Για μια ακόμη φορά, για όσους εμπλέκονται με το μικρόκοσμο των Πανελληνίων Εξετάσεων, η Φυσική αποτέλεσε το σημείο τριβής. Όσοι βέβαια δεν έχουν γνώση του αντικειμένου και σταθούν στις ανακοινώσεις των επίσημων φορέων, θα αποχωρήσουν με την εντύπωση πως όλα κύλισαν ομαλά, πως τα θέματα ήταν απαιτητικά μεν, όμως σε κάποιον που είχε προετοιμαστεί επαρκώς δεν θα δημιουργούσαν πρόβλημα. Το πρόβλημα συνεπώς μετατίθεται στα παιδιά που δεν είχαν προετοιμαστεί σωστά. Κάποιοι μάλιστα, όπως η Ένωση Ελλήνων Φυσικών διατύπωσε και την εκτίμηση πως τα θέματα ήταν πιο εύκολα από τα περσινά. Είναι όμως έτσι; Και αν ακόμη είναι έτσι, εκεί εντοπίζεται το θέμα για την Ένωση;
Ας δούμε όμως δύο από τις ανακοινώσεις–σχολιασμούς των θεμάτων Φυσικής που κυριάρχησαν στον ηλεκτρονικό τύπο από την πρώτη κιόλας ημέρα. Η μία είναι αυτή της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών (οι υπογραμμίσεις δικές μας) :
«Τα θέματα είναι στο πνεύμα του σχολικού βιβλίου, διατυπωμένα με σαφήνεια, επιστημονικά ορθά και σύμφωνα με το πλαίσιο και τις οδηγίες διδασκαλίας από όπου πρέπει να καθορίζεται η δομή και το περιεχόμενό τους. Είναι κλιμακούμενης και αυξημένης δυσκολίας για καλά προετοιμασμένους μαθητές. Καλύπτεται το μεγαλύτερο μέρος της ύλης, ωστόσο τα θέματα είναι εστιασμένα στον ηλεκτρομαγνητισμό, ενώ σχεδόν απουσιάζει το στερεό σώμα.
Τα θέματα συνολικά είναι ευκολότερα από πέρσι. Είναι πολλά και απαιτούν αρκετό χρόνο, ωστόσο μπορούν να αντιμετωπιστούν στις τρεις ώρες από καλά προετοιμασμένους μαθητές.
Τα θέματα Α και Β είναι εύκολα, διατυπωμένα με σαφήνεια.
Το θέμα Γ είναι αυξημένης δυσκολίας ωστόσο υπάρχει παρόμοιο πρόβλημα στο σχολικό βιβλίο.
Το θέμα Δ είναι συνδυαστικό, ενώ όλα τα ερωτήματα έχουν διδαχθεί μέσω κλασικών ασκήσεων.
Ευχόμαστε καλά αποτελέσματα σε όλους τους υποψήφιους
Η Επιτροπή Παιδείας της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών»
Υπερθεματίζοντας, η ΟΕΦΕ (Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδας) αναφέρει
«Τα θέματα είναι ορθώς επιστημονικά διατυπωμένα.
Είναι μικρότερης έκτασης σε σχέση με τα περσινά θέματα, με λιγότερες μαθηματικές πράξεις.
Τα θέματα ανταποκρίνονται στο επίπεδο και στις απαιτήσεις του διαγωνισμού Φυσικής Πανελληνίων εξετάσεων, είναι στο πνεύμα του σχολικού βιβλίου και καλύπτουν μεγάλη έκταση ύλης»
Οι απόψεις αυτές, εκπεφρασμένες από επίσημους φορείς, επισκίασαν και αποθάρρυναν τις πρώτες ημέρες κάθε αντίθετη φωνή. Σιγά-σιγά όμως, οι φωνές αυτές άρχισαν να ακούγονται. Μία από τις φωνές που έκανε ιδιαίτερη αίσθηση – και σε γενικές γραμμές συμφωνούμε με αυτήν - ήταν η ανακοίνωση του Συλλόγου Φυσικών Κρήτης (οι υπογραμμίσεις πάλι δικές μας)
«Τα σημερινά θέματα Φυσικής χαρακτηρίζονται ως θέματα που κινούνται δυστυχώς στην παγιωμένη λογική να δίνουμε για την Φυσική μια στρεβλή εικόνα στους μαθητές.
