Δε φοβήθηκε ο Παύλος .. πάλεψε σαν παλικάρι και χτυπήθηκε άνανδρα από τα χέρια ενός μαχαιροβγάλτη. Αν μπορούσαμε, όλοι μας, να νικήσουμε το φόβο όπως το έκανε ο Παύλος, δε θα υπήρχαν φασίστες γύρω μας, δε θα υπήρχαν εκμεταλλευτές, δε θα υπήρχαν δούλοι
Μεσάνυχτα της 17ης προς 18ης Σεπτέμβρη … Ο Παύλος Φύσσας πέφτει νεκρός μαχαιρωμένος από το χρυσαυγίτη Γ.Ρουπακιά, μετά από οργανωμένη επίθεση εναντίον του Φύσσα και της παρέας του από τάγμα εφόδου του πυρήνα Νίκαιας της Χρυσής Αυγής. Η δολοφονία αυτή ξεγυμνώνει τη ναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής αποκαλύπτοντας πλέον και στον πιο ανυποψίαστο την εγκληματική της φύση. Αμέσως ξεσηκώνεται ένα τεράστιο κύμα αντιδράσεων εναντίον της ναζιστικής συμμορίας και αναγκάζει ακόμη και την κυβέρνηση Σαμαρά να πάρει μέτρα εναντίον της, βλέποντας πως οι ναζί δεν της αφήνουν άλλα περιθώρια ανοχής.
Ο Παύλος Φύσσας πλέον αποτελεί ένα παγκόσμιο σύμβολο του αντιφασιστικού αγώνα. Τιμώντας τη μνήμη του, θα θυμίσουμε τα γεγονότα εκείνης της ημέρας. Θα θυμίσουμε, επίσης, την προκλητική ολιγωρία της αστυνομίας, αλλά και την απαράδεκτη στάση των κυρίαρχων ΜΜ"Ε " εκείνες τις κρίσιμες ημέρες
Το χρονικό της δολοφονίας
Ο Παύλος Σειρλής, φίλος του Παύλου Φύσσα, έζησε τα γεγονότα από κοντά και τα κατέθεσε στη δίκη της Χρυσής Αυγής : «Μέσα στην καφετέρια αναγνώρισα τους Άγγο και Τσαλική. Έξω από την καφετέρια αναγνώρισα το Μιχάλαρο, μου έκανε μάλιστα εντύπωση και το τατουάζ του. Στο αυτοκίνητο του Ρουπακιά, έχω αναγνωρίσει τις κατηγορούμενες Μπαξεβανάκη και Σκαρπέλη, κάθονταν στο πίσω κάθισμα. Την ώρα της επίθεσης αναγνώρισα τον Αναδιώτη. Είναι άτομα που δεν μπορούν να σου φύγουν από το μυαλό»
Ο Παύλος Σειρλής είχε βρεθεί εκείνο το βράδυ με τον Παύλο Φύσσα για να δουν εναν ποδοσφαιρικό αγώνα.
«Όταν ολοκληρώθηκε ο αγώνας βγήκαμε από την καφετέρια . Ήμασταν 10 άτομα. Βλέπουμε μπροστά στα αυτοκίνητα μας τέσσερα άτομα, το ένα έφερε ένα ρόπαλο στα χέρια του. Ήταν μαυροφορεμένοι κάποιοι φορούσαν παντελόνια παραλλαγής. Διέκρινα ένα ρόπαλο ή καδρόνι ...
« ... Εμφανίστηκε ένας μικρόσωμος κύριος και μας είπε ότι είναι αστυνομικός και μας ζήτησε να απομακρυνθούμε για να μην γίνει φασαρία. Του είπαμε ότι θέλουμε να πάρουμε τα αυτοκίνητα μας και δεν θέλαμε φασαρία. Είχε οικειότητα μαζί τους, πήγε σε εκείνους και μετά ήρθε σε εμάς».
Ξαφνικά, αναφέρει ο Σειρλής , εμφανίστηκαν «30-40 άτομα, μαυροφορεμένα, κρατούσαν κράνη στα χέρια, ρόπαλα και άρχισαν να μας κυνηγάνε». «Ελάτε ρε κότες, ελάτε να σας σφάξουμε», φώναζαν από την Κεφαλληνίας, προσθέτοντας πως ο ίδιος δέχτηκε ένα χτύπημα με κράνος.
