Ακόμα μία φορά ζούμε την τραυματική εμπειρία των συνεπειών των δασικών πυρκαγιών στη χώρα μας. Είναι πολλές δεκαετίες που κάθε καλοκαίρι έχουμε τη μονότονη επανάληψη των ίδιων και των ίδιων αφορισμών. Από τους «οικοπεδοφάγους» της δεκαετίας του 1960 και του 1970, ακόμα και μετά την ψήφιση του Συντάγματος του 1975 όπου υπήρχε πρόνοια (το τροποποιημένο σήμερα άρθρο 24) για την προστασία των δασών, στις «ανεμογεννήτριες» και τις «επενδύσεις». Η διαφορά βέβαια μεταξύ των «οικοπεδοφάγων» και των «επενδύσεων» ήταν πως οι πρώτοι υποβάθμιζαν τον τόπο πριν εισβάλλουν ενώ οι δεύτεροι μετά την εισβολή τους. Αλλά αυτά έχουν καταντήσει γραφικά. Σήμερα η προστασία του περιβάλλοντος υπάρχει ως ψευδεπίγραφο πρόταγμα, το οποίο καλύπτει συχνά μεγάλα περιβαλλοντικά εγκλήματα.
Αυτή η προστασία, προϋπέθετε πολιτική βούληση. Όμως η εθνική στρατηγική άλλα προβλέπει και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες της Πολιτείας είναι προφανώς πλαστές. Έτσι αφαιρέθηκε η ευθύνη για την προστασία της Φύσης από αυτούς που μπορούσαν να την οργανώσουν και να την πετύχουν. Και αφαιρέθηκε είτε ρητώς, με νόμους και ερμηνευτικές εγκυκλίους είτε στην πράξη, μέσα από τη σταδιακή υποβάθμιση (υποχρηματοδότηση, υποστελέχωση και όλα τα υπό-) των διαχειριστικών και εκτελεστικών βραχιόνων του κράτους. Η αντίδραση της κοινωνίας ήταν να αναπτυχθεί ένα κακοφορμισμένο οικολογικό κίνημα, με αγαθότατες προθέσεις και πολλή ορμή, αλλά δίχως πολιτικό πρόταγμα και πλαίσιο, δίχως γνώση και δίχως σοβαρά εργαλεία ανάλυσης και δράσης. Τουλάχιστον μέχρι να εμπεδωθούν οι βασικές αρχές της οικολογικής προστασίας και διαχείρισης, οι οποίες έχουν σαφώς πολιτικό περιεχόμενο.
Μετά την καταστροφή και δεδομένης της υπερανάπτυξης επικοινωνιακών διαύλων, το οικολογικό κίνημα, έστω και κατακερματισμένο λόγω της έλλειψης πολιτικών συγκολλητικών θέσεων, έκανε βροντερή παρουσία. Και πολύ καλώς την έκανε. Μαζί όμως έκανε και κακό. Με θέσεις και χύδην απόψεις, οι οποίες δεν άντεχαν σε λογική και πολύ παραπάνω σε επιστημονική επεξεργασία, έδωσε λαβές στους ενόχους και τους συνενόχους τους στην καταστροφή να μη παύουν να απαξιώνουν το κύμα που σηκώθηκε για να απαιτήσει τα ανθρωπίνως αυτονόητα. Την προστασία των δασών, των βουνών, των θαλασσών, των φυσικών αποθεμάτων και του φυσικού περιβάλλοντος στο σύνολο του. Και μαζί και όλων των κοινωνικών αγαθών.
Το κίνημα έβλεπε ανεμογεννήτριες πίσω από τις πυρκαγιές, παραβλέποντας τις πολιτικές και τις στρατηγικές που οδήγησαν σε εγκατάλειψη της υπαίθρου, διανομή πολύτιμων γαιών σε οικοδομικούς συνεταιρισμούς προνομιούχων, αστικοποίηση, αντιπλημμυρικά έργα που προωθούν την πλημμύρα και δεν την προλαμβάνουν, εξόντωση της «ενοχλητικής» πανίδας και ένα σωρό άλλα εγκλήματα. Εγκλήματα που δεν γεμίζουν τη σκηνή όπως οι δασικές πυρκαγιές του 1.000.000 στρεμμάτων. Πρόληψη και σοβαρός σχεδιασμός δεν υπάρχουν. Οι συνέπειες όλων είναι ολέθριες και η αντιμετώπιση τους ανύπαρκτη. Οι εντυπώσεις και η ένταση τους μόνο αλλάζουν.
