Πάπια: (Επιστ. ονομ.: Νήσσα, Anas), είναι η κοινή ονομασία που έχουν πτηνά της οικογένειας των Νησσιδών (Anatidae), που ανήκουν στην τάξη των Χηνόμορφων και δεν πετάνε. Αποτελούν υδρόβια κυρίως πτηνά, μικρότερα ως επί το πλείστον σε σύγκριση με τα συγγενικά τους πουλιά, τους κύκνους και τις χήνες. Είναι ζώο παμφάγο και ενίοτε αδηφάγο, ειδικά όταν βρίσκεται πλησίον της τροφής (της «μάσας» όπως αποκαλεί το slang.gr την τροφή του είδους.
Η πάπια παπάζει, όπως ο βάτραχος κοάζει αλλά το αμνοερίφιο βελάζει, ενώ το μοσχαράκι μουγκανίζει. Όταν όμως κάποιος κάνει την πάπια, ούτε παπάζει ούτε κάνει τίποτα που να παραπέμπει σε ηχομιμητικό τρόπο επικοινωνίας, αλλά απλά λουφάζει. Στη λούφα παραπέμπει και ένα από τα ενδεχόμενα έτυμα του ιδιωματισμού «κάνω την πάπια»:
Κάνω την πάπια: «Η πάπια παραμένει ακίνητη όση ώρα ο σκύλος στέκεται από πάνω της και προσποιείται τη νεκρή». (βλ. κάνω τον ψόφιο κοριό)
Επειδή το να κάνει κανείς την πάπια, έχει τη δυσκολία του, κυρίως στο να πείσει τους άλλους για την … παπιοσύνη του, εναλλακτικά μπορεί να κάνει τον Κινέζο ή τον Αλέκο (δες και slang.gr)
Για κάποιους ανθρώπους, το να «κάνουν την πάπια» είναι τρόπος ζωής. Ποτέ δεν παραδέχονται πως κάνουν τον Αλέκο ή τον Κινέζο, αλλά πάντα διαλαλούν την «υπευθυνότητα», τονίζοντας την «αναρμοδιότητα» τους σε μία θλιβερή αντίστιξη. Την υπευθυνότητα τους που είναι η πρώτη που εξαερώνεται, όταν κάποιος αναζητήσει τον υπεύθυνο για το θέμα για το οποίο ο «Αλέκος» μας δήλωνε πριν, πως αναλαμβάνει με ….υπευθυνότητα. Τα παραδείγματα άφθονα. Κοντινά και μακρινά, τοπικά και εθνικά.
Πρόσφατα ο Αλέκος της γειτονιάς μας άρχισε από νωρίς να φωνάζει και να διαλαλεί την «Αλεκοσύνη» του, την «παπιοσύνη» του ή την «Κινεζοσύνη» του. Καλοκαίρι έρχεται και είναι δύσκολη εποχή. Ειδικά για τους «υπεύθυνους» αλλά «αναρμόδιους». Προτίμησε -σαν υπεύθυνο παπί- να δηλώσει Αλέκος από νωρίς.
«Άμα γίνει η στραβή, άντε να σε πιστέψουν μετά. Τι να πεις; Πως σου έκατσε στη βάρδια σου; Απαπαπαπά» σκέφτηκε, παπάζοντας ανατριχιαστικά.
«Των φρονίμων τα παπιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν» λέει μία παπίστικη παροιμία και ο Αλέκος μας είπε να την εφαρμόσει. Έτσι από νωρίς νωρίς και πριν πιάσει η ζόρικη για «υπεύθυνους» εποχή, έγραψε «Αλέκος» στο μέτωπο του, απόκτησε Κινέζικη υπηκοότητα και άρχισε να παπάζει το τραγούδι του θείου Νώντα «Πλησιάζοντας επέτειος, με πιάνει πονοκέφαλος / Ποιος τάχα να `ναι υπαίτιος, ποιος άραγε υπεύθυνος»
«Πάντως όχι εγώ!» μονολογούσε παπίζοντας και τσαλαβουτώντας στον βούρκο, που του άρεσε μάλιστα πολύ, του Αλέκου μας. Μία σκέψη, σαν συννεφάκι που σκέπασε τον λαμπρό ήλιο του σχεδίου του, πέρασε από το παπίσιο μυαλό του.
«Και αν αναρωτηθούν, πως γίνεται να μην είμαι εγώ υπεύθυνος, όταν με ξέρουνε εδώ και 10 χρόνια πως ψαρεύω στην περιοχή και την έχω βαφτίσει και πολλές φορές μάλιστα, “επικράτεια” μου;»
Ησύχασε όταν σκέφτηκε, πως κανείς δεν αναρωτιέται και –όπως έχει κάνει πολλές φορές στο παρελθόν- θα τους βγάλει όλους τρελούς. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τη μνήμη, αλλά κυρίως την εντιμότητα ενός Αλέκου; Ενός παπιού που τον έλεγαν Αλέκο, ειδικά όταν έχει διακηρύξει την ανευθυνότητα του, κηρύσσοντας την αναρμοδιότητα του, από νωρίς;
ΥΓ: Από Slang.gr: κάνω την πάπια
Στη βυζαντινή εποχή, αυτός που κρατούσε τα κλειδιά του παλατιού -ο κλειδοκράτορας δηλαδή- ονομαζόταν παπίας. Είχε το δικαίωμα να παρακάθεται στο ίδιο τραπέζι με τον αυτοκράτορα και να διασκεδάζει στα συμπόσιά του.
Όταν αυτοκράτορας ήταν ο Βασίλειος Β', παπίας του παλατιού έγινε ο Ιωάννης Χανδρινός, άνθρωπος με σκληρά αισθήματα, ύπουλος και ψεύτης. Από τη στιγμή που ανέλαβε καθήκοντα, άρχισε να διαβάλει τους πάντες ακόμη και τον αδελφό του Συμεώνα. Έτσι, κατάντησε να γίνει το φόβητρο όλων.
Όταν κάνεις του παραπονιόταν πως τον αδίκησε, ο Χανδρινός προσποιούνταν τον έκπληκτο και τα μάτια του βούρκωναν υποκριτικά. «Είσαι ο καλύτερος μου φίλος» του έλεγε. «Πώς μπορούσα να πω εναντίον σου;». Η διπροσωπία του αυτή έμεινε κλασική.
Γι' αυτό, από τότε, όταν κάνεις πιανόταν να λέει ψέματα ή να προσποιείται τον ανήξερο, οι φίλοι του του έλεγαν ειρωνικά : «Ποιείς τον παπίαν». Φράση που έμεινε ως τα χρόνια μας με μια μικρή παραλλαγή.
Συμπέρασμα: ΠΠ = Πολιτική Προστασία, Ποιεί Παπίαν
ΥΓ2 (Μετά την -ό μη γένοιτο- στραβή):
Ψόφιος κοριός (κάνω τον) και κάνω τον Κινέζο ή τον Αλέκο, ποιώ την πάπια (ή νήσσα), ή ακόμη «το παίζω τρελίτσα».
Συνήθως συντάσσεται με το ρ. «κάνω» ή «παριστάνω», και σημαίνει προσποιούμαι τον ανήξερο/αδιάφορο,