«Είχαμε μείνει μαζί με τον Παύλο συνολικά επτά άτομα. Τις κοπέλες τις είχαμε διώξει δευτερόλεπτα πριν την επίθεση. Πάνω στην επίθεση αρχίσαμε όλοι να τρέχουμε. Κατάφεραν να απομονώσουν τον Παύλο, μετά εμένα αλλά κατάφερα να ξεφύγω. Είδα ένα όχημα να μπαίνει αριστερά στην Λαμπράκη. Τρέχοντας καταφέραμε να κρυφτούμε σε μια πιλοτή. Ο Παύλος έχει μείνει μόνος και σε κοντινή απόσταση ο Μελαχρινόπουλος. Οι υπόλοιποι κυνηγημένοι έχουμε φύγει στα στενά και μας κυνηγούν με μηχανές. Είδα ότι άνοιξε η πόρτα από το αυτοκίνητο αλλά δεν βλέπω ποιος βγαίνει»
Η Ελευθερία Τσομπατζόγλου, μία από τις δύο δικηγόρους της οικογένειας του Παύλου Φύσσα, καταθέτει: «Ο Παύλος και η παρέα του, εκείνο το βράδυ βρίσκονταν στην καφετέρια Κοράλλι, προκειμένου να παρακολουθήσουν ένα ποδοσφαιρικό αγώνα. Στην ίδια καφετέρια βρίσκονται και τρία μέλη της Χρυσής Αυγής [ο Άγγος, ο Τσαλίκης και ο Μιχάλαρος]… Εν συνεχεία, μέσα στο κατάστημα, χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε, οι φίλοι του Παύλου παρατήρησαν μια κινητικότητα στα δυο εναπομείναντα μέλη της Χρυσής Αυγής [τον Άγγο και τον Τσαλίκη], Είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν τα κινητά τους τηλέφωνα σε ένα ρυθμό που ήταν παράλογος, με δεδομένο ότι υποτίθεται πως έβλεπαν τον ποδοσφαιρικό αγώνα. Αυτό αποδεικνύεται από την άρση απορρήτου των τηλεφώνων τους που έγινε αργότερα. Τελικά, αυτή η άρση απορρήτου απέδειξε πως τα τηλέφωνα αυτά γίνονταν προς μέλη της Χρυσής Αυγής που βρίσκονταν σε άλλα σημεία της περιοχής, προκειμένου να συγκροτηθεί το τάγμα εφόδου και εν συνεχεία να επιτεθεί στον Παύλο Φύσσα»
Σύμφωνα με τη δικηγόρο της οικογένειας Φύσσα, στις 23:19, ο Άγγος τηλεφώνησε στον ιεραρχικά ανώτερο του, Καζατζόγλου και τον ενημέρωσε για την παρουσία του Παύλου και της παρέας του στο Κοράλλι. Ο Καζατζόγλου, στις 23:21, τηλεφώνησε στον Πατέλη, τον πυρηνάρχη της Νίκαιας. Ο Πατέλης, με τη σειρά του, στις 23:26, ενημέρωσε τον δικό του ανώτερο, τον περιφερειάρχη και βουλευτή της Χρυσής Αυγής, Γιάννη Λαγό. Μετά την επικοινωνία Πατέλη-Λαγού, ο Πατέλης απέστειλε αυτοματοποιημένο μήνυμα από τα γραφεία της Χρυσής Αυγής με περιεχόμενο «Όλοι όσοι είστε κοντά, τώρα στη Νίκαια... δεν θα περιμένουμε μακρινούς. Τώρα». Τα αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα μεταξύ των μελών της Χρυσής Αυγής αρχίζουν ξαφνικά να αραιώνουν περίπου στις 23:50. Πλέον έχει συγκροτηθεί το τάγμα εφόδου, έχουν συναντηθεί όλοι στην τοπική της Νίκαιας και κατευθύνονται προς το Κοράλλι. Οι επικοινωνίες συνεχίζουν, αλλά υπάρχει ένα κενό τηλεφωνικών επικοινωνιών από τις 11:58, μέχρι τις 12:05. Ουσιαστικά είναι αυτά τα έξι-λεπτά λεπτά κατά τα οποία πραγματοποιήθηκε η επίθεση. Ο χρόνος της δολοφονίας προσδιορίστηκε στο 12:03 και 12:04. Το κενό στα τηλεφωνήματα αποδεικνύει όχι μόνο ότι το τάγμα εφόδου είχε συγκροτηθεί αλλά και ότι εκείνη τη στιγμή εκτελούσε αυτό το οποίο είχε πάει εκεί να κάνει, δηλαδή την επίθεση.
