" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

Στις 6 Οκτωβρίου 1960 ο Μίκης Θεοδωράκης παρουσιάζει το μνημειώδες έργο του «Επιτάφιος» σε ποίηση Γ. Ρίτσου*, στις δύο κορυφαίες εκδοχές του. Την εκδοχή με ερμηνεύτρια τη Νάνα Μούσχουρη και ορχήστρα με διευθυντή τον Μάνο Χατζιδάκι και εκείνη με ερμηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και συνοδεία λαϊκής ορχήστρας με σολίστ στο μπουζούκι τον Μανώλη Χιώτη. Η παρουσίαση έγινε στο εντευκτήριο των Φιλελευθέρων  -δωρεά Ι. Θεολογίτη στον Ελ. Βενιζέλο- στη Χρ. Λαδά 2 (πρώην Εδουάρδου Λω) με πρωτοβουλία του Συλλόγου Κρητών Σπουδαστών.

Η εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» δημοσίευσε σχετικό άρθρο του Γ.Π.Σ (Γ.Π. Σαββίδη) το οποίο αντλήσαμε από  το βιβλίο της Ελευθερίας Κόλλια «Στα χρόνια του Χρήστου Λαμπράκη» (Εκδόσεις Πατάκη Αθήνα 2022) και το αναρτούμε εδώ γιατί μας μεταφέρει την ατμόσφαιρα μίας άλλης Ελλάδας. Της Ελλάδας που μέσα στη βαναυσότητα του πολιτικού σκηνικού και της φτώχειας, αγκάλιαζε το πολιτιστικό εποικοδόμημα που γεννιόταν από τα σπλάχνα της και που φτάνει μέχρι τις μέρες της αμνησίας μας, με το νόημα του αλώβητο. Το αντιπαραθέτουμε με το σήμερα και μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση η αναφορά του Γ.Π.Σαββίδη για τον «Επιτάφιο» πως «οι δύο αυτές τόσο διαφορετικές εκτελέσεις είχαν διχάσει το μουσικόφιλο κοινό και γι’ αυτό η χθεσινοβραδινή παράλληλη παρουσίασή τους προκάλεσε ζωηρότατο ενδιαφέρον, ιδίως ανάμεσα στην νεολαία»

 

Η ΜΑΧΗ ΤΩΝ «ΕΠΙΤΑΦΙΩΝ» ΕΔΟΘΗ ΚΑΙ ΕΛΗΞΕ ΧΘΕΣ ΜΕ ΑΜΟΙΒΑΙΟΝ ΘΡΙΑΜΒΟΝ

Η «Βραδιά Θεοδωράκη» του Συλλόγου Κρητών Σπουδαστών

 

SavvidisΧθες το βράδυ στην αίθουσα «Ελευθερίου Βενιζέλου», δόθηκε η από ημερών αναμενόμενη μάχη των «Επιταφίων» - με θριαμβευτικό αποτέλεσμα και για τις δύο παρατάξεις! Για όσους δεν παρακολουθούν από κοντά τη μουσική επικαιρότητα, σημειώνουμε παρενθετικά ότι «Επιτάφιος» είναι ο τίτλος μιας σειράς οκτώ τραγουδιών του νέου συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη βασισμένων σε στίχους της ομώνυμης συλλογής του Γιάννη Ρίτσου. Τέσσερα από τα τραγούδια αυτά ηχογραφήθηκαν πριν λίγες ημέρες από την Νανά Μούσχουρη, με συνοδεία ορχήστρας υπό την διεύθυνση του Μάνου Χατζηδάκι, για λογαριασμό της Εταιρείας «Φιντέλιτυ» σχεδόν συγχρόνως δε κυκλοφόρησαν και τα οκτώ από την «Κολούμπια», τραγουδημένα από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, με συνοδεία μπουζουκιών του Μανόλη Χιώτη υπό την διεύθυνση του Θεοδωράκη. Όπως ήταν επόμενο, οι δύο αυτές τόσο διαφορετικές εκτελέσεις είχαν διχάσει το μουσικόφιλο κοινό και γι’ αυτό η χθεσινοβραδινή παράλληλη παρουσίασή τους προκάλεσε ζωηρότατο ενδιαφέρον, ιδίως ανάμεσα στην νεολαία.

