Πηγή του άρθρου : Εφημερίδα των Συντακτών ( ο πίνακας αναπαριστά Ψαριανούς πρόσφυγες που θαλασσοπνίγονται στο Αιγαίο εν έτει 1824 ).
Τα λόγια είναι πάντα ίδια για τον ξένο που απειλεί τις συνήθειες και τη βολή μας. Και πολλές φορές αυτός ο ξένος ήταν Έλληνας.
Ας ακούσουμε αυτά που λέει η Γυναίκα της Ζάκυθος στις Μεσολογγίτισσες γυναίκες που βρέθηκαν στη Ζάκυνθο ως πρόσφυγες και κυνηγημένες από τους Τούρκους : «Και ετότες η γυναίκα της Ζάκυθος την αντίσκοψε και αποκρίθηκε: “Κυρά δασκάλα, όλα τα χάσετε, αλλά από εκείνο που ακούω η γλώσσα σας έμεινε. Είμαι στην πατρίδα μου και στο σπίτι μου; Και η αφεντιά σου δεν ήσουνα στην πατρίδα σου και στο σπίτι σου; [...] Σας είπα εγώ ίσως να χτυπήσετε τον Τούρκο, που ερχόστενε τώρα σε με να μου γυρέψετε και να με βρίσετε; […] Εσείς δεν έχετε άλλη δουλειά παρά να ψωμοζητάτε. Και, να πούμε την αλήθεια, στοχάζουμαι πως θε νάναι μια θαράπαψη για όποιον δεν ντρέπεται. Αλλά εγώ έχω δουλειά. Ακούστε; έχω δουλειά» ... Απόσπασμα από τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονύσιου Σολωμού, έργο ημιτελές που γράφτηκε μεταξύ 1826 και 1833
Ας διαβάσουμε όμως και το πώς έβλεπε ένας Αθηναίος νοικοκύρης τους Μικρασιάτες πρόσφυγες του ’22 : «Ας φαντασθούν ακόμα, όσοι θέλουν να συλλάβουν μια έννοια εκείνου του ανιστόρητου κατακλυσμού, ας φαντασθούν σκυλιά, πλήθος σκυλιά ριγμένα σ’ ένα ξεροπήγαδο. Με λύσσα, με ουρλιάσματα, με δόντια και με νύχια, το καθένα αγωνίζεται για να σπαράξη το άλλο, για να ζήση αυτό, να παρατείνη λίγες ώρες την άθλια ζωή του, με τις σάρκες του συντρόφου του, του αδερφού του»
Τέτοια απάνω κάτω στυγερή εικόνα παρουσιάζονταν στον ταξιδιώτη από το λιμάνι ώς την Ομόνοια, και σ’ όλες τις πλατείες, τα πεζοδρόμια, τους δρόμους, τα στενά, και πέρα, έξω από την πολιτεία, από τα πόδια του Υμηττού έως τα πόδια του Αιγάλεω» … απόσπασμα από τη «Λεηλασία μιας ζωής» του Μεσολογγίτη εκπαιδευτικού Αντώνη Τραυλαντώνη, δημοσιευμένο το 1936
Φαντάζομαι πως κάτι θα σας θυμίζουν τα παραπάνω λόγια είτε της Ζακυνθινής κυράς είτε του Αθηναίου νοικοκύρη.