Όποιος παρακολουθεί από κοντά τις συζητήσεις και τις αναλύσεις για τις πηγές ενέργειας, θα έχει διαπιστώσει το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται κάθε συζήτηση όταν φτάνουμε στο κρίσιμο σημείο να πάρουμε θέση για το ποια πηγή ενέργειας θεωρούμε προτιμότερη.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας και η αντικατάσταση του λιγνίτη με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εθεωρείτο η απόλυτη και αδιαμφισβήτητη προτεραιότητα. Όποιος έχει δει – ακόμη και από μακριά – τις εγκαταστάσεις της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη και την Πτολεμαΐδα, αντιλαμβάνεται το τεράστιο τίμημα που καταβάλλουν οι κάτοικοι των περιοχών αυτών αναγκαζόμενοι να αποδεχθούν τη δραματική υποβάθμιση του τόπου τους προκειμένου να ηλεκτροδοτείται όλη η χώρα· ένα τίμημα που εξαγοράζεται με τις θέσεις εργασίας που δημιουργούνται σε αυτές τις περιοχές.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούσαν χωρίς αμφισβήτηση τη μεγάλη ελπίδα για μια φιλική προς το περιβάλλον λύση. Όμως, φαίνεται πως υποτιμήθηκαν από τους οπαδούς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δύο παράγοντες.
Ο πρώτος παράγοντας είναι αντικειμενικός και έχει να κάνει με τον τρόπο παραγωγής ρεύματος από τις ανεμογεννήτριες (μιλάμε για τις ανεμογεννήτριες γιατί αυτές βασικά μας απασχολούν στην Ελλάδα). Οι ανεμογεννήτριες πολύ απλά δίνουν ρεύμα μόνο όταν φυσάει. Από την άλλη, όταν φυσάει πολύ, δεν υπάρχει προς το παρόν τρόπος να αποθηκευθεί - τουλαχιστον σε μεγάλη κλίμακα - η πλεονάζουσα ενέργεια, η οποία μπορεί να προκαλέσει πρόβλημα στο σύστημα διανομής της ενέργειας. Έχουμε πρόβλημα λοιπόν και όταν δεν φυσάει και όταν φυσάει πολύ. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι ένα σύστημα από ανεμογεννήτριες χρειάζεται δίπλα του πάντα σε επιφυλακή και ένα σύστημα σταθερής ροής ενέργειας, που θα καίει δηλαδή λιγνίτη ή πετρέλαιο ή φυσικό αέριο, το οποίο θα εξισορροπεί τον ασταθή ρυθμό παραγωγής ενέργειας από τις ανεμογεννήτριες
Είναι χαρακτηριστικό πως στη Γερμανία, παρά το δηλωμένο σχέδιο της γερμανικής κυβέρνησης και τις οδηγίες της ΕΕ για τον τερματισμό της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με άνθρακα, εγκαινιάστηκε ένα νέο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο λιγνίτη και ξεκίνησε την λειτουργία του στις 30 Μαΐου του τρέχοντος έτους. Ο σταθμός παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος των 1.100 MW, βρίσκεται στην περιοχή της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, και η έναρξη της λειτουργίας του αποδεικνύει πως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο νομίζαμε σε σχέση με την απεξάρτησή μας από τον άνθρακα
Ο δεύτερος παράγοντας που υποτιμήθηκε από τους οπαδούς των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας , είναι ο τρόπος με τον οποίο το ελληνικό κράτος θα αποφάσιζε να διαχειριστεί το ζήτημα. Αντί να έχει αυτό τον πρώτο λόγο έχοντας καταστρώσει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, άφησε το χώρο των αιολικών πηγών ενέργειας να κατακλυστεί από επιχειρηματικά κοράκια, που είδαν πόρτες ορθάνοιχτες και αφύλαχτες και έτρεξαν να επωφεληθούν. Σε ένα χώρο, όπως είναι αυτόν της ενέργειας, όπου ο ρόλος του Δημοσίου έπρεπε να είναι πολύ ισχυρός, ο ιδιωτικός τομέας έφτασε να έχει σχεδόν την αποκλειστικότητα.
Η ιδιωτικοποίηση αυτή δεν ευνόησε έναν κεντρικό σχεδιασμό, όπως θα επιβαλλόταν. Έτσι, αντί αυτού, παρακολουθούμε αποσπασματικές και αθρόες αναθέσεις έργων σε ιδιώτες, χωρίς κανένα κεντρικό σχεδιασμό και πολλές φορές χωρίς καμία διασύνδεση των έργων μεταξύ τους. Παρατηρούμε, επίσης, να υποβάλλονται και να εγκρίνονται μελέτες για εγκατάσταση αιολικών πάρκων σε περιοχές Natura
Αυτή τη στιγμή υπάρχει υπερπληθώρα αιτημάτων αδειοδότησης σε ΑΠΕ. Ο εθνικός στόχος εγκαταστημένης ισχύος από Αιολικούς Σταθμούς Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας έως το 2030 είναι 7,05 GW. Ο στόχος αυτός είχε επιτευχθεί κατά 44% το Μάρτιο του 2020 με 260 λειτουργούντες σταθμούς παραγωγής ενέργειας, συνολικής ισχύος 3,11 GW.
Αν σε αυτούς προσθέσουμε και τους σταθμούς για τους οποίους έχουν ήδη εκδοθεί άδειες εγκατάστασης ή βρίσκονται στο τελικό στάδιο της άδειας παραγωγής , τότε η συνολική ισχύς φτάνει στα 8,83 GW. Υπερκαλύπτεται ήδη, δηλαδή, κατά 125% ο εθνικός στόχος του 2030.
Το εξωφρενικό είναι πως αν τεθούν σε λειτουργία όλοι οι χερσαίοι ΑΣΠΗΕ που αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε διάφορα στάδια αδειοδότησης (σε αξιολόγηση, άδεια παραγωγής, άδεια εγκατάστασης, άδεια λειτουργίας), η εγκαταστημένη ισχύς στη χώρα θα ξεπεράσει τον εθνικό στόχο κατά πέντε φορές.
Πηγή : Εφημερίδα των Συντακτών
Από την άλλη μεριά έχει γίνει αντιληπτή και η προχειρότητα με την οποία συντάσσονται οι μελέτες, αλλά και η επιπολαιότητα ( ή η δολιότητα) με την οποία αυτές γίνονται δεκτές. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση που αποκαλύπτει η Εφημερίδα των Συντακτών, σχετικά με την απαράδεκτη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που είχε καταθέσει η εταιρεία «ΤΕΡΝΑ ΑΙΟΛΙΚΗ ΞΕΡΟΒΟΥΝΙΟΥ Α.Ε.» για την εγκατάσταση αιολικού σταθμού στο όρος Αγιος Κωνσταντίνος - Ξεροβούνι στην ορεινή Ναυπακτία. Όπως αναδεικνύει η εφημερίδα, η μελέτη ήταν αντιγραφή από μελέτη για έναν προγενέστερο αιολικό σταθμό στην πεδιάδα του νομού Αργολίδας. Και ήταν τόσο πρόχειρη η αντιγραφή που ο μελετητής που τη συνέταξε δεν μπήκε καν στον κόπο να αλλάξει τα ονόματα των τοποθεσιών της προηγούμενης μελέτης
Η εταιρεία, μετά το σάλο που προκάλεσε η αποκάλυψη της απάτης, απέσυρε τη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που είχε καταθέσει και , με επιστολή που απέστειλε προχθές προς τη Διεύθυνση Περιβάλλοντος Χωροταξίας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Πελοποννήσου - Δυτικής Ελλάδας - Ιονίου, η εταιρεία γνωστοποίησε την απόσυρση της μελέτης με σκοπό την «επικαιροποίηση και τη διόρθωσή της». Πάντως, θα επανέλθει. Θα διορθώσει τα λαθάκια και θα πάρει την πολυπόθητη έγκριση
Αυτά σε σχέση με την προχειρότητα και την copy-paste διαδικασία με την οποία συντάσσονται οι μελέτες. Σχετικά με την αλληλοεπικάλυψη των έργων, που ως εκ τούτου τα καθιστά περιττά (περιττά για το κοινωνικό σύνολο βέβαια, όχι για τον εργολάβο), ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο σχεδιασμός που προέβλεπε την εγκατάσταση 106 ανεμογεννητριών, ύψους 150 έως 198,5 μ., σε 14 νησίδες στο Νότιο Αιγαίο με εγκατεστημένη ισχύ 486 MW από την εταιρεία Κυκλαδικά Μελτέμια Α.Ε., που ανήκει στον ελληνικών συμφερόντων όμιλο EUNICE ENERGY GROUP (EEG).
Περιβαλλοντικές οργανώσεις, αλλά και η Κίνηση για την Προστασία των Νησίδων του Αιγαίου επισημαίνουν πως το προτεινόμενο έργο είναι περιττό λόγω άλλων αλληλεπικαλυπτόμενων έργων διασύνδεσης που αναμένεται να ολοκληρωθούν σύντομα, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τη διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου και τη διασύνδεση Κρήτης-Αττικής. Όμως, πέρα από περιττό, το έργο αυτό είναι και ιδιαίτερα κοστοβόρο καθώς θα απαιτήσει σχεδόν 50% περισσότερο καλώδιο μεταφοράς από τη λύση που ήδη εφαρμόζεται από τον ΑΔΜΗΕ για την ίδια διασύνδεση.
Πέρα από τα παραπάνω, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε και το πλήθος των μελετών που καταγγέλλουν τη μεγάλης έκτασης επέμβαση που επιχειρείται στις περιοχές που έχει αποφασιστεί η εγκατάσταση ανεμογεννητριών. Τονίζουν ότι το πλήθος αλλά και το μέγεθός τους θα προκαλέσουν ανεπανόρθωτη αλλοίωση του τοπίου και πολύ σοβαρές και πιθανόν μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στα τοπικά οικοσυστήματα
Φωτορεαλιστική απεικόνιση των σχεδιαζόμενων έργων στα Λέβιθα. Πηγή : Εφημερίδα των Συντακτών
Και τι κάνουμε τελικά; Αφηνόμαστε στη σιγουριά του λιγνίτη, αγνοώντας τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις του; Σίγουρα δεν είναι αυτή η λύση. Η λύση επίσης δεν βρίσκεται στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις ανεμογεννητριών, που μπορεί να μην επιβαρύνουν με καυσαέρια το περιβάλλον, προκαλούν όμως πλείστα άλλων προβλημάτων μέσω των γιγαντιαίων κατασκευών
Δεν είμαστε από αυτούς που δαιμονοποιούν την τεχνολογία. Αντιλαμβανόμαστε πως από κάπου πρέπει να παράγουμε την ενέργεια που καταναλώνουμε. Γνωρίζουμε επίσης πως κάθε τρόπος παραγωγής ενέργειας αφήνει το αποτύπωμά του στο περιβάλλον. Ακόμη και αυτά που γράφουμε τώρα, απαιτούν ενέργεια που από κάπου πρέπει να αντληθεί. Μια λύση θα μπορούσε να ήταν η μείωση της ενέργειας που καταναλώνουμε, τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και σε εθνικό ή πλανητικό. Κάτι τέτοιο όμως φαντάζει απίθανο, ειδικά αν κοιτάξουμε προς τη μεριά της Ασίας, η οποία γιγαντώνεται τόσο από άποψη πληθυσμού, όσο και από πλευράς κατανάλωσης ενέργειας
Μία λύση, έστω και τοπική, είναι αυτή που προτείνει το πρωτοποριακό σε πολλά θέματα μικρό νησί της Τήλου, το οποίο κατόρθωσε να γίνει ενεργειακά αυτάρκες, μέσω ενός ήπιου προγράμματος ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έργου που έγινε αυστηρά και μόνο για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του νησιού. Το έργο αυτό συνδυάζει παραγωγή αιολικής και ηλιακής ενέργειας, αποθήκευσή τους και ένα έξυπνο σύστημα ελέγχου και διαχείρισης ενέργειας. Το καλοκαίρι, που η Τήλος φτάνει την ανώτατη κατανάλωση, το έργο καλύπτει το 75-80% των αναγκών της με καθαρή ηλιακή και αιολική ενέργεια, ενώ τον χειμώνα το 100% και πουλάει το υπόλοιπο στη ΔΕΗ, Σύμφωνα με τη δήμαρχο του νησιού, Μαρία Καμμά-Αλιφέρη, με μια ακόμη ανεμογεννήτρια των 800 κιλοβάτ, το νησί θα καλυφθεί 100% και για το καλοκαίρι.
Μία άλλη παρόμοια λύση είδαμε να πραγματοποιείται στο Βελβεντό της Κοζάνης με την κατασκευή ενός μικρού υδροηλεκτρικού έργου που έχει ισχύ 1,9 MW και εκμεταλλεύεται τα νερά από την ορεινή θέση «Σκεπασμένο» για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος το χειμώνα ενώ θα χρησιμεύουν στην άρδευση των χωραφιών το καλοκαίρι,
Όσο και να φαίνεται παράδοξο, τα προβλήματα που δημιούργησε η ανάπτυξη της τεχνολογίας, μόνο η ίδια η τεχνολογία θα μπορέσει να τα λύσει. Μέχρι τότε, αυτό που πρέπει να απαιτεί ο πολίτης από τους εντολοδόχους τους στην κυβέρνηση, είναι σύνεση, αίσθηση του μέτρου, εντιμότητα, περιβαλλοντική ευαισθησία, διάλογος και πραγματική δημοκρατία. Μόνο έτσι θα μπορέσει να αρθεί η δικαιολογημένη έλλειψη εμπιστοσύνης από τους πολίτες και μόνο τότε θα δοθεί η δυνατότητα πραγματικής συνεννόησης. Προφανώς δε βρισκόμαστε σε αυτό το επίπεδο δημοκρατίας. Ως εκ τούτου, οι αγώνες των κατοίκων στις οποίες προβλέπεται, χωρίς διάλογο με την τοπική κοινωνία, να εγκατασταθούν βιομηχανικής έκτασης ανεμογεννήτριες είναι επιβεβλημένοι