Αφορμή για την πρωτότυπη αυτή μάχη έδωσε ο Σύλλογος Κρητών Σπουδαστών που οργάνωσε μια εορταστική βραδιά προς τιμήν του Θεοδωράκη. Πρώτα μίλησε για τον συνθέτη και το κυρίως έργο του ο μουσικολόγος Φοίβος Ανωγειανάκης, με ηχογραφημένα παραδείγματα από τις συμφωνικές συνθέσεις του Θεοδωράκη, μετά ανέβηκε στο βήμα ο Χατζηδάκις για να εγκωμιάσει τον «Επιτάφιο» και τελευταίος ο συνθέτης τοποθέτησε ιστορικά και μουσικολογικά το έργο του αυτό, τονίζοντας ότι πρόκειται για λαϊκή μουσική, και χωρίς να παρασιωπήσει τις αρετές της εκτελέσεως Μούσχουρη - Χατζηδάκι, εξήγησε την προτίμηση για την εκτέλεση Μπιθικώτση - Χιώτη. Και η βραδιά τελείωσε με την ακρόαση δύο εκτελέσεων του «Επιτάφιου» και ενός άλλου τραγουδιού του Θεοδωράκη, της «Μυρτιάς», πάνω σε στίχους του Νίκου Γκάτσου σε εκτέλεση Γιοβάννας – Χατζηδάκι.

 

Γ.Π.Σ. (Γ.Π.Σαββίδης)

Το Βήμα 6/10/1960

 

*(ΣτΣ) ο Γ. Ρίτσος εμπνεύστηκε τον «Επιτάφιο» από τον θάνατο του Τάσου Τούση στην απεργία των καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη το 1936. Στο πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» η φωτογραφία της μάνας του να θρηνεί πάνω από το άψυχο κορμί του ήταν η πηγή της έμπνευσης και η αφορμή για τη γέννηση αυτού του κορυφαίου έργου. Είναι μία υψηλότατης ποιότητας αλληγορία της Ανάστασης

To 1960, η Αλίκη Βουγιουκλάκη τραγούδησε τη «Θάλασσα πλατιά» του Μάνου Χατζιδάκι για τις ανάγκες της ταινίας «Μανταλένα» που γυρίστηκε στην Πάρο και στην Αντίπαρο

Εξήντα τρία χρόνια μετά, ο Γερμανός τραγουδοποιός Christian Ronig διασκευάζει το τραγούδι αυτό, βάζοντάς του αγγλικούς στίχους και γυρίζει ένα μαγευτικό video clip στα κρυστάλλινα νερά της Πάρου

Πέντε χρόνια μετά το εντυπωσιακό άλμπουμ «Greece is mine», όπου ο Christian Ronig διασκευάζει στα αγγλικά γνωστά ελληνικά λαϊκά και ρεμπέτικα τραγούδια, επιστρέφει με το νέο του διπλό άλμπουμ «Heavy seas at the cape of good hope»

Το album αυτό περιλαμβάνει δικές του συνθέσεις, αλλά και νέες διασκευές τραγουδιών Ελλήνων συνθετών, όπως του Μίκη Θεοδωράκη, του Μάνου Χατζιδάκι και του Μίμη Πλέσσα. Σε αυτό το album βρίσκεται και το "Deep and Silent Sea", μια πολύ όμορφη διασκευή της «Θάλασσας πλατιάς»

Ο ίδιος ο Ronig λέει για το τραγούδι: “Το τραγούδι του Χατζιδάκι ήταν το αγαπημένο της μητέρας μου και το δικό μου. Όταν ήμουν παιδί έβγαζα από τη δισκοθήκη του πατέρα μου αυτό το βινύλιο και μάλιστα έχω βάλει και μια τέτοια φωτογραφία μέσα στο άλμπουμ μου που θα κυκλοφορήσει.

