεπε να διστάσωμεν να χρησιμοποιήσωμεν βρεττανικά στρατεύματα δια να υποστηρίξωμεν την ελληνικήν βασιλική κυβέρνησιν του κ.Παπανδρέου.

… Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι θα έχωμεν σύγκρουσιν με το ΕΑΜ και ότι δεν πρέπει να προσπαθήσωμεν να την αποφύγωμεν, υπό τον όρον να εκλέξωμεν καλώς το έδαφος …»

 02

Λίγες ημέρες μετά την αποχώρηση των Γερμανών, καταφτάνουν στην Ελλάδα οι Βρετανοί, με επικεφαλής τον αντιστράτηγο Σκόμπι. Ο ελληνικός λαός τους υποδέχεται με ζητωκραυγές και επευφημίες καθώς τους βλέπει ως σύμμαχους και σωτήρες. Κανείς τους δεν μπορεί να φανταστεί πως μια νέα «κατοχή», βρετανική αυτή τη φορά, είχε ήδη αποφασιστεί.

Ταυτόχρονα, ο στρατάρχης Αλεξάντερ, αρχηγός όλων των δυνάμεων της Μεσογείου, αποδεσμεύει την Τρίτη Ορεινή Ταξιαρχία από το ιταλικό μέτωπο και τη στέλνει στην Ελλάδα. Η Τρίτη Ορεινή ταξιαρχία (ή ταξιαρχία του Ρίμινι) έχει συγκροτηθεί από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην Αίγυπτο κατά τη διάρκεια του Πολέμου και έχει προέλθει από έμπιστους στους Βρετανούς και στο Βασιλιά στρατιωτικούς, μετά την καταστολή του κινήματος και τις εκκαθαρίσεις που έγιναν στα ελληνικά στρατεύματα της Μέσης Ανατολής. Η σύνθεσή της είναι αμιγώς δεξιά και είναι η μόνη πραγματική στρατιωτική μονάδα που διαθέτει η ελληνική κυβέρνηση, μαζί με τον Ιερό Λόχο, μια στρατιωτική "μονάδα ειδικών δυνάμεων", που και αυτή έχει συγκροτηθεί στη Μέση Ανατολή.

Παράλληλα, χωροφύλακες και αξιωματικοί από όλη την Ελλάδα συρρέουν στους στρατώνες του Μακρυγιάννη και στη Σχολή Χωροφυλακής, όπου αθόρυβα εξοπλίζονται

Είναι προφανές ότι η μεγάλη δύναμη του ΕΛΑΣ τρομάζει την κυβέρνηση που αντιλαμβάνεται ότι ο ΕΛΑΣ πρέπει να διαλυθεί και στη θέση του να συγκροτηθεί ένας τακτικός στρατός, που θα μπορεί να ελέγχει. Για να μπορέσει να συμβεί πάντως αυτό, θα έπρεπε ταυτόχρονα να διαλυθούν και ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα αλλά και η Τρίτη Ορεινή Ταξιαρχία.

Ενώ όμως το αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης είναι αυτό, καταφτάνει εντολή του Τσώρτσιλ προς τον Γ.Παπανδρέου όπως εξαιρεθεί από τη διάλυση η Ορεινή Ταξιαρχία. Το ΕΑΜ αντιδρά και αντιπροτείνει τη δημιουργία ενός Εθνικού Στρατού που θα περιλαμβάνει από τη μια τις δυνάμεις της Τρίτης Ορεινής Ταξιαρχίας, του ΕΔΕΣ και του Ιερού Λόχου και από την άλλη μια ταξιαρχία του ΕΛΑΣ με δύναμη ίση με το άθροισμα των άλλων δυνάμεων.

Σε αυτή την πρόταση του ΕΛΑΣ, ο Παπανδρέου αντιπροτείνει κάτι που δε θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό από τον ΕΛΑΣ. Ενώ συμφωνεί με την ιδέα συγκρότησης του Εθνικού Στρατού από τα παραπάνω σώματα, εντούτοις παραχωρεί στον ΕΛΑΣ μόλις το ¼ των δυνάμεων του στρατού αυτού.

