"Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές", Διονύσιος Σολωμός
Επιβάλλεται, όταν καταπιανόμαστε με τη συζήτηση πάνω σε ιστορικά γεγονότα, να ψάχνουμε και τον δρόμο από τον οποίο φτάσαμε στο σήμερα ή στη μελετώμενη περίοδο. Να ιχνηλατήσουμε το πώς φτάσαμε στη συγκεκριμένη περίοδο και κατάσταση των πραγμάτων. Είναι μία απαραίτητη διαδικασία που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε επαρκέστερα και το γιατί φτάσαμε εκεί που φτάσαμε και στα γεγονότα όπως τα γνωρίζουμε. Περπατώντας λοιπόν πάνω στα ιστοριογραφικά βήματα, που μας κληροδότησαν μεγάλοι ερευνητές, συγγραφείς, αλλά και εργάτες της επιστημονικής ιστοριογραφίας της επανάστασης του 1821, με έργο που αποτελεί βιβλιογραφική βάση για το σύνολο σχεδόν, των συνεχιστών του δικού τους έργου, οδηγηθήκαμε στο πιο μακρινό παρελθόν. Στις πηγές του ποταμού που ονομάζουμε Ιστορία της επανάστασης, που οδήγησε στη γέννηση ελληνικού κράτους ή συλλήβδην αποκαλούμενη - για εμάς τους Έλληνες, ως «1821»
Ανηφορίζοντας στην Ιστορία
Γυρίζουμε πίσω στον χρόνο. Στο 1683, τη χρονιά που ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Λεοπόλδου του Α’. Ήδη είχε αποτύχει η δεύτερη πολιορκία της Βιέννης από τους Οθωμανούς το 1682-1683 και τα ευρωπαϊκά κράτη, τα βασίλεια και οι αυτοκρατορίες μπήκαν σε ένα πόλεμο περιορισμού της επεκτατικότητας των Οθωμανών. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ενσωμάτωσε την Ουγγαρία, αποσπώντας την από τους Οθωμανούς που την είχαν πάρει το 1526.
Όταν έληξε ο πόλεμος αυτός (ο Αυστρο-οθωμανικός πόλεμος) το 1699 με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς* που υπεγράφη μεταξύ των Οθωμανών και –σχεδόν- του συνόλου των ευρωπαίων, από Ισπανία μέχρι Πολωνία και Λιθουανία, γεννήθηκε το Ανατολικό Ζήτημα. Το Ανατολικό Ζήτημα ήταν η «ασθένεια» και η Οθωμανική Αυτοκρατορία ο «Μεγάλος Ασθενής».
Η ηττημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία, τώρα ήταν ένα σώμα σε κρεββάτι εντατικής και οι νικητές του πολέμου αντιμάχονται για το πως αυτό (το σώμα) θα αξιοποιηθεί. Αυτό είναι με λίγα λόγια το Ανατολικό Ζήτημα, το οποίο ήταν περισσότερο «Δυτικό» στους σχεδιασμούς του, παρά «Ανατολικό»
Κάποιοι ήθελαν να επαναφέρουν και να διατηρήσουν στη ζωή την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αφού είχαν συμφέροντα στην περιοχή και τους εξυπηρετούσε η παρουσία της, ως χωροφύλακα και σύμμαχο. Αυτοί ήταν η Αγγλία και η Γαλλία, αφού η Οθωμανική Αυτοκρατορία τους εξυπηρετούσε και ήταν και εμπόδιο στις βλέψεις των Ρώσων. Η Αυστρία και η Γερμανία, μόλις είχαν εξασφαλίσει τα εδάφη που πήραν από τους Οθωμανούς και προτιμούσαν για τους ίδιους λόγους, τη συντηρητική θέση που ήθελε