Μας προκαλεί εντύπωση ότι ο Ηλεκτρομαγνητισμός κυριαρχεί σε όλα τα θέματα του διαγωνίσματος, ενώ η ύλη αποτελείται και από άλλα 5 κεφάλαια. Κρίνεται προφανώς ως θετικό ότι δόθηκε τυπολόγιο για πρώτη φορά.
Το Θέμα Α εξετάζει επαρκώς την θεωρία, τα ερωτήματα είναι διατυπωμένα με σαφήνεια και χωρίς παγίδες.
Το Θέμα Β έχει την σωστή διαβάθμιση, εξετάζει στο Β.1 το κεφάλαιο των κυμάτων, στο Β.2 την κβαντομηχανική με μια άσκηση στο Φωτοηλεκτρικό Φαινόμενο και το Β.3 είναι μια βασική εφαρμογή της κίνησης φορτίου σε Ηλεκτρικό και Μαγνητικό πεδίο (φασματογράφος μάζας). Συνολικά το Β Θέμα δεν θα δυσκολέψει τους προετοιμασμένους μαθητές.
Το θέμα Γ θεωρούμε ότι ήταν μια ατυχής επιλογή από την επιτροπή θεμάτων. Είναι ένας συνδυασμός της κίνησης ράβδου σε ομογενές μαγνητικό πεδίο με το φαινόμενο της αυτεπαγωγής σε πηνίο. Απευθύνεται σε μαθητές που έχουν κατανοήσει σε μεγάλο βάθος τον Ηλεκτρομαγνητισμό και θεωρούμε ότι δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός τυπικού Θέματος Γ. Η εφαρμογή του 2ου κανόνα του Kirchhoff με την εμφάνιση 2 πηγών σε ένα κύκλωμα θα μπορούσε να αποφευχθεί, καθώς είναι γνωστό ότι ο κανόνας αυτός διδάσκεται και «δεν διδάσκεται» τα τελευταία χρόνια στην Β Λυκείου στο μάθημα της Γενικής Παιδείας. Επίσης οι οδηγίες διδασκαλίας φέτος για τον παραπάνω προφανή λόγο θέτουν εκτός ύλης ασκήσεις με κίνηση ράβδου, παρουσία επιπλέον πηγής στο κύκλωμα (πέρα από της πηγής εξ επαγωγής). Εκτιμούμε ότι η επίδοση των μαθητών σε αυτό το Θέμα θα είναι απογοητευτική.
Το θέμα Δ είναι για ακόμα μια φορά μια πειραματική «κατασκευή» μέτρησης μαγνητικού πεδίου που απέχει από την πραγματικότητα της πειραματικής διαδικασίας. Στην προσπάθεια της επιτροπής να χωρέσει σε ένα θέμα το κεφάλαιο της ισορροπίας στερεού, τον μαγνητισμό, τις κρούσεις και τις ταλαντώσεις, δημιούργησε ένα θέμα που δίνει μια στρεβλή αντίληψη για την Φυσική, ως την επιστήμη που με απλό τρόπο περιγράφει τον κόσμο γύρω μας.
