" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ
Nikos Simos

Nikos Simos

Αυτός ο αιώνιος νεοελληνικός δυϊσμός, που σχεδόν πάντα καταλήγει σε διχασμό, οφείλεται στη σχεδόν πάντα βίαια προσαρμογή μας στις εποχές. Δεν είχαμε παιδική ηλικία ως λαός. Ούτε καν νηπιακή. Η υποχρεωτική σύνδεση μας με μία Ιστορία και ένα παρελθόν, περγαμηνές που πρέπει να διαθέτουν τα «καθωσπρέπει» έθνη (γιατί αυτοπροσδιορίζονται ως έθνη και όχι ως λαοί) δεν οδήγησε πουθενά. Μάλλον οδήγησε και σε αντίστροφη κατεύθυνση. Σε μία οπισθοδρόμηση που οι δάφνες του «αρχαίου κλέους» έγιναν πλαστικά κακέκτυπα στο κεφάλι ενός προτεκτοράτου.

Ο ανόητος καθωσπρεπισμός μας, κατάλοιπο δουλοφροσύνης αιώνων ίσως, δεν μας επέτρεψε να απελευθερώσουμε τον Παπαδιαμάντη από το «ράσο» της Ανατολής, ούτε τον Σολωμό από τη φορεσιά του δυτικού Διαφωτισμού. Τους αφήσαμε εκεί, απομονωμένους, φυλακισμένους χωρίς να τους καταλάβουμε και να τους επιτρέψουμε να γεννήσουν μαζί, έναν αληθινό σύγχρονο πολιτισμό. Προτιμήσαμε τον πλαστό, τεχνητό και γι’ αυτό εξαρτημένο, «νεοελληνικό πολιτισμό» που σήμερα είναι η φιλοσοφία του σκυλάδικου, η συχνά εγκληματικής φύσης ψευτομαγκιά, και ο ψευτοφεμινισμός με ολίγο παραποιημένο μαρξισμό.

Όπως γράψαμε και σε προηγούμενη ανάρτηση, αυτές οι γιορτές είναι γιορτές της θλίψης, της αποτυχίας, της πανδημίας και φυσικά της κοροϊδίας που υφιστάμεθα από την πιο αποτυχημένη  κυβέρνηση μεταπολιτευτικά, που σπαταλά πόρους στους επιτήδειους της προπαγάνδας για να επιβιώσει. Σε αυτές τις γιορτές, περισσότερο από άλλες, αναζητάμε ανακούφιση στην ποίηση, στην πεζογραφία, στο δοκίμιο. Σε έναν τόπο ακριβό, έναν τόπο παραμυθίας  και όχι πλαστικής και ηλεκτροφωτισμένης ανοησίας. Έτσι σήμερα αναδημοσιεύουμε το δοκίμιο του Γερ. Λυκιαρδόπουλου «Νεοελληνικά διλήμματα» που δημοσιεύτηκε στη συλλογή «Η Ρωμιοσύνη στον παράδεισο» (σειρά ΙΔΕΕΣ) το 1983 από τις εκδόσεις ΕΡΑΣΜΟΣ

 

Νεοελληνικά διλήμματα - Του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου

Για τις επισημάνσεις στο κείμενο ευθύνεται ο συντάκτης του παρόντος

 

  • Δεν έχομεν βεβαίως τους nihilistes της Ρωσίας ούτε τους socialistes της εκ  χρηματολογικών ζητημάτων φλεγμονούσης γηραιάς Ευρώπης, διότι δόξα τω Θεώ δεν εγηράσαμεν εισέτι εθνικώς.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΒΛΑΧΟΣ, 1877

 

  • Η έλλειψις παρ’ ημίν τοιούτων αιρέσεων είναι βεβαίως ευτύχημα, η  αυτάρέσκεια όμως επί τούτω ομοιάζει ως ει εκαυχάτο ο ουδέποτε πολεμήσας ότι δεν φέρει πληγήν επί του σώματος.

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ, 1877

 

Η εθνική μας «αυταρέσκεια» για την απουσία των ευρωπαϊκών εκείνων πληγών, που αναφέρει ο Εμμανουήλ Ροΐδης στην περίφημη διαμάχη του με τον Άγγελο Βλάχο, δεν μπόρεσε ούτε να προφυλάξει ούτε να θεραπεύσει το ταλαίπωρο νεοελληνικό σώμα από κάποια άλλα κακοφορμισμένα τραύματά του· κι αυτό εκφράζεται και με την ίδια τη διένεξη των δύο λογίων, που οι ιστορικές της ρίζες βυθίζονται στο ερώτημα του Βυζαντινού λυκόφωτος: Ανατολή ή Δύση; Στο αδιέξοδο μερικών ερωτημάτων η σκέψη αποκρίνεται με το κομμάτιασμα και τον κομματισμό της. Διαφωτισμός και Ορθοδοξία, «Δημοτική» και «Καθαρεύουσα», Βενιζελισμός και Αντιβενιζελισμός κι όλες οι άλλες εκφάνσεις του εθνικού μας δυϊσμού, αποτελούν πραγματικότητες που η διαζευκτική τους παράσταση τις κομματιάζει σε συστήματα αντιθέσεων μέσα στα οποία δεν χωράνε πια παρά όσα μόνο μπορεί ν’ αντέξει το πλαίσιο της ιδεολογίας –«συντηρητικής» ή «προοδευτικής».

Τα όρια ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο περιοχές είναι κινητά και όλα τα στρατόπεδα ένας κοινός τόπος ζυμωμένος στην ίδια λάσπη και στο ίδιο αίμα. Η αθλιότητα της προοδευτικής ιδεολογίας είναι η αθλιότητα της συντηρητικής. Γιατί ο καθημερινός φασισμός της δημοκρατίας, όπως δοξολογείται στις μεγάλες εφημερίδες της, (υποκρισία μιας πολιτικής ελευθερίας που προϋποθέτει πολιτικούς κρατούμενους και φενάκη ενός πολιτικού δικαιώματος που εξέπεσε σε πολιτική υποχρέωση) συμβαδίζει με την πολιτικά ισχύουσα έννοια της «προόδου» που είναι το άδειασμα της σκέψης από τις παλιές κοίτες της στα καινούρια της καλούπια. Τα καλούπια αυτά παράγονται προοδευτικά,, καθημερινά, μαζικά, συγχωνεύοντας θέσεις και αντιθέσεις μέσα στη μεγάλη αποσύνθεση.

Αυτή η προϊούσα απώλεια βάθους στη νεοελληνική σκέψη καθρεφτίζεται εκτός των άλλων και στην κρατούσα χυδαιότητα της δημοσιογραφικής γλώσσας όπου η έκπτωση μιας ορισμένης λογοτεχνικής γραφής σε κοινότυπο συναισθηματισμό ισοζυγιάζεται με το απρόσωπο μιας ψευδεπιστημονικής ψυχρότητας. Το σύνολο καταλήγει στην αποθέωση της πολυτελούς μηδαμινότητας, της ανεγκέφαλης αυταρέσκειας και της κομψεπίκομψης ευτέλειας: Με τις σημερινές δυνατότητες αναπαραγωγής και επιβολής του γραπτού λόγου κι ενώ τα όρια ανάμεσα στη δοκιμιογραφία και την δημοσιογραφία έχουν εξαφανιστεί, ο αισθητισμός της τυπογραφίας γίνεται το ύφος του μηδαμινού.

Αυτό το ύφος μέσω του οποίου η σκουπιδογραφία ανάγεται σε καλλιγραφία έχει αποσπαστεί από μία γραφή που, πριν καταλήξει στις εφημερίδες (λυρικισμός της συνοικίας και φιλοσοφία του σκυλάδικου, μαγκιά, σημειολογία, φεμινισμός συν ολίγος μαρξισμός), υπήρξε κυρίως δοκιμιακή και ξεκινούσε από τα κείμενα του Γ. Σεφέρη, του Ζ. Λορεντζάτου και –απώτερα –του Φώτη Κόντογλου. Σήμερα δεν αντιπροσωπεύει πια την προσωπική μαθητεία του γραφέα σε μια παράδοση ή σ’ ένα έργο αλλά τη δουλωτική ετερονομία του, τη δήλωσή του πως «ανήκει» σ’ ετούτο ή σ’ εκείνο το ιδεολογικό μαγαζί –μια πράξη ένταξης (στην παράδοση ή στην αντιπαράδοση)· η πραγματική μαθητεία γεννάει καινούρια έργα, ενώ εδώ έχουμε μόνο το σχήμα μιας χειρονομίας που το περιεχόμενό της έχει χαθεί –μια μίμηση τρόπων.

Με τον τρόπο του Γ. Σεφέρη π.χ. καλύπτεται η κενολογία μιας φοβισμένης θετικότητας της νεοελληνικής σκέψης, η οποία ξορκίζει την άρνηση καταφεύγοντας σ’ ένα ύφος. Η δομή αυτού του ύφους συνδυάζει την πεποιημένη απλότητα με μια μακρυγιαννική γλωσσική ταπείνωση που εκλύεται στον κομπασμό ενός λόγια πλέον καθιερωμένου λαϊκισμού. Συχνά μέσα σ’ αυτή την ιδεολογικο-αισθητική επίκληση της αδρότητας του λόγου απηχείται ένας νοηματικός δυϊσμός, που η μια του πλευρά αποτελεί το άλλοθι της άλλης. Παράδειγμα η γνωστή φράση του Σεφέρη: «Δεν επαινώ τον Μακρυγιάννη, γιατί δεν έμαθε γράμματα (το άλλοθι) αλλά δοξάζω τον πανάγαθο Θεό που δεν του έδωσε τα μέσα να τα μάθει». Το μήνυμα που μεταφέρεται πίσω από τη φραστική περιστροφή είναι το ίδιο εκείνο μήνυμα που σήμερα εξυπηρετείται (πολύ καλύτερα βέβαια) από την κυρίαρχη κενογραφία της ποιητικίζουσας δημοσιογραφίας και της φασιστίζουσας ιδιωτείας που ονομάζει «κουλτουριάρικο» ό,τι δεν καταλαβαίνει. Το κέρδος από την αναπαραγωγή αυτού του ύφους είναι η ευκολία επαφής που δημιουργεί ανάμεσα στον γραφέα και τον αναγνώστη μετατοπίζοντας και μεταποιώντας τη φράση του Μακρυγιάννη: «Ευρισκόμεθα εις το εμείς και όχι εις το εγώ».

Σήμερα αυτή η γλώσσα, όταν δεν καλύπτει μιαν απουσία νοήματος, φέρει ένα μήνυμα πέραν και εναντίον της –στο βαθμό που αυτή η ίδια τροφοδοτεί ήδη μια λογοτεχνία αντιλογοτεχνίας:

Θα χρειαστεί λοιπόν να τυφλωθούμε και να κουφαθούμε για πολλά, να λησμονήσουμε όσους πρόθυμοι μας κάνουν τα χατίρια, [θα χρειαστεί] να ξεχνάμε καμμιά φορά το παιχνίδι του «τίς στιχίζει κρείττον» αν πρόκειται να βρούμε το αληθινό βάρος του Παπαδιαμάντη ή, χωρίς παραβολές, το δρόμο που φέρνει σ’ αυτόν και από εκεί πιο πέρα [1].

Όσοι υποτιμούν και λιγοστεύουν τη λογοτεχνία στην «καλλιγραφία» της, για να αναδείξουν κάποια υπερκείμενη ουσία ή κάποιο κρυμμένο βάθος κάτω από την επιφάνεια της μορφής της, φθάνουν από τον αντίθετο δρόμο στον ίδιο αδιέξοδο προβληματισμό των (υποθετικών τώρα πια) αντιπάλων τους, των απολογητών του αισθητισμού, αφού καταλήγουν κι οι ίδιοι να βλέπουν τη λογοτεχνία σαν παιχνίδι. Κι αν επικαλούνται την ουσία εναντίον του παιχνιδιού της μορφής, παραβλέπουν την ουσία της λογοτεχνίας που είναι ακριβώς η τάση της να αυτοκαταργηθεί όχι θεωρητικά-προγραμματικά αλλά περνώντας μέσα από τις εσωτερικές της αντιστάσεις, που παρεμβάλλονται διαρκώς λίγο πριν από το όριο της τελικής σιωπής. Αυτό το πριν αποτελεί την ουσία και ταυτοχρόνως τη μορφή της λογοτεχνίας. Το μετά ή το «πιο πέρα» της λογοτεχνίας είναι το αιώνιο ζητούμενο που η ίδια θέτει στον εαυτό της –και θέτοντάς το υπάρχει· όταν ποτέ το βρει, θα φτάσει στην πραγματοποίησή της, δηλαδή στο τέλος της.