τη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Ρώσοι πάλι, ήθελαν τον διαμελισμό του «Μεγάλου Ασθενούς» αποβλέποντας στα Στενά του Ελλησπόντου και την έξοδο στο Αιγαίο. Η προσάρτηση νέων εδαφών θα ήταν ένα επιπλέον όφελος για τη Ρωσία. Τελικά επικράτησε η συντήρηση και οι Οθωμανοί το δέχτηκαν, χωρίς όμως να γνωρίζουν πως οι συμφωνίες πάντα τροποποιούνται κατά τα συμφέροντα του δυνατού. Έμελλε να ακολουθήσουν η επανάσταση του 1821, ο Ρωσο-περσικός πόλεμος του 1826, ο πόλεμος της Κριμαίας, η συνθήκη του Βερολίνου, ο Μακεδονικός Αγώνας, η επανάσταση των Νεότουρκων, οι συνθήκες του Α’ παγκοσμίου πολέμου, οι συνθήκες του Β’ παγκοσμίου πολέμου, για να περιοριστεί κάπως, το ανατολικό ζήτημα και να καταλάβει ο Μεγάλος Ασθενής τι αξία έχουν οι συνθήκες ειρήνευσης. Ίσως γι’ αυτό σήμερα φέρεται ως καλός μαθητής, σχεδόν αριστούχος, απόφοιτος της ματωμένης σχολής των διεθνών συνθηκών, της Αγγλικής κυρίως εξωτερικής πολιτικής.
Η πορεία προς την πρώτη στάση: «Ελληνική επανάσταση»
Ο Κ.Θ. Δημαράς τον αποκάλεσε «Νεοελληνικό Διαφωτισμό» όρος που είναι ζωντανός και στις μέρες μας. Με τις δύο αυτές λέξεις περιγράφεται το παρακλάδι του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπου ζούσαν άνθρωποι με ελληνική εθνική συνείδηση και Παιδεία. Άλλοι θεωρούν πως ο νεοελληνικός διαφωτισμός ήταν ένα πνευματικό κίνημα με αίτημα την παιδεία των Ελλήνων. Όπως και να είναι, ο νεοελληνικός Διαφωτισμός, μπορεί να είναι κλάδος του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού ή να συναντήθηκε με αυτόν, αλλά το έδαφος πάνω στο οποίο επιχειρήθηκε η συνέχιση της καλλιέργειας του μέχρι τις μέρες μας, ήταν φτωχό και δεν μπόρεσε ακόμα να μεγαλώσει και να αποδώσει καρπούς. Σε αυτό συνετέλεσαν και συντελούν, εκτός από τους εσωτερικούς και εξωτερικοί παράγοντες, αλλά ποιος θα πίστευε πως η Ελλάδα είναι αποστειρωμένο και στεγανό, εργαστήριο ανάπτυξης του ελληνικού Διαφωτισμού;
Τέλος πάντων, τον καιρό εκείνο, το κύμα αυτό του νεοελληνικού Διαφωτισμού έδωσε την ιδέα για ένα εθνικό κίνημα, στους πιστούς του. Οι πιστοί αυτοί ήταν άνθρωποι ελληνικής εθνικής συνείδησης και ορθόδοξου γένους, πολίτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήταν και άνθρωποι ενός μορφωτικού επιπέδου ανώτερου από τους κατοίκους της λεγόμενης «Παλιάς Ελλάδας», οι οποίοι είχαν περισσότερο συνείδηση του τόπου από τον οποίο κατάγονταν ή και ζούσαν, εντός της Αυτοκρατορίας. Η συνείδηση του «είμαι Έλληνας» είτε δεν υπήρχε ή –συνήθως- ερχόταν σε ύστερη μοίρα, αφού ο κάτοικος της Αθήνας για παράδειγμα, αυτοπροσδιοριζόταν ως Αθηναίος σκέτα και όχι Έλληνας Αθηναίος. Ο κάτοικος του Αιγίου αυτοπροσδιοριζόταν αντίστοιχα ως Βοστιτσιάνος σκέτα ή -το πολύ- Μωραΐτης, της Αμφιλοχίας ως Καρβασαρίτης κλπ.