... Δυστυχώς η μητέρα μου δεν θα είναι εδώ στην κυκλοφορία του αγαπημένου της κομματιού, γιατί πέθανε αναπάντεχα πέρυσι. Είμαι σίγουρος ότι θα της άρεσε, και θα είναι ένας ωραίος τρόπος να διατηρώ την ανάμνησή της”

 

Πριν από 9 περίπου μήνες μάθαμε πως τα podcasts της LiFO και στο μέρος των podcasts του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου, θα περιλάμβαναν έστω και αποσπάσματα από το αρχείο του Βασίλη Μπουκουβάλα, 68 ραδιοφωνικών εκπομπών του Μάνου Χατζιδάκι στα ιδιωτικά ραδιόφωνα, την περίοδο 1989-1990. Εκπλαγήκαμε από χαρά και αδημονία να ακούσουμε και πάλι τη φωνή του μεγάλου Έλληνα στοχαστή και πιο πολύ να τον ακούσουμε να μιλά και να σχολιάζει στην μετά το περιοδικό Τέταρτο, εποχή. Μέσα από το CD που συνόδευε την έκδοση των «Σχολίων» του 2007 είχαμε τη χαρά της επαφής με τη σκέψη και τη φωνή του Μάνου Χατζιδάκι της εποχής του Τρίτου αλλά η σκέψη και ο λόγος του που από το 1987 και μετά, ήταν οξύς αλλά τελικά προφητικός για το μέλλον της χώρας. Ακούγοντας λοιπόν τα podcasts του Στ. Τσαγκαρουσιάνου, απομαγνητοφωνήσαμε αποσπάσματα των σχολίων του Μάνου Χατζιδάκι σε συγκεκριμένα θέματα και τα παρουσιάζουμε εδώ σε κείμενο. Σας συστήνουμε όμως και την ακρόαση των podcasts όπου η παρουσίαση των ηχογραφήσεων γίνεται από τον ίδιο τον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο αφού άριστο περιεχόμενο αξίζει εξαιρετική παρουσίαση..

 

Μάνος Χατζιδάκις: Το ραδιόφωνο οφείλει να είναι ένα μαστίγιο

Ο μιμητισμός των νεαρών Αμερικανών disc jockey της δεκαετίας του ’50. Η ασυδοσία της χωρίς προπαρασκευή ανοησίας. Η φλυαρία των τυχάρπαστων παραγωγών με τυχάρπαστους ακροατές μέσω τηλεφώνου και η ανεπίλεκτη παράθεση ελληνικών και ξένων, ελαφρών τραγουδιών δημιούργησαν ένα κλίμα αποπνικτικό και διόλου αισιόδοξο για το μέλλον της ραδιοφωνίας στον τόπο μας. Συγχρόνως γέννησε μία οικογένεια νεαρών παραγωγών με ύφος και δικαιώματα περί το ραδιόφωνο, που δύσκολα μπορεί κανείς να προσδιορίσει την καταγωγή τους και τις προοπτικές τους στα ερτζιανά του τόπου.  Εκείνο πάντως που μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει είναι η αμορφωσιά, η επαρχιακή στάθμη προτιμήσεων –χωρίς να καταδικάζω ολόκληρη την επαρχία στο επίπεδο τους. Έπαρση περί τη λειτουργία του ραδιοφώνου και αναίδεια απαίδευτης σκέψης. Τέλος πάντων, το ραδιόφωνο δεν είναι ένα καλογυμνασμένο σώμα που χορεύει στις Σεϋχέλλες. Πιστεύω πως οφείλει να είναι περισσότερο ένα μαστίγιο που με απρόβλεπτους ρυθμικούς κτύπους διερευνά τις επιθυμίες μας, τις σκέψεις μας και διεγείρει τη φαντασία μας επεξηγώντας  τα άμεσα γεγονότα με διαχρονικά κριτήρια, εάν αυτό είναι εφικτό. Τουλάχιστον ας δημιουργεί γλώσσα και τρέχουσα σκέψη.

 

(Απόσπασμα από το podcast του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου με τίτλο  «Ο Μάνος Χατζιδάκις μιλά για τις χίπικες μέρες του στο Φρίσκο, το σαχλό ραδιόφωνο του playlist και τον εκκλησιαστικό φανατισμό»)

Φέτος στην Attica Voice τις ευχές μας αποφασίσαμε να σας  τις προσφέρουμε μαζί με ένα κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι από  τα ιστορικά του πια "Σχόλια στο  Τρίτο", μία πεντάλεπτη εκπομπή της περιόδου 1975-1981, όταν για πρώτη και μοναδική φορά σε ένα μέσο μαζικής ενημέρωσης έλαμψε το κύρος, η δημιουργία, ο πολιτισμός και η ελευθερία των ιδεών και των ανθρώπων. Το κείμενο προέρχεται από την εκπομπή του ίδιου του διευθυντή του Τρίτου, του Μάνου Χατζιδάκι, εκπομπή  την οποία όλοι περίμεναν με ανυπομονησία, για να απολαύσουν τον λόγο και το περιεχόμενο της. Έργο ενός σπό τους μεγαλύτερους στοχαστές της χώρας και του κόσμου.  Από τις παραμονές των Χριστουγέννων του 1979 ο Μάνος Χατζιδάκις, με γλώσσα γάργαρη και απολαυστική, σχολιάζει τα πράγματα (και όχι μόνο) με ένα κείμενο που αν εξαιρέσουμε πολύ συγκεκριμένες και χρονικά τοποθετημένες αναφορές, θα μπορούσε να είχε γραφεί και σαν σχόλιο για την εποχή μας και τα φετινά Χριστούγεννα.

Σας ευχόμαστε καλές γιορτές, με δυσανεξία στους καταχραστές της εμπιστοσύνης μας, με πάθος και δύναμη για να αποπέμψουμε τη φτήνια τους και το παράλογο της εποχής. Έτσι τελικά να αξιώσουμε επιτέλους με προσωπικούς και κοινωνικούς αγώνες, μία καλύτερη Πολιτεία αλληλεγγύης, ανθρωπιάς και προόδου.

 

Η σιωπηλή γιορτή του Ιησού και η λιτανεία των δακρυσμένων και των απερχομένων

(Μάνος Χατζιδάκις από τα "Σχόλια στο Τρίτο" 23/12/1979, ακριβώς 43 χρόνια πριν)

Ο κόσμος πια δεν είναι μαγικός. Και τα Χριστούγεννα, μια οργανωμένη μηχανή. Μάταια οι παπάδες προσπαθούν να δώσουν περιεχόμενο στις μέρες, με φραστικούς ξεπερασμένος τύπους της Αγίας Γραφής και άλλων ιερών βιβλίων. Η εκκλησία έγινε τμήμα – σκηνικό μιας τηλεοπτικής σειράς που επιμελώς σκηνοθετείται, πολυτελώς προετοιμάζεται από παραγωγούς ασήμαντους της εθνικής τηλεοράσεως.

Το Άγιον Όρος καιροφυλακτεί να σχηματίσει μια κυβέρνηση. Δεν πείθουνε κανέναν τα διαγγέλματα. Τα φονικά γίναν μια καθημερινή απασχόληση, έτσι για να προσφέρουν  ευκαιρίες γι’ αποκάλυψη. Τα πτώματα οδηγούνται στο νεκροτομείο γιορταστικά, με αγγέλους χρωματιστούς και αστέρια χρυσαφιά, καρφιτσωμένα στο φορείο  ή στο ακίνητον στήθος του δολοφονημένου ανδρός. Μασάνε τσίχλα οι δολοφόνοι και με προσήλωση χορεύουνε θρησκευτικούς ρυθμούς στις ντισκοτέκ. Ο κόσμος πληγωμένος πηγαινοέρχεται κάνοντας ύστατη προσπάθεια να ξεφύγει, να χωθεί. Μα όλα τα σπίτια έχουν επιταχθεί και τα κλειδιά παρέλαβαν χιλιάδες μετανάστες εκ του εσωτερικού, που παθιασμένα επιθυμούν δύναμη, χρήμα και μια σημαντική παράσταση στη δημοσία ζωή.  Σκορπίστε πόνον, φωνάζουν οι αστοί. Εις τους αιώνες των αιώνων, ψάλλουν οι πιστοί. Χωρίς αμφιβολία ζούμε την εποχή των δολοφόνων. Ποιος θα τ’ ομολογήσει και ποιος θα το πει;

Έτσι ο Χριστός γεννιέται σιωπηρός. Κανείς δεν τον αναζητά, κανείς δεν τόνε σκέφτεται , κι έρχεται μόνος, σιωπηλός για να πεθάνει μόνος. Κι αυτό τ’ αστέρτι της Βηθλεέμ, τι θέλει πάλι κι ήρθε ετούτη τη χρονιά… Α! τα Χριστούγεννα, δεν είναι φέτος ούτε και για τα παιδιά. Άλλωστε απέκτησαν, και αυτά χάρις την βιομηχανικήν ανάπτυξη, μιαν εντελώς προσωπική και ιδιαίτερη  μυθολογία που απέχει χιλιάδες μέτρα μακριά από τη μυθολογία της γέννησης και του Χριστού. Τι να τον κάνουν τον Χριστό, το Θείο Βρέφος όταν το βράδυ ονερεύονται τον Σούπερμαν, τον Ντόναλντ και την Πίγκυ;

Ο Παζολίνι ας ειν’ καλά. Τα είπε αυτά προφητικά πριν δέκα χρόνια στο «Θεώρημα»*. Γι’ αυτό και τον εφόνευσαν. Πλήρωσε κι αυτός το χρέος του κι απήλθεν. Έτσι πληθαίνουν οι σταυροί και η λιτανεία των απερχομένων.

Η σιωπηλή αυτή γέννηση, μέσα στον άσχετο κι θορυβούντα κόσμο μας, φαντάζει ακόμα πιο ιερή και πιο σημαντική, από τη γραφική των τυπικών χριστιανών, που εννοούν να βλέπουν τον Χριστό, Θεό απ’ τη γέννηση του, εξ αρχής και όχι μετά στον θάνατο, στο τέλος, στην κατάληξη του. Όμως δεν είναι πρόθεση μου να μπω σε θεολογικά προβλήματα μονάχα προσπαθώ να μη τα δω ολ’ αυτά αισθητιακά και παραδοσιακά, μια και για τα λιτά και αποσαφηνισμένα πλαίσια που προσπαθώ να κινηθώ, θα μου ήσαν άχρηστα. Αλλά να βρω ένα πεδίον δράσεως προσιτό, στην ιδιοσυγκρασία μου και στους καιρούς μας. Γιατί τις τελετές τις διοργανώνει η Ακαδημία αι η συνομοσπονδία οδηγών ταξί. Οργανισμοί υπεύθυνοι, καθιερωμένοι στη συνείδηση του κόσμου, άκρως ευαίσθητοι και παραδοσιακοί. Λειτουργούν με υποαπασχόληση, κυκλοφορούν εκτάκτως καθυστερημένα,  και περέχουν εθνικούς ήρωες και λαϊκούς τραγουδιστές.

Οι Ακαδημαϊκοί και οι οδηγοί ταξί έχουν πολλά κοινά, που φανερώνονται ιδιαίτερα στις άγιες τούτες μέρες των γιορτών. Και οι δυο αρνούνται να εργαστούν και καθιερώνουν επιτακτικό το φιλοδώρημα. Έχουν μανία με τη μουσική ανατολικής υφής, την οποία και επιβάλλουν ετσιθελικά, στον κάθε ανύποπτο που θα τολμήσει να ‘χει μιαν οποιαδήποτε σχέση, με την Ακαδημία ή με τα ταξί. Αλλά το θέμα δεν είναι κει. Στο κάτω κάτω της γραφής, τα Χριστούγεννα δεν έγιναν για να δοξάσουν την Ακαδημία και τους οδηγούς των ταξί. Άσχετα αν επωφελούνται και αλληλοβραβεύονται.

Βλέπετε η αναφορά μου σε όλα αυτά, είναι γιατί μ’ αρέσει πολλές φορές να ‘μαι μες τα κοινά και τα καθημερινά, ν’ ανασκαλεύω τον θαυμάσιο βίο μας, και με την κάθε λεπτομέρεια, ν’ αγανακτώ, να καταγγέλλω, να απωθώ, ν’ αρνούμαι και να συμπαθώ. Κι άλλες φορές να νιώθω κουρασμένος και να επιζητώ να φύγω πιο ψηλά, πιο μακριά από τα κοινά, και να εισέρχομαι μες στις βαθύτερες γραμμές του νου και του αισθήματος, μη ανεχόμενος  την καθημερινή συνάφεια και φθορά του κόσμου τούτου. Σήμερα είμαι και στα δυο. Πότε στην απομακρυσμένη απόκρημνη γωνιά της μνήμης και του νου και πότε μες στην κόλαση της καθημερινής πράξης. Και προσπαθώ και να μιλήσω.

Αλλά τι να μιλήσω, τι να πω; Ο καθένας λέει τα δικά του και περιμένει μια λέξη σύνθημα – βοήθημα για να την πάρει σπίτι του, να την οργώσει και να επιτεθεί.

