Είδε το ζεύγος την όμορφην πανσέληνο και είπαν να βγουν. Για ποτό ή για φαγητό; Για φαγητό. Κινέζικο, γαλλικό ή ελληνικό; Ελληνικό, φυσικά. Μαγειρευτό ή της ώρας; Της ώρας. Μπριτζόλες, λοιπόν! Για την πανσέληνο. Γιατί όχι;
Οι σκληρά εργαζόμενες μασέλες κατέπνιξαν τα λεπτότερα αισθήματα αισθητικής απόλαυσης του σεληνόφωτος, τα κατακρεούργησαν στο βωμό της κρεωφαγικής αναγκαιότητας. Ενα αργόσυρτο και βαθύ ρέψιμο επισφράγησε με αναντίρρητη βεβαιότητα τα πεπραγμένα. Η πανσέληνος ήταν εκεί και όλα τα είδε. Εν σιωπή. Το ζεύγος ικανοποιημένον απεσύρθη να χωνεύσει την ωραία βραδυά, ενώ υπολλείματα κρέατος αιμόφυρτα κείτονταν στα πιάτα των. Ελαφρότατον αεράκι πήρε και σήκωσε μακριά το χαρτάκι του λογαριασμού. Στο φως του φεγγαριού εφάνη η γραφή: ΙΖ’ ΔΟΥ ΑΘΗΝΩΝ. Ηταν περασμένες μία....