«Ο τόπος πίσω από τα βουνά». Αυτό σημαίνει η λέξη «Ζαγόρι» στα σλαβικά. Εικάζεται πως το αρχικό του όνομα στην αρχαιότητα ήταν «Παρωραία» - δίπλα ή πίσω από τα βουνά - και οι Σλάβοι που εγκαταστάθηκαν στην περιοχή τον 6ο αιώνα το μετέφρασαν σε Ζαγόρι
Το Ζαγόρι βρίσκεται στην καρδιά της Ηπείρου και αποτελείται από 46 χωριά, τα επονομαζόμενα Ζαγοροχώρια, κτισμένα σε υψόμετρο 600 – 1.400 μ. και απλωμένα σε μια έκταση περίπου 1,000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, σε σχήμα ανεστραμμένου ισόπλευρου τριγώνου, με τη νότια κορυφή του τριγώνου να αγγίζει τα Γιάννενα και τον ποταμό Αώο να αποτελεί τη βόρεια πλευρά του

Τα χωριά του Ζαγορίου είναι μικρά, οργανωμένα γύρω από την κεντρική πλατεία που την κοσμεί συνήθως ένας αιωνόβιος πλάτανος, και επικοινωνούν μεταξύ τους με πέτρινα μονοπάτια, γεφύρια και σκάλες

Ο εντυπωσιακός πλάτανος, ηλικίας 700 ετών, στην πλατεία της Βίτσας
Στο Ζαγόρι αναδεικνύεται με μοναδικό τρόπο η πλήρης εναρμόνιση του ανθρώπου με τη φύση. Οι καταπράσινες βουνοπλαγιές, τα ποτάμια, οι εντυπωσιακοί βραχώδεις σχηματισμοί και τα απόκρημνα φαράγγια εναρμονίζονται πλήρως με τις ανθρώπινες δημιουργίες, τα πέτρινα τοξωτά γεφύρια, τα πετρόκτιστα σπίτια, τις στέγες από πλάκες, τα λιθόστρωτα καλντερίμια και τις πέτρινες κρήνες
Αυτή η μοναδική συνύπαρξη φυσικής ομορφιάς και ανθρώπινης δημιουργίας, που συνιστά μια μοναδική πολιτιστική κληρονομιά, ενέταξε, το 2003, το Ζαγόρι στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO ως πολιτιστικό τοπίο, αποτελώντας τη 19η εγγραφή ελληνικού μνημείου στη σχετική λίστα και την πρώτη για την Ελλάδα σε αυτήν την κατηγορία.
Και όσο και αν το Ζαγόρι έχει αναδειχθεί πλέον, σε έναν περιζήτητο τουριστικό τόπο, οι ανθρώπινες δημιουργίες κινούνται με απόλυτο σεβασμό σε αυτή την πολιτιστική κληρονομιά, αναδεικνύοντάς την και διατηρώντας την.
Κοινό όλων των ανθρώπινων κατασκευών στο Ζαγόρι, είναι η πέτρα, το υλικό που προμήθευε η φύση άφθονο και δωρεάν στους κατοίκους της περιοχής. Ακόμη και οι στέγες των σπιτιών είναι φτιαγμένες από σχιστολιθικές πλάκες. Λένε πως οι μεγάλοι πλακώδεις σχηματισμοί, όπως είναι το φημισμένο πέτρινο δάσος κοντά στο Μονοδένδρι, ήταν που ενέπνευσαν τους τεχνίτες.