Όσοι δεν το βλέπουν έτσι το ζήτημα ή όσοι δεν μπορούν να το αντέξουν έτσι – κι εφόσον από την άλλη μεριά δεν μπορούν πια ούτε και να επιστρέψουν στον ούτως ή άλλως απορριγμένο «αισθητισμό» -είναι υποχρεωμένοι να  προσηλώνονται στη θέση ενός ξεθυμασμένο κ α τ η χ η τ ι σ μ ο ύ :

Τα γυρίσαμε όλα σε λόγια. Με τα λόγια ζούμε και με τα λόγια πεθαίνουμε. Δεν καταλαβαίνουμε πως δεν υπάρχει τέχνη παρά πως υπάρχει ζωή. Αυτό που λέμε τέχνη είναι ψεύτικο ομοίωμα της ζωής, ένα είδωλο νεκρό, αν δεν το ζωοποιεί η αληθινή ουσία της ζωής (…). Ζητάμε από τον Παπαδιαμάντη αυτό που ζητάμε κι από τον εαυτό μας, τα λόγια. Αλλά ο Παπαδιαμάντης δεν είναι μήτε λογογράφος μήτε λογοτέχνης. Ο Παπαδιαμάντης είναι ένας άνθρωπος αληθινός που έτυχε να γράψει. Ο Παπαδιαμάντης είναι ο «ποιήσας και διδάξας» και μεις καθόμαστε και λέμε πως είναι λογοτέχνης [2]

Ο ίδιος ο Κόντογλου υποστηρίζοντας όσα υποστηρίζει έχει βέβαια πίσω του μια σειρά αφηγήσεων, η οποία τον εντάσσει σε μια λογοτεχνική παράδοση που περνάει από τον «Παλιό θαλασσινό» του Κόλεριτζ και τις προρομαντικές και μεταρομαντικές περιπλανήσεις του μυθιστορήματος (Ντηφόου – Στήβενσον - Μέλβιλ) στη μεσοπολεμική περιπέτεια της φυγής. Και ακριβώς αυτή η μεγάλη λογοτεχνική παράδοση είναι που, ενώ μας επιβάλλει από τη μια μεριά να δεχτούμε τη φράση του «Αυτό που λέμε τέχνη είναι ψεύτικο ομοίωμα της ζωής, ένα είδωλο νεκρό αν δεν το ζωοποιεί η αληθινή ουσία της ζωής», μας επιτρέπει από την άλλη να ολοκληρώσουμε τη φράση αυτή αντιστρέφοντάς την: Αυτό που λέμε τέχνη «αν το ζωοποιεί η αληθινή ουσία της ζωής» δεν είναι τέχνη.

Ουσιαστικά όμως ανάμεσα στον συγγραφέα του «Πέδρο Καζάς» και στον Χριστιανό απολογητή του έργου του Παπαδιαμάντη δεν έχουμε μια σύγκρουση αλλά μια μετατόπιση του ίδιου βιοθεωρητικού και συγκινησιακού φορτίου σε διαφορετική περιοχή: ο απόκοσμος ερημίτης γίνεται κατηχητής μες στους ανθρώπους. Αλλά ο ερημίτης που θέλει να γίνει απολογητής της ερημίας του εγκαταλείπει τον μόνο προστατευτικό χώρο του –όπου δεν του χρειάζονται άλλωστε και απολογίες. Αυτό που είναι πάνω απ’ όλα συζητήσιμο στην περίπτωση του Κόντογλου (συζητήσιμο με τους δικούς του όρους) είναι η ιδεολογικοποίηση του «καταραμένου» πυρήνα που βρίσκεται σε μερικά αφηγήματά του όπως ο «Πέδρο Καζάς» ή το «Πώς πέθανε ο ληστής Ιγνάτιος Φόβος». Η ιδεολογικοποίηση αυτή εκφράζεται και μέσ’ από τον τυπικό τρόπο με τον οποίο ο Κόντογλου αντικρύζει το έργο του Παπαδιαμάντη, τρόπο ο οποίος συνεπάγεται μια διάσπαση της οργανικής ενότητας που συνιστά ένα έργο τέχνης σε μορφή και σε περιεχόμενο.

Αν η διαφωτιστική κριτική αρνήθηκε την λογοτεχνική αξία του Παπαδιαμάντη [3], για να μειώσει το ύψος του παραδοσιακού του βάθρου, οι αντιδιαφωτιστές αντίθετα προσπαθούν να τον αποσπάσουν από την αμαρτία της λογοτεχνίας, για να τον αποδώσουν άσπιλο και αμόλυντο στην αγιοποιητική μυθολόγηση. Όμως ο Παπαδιαμάντης ξεχωρισμένος από την αμαρτία της τέχνης του είναι ανύπαρκτος. Ας ακούσουμε λίγο τη δική του φωνή, χωρίς να μισερώνουμε στα διαφωτιστικά ή αντιδιαφωτιστικά μας καλούπια:

Εις τας ώρας της μοναξίας της νυκτός εκείνης των ασυναρτήτων προσευχών και των ακουσίων βλασφημιών, έπλεον ως εν ονείρω εις άλλον κόσμον. Ήκουον ψιθύρους και φωνάς (…)Ύπνος τότε με κατέλαβεν εις το στασίδιον όπου εκαθήμην. Ο ύπνος ήτον άνευ ονείρων, όλα τα όνειρα του τα είχεν αφαιρέσει η εγρήγορσις. Μόνον ενδομύχως, εις το βάθος της συνειδήσεώς μου, μία φωνή ήτις ομοίαζε με χρησμόν, ηκούσθη αμυδρώς να ψιθυρίζει…«Ύπαγε, ανίατε, ο πόνος θα είναι η ζωή σου…» Εξύπνησα. Εσηκώθην και έφυγα. Ησθανόμην αγρίαν χαράν, διότι η Αγία δεν είχε εισακούσει την δέησίν μου. («Φαρμακολύτρια»)

Η τέχνη του Παπαδιαμάντη είναι αυτή η «αγρία χαρά». Η «αισθητική» δεν είναι «επιφάνεια» αλλά η ίδια η ψυχή του ανθίζοντας τους τρόμους και τις ηδονές της σε «ήχους, ψιθύρους και φωνάς», ενώ το σώμα ταπεινωμένο αλλ’ ανυπότακτο γράφει το δικό του ανεξίτηλο όραμα των «ασυναρτήτων προσευχών και των ακουσίων βλασφημιών». «Ο Παπαδιαμάντης είναι άνθρωπος αληθινός που έτυχε να γράψει» φώναζε ο Κόντογλου. Αλλά μιλάμε γι’ αυτόν, επειδή ακριβώς «έτυχε» να γράψει. Αν δεν έγραφε το πάθος του αλλά αρκούνταν να το βιώσει «έξω από τη γραφή», δεν θα μας έθετε το ζήτημα που συζητάμε. «Έτυχε» όμως να γράψει –και σ’ αυτό το «τυχαίο» συμβάν της γραφής κρύβεται ο πειρασμός που του ’κλεισε το δρόμο προς τον Άθω. «Με αγρίαν χαράν» δέχτηκε ο «άγιος των γραμμάτων μας» τον πειρασμό της λογοτεχνίας. Ποιος θα μπορούσε να του αφαιρέσει αυτή τη δική του χαρά, τη δική του αμαρτία –αυτό το γεμάτο κρασοπότηρο που λάμπει στα δάχτυλά του «όλο το άρωμα και πτήσις και αφρός!»

Η ίδια πολωτική διαδικασία που παράγει ψευτοδιλήμματα του είδους «Ζωή ή Τέχνη;», «Γιαγκούλας ή Καβάφης; [4]» και ρηματικές υπερβασίες αλα Λουντέμη «δεν κάνω τέχνη κάνω ζωή», τροφοδοτεί και τον ειδικό βερμπαλισμό που διέπει μια προβληματική ακινητοποιημένη μεταξύ των λαϊκιστικών εκδοχών της σκέψης του Γ. Σεφέρη και των θεολογικοπολιτικών προτάσεων του Χρ. Γιανναρά. Η πόλωση αυτή τη φορά αντιπαρατάσσει σ’ ολόκληρο τον κόσμο της δυτικής σκέψης τη μαγική εικόνα μιας παρθενικής νεοελληνικής ψυχής:

Αν εκινδύνευσε το 21 και το ελεύθερο έθνος κατόπιν υπέστη –και υφίσταται –τα πάνδεινα (…), οφείλεται κυρίως στην ξενομανία των λογίων, που επεδίωξαν πάση δυνάμει να μεταφυτεύσουν ευρωπαϊκά πρότυπα στη «σγουρή μας κόγχη» και άνοιξαν δρόμο στον δημοτικισμό, τον καπιταλισμό, το σοσιαλισμό και τα λοιπά ανθυγιεινά υποπροϊόντα τους, αδιαφορώντας ολότελα για την πραγματικότητα της νεοελληνικής ψυχής, η οποία βγαίνει κατ’ ευθείαν από το Βυζάντιο και την τουρκοκρατία [5].

Φυλακίζοντας τον Παπαδιαμάντη στο ράσο της ανατολικής ορθοδοξίας και το Σολωμό στο δόγμα του δυτικοευρωπαϊκού διαφωτισμού εξαφανίζουμε και τον πρώτο και τον δεύτερο και στήνουμε στη θέση τους τα δυο μεγάλα εικονίσματα-στοιχεία του «νέου ελληνισμού». Σ’ αυτά τα μνημειώδη εικονίσματα αφιερώνεται πάντοτε κάθε ρινοφωνία των σημερινών εθνικών λειτουργιών («μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη») –ηλεκτροφωνική δοξολόγηση του «πονεμένου» και «αγιασμένου λαϊκού μας πολιτισμού» (Ράμφος) που δεν έχει ή δεν πρέπει να έχει καμιά επαφή με τα μολύσματα της ευρωπαϊκής σκέψης (και, ει δυνατόν, της σκέψης γενικά).

Όμως τ’ ωραίο πήδημα πάνω απ’ όλ’ αυτά (τον «δημοτικισμό», τον «καπιταλισμό», τον «σοσιαλισμό» -προς τα πού άραγε;) δεν έγινε ποτέ. Έτσι μας απομένει αυτό το «πού;» ιστορικά άδηλο και με το ερωτηματικό του πάντα φιλόξενο για τα υπερβατικά διαβήματα της μεταπολιτικής μας αμηχανίας. Μόνο που εδώ θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί μήπως και αυτά τα διαβήματα δεν ανήκουν επίσης στα «ανθυγιεινά υποπροϊόντα» του τρικέφαλου τέρατος «δημοτικισμός-καπιταλισμός-σοσιαλισμός». Διότι η σκέψη ως συνεχής και «εκ των προηγουμένων» παραγωγή δεν διστάζει στα αδιέξοδά της. Απλώς κομματιάζεται ή περιστρέφεται. Οι περιστροφές, οι επιστροφές καθώς και οι «καταστροφές» της σκέψης είναι μέσα στους τρόπους κινήσεώς της. Πισωγυρίζοντας επικαλείται πάντα ένα διαλεκτικό «δεύτερο» ή «ανώτερο» επίπεδο ανάπτυξης όπου π.χ. το Α γίνεται Α τονούμενον, η Αναγκαιότητα Ελευθερία, ο Θεός Λαός και η Εκκλησία Κόμμα.

Πολλοί σταματούν εδώ παραιτούμενοι από «διαλεκτικές» επιστροφές: ο απωλεσθείς «Λαός» δεν ξαναγίνεται γι’ αυτούς με κανένα τρόπο «Θεός» και η σκέψη τους υποχρεώνεται να λειτουργεί εν κενώ μέχρι την πλήρη και συνεπή εξάντλησή της. Άλλοι όμως δεν φθάνουν ποτέ σ’ αυτή την αιχμή αλλά καθυστερούν και παρατείνουν την ανθοφορία νέων θετικοτήτων. Μέσα στα πλαίσια αυτών των «διαλεκτικών» επιστροφών το τέλμα του «νέου ελληνισμού» πλουτίζεται από τα κανούρια ιδεολογικά λύματα του λαϊκισμού και της ορθοδοξίας.

Οι ερμηνείες της νεοελληνικής ιστορίας με όρους όπως «νόθα αστικοποίηση», «μεταπρατική κοινωνία», «εξάρτηση από τις ξένες δυνάμεις» που αποτελούν τις ορίζουσες για τη «μαρξιστική» μυθοποίηση της αστικής «εθνικοαπελευθερωτικής ιδεολογίας γίνονται, μαζί με το χριστιανοσταλινικό ιδεολόγημα της «εθνικής ταυτότητας» η νέα αφετηρία για παλιές νοσταλγίες κι ενθουσιώδεις εκδρομές στις φανερές και άφαντες «ρίζες» μας. Δεξιοί και αριστεροί, δυτικόφιλοι και φιλορθόδοξοι, δογματικοί και νεοδογματικοί, ευρωκομμουνιστές και εθνοκομμουνιστές ανταγωνίζονται για το ποιος θα πιάσει πρώτος και καλύτερος τον σωστό ρυθμό. Νομπελίζοντες και Λενινίζοντες ηλιοφορούν και ροπαλοφορούν με στόχο τους των ιδεών το αλλότοπο και της ψυχής το αλλότροπο και το μη κυανόλευκο. Η ορθόδοξη ψυχή «αυθεντική ανατολίτισσα» καλά κρατεί «το νήμα της ζωής που εφ’ όσον το ακολουθήσαμε θα βρούμε επιτέλους την Ελλάδα» (Ράμφος).