Σιγά σιγά και με την επίδραση των δραστήριων Φιλικών, άρχισε να διαδίδεται η εθνική συνείδηση και στους παλαιοελλαδίτες, αλλά η εμπέδωση της ώστε να αποτελέσει βασικό μοχλό μίας εθνικής επανάστασης, απαιτούσε περισσότερο χρόνο. Επιπλέον απαιτούσε και μία άλλη, προοδευτικότερη στάση της Εκκλησίας, η οποία ήταν εχθρός των ιδεών του Διαφωτισμού εν γένει. Ευρωπαϊκού ή νεοελληνικού. Το παράδοξο είναι πως μορφές όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Ηλίας Μηνιάτης, ο Άνθιμος Γαζής, ήταν κληρικοί αλλά ταυτόχρονα και συμμέτοχοι του κινήματος για την ελληνική παιδεία και δι’ αυτού πρωτεργάτες του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Και όμως. Η επίσημη εκκλησία, δια του πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ καταδίκασε τον Διαφωτισμό (και τον νεοελληνικό κλάδο). Ο Κ. Κούμας και ο Βεν. Λέσβιος, ο Μ. Ανθρακίτης και ο Χρ. Παμπλέκης ως διδάσκαλοι, γνώρισαν στο πετσί τους τον βάρβαρο, απηνή διωγμό από το πατριαρχείο, της διδασκαλίας του Σωκράτη, του Πλάτωνα, των μαθηματικών και των επιστημών γενικά. Στη θέση τους συνιστούσε τη μελέτη της «Πατριαρχικής Διδασκαλίας», ενός οπισθοδρομικού, φοβικού, απειλητικού βιβλίου του Γρηγορίου του Ε’. Ενός βιβλίου που τελικά αποσκοπούσε στην οριστική υποταγή στον Σουλτάνο. Ως εν ουρανώ και επί της γης, δίδασκε το Πατριαρχείο και ο ανώτερος κλήρος. Ένας ο βασιλιάς του ουρανού (ο Θεός), ένας και της γης (ο σουλτάνος)
Σε επόμενα κείμενα μας για την επανάσταση του ’21 θα επανέλθουμε και θα παρουσιάσουμε αναλυτικότερα τις εκκλησιαστικές τορπίλες κατά του νεοελληνικού διαφωτισμού. Αυτή η επίθεση της Εκκλησίας απέναντι στην πρόοδο ενός έθνους που μετά βίας γεννιόταν τότε, κράτησε και κρατούσε μέχρι πρόσφατα (αν όχι και σήμερα όπως διαπιστώνουμε καθημερινά) την Ελλάδα στο σκοτάδι. Στο πολιτικό, κοινωνικό, ηθικό, επιστημονικό και οικονομικό σκοτάδι.
Ο Κοραής και ο Φεραίος ανασηκώνουν την Ελλάδα
Ο νεοελληνικός Διαφωτισμός γέννησε ένα κίνημα στο εξωτερικό. Αυτό το κίνημα περιλάμβανε δύο θέσεις όσον αφορούσε την «γέννηση» του έθνους. Υπήρχαν εκείνοι που ήταν πιο μετριοπαθείς (Αδ. Κοραής, Ι. Καποδίστριας π.χ.) και οι οποίοι ήταν σίγουροι πως χρειαζόταν περισσότερος χρόνος μέχρι εκείνη τη στιγμή, αφού στην τάξη και την κατάσταση (την μορφωτική, την κοινωνική, την οικονομική) στις οποίες βρίσκονταν οι περισσότεροι Έλληνες της «Παλαιάς Ελλάδας», στο τέλος του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, κάθε επαναστατική ενέργεια θα ήταν καταδικασμένη. Την ίδια θέση είχαν και αρκετοί φιλέλληνες και μάλιστα σοβαροί και διακεκριμένοι, που χρηματοδότησαν από την ίδρυση σχολείων μέχρι την ίδια την εξέγερση.
