Λιγοστή είναι πια η ντροπή σ 'αυτό τον τόπο και περίσσιο το μίσος και η κακία
"Μέρες τώρα περπατώ
νέο τόπο για να βρω...
Την πατρίδα μου την κάψαν
τους δικούς μου δε τους θάψανε!
Έγινα ταξιδευτής
πεζοπόρος και ληστής...
Όπου κι αν βρεθώ με διώχνουν
απ’ την πόρτα τους με σπρώχνουνε!
Βλέπω γέρους και παιδιά
Σπίτια και νοικοκυριά...
Σαν απόκληρος γυρίζω
και κανέναν δε γνωρίζω, ναι!"
"Μέσα απ’ τα σύρματα τα σύνορα περνάω
και την πατρίδα που μου στέρησαν ζητάω
άφησα πίσω μου έναν τόπο ρηγμαγμένο
κι ούτε ένα γράμμα από 'κει δεν περιμένω.
Κι αν με κοιτάς με βλέμμα φοβισμένο
κι αν μου μιλάς και δεν καταλαβαίνω
εγώ εδώ ακόμα επιμένω
Να σ’ αγαπώ, κόσμε να σε μισώ, κόσμε
κι εσύ ας μην το καταλάβεις
Να σταυρωθώ, κόσμε ν’ αναστηθώ, κόσμε
κι εσύ τον πόθο να μ’ ανάβεις.
Ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου το κάνω
για να 'χουν κάτι τα παιδιά μου παραπάνω
ξέρω να σκάβω, να οργώνω, να θερίζω
να τραγουδάω, να χορεύω, να δακρύζω
Κι αν το παλιό σακάκι σου φοράω
κι αν δεν ρωτάς τι πίκρες κουβαλάω
εγώ εδώ ακόμα λαχταράω
Να σ’ αγαπώ κόσμε να σε μισώ κόσμε
κι εσύ ας μην το καταλάβεις
Να σταυρωθώ κόσμε ν’ αναστηθώ κόσμε
κι εσύ τον πόθο να μ’ ανάβεις"