Συμπέρασμα. Μέσα στο μπετόν ανθοβολούν οι ιδεολογίες της πρασινάδας. «Πρέπει να δείξουμε ότι δεν εξάγουμε μόνο τα λαχανικά μας αλλά και τη λογοτεχνία μας». Έτσι. Να μη μείνει τίποτα χωρίς την «αξιοποίησή» του. Κανένα νησί και καμιά σελίδα. «Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη». Εθνικοποίηση συν εξηλεκτρισμός. Νοικοκύρηδες πια κι εμείς στον τόπο μας· να ξέρουμε πόσο πουλάμε και τι πουλάμε. Όχι μονάχα την Κω, την Ίο, τη Σίκινο αλλά κι αυτό που δεν ήμασταν ποτέ –μάσκες, φαντάσματα και πύργους στον αέρα.

 

Παραπομπές

[1] Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος: Πρόλογος στον τόμο «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, είκοσι κείμενα για τη ζωή και το έργο του», Εκδόσεις των φίλων, 1979

[2] Φ. Κόντογλου: «Παπαδιαμάντης ο πνευματικός οδηγός μας (1966). Αναδημοσιεύεται στο «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», ό.π.

[3] «Ολόκληρο το πεζογραφικό έργο του Παπαδιαμάντη, αν εξαιρέσει κανείς τις πρώτες του μυθιστορηματικές δοκιμές [υπογραμμίζουμε τη φράση που μαρτυράει τις αισθητικές (:«συνθετικές») προτιμήσεις του γραμματολόγου] το σημαδεύει απόλυτη αναμελιά αντίθετη με κάθε νόημα τέχνης (…) Ο Παπαδιαμάντης διαβάζεται εύκολα από ανθρώπους που δεν έχουν συνηθίσει στην καλή ποιότητα και δεν απαιτεί κανενός είδους προπαρασκευή» ( Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελλ. Λογοτεχνίας)

[4] «Προσωπικά ένας οποιοσδήποτε Γιαγκούλας των ελληνικών βουνών μ’ ενδιαφέρει πολύ περισσότερο απ’ ό,τι μ’ ενδιαφέρει ο Αλεξανδρινός ποιητής. Είμαι σύμφωνος να τουφεκίζουν τους ληστές μα θα έδινα πολλά για να ακούσω τις εξομολογήσεις τους, ενώ η εξομολόγηση του κ. Καβάφη σκορπισμένη στα εκατόν πενήντα ποιήματά του δεν προσθέτει τίποτα στη γνώση μου των ανθρωπίνων παθών» (Γ. Θεοτοκάς, Ελεύθερο Πνεύμα, 1929).

[5] Στ. Ράμφος, Το νήμα της ζωής, περ. ΕΠΟΠΤΕΙΑ 42, σ. 44.

Αναδημοσιεύουμε από το έγκυρο iatronet.gr, μία πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη, ενός διακεκριμένου γιατρού και ακαδημαϊκού, με σπουδαίο ερευνητικό και κλινικό έργο, ο οποίος δουλεύει και παράγει έρευνα και έργο στο Ισραήλ. Στη χώρα που προηγείται χρονικά στους εμβολιασμούς και που τα επιδημιολογικά του δεδομένα επηρεάζουν τις αποφάσεις και τις κατευθύνσεις στον τομέα της διαχείρισης και αντιμετώπισης της COVID-19. Την αναδημοσιεύουμε γιατί αναφέρεται σε δύι πολύ ά ζητήματα. Τo ζήτημα της πρωτογενούς ανοσίας απέναντι στον SARS-CoV2 και τις επιπτώσεις του συχνού εμβολιασμού σε αυτήν. Δηλαδή τις επιπτώσεις στην αντίσταση του ανθρώπινου οργανισμού.

Είναι από τους σοβαρότερους επιστήμονες στον κόσμο και τα όσα λέει είναι πολύ σοβαρά. Αναφέρει την πρωτογενή ανοσία και την αξία τηςΑπό τα όσα συνάγονται  δε,  γεννιούνται ερωτήματα  ως προε την ωφέλεια ή ακόμα και την ασφάλεια του συχνού (ανά τρίμηνο!) εμβολιασμού, που βιαστικά ενέκριναν  ο Κ. Μητσοτάκης και η …. κυβέρνηση του, αναλαμβάνοντας στο έπακρο και αναντίρρητα την πολιτική ευθύνη.  Και μετά αυτός έφυγε για διακοπές, για  να απαλλαγεί από το βάρος και την κούραση της διαρκούς ανόδου του αριθμού των κρουσμάτων.

Αλήθεια ποιοι ειδικοί ήταν αυτοί που δεν είδαν και δεν μας ανάφεραν αυτά που μας πληροφορεί ο διακεκριμένος συνάδελφος τους; Μήπως τους ψάχνουν, όπως έψαχναν τον παραλήπτη των πορισμάτων της έρευνας  Τσόδρα – Λύτρα; Πάλι τα ίδια, αρκεί να μη στεναχωρηθεί ο "Συμπολίτες μου"

Και για όσους βιάζονται. Όχι δεν πρόκειται για κείμενο που στρέφεται κατά του εμβολιασμού. Αντίθετα. Απλά θέτει έναν προβληματισμό που αφορά στη συχνότητα των «αναμνηστικών δόσεων» και τη βιασύνη με την οποία λαμβάνονται τόσο σοβαρές αποφάσεις (από ποιους αλήθεια;).

Ας προχωρήσουμε στην αναδημοσίευση της συνέντευξης του καθηγητή Δ. Καρούση η οπία δόθηκε στον Βασίλη Ιγνατιάδη, ανταποκριτή του iatronet.gr  στη Θεσσαλονίκη, και δημοσιεύτηκε στις 21/12/2021

Δ. Καρούσης: Το Ισραήλ, η Ελλάδα και οι κίνδυνοι του συχνού εμβολιασμού

Ο καθηγητής νευροανοσολογίας στο Ισραήλ κάνει μια συγκριτική αποτίμηση του 4ου κύματος στις δύο χώρες και εξηγεί γιατί πρέπει να αποφύγουμε την υπερβολή στα χρονικά περιθώρια μεταξύ των δόσεων του εμβολίου.

Του Βασίλη Ιγνατιάδη
Ανταποκριτής του
iatronet.gr  στη Θεσσαλονίκη

Το Ισραήλ είναι η χώρα που προηγείται χρονικά στον εμβολιασμό του πληθυσμού κατά της COVID-19 και τα επιδημιολογικά της δεδομένα καθορίζουν πολλές από τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε άλλες χώρες του κόσμου.

Ο Έλληνας καθηγητής νευροανοσολογίας στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Hadassah στην Ιερουσαλήμ, Δημήτρης Καρούσης, θεωρεί πως η εξέλιξη της πανδημίας στο Ισραήλ από τον Αύγουστο ως σήμερα δίνει μια προβολή όσων ίσως θα συμβούν στην Ελλάδα μέσα στο επόμενο τρίμηνο, υπό την προϋπόθεση πάντα πως η παραλλαγή Όμικρον δεν θα φέρει την ανατροπή και στις δύο χώρες.

Μιλώντας στο iatronet.gr κάνει τις δικές του εκτιμήσεις για το πώς η 3η δόση του εμβολίου μπορεί να μας βάλει σε τροχιά προσέγγισης των δεικτών του Ισραήλ. Παράλληλα, εξηγεί τους πολύπλοκους μηχανισμούς της ανοσίας και διατυπώνει ανησυχίες για πιθανή αποδυνάμωση της φυσικής ανοσίας του οργανισμού, αν ακολουθήσουμε μια στρατηγική πολλαπλών εμβολιασμών, με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ των δόσεων.

Πότε "θα γίνουμε Ισραήλ;"

Ο κ.Καρούσης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη με την ευκαιρία του 8ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της Ελληνικής Ακαδημίας Νευροανοσολογίας, όπου παρουσίασε τα τελευταία δεδομένα, τις προβλέψεις, τις προτάσεις και τις ανησυχίες του.

Όπως είπε, το peak του τέταρτου κύματος, στο οποίο βρέθηκε η Ελλάδα το προηγούμενο διάστημα θυμίζει όσα συνέβησαν στο Ισραήλ στο τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, παρά το υψηλό ποσοστό εμβολιασμού.

"Το καλοκαίρι εκεί έγινε το μεγάλο πανηγύρι. Μάιο - Ιούνιο άρχισαν όλοι να πετάνε τις μάσκες, να καταργούν κάθε περιοριστικό μέτρο να ταξιδεύουν σε όλες τις χώρες. Αυτό άρχισε να αυξάνει τις μολύνσεις και φτάσαμε τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου να έχουμε 15.000 νέες λοιμώξεις την ημέρα, πολύ περισσότερες από τον 1ο και 2ο κύκλο. Και λέγαμε τότε, κοιτάξτε το Ισραήλ, έχουν περισσότερα κρούσματα παρά τους τόσους εμβολιασμούς.

Η χορήγηση της 3ης δόσης ανέστρεψε την εικόνα. Σήμερα ένα ποσοστό 45% του πληθυσμού της χώρας έχει κάνει την ενισχυτική δόση. Οι νέες μολύνσεις, η νοσηρότητα και η θνησιμότητα έχουν πέσει σε σχεδόν μηδενικά επίπεδα. Η τρίτη δόση, όπως είπε, αύξησε κατά 10 με 12 φορές την προστασία από σοβαρή ασθένεια, σε σχέση με τη δεύτερη.

Θα συμβεί το ίδιο και στην Ελλάδα, με καθυστέρηση μερικών μηνών; "Κατά τη γνώμη μου, όταν ξεπεράσουμε το 30% του πληθυσμού στην 3η δόση, μετά από ένα μήνα θα αρχίσουμε να βλέπουμε την πτώση που είδαμε στο Ισραήλ", λέει στο iatronet.gr ο καθηγητής, διατηρώντας ωστόσο επιφυλάξεις για το πόσο θα επηρεαστεί αυτή η εξέλιξη από τον αστάθμητο παράγοντα που ακούει στο όνομα παραλλαγή Όμικρον. 

Για τον ίδιο λόγο υπάρχει αβεβαιότητα σήμερα και στο Ισραήλ, με αποτέλεσμα να λαμβάνονται μέτρα και ταξιδιωτικοί περιορισμοί. "Και στο Ισραήλ τις τελευταίες μέρες παρατηρείται μια τάση αύξησης. Δεν ξέρω αν αυτή οφείλεται στην Όμικρον ή στο ότι φτάνουμε στο τετράμηνο από τις πρώτες booster δόσεις", σημειώνει.

Να σκεφτούμε πριν αποφασίσουμε 4η και 5η δόση

Ο κ. Καρούσης επισημαίνει πως θα πρέπει να μελετηθούν με προσοχή όλα τα δεδομένα και να ληφθούν υπόψη όλες οι μορφές των μηχανισμών ανοσίας προτού ληφθούν αποφάσεις για τις ενισχυτικές δόσεις εμβολίου και την χρονική τους απόσταση από τις προηγούμενες.

Τονίζει τη σημασία της μη ειδικής πρωτογενούς ανοσίας, που αποτελεί βασική άμυνα του οργανισμού απέναντι σε κάθε παθογόνο αίτιο, και διατυπώνει ανησυχίες για πιθανή αποδυνάμωσή της από τις συχνές ενισχυτικές δόσεις. Το ίδιο συμβαίνει, όπως εξηγεί, με την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών.

"Το γεγονός ότι πάνω από το 90% όσων μολύνονται με τον κορωνοϊό το περνάνε ήπια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην πρωτογενή ανοσία. Για να δημιουργηθούν ειδικά αντισώματα χρειάζονται τουλάχιστον 3 εβδομάδες. Επομένως όσοι έχουν περάσει την ασθένεια σε 2 και 3 εβδομάδες και ανάρρωσαν ή είχαν πολύ ήπια συμπτώματα, το έκαναν λόγω της πρωτογενούς ανοσίας", σημειώνει για να προσθέσει: "Γιατί όμως αυτή πολλές φορές δεν δουλεύει καλά; Γιατί έχουμε κάνει μεγάλη χρήση αντιβιοτικών, έχουμε πολλή ακτινοβολία, πάρα πολύ στρες και έχουμε ελαττώσει την πρωτογενή ανοσία. Έτσι κι αν τώρα δίνουμε συνεχώς ερεθίσματα και έτοιμα αντισώματα με τους εμβολιασμούς σε υπερβολικό βαθμό, θα αρχίσει να ατροφεί η πρωτογενής ανοσία".