Η στάση τους αυτή, ως προς την ακαταλληλότητα του χρόνου της επανάστασης, τους κατέστησε μελανά πρόσωπα για κάποιους μελετητές ή ιστορικούς, αλλά η επίδραση τους στο τέλος ήταν μάλλον θετική. Θα δούμε τις απόψεις τους και το έργο τους, σε σχέση με την επανάσταση, αναλυτικότερα σε επόμενα κείμενα μας.
Υπήρχαν και εκείνοι που με το έργο τους προωθούσαν την επίσπευση της έναρξης του αγώνα (Ρήγας, Αντ. Νιώτης, Χρ. Περραιβός, ακόμα και ο Ανθ. Γαζής). Ειδικά ο Ρήγας ως μεγάλος οραματιστής, κλιμακώνει τον επαναστατικό πόθο μεγαλώνοντας το πολιτισμικό και γεωγραφικό πλαίσιο. Για τον Ρήγα η επανάσταση είναι παμβαλκανική υπόθεση. Υπόθεση των λαών των Βαλκανίων που κατοικούν όλοι μαζί στην χερσόνησο του Αίμου, κάτω από τον Οθωμανικό δεσποτισμό. Το όραμα του Ρήγα προδόθηκε αρχικά, από την υπαναχώρηση του Βλαδιμηρέσκου και των Σέρβων, όπως και τον περιορισμό των γεωγραφικών ορίων της εξέγερσης και πολύ αργότερα με την ανάπτυξη των βαλκανικών εθνικισμών. Η επανάσταση περιορίστηκε στην Πελοπόννησο και στην παλαιά Ελλάδα.
Στους επισπεύδοντες την επανάσταση προσμετράται και ο αγνός στρατιώτης και ρομαντικός πρίγκηπας Αλέξανδρος Υψηλάντης, ο οποίος θυσίασε ζωή και αξιώματα για την ιδέα της παμβαλκανικής αλλά και εθνικής επανάστασης, καταλήγοντας στις αυστριακές φυλακές και τελικά στον θάνατο, δύο μήνες μετά την αποφυλάκιση του, σε ηλικία 36 ετών. Στην ομάδα των επισπευδόντων την επανάσταση, υπάγονται αυτονόητα και οι Φιλικοί, ανεξάρτητα του αν ήταν του μορφωτικού επιπέδου και της διάθεσης αυτοθυσίας του Τσακάλωφ ή εμπόρου –αλλά και πραγματικού παλικαριού- Σκουφά.
Όλοι αυτοί, με δράση στο εξωτερικό και προβολή των δικαίων του έθνους, μεγέθυναν το ρεύμα φιλελληνισμού της εποχής. Ειδικά στη Ρωσία - άσχετα αν τα πράγματα τελικά δεν ήταν όπως αναμένονταν - το έδαφος ήταν υποστηρικτικό, λόγω της μεγάλης και δραστήριας σε όλους τους τομείς, παροικίας. Μαζί με το κύμα των εργατών του νεοελληνικού Διαφωτισμού και των επαναστατικών ιδεών, φούσκωνε και το κύμα του φιλελληνισμού, το οποίο μπορεί να περιλάμβανε ρομαντικούς, αγνούς εθελοντές, αλλά περιλάμβανε και αρκετούς υστερόβουλους, αρχαιοκάπηλους ή πρέσβεις οικονομικών συμφερόντων. Δεν το αναλύουμε περισσότερο. Επιφυλασσόμαστε για σχετικά κείμενα, αργότερα.
Αυτό που δεν πρέπει να παραλείψουμε είναι η συγκυρία δύο άλλων επαναστάσεων που έλαβαν χώρα σε Ιταλία και Ισπανία.