Χαρακτηριστικοί πλακώδεις σχηματισμοί, στο δρόμο που ενώνει τη Βίτσα με το Μονοδένδρι
Τα πέτρινα γεφύρια
Ένα από τα πιο σημαντικά ανθρώπινα δημιουργήματα που μπορεί κανείς να θαυμάσει στο Ζαγόρι , είναι τα εντυπωσιακά πέτρινα γεφύρια. Η κατασκευή τους ξεκινά τον 17ο αιώνα, την εποχή που αρχίζει η οικονομική και πολιτιστική άνθηση της περιοχής, η οποία κορυφώθηκε κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Αιτία της άνθησης ήταν το ιδιαίτερο καθεστώς αυτονομίας που είχε το Ζαγόρι από τους Οθωμανούς και οι στενές εμπορικές και οικονομικές σχέσεις που ανέπτυξε με χώρες της βόρειας Βαλκανικής, όπως η Σερβία και η Βλαχία
Η κατασκευή των γεφυριών συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ενώ πολλά από αυτά ανακατασκευάστηκαν μετά από καταστροφές. Τα περισσότερα χτίστηκαν με δωρεές πλούσιων εμπόρων της περιοχής και πήραν από αυτούς το όνομά τους. Είναι μονότοξα, δίτοξα ή και τρίτοξα, συνολικά φτάνουν περίπου τα 60 σε όλο το Ζαγόρι, διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση και πρόκειται για πραγματικά αρχιτεκτονικά κοσμήματα
Το χτίσιμο του τόξου άρχιζε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές που έπρεπε να γεφυρωθούν και όταν πλέον έφταναν στην κορυφή του τόξου, η κατασκευή «κλείδωνε» με την τοποθέτηση της τελευταίας κεντρικής πέτρας , που λεγόταν «κλειδί»
Επικεφαλής της ομάδας ήταν ο πρωτομάστορας ή κάλφας, ακολουθούσαν σε ιεραρχία οι μαστόροικαι μερτα τα τσιράκια, που έφτιαχναν τη λάσπη και έσπαζαν και κουβαλούσαν τις πέτρες
Τέσσερα από αυτά τα γεφύρια βρίσκονται πολύ κοντά στο χωριό Κήποι και είναι το γεφύρι του Νούτσου ή Κόκορη, το γεφύρι του Πλακίδα ή Καλογερικό, το Γεφύρι του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη και το γεφύρι του Μύλου
το γεφύρι του Νούτσου ή Κόκορη
Βρίσκεται πάνω στο δρόμο που ενώνει το Δίλοφο με τους Κήπους, λίγο μετά τη διασταύρωση για το Κουκούλι. Έχει άνοιγμα τόξου περίπου 23,5 μέτρα και το ύψος του φτάνει περίπου τα 13 μέτρα. Γεφυρώνει το Μικρό Βίκο, στην έξοδό του προς το φαράγγι του Βίκου
Ως χορηγοί παρουσιάζονται ο Νούτσος Κοντοδήμος από το Βραδέτο (1750) και ο Νούτσος Καραμεσίνης από το Καπέσοβο (1768). Το γεφύρι επισκευάστηκε το 1910 με την οικονομική ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων, του τουρκικού δημοσίου αλλά και ενός μυλωνά από το Κουκούλι που είχε την επιχείρηση του εκεί, του Γρηγόρη Κόκκορου, και από τότε φέρει το όνομά του

το γεφύρι του Πλακίδα ή Καλογερικό
Βρίσκεται λίγο μετά το γεφύρι του Νούτσου, προς τους Κήπους. Είναι ένα τρίτοξο γεφύρι που πρωτοκατασκευάστηκε το 1814. Αρχικά ήταν ξύλινο, όμως μετά από χορηγία του ηγούμενου Σεραφείμ της Μονής του Προφήτη Ηλία της Βίτσας στην οποία ανήκε ο διπλανός μύλος, μετατράπηκε σε πέτρινο και ονομάστηκε “Καλογερικό”
Αργότερα, πήρε και το όνομα “Πλακίδα”, από τον Αλέξη Πλακίδα που το επισκεύασε το 1863. Είναι ένα από τα λιγοστά τρίτοξα γεφύρια του Ζαγορίου και δίνει την εντύπωση κάμπιας που βρίσκεται σε κίνηση

το γεφύρι του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη
Θα το βρούμε ακόμη πιο πέρα, στο αριστερό μας χέρι όπως κινούμαστε για τους Κήπους, στη χαράδρα του Μικρού Βίκου και ενώνει τους Κήπους με το Κουκούλι.
Το μονότοξο γεφύρι του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη χτίστηκε το 1753 από τον Τόλη Κοντοδήμο ή από τον αδελφό του Νούστο Κοντοδήμο το 1764, αλλά είναι γνωστό και ως Γεφύρι Λαζαρίδη από τον Κώστα Λαζαρίδη που καταγόταν από το Κουκούλι και ο οποίος ήταν ο τελευταίος μυλωνάς που δούλευε στο μύλο, που λειτουργούσε μέχρι το 1950 στη δεξιά όχθη του ποταμού

το γεφύρι του Μύλου
Αφού πλέον περάσουμε τους Κήπους, συναντούμε το γεφύρι του Μύλου, που γεφυρώνει το λεγόμενο Μπαγιώτικο ποτάμι. Το γεφύρι πήρε το όνομά του από τον μύλο που υπάρχει εκεί κοντά και που μπορούμε να δούμε τα απομεινάρια του
Έχει τρία τόξα, δύο ισομεγέθη και ένα μικρότερο, βοηθητικό, και χτίστηκε περίπου το 1750


Το χωριό Κήποι, όπως φαίνεται από το γεφύρι του Μύλου
Ένα άλλο ενδιαφέρον γεφύρι, βορειοδυτικά των ανωτέρω γεφυριών, είναι το γεφύρι του Μίσιου
ε) το γεφύρι του Μίσιου
Βρίσκεται μέσα στο φαράγγι του Βίκου, στο παλιό καλντερίμι της Σκάλας της Βίτσας που ενώνει τη Βίτσα και το Κουκούλι. Είναι δίτοξο γεφύρι με κύρια και βοηθητική καμάρα που χτίστηκε από τον Αλέξη Μίσιο το 1748.