Ο καθηγητής διευκρινίζει πως σε καμία περίπτωση δεν τάσσεται κατά της ενισχυτικής δόσης του εμβολίου, αλλά είναι επιφυλακτικός ως προς την μείωση της χρονικής της απόστασης από τη δεύτερη στους 3 μήνες. "Δεν λέω γενικότερα όχι στην 3η δόση, αλλά λέω ότι π.χ. θα προτιμούσα να μη γίνεται σε τόσο κοντινό διάστημα όπως σε 3, 4 και 5 μήνες, αλλά ίσως πάνω από τους 6 μήνες είναι ασφαλές με τα στοιχεία που έχουμε. Ναι μεν βραχυπρόθεσμα θα έχει δράση –αν πάρουμε τώρα ας πούμε στους 3 μήνες θα έχει αποτέλεσμα- αλλά πρέπει να κοιτάμε λίγο και το μακροπρόθεσμο. Αυτό πρέπει να το σκεφτούμε καλά πριν αποφασίσουμε 4η και 5η δόση".

πηγή

Στις 28/12/2021, κάτοικος στο Μπλε Λιμανάκι της Ραφήνας, ανάρτησε στο προφίλ του στο facebook μία καταγγελία και μία απορία μαζί. Και τα δύο συνοψίζονταν στον σαφέστατο  τίτλο της ανάρτησης του: «Θαλάσσια ρύπανση στο Μπλε Λιμανάκι Ραφήνας: Ποιος θα μας φυλάξει από τους φύλακες;» χρησιμοποιώντας ως κατακλείδα και κραυγή απόγνωσης  την Ιουβενάλιο ρήση.

Quis custodiet ipsos custodes αναρωτιόταν, αφορίζοντας παράλληλα, ο τελευταίος Ρωμαίος σατιρικός ποιητής, δείχνοντας μας με αυτό τον συνοπτικό και έξυπνο τρόπο το ότι οι εντεταλμένοι να προστατεύουν την κοινωνία, αποτελούν οργανικό μέρος και ουσιαστικά εκτελεστικό βραχίονα της ίδιας της εξουσίας. Της εξουσίας που μπορεί και παρανομεί γιατί δεν θα στρέψει ποτέ τον εκτελεστικό της βραχίονα εναντίον της. Ο βραχίονας είναι για να προστατεύει την εξουσία και τις επιλογές της. Ποτέ τον πολίτη και το περιβάλλον

Και μένει η υφιστάμενη το άδικο, κοινωνία άφωνη να αναρωτιέται γιατί δεν εμφανίζονται  οι «αρμόδιοι» να αναλάβουν την τραγικά όσο και γελοία αποκαλούμενη «Προστασία του Πολίτη».

Το παράδειγμα των όσων έχουν συμβεί στο Μπλε Λιμανάκι της Ραφήνας διαθέτει πολλά  χαρακτηριστικά στοιχεία, σχεδόν αποδεικτικά συναυτουργίας των μηχανισμών εξουσίας στη συγκάλυψη και αποσιώπηση, ακόμα και της έρευνας για ενδεχόμενες, ωστόσο προφανείς παρανομίες, που λαμβάνουν χώρα στο θαλάσσιο μέτωπο.

Όπως αναφέρει στην ανάρτηση του ο κ. Αποστολόπουλος,  στις 28-11-2021, 04-12-2021 και 10-12-2021 υποβλήθηκαν καταγγελίες για θαλάσσια ρύπανση στο Μπλε Λιμανάκι Ραφήνας. Οι καταγγελίες αφορούσαν την απορροή  λάσπης, οικοδομικών υλικών  και υλικών οδοποιίας (τα χαρακτηρίζει φερτά) από τα παρανόμως εκτελούμενα έργα στο θαλάσσιο μέτωπο και σε τμήμα της χερσαίας ζώνης του λιμένα Ραφήνας.

 Τα υλικά παρασύρθηκαν στη θάλασσα λόγω των ισχυρών βροχών. Για τον κίνδυνο αυτό είχε υποβληθεί   ήδη από τις 19.11.2021 επείγουσα έκκληση προς τους αρμόδιους φορείς χωρίς αποτέλεσμα.

Στις καταγγελίες  αυτές το Κεντρικό Λιμεναρχείο Ραφήνας απάντησε εγγράφως στις 23-12-2021, ισχυριζόμενο:

α) ότι κατά τις αυτοψίες δεν διαπίστωσε «μακροσκοπικά» την ύπαρξη χώματος ή τον χρωματισμό του θαλάσσιου ύδατος!!!

Πλην όμως το αντίθετο προκύπτει από τις κατωτέρω φωτογραφίες που δημοσιεύθηκαν στα τοπικά μέσα ενημέρωσης ενώ το ζήτημα απασχόλησε και τον , πανελλήνιας κυκλοφορίας, τύπο

β)     ότι σε κάθε περίπτωση, το χώμα στη θάλασσα δεν αποτελεί θαλάσσια ρύπανση! Κάτι που μάλλον αποδεικνύει ανεπάρκεια των ελεγκτών για να κανουν τέτοιους ελέγχους.  Βλέπετε ρύπος είναι κάθε ξένο σώμα που εισάγεται σε ένα σύστημα και το επηρεάζει, όπως η λάσπη η οποία επηρεάζει παράγοντες όπως η θολότητα ή επηρεάζει την διείσδυση του ηλιακού φωτός. Και αν αυτό δεν το θεωρείτε σημαντικό όσοι μεγαλώσατε στους ρύπους των θαλασσών κολύμβησης, το εθνικό και ενωσιακό Δίκαιο έχουν άλλη άποψη. Κατά το εθνικό και ενωσιακό δίκαιο του περιβάλλοντος (άρ. 4 παρ.8 ν. 3983/2011, που μετέφερε το άρθρο 3 της Οδηγίας 2008/56), ρύπανση αποτελεί οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση εισαγωγή ουσιών στο θαλάσσιο περιβάλλον που, μεταξύ άλλων, έχει επιβλαβείς επιπτώσεις για τους ζωντανούς οργανισμούς και το θαλάσσιο οικοσύστημα και εμποδίζει τις θαλάσσιες δραστηριότητες, όπως τα θαλάσσια μπάνια. Στην προκειμένη περίπτωση το Μπλε Λιμανάκι είναι έδρα πολυάριθμων χειμερινών κολυμβητών, που έχουν από ετών ιδρύσει και σχετικό σύλλογο. Εξάλλου, παρά το ότι βρίσκεται κοντά στο Λιμάνι της Ραφήνας, διαθέτει (ακόμη) πλούσιο θαλάσσιο οικοσύστημα, μάλιστα πρόσφατα (8.12.2021) θεάθηκε και φώκια στην ευρύτερη περιοχή της Ραφήνας

γ) ότι οι φωτογραφίες, που τα κλιμάκιά του τράβηξαν στις αυτοψίες αυτές, δεν χορηγούνται στους καταγγέλλοντες αλλά «διατηρούνται αρχειακά στην Υπηρεσία».

Πλην όμως, το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/1999) προβλέπει το δικαίωμα πρόσβασης του πολίτη σε διοικητικά έγγραφα που τον αφορούν. 

Δεν ξεχνάμε ότι αν και η παράνομη διάνοιξη στο Μπλε Λιμανάκι είχε καταγγελθεί από τη Δευτέρα 1.11.2021 στον Δήμο Ραφήνας-Πικερμίου και τον Οργανισμό Λιμένος Ραφήνας,  το Κεντρικό Λιμεναρχείο Ραφήνας επιλήφθηκε μόλις αργά το μεσημέρι της Παρασκευής 5.11.2021, αφού πρώτα η μπουλντόζα είχε ολοκληρώσει τη διάνοιξη και είχε ήδη αποχωρήσει ώστε να μην προκύπτει αυτόφωρο.

Και η ανάρτηση του κ. Αποστολόπουλου κλείνει με τον αφορισμό του Ιουβενάλη. «Αλήθεια, ποιος θα μας φυλάξει από τους φύλακες;»

RypansiJPG

Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Το ζούμε καθημερινά στην Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία 10-12  χρόνια, όπου οι εξουσίες χρησιμοποιούν εξόφθαλμα, κάθε μέσο για να επιτύχουν τους στόχους τους. Από τη λίστα Πέτσα και τον εσμό εξωνημένων δημοσιογράφων, που αποτελούν ντροπή για τα επαγγελματικά τους σωματεία, μέχρι τις πολυπληθείς προσλήψεις φτηνών και χωρίς καμία πρόβλεψη σοβαρής εκπαίδευσης, αστυνομικών. Κατασκευάζεται ένα σύστημα του οποίου οι βραχίονες θα συμπράττουν κατά τις επιταγές της εξουσίας και των φίλων της. Των «ημετέρων».

Εδώ βλέπουμε μία τοπική λειτουργία αυτής της περιβαλλοντοκτόνου και ανθρωποφάγου μηχανής που την ώρα που αδικεί, στερεί από τον διαμαρτυρόμενο τα νόμιμα, ένδικα ή μη δικαιώματα του.

Το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι και το γνωρίζουμε όλοι. Παραμένει άγνωστο το αν έχει απομείνει κάτι που να μπορεί να βοηθήσει στην άμυνα της κοινωνίας απέναντι σε αυτό το τέρας. Το κυριότερο ζητούμενο που πρέπει να απαντηθεί από εμάς τις ίδιες και τους ίδιους, παραμένει το αν θέλουμε να αντιδράσουμε. Τουλάχιστον όσοι δεν έχουν ακόμα απονεκρωθεί, βουτηγμένοι στο κυνήγι της επιβίωσης ή διατηρούν την αξιοπρέπεια του πολίτη, απεμπολώντας τη βολή που υπόσχεται η ιδιότητα του «ιδιώτη». Μόνοι μας, ως πολίτες θα απαλλαγούμε από το τέρας για να απαλλαγούμε και από τους «ανθρώπους» του.  Τους ανθρωποφύλακες του 

Στις ακόλουθες διευθύνσεις μπορεότε να βρείτε

Την καταγγελία της 10ης Δεκεμβρίου

Την επείγουσα έκκληση για την αποκομιδή των χωμάτων και των υλικών οικοδομής και οδοποιίας που εγκατέλειψε η ανάδοχος εταιρεία

Την απάντηση του Κεντρικού Λιμεναρχείου Ραφήνας στις 23/12

 

#metoble #metomple

Από τη μία οι γιορτές (αν αυτές θεωρούνται γιορτές) και από την άλλη η διαρκής επικράτηση το ανορθολογισμού σε όλο το κοινωνικό φάσμα, μας αναγκάζουν να σταθούμε ενεοί, έκθαμβοι μπροστά σε ό,τι συμβαίνει. Είτε συμβαίνει για καλό είτε για κακό. Δικό μας ή των συνανθρώπων μας. Από κακό μια φορά, έχουμε χορτάσει και όλα δείχνουν πως θα αναγκαστούμε να καταναλώσουμε κι άλλο, μέχρι να αρχίσουμε να το παράγουμε κι εμείς οι ίδιοι, συνειδητά ή όχι. Και για να μη καταλήξουμε κι εμείς παραγωγοί κακού για λογαριασμό των εξουσιαστών, μιλάμε. Διαμαρτυρόμαστε με τα μέσα που έχουμε και δεν τα παρατάμε, προκειμένου να διατηρήσουμε το δικαίωμα να ελπίζουμε.

Στην ανάπαυλα των κατ’ όνομα και μόνο, γιορτών, είχαμε αποφασίσει να μην ασχοληθούμε με τα λαμπιόνια και τις γιρλάντες, τα δέντρα και τους στολισμούς. Αυτά δηλαδή που φωτίζουν τη δυστυχία και -μέσα στην ψευτιά τους- διευρύνουν τη θλίψη. Και δεν ασχοληθήκαμε. Έτσι ως μεσεόρτια ανάρτηση, επιλέξαμε να αναδημοσιεύσουμε ένα καταπληκτικό δοκίμιο από το βιβλίο  του ιδιαίτερα σημαντικού  ποιητή και δοκιμιογράφου Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, «Η Ρωμιοσύνη στον παράδεισο - Σημειώσεις για μια κριτική του νεοελληνικού αντιδιανοουμενισμού» (εκδόσεις Έρασμος 1983). Το δημοσιεύουμε έτσι, ως μαγιά και θρυαλλίδα σκέψης μαζί. Μίας διαδικασίας δηλαδή άκρως επικίνδυνης για την εξουσία και την ασχήμια που αυτή διασπείρει στην κοινωνία.

Το μόνο δώρο που μπορούμε να παίρνουμε ακόμα στις «γιορτές» είναι ο ελεύθερος χρόνος και η αξιοποίηση του με την ανάγνωση κειμένων τέτοιας ποιότητας, καθιστά το δώρο αυτό μοναδικό και ιδιαίτερα ακριβό. Ας μη το αφήσουμε να χαθεί μέσα στα λαμπιόνια και τις φανφάρες αυτών που μας θέλουν κοιμισμένους.