Ένας από τους κατηγορούμενους χρυσαυγίτες, ο Θ.Τσορβάς, περιγράφει πώς οργανώθηκε το κομβόι που ξεκίνησε από τα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια και κατευθύνθηκε προς τον τόπο δολοφονίας του Παύλου Φύσσα
«Βρήκαμε τα γραφεία κλειστά, αλλά λίγο πιο κάτω είδαμε το αυτοκίνητο του Ρουπακιά και το ακολουθήσαμε. Μπροστά από το αυτοκίνητο του Ρουπακιά ήταν άλλα τρία αυτοκίνητα και πιο μπροστά 4-5 μηχανές δικάβαλες, πήγαιναν όλες μαζί. Επειδή τους είδα να φοράνε μαύρα, κατάλαβα ότι είναι από τα γραφεία»
Από ανάρτηση του Σταύρου Θεοδωράκη στο fb διαβάζουμε τη μαρτυρία ενός άλλου αυτόπτη μάρτυρα:
«Περίπου 11:40, άκουσα φασαρία (…) ο Παύλος βρίσκεται στην απέναντι πλευρά του δρόμου, στη στάση του λεωφορείου και παλεύει με τρία άτομα (…) ο ένας τον έχει πιάσει από αριστερά, ο άλλος από δεξιά κι ο τρίτος προσπαθεί να τον χτυπήσει στο κεφάλι με γροθιά, αντιστέκεται ο Παύλος (…) φτάνει το αυτοκίνητο, του δολοφόνου - όπως αποδείχτηκε αργότερα - κινείτο αντίθετα, στ' αντίθετο ρεύμα (…) ένα ασημί ήτανε, ένα ασημί Αλμέρα (…) βγαίνει ένας με γκρίζα μαλλιά, εύσωμος (…) ορμάει κατευθείαν στον Παύλο (…) ακούω κάποιον να λέει πάει τον φάγανε, τον μαχαιρώσανε (…) ο δράστης γυρνάει και φεύγει (…) κάνει μία κίνηση έτσι όπως πετάμε τη γόπα ενός τσιγάρου (…) αλλά πέταξε το στιλέτο του (…)»
Και ο Σ.Θεοδωράκης καταλήγει: « … Τα γράφω ξανά γι' αυτούς, που στη δίκη, αλλά και σε ραδιόφωνα - και αυτό είναι το σημαντικό - σε σάιτ και άλλα ΜΜΕ συνεχίζουν να παρουσιάζουν την δολοφονία του Φύσσα ως αποτέλεσμα ενός καυγά. Μιας συμπλοκής και λίγο ή πολύ ενός ατυχήματος. Δεν ήταν. Ήταν δολοφονία
… Έχει δίκιο λοιπόν η Μάγδα που συνεχίζει και φωνάζει: «Βλέπεις στα πρόσωπά τους ότι δεν υπάρχει ίχνος μετάνοιας. Αυτό είναι που σε τρελαίνει». Και δεν εννοεί μόνο τον δολοφόνο και τα πρωτοπαλλήκαρα της εγκληματικής συμμορίας. Εννοεί και όλους αυτούς που με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο τόσα χρόνια τους προστατεύουν»
Η στάση της αστυνομίας
Από την πρώτη στιγμή είχε αρχίσει να αποκαλύπτεται η προκλητική αδράνεια της αστυνομίας κατά τη διάρκεια της επίθεσης του τάγματος εφόδου της Χρυσής Αυγής εναντίον της παρέας του Παύλου Φύσσα. Μόλις την επόμενη μέρα, αυτόπτης μάρτυρας, ο οποίος είχε καταθέσει προηγουμένως στην αστυνομία, δήλωνε στο Mega, ότι η ομάδα ΔΙΑΣ ήταν στο σημείο της δολοφονίας πριν καν αρχίσουν τα επεισόδια, κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τα όσα επισήμως δήλωνε η αστυνομία.