2

Η πρόταση αυτή απορρίπτεται από το ΕΑΜ που τη νύχτα της 1ης προς 2α Δεκεμβρίου, αποσύρει τους υπουργούς του από την κυβέρνηση. Ταυτόχρονα, η Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ αποφασίζει τη διοργάνωση συλλαλητηρίου διαμαρτυρίας στην πλατεία Συντάγματος την επόμενη μέρα, Κυριακή 3 Δεκεμβρίου

5

Η κυβέρνηση δίνει αρχικά την άδεια για τη διοργάνωση του συλλαλητηρίου, αλλά το πρωί της Κυριακής ανακαλεί την άδεια με τη δικαιολογία πως το συλλαλητήριο είναι η απαρχή "σειράς επαναστατικών πράξεων αι οποίαι αποβλέπουν εις κατάλυσιν του κράτους"

4

Ήδη, όμως, είναι πολύ αργά. Η πλατεία Συντάγματος και οι γύρω δρόμοι έχουν πλημμυρίσει από χιλιάδες λαού με σημαίες, λάβαρα και πλακάτ. Τα κυρίαρχα συνθήματα είναι "Όχι άλλη κατοχή" και "Παπανδρέου παραιτήσου" 

 05

Αστυνομικοί βρίσκονται οχυρωμένοι στην είσοδο του κτιρίου, στην ταράτσα και στα παράθυρα της Αστυνομικής Διεύθυνσης (που βρισκόταν τότε στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και βασιλίσσης Σοφίας), στην ταράτσα της Βουλής και στο πεζοδρόμιο του κτιρίου, προς την πλευρά του Αγνώστου Στρατιώτη. Εκτός από τους αστυνομικούς, στους γύρω δρόμους υπάρχουν αγγλικά άρματα μάχης

Οι πρώτες συγκρούσεις των διαδηλωτών με την Αστυνομία εκδηλώνονται όταν το πλήθος, προσπαθώντας να φτάσει από τους γύρω δρόμους στην πλατεία Συντάγματος, εμποδίζεται από τις αστυνομικές δυνάμεις. Μετά από λίγο, από τα παράθυρα της Αστυνομικής Διεύθυνσης και από τα άλλα σημεία οχύρωσης των αστυνομικών αρχίζουν να πέφτουν πυροβολισμοί. 

 06

Μαρτυρίες

Γράφει η Μέλπω Αξιώτη στο βιβλίο της “Απάντηση σε 5 ερωτήματα” : «Δίπλα απ΄τα ανάκτορα αστυνομικοί και φασίστες εκείνη τη στιγμή μας πυροβολούν στο ψαχνό. Κορίτσια τότε δείχνουν τα στήθια τους και φωνάζουν: βαράτε εδώ! Είμαστε άοπλοι! Και οι φασίστες τα βαρούν… Οι νεκροί πέφτουν τώρα γύρω – τριγύρω μας ένας – ένας χάμω, σα σπουργίτια. Οι ξένοι ανταποκριτές στέκουν εκστατικοί. Ένας Αμερικανός με στολή χυμά κι αρπά πιστόλι αστυνομικού που ήταν έτοιμο ν΄ανάψει. Άλλος Αμερικανός πίσω από τανκ εγγλέζικο φωτογραφίζει το λάβαρο του ΕΑΜ που μούσκεψε σε σκοτωμένου το αίμα… Πολλοί από τους πόλισμαν πετούν τα όπλα τους στους διαδηλωτές και οι διαδηλωτές τους σηκώνουν στα χέρια. Οι Άγγλοι γύρω – γύρω και πάνω στα τανκς, στη «Μεγάλη Βρετάνια» στα πεζοδρόμια, ανάμεσα στο πλήθος, φλεγματικοί παντού και αξιοπρεπείς στέκουν και βλέπουν τη δολοφονία μας, πως θάστεκαν να βλέπουν ταινία κινηματογράφου. Στο τέλος – τέλος παίρνουν μέρος. Μαζεύουν με τα φορτηγά τους, τραυματισμένους και γερούς. Ήταν αυτοί οι πρώτοι όμηροι. Σε λίγες μέρες γίνηκαν χιλιάδες».

Αλλά και άλλοι αυτόπτες μάρτυρες που σίγουρα δε θα μπορούσαν να κατηγορηθούν για φιλοκομμουνιστικά αισθήματα, βεβαιώνουν ότι η επίθεση απέναντι στο άοπλο πλήθος ήταν αναίτια και αδικαιολόγητη. Ένας από αυτούς ήταν ο ελληνικής καταγωγής Κ. Κουβαράς που ήρθε στην Ελλάδα την Άνοιξη του ’44 με ειδική αποστολή της υπηρεσίας OSS (της μυστικής υπηρεσίας των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια του πολέμου).