ΣτΣ: Οι επισημάνσεις είναι όλες δικές μας 

cords

 

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΛΑΪΚΙΣΜΟΥ

Του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου

Α΄

Διανοούμενος «είναι κάποιος που χρησιμοποιεί περισσότερες λέξεις απ’ όσες χρειάζονται, για να πει περισσότερα απ’ όσα ξέρει». Ο αφορισμός ανήκει στον στρατηγό Αϊζενχάουερ και αποδίδει με ακρίβεια όχι μόνο τα δικά του αισθήματα για τους «αυγοκέφαλους» της χώρας του, αλλά και την ενστικτώδη εχθρότητα της πολιτικής εξουσίας γενικά για μια κοινωνική ομάδα ηθικών αντιρρησιών. Τι είναι αυτό που κάνει τους ρεαλιστές πολιτικούς ν’ απεχθάνονται τους διανοούμενους ή πιο σωστά ένα ορισμένο είδος διανοουμένων; Πάνω σ’ αυτό το πρόβλημα η κοινότοπη θετικιστική καταγγελία του «απροσγείωτου ιδεαλισμού» και της «ανευθυνότητας» των διανοουμένων μας αποκαλύπτει πολύ περισσότερα για τους κατηγόρους παρά για τους κατηγορουμένους. Οι διανοούμενοι κατηγορούνται πως «βαδίζουν στα σύννεφα», όταν, και επειδή, αρνούνται να ασκήσουν ένα κοινωνικό λειτούργημα που τους αποδίδεται δεοντολογικά –όταν δεν είναι συνεργάσιμοι με την πολιτική πραγματικότητα.

Εκείνο που χαρακτηρίζει κάθε «λαϊκιστικό» αντιδιανοουμενισμό είναι μια διπλή αντίφαση:

α) Ο «λαϊκισμός» είναι αντιλαϊκός.

β) Ο αντιδιανοουμενισμός, ακόμα και στις πιο «αριστερές» του εκδοχές ευνοεί (και ευνοείται από) διανοούμενους που έχουν ήδη μπει ή επιδιώκουν να μπουν στο παιχνίδι της εξουσίας,

Αναλυτικότερα: Ο πολιτικός λαϊκισμός τείνει και ολοκληρώνεται στο φασισμό που είναι η αποθέωση της χυδαιότητας περιτυλιγμένης στο χρυσόχαρτο του Μύθου. Τα λεγόμενα «ποπουλίστικα» κινήματα έχουν έντονα τα εξής φασιστικά χαρακτηριστικά:

  1. Έναν εθνικισμό που στην «αριστερίζουσα» αστικοδημοκρατικής καταγωγής γλώσσα ονομάζεται «πατριωτισμός»,
  2. Έναν πρακτικό αντικομμουνισμό και μια «σοσιαλιστική» ή και «μπολσεβίκικη» φρασεολογία,
  3. Μια ειδική σχέση μάζας και αρχηγού μέσα στην οποία απαλείφεται κάθε κριτικότητα, δηλ. κάθε παράγων διαταραχής του μαγνητικού ρευστού μεταξύ αρχηγού και μάζας. Έτσι η «κορυφή» έρχεται «άμεσα», χαρισματικά σ’ επαφή με τις μάζες. Το κωμικοτραγικό και σύντομο ειδύλλιο του ΠΑΣΟΚ με τον «σοσιαλισμό» και η γνωστή μοίρα των πιο προβληματισμένων (και προβληματικών για την κομματική ηγεσία) διανοούμενων του παρέχουν ένα τυπικό παράδειγμα για τις πραγματικές τάσεις και συνέπειες του αντιδιανοουμενισμού μέσα στον πολιτικό χώρο.

Στην πράξη ο αντιδιανοουμενισμός οδηγεί σε κάποια μορφή φασισμού: Περονικής, Νασερικής, Κανταφικής ή κάποιας άλλης μελλοντικής –για να μη μιλάμε αιωνίως για τους παρωχημένους φασισμούς αγνοώντας αυτόν που αναδύεται μπροστά στα μάτια μας. Εννοούμε βέβαια τον σύγχρονο αριστεροειδή φασισμό των ελληνοσοσιαλιστών και των εθνοκομμουνιστών που έχουν κοινό παρονομαστή την δογματική και δημαγωγική «λαϊκοεπαναστατική» γλώσσα. Πρόκειται γενικά για ένα πνεύμα στρατώνα, για τον ίδιο αντιδιανοουμενισμό που εκφράζεται σε μια μεγάλη γκάμα από το ενστικτώδες μίσος του μόνιμου καραβανά (του «παιδιού του λαού») για τον «διοπτροφόρο» νεοσύλλεκτο, μέχρι τον σταλινικό πρακτικισμό, που αντιπαραθέτει την «πειθαρχία» ενός κομματικά ευνουχισμένου εργάτη στην «μικροαστική» εξέγερση του διανοούμενου (ασχέτως αν ο ίδιος ο σταλινισμός αποτελεί την χυδαιότερη έκφραση ενός μικροαστισμού που φόρεσε εργατική φόρμα).

Αυτός ο αντιδιανοουμενισμός που διέπει κάθε «ποπουλίστικο» κίνημα στηρίζεται πάντα στη «σιωπηρή πλειοψηφία», στην πολιτική αδράνεια του λαού ή, ακόμα χειρότερα, στην επί ποδοσφαιρικού επιπέδου πολιτικοποίησή του. Η πολιτική ουσία αυτού του αντιδιανοουμενισμού δεν συνεπάγεται μόνο τον κραυγαλέο διασυρμό και τη δημόσια καταγγελία του «διανοούμενου» ανθρώπου αλλά όπως και κάθε παρόμοια τελετουργία, αναπαράγει, καλλιεργεί και κολακεύει τις ταπεινές και υποδουλωτικές ανάγκες των μαζών· πίσω απ’ αυτό τον δημαγωγικό λαϊκισμό κρύβεται μια βαθύτατη περιφρόνηση προς τις ίδιες τις μάζες, αφού ο ρόλος που τους επιφυλάσσει ο εξουσιαστικός λαϊκισμός (γιατί κάθε λαϊκισμός είναι εξουσιαστικός), ο ρόλος που τους επιφυλάσσει το κράτος, η εκκλησία και το κόμμα δεν είναι ούτε να σκέπτονται, ούτε ν’ αποφασίζουν ούτε να δρουν αλλά να υπακούνενα λένε τραγουδάκια, να χειροκρατάνε ρυθμικά και κάπου κάπου να ψηφίζουν.

Σ΄αυτό το χώρο του λαϊκού πανηγυριού συναντιούνται οι πολιτικές βεντέτες δεξιάς, κέντρου και αριστεράς και παίζουν το παιχνίδι τους χτυπώντας και ισοπεδώνοντας με το ρόπαλο της λαϊκιστικής συνθηματολογίας κάθε «ανωμαλία», (δηλ. κάθε ερωτηματικό) και κάθε πραγματικό πρόβλημα. Αυτή η επίκληση κι αυτή η χρησιμοποίηση του «λαϊκού» είναι ακριβώς ο φασισμός. Κι είναι καιρός πια να κόψουμε τα πονηρά δεσμά με τα οποία κακομοιριασμένοι φιλόσοφοι και κομπλεξικοί στρατοκράτες συνδέουν το Νίτσε με το Χίτλερ. Γιατί ο φασισμός δεν είναι ούτε «νιτσεϊκός» ούτε «αριστοκρατικός» ούτε «αντικαπιταλιστικός»· ο φασισμός είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός στριμωγμένος στο τελευταίο του καταφύγιο –στην στραπατσαρισμένη, κακοποιημένη και διαστρεβλωμένη ψυχή των ίδιων των θυμάτων του.

Μομφές και χαρακτηρισμοί κατά των διανοουμένων («ατομιστές», «απροσγείωτοι», «εγωιστές» και άλλα τέτοια) θα ακούγονται πάντα· και θα ακούγονται εν ονόματι του λαού από εκείνους που κυριαρχούν επάνω του και δεν βλέπουν ποτέ με καλό μάτι τα κατεξοχήν «διανοουμενίστικα» αμαρτήματα όπως είναι η πνευματική ανησυχία, η κριτικότητα, ο ιδεαλισμός –δηλ. όλα αυτά που στην κομματική γλώσσα μεταφράζονται σε «μικροαστικό υπερεπαναστατισμό» ή «τυχοδιωκτική ανευθυνότητα»· γιατί αυτοί που αυτοχρίονται με το δικαίωμα να κάνουν τέτοιους χαρακτηρισμούς νιώθουν απόλυτα «υπεύθυνοι» -όχι βέβαια απέναντι στον συγκεκριμένο και παρόντα λαό αλλά απέναντι στην αφηρημένη ιδέα του «λαού» και απέναντι στην «ιστορία»· και νιώθουν «υπεύθυνοι», γιατί αυτοί δεν αρνούνται αλλά ασκούν ή διεκδικούν («για τον λαό» και πάνω στη ράχη του λαού) την εξουσία.

Το περίεργο τώρα είναι πως οι διανοούμενοι γίνονται στόχος αυτών των «φίλων του λαού» στο βαθμό ακριβώς που δεν διεκδικούν καμιά εξουσία για τον εαυτό τους (κι αυτό άλλωστε στοιχειοθετεί και την «ανευθυνότητά» τους) και αρνούνται όχι μόνο την εκμετάλλευση αλλά και τη χειραγώγηση ανθρώπου από άνθρωπο –δηλαδή, αρνούνται όχι μόνο τον παραδοσιακό χωροφύλακα και τον παπά αλλά και την σύγχρονη σύνθεσή τους που είναι ο κομματικός «καθοδηγητής». Βέβαια, δεν αρνούνται όλοι οι διανοούμενοι την εξουσία· αλλά αυτό που έχει σημασία είναι πως ο στόχος των εξουσιών, όπως και ο στόχος τω μεσσιών, είναι, καθώς είπαμε, εκείνοι ακριβώς οι διανοούμενοι που δεν διεκδικούν την εξουσία –οι «ανεύθυνοι». Όλοι οι φασισμοί ήταν και είναι εναντίον του υποκειμενισμού, του αυθορμητισμού, της ατομικότητας και υπέρ του «λαού»· αλλά ενός λαού που χρειάζεται «μπροστάρηδες», «οδηγητές», «ταγούς», «φύρερ», «εθνοπατέρες» και κομματικούς παπάδες –δηλ. όλους αυτούς που αιώνες τώρα επιμένουν να «σώζουν» τον κόσμο, το σώμα του ή την ψυχή του, με την πυρά και με τον τρόμο, με το σταυρό και με το ξίφος, με το τσεκούρι και με την αυθεντία, με το Λόγο και με το Θαύμα. Κι από κοντά σ’ αυτούς τους σταυροφόρους που ρημάζουν τη ζωή όλος ο παρδαλός θίασος βάρδων και μεσσιών, πνευματικών τραμπούκων, μυσταγωγών και μουσικάντηδων κι όλο το εθνικορεμπέτικο ποιητικό φολκλόρ.

Β΄

Υποσημάναμε στα παραπάνω την διανοουμενίστικη πηγή του «αντιδιανοουμενισμού». Αυτό δεν είναι αντίφαση· είναι μόνο η αντιφατική έκφραση μιας πραγματικότητας ανάλογης με τον αριστοκρατικό «λαϊκισμό». Είναι προβολή της ίδιας της εξουσίας πάνω στο αντικείμενό της.

Όλη η έμφαση πέφτει στην προσπάθεια να στεγανοποιηθεί το «αγνό» λαϊκό στοιχείο, η Sancta Simplicitas, από τη σατανική διάβρωση του πνεύματος, από το μίασμα της κριτικής σκέψης. Δεν είναι ο λαός που επιβάλλει τον λαϊκισμό· ο λαός υφίσταται το λαϊκισμό όπως υφίσταται και τους παιδαγωγούς του –αυτούς που παρουσιάζουν πάντα το πνεύμα σαν την αρρώστια, σαν την «πανούκλα» που απειλεί το σώμα της υγιούς κοινωνίας. Αυτός ο αντιδιανοουμενισμός είναι έργο διανοουμένων –διανοουμένων στην υπηρεσία του κρατούντος, διανοουμένων εθνικιστών, διανοουμένων σταλινικών, διανοουμένων παπάδων, διανοουμένων λαϊκιστών, διανοουμένων φιλισταίων.