Ο μάρτυρας είπε πως, παρουσία της αστυνομίας, ένας φίλος του Παύλου Φύσσα «έφαγε πολύ ξύλο» αλλά κατάφερε να διαφύγει, ενώ ο Παύλος Φύσσας έλεγε στους άλλους από την παρέα να φύγουν. Όταν έγινε η επίθεση εναντίον του, «είχε μείνει μόνος του». Τα 30 άτομα με τις μαύρες μπλούζες «λειτουργούσαν σαν να μην υπήρχε καθόλου αστυνομία εκεί»
Αδράνεια της αστυνομίας αποκαλύπτουν, όμως, και οι απομαγνητοφωνήσεις των διαλόγων μεταξύ αστυνομικών της ομάδας ΔΙΑΣ που έσπευσαν στο σημείο και του επιχειρησιακού κέντρου της ΕΛ.ΑΣ. λίγο πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Από την ομάδα ΔΙΑΣ ακούγεται πως «Είκοσι άτομα της Χρυσής Αυγής μας ενημερώνουν ότι είχανε μία διαμάχη με άτομα του γνωστού χώρου (σ.σ. δηλαδή αντιεξουσιαστές). Είμαστε πλησίον. Προσπαθούμε να κατευνάσουμε τα πνεύματα. Πάντως να γνωρίζετε, απ’ ότι διακρίνουμε, υπάρχουν και κάτι σιδερομπουνιές με όπλα…»
Παρόλα αυτά, το κέντρο της ΕΛ.ΑΣ. τους δίνει εντολή «να μείνουν σε απόσταση προκειμένου να δίνουν εικόνα στο κέντρο της ΕΛ.ΑΣ»
Αλγεινή εντύπωση προκαλεί, επίσης, το γεγονός ότι παρόλο σε τέσσερις φάσεις του περιστατικού οι αστυνομικοί που βρίσκονταν επί τόπου ζητούν ενισχύσεις από τη Νίκαια και το Πέραμα, ο εκφωνητής δεν ανταποκρίνεται. Αντίθετα, ακούγεται λίγη ώρα μετά, να ρωτά αν στο επεισόδιο συμμετέχουν αλλοδαποί.
Την απαράδεκτη αδράνεια των αστυνομικών επιβεβαιώνει και οπτικό υλικό από κάμερα. Στο βίντεο φαίνεται ότι καταφθάνουν δυο ομάδες ΔΙ.ΑΣ. [Κερατσινίου και Περάματος]. πέντε λεπτά πριν από τη δολοφονία. Η επίθεση των χρυσαυγιτών ξεκινά μπροστά στα μάτια των αστυνομικών. Όπως αναφέρουν αυτόπτες μάρτυρες, κύματα επιθέσεων εκδηλώνονται από εναλλασσόμενους χρυσαυγίτες εναντίον του Παύλου και των δύο φίλων του που είχαν μείνει πίσω. Μέχρι να έρθει ο Ρουπακιάς και να μαχαιρώσει τον Παύλο, αυτές οι επιθέσεις κρατάνε περίπου ενάμιση λεπτό, όπως φαίνεται και από το βίντεο.
