Στο διάβασμα της είδησης των βανδαλισμών στο Ωδείο Athenaeum , η σκέψη σταματά να λειτουργεί. Σταματά να υπάρχει. Αρνείται να δεχτεί την «πληροφορία». Όσο ευρύχωρη και αν μπορεί να γίνει η ανθρώπινη σκέψη, όσο και αν προσπαθεί διαρκώς να διευρύνει τις βιβλιοθήκες της προκειμένου να τακτοποιήσει κάπου τις πληροφορίες που τη βομβαρδίζουν καθημερινά, τόση κτηνωδία δεν τη χωράει. Και από την πλημμύρα φρίκης που συντελείται στον νου, το λογικό παραλύει, η σκέψη αδειάζει και δεν υπάρχει τίποτα να κάνεις, τίποτα να πεις, τίποτα να γράψεις.
Πέρασαν 5 μέρες από τη στιγμή που κυκλοφόρησε η είδηση των βανδαλισμών σε έναν ιδιαίτερο χώρο τέχνης. Σε έναν χώρο δημιουργίας, αφού η μουσική (κατά βάση) είναι από τις τέχνες που δεν σταματούν να αναπνέουν δίπλα μας. Από τη στιγμή της πρώτης γέννησης ενός μουσικού έργου, αυτό ξαναγεννιέται κάθε φορά, που ένας ακόμα μουσικός, θα το ερμηνεύσει. Και η ανάσα του έργου, η ανάσα της ίδια της τέχνης βγαίνει μέσα από όργανα σαν και αυτά που κατάστρεψαν πριν 4 μέρες, άγνωστοι. Μέσα από χώρους σαν του Ωδείου Athenaeum, που σκοτείνιασαν οι ίδιοι άγνωστοι. Για εξίσου άγνωστους λόγους -ή ενδεχομένως γνωστούς σε κάποιους- , πλην όμως τόσο άρρωστους, που και η ίδια η φρίκη δεν τους αντέχει.
Διαβάζουμε για την καταστροφή του σετ των μεγάλων κρουστών, που δεν μπορούσαν να μεταφέρουν, για να αποσπάσουν τα μεταλλικά στεφάνια των τυμπάνων. Τέλος –λέει το σχετικό ρεπορτάζ- προχώρησαν στον ψεκασμό όλου του εσωτερικού του τριώροφου κτηρίου με σκόνη από τους πυροσβεστήρες. Έψαξαν –σύμφωνα με το ρεπορτάζ της επόμενης μέρας- και άδειασαν όλες τις βιβλιοθήκες, έκλεψαν ή κατέστρεψαν κιθάρες, βιολοντσέλο κοντραμπάσο, άρπα, μεταλλόφωνα και ξυλόφωνα, 3 σετ ντραμς, πίνακες, γλυπτά και φωτιστικά, τηλεφωνικό κέντρο και υπολογιστές, σωληνώσεις ύδρευσης, θέρμανσης και καλωδιώσεις ΔΕΗ. Ποια είναι αυτή η αρρώστια που ωθεί κάποιον να βγάλει τη μανία του πάνω σε μουσικά όργανα; Ακόμα και αν μπορεί να δικαιολογήσει κάποιος την αναγραφή συνθημάτων σε τοίχους, την εισβολή και κατάληψη άδειων κτιρίων, την κατάληψη ακόμα και κυβερνητικών κτιρίων, σε πολλές περιπτώσεις, ως πολιτική δράση, αντίδραση ή ακόμα και κοινωνική ανάγκη, η καταστροφή ενός ωδείου είναι εντελώς ακατανόητη. Αυτό, προκειμένου να μην προλάβουν οι διάφοροι «επαγγελματίες ανατόμοι της κοινωνίας» να στιγματίσουν την κοινωνική αντίδραση απέναντι σε αυτούς που εξαθλιώνουν κοινωνίες, ταυτίζοντας την με την απάνθρωπη και φρικαλέα καταστροφή ενός χώρου καλλιέργειας και προαγωγής του πολιτισμού.
Αυτοί που εισέβαλαν στο ωδείο Athenaeum δεν έκλεψαν και δεν κατάστρεψαν μόνο την ύλη των οργάνων και των κτιρίων. Έκλεψαν πολύ περισσότερα, όμως άυλα και γι’ αυτό δεν μπορεί να γίνει ευρύτερα κατανοητό το ύψος της καταστροφής ή το βάθος της πυορροούσας πληγής, που άνοιξαν ακόμα πιο πολύ. Την πληγή αυτή, οι περισσότεροι την αισθάνονται (χωρίς όμως να την καταλαβαίνουν) στη διάχυτη πια και γι’ αυτό οικεία, βία της καθημερινότητας.
Η βία είναι πια ανεξέλεγκτη. Ανερμήνευτη. Μέσα σε μία κοινωνία που η επικαιρότητα της είναι πλούσια σε βία και θάνατο. Συχνά δίχως λογική ερμηνεία αν όχι εντελώς αναιτιολόγητη, η καταστροφή ενός Ωδείου είναι πλήρως ενταγμένη σε ένα σύστημα και είναι το μέσο ανίχνευσης της κοινωνικής και πολιτικής εντροπίας. Εντάσσεται στην συνολική βία που περιέχεται στον εκφοβισμό των σχολικών προαυλίων, των δρόμων και των πλατειών. Στην κορυφωμένη βία του φόνου του μοναχικού ηλικιωμένου, για την απόσπαση ελάχιστου χρηματικού ποσού. Την κτηνώδη βία των οργανωμένων οπαδών και των ραντεβού θανάτου που δίνουν μεταξύ τους.
Στη βία της υποβάθμισης κάθε ανθρώπινης ανάγκης για πολιτισμό και τέχνη. Στη βία της εξαθλίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης, από τα παιδικά και εφηβικά χρόνια. Στη βία της υποταγής της ζωής στις κραυγαλέες εκκλήσεις του στομάχου για τροφή. Στη βία του lifestyle που προσδιορίζει την ύπαρξη μέσα στην κατανάλωση και την εικόνα. Στον καταναγκασμό και τον βιασμό, σεξουαλικό ή μη, που υφίσταται ο κάθε αδύναμος από τον κάθε ισχυρό. Στη βία που υπόσχεται η εντατική αστυνομοκρατία των καιρών μας. Στη βία της επιβολής της ισχύος της εξουσίας στον έφηβο και τον νέο. Στη βία των διακρίσεων, του βιασμού και της εκμετάλλευσης.
Η αστυνομοκρατία που είναι βία και συνάμα μήτρα νέας βίας, βρίσκει έρεισμα και δικαιολογία στην καθημερινή βία που διατρέχει καθημερινά, όλον τον κοινωνικό ιστό. Και τώρα πια με την μεγέθυνση των ταξικών διακρίσεων, δεν πρόκειται να ξεριζωθεί. Τα κάποτε εισοδηματικά όρια, μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, έγιναν βάραθρα. Πολιτισμικές και κοινωνικές χαράδρες, δίχως γέφυρες. Η νέα ταξική κοινωνία έχει ήδη γεννήσει τους εκτελεστές της.
Αν κάποτε λέγαμε πως το πρόβλημα με τη ζωή, είναι το ότι δεν έχει μουσική υπόκρουση, τώρα πια λέμε πως το πρόβλημα έγινε μεγαλύτερο.
Ο κρότος της βίας που μας πνίγει, είναι η ηχητική υπόκρουση της ζωής μας.