Στον χώρο της νεότερης ελληνικής ποίησης το φαινόμενο του διανοουμενίστικου αντιδιανοουμενισμού παρατηρείται εκεί όπου η «χαμένη παράδοση» φαίνεται να εισβάλλει μέσα στο «μοντέρνο» ή πιο σωστά το «μοντέρνο» προβάρει απανωτές «πρωτόγονες» μάσκες, οι οποίες δεν φτιάχνονται βέβαια από «πρωτόγονους» τεχνίτες αλλά παράγονται μαζικά στις βιομηχανίες τουριστικών ειδών. Το αποτέλεσμα αυτής της νοθείας στην ποίηση είναι μια «ιδιωματική» γραφή συνδεδεμένη από τη μια μεριά με το σχολαστικό φολκλόρ της «ντοπιολαλιάς» και με το υπεριστορικά αδιατάρακτο «φως του Αιγαίου», κι από την άλλη με τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» που ρέει από το εκκλησιαστικό μέλος και τη γλώσσα των μεσαιωνικών χρονικών. Η «Γυναίκα της Ζάκυθος» και τ’ Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, ο μυθοποιημένος Παπαδιαμάντης και η εκλαϊκευμένη Βίβλος δεν είναι μόνο οι πιο κοντινοί μας σταθμοί για το διαρκώς αναγγελλόμενο τουριστικό ταξίδι προς τις «ρίζες», αλλά και οι πιο προσιτές «πηγές» απ’ όπου αντλείται όλη εκείνη η ψευδομεταφυσική σαβούρα, για να παραγεμιστούν όπως όπως τα κενά ενός εφευρεμένου «νεοελληνικού μύθου», που ωστόσο παραμένει πάντα μια έκθετη, διάτρητη ιδεολογία, πότε απολογητική και πότε επιθετική και μνησίκακη σαν θρησκόληπτο γραΐδιο:

Κατά πρόσωπό μου εχλεύασαν οι νέοι Αλεξανδρείς:

ιδέστε, είπαν, ο αφελής περιηγητής του αιώνος!

Ο αναίσθητος

που όταν όλοι εμείς θρηνούμε

αυτός αγαλλιά

[…….]

Που όταν όλοι εμείς πενθούμε

αυτός ηλιοφορεί.

Και όταν όλοι σαρκάζουμε

Ιδεοφορεί  

(Το  Άξιον εστί, Ι).

 

Καμιά φορά η «αφέλεια» είναι ιδεολογία· στον Ελύτη ήταν επιθετικότητα –η συσσωρευμένη επιθετικότητα της «αισιόδοξης» και «προοδευτικής» γενιάς του ’30 προς τον Καρυωτάκη. Όταν ο Ελύτης με τον «Άξιον εστί» αποφάσισε καθυστερημένα αλλά προκλητικά να «ιδεοφορήσει», δεν βρήκε τίποτ’ άλλο από τα «εθνικοαπελευθερωτικά» αποφόρια, που η πιο σκεπτικιστική μερίδα της αριστεράς, όπως εκφράστηκε μέσα από τα ουσιαστικότερα ποιητικά κείμενα της μεταπολεμικής γενιάς, φρόντιζε να ξεφορτωθεί μαζί με πολλές από τις ακριβοπληρωμένες αυταπάτες της. Ο ελληνικός μύθος του Ελύτη (αυτός ο δήθεν αντι-ιδεολογικός κόσμος των «Προσανατολισμών») γίνεται στο «Άξιον εστί» μύθος ελληνοχριστιανικός, επιπόλαιο άνθος πάνω στο χάσμα που δεν γεμίζει ούτε με την επίκληση στο Σολωμό και τους άλλους «πατέρες», ούτε με ξώπετσες αναφορές στη νεοελληνική περιπέτεια της οποίας δεν αποδίδεται όχι βέβαια ο βιωματικός κραδασμός αλλά ούτε καν η ιστορική της αλήθεια. Η βαθύτερη εμπειρία που  έκανε τους σημαντικότερους ποιητές της μεταπολεμικής γενιάς να χαράξουν τα λιγοστά τους ποιήματα και να σωπάσουν, προσηλωμένοι σε ένα συνταρακτικό βίωμα που ήταν συγχρόνως συλλογικό και προσωπικό, στο «Άξιον εστί» ταξινομείται, τακτοποιείται, και ενταφιάζεται μέσα στην ετοιμοπαράδοτη ιδεολογική εικόνα του «κακού ξένου». Ο διάβολος είναι πάντα ο «αλλοεθνής»· το σπέρμα του κακού εισάγεται από εξωελληνικούς χώρους, ενώ το ίδιο το ελληνικό τοπίο επιστρατεύοντας την εθνική αυτάρκεια και ιδιαιτερότητά του («ελληνικό φως» και άλλα τέτοια) αντιστέκεται στον κακό ξένο, γιατί (σύμφωνα και με την ιδεολογία του επίσημου κράτους που διακηρύσσει ότι «οι Έλληνες ηνωμένοι εμεγαλούργησαν») το «κακό» είναι πάντα ο «ξένος»:

Ήρθαν

ντυμένοι «φίλοι»

αμέτρητες φορές οι εχθροί μου

το παμπάλαιο χώμα πατώντας.

Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους  

(Το  Άξιον εστί, Ζ)

.

Έτσι ο «αφελής περιηγητής του αιώνος», όπως αυτοχαρακτηρίζεται ο Ελύτης, επαναλαμβάνει τον αριστοκρατικό λαϊκισμό του Σικελιανού. Ένα σημαντικό μέρος από τον «σοσιαλισμό» των καλλιεργημένων επτανησίων αρχόντων, που ανακάλυψαν κάποτε το λαό «τους», για να τον αντιτάξουν με μάταιη εκδικητικότητα στον κυρίαρχο πια αστισμό, κατέληξε στον «Αλαφροΐσκιωτο», όπου ο Σικελιανός, στερνοπαίδι αλλά και υπέρβαση της ξεπεσμένης επτανησιακής αρχοντιάς, χύνει καινούριο αστικό αίμα στις στεγνές φλέβες της έννοιας της αριστοκρατικότητας, καθώς μιλάει για το χώμα «του» και τους χωριάτες «του» όχι πια με την ιδεολογία ενός ξεπεσμένου άρχοντα αλλά με τη συνείδηση ενός νεαρού θεού που βρίσκεται ανάμεσα σε δυνατούς και ωραίους υπηκόους:

Παντού ο λαός· και λάτρεψα

και στη λαχτάρα μου είπα:

«Βάλε το αυτί στα χώματα»

και φάνει μου πως η καρδιά

της γης βαριά αντιχτύπα

(Αλαφροΐσκιωτος, Ι, 266-70)

 

Αλλά το φυσικό συμβόλαιο ανάμεσα στον ποιητή-θεό και στον λαό, αυτή η χαρισματική «προς τα κάτω» διάχυση δεν αντιστοιχεί σε μια πραγματική επικοινωνία αλλά σε μια ιδεολογικοποίηση της χειραγώγησης και της εξουσίας. Η νεαρή αστική ιδεολογία, που είναι ομόλογη προς εκείνη του δημοτικιστικού κινήματος, θα μετατρέψει τον ανιδιοτελή Διόνυσο σε «εκπολιτιστή» Απόλλωνα και θα βάλει σε Τάξη, Αρμονία και Εργασία τον κόσμο. Πίσω από το μύθο και την ιδεολογία της ευεργετικής Αυθεντίας προετοιμάζεται ο Λόγος της αστικής δημοκρατίας:

Μα εσάς, ω ψεύτες, τη ζωή

που αρνιέστε να δουλέψτε,

σας έδεσα στ’ αλέτρια μου·

 

για ν’ ανεβείτε ένα σκαλί

και λίγη γης να οργώστε

σας κέντησα τη ράχη σας

βαθιά με τη βουκέντρα

(Αλαφροΐσκιωτος, Ι, 950-56)

 

Η σημασία του «Αλαφροΐσκιωτου» δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τις μεταγενέστερες βυθοσκοπήσεις του Σικελιανού στις διάφορες «Συνειδήσεις» του. Υπήρξε η τελευταία πλήρης ελληνική έκφραση της ενότητας Ηγέτη-Λαού-Γης. Ο Αλαφροΐσκιωτος είναι ακόμα ένας θεός, ενώ ο Διόνυσος του Ελύτη («Προσανατολισμοί») είν’ ένας μεταμφιεσμένος αστός.

Στην αίσθηση του Ελύτη υπάρχει περισσότερος τουρισμός και λιγότερες ψευδαισθήσεις· δεν υπάρχει καμιά τρέλα και καμιά παραφορά (η τρέλα της γνωστής «ροδιάς» του είναι καθαρά σουρεαλιστική, δηλ. ρηματική), δεν υπάρχει κανένα μεγαλείο και καμιά γελοιότητα, κανένας «σικελιανισμός» -ο Ελύτης δεν ήταν λιγότερο «πονηρεμένος» από τον Σεφέρη. Γι’ αυτό όμως και η προσχώρησή του στην «εθνικοαπελευθερωτική» ιδεολογία είναι περισσότερο διαβλητή από εκείνη του Σικελιανού. Ο Ελύτης πέρασε με αρκετή καθυστέρηση και με ένα άτσαλο πήδημα σ’ ένα χώρο όπου ο Σικελιανός είχε μπει με μια κίνηση το ίδιο θεατρική, αλλά άνετη και μεγαλειώδη όπως στάθηκε ολόκληρη η ζωή του –η ζωή ενός ποιητή-εθνάρχη και μυσταγωγού. Εδώ ακριβώς, στην περιοχή της «εθνικοαπελευθερωτικής» ιδεολογίας που ευνόησε στον Ελύτη την ανάπτυξη μιας οραματικής ευφορίας ("Βλέπω τη διαρκή επανάσταση φυτών και λουλουδιών" [Το Άξιον εστί, Προφητικόν) η ίδια η ποιητική μέθοδος παρεκτρέπεται σε «ιδεολογία», καθώς οι λέξεις «παίζουν» όχι μόνο την ποίηση αλλά και την επανάσταση φενακίζοντάς τες και τις δύο –όπως άλλωστε έκανε και ο σουρεαλισμός γενικότερα.

Γ΄

Πολύ κοντά στην πολιτική φιλολογία του λαϊκισμού ανθεί και η θεολογία του. Αυτή η θεολογία, όσο κι αν απωθεί την «πολιτική» και τις «ιδεολογίες», αποτελεί την έσχατη ιδεολογική μεταμόρφωση των πανανθρώπινων και διαρκών αιτημάτων, όταν πέφτουν στα χέρια των θεολόγων. Γιατί η θεολογία κάθε μορφής, όπως και η πολιτική, έρχεται να «τακτοποιήσει» το όραμα και την εξέγερση, τεμαχίζοντας τη βαθύτερη αλήθεια τους σε δόγματα. Δεν είναι καθόλου περίεργο το ότι αυτοί που ρητορεύουν πιο κραυγαλέα απ’ όλους για τις «χαμένες μας ρίζες» χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα και τα ίδια επιχειρήματα με τους υποτιθέμενους αντίποδές τους,  τους πολιτικάντηδες όλων των αποχρώσεων, εναντίον των «φθοροποιών ιδεών της Δύσης», εναντίον των «κακών ξένων» που απειλούν ν’ αφανίσουν την «εθνική μας ταυτότητα».

Αφήνουμε κατά μέρος τον κύριο κορμό της «ορθόδοξης παράδοσης» κι αναφερόμαστε κατευθείαν στις πιο επιπόλαιες σημερινές της εκβλαστήσεις, που φέρουν όλη την ευθύνη για τη χυδαιοποίηση κάθε αυθεντικής παραδοσιακής αξίας μέσα στον κρυπτοπολιτικό ψευδομυστικισμό της νεοελληνικής ιδεολογίας. Οι σύγχρονες sophisticated εκδοχές της χριστιανικής ελληνορθοδοξίας γελοιοποιούνται, τουριστικοποιούνται και αναιρούνται από τους ίδιους τους ανομολόγητα πολιτικοποιημένους φορείς τους.

Ένας νέος χριστιανός θεολόγος (Πολιτιστική παράδοση και πολιτιστική αλήθεια σήμερα. Μια συνέντευξη του Χρ. Γιανναρά στο περιοδ. ΑΝΤΙ 15/11/1975) νομίζει πως ανακαλύπτει το ιδανικό του σ’ εκείνον το γερο-ψαρά που είναι κομμουνιστής όχι από λογική πεποίθηση αλλά από υπαρξιακή ανάγκη (από «δίψα δικαιοσύνης»). Αλλά ενώ διαπιστώνει το βαθύ χάσμα ανάμεσα στην πολιτική των ηγεσιών και στην ηθική ποιότητα του γερο-ψαρά, ταυτόχρονα επιχειρεί να στριμώξει αυτή την ποιότητα (που την θεωρεί «έξω» από την πολιτική) μέσα σε μιαν άλλη στρούγκα. Μέμφεται μάλιστα την εκκλησιαστική ηγεσία που αφήνει, υποτίθεται, ανεκμετάλλευτο αυτό το πλούσιο λαϊκό κοίτασμα· και την μέμφεται με τη ρεφορμιστική γλώσσα που χρησιμοποιεί ο πεφωτισμένος σταλινικός Γκαρωντύ αντιπολιτευόμενος τον παραδοσιακό σταλινισμό. Γιατί κάθε «αντιπολίτευση» προϋποθέτει μια κατ’ αρχήν αποδοχή· κι ο «φωτισμένος» θεολόγος αποδέχεται κατ’ αρχήν τον δικό του «σταλινισμό», τον δικό του «φασισμό», το δικό του «κόμμα» –δηλ. την εκκλησία που την θεωρεί μάλιστα «μόνη που θα μπορούσε να μιλήσει τίμια και αφτιασίδωτα τη γλώσσα του ψαρά».

Έτσι ο «απλός ψαράς» χρειάζεται και στους μεν και στους δε και χρειάζεται έτσι όπως είναι, ή έτσι όπως τον θέλουν να είναι: «αγνός» και «ταπεινός». Τον χρειάζονται και οι μεν και οι δε σαν άγιο, δηλ. σαν θύμα, για να μεταφράζουνε τα πάθη του σε ψήφους ή να φτιάχνουν με το αίμα του μπογιά για κάθε λογής εικονίσματα. Σ’ αυτό συμπίπτουν πολιτικοί και θεολόγοι όσο κι αν ρητορεύουν ο ένας εναντίον του άλλου και οι δυο μαζί υπέρ ενός «λαού» που είναι η βάση κάθε εξουσιαστικού αντιδιανοουμενισμού. Η Sancta Simplicitas που έκανε κάποτε δυνατά τα οράματα ήταν ακόμα και τότε στην υπηρεσία μιας εξουσίας που έστελνε στην πυρά τους αιρετικούς. Αυτή η λαϊκή «απλοϊκότητα» πραγματοποιείται σήμερα στο χυδαίο επίπεδο μιας «πονηρεμένης» βαρβαρότητας, ευνοημένης από τις πολιτικές θεολογίες. Οι σύγχρονοι καθεδρικοί ναοί της Πίστεως είναι χτισμένοι στα Νταχάου και τις Σιβηρίες. Η «απλότητα» και η «αθωότητα» όπως τα εννοεί ο Έλιοτ στο «Δάντη» του οδηγούν, οδήγησαν ήδη, στον δεξιό και στον «αριστερό» αντιδιανοουμενισμό, δηλ. απ’ τον ένα ή τον άλλο δρόμο, στον φασιστικό λαϊκισμό.

RWPopulism

Ο λαϊκισμός ήταν πάντα υπόθεση της εξουσίας, όχι των λαών. Το πολιτικό πρόβλημα της ανθρωπότητας είναι καταχωνιασμένο βαθιά μέσα στην ψυχή της και συνοψίζεται στο πώς να σωθεί απ’ τους «σωτήρες» της, πώς ν’ απελευθερωθεί από τους «απελευθερωτές» της. Η ελευθερία μέσα στην ιστορία δεν ήταν ποτέ τίποτα άλλο απ’ την ελευθερία κάποιων να κυριαρχούν πάνω σε κάποιους. Η συσπείρωση κατά των ισχυρότερων μετέφερε απλώς το πρόβλημα απ’ το βιολογικό στο κοινωνικό επίπεδο. Αλλά η «πρόοδος» δηλ. η μεταβίβαση της κυριαρχίας από την «αριστοκρατία» στη «δημοκρατία» δεν έλυσε το πρόβλημα, όπως δεν το έλυσε κι η αντικατάσταση των καθαρόαιμων ευγενικών κτηνών από το άβουλο και περιοδικά μνησίκακο κοπάδι· γιατί απ’ αυτό το κοπάδι που μαντρώθηκε πια στην ιστορία παράγεται τόσο ο «ήρωας» ή ο «υπεράνθρωπος» όσο και το πολιτικό κατοικίδιο των δημοκρατιών –διχάζοντας έτσι το ανθρώπινο πρόσωπο σε δυο αποτρόπαιες μάσκες. Η «κριτική» στο παρελθόν δεν μπορεί να γίνει απ’ τη σκοπιά του μέλλοντος. Το παρόν είναι που κρίνει την εκλογή μας.

Δεν θέλουμε ούτε αυτό που η ανθρωπότητα ονειρεύεται με φρίκη και σκοτεινή αγαλλίαση σαν «παρελθόν» της, ούτε αυτό που ευαγγελίζονται οι ψυχροί προφήτες της τεχνοκρατίας –γιατί δεν είμαστε ούτε με το παρελθόν ούτε με το μέλλον. Θέλουμε δεν θέλουμε, αποτελεσματικά ή ατελέσφορα, υπερασπιζόμαστε το τώρα, το σκαλοπάτι που φτάσαμε μπουσουλώντας, σκαρφαλώνοντας, σκοτώνοντας, τραγουδώντας ή κλαίγοντας –υπερασπιζόμαστε πάντα αυτό που είμαστε.

Ave Imperator, moriturī te salutant*

Δεκεμβρίου 22, 2021

Ναι, φταίνε οι ανεμβολίαστοι για όλα. Για την εξάπλωση του ιού, για τους θανάτους, για τις διασωληνώσεις, για την οικονομία, για τον Ερντογάν, για την έκθεση Τσιόδρα – Λύτρα. Για τα πάντα και για πιο πολλά ακόμη. Ακόμα και για την  διαρκή παραγωγή μεταλλάξεων, ως απάντηση του ιού στο φράγμα που υψώνει απέναντι του το καθαρό(!!)  αιματάκι τους.

Ναι, φταίνε οι εμβολιασμένοι που ενώ αρπάνε κανονικά  τη νόσο και τη μεταδίδουν, επιμένουν να θέλουν να πάνε σε ταβέρνες, σινεμά και θέατρα. Σε μπουζούκια και κουτούκια και όπου γουστάρουν και αγαπούν. Και χωρίς τεστ και χωρίς τίποτα. Φταίνε ακόμα και για την  διαρκή παραγωγή μεταλλάξεων, ως απάντηση του ιού στο φράγμα που υψώνει απέναντι του η κάθε δόση εμβολίου που μπαίνει στο μολυσμένο από  ρυπαρό m-RNA, που μπορεί και να μεταλλάξει ακόμα και το γνήσιο, το ελληνικό Ιχώρ και να το κάνει m-Ιχώρ.

 

Όχι δεν φταίει η κυβερνησάρα που δεν έχουμε ΜΕΘ και νοσοκομεία για να αντιμετωπίσουμε το κακό. Τι θα πει πως είχε χρόνο να ετοιμάσει την κατάσταση αλλά επέλεξε να ξύνεται; Τι θα πει πως ο πρωθυπουργάρας έγραψε στα αρχεία του την έκθεση των συμβούλων του και ειδικά του οσίου Σωτήρη, ο οποίος  αποδείχθηκε και ανεπαρκής ως άνθρωπος και δεινός οσφυοκάμπτης  τελικά. Και αν για τον μηχανικό, κανείς δεν δίνει δεκάρα για το τι άνθρωπος είναι αφού η σχέση του διαμεσολαβείται από σχέδια, μπετά και σίδερα, που περνάνε τελικά και από 40 ελέγχους, άδειες και επαληθεύσεις, για τον γιατρό η ιδιότητα του ανθρώπου είναι εκ των ων ουκ άνευ. Είναι αυτή η ευαίσθητη προσωπική σχέση με τον ασθενή που τον καθιστά τη σιωπή του και την αδιαφορία του, εγκληματικές. Παραδείγματα «φακελοστόλιστων γιατρών» και της εκτίμησης που έχει η κοινωνία στο πρόσωπο τους, έχουμε όλοι. Αλλά άλλο είναι να έχουμε μπροστά μας έναν γιατρό και έναν ασθενή και άλλο τον ειδήμονα  και μία ολόκληρη κοινωνία που περιμένει από τον ρυθμιστή της ζωής της να αποφασίσει για το καλό της και το μέλλον της.  

 

Ποιος θα εμπιστευτεί τον Χατζηαβάτη σε ιατρική πράξη; Ακόμα και αν τέλειωσε το Χάρβαρντ του Βεζύρη του και η υπακοή στα κελεύσματα του είναι υποχρεωτική.  Κανείς δεν χάνει την τιμή του όταν έχει ήδη επιλέξει τον αυτοεξευτελισμό, σαν τον ήρωα μας. Ο αυτοεξευτελισμός είναι ασφαλής επιλογή για να αποφύγει κανείς την ξεφτίλα αλλά είναι και εξίσου ασφαλής για να χάσει κανείς δια παντός την αξιοπιστία του. Κανένα κουρέλι δεν είναι ούτε μπορεί να γίνει αξιόπιστο. Μπορεί όμως να αναλάβει υπουργείο, σε αντιστάθμισμα της ξεπουλημένης αξιοπιστίας του. Ο Βεζύρης του, ο οποίος καλύπτεται πίσω από τη ρόμπα του οσίου, θα τον ανταμείψει πλουσιοπάροχα, μιας και του έκλεψε την αξιοπρέπεια του.

idiote

Και μετά μένει μία ολόκληρη κοινωνία να αναρωτιέται γιατί αφενός οι διοικήσεις δεν πείθουν τους ανεμβολίαστους να εμβολιαστούν. Γιατί δεν πείθονται οι εμβολιασμένοι πως ο εμβολιασμός είναι για το καλό τους.  Και γιατί ενώ οι προμήθειες εμβολίων είναι διαρκείς, οι προμήθειες φαρμάκων είναι ελάχιστες και αφορούν μόνο τα ακριβά σκευάσματα. Άντε τώρα να ρωτήσουμε και γιατί ενώ υπήρχε χρόνος δεν φτιάχτηκαν και δεν εξοπλίστηκαν καινούργιες ΜΕΘ.

Εμβολιασμένοι  και ανεμβολίαστοι ορμάτε στην αρένα. Η μάχη μπορεί να ξεκινήσει. Μόνο μη ξεχάσετε πριν αρχίσετε τη μάχη, να κοιτάξετε προς το θεωρείο και να φωνάξετε στον αυτοκράτορα  

*Χαίρε Αυτοκράτορα. Οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν

….θα αναπλάσουμε τον τόπο μας, θα δώσουμε στοιχεία νοτίων προαστίων

Β. Μπουρνούς – δήμαρχος Ραφήνας 7/11/2021

 

Αν στο μέλλον γραφτεί ένα βιβλίο, ένα χρονικό της καταστροφής της Αττικής, στο ειδικό κεφάλαιο που θα είναι αφιερωμένο στην ανατολική Αττική, η παραπάνω -πλήρης ελαφρότητας και κενή περιεχομένου- φράση του σημερινού  δημάρχου της Ραφήνας, θα πρέπει να αποτελέσει  το συμπύκνωμα των αιτίων της καταστροφής. Θα αποτελεί την κατακλείδα της έρευνας που θα αναζητά τους υπεύθυνους για την εξαφάνιση του μοναδικού αυτού τόπου.

Η πλήρης και ακριβής φράση, της οποίας τμήμα είναι το παράθεμα της αρχής του κειμένου μας, αναφέρεται μεταξύ πολλών άλλων και στα έργα αλλοίωσης της φυσικής ακτογραμμής της Ραφήνας, σε πλάτος που εισβάλει στον πολεοδομικό ιστό: «…..μέσω των χρημάτων που θα έρθουν στην περιοχή μας για την αποκατάσταση των υποδομών μετά την μεγάλη καταστροφή που έγινε το 2018, θα αναπλάσουμε τον τόπο μας, θα δώσουμε στοιχεία νοτίων προαστίων»*. Είναι μία φράση που μοιάζει να είναι βγαλμένη από παλιά ηθογραφία, ή κωμωδία σαν τη «μαντάμ Σουσού» του Ψαθά ή το «Υπάρχει και φιλότιμο»** των Γιαννακόπουλου Σακελλάριου και έχει διπλό νόημα: 

Αφενός η φράση καθαυτή φανερώνει έναν επαρχιωτισμό και μία αδικαιολόγητα συμπλεγματική στάση, η οποία θεωρεί πως η ανατολική παραλία της Αττικής υστερεί σε σχέση με τη νότια - νοτιοδυτική. Αλήθεια τι μπορεί να ζηλέψει η Χαμολιά, η Βραυρώνα, οι Μαρίκες, το Μπλε Λιμανάκι, το Κόκκινο Λιμανάκι, το καμένο Μάτι, η δημοφιλής αλλά πολλάκις βιασθείσα παραλία Ζούμπερι, ο Σχοινιάς η Ραμνούντα ή ο Βαρνάβας και το Σέσι, από την παραλία της Γλυφάδας, τα λιμανάκια της Βουλιαγμένης ή άλλες νοτιοδυτικές παραλίες;  Και μάλιστα με τις καλύτερες νότιες – νοτιοδυτικές να είναι αποκλεισμένες για τον κόσμο και να αποτελούν «διαμερίσματα» ξενοδοχείων πολυτελείας.