Ο Δημήτρης Μπακαλούδης είναι δασολόγος, καθηγητής του τομέα Λιβαδοπονίας και Άγριας Πανίδας - Ιχθυοπονίας Γλυκέων Υδάτων στο ΑΠΘ, με γνωστικό αντικείμενο «Διαχείριση Άγριας Πανίδας» και από τους σοβαρότερους, έμπειρους και πλέον καταρτισμένους δασολόγους. Μετά την μακροσκελή εισαγωγή που παραθέσαμε, αναδημοσιεύουμε μία ανάρτηση του που είχε ως εφαλτήριο τις πρόσφατες δασικές πυρκαγιές του 1.000.000 στρεμάτων .
Ο Δ. Μπακαλούδης εκτός από τις παρατηρήσεις – προτάσεις του, μας δίνει και μία εικόνα που επιβεβαιώνεται από τις μακάβριες στατιστικές όλων των δασικών πυρκαγιών από το 1998 μέχρι σήμερα
Δ. Μπακαλούδης: "τό δέ προνοεῖν καί προλαμβάνειν κρεῖττον ἔστι τοῦ θεραπεῦειν"
Οι δασικές πυρκαγιές, μικρής ή μεγάλης έκτασης και έντασης, ήταν και θα συνεχίσουν να είναι αναπόσπαστο στοιχείο της εξέλιξης των μεσογειακών οικοσυστημάτων. Άλλωστε, τα περισσότερα φυτικά είδη (ξυλώδη και μη) έχουν αναπτύξει μοναδικές προσαρμογές όχι μόνο για να αντεπεξέρχονται στιγμιαία, αλλά και να συνεχίζουν να υπάρχουν μετά από την πυρκαγιά. Ωστόσο, οι νέες συνθήκες που εμφανίζονται στη μεσογειακή λεκάνη, όπως συχνοί και παρατεταμένοι καύσωνες, άνυδροι χειμώνες, βροχερά καλοκαίρια, αυξημένη παρουσία και πίεση από τον άνθρωπο στις παράκτιες περιοχές, αλλά και των προβλημάτων που προκύπτουν στη χώρα μας από τη διαχείριση των δασών και των φυσικών οικοσυστημάτων (αλλαγή τρόπου διαχείρισης, μείωση δασεργατικού δυναμικού, μείωση εκτατικής κτηνοτροφίας, εγκατάλειψη υπαίθρου κλπ) αποτελούν μονόδρομο για εντονότερες καταστροφές, εφόσον τα παθήματα του πρόσφατου παρελθόντος (βλέπε Πελοπόννησος 2007 με 84 νεκρούς, 268.834 ha καμένης έκτασης και 3,5 δις ευρώ ζημιά, Μάτι 2018 με 102 νεκρούς και μόνο 13.000 στρ. καμένης έκτασης, και 2021, Μέγαρα, Εύβοια, Αττική, Πελοπόννησος και το καλοκαίρι δεν τελείωσε ακόμη) δεν μας έδωσαν ορισμένα βασικά διδάγματα. Το σημαντικότερο, ότι το τρίπτυχο Πρόληψη, Καταστολή πυρκαγιών-Αποκατάσταση πληγέντων φυσικών εκτάσεων, πρέπει να είναι υπό την εποπτεία ενός φορέα, της Δασικής Υπηρεσίας (σαφώς στελεχωμένης), που επιστημονικά είναι ο αρμόδιος για την οργάνωση, τον σχεδιασμό και την υλοποίηση τους, όπως συμβαίνει στα ανεπτυγμένα κράτη.
Παραθέτω την άποψή μου ως Δασολόγος, αν και μη ειδικός στις πυρκαγιές, ωστόσο, συμμετείχα στην κατάσβεση αρκετών δασικών και μη πυρκαγιών πριν την μεταφορά της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα.