Μας είπε κότες μας είπε φρακοφορεμένους, μας είπε νήπια, ψίχουλα στον άγνωστο στρατιώτη, αρρώστους, αντιδραστικούς.  Είπε τη λέξη αηδιάζω, άρα εννοεί εμάς. Είπε τη λέξη αγαπώ, άρα εννοεί δικούς του – αν να ‘ταν δυνατόν ποτέ να εννοούσα αυτούς.

Ακόμα και τα χρώματα τ’ ακούνε ύποπτα. Το γαλανό, το πράσινο, το κόκκινο ειδικά. Καλά και που το λέει ο Ηράκλειτος: Βλαξ άνθρωπος επί παντί λόγω επτοήσθαι φιλεί**. Γιατί αν το  ‘λεγα μόνον εγώ, την επομένη η Γενική Διεύθυνσις κι ένα-δυο σύμβουλοι, διοικητικοί, θ’ αναζητούσαν τη μαγνητική ταινία να την ελέγξουν και να δουν, πως ακριβώς το είπα. Κι αυτό, αφού τους το πληροφορούσαν οι άλλοι. Γιατί από μόνοι τους δεν έχουν όρεξη ν’ ακούσουν τίποτ’ από μας – του Τρίτου εννοώ.

Όμως με τον Ηράκλειτο, το πράμα αλλάζει.  Ό,τι κι αν λέει είναι σεβαστό, άσχετ’ αν τους αρέσει ή όχι. Πρόγονος ειν’ αυτός, σοφός και όχι παίξε γέλασε.

Είναι και οι εφημερίδες, οι συμπλεγματικές. Αυτές που προασπίζουν κατ’ αποκλειστικότητα την ελληνική οικογένεια, το ποδόσφαιρο, το ήθος, τον φορολογούμενο, το μονοδιάστατο σςξ, τη βολική εθνικοφροσύνη, τον ανδρισμό τον αποδεικνυόμενο δι’ ερωτικών πράξεων, τις γυμνόστηθες καλλονές, την συγκινητική παράδοση εφησυχασμένων προγόνων και την λίαν πολυτελώς ανθρώπινη και κοινωνική μας βαρβαρότητα.

Αυτές οι εφημερίδες ακριβώς, θα διαμαρτυρηθούν με μια διακριτική ένταση κι επιμονή, ζητώντας από τους αρμοδίους της κυβερνήσεως, και μ’ όλον τον φαρισαϊκό τους σεβασμό προς το ταλέντο μου, να φύγω από τη δημόσια ζωή. Να φύγω ως άκρως επικίνδυνος δια τη νεότητα και δια την μέσην ηλικίαν την μη απονεκρωμένην. Κι αν τύχει τώρα κι αντιδράσω και διαμαρτυρηθώ, με τη σειρά μου, θα μου θυμίσουν πως τα μέσα τα ενημερωτικά είναι πρωτίστως κρατικά, πως οι φορολογούμενοι πολίτες είναι Έλληνες αξιοπρεπείς που δεν μπορούν να συμφωνούν με τις απόψεις μου, κι ακόμα πως καλό θα ’ναι να σέβομαι τους ανωτέρους μου, στη δημοσιοϋπαλληλική ιεραρχία.

«Ζήτω που μας κάψανε», όπως θα τραγουδούσε ο αγαπητός Σαββόπουλος. (Τώρα αν δεν του αρέσει του Σαββόπουλου αυτό το «Ζήτω που μας κάψανε», το παίρνω πίσω και το δίνω αμέσως στον Μικρούτσικο ή και στον Θεοδωράκη, για να συνθέσουνε τραγούδι ερωτικό που θα το τραγουδήσει η Ζορμπαλά, για η Μαρία Δημητριάδη)

Λοιπόν τι να μιλήσω και τι να πω; Ανήκω στους μελλοντικά απερχόμενους και δεν λυπάμαι πια γι’ αυτό. Το θέλω. Αυτοί που δεν το θέλουν είναι ανυποψίαστοι.

Δεν συμπαθώ βέβαια τους επερχόμενους., κι όχι γιατί δεν μ’ έχουνε μαζί τους. Ίσως γιατί στο πρόσωπο τους αναγνωρίζω μιαν ανεπαίσθητη ασκήμια, που τους χαράζει η άγνοια περί τα κοινά, περί τ’ ανθρώπινα και περί τα όσα θα συμβούν μελλοντικώς – που θα ‘ναι και οι ίδιοι υπεύθυνοι κι ανεύθυνοι μαζί. Την ίδια ασκήμια που θα είχα κάποτε κι εγώ, αν δεν ετύγχανε συγχρόνως να περιέχω δυο ισχυρά μου πάθη. Τον έρωτα και την αναθεώρηση. Γιατί η νεότητα, χωρίς αυτά τα δύο πρωτογενή της πάθη, και μάλιστα σ’ έναν βαθμό καταστροφής, είναι απωθητική, όσο και ένα πρόπλασμα δίχως μορφή και δίχως φόρμα.