Ακόμη πιο βορειοδυτικά, στα σύνορα των Δήμου Ζαγορίου και Κόνιτσας, είναι το γεφύρι της Κλειδωνιάς
το γεφύρι της Κλειδωνιάς
Εκεί που τελειώνει η χαράδρα του Βίκου, στο χωριό Κλειδωνιά, θα βρούμε το ομώνυμο μονότοξο γεφύρι που χτίστηκε το 1853 και περνάει πάνω από το Βοϊδομάτη
Ο Βοϊδομάτης έχει μήκος 15 χιλιομέτρων, είναι παραπόταμος του Αώου και οι κύριες πηγές του βρίσκονται κάτω από το χωριό Βίκος. Κατά τη διαδρομή του δέχεται νερά από άλλα ρέματα που σχηματίζονται στις πλαγιές της Τύμφης ή προέρχονται από το φαράγγι του Βίκου και τέλος συμβάλλει στον Αώο κοντά στην Κόνιτσα.
Το όνομα του Βοϊδομάτη προέρχεται από τις σλαβικές λέξεις voda (= νερό) και mati (= πηγή). Θεωρείται ένα από τα καθαρότερα ποτάμια της Ευρώπης

Οι Σκάλες
Στο Ζαγόρι, όταν λένε «Σκάλες» εννοούν τα περίτεχνα λιθόστρωτα μονοπάτια που δημιούργησαν οι πετρομάστορες του Ζαγοριού και τα οποία αποτελούσαν για αιώνες τον μοναδικό τρόπο επικοινωνίας μεταξύ των χωριών. Και αποτελούν σήμερα, μαζί με τα γεφύρια και τις κρήνες τα αυθεντικότερα δείγματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής παράδοσης του Ζαγορίου.
Λέγονται έτσι, γιατί λόγω των στρώσεων με πλάκες και της υψομετρικής διακύμανσης, σε πολλά σημεία μοιάζουν με σκάλες.
η σκάλα του Βραδέτου
Η πιο διάσημη «Σκάλα» του Ζαγορίου είναι η περίφημη Σκάλα του Βραδέτου, που είναι μια κυριολεκτική σκάλα η οποία αποτελείται από 1100 περίπου σκαλοπάτια που αναπτύσσονται, μέσω 39 στροφών, σε συνολικό μήκος περίπου 1,5 χιλιομέτρου και καλύπτουν μία υψομετρική διαφορά 250 μέτρων, ενώνοντας το χωριό Βραδέτο με το γειτονικό Καπέσοβο


Η παράδοση λέει ότι χρειάστηκαν 20 ολόκληρα χρόνια για την κατασκευή της, η οποία τοποθετείται κάπου στον 18ο αιώνα.
Μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1970 μάλιστα, η Σκάλα του Βραδέτου ήταν η μοναδική είσοδος και έξοδος στο χωριό, ώσπου το 1974, κατασκευάστηκε ο νέος ασφάλτινος δρόμος που παρακάμπτει το φαράγγι και αμέσως η περίφημη Σκάλα ξεχάστηκε για τις καθημερινές ανάγκες.
Παραμένει όμως ένα ζωντανό μνημείο και χαρακτηριστικό δείγμα της τοπικής λαϊκής αρχιτεκτονικής και σημαντική μαρτυρία του τρόπου επιβίωσης και επικοινωνίας των κατοίκων της περιοχής της εποχής εκείνης.
Και βέβαια, παραμένει ένα εντυπωσιακό ορεινό μονοπάτι και πραγματική πρόκληση για κάθε πεζοπόρο, ο οποίος στη μία ώρα περίπου που χρειάζεται για την κατάβαση, θα απολαμβάνει μία μαγευτική θέα προς το φαράγγι της Μεζαριάς
Η σκάλα της Βίτσας
Η σκάλα της Βίτσας είναι το πλακόστρωτο μονοπάτι που ενώνει το Κουκούλι με την Βίτσα. Η σκάλα αυτή κατεβαίνει και ανεβαίνει την κοιλάδα του Ξηροπόταμου (Βίκου), διασχίζοντας το ποτάμι σε ένα σημείο εκπληκτικής ομορφιάς, όπου και έχει κατασκευαστεί το πέτρινο Γεφύρι του Μίσιου


Θέα από τη Σκάλα της Βίτσας. Κάτω, διακρίνεται αμυδρά το γεφύρι του Μίσιου
Το φαράγγι του Βίκου
Το φημισμένο φαράγγι του Βίκου έχει μήκος 20 χλμ. και είναι το πιο βαθύ –σε αναλογία με το άνοιγμά του– στον κόσμο. Το διασχίζει ο Βοϊδομάτης και αποτελεί σημαντικό βιότοπο για σπάνια φυτά, ζώα και πουλιά, όπως ο γύπας ασπροπάρης και ο χρυσαετός. Η θέα στο φαράγγι είναι μαγική από τη θέση Αγία Παρασκευή, έξω από το χωριό Μονοδένδρι, όπως επίσης από την Μπελόη, έξω από το χωριό Βραδέτο.