7

Ο ίδιος παρακολούθησε τα γεγονότα της 3ης Δεκέμβρη 1944 από τον εξώστη του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετάνια» και γράφει : «Είδα τον κόσμο να έρχεται σε παράταξη με τις σημαίες του - ελληνική, αμερικανική, βρετανική και ρωσική - μπροστά. Ήταν μια γιγάντια φάλαγγα, αλλά οι διαδηλωτές προχωρούσαν με τάξη τραγουδώντας αντάρτικα τραγούδια και φωνάζοντας συνθήματα. Έρχονταν δυτικά από την οδό Πανεπιστημίου και προσπάθησαν να μπουν στην πλατεία Συντάγματος στρίβοντας αριστερά στην οδό Όθωνος. Η Αστυνομία τους σταμάτησε. Η πελώρια φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται για να μπει στην πλατεία, κατεβαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν από το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Η Αστυνομία και πάλι τους σταμάτησε κι η φάλαγγα άρχισε πάλι να κινείται… Το μπροστινό τμήμα του συλλαλητηρίου είχε φτάσει στην άκρη της πλατείας όπου βρισκόμασταν, και καθώς παρατηρούσα προσεκτικά, άκουσα τους επικεφαλής να συζητούν με την Αστυνομία, μόλις δέκα μέτρα από κει που στεκόμασταν. Προσπαθήσαμε να παρακολουθήσουμε τη συζήτηση που διεξαγόταν σε υψηλό τόνο, αλλά δεδομένων των περιστάσεων το πράγμα δε φαινόταν εξαιρετικό. Οι διαδηλωτές σπρώχνανε για να μπουν στην πλατεία, αλλά δε γινόταν καμιά συμπλοκή. Ξαφνικά ένα παράγγελμα "τραβηχτείτε πίσω" δόθηκε με μια στριγγλή, στρατιωτική φωνή και όλοι οι αστυνομικοί υποχώρησαν κάπου είκοσι μέτρα, γονάτισαν κι άρχισαν να πυροβολούν! Τα πυρά ήταν πυκνά. Διακόσιοι αστυνομικοί έβαλλαν ταυτόχρονα, οι περισσότεροι με αυτόματα…».

Αλλά και ο δημοσιογράφος Μ. Φόντορ σε ανταπόκρισή του που δημοσιεύτηκε στη «New York Post», στις 17/2/1945, γράφει: «Μέσα σε 25 χρόνια έχω δει σχεδόν όλες τις επαναστάσεις της Ευρώπης. Αυτή εδώ ήταν η πιο ήρεμη και πολιτισμένη επανάσταση που έχω δει ποτέ μέχρι τη στιγμή που η αστυνομία άρχισε να πυροβολεί και οι Άγγλοι επενέβησαν».

Ο απεσταλμένος της "Chicago Sun" γράφει: "Επρόκειτο περί μιας ειρηνικής και άοπλης διαμαρτυρίας του λαού και τούτο είναι τόσον βέβαιον, ώστε γυναίκες έφεραν μαζί τους ακόμα και τα μικρά παιδιά τους. Κάτω από το παράθυρό μου είδα με τα μάτια μου τα γεγονότα … Είναι αφάνταστος ο ηρωισμός του λαού αυτού. Όρθιος και βαλλόμενος προχωρούσε προς τον ορισθέντα τόπο της συγκέντρωσης"

Αυτός που διέταξε το πυρ εκείνη τη Ματωμένη Κυριακή, ήταν ο τότε διευθυντής της Αστυνομίας Άγγελος Έβερτ, πατέρας του Μιλτιάδη Έβερτ και αστυνομικός διευθυντής Αθηνών επί γερμανικής κατοχής. Σε συνέντευξη που έδωσε το 1958 ομολόγησε ότι εκείνος, βάσει κυβερνητικών εντολών, έδωσε τη διαταγή να χτυπήσουν οι αστυνομικοί τους διαδηλωτές.