Ευχόμαστε το καλύτερο σε όλους τους υποψηφίους
Σύλλογος Φυσικών Κρήτης»
Τελικά ποιος έχει δίκιο; Το Γ’ Θέμα ήταν όντως εκτός ύλης, όπως αναφέρει η ανακοίνωση των Φυσικών Κρήτης; Θα έλεγα ότι είναι θέμα ερμηνείας. Είναι κάτι σαν το «ίξεις αφίξεις ουκ εν τω πολέμω θνήξεις» της Πυθίας όπου ανάλογα με το πού θα μπει το κόμμα, αλλάζει και το νόημα του χρησμού. Τυπικά είναι εντός ύλης, αλλά οι οδηγίες διδασκαλίας από το Υπουργείο σε διάφορα σημεία αντικρούουν η μία την άλλη. Αυτό ήταν αναμενόμενο να συμβεί καθώς η εξεταστέα ύλη είναι αποτέλεσμα μιας άτσαλης κοπτοραπτικής, η οποία έχει ως αποτέλεσμα διάφορα θέματα να βρίσκονται μέσα σε μια γκρίζα ζώνη, που πολλοί καθηγητές την αποφεύγουν. Το θέμα Γ’ λοιπόν κινείται σε αυτή την γκρίζα και ελάχιστα αναμενόμενη ζώνη και αυτός είναι και ο λόγος που δεν έπρεπε να μπει. Ιδιαίτερα με τον τρόπο διάρθρωσης των θεμάτων στη Φυσική, όπου μπαίνουν λίγα θέματα με μεγάλη βαρύτητα το καθένα.
Σχετικά με το Δ΄ Θέμα, τώρα, έχει καταντήσει αηδιαστικά προβλέψιμο ότι θα πρόκειται για μια επιλογή-υπερπαραγωγή που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα και που ο μοναδικός στόχος του φαίνεται πως είναι να εντυπωσιάσει, θεωρώντας ότι παρουσιάζει κάτι “πρωτότυπο”. Το αποτέλεσμα είναι να σοκάρει ακόμη και καλούς μαθητές, προσθέτοντάς τους μια ψυχολογική πίεση που λειτουργεί σε βάρος της σωστής αξιολόγησης
Αν βέβαια οι Φυσικοί είχαν καταφέρει αυτό που έχουν καταφέρει οι Χημικοί, σήμερα δε θα είχαμε αυτή τη συζήτηση. Οι Χημικοί έχουν καταφέρει να «δέσουν» όλη την ύλη που μαθαίνουν τα παιδιά στην Α’ και στη Β’ Λυκείου σε ένα ενιαίο σύνολο και με αυτό έχουν βάλει τις βάσεις για τη Γ’ Λυκείου. Η ύλη έχει μεγαλώσει πολύ, όμως αυτό τελικά δίνει τη δυνατότητα στους θεματοδότες να βάλουν πολλά θέματα από ένα ευρύ φάσμα. Τα θέματα της Χημείας είναι πολλά, μικρά και ανεξάρτητα μεταξύ τους και καταφέρνουν να ελέγχουν τους μαθητές σε ένα μεγάλο μέρος της ύλης. Το μεγάλο πλήθος των θεμάτων αποτελεί επίσης και μια δικλείδα ασφαλείας, καθώς μια πιθανή αστοχία στην επιλογή ενός θέματος δεν πρόκειται να βαρύνει πολύ στον τελικό βαθμό. Τέλος, αρκετά από αυτά τα θέματα αναδεικνύουν τη σύνδεση της Χημείας με τη ζωή του ανθρώπου, κάτι που στην επιλογή των θεμάτων στη Φυσική δε συμβαίνει.