Οι Ιταλοί Καρμπονάροι (Ιταλία 1817 Macerata – 1820 Napoli)
Έχει γραφεί και ειπωθεί πως η ελληνική επανάσταση αναπτύχθηκε στο ίδιο πνεύμα που έγιναν οι καρμπονάρικες εξεγέρσεις στην Macerata (Ματσεράτα) στην Ιταλία το 1817 (Ιούνιος). Αν το εξετάσουμε λογικά, δεν υπάρχει καμία σχέση μεταξύ των καρμπονάρων και των εξεγερμένων Ελλήνων. Οι θεωρίες αυτές εκφράστηκαν από συγγραφείς που θεωρούσαν τους καρμπονάρους αναρχικούς. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να σβήσεις την ιδιότητα του κοινωνικού επαναστάτη, τόσο από τους καρμπονάρους, όσο και από τους ξεσηκωμένους της παλαιάς Ελλάδας. Επίσης, από οργανωτικής και προπαρασκευαστικής πλευράς, η συνωμοτική δομή της Φιλικής Εταιρείας δεν είχε καμία σχέση με εκείνη των Καρμπονάρων, αφού η Φιλική εταιρεία περιλάμβανε πλούσιους ή και διακεκριμένους Έλληνες, μέλη της ελίτ της -αποκαλούμενης- διασποράς. Αντίθετα, η συνωμοτική δομή των Καρμπονάρων αποτελούταν από τα χαμηλά οικονομικά και κοινωνικά στρώματα. Ακόμα και με τη διαφορά αυτή, ο ξεσηκωμός των Καρμπονάρων ήταν κοινωνική επανάσταση και σε αυτό και μόνο, μοιάζει στον ελληνικό ξεσηκωμό
Οι Γάλλοι και οι Ισπανοί Καρμπονάροι (στρατιωτικά πραξικοπήματα φιλελευθέρων αξιωματικών)
Τον Αύγουστο του 1820 επιχειρήθηκε μία στρατιωτική στάση κατά της παλινορθωμένης μοναρχίας, η οποία απέτυχε. Και εδώ δεν υπάρχει καμία ομοιότητα με την ελληνική εξέγερση. Ούτε βέβαια η αποτυχημένη επιχείρηση του Καρμπονάρου στρατηγού Μπερτόν να καταλάβει την Saumur, στον Λίγηρα ποταμό στη δυτική Γαλλία.
- Ανάγκα και θεοί πείθονται. Εξέγερση με ταυτότητα
Σήμερα δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναγνωρίζουν πως είχαν δίκιο εκείνοι που πίστευαν πως η επανάσταση έπρεπε να εκδηλωθεί με έναν λαό πνευματικά πιο έτοιμο για εθνική επανάσταση, πιο συνειδητοποιημένο στα εθνικά και ώριμο να κατακτήσει και να υπερασπιστεί την Ελευθερία του. Αυτό μπορεί κάποιος να το ισχυριστεί με γεγονότα ως επιχειρήματα, εκ των υστέρων και γνωρίζοντας αυτά που γνωρίζουμε σήμερα. Πως το νεογέννητο αγνοούσε τι θα πει Ελευθερία, Δημοκρατία, Ισονομία. Αγνοούσε τι θα πει έθνος και εθνική αξιοπρέπεια**. Αυτά φάνηκαν με τους δύο εμφυλίους (1823-1824 και 1824-1825), με τις ονομασίες των πρώτων πολιτικών κομμάτων (Αγγλικό, Γαλλικό, Ρωσικό), με την επικράτηση των κοτζαμπάσηδων και των Φαναριωτών (ορόσημο η εγκατάλειψη του Μεσολογγίου χωρίς ανεφοδιασμό, στη μοίρα του), με τα δάνεια της Αγγλίας που κατάκλεψαν τους πόρους της χώρας, πριν αυτή γεννηθεί. Ναι, ένας πιο καλλιεργημένος λαός δεν θα εξευτέλιζε έτσι, από μόνος του τον καρπό των αγώνων και των θυσιών του. Όμως θα ξεκινούσε μία εξέγερση ένας τέτοιος λαός; Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Το Ιστορικό γεγονός είναι πως η εξέγερση έγινε. Και έγινε από τους ταξικά κατώτερους, αφού όλοι ήταν ταξικά κατώτεροι στην Ελλάδα, πλην των κοτζαμπάσηδων. Μετά ήρθαν και οι Φαναριώτες που μυρίστηκαν εξουσία και πόστα.