Όπως αναφέρει η Χρύσα Παπαδοπούλου, η έτερη δικηγόρος της οικογένειας Φύσσα: «Οι αστυνομικοί ήρθαν στο δικαστήριο και είπαν ότι έτρεξαν κατευθείαν πίσω από τους χρυσαυγίτες, ότι τους κυνήγησαν. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Τουλάχιστον οι έξι από τους οκτώ της ομάδας ΔΙ.ΑΣ έμειναν σε όλη τη διάρκεια της επίθεσης σε ρόλο θεατή, στη γωνία Κεφαλληνίας και Τσαλδάρη. Δυο ήταν οι αστυνομικοί όπως είδαμε και στο βίντεο που έτρεξαν πίσω από τους χρυσαυγίτες, ο ένας ήταν o Δεληγιάννης που ακούγεται και στα ηχητικά του ΕΚΑΒ, ο οποίος δέχτηκε και μια επίθεση από τους Χρυσαυγίτες όταν βρισκόταν στο σημείο. Μετά τα δύο-τρία κύματα επιθέσεων έφτασε ο Ρουπακιάς. Οι φοιτήτριες κατέθεσαν ότι όταν έφτασε ο Ρουπακιάς οι τρεις-τέσσερις χρυσαυγίτες που είχαν περικυκλώσει τον Παύλο Φύσσα, άνοιξαν, έκαναν χώρο και δημιούργησαν ένα άνοιγμα στον κλοιό. Βγήκε ο Ρουπακιάς και μαχαίρωσε τον Παύλο χωρίς να έχει δημιουργηθεί πάλη. Η ιατροδικαστική έκθεση του Ρουπακιά είναι πεντακάθαρη»
Αμέσως μετά το μαχαίρωμα και αφού ο Ρουπακιάς βρίσκεται στο αμάξι του έτοιμος να φύγει, ένα περιπολικό της Άμεσης Δράσης "κλείνει" το όχημα του Ρουπακιά και εμποδίζει τη διαφυγή του. Οι υπόλοιποι χρυσαυγίτες μετά τη δολοφονία, τρέχουν ανενόχλητοι προς την Κεφαλληνίας όπου έχουν αφήσει τα μηχανάκια τους. Περνούν μπροστά από το σημείο όπου βρίσκονται οι υπόλοιποι 6 Αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. οι οποίοι, ενώ έχουν εντολή «ό,τι άτομο δείτε να τρέχει το δεσμεύετε» και ενώ έχουν δει όλη την επίθεση, δεν προχωρούν σε καμία σύλληψη ή προσαγωγή.
Η Χρύσα Παπαδοπούλου τονίζει χαρακτηριστικά πως «Αναδεικνύεται από το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου, πέρα από τις ευθύνες της Αστυνομίας, και η ανοχή που είχε επιδείξει μέχρι εκείνη τη στιγμή η Αστυνομία και μερίδα της Δικαιοσύνης απέναντι στη δράση των χρυσαυγιτών και απέναντι στις ρατσιστικές επιθέσεις που υπήρχαν όλα τα προηγούμενα χρόνια. Αυτή η ανοχή ενίσχυσε το αίσθημα ελευθερίας των Χρυσαυγιτών. Δηλαδή τελούσαν συστηματικά βίαιες ενέργειες υπό καθεστώς ανοχής που, εν τέλει, κατέληγε σε ένα καθεστώς θεσμικής ασυλίας. Γι’ αυτό και αισθάνθηκαν άνετα οι χρυσαυγίτες να ξεκινήσουν την επίθεση μπροστά στους αστυνομικούς». Είναι χαρακτηριστικό πως ο Ρουπακιάς, στον οποίο μόλις είχαν περάσει χειροπέδες οι αστυνομικοί, τους είπε «Ναι, εγώ τον μαχαίρωσα αλλά είμαι δικός σας, μην το πείτε σε κανέναν. Είμαι δικός σας, της Χρυσής Αυγής».
Η στάση των ΜΜΕ
Το πρωΐ της 18ης Σεπτεμβρίου, επτά ολόκληρες ώρες μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ο κόσμος μάθαινε από την «Πρωϊνή Γραμμή» του ΣΚΑΪ πως τον Παύλο Φύσσα «τον σκότωσαν για το ποδόσφαιρο». Ο «πρώτος» ειδησεογραφικός σταθμός ης χώρας, αυτό είχε προλάβει να διασταυρώσει.
