Είναι πια σαφές το ότι η χώρα έχει επιστρέψει στη δεκαετία του 1950 ή του 1960, με κυβέρνηση της ΕΡΕ. Το κόμμα της «Νέας Δημοκρατίας» από την ιδρυτική του διακήρυξη, είχε αποστασιοποιηθεί από την προδικτατορική του πρόγονο, την ΕΡΕ. Αυτή ήταν η επιλογή του ιδρυτή του, επιλογή που σεβάστηκαν όλοι οι διάδοχοι του, πλην του εσχάτου και -ως προς τον εναγκαλισμό με την ακροδεξιά- του πατρός του. Από το 2016 η Νέα Δημοκρατία έχει γίνει το νεκραναστημένο ζόμπι της ΕΡΕ. Η Ακροδεξιά έχει φτιάξει ομάδες εξουσίας εντός του κόμματος και όχι με την ανοχή του αρχηγού του αλλά αντίθετα, με την ενθάρρυνση του. Και αυτή η νεκροζώντανη ΕΡΕ έχει επιβληθεί σε όλες τις όψεις της χώρας και της διακυβέρνησης της με το βασικό εργαλείο που χρησιμοποιούσε παλιά αλλά το χρησιμοποιεί και τώρα. Το παρακράτος.
Πέρα από το παρακράτος που επιβιώνει στις κρατικές δομές, όπως η αστυνομία (aka Greek Police Mafia), ένα σωρό άλλα γεγονότα πιστοποιούν την παρουσία του σε όλες τις όψεις και λειτουργίες της χώρας. Ο αυταρχισμός και η διαφθορά έχουν διαβρώσει τη χώρα. Από τις υποκλοπές ως το σκάνδαλο Novartis. Από την αποτυχημένη επιδημιολογικά -αλλά επιτυχημένη στον προσπορισμό κέρδους από τους λίγους οικονομικούς παράγοντες- διαχείριση της πανδημίας του Covid 19. Από τη διασπάθιση πόρων με εμβληματικό το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ ως την αδιαφανή μοιρασιά του ταμείου ανάκαμψής αλλά και του ΕΣΠΑ. Από την ωμή και χυδαία «λίστα Πέτσα» (και διαδόχων) μέχρι το αποκορύφωμα της ύβρεως που αποτελεί για τον πολιτισμένο κόσμο, το έγκλημα των Τεμπών, όλα μαρτυρούν μία ολική επαναφορά της ΕΡΕ σε μία ακόμα πιο αποκρουστική μορφή, πάντα συνοδευόμενη από το παρακράτος της. Φυσικό επόμενο είναι και η πολιτική, πολιτιστική, οικονομική, πολιτισμική οπισθοδρόμηση της χώρας. Ζούμε πραγματικά, σε μία νέα εποχή που το σκοτάδι μας έχει πνίξει.
Ο πόλεμος Επιστήμης και Εξουσίας
Πολύ εύστοχα, ο Δ. Ψαρράς στο βιβλίο του «Μία θητεία -Το «επιτελικό κράτος» του Κυριάκου Μητσοτάκη (2019-2024)» βλέπει τη μεταφορά στο σήμερα, της δίκης του Γαλιλαίου. Στο κεφάλαιο που αναφέρεται στη διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού, αναφέρει την εμβληματική περίπτωση της μελέτης Τσιόδρα - Λύτρα (2020-2021) η οποία αναδείκνυε την ανισότητα στο επίπεδο περίθαλψης μεταξύ Αττικής και υπόλοιπης Ελλάδας. Επίσης τη συσχέτιζε τον αριθμό των ασθενών που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ covid και της θνητότητας τους, όπως και τον υψηλό αριθμό θανάτων εκτός ΜΕΘ. Η μελέτη είχε παραδοθεί στο Μέγαρο Μαξίμου, στο κέντρο ελέγχου του «επιτελικού Κράτους» αλλά όμως σε μία εποχή που τη διαχείριση της πανδημίας δεν την οργάνωναν επιδημιολόγοι (οι ειδικοί) αλλά οι επικεφαλής του «επιτελικού Κράτους». Τα αποτελέσματα ήταν δραματικά αλλά την ίδια εποχή η «κεφαλή» του «επιτελικού Κράτους» προκαλούσε από το βήμα της Βουλής, ζητώντας να του δείξουν -αν έχουν- σχετική μελέτη για αυτά για τα οποία είχε ήδη ενημερωθεί (!!!) και ταυτόχρονα αποκρύπτοντας πως τη «σχετική μελέτη» την είχε ήδη στα χέρια του από τον καλό του συνεργάτη (κατά δήλωση Μητσοτάκη) κ. Τσιόδρα . Αλλά πως να παραδεχτεί πως είχε άλλες προτεραιότητες από το να φροντίσει να διορθώσει τα εγκληματικά λάθη και τις εκούσιες ελλείψεις του ΕΣΥ, που η μελέτη αυτή τεκμηρίωνε;
Με τη δημοσίευση της μελέτης Τσιόδρα - Λύτρα και την αποκάλυψη πως αυτή είχε δοθεί ήδη στο Μαξίμου, ο Κυρ. Μητσοτάκης αποκαλύφθηκε έκθετος και βεβαρυμμένος από την ευθύνη του θανάτου χιλιάδων ανθρώπων εκτός ΜΕΘ. Ο Σωτήρης Τσιόδρας, σε μια στιγμή που πολλοί επιστήμονες χαρακτήρισαν «αμήχανη», βρέθηκε να δικαιολογεί δημόσια τον πρωθυπουργό και τις επιλογές του. Ο έτερος συντάκτης της μελέτης, Θ. Λύτρας, κράτησε απολύτως επιστημονική στάση, επιμένοντας τόσο στα πορίσματα αλλά και στο ότι η μελέτη είχε σταλεί εγκαίρως στο Μαξίμου. Η σύγκρουση δεν ήταν πια προσωπική· ήταν σύγκρουση ανάμεσα σε μια επιστημονική διαπίστωση και σε μια αισχρή πολιτική ανάγκη να μη διαταραχθεί το αφήγημα της «επιτυχημένης διαχείρισης» της πανδημίας.
Τελικά στην αναμέτρηση του εξουσιαστή με τον Επιστήμονα, ο ένας επιστήμονας αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στα θέλω του εξουσιαστή (Τσιόδρας) ενώ ο άλλος (Λύτρας) επέμεινε στο δίκαιο. Είναι αυτό που συμβαίνει όταν τα επιστημονικά δεδομένα, η γνώση και η έρευνα, συγκρούονται με την Εξουσία. Τότε, δυστυχώς για την Επιστήμη και τη Γνώση, η Εξουσίες κερδίζουν.
Ο Δ. Ψαρράς στο προαναφερθέν βιβλίο του, όπως γράψαμε και παραπάνω, παραλληλίζει τη μάχη Επιστήμης και αυταρχικής Εξουσίας το 2021 με τη μάχη των δύο εννοιών στην εποχή του Γαλιλαίου, όταν ο πρωτοπόρος Γαλιλαίος αναγκάστηκε να αρνηθεί τις ανακαλύψεις του περί της περιστροφής της Γης μπροστά στους εκπροσώπους της (εκκλησιαστικής) Εξουσίας. Η φράση όμως που λέγεται πως ψιθύρισε φεύγοντας από τη δίκη, έμεινε μνημειώδης. «Και όμως κινείται». Μάλιστα ο Ψαρράς εντοπίζει το «Και όμως κινείται» και μέσα στην ανακοίνωση του Δ. Τσιόδρα που ακολούθησε τη δήλωση υπαναχώρησης του από τα πορίσματα της μελέτης του που εμφάνιζε αυξημένο αριθμό θανάτων εκτός ΜΕΘ. (Ξέρετε τη μελέτη που είχε παραδώσει στο επιτελικό Κράτος αλλά αυτό επέλεξε να μη κάνει τίποτα ή απλά να δίνει αλλοπρόσαλλες οδηγίες και εντολές) Οι θάνατοι που ακολούθησαν οφείλονταν σε αυτή ακριβώς την επιλογή αλλά πως να το παραδεχτεί αυτό ο άνθρωπος που ενώ ήξερε πως πεθαίνουν άνθρωποι από ανεπαρκείς υποδομές, αυτός αποφάσισε να το «ρισκάρει»;
Όπως ο Γαλιλαίος, ο Δ. Τσιόδρας, αφού τελικά δικαιολόγησε τους ενόχους, είπε το δικό του «Και όμως πεθαίνουν»
Τέμπη: Η έρευνα φωτίζει και η εξουσία συσκοτίζει
Η τραγωδία στα Τέμπη άφησε ανεπούλωτες πληγές και αμείλικτα ερωτήματα. Οι ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες των οικογενειών των θυμάτων, άνθρωποι έμπειροι, καταρτισμένοι και επιστημονικά καταρτισμένοι, συνέταξαν μια πλήρως τεκμηριωμένη επιστημονική μελέτη, όχι μόνο για τα αίτια της σύγκρουσης, αλλά και για την πυρόσφαιρα που κατέκαψε πολλούς επιβάτες.
Η έρευνα αυτή προσέφερε συγκεκριμένα συμπεράσματα, μετρήσιμα δεδομένα και αναλυτικά διαγράμματα. Αντί όμως να αποτελέσει οδηγό για τη δικαστική διερεύνηση, αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία και ενίοτε απαξίωση, από την κυβέρνηση που φέρει βαριά ενοχή και από τα χρυσοπληρωμένα μέσω «Λιστών» ΜΜΕ. Η πολιτική και δικαστική εξουσία εμφανίστηκαν να κινούνται με τρόπο που περισσότερο θολώνει παρά διαλευκαίνει το έγκλημα. Ενώ επισήμως το Κράτος δηλώνει βούληση για πλήρη διερεύνηση, οι πράξεις του σαφώς δηλώνουν το αντίθετο: καθυστερήσεις, δικονομικά εμπόδια, αποσιώπηση κρίσιμων στοιχείων…
Η σύγκρουση Επιστήμης και Εξουσίας εδώ είναι ακόμη πιο έντονη και πιο τραγική, γιατί αφορά ανθρώπους που σκοτώθηκαν μπροστά στα μάτια μας. Ανθρώπους που τον φόνο τους τον μετέφεραν στα μάτια μας οι κάμερες της παρακείμενης Εθνικής Οδού. Οι κάμερες που -όπως αποδεικνύεται- σε αντίθεση με εκείνες του σιδηροδρόμου, ξέφυγαν από αυτούς που φρόντισαν να μην υπάρχει ο τόπος του εγκλήματος να μην υπάρχει εικόνα του εμπορικού τρένου ή βιολογικό υλικό των θυμάτων.
Όπως ακριβώς στην περίπτωση της πανδημίας, η επιστήμη παρέχει στοιχεία που μπορούν να διαταράξουν την πολιτική γραμμή· και η εξουσία αντιδρά επιχειρώντας να ελέγξει το πλαίσιο της συζήτησης. Η επιστήμη είναι απειλή για τη διεφθαρμένη εξουσία και η δεύτερη θέλει να ξεμπερδεύει μαζί της, το συντομότερο δυνατό. Αντίθετα, η επιστήμη στέκεται βοηθός της δημοκρατίας και της αλήθειας, έννοιες εχθρικές για το διεφθαρμένο, τρικέφαλο τέρας που πνίγει τη χώρα σήμερα. Αλλά όμως ...τα στοιχεία υπάρχουν
Από τον Γαλιλαίο μέχρι σήμερα: η διαχρονική μάχη για την αλήθεια
Η αντίθεση ανάμεσα στην επιστημονική γνώση και την πολιτική σκοπιμότητα επαναλαμβάνεται σήμερα με διαφορετικά μέσα, αλλά ίδια λογική. Στην περίπτωση της πανδημίας, τα δεδομένα για τη θνητότητα εκτός ΜΕΘ «παραήταν ενοχλητικά». Στην περίπτωση των Τεμπών, τα συμπεράσματα των εμπειρογνωμόνων «παραείναι αποκαλυπτικά».
Η εξουσία, όπως και στην εποχή του Γαλιλαίου, δεν θέλει πάντα να αλλάξει το αφήγημά της επειδή αλλάζει η πραγματικότητα. Και η επιστήμη, όπως τότε, υπενθυμίζει ότι η πραγματικότητα υπάρχει είτε την αναγνωρίζουμε είτε όχι (η πραγματικότητα υπάρχει είτε την δείχνει η τηλεόραση είτε όχι)
Η βαθύτερη σημασία των τριών περιπτώσεων
Οι τρεις ιστορίες, εκείνη της δίκης του Γαλιλαίου, εκείνη της απαξίωσης της μελέτης Τσιόδρα Λύτρα και η χυδαία μάχη του επιτελικού Κράτους για την εξαφάνιση των αποδείξεων του εγκλήματος των Τεμπών, ενώνονται από ένα κοινό νήμα: όταν η επιστήμη φέρνει στο φως μια αλήθεια που κοστίζει, η εξουσία προσπαθεί να ελέγξει όχι την αλήθεια, αλλά την αφήγηση.
Και κάθε φορά, η επιστήμη, οι ερευνητές και οι οικογένειες που ζητούν δικαίωση μένουν να επαναλαμβάνουν μια παραλλαγή της φράσης του Γαλιλαίου:
«Κι όμως… τα στοιχεία υπάρχουν».
Η σύγκρουση ανάμεσα στην επιστήμη και την εξουσία είναι εν μέρει σύγκρουση ανάμεσα στη γνώση και την σκοπιμότητα, ανάμεσα στο τεκμηριωμένο και στο βολικό. Ο Γαλιλαίος, ο ιατρός Θ. Λύτρας, ο Β. Κοκοτσάκης, ο Κ. Λακαφώσης, όλοι οι τεχνικοί και οι επιστήμονες που εργάστηκαν και εργάζονται για τα Τέμπη ανήκουν σε διαφορετικές εποχές και διαφορετικά πεδία, μπορεί και σε διαφορετικά επίπεδα επιστημονικής κατάρτισης ή αξίας. Μοιράζονται όμως την ίδια μοίρα: την προσπάθεια να ακουστεί η αλήθεια τους σε ένα περιβάλλον που πολλές φορές δεν είναι έτοιμο — ή δεν θέλει — να την ακούσει.
Η ιστορία δείχνει πως, όσο κι αν προσπαθήσει η εξουσία να φιμώσει το αποτέλεσμα μιας έρευνας, η επιστημονική αλήθεια βρίσκει τρόπο να επιβιώσει.
Αυτά για τον ιστορικό του μέλλοντος που θα γράψει σε μαύρες σελίδες τα χρόνια μας αυτά. Σήμερα όμως ζητείται δικαιοσύνη και αυτή δεν μπορεί να περιμένει