Η εξέγερση περιορίστηκε στην παλαιά Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Πελοπόννησο. Εξεγέρθηκαν οι καταπιεσμένοι, με τη βοήθεια των περιθωριακών της εποχής και με ιδεολογικό λάβαρο όσα τους είχαν απομείνει από τη διάδοση των Φιλικών. Ένα ιδεολογικό λάβαρο με πολλές τρύπες και σχισίματα. Συμπαγέστερο και πιο καταλυτικό ήταν το λάβαρο της ανάγκης. Της επιβίωσης απέναντι σε έναν βάρβαρο και αιμοσταγή δυνάστη. Της ανάγκης του αφανισμού της απειλής του Οθωμανού και των υποχείριων του.
Η εξέγερση είχε αποκτήσει πια τον χαρακτήρα της. Τον αδιαμφισβήτητο χαρακτήρα της ταξικής εξέγερσης. Της εξέγερση των καταπιεσμένων εναντίον του δυνάστη τους.
* Σημειώστε πως εκπρόσωπος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Συνθήκη του Κάρλοβιτς ήταν ο Φαναριώτης προ - προπάππος του γνωστού από την ελληνική επανάσταση και τον ρόλο που έπαιξε σε αυτήν, Αλ. Μαυροκορδάτου.
** Ο Βρετανός φιλέλληνας Leicester Stanhope, απεσταλμένος του Αγγλικού Φιλελληνικού Κομιτάτου, σε επιστολή του με ημερομηνία 3 Ιανουαρίου 1824, προς τον πρόεδρο της Επιτροπής John Bowring, γράφει ως μάρτυρας του εμφύλιο του 1824:
«Ο ελληνικός λαός δεν γνωρίζει τίποτε από ελευθερία. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε μετά από τόσους αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας; Θα πρέπει να μάθουν τα στοιχεία, την αλφάβητο της αγαθής διακυβέρνησης»
Ο Stanhope ο οποίος αγωνίστηκε και πρόσφερε και την περιουσία του, για να γίνουν σχολεία, δρόμοι, τηλέγραφος. Για να εκδοθούν εφημερίδες, ήταν ανάμεσα σε αυτούς (όπως ο Κοραής ή ο Καποδίστριας) που πίστευαν πως η εξέγερση, έπρεπε να περιμένει μέχρι να αποκτήσουν οι εξεγερμένοι συνείδηση της ταυτότητας τους. Να μορφωθούν, ώστε να διαπαιδαγωγηθούν στις αξίες της εποχής της Νεωτερικότητας, και στη συνέχεια να επιδιώξουν την εθνική χειραφέτησή τους
Βιβλιογραφία:
Ιστορία των Βαλκανίων, Barbara Jelavich, εκδόσεις ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΝ τόμος Α
Ιστορία των Βαλκανίων, Castellan Georges, εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗ
Ρήγας Φεραίος Ε-Ιστορικά, τεύχος 161
Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, Donald Quataert, εκδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Το 1821 και η αριστοκρατία του, Γιάννης Σκαρίμπας, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ εκδ. 1995
1814-1821, Η προετοιμασία μίας επανάστασης, Στέφανος Καβαλλιεράκης, εκδ. ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2020