Ο τελικός απολογισμός της δολοφονικής επίθεσης ήταν 28 νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Η νύχτα που ακολούθησε ήταν γεμάτη τρόμο. Πυροβολισμοί ακούγονταν από παντού. Βρετανικά άρματα κυλούσαν βροντερά στους δρόμους

 07

Ο ρόλος των Βρετανών

Αποκαλυπτικό των προθέσεων των Βρετανών και του προμελετημένου σχεδίου τους είναι το μήνυμα που έστειλε ο Τσώρτσιλ στις 7 Νοέμβρη 1944 στον Υπουργό του επί των Εξωτερικών Ήντεν : "Κατά τη γνώμη μου, περιμένω οπωσδήποτε μια σύγκρουση με το ΕΑΜ και δεν θα πρέπει να την αποφύγουμε, υπό τον όρο να διαλέξουμε καλά το έδαφός μας (χώρο - χρόνο - σχεδιασμό)"

Στις 5 Δεκεμβρίου 1944, με τηλεγράφημά του προς τον Άγγλο πρεσβευτή στην Αθήνα Λίπερ, γράφει: "Πρέπει να παρακινήσετε τον Παπανδρέου να πράξει το καθήκον του και να τον διαβεβαιώσετε, ότι εις την περίπτωσιν αυτήν θα τον υποστηρίξωμεν μ’ όλας τας δυνάμεις. Παρήλθεν πλέον η εποχή καθ’ ην μια οιαδήποτε ομάς Ελλήνων πολιτών ηδύνατο να ματαιώνει την εξέγερσιν του όχλου. Η μόνη ελπίς του είναι να εργασθεί μεθ’ ημών διά την αποσόβησιν ενδεχομένης συμφοράς (…)

Ανέθεσα το όλον ζήτημα της αμύνης των Αθηνών και τη διατήρηση της εννόμου τάξεως εις τον στρατηγόν Σκόμπι και τον διαβεβαίωσα ότι θα τον ενισχύσωμεν με όσας δυνάμεις χρειάζεται προς τούτο. Τόσον εσείς, όσο και ο Παπανδρέου, πρέπει να συμμορφωθείτε προς τας οδηγίας του, εις ό,τι αφορά τη δημόσιαν τάξιν και την ασφάλειαν.

Πρέπει να υποχρεώσετε τον Παπανδρέου. Αν παραιτηθεί, φυλακίστε τον έως ότου συνέλθει, όταν πια θα έχουν τελειώσει οι μάχες. Θα μπορούσε το ίδιο καλά, να αρρωστήσει και να μην μπορεί να τον πλησιάσει κανείς"

Στον ίδιο το Σκόμπι γράφει: "Είστε υπεύθυνος για την διατήρηση της τάξης στην Αθήνα και οφείλετε να εξουδετερώσετε ή να καταστρέψετε όλες τις ομάδες ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που θα πλησιάσουν στην πόλη. Λάβετε όλα τα μέτρα που θα κρίνετε ωφέλιμα για να εξασφαλίσετε τον έλεγχο των οδών και για να κυκλώσετε όλες τις ομάδες ταραξιών. […] Μη διστάσετε να πυροβολείτε κάθε ένοπλο που θα δοκιμάσει να αμφισβητήσει το βρετανικό κύρος στην Αθήνα ή το ελληνικό κύρος για λογαριασμό του οποίου ενεργούμε. Το καλύτερο, φυσικά, θα ήταν να συνυπογράφει τις διαταγές σας κάποια ελληνική κυβέρνηση, και ο Λίπερ ζητάει αυτή τη στιγμή από τον Παπανδρέου να παραμείνει στη θέση του για να σας βοηθήσει. Μη διστάζετε πάντως να ενεργείτε σα να βρισκόσαστε σε κατακτημένη πόλη, όπου θα είχε ξεσπάσει μια τοπική εξέγερση"

Η επόμενη μέρα

Την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκέμβρη, πραγματοποιείται η γενική απεργία που είχε προκηρύξει το ΕΑΜ από τις 2 Δεκεμβρίου και ταυτόχρονα τελείται η κηδεία των θυμάτων της προηγούμενης ημέρας. Η νεκρώσιμη ακολουθία γίνεται στη Μητρόπολη της Αθήνας και στη συνέχεια η νεκρική πομπή κατευθύνεται προς το Σύνταγμα. Χιλιάδες λαού συνοδεύουν τους νεκρούς τους ψάλλοντας το πένθιμο εμβατήριο "Επέσατε θύματα …"

9

Στην κορυφή της πομπής ξεχωρίζει ένα πανό που κρατούν τρεις νεαρές μαυροφορεμένες γυναίκες και το οποίο γράφει : " Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα - ΕΑΜ" 

 08

Ο νέος πόλεμος έχει ήδη αρχίσει

Youtube Playlists

youtube logo new

Χρήσιμα

farmakia

HOSPITAL

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.