Πρόληψη: Με την πρόληψη γίνεται αφαίρεση ή διάσπαση ή μείωση της καύσιμης ύλης ώστε να αποτρέπεται η διάδοση της φωτιάς ή να αποφεύγεται η δημιουργία υψηλού θερμικού φορτίου. Η πρόληψη επιτυγχάνεται με τη συντήρηση των δασικών δρόμων, των αντιπυρικών ζωνών και λωρίδων, τη δημιουργία ή και συντήρηση των υδατοδεξαμενών και καλλιέργεια των φυσικών πηγών, την απομάκρυνση βιομάζας από τα κράσπεδα των δρόμων, την υλοτόμηση των δασών και τη διαχείριση των δασικών εκτάσεων, τη μακροχρόνια δημιουργία πράσινων στεγασμένων αντιπυρικών ζωνών με πυρανθεκτικά δασοπονικά είδη, κλπ κλπ. Επίσης, με τη δημιουργία αντιπυρικών ζωνών περιμετρικά των κατοικημένων περιοχών που γειτνιάζουν με δάση, με την απομάκρυνση βιομάζας από τα κράσπεδα του εθνικού οδικού δικτύου, αλλά και από τις αγροτικές εκτάσεις. Επίσης, με την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών για τις υπηρεσίες που παρέχουν τα δάση και τους λόγους προστασίας τους. Τέλος, με συστήματα πρόβλεψης και έγκαιρης προειδοποίησης για έναρξη και εξάπλωση των δασικών πυρκαγιών. Όταν αυτά έχουν παραμεληθεί από την ίδια την πολιτεία και υποχρηματοδοτούνται είναι αναμενόμενο η μετάδοση της πυρκαγιάς να είναι ταχύτατη, ιδιαίτερα εάν υπάρχουν και ευνοϊκές καιρικές συνθήκες (πχ δυνατοί άνεμοι), και να δημιουργούνται καταστάσεις δύσκολα ελεγχόμενες τόσο από το έδαφος όσο και από τον αέρα.
Καταστολή: ο έγκαιρος εντοπισμός και η άμεση αναγγελία έναρξης πυρκαγιάς αποτελεί τον κρισιμότερο παράγοντα για την άμεση επέμβαση από το έδαφος και την κατάσβεση της πυρκαγιάς. Αυτό απαιτεί την ύπαρξη ενός πυκνού δικτύου πυροφυλακείων, καθώς και σε περιόδους υψηλού κινδύνου την παρακολούθηση από γης και αέρος όλων των δασικών εκτάσεων.
Στα πρώτα λεπτά έναρξης της πυρκαγιάς απαιτείται ελάχιστη προσπάθεια και όγκος νερού για την κατάσβεση της. Αυτό το γνώριζε πολύ καλά η Δασική Υπηρεσία, γι' αυτό και οι περισσότερες πυρκαγιές πριν το 1998 έκαιγαν μικρή σχετικά έκταση, συγκριτικά με την περίοδο μετά την μεταφορά της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα.
Οι πυρκαγιές στην πλειονότητα τους έσβηναν ταχύτατα με επίγεια μέσα, λόγω της άμεσης κινητοποίησης των δασεργατών, οι οποίοι πάντα εξαρτώνταν οικονομικά και διοικητικά από τη Δασική Υπηρεσία, αλλά και των δασικών υπαλλήλων/δασοπυροσβεστών που γνώριζαν το ανάγλυφο, τους δρόμους και τα μονοπάτια της περιοχής. Μόνο σε απρόσιτα σημεία χρησιμοποιούνταν εναέρια μέσα κατάσβεσης.
Το Πυροσβεστικό Σώμα όπως και οι δήμοι, βοηθούσαν στη μεταφορά νερού και προστάτευαν τα κράσπεδα των κατοικημένων περιοχών για την αποφυγή εισόδου πυρκαγιάς στον αστικό ιστό. Η καθυστερημένη προσέγγιση στην εστία της πυρκαγιάς σε κάθε περίπτωση οδηγεί στα αποτελέσματα που παρατηρούμε σήμερα, δηλαδή τεράστια μέτωπα πυρκαγιάς, ανάπτυξη ιδιαίτερων συνθηκών καύσης, με τη φωτιά να σβήνει όταν φτάσει σε περιοχή χωρίς καύσιμη ύλη (δηλ. σε θάλασσα ή σε ήδη καμένη έκταση εάν αλλάξουν οι συνθήκες φοράς ανέμων).