Ας επιστρέψουμε όμως στη Φυσική μιλώντας γενικότερα και όχι μόνο για τη σημερινή χρονιά
Ας αναφερθούμε αρχικά στο εξαιρετικά υψηλό επίπεδο δυσκολίας των θεμάτων, κάτι που έχει παγιωθεί εδώ και αρκετά χρόνια. Τα μεγάλα φροντιστήρια επαναλαμβάνουν μονότονα κάθε χρόνο πως «Τα θέματα ήταν βατά» και «για καλά προετοιμασμένους μαθητές». Κάποια μικρή παρατήρηση έχουν να κάνουν σε κάποια εκφώνηση κάποιου θέματος και αυτό ήταν όλο. Που σημαίνει πως όσοι δεν έγραψαν καλά, δεν ήταν καλά προετοιμασμένοι. Που σημαίνει πάλι πως αυτοί την έκαναν τη δουλειά τους, οπότε η ευθύνη πέφτει μόνο στους μαθητές. Μεγάλη ευθύνη φέρουν και τα Μέσα Ενημέρωσης που τους δίνουν το λόγο, διασπείροντας άγχος και ενοχές στους μαθητές. Σιγή ιχθύος, δε, από τους καθηγητές των Δημοσίων σχολείων οι περισσότεροι εκ των οποίων καλούνται να διορθώσουν γραπτά πάνω σε μια ύλη που οι ίδιοι μέσα στο σχολείο την έχουν διδάξει επιφανειακά και στο ελάχιστο δυνατό. Αναγνωρίζουμε τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να το κάνουν, δεν παύει όμως να αποτελεί και αυτό μία πραγματικότητα που πρέπει να την αναφέρουμε
Δεύτερον, τα θέματα δεν έχουν – όσο και να υποστηρίζεται πως έχουν - κλιμακούμενη δυσκολία, τουλάχιστον αυτήν που θα επέτρεπε σε έναν μέτριο αλλά όχι κακό μαθητή να φύγει από την εξεταστική αίθουσα χωρίς να ταπεινωθεί. Είναι σίγουρο πως θα υπάρξουν μαθητές που θα γράψουν άριστα ακόμη και σε αυτές τις πολύ δύσκολες εξετάσεις. Οι περισσότεροι μαθητές, όμως, είναι σίγουρο πως θα βγουν ταπεινωμένοι. Τα στοιχεία το δείχνουν καθαρά. Περίπου οι μισοί εξεταζόμενοι μαθητές γράφουν κάτω από τη βάση
Τρίτον, τα σχολικά εγχειρίδια είναι προ πολλού ξεπερασμένα – γραμμένα εδώ και 25 χρόνια (!) - και δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να προετοιμάσουν τους μαθητές για τη δυσκολία αυτών των πολύ απαιτητικών εξετάσεων.
ΥΓ1. Το συγκεκριμένο άρθρο στοχεύει μόνο στον τρόπο επιλογής των θεμάτων στις Πανελλήνιες εξετάσεις στη Φυσική και δεν καταπιάνεται με τον διεκπεραιωτικό και αναχρονιστικό τρόπο διδασκαλίας της επιστήμης αυτής σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες. Χωρίς εργαστήρια και χωρίς ενεργό συμμετοχή των μαθητών, δεν διδάσκονται οι Φυσικές Επιστήμες. Τα Θρησκευτικά ίσως
ΥΓ2. Μία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα είναι πραγματική μεταρρύθμιση, αν την δούμε να ξεκινάει από κάτω, από τις μικρές τάξεις, και να ανεβαίνει σιγά σιγά προς τις μεγαλύτερες
ΥΓ3. Μία κοινωνία που θα παρείχε πραγματική Παιδεία στους μαθητές της όπως και επαγγελματικές διεξόδους για όλους, δεν θα έκανε μείζον θέμα τις Πανελλήνιες εξετάσεις. Ούτε θα υπήρχε ανάγκη για φροντιστήρια και ο υπογράφων – που εργάζεται σε φροντιστήρια – θα είχε βρει μια άλλη δουλειά να κάνει. Το πιο πιθανό είναι πως θα εργαζόταν σε ένα Δημόσιο σχολείο στο οποίο η πολιτεία θα είχε επενδύσει πραγματικά και γενναιόδωρα ώστε να το καταστήσει κύτταρο προσφοράς πραγματικής Παιδείας στους μελλοντικούς πολίτες της χώρας. Αλλά …
Χρήστος Κωστούλας,
Καθηγητής Φυσικής σε φροντιστήρια Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης