«Μπορεί να μας απωθεί το παρουσιαστικό τους. Μπορεί να μας απωθεί η ωμή χρήση βίας από τη μεριά τους. Μπορεί η δράση τους να είναι τελικά διαλυτική. Ας φανούμε όμως ψύχραιμοι και ας προσπαθήσουμε να δούμε την πραγματικότητα διαλεκτικά και όχι όπως θα θέλαμε να είναι
Και η αλήθεια είναι ότι κι εγώ δυσκολεύτηκα να πάρω το θάρρος να γράψω το άρθρο. Όταν κάποιος έχει δημόσιο λόγο ή νομίζει ότι έχει ή προσπαθεί να αποκτήσει, είναι βέβαιο πως έχει βρεθεί μπροστά στο δίλημμα να πει ελεύθερα την άποψή του ή να αυτολογοκριθεί, προκειμένου να μην έρθει σε ρήξη με το “κοινό” του και θεωρηθεί αποστάτης ή προκειμένου να μην παρεξηγηθούν τα λεγόμενά του και του αποδοθούν προθέσεις που δεν έχει. Και ξέρουμε πολύ καλά πως στην εποχή των social media τα λαϊκά δικαστήρια παίρνουν άμεσα και άκριτα φωτιά
Ο λόγος αφορά στα παιδιά με τις κουκούλες. Αυτά τα παιδιά που καίνε και σπάνε τα πάντα χωρίς αναστολές και που όταν τα βλέπουμε να βάζουν φωτιά στα γαλλικά προάστια ή στο Λος Άντζελες δεν τα αποκαλούμε ούτε ασφαλίτες ούτε προβοκάτορες. Αλλά παιδιά του χάους. Ενός χάους που γέννησε το μίσος. Και ναι, τα παιδιά αυτά έχουν μίσος μέσα τους. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο
Μήπως όμως θα ήταν πιο σώφρον να δούμε τι προκάλεσε αυτό το μίσος; Μήπως θα έπρεπε να πάψουμε πλέον να τους αποκαλούμε προβοκάτορες; Χωρίς πάλι αυτό να σημαίνει από τη μεριά μου πως επικροτώ τη δράση τους. Απλά θέλω να ερμηνεύσω το φαινόμενο με μια ματιά αποστασιοποιημένη από κάθε είδους εξαρτήσεις, αγκυλώσεις και φαντασιώσεις»
Κάπως έτσι είχα ξεκινήσει να γράψω ένα άρθρο τον περασμένο Μάρτιο, αλλά στην πορεία εγκατέλειψα την προσπάθεια. Δε θέλησα να ρίξω κι άλλο λάδι στη φωτιά, γιατί γνωρίζω πως πάρα πολλοί από αυτούς που θεωρούν τα παιδιά με τις κουκούλες ασφαλίτες ή προβοκάτορες είναι άνθρωποι καλών προθέσεων. Γνωρίζω από την άλλη μεριά βέβαια, πως οι καλές προθέσεις από μόνες τους δεν αρκούν. Χρειάζεται επιπλέον κριτική σκέψη και πραγματική διάθεση για δράση. Όπως λέει και το ρητό: “Ο δρόμος για την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις”
Το ξαναθυμήθηκα όμως σήμερα με αφορμή τις αντιδράσεις που προκάλεσε η παρουσία κρανοφόρων και ροπαλοφόρων διαδηλωτών στη χθεσινή συγκέντρωση του Συντάγματος και το «ξεμπρόστιασμά» τους που υποτίθεται πως έγινε από το κίνημα «Μέχρι τέλους», μόλις οι εκπρόσωποι του κινήματος αποφάσισαν να καθίσουν οκλαδόν στο Σύνταγμα. Κάτι, που όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι, απέτρεψε τη βίαιη διάλυση της συγκέντρωσης, καθώς οι “προβοκάτορες” είχαν πλέον εκτεθεί σε κοινή θέα και δεν μπόρεσαν να δράσουν πετώντας βόμβες μολότοφ, ώστε να δώσουν την αφορμή στην αστυνομία να επέμβει με χημικά, βόμβες κρότου λάμψης, ξυλοδαρμούς και συλλήψεις
Δυστυχώς, η «προβοκατορολογία» και η «ασφαλιτολογία», καλά κρατεί. Και μπορεί να απαλύνει τύψεις και ενοχές, δυστυχώς όμως λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και διχαστικά για το κίνημα στο σύνολό του
Λες και δεν έχουμε δει να διαλύονται συγκεντρώσεις για ψύλλου πήδημα, για ασήμαντη αφορμή ή και για καμία. Απλά, όταν αποφασίζεται από τα πάνω η διάλυση της συγκέντρωσης, όταν λήγει ο χρόνος που έχει προαποφασιστεί από τα πάνω (ένας χρόνος βέβαια που μπορεί να αναθεωρείται κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης με βάση τη μαζικότητας της συμμετοχής), τα ΜΑΤ φοράνε τις αντιασφυξιογόνες μάσκες και αρχίζει το πανηγύρι. Το έχουμε δει πολλές φορές το έργο
Σήμερα λοιπόν, που το κοινό αίσθημα μιλά για αποσόβηση δράσης προβοκατόρων, θυμήθηκα το άρθρο που είχα ξεκινήσει να γράφω. Εντελώς τυχαία, έπεσα πάνω και σε ένα άρθρο παρόμοιου προβληματισμού στο Untold που το υπογράφει ο Σοφοκλής Αρχοντάκης. Αποφάσισα λοιπόν πως δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσω το δικό μου άρθρο, ο Σοφοκλής τα λέει μια χαρά. Δίνω λοιπόν το λόγο στο Σοφοκλή. Κόντρα πιθανόν στο κοινό αίσθημα, αλλά με το αίσθημα πως έτσι υπηρετείται η αλήθεια. Αλλά και το κίνημα
Ακολουθεί το άρθρο του Σοφοκλή Αρχοντάκη
Για ακόμα μια φορά, χωρίς μάλιστα να υπάρξουν βίαια επεισόδια, φάνηκε πως η προβακατορολογία είναι εδώ και έχει στασίδι στην Αριστερά. Γιατί;
Κάποια στιγμή στην νεοελληνική ιστορία επανήλθε δυναμικά η προβοκατορολογία και η ασφαλιτολογία. Ας συγχωρεθεί το αδόκιμο των λέξεων, η ελληνική γλώσσα άλλωστε είναι ελαστική και ανεκτική σε νεολογισμούς.
Το πρόβλημα ανέκυψε ξανά χθες όπου κάποια στιγμή ο Θοδωρής Ελευθεριάδης, πολύ σωστά, βλέποντας κάποιες διμοιρίες των ΜΑΤ να ετοιμάζονται να επέμβουν, ζήτησε από τους διαδηλωτές να κάτσουν κάτω και από την αστυνομία να μην επιτεθεί σε ειρηνική συγκέντρωση.
Με την πλειονότητα του κόσμου να κάθεται, τότε φάνηκε μια ομάδα περιφρούρησης ενός οργανωμένου αντιεξουσιαστικού μπλοκ, με κράνη και σημαίες να στέκει ατάραχο. Δεν ήθελε κάτι περισσότερο το φαντασιακό του κυνηγημένου. Τους βάπτισε «ασφαλίτες».
Τι κι αν είχαν πανό, τι και αν υπογράφονταν το πανό, τι και αν έχουν ξαναβρεθεί με τους ίδιους όρους σε πορείες, από τον κόσμο των εύκολων like δεν μπορείς να βγάλεις την εύκολη εξήγηση: «Μυστικοί μπάτσοι ήθελαν να δημιουργήσουν επεισόδια για να επέμβουν τα ΜΑΤ». Μια κυρία μάλιστα στο φαντασιακό της το αποσόβησε κιόλας. Ηρωίδα!
Πρόκειται όμως για μια πρόταση που η Ελλάδα την έχει ζήσει στο πετσί της και η ιστορική μνήμη δεν την αφήνει να ξεχάσει.
Φυσικά και υπάρχουν ασφαλίτες σε πορείες, όχι όμως σε μπλοκ
Αν ζητήσεις από ένα μέλος του αντιεξουσιαστικού χώρου να σου περιγράψει την κατάσταση, μια λέξη μπορεί να περάσει από το στόμα του: «χωριό». Όλοι γνωρίζουν όλους και αν δεν τους γνωρίζουν προσωπικά, ξέρουν κάποιον που τους γνωρίζει.
Δεν υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να βρεθεί ένα μπλοκ 100 ή 200 ασφαλιτών σε πορεία ντυμένοι σε αποκριάτικους διαδηλωτές και να μην το πάρει χαμπάρι ο ίδιος ο χώρος. Εδώ βλέπεις 1-2 να συμπεριφέρονται ύποπτα και οι διαδηλωτές τους τσιμπάνε.
Είναι πολλές οι φορές που 1-2 ασφαλίτες έχουν παραδοθεί στα ΜΑΤ σηκωτοί, τις περισσότερες φορές απείραχτοι, ακριβώς για να μην υπάρξει σύγκρουση. Δεν μπορεί να βγει από την αστυνομία η λογική του παρακρατικού. Το κάνουν και θα το κάνουν.
Ποτέ όμως ένα μπλοκ από δαύτους. Αυτό θα ήταν μια κοσμογονική αλλαγή ακόμα και για τα δεδομένα της αστυνομίας που θα εξαγρίωνε τεράστια μερίδα των δημοκρατικών πολιτών.
Ποιος είναι ο «προβοκάτορας»;
Είναι σαφές πως πολλές φορές η θεωρία των προβοκατόρων ζει στο φαντασιακό διαδηλωτών της Αριστεράς που δεν έχουν μεγάλη ή συχνή επαφή με τον δρόμο. Και αυτό είναι απόλυτα κατανοητό, σε σημείο που όλοι όσοι το επισημαίνουν να είναι ιδιαίτερα ευγενείς.
Όμως υπάρχει και σε δύο ακόμα κατηγορίες: Αυτών που το λένε πολιτικά, ως «προβοκατόρικη δράση διάσπασης μιας διαδήλωσης» που θα οδηγήσει σε επίθεση των ΜΑΤ και αυτών που το κάνουν εν γνώσει τους για μικροκομματικό όφελος.
Κάποιες φορές οι δύο κατηγορίες συνενώνονται. Αυτό είναι ασυγχώρητο.
Έχει όμως αξία να συζητηθούν.
Είναι προβοκάτορες
Ένα μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει ακόμα τον αντιεξουσιαστικό χώρο ξεκάθαρα ανταγωνιστικά. Δεν τον αποδέχεται ως ισότιμο κομμάτι του λαού και θεωρεί πως η αντι-βία είναι αδικαιολόγητη.
Παρόλα αυτά κάποια από αυτά τα κόμματα διατηρούν ομάδες περιφρούρησης με κράνη, μπουφάν μηχανής και κοντόχοντρα στιλιάρια με σημαιάκια 20x20. Πολλοί έχουν κράνη χωρίς να έχουν καν μηχανή.
Το ζήτημα λοιπόν είναι πως αν ο αντιεξουσιαστικός χώρος δρα πολιτικά προβοκατόρικα, αυτό οφείλεις να το αιτιολογήσεις επίσης πολιτικά. Δεν μπορείς να λες ένα «είστε προβοκάτορες» και να το κλείνεις εκεί λες και ζούμε 100 χρόνια πίσω.
Σε ενοχλεί η δράση των αντιεξουσιαστών γιατί θεωρείς πως η αντι-βία δημιουργεί επεισόδια; Τα επεισόδια έρχονται μόνα τους και χωρίς άτομα με στιλιάρια και κράνη. Αρκεί να υπάρχουν ΜΑΤ ανάμεσα στον λαό.
Δεν φταίει ο λαός για την κρατική βία. Είναι ο ορισμός του victim blaming, να κατηγορείς το θύμα επειδή στην περίπτωσή μας αντιστέκεται.
Είναι ασφαλίτες
Το είναι ασφαλίτες έχει και πάλι δύο προεκτάσεις. Την πρώτη προαναφερθείσα κατηγορία που «δικάζει και καταδικάζει» λόγω άγνοιας και φυσικά εφόσον μπορεί να μπει σε διάλογο με ευγένεια, είναι σαφές πως είναι άδολη και την δεύτερη κατηγορία με την προέκταση της γνώσης.
Τι γίνεται όταν αυτός που λέει «είναι ασφαλίτες», γνωρίζει εκ των προτέρων πως πρόκειται για άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου; Εκεί θα έπρεπε να συζητήσουμε για τα κίνητρα.
Το πιο πιθανό κίνητρο είναι πως αυτός που γνωρίζει πως δεν πρόκειται για ασφαλίτες και τους κατηγορεί για αυτό, βλέπει την τεράστια «αιμορραγία» που έχει υποστεί η Αριστερά και κυρίως το πιο προοδευτικό κομμάτι της προς τον αντιεξουσιαστικό χώρο.
Δεν έφυγαν όλοι από τα κινήματα και τον δρόμο μετά τα Μνημόνια και τον ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιοι προσφέρουν από άλλο μετερίζι. Από την Αριστερά έφυγαν.
Η προβοκατορολογία όχι μόνο μπολιάζει φόβο στις καρδιές των ανθρώπων πως «οι μπάτσοι είναι ανάμεσά σας και θα στήσουν επεισόδια», αλλά τους κάνει καχύποπτους με τα ίδια τα άτομα που θα παλέψουν με την αστυνομία σε περίπτωση επίθεσης για να προστατευτεί ή να φύγει ο κόσμος.
Το ζήτημα είναι πως το κάνει για μικροκομματικά οφέλη. Μπας και σταματήσει αυτή την αιμορραγία και επανδρώσει τις δικές της τάξεις. Έστω στο μέλλον. Είναι μια σαφής δαιμονοποίηση του χώρου που πατά στην δαιμονοποίηση που έχει υποστεί διαχρονικά από το ίδιο το κράτος.
Αναρχικός = μπάχαλος = γνωστός – άγνωστος = εχθρός του κινήματος
Κοιτάξτε το εξής παράδοξο που πρέπει να το δεις για να το κατανοήσεις. Η αστυνομία συλλαμβάνει κάτι περισσότερο από συχνά, άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου, τους φορτώνει ένα σκασμό ψευδείς κατηγορίες οι οποίες καταπέφτουν στα δικαστήρια.
Ποιο είναι το κέρδος του κράτους; Αρχικά το κράτος κρατά δαιμονοποιημένο το πιο δυναμικό κομμάτι του πληθυσμού, με αποτέλεσμα κάποιος να σκέφτεται τις κοινωνικές συνέπειες, την οικογενειακή πίεση και τις διώξεις που φέρει η συμμετοχή σε συλλογικότητες.
Μετά κρατά αυτό το κομμάτι του πληθυσμού σε οικονομική δυσπραγία από τις συχνές άδικες δικαστικές διώξεις. Με έναν «δικαστικό φόρο ιδεολογίας». Ταυτόχρονα δαιμονοποιεί τον χώρο αυτόν στον υπόλοιπο λαό λέγοντας «εμείς τους συλλαμβάνουμε και οι δικαστές τους αφήνουν».
Δημιουργώντας έτσι το αφήγημα του «γνωστού – άγνωστου». Το οποίο παρουσιάζεται στα ΜΜΕ και σε όλα τα πολιτικά κόμματα από την αριστερά ως την άκρα δεξιά ως κομμάτι συνεργαζόμενο με ένα «σκιώδες δικαστικό παρακράτος».
Και πάλι καταλήγει ο αντιεξουσιαστής ως «ασφαλίτης» και «προβοκάτορας».
Ο αντιεξουσιαστικός χώρος στην κοινωνία
Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως ο αντιεξουσιαστικός χώρος έχει κάνει άνοιγμα στην κοινωνία τα τελευταία χρόνια. «Εκμεταλλευόμενος» την απογοήτευση και την φυγή του κόσμου της Αριστεράς από τα παραδοσιακά κόμματα και την μη ένταξη σε αυτά, εμπλούτισε ένα χαρακτηριστικό που ήταν πάντα εκεί: αυτό της προσφοράς.
Κάποτε η Αριστερά είχε να επιδείξει στις χειρότερες στιγμές του τόπου κοινωνικά φαρμακεία, κοινωνικά ιατρεία, τράπεζες τροφίμων, τράπεζες χρόνου και αλληλεγγύη στην πράξη. Πλέον αυτές οι κινήσεις πέρασαν στα χέρια του αντιεξουσιαστικού χώρου και με ακόμα περισσότερες ιδέες.
Πέρα από τις έκτακτες κινήσεις σε περιόδους φυσικών καταστροφών, η εθελοντική πυρόσβεση έχει μπει για τα καλά στον χώρο, λειτουργούν ξενώνες, ιατρεία και δομές υγείας. Όλη αυτή η προσφορά έχει αντίκτυπο στον λαό που βλέπει κάποιον δίπλα του έτοιμο να βοηθήσει, χωρίς να θέλει την ψήφο του ή ανταπόδοση.
Δεν είναι χάρη για να υπονοείται ανταπόδοση. Δεν είναι ρουσφέτι για να υπάρξει υποχρέωση. Όλες αυτές οι κινήσεις, δεν περνούν απαρατήρητες από τον λαό (ούτε από το Untold), εντείνουν την μετακίνηση ψηφοφόρων της Αριστεράς προς την δημοκρατική άβυσσο, δηλαδή τις συλλογικότητες και επιστρέφουν ως «Είναι ασφαλίτες».
Δεν είναι ασφαλίτες – Είναι τα παιδιά των Αριστερών
Στους χώρους εργασίας καμιά φορά μπολιάζεται η οπτική που βλέπουμε τα πράγματα. Σε μια συζήτηση λοιπόν με έναν δεξιούλη πριν χρόνια συζητούσαμε για τις ομάδες νέων φασιστών.
Το συμπέρασμα της συζήτησης ήταν – και το υπέγραφε – πως τα παιδιά των δεξιών έχουν καλές πιθανότητες να γίνουν νεοναζί, φασίστες και ακροδεξιοί.
Αντίστοιχα τον διαβεβαίωνα πως τα παιδιά των κεντροαριστερών και των αριστερών έχουν καλές πιθανότητες να γίνουν μέλη συλλογικοτήτων του αντιεξουσιαστικού χώρου.
Ο καθένας από εμάς μιλούσε για τους χώρους που γνώριζε. Αλήθεια. Αν ρωτήσουμε πόσα ΠΑΣΟΚόσπιτα «έκλεισαν» από τον χώρο ή πόσα παιδιά ΣΥΝασπιστών και ΣΥΡΙΖΑίων ανήκουν τώρα σε συλλογικότητες μπορεί να εκπλαγούμε.
Ακόμα και αν δεν εκπλαγούμε για το πόσα παιδιά συστημικών ΠΑΣΟΚων και Νεοδημοκρατών ανήκουν τώρα στην Άκρα Δεξιά και την νεόκοπη ελληνική alt right.
Δεν είναι επιστημονική παρατήρηση, αλλά παραμένει παρατήρηση
Δεν πρόκειται για πλειοψηφικά ποσοστά, αλλιώς δεν θα ήταν η ΝΔ εκεί που είναι και ας έχει υποστεί αιμορραγία 600.000 – 700.000 ψηφοφόρων σε άλλα κόμματα.
Αλλά πρόκειται για τα παιδιά αυτών που είδαν όλη την διαφθορά της ελληνικής πολιτικής σκηνής, είδαν το πάλαι ποτέ πρωτοποριακό ΠΑΣΟΚ να καταντά γιάφκα λαμόγιων και φυτώριο υπουργών της ΝΔ ή την Αριστερά να καταντά ασυνεπής και βολεμένη (στην καλύτερη).
Κάποια άλλα παιδιά, πιο «πατριωτικά» μπολιασμένα, είδαν και βλέπουν την Νέα Δημοκρατία – όπως όλοι μας – να είναι απελπιστικά διεφθαρμένη.
Σε όλες τις περιπτώσεις βάσει των αρχών που πήραν από το σπίτι, κάποια παιδιά επέλεξαν την πιο «αγνή» (τα εισαγωγικά για τα φασιστάκια) εκδοχή αυτών που διδάσκονταν από παιδιά. Κάποιοι έγιναν αλληλέγγυοι και κάποιοι έγιναν φασίστες.
Είναι τα παιδιά σας και τα παιδιά τους που σας σιχάθηκαν και τους σιχάθηκαν.
Τα ανυπόγραφα άρθρα στην Attica Voice φέρουν αυτόματα την υπογραφή της Συντακτικής της ομάδας, τα μέλη της οποίας μπορείτε να αναζητήσετε και να βρείτε στο site. Επειδή η εισαγωγή του άρθρου χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο και ίσως φέρει και μια προσωπική χροιά, θεωρώ πως πρέπει να αναφέρω ότι ο συντάκτης είναι ο Χρήστος Κωστούλας, μέλος της Συντακτικής ομάδας