Αντιγράφω από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
«Ο Γιασίν αφηγείται πώς μεγάλωσε γρήγορα και πέθανε ακόμη πιο γρήγορα στο Σιντί Μουμέν, στην άκρη της πόλης της Καζαμπλάνκας, μαζί με τα έξι αδέρφια του, τη μητέρα του, που κάθε μέρα είχε να τα βγάλει πέρα με τη φτώχεια και τα ζωύφια και με έναν πατέρα πρώην εργάτη, χαμένο στη σιωπή και τις προσευχές. Η επίγεια κόλαση του τόπου του αναδίδει οσμές από τις χωματερές που έγιναν γήπεδα για ποδόσφαιρο, από το χασίσι και την κόλλα που σνιφάρεται, εικόνες από τις απαγορευμένες βουτιές στο αποξηραμένο ποτάμι και από τα γκαράζ των ξεχαρβαλωμένων μοτοποδηλάτων. Όταν λοιπόν τους υπόσχονται ότι ο παράδεισος βρίσκεται στην απέναντι πόρτα, τι έχουν να χάσουν ο Γιασίν και οι «φτωχοί» φίλοι του;
Μυθιστόρημα τραγικό, που ρίχνει φως στο συγκλονιστικό παρόν μας, γεμάτο άσχημες φάρσες και σιωπηλά δράματα, περιπλανήσεις και σκόνη, αδελφότητες και προδοσίες.»
Και προσθέτω: Ένα αριστούργημα λιτής, περιεκτικής, δυνατής γραφής που σε στέλνει κατ’ευθείαν στην κόλαση των παραγκουπόλεων του τρίτου κόσμου, στο αδιέξοδο των ανθρώπων που ζουν εκεί, στο βαθύ μίσος των αποκλεισμένων, μίσος που κατακλύζει την ύπαρξη και εκδηλώνεται σαν βία κάθε μορφής, απέναντι στους ομοίους τους αλλά και τους «άλλους», από την αντίπερα όχθη. Σ’ αυτό το υπέδαφος, με φόντο τη χωματερή σκουπιδιών που γι’ αυτούς είναι πηγή ζωής και εισοδήματος, μέσα από την πλήρη απουσία του αύριο, μέσα από την εξαθλίωση της καθημερινής πείνας και ανάγκης για τα βασικά, προβάλλει σαν οπτασία η προοπτική ενός μεταθανάτιου παραδείσου, χειροπιαστού όσο και η σανίδα σωτηρίας σε μια θαλάσσια άβυσσο.
Οι εμίρηδες-δάσκαλοι της τζιχάντ εμφανίζονται σαν από μηχανής θεοί στις κολασμένες ζωές των έφηβων και τους στρατολογούν μέσα από μια πολύμηνη καθημερινή «διδασκαλία» στην ύψιστη αποστολή αυτοκτονίας. Οι έφηβοι, πεισμένοι ότι δεν έχουν τίποτα άλλο να χάσουν από μια ζωή στα σκουπίδια, ζωσμένοι εθελοντικά και πρόθυμα με τα γιλέκα εκρηκτικών, θα ανατιναχτούν μέσα στο σαλόνι ενός ακριβού ξενοδοχείου της πλούσιας συνοικίας της πόλης, παίρνοντας μαζί τους στο θάνατο δεκάδες «άπιστους», ενήλικες, παιδιά, άντρες, γυναίκες, φτωχούς, πλούσιους.
Όλα τούτα μας τα εξιστορεί το φάντασμα του 18χρονου Γιασίν, όχι βέβαια από τον παράδεισο με τα ουρί που του υποσχέθηκαν, αλλά από έναν πληκτικό χωμάτινο τάφο στην άκρη της πόλης.
Πρόκειται για ένα βιβλίο-καταγγελία, τόσο των συνθηκών ακραίας φτώχειας και κοινωνικού αδιεξόδου, όσο και του θρησκευτικού φονταμενταλισμού και πού αυτός μπορεί να οδηγήσει.