Μ’ αυτό δεν θέλω να ισχυριστώ πως οι απερχόμενοι δεν είναι δακρυσμένοι. Αντίθετα.  Δεν έχουν τρόπο να μας πουν τι νιώθουν, κι ας μας αγαπούν. Καταλαβαίνουν μέσα στη σοφία των τελευταίων στιγμών πως κι αν μπορούσαν να μας αποκαλύψουν ότι κατενόησαν ετούτη τη στερνή στιγμή τους, πάλι δεν θα παρείχαν σωτηρία, ούτε σ’ αυτούς που αφήνουν πίσω αγαπώντας τους. Γι’ αυτό δακρύζουν. Γιατί σε τελευταία ανάλυση ο Σταυρός πονάει αφόρητα μονάχ’ αυτόν που βρίσκεται εσταυρωμένος, κι ας είναι απελπισμένοι οι άλλοι γύρω του για τον χαμό του. Ο Εσταυρωμένος μόνο γνωρίζει το άθροισμα, το αποτέλεσμα, χιλιάδων μαθηματικών υπολογισμών ενός βίου ολόκληρου, που θα το παραλάβει μαζί του εις τους ουρανούς, για να το θέσει μυστικά, προσεκτικά στην κορυφή οροσειράς  λαμπρού αστερισμού, προσθέτοντας στο άπειρον ένα μυστήριο ακόμη, αιωνίως.

 

Κυριακή 23  Δεκεμβρίου 1979

 

*    Η γνωστή, πλούσια σε σουρεαλιστικούς συμβολισμούς, ταινία του 1968

**  Ο βλάκας θέλει να πτοείται με το παραμικρό

Σαν σήμερα, στις 23 Οκτωβρίου του 1925, γεννήθηκε ο Μάνος Χατζιδάκις. Πέρα από το μοναδικό διαχρονικό του έργο, ο Μάνος Χατζιδάκις άφησε πίσω του πλήθος τοποθετήσεων μέσα από συνεντεύξεις, άρθρα και δηλώσεις. Τοποθετήσεις που θα τολμούσαμε να πούμε πως στέκονται στο ίδιο ύψος με το πλούσιο μουσικό του ταλέντο.

Ένα απόσπασμα από μια τέτοια τοποθέτηση, δημοσιεύουμε σε αυτό το άρθρο. Εδώ, ο Μάνος Χατζιδάκις μιλά για το φρικτό πρόσωπο του τέρατος και το ακόμη πιο φρικτό ενδεχόμενο να το συνηθίσουμε και να το αποδεχτούμε, αρχίζοντας να του μοιάζουμε. Το τέρας δεν είναι μονοσήμαντο. Έχει χίλια πρόσωπα. Είναι ο φασισμός, είναι ο ρατσισμός, είναι η βία, είναι η αναλγησία, είναι η επιβολή, είναι ο λαϊκισμός, είναι το ψέμα, είναι η ανεντιμότητα, είναι η φτήνια, είναι η κακογουστιά και τόσα άλλα που σε πλήρη αφθονία κυλούν μέσα στο αίμα της κοινωνίας και της πολιτείας.

Ο αγώνας ενάντια σε αυτό το πολυπρόσωπο τέρας, ίσως είναι και το νόημα της ζωής ή έστω ένα προσωπικό στοίχημα για τον κάθε ένα που θέλει να λέγεται άνθρωπος

Γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις:

“ Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει [...] Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά [...] Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πως πρέπει, του πως οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε; Αναμφισβήτητα αρχίσαμε να το ανεχόμαστε.

Και η ανοχή, πολλαπλασιάζει τα ζώα στη δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια τη μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μας κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική.

Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μας τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε... γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να του μοιάζουμε "

Σελίδα 1 από 2

Youtube Playlists

youtube logo new

Χρήσιμα

farmakia

HOSPITAL

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.