Στην Ανατολική Αττική του καλοκαιριού του 2018 οι πάντες δοκιμάζονται.
Οι άνθρωποι, η Φύση, οι οργανισμοί, η Μνήμη.
Για τους περισσότερους το φετινό καλοκαίρι μοιάζει περισσότερο με ταινία αγωνίας από αυτές που έπαιζε κάποτε το «ΡΙΑ» και το «ΜΑΪΑΜΙ».
Υπάρχουν ανθρώπινες απώλειες που ξεπερνούν κάθε προηγούμενο.
Υπάρχουν απώλειες στο φυσικό περιβάλλον που δύσκολα μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει.
Υπάρχουν απώλειες στα όνειρα μας,
στις αναμνήσεις μας, στην Μνήμη μας.
Τα δέντρα που έφταναν μέχρι τη θάλασσα.
Τα δέντρα που φύτρωναν παντού.
Πράσινες και γαλάζιες πινελιές μιας Φύσης που ξεπερνούσε κατά πολύ ακόμα και τον προικισμένο καλλιτέχνη.
Ήταν αυτές οι μυρωδιές, ήταν αυτό το ερωτικό σμίξιμο της θάλασσας και των δέντρων.
Κάποια στιγμή ανάμεσα στα πεύκα άρχισαν να φυτρώνουν και σπίτια που ολοένα και αυξάνονταν.
Πολλοί ήταν αυτοί που ήθελαν ένα εξοχικό πάνω στη θάλασσα και μέσα στα πεύκα.
Κάποια σπίτια έδεναν αρμονικά με το τοπίο.
Κάποια άλλα ήταν ακαλαίσθητα και παράταιρα.
Εδώ κα σαράντα μέρες το Κόκκινο Λιμανάκι μεταμορφώθηκε σε Γκρίζο και Μαύρο Λιμανάκι.
Δύσκολα κάποιος μπορεί να το φανταστεί αν δεν το δει με τα ίδια του τα μάτια.
Το ζητούμενο πλέον είναι το τι θα γίνει από εδώ και πέρα.
Τι πραγματικά έφταιξε και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε.
Φταίνε τα δέντρα, φταίνε τα πεύκα;
Αν τα χτίσουμε όλα μήπως δεν θα κινδυνέψουμε ποτέ ξανά;
Αυτά σκέφτονται κάποιοι ανάμεσά μας.
Είναι όλοι αυτοί που δεν καταλαβαίνουν πώς φτάσαμε έως εδώ.
Πώς άλλαξε το Κόκκινο Λιμανάκι τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Πώς καταφέραμε να βγάλουμε μόνοι μας τα μάτια μας.
Πέρα από την ανικανότητα του Κράτους, πέρα από την έλλειψη πραγματικής Πολιτικής Προστασίας, πέρα από τις
ανεπάρκειες της διαχείρισης μιας πυρκαγιάς, πέρα από τις εξαιρετικά δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες υπάρχει
και η προσωπική και ατομική ευθύνη.
Υπάρχει η ευθύνη όλων όσων μεγάλωναν συνεχώς τις μάντρες και τα σπίτια.
Τα σπίτια αυξήθηκαν, οι μάντρες υψώθηκαν ψηλά.
Αν θέλουμε να επουλωθούν οι πληγές που μόνοι μας προκαλέσαμε θα πρέπει να σεβαστούμε τη Φύση.
Δεν είναι εύκολο να παίζει κανείς με τη Φύση.
Είναι κυριολεκτικά σαν να παίζεις με τη φωτιά.
Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά τι υπήρχε εδώ πριν γεμίσει η περιοχή με κτίσματα μικρά και μεγάλα.
Η τοπιογραφία της μνήμης.
Η τοπιογραφία της πληγωμένης μνήμης.
Περισσότερα δέντρα, λιγότερα σπίτια.
Το μέλλον είναι κρίσιμο.
Τα λάθη πληρώθηκαν ακριβά.
Αφήστε τη Φύση να αποκαταστήσει την ανθρώπινη παραφωνία και κακοτεχνία.