Σημείωση (Δ. Μπακαλούδη): έχω βρεθεί σε πυρκαγιά που χρησιμοποιήθηκε αντιπύρ και βοήθησε στην κατάσβεση της πυρκαγιάς. Η απόφαση χρησιμοποίησης αντιπύρ, ωστόσο, ήταν καθαρά προσωπική των τότε Δασολόγων του Δασαρχείου Σουφλίου όπου και έσβησαν την πυρκαγιά.
Αποκατάσταση: κλαδοπλέγματα και αντιπλημμυρικά έργα όπου απαιτούνται (μεγάλες κλίσεις, ύπαρξη σπορέων δέντρων κλπ) για τη συγκράτηση του εδάφους και την ευνόηση της φυσικής αναγέννησης. Τεχνητή αναδάσωση με αυτόχθονα δασικά είδη, μόνο όπου δεν υπάρχουν κατάλληλες συνθήκες που θα δημιουργήσουν φυσικό δάσος. Κλπ κλπ κλπ.....
Η παραπάνω αλυσίδα "Πρόληψη-Καταστολή-Αποκατάσταση" έχει διαρρηχθεί το 1998. Από τότε, ιδιαίτερα η πρόληψη και η αποκατάσταση, έχουν υποβαθμιστεί στο μεγαλύτερο μέρος τους όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της δασικής υπηρεσίας.
Χωρίς να θέλω να υποβαθμίσω το έργο των εμπλεκόμενων υπηρεσιών στο παραπάνω τρίπτυχο, αν και αυτό εξαρτάται από τη βούληση και τους πόρους που διαθέτει η πολιτεία, όλοι μπορούμε να καταλάβουμε ότι εάν η πολιτεία λειτουργούσε προληπτικά αξιοποιώντας την υπάρχουσα επιστημονική γνώση και τις πρακτικές της δασολογικής επιστήμης θα είχαμε διαφορετικά αποτελέσματα, και θεωρώ ότι η καταστολή των πυρκαγιών θα ήταν αποτελεσματικότερη χωρίς απώλειες ανθρώπινων ζωών και του δυσβάσταχτου κοινωνικο-οικονομικού και περιβαλλοντικού κόστους.
Εάν δεν ανασυνταχθεί άμεσα η Δασική Υπηρεσία και εάν δεν αντιμετωπιστεί ολιστικά το τρίπτυχο από αυτήν, είμαστε υποχρεωμένοι να ξαναζήσουμε τις ίδιες καταστροφές, με υψηλότερο κόστος για την οικονομία, το περιβάλλον και τον άνθρωπο.
"Τό δέ προνοεῖν καί προλαμβάνειν κρεῖττον ἔστι τοῦ θεραπεῦειν" των αρχαίων προγόνων μας, είναι τόσο επίκαιρο που ίσως θα έπρεπε να μας αφυπνήσει.
Δημήτρης Μπακαλούδης
Δασολόγος - Καθηγητής ΑΠΘ
Σημείωση της Attica Voice: Η φράση που αποδίδεται στον Ιπποκράτη, ισχύει πολύ περισσότερο για τους ανθρώπους – εισβολείς των θερμομεσογειακών δασών, όπως αυτά που απέμειναν στην Αττική, την Εύβοια, τη Βοιωτία, την Πελοπόννησο και εκείνα της νότιας νησιωτικής Ελλάδας. Περισσότερο δε, στους κατοίκους της Αττικής και ακόμα περισσότερο στους θιασώτες των πογκρόμ εναντίον των πεύκων και των κωνοφόρων γενικά. Δεν είναι τα πεύκα που σαν άλλοι ταλιμπάν ήρθαν να αυταναφλεχθούν στο σπίτι μας. Όπως δεν φταίνε τα ρέματα όταν υπερχειλίζουν. Εμείς είμαστε που εισβάλλαμε σε ένα οικοσύστημα που η φωτιά είναι παράγοντας της εξέλιξης του. Άλλωστε αυτό είναι και η πρώτη φράση στην ανάρτηση του καθηγητή Μπακαλούδη