Ήταν προφανές ότι ήταν εκτός συμφερόντων των συντελεστών του ΣΚΑΙ η ανάδειξη της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα ως μία πολιτική δολοφονία που διέπραξε ένα κόμμα που εκείνη την εποχή, ακόμη και δημοσιογραφικά στελέχη του καναλιού, όπως ο σημερινός βουλευτής της ΝΔ, Μπάμπης Παπαδημητρίου, το προόριζαν ως έναν αναγκαίο σύμμαχο για την παραπαίουσα εκείνη την εποχή κυβέρνηση Σαμαρά
Λίγες ώρες αργότερα, ο Ηλίας Κασιδιάρης βγαίνει ζωντανά στην εκπομπή του Άρη Πορτοσάλτε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ. Εκεί, ο δημοσιογράφος φαίνεται να προσπαθεί να νουθετήσει τον Κασιδιάρη με πατρική στοργή και ειλικρινές ενδιαφέρον για τη φήμη της ναζιστικής συμμορίας.
«Και εσείς πρέπει να βρείτε έναν τρόπο να μη σας πιάνουν στο στόμα τους» του λέει δημοσίως
Οι προσπάθειες του ΣΚΑΙ να υποβαθμιστούν τα πολιτικά κίνητρα της δολοφονίας, συνεχίζονται στο βραδινό δελτίο ειδήσεων του καναλιού με το Νίκο Ευαγγελάτο. Εκεί, ένας υποτιθέμενος συνάδελφος του Ρουπακιά, με γυρισμένη την πλάτη στην κάμερα "αποκαλύπτει" ότι ο Ρουπακιάς ήταν αριστερός και ο μόνος λόγος που μπήκε στη Χρυσή Αυγή ήταν τα λεφτά. Κατά τη διάρκεια της αφήγησης του "συναδέλφου" του Ρουπακιά, ακούγεται ο Πορτοσάλτε να σχολιάζει : «Αριστερό παιδί δηλαδή ήταν ο δράστης»
Προκλητική και υβριστική ταυτόχρονα είναι η τοποθέτηση του Μπογδάνου σχετικά με τη μάνα του Παύλου Φύσσα και τις αντιδράσεις της στη δίκη της Χρυσής Αυγής. Σε δελτίο «ειδήσεων» στο ΣΚΑΙ μέμφεται τη μάνα του νεκρού και συμπονεί το δολοφόνο Ρουπακιά λέγοντας πως η Μάγδα Φύσσα είναι «λυτή» και την αφήνουν να πετάει μπουκάλια στον Ρουπακιά , ο οποίος «εντελώς ανθρώπινα πρέπει να είναι ψυχολογικά ράκος»!
Αυτοί είναι οι άνθρωποι που έχουν αναλάβει την ενημέρωσή μας και οι κόποι τους αποδεικνύεται πως δεν πηγαίνουν χαμένοι. Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου και ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος είναι πλέον βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας. Ο Πορτοσάλτε μπορεί να περιμένει λίγο
Σιγά μην κλάψει ... σιγά μην φοβηθεί
Ο Παύλος δε φοβήθηκε ... Πάλεψε σαν παληκάρι νικώντας το φόβο. Μακάρι να μπορούσαμε όλοι μας να νικήσουμε το φόβο όπως το έκανε αυτός. Δε θα υπήρχαν τότε φασίστες γύρω μας, δε θα υπήρχαν εκμεταλλευτές, δε θα υπήρχαν δούλοι. Κλείνουμε με τα δικά του λόγια
Μου είπαν να μην κάνω όνειρα τρελά,
να μην τολμήσω να κοιτάξω τα αστέρια,
μα εγώ ποτέ μου δεν τους πήρα σοβαρά,
πήρα τον κόσμο ολόκληρο στα δυο μου χέρια.
Θέλουνε τώρα να μου φτιάξουν μια φωλιά,
που εκεί πάνω της το φόβο, την ασχήμια
κι ένα κλάμα γοερό και μια αλυσίδα βαριά,
κουβαλάει την κατάρα των θεών και τη βλασφήμια.
Δε θα δακρύσω μια και δε θα φοβηθώ.
Δε θα αφήσω να μου κλέψουν τα όνειρα μου,
ελεύθερα, ψηλά, πολύ ψηλά πετώ
κι όλοι ζηλεύουν τα περήφανα κι αδέσμευτα φτερά μου.
Και περιμένω κι άλλα αδέρφια για να `ρθουν
σ’ αυτήν την κορυφή που όλους περιμένει,
αρκεί να μη δακρύσουν και να μη φοβηθούν
σ’ αυτήν την έξυπνη απάτη, την καλοστημένη