LEtatcmoi

L'État, c'est moi, είπε ο Λουδοβίκος της Ραφήνας και αποφάσισε : Νοτιοπροαστικοποίηση (μετά τα έριξε σε άλλους για καλό και για κακό)

Αφετέρου δείχνει έλλειψη αισθητικής και ανείπωτη άγνοια ή περιφρόνηση του βασικού συγκριτικού πλεονεκτήματος της ανατολικής Αττικής, που δεν είναι άλλο από την με κόπο επιβιώσασα  Αττική Φύση. Αν εκλείψει αυτή η Φύση, οι ανατολικές παραλίες θα είναι πια νεκρές και δεν θα υπάρχει λόγος σύγκρισης ή ανταγωνισμού με κανένα άλλο μέρος της Αττικής ή όπου αλλού. Κανένα κουφάρι δεν είναι ελκυστικό άλλωστε.

Psaxnoun gia tous foinikes

Άφησαν τις Βερσαλλίες και αναζητούν θέσεις για τους φοίνικες και τα μπανανόδεντρα στο Μπλε Λιμανάκι

 Mi_paralia.jpg

Η καλύτερη παραλία είναι η ανύπαρκτη παραλία για τους παραισθητικούς που πουλάνε τις παραισθήσεις και την άγνοια για "όραμα". Νότια προάστια

 

  • Ραφήνα. Η μικρή πόλη που θέλει να ασχημύνει  να γίνει κακέκτυπο του Πειραιά

Η απαράδεκτη ονείρωξη που περιέχεται ως στόχος στη φράση του δημάρχου, προοιωνίζεται πολλά δεινά για τον τόπο. Αλλοίωση φυσικών χαρακτηριστικών, ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, οπτική, φυσική και χημική ρύπανση. Ένα κομμάτι από αυτά τα δεινά, που το ζήσαμε και το ζούμε τα τελευταία χρόνια στη Ραφήνα κυρίως αλλά και στο Πικέρμι, είναι ο συστηματικός αφανισμός της αστικής και περιαστικής βλάστησης, ειδικά των δέντρων.

Είναι γνωστές, οι πολλές και συστηματικές υλοτομίες*** των «εχθρών πεύκων» μέσα από τον αστικό ιστό της Ραφήνας, με κάθε πρόσχημα, κατασκευασμένο ή μη.  Ακόμα και γιατί μπορεί να «ενοχλούν»  τους αστούς (!!!) της μικρής πόλης και ο αφανισμός τους μπορεί να αποτελέσει «εξυπηρέτηση» ή καλοπουλημένη εκδούλευση. Τώρα αυτό το νοσηρό φαινόμενο εντατικοποιήθηκε. Με τα έργα «νοτιοπροαστικοποίησης» αφανίστηκαν ώριμες και λειτουργικές δενδροστοιχίες, όπως για παράδειγμα, τα αρμυρίκια που είχαν μεταφυτευθεί στο Μπλε Λιμανάκι, από τον χώρο απέναντι από το δημαρχείο της πόλης.

  • Μία άρρωστη ατμόσφαιρα

Μέσα στην άρρωστη ατμόσφαιρα των ορατών αλλά ακόμα θεωρούμενων ως «ενδεχόμενων» συνδιαλλαγών, στον ζόφο των έργων «για τα έργα» και «για τα μάτια», η Φύση υποχωρεί. Οι διαρκώς επαγγελλόμενες «αποκαταστάσεις» αποτελούν στην ουσία παραπλάνηση. Αποτελούν προπέτασμα καπνού και στάχτη στα μάτια των ανθρώπων, που αποχαυνωμένοι ή απορροφημένοι από την καθημερινότητα, δέχονται ως αλήθεια το εξόφθαλμο ψέμα. Ίσως γιατί δεν έχουν χρ'ονο αλλά ούτε και την απαραίτητη, ανόθευτη και σφαιρική πληροφόρηση, ενώ λαμβάνουν και καταναλώνουν  εκόντες – άκοντες, άφθονη παραπληροφόρηση.

Οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν πως αυτό που τους κλέβουν, δεν πρόκειται να το ξαναδούν. Και πολύ παραπάνω, το ότι τους το κλέβουν για το κέρδος κάποιων αόριστων ή αόρατων «επενδυτών» που έρχονται για να καταναλώσουν και να φύγουν, αφού αποκομίσουν τα μέγιστα οφέλη και όχι βέβαια για το δημόσιο καλό.

Megaleia

Αστέρας. Αποκλεισμένη για τους πλήβείους παραλία, εκτός αν πληρώσουν 22 ευρώ το κεφάλι. Γη συνταγματικά δημόσια, παραχωρημένη δε στον Αστέρα Βουλιαγμένης

 

  • Το κοινό (το δημόσιο) καλό

Η έννοια που πάνω της χτίζονται ή γκρεμίζονται τόποι και κοινωνίες, χρησιμοποιείται πάντα ως κριτήριο για την επιλογή στρατηγικών, τακτικών ή άμεσων στόχων και είναι το δημόσιο (ή κοινό) καλό. Με αυτό ως κριτήριο υποτίθεται πως σχεδιάζεται το μέλλον τόπων, πόλεων και εντέλει της ίδια της χώρας. Ποιο είναι όμως το «κοινό καλό»;

Ως κοινό καλό προβάλλεται πάντα αυτό που έχει θέσει ως στόχο η κάθε εξουσία, προκειμένου να κατασκευάσει την αναγκαία  συναίνεση για τους σχεδιασμούς της. Με λίγα λόγια, τις περισσότερες φορές , αυτό που προβάλλεται ως κοινό καλό, δεν είναι ούτε «κοινό» ούτε καλό. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη μεγαλύτερη υποδομή που εγκαταστάθηκε στην ανατολική Αττική. Το αεροδρόμιο στα Σπάτα. Πέρα από την κερδοφορία των μεταφορών που αυξήθηκε και που κατευθύνθηκε σε ιδιώτες, το δημόσιο έλαβε ελάχιστο κλάσμα και οι κάτοικοι και ο τόπος στον οποίο εντοπίζεται η «πλουτοπαραγωγική δραστηριότητα» έλαβε –εκτός από τον θόρυβο και την αύξηση του φόρτου κίνησης- απλά μπιχλιμπίδια και καθρεφτάκια****. Ήταν το "ευχαριστώ για την ανοχή σας". Και ο κόσμος έμεινε άφωνος και εθαύμασε και ευχαρίστησε τον ευεργέτη του.....

mowerΤο κοινό καλό επιβάλλει ανοχή και αντοχή στην ηχορρύπανση και όποιος αντέξει αμείβεται με χλοοκοπτικό! 

 

Τα ίδια θα γίνουν και με την σχεδιαζόμενη έλευση του προαστιακού και της Αττικής οδού στη Ραφήνα. Το προαπαιτούμενο έργο της τσιμεντοποίησης του Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας θα καταστρέψει την ισορροπία του τόπου. Θα εξαφανίσει οικοτόπους και ρυθμιστικούς – σταθεροποιητικούς  παράγοντες για την επίτευξη ασφαλούς διαβίωσης του οικονομούντος ανθρώπου στον τόπο. Αλλά το επίσημο αφήγημα της εξουσίας, που είναι στην υπηρεσία των μεγάλων επιχειρήσεων, ονομάζει την καταστροφή «ανάπτυξη» και μάλιστα «για το κοινό καλό». Βέβαια στις φυσικές καταστροφές που θα προκαλέσει η ανατροπή των φυσικών ισορροπιών, τη νύφη θα την πληρώσει ο κάτοικος και όχι η κερδοσκοπούσα  από τις καταστροφικές παρεμβάσεις, επιχείρηση ή οι πλασιέ της. Και πολύ περισσότερο δεν θα την πληρώσει αυτός που θα καρπωθεί κέρδη από το τεράστιο real estate που θα γίνει πάνω στην τελευταία τεράστια, αδόμητη έκταση της Αττικής. Την Πετρέζα, την αγία προστάτη της Ραφήνας και πλημμυρικό πεδίο του Μεγάλου Ρέματος. Αλλά για την καταστροφή που θα σαρώσει και για την οποία όλοι οι σοβαρολι επιστήμονες προειδοποιούν από σήμερα, θα φταίει η κλιματική αλλαγή και τα ακραία φαινόμενα. Μόνο ακραίο η ανθρώπινη απληστία που εκμεταλλεύεται την ανθρώπινη βλακεία

Επίσημα η διοίκηση παραπλανά τους κατοίκους, βαφτίζοντας τις παρεμβάσεις των κερδοσκόπων ως «αντιπλημμυρική θωράκιση». Μία θωράκιση από έναν ανύπαρκτο εχθρό, αφού μία, δύο ή τρεις ασήμαντες πλημμύρες σε 60 χρόνια δεν συνιστούν απειλή. Και επιπλέον στο όνομα της «θωράκισης» αφενός σχεδιάζουν με ορίζοντα και χρόνο επαναφοράς των φαινομένων την 20ετία και αφετέρου θέλουν να καταστρέψουν τον πραγματικό προστάτη του τόπου από τις  πλημμύρες, την αγία Πετρέζα. Αλλά είπαμε, Τη νύφη την πληρώνει ο παραπλανημένος κάτοικος ενώ τα οφέλη τα παίρνουν άλλοι.

Τα ίδια και με τις παρεμβάσεις στο Πράσινο και Μπλε Λιμανάκι. Θέλουν να αλλάξουν την πόλη για να ταιριάξει καλύτερα στο επερχόμενο master plan του κυρίαρχου λιμανιού. Η Φύση και οι γραμμές της πρέπει να υποχωρήσουν και δοθεί χώρος στις υπερυποδομές. Για το «κοινό καλό». Μόνο ας αναρωτηθούμε οι κάτοικοι για το αν θέλαμε ένα τέτοιο καλό γιατί δεν πήγαμε να μείνουμε στον Πειραιά (πχ) που έχει και παραλιακό περίπατο και λιμάνι και αντί αυτών, ήρθαμε να μείνουμε στην περιοχή αυτή;

Αυτά λοιπόν και για την έννοια του «κοινού καλού» την οποία οι διοικήσεις κάνουν λάστιχο για να πετύχουν τον ανίερο στόχο τους και να επιρρίψουν την ευθύνη της αστοχίας στους δημότες. Για το «κοινό καλό» τους, πάντα, αφού επιθυμούν (όσοι δεν αντιδρούν) μία εικόνα «νοτίων προαστίων» για την πόλη τους, όπως λέει και ο δήμαρχος

Παραπομπές:

*          Όπως μας μεταφέρεται από το έγκυρο (και με άποψη) site RPN σε κείμενο της 7/11/2021   με τίτλο «Ένας πανέμορφος δρόμος περιπάτου θα ενώνει τον Άγιο Νικόλαο της Ραφήνας με το Μάτι!»

**        Μοιάζει με σενάριο διεστραμμένης φαντασίας το ότι η ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο» γυρίστηκε στην Παλλήνη, στο κτήμα Καμπά και πολύ κοντά στο Μεγάλο Ρέμα

***      «Κοπές» τις ονομάζει το δημοτικό συμβούλιο που δεν υπάρχει εδώ και δύο χρόνια

****      Τι άλλο μπορεί να είναι τα παρκάκια, οι σκούπες και τα  τρακτεράκια ως αποζημίωση για τον συνεχή θόρυβο και τις επιπτώσεις του στην υγεία των δημοτών;

-Σου δίνω την υγεία των δημοτών μου και μου δίνεις τρακτεράκι.

-Δεν απαντά κανείς, άρα έτσι πρέπει να είναι

 

Πρόσθετες πληροφορίες

Πάρτε και μία ιδέα από διαφημιστική ανάρτηση των ακτών των νοτίων προαστίων και με αναφορά στο πόσο κοστίζει η βουτιά για τους κοινούς θνητούς σ’ αυτές τις εξωτικές και παράταιρες, αττικές παραλίες

Πάρτε και μία ιδέα από την «άλλη όψη» των ακτών των νοτίων προαστίων (σε καιρό κρίσης 2017 αλλά η κρίση όπως και οι εικόνες είναι ακόμα εδώ)

Συγκρίνετε και αποφασίστε αν τελικά θέλετε την  Ραφήνα συνοικία της Αθήνας με παραλία σαν τον νέο μώλο της Δραπετσώνας και ακτές που θα προσεγγίζετε με 22 ευρώ το κεφάλι.

Pic3

Δύο εικόνες από το όραμα που έχουν οι εξουσίες για την πόλη της Ραφήνας. Πάνω, σε μία εικόνα, μαζί και το πρίν και το μετά, που έρχεται να επικρατήσει.

Στην κάτω, αριστερά το παρόν και  δεξιά το αύριο που θέλουν για το Μεγάλο Ρέμα της Ραφήνας. Για το κοινό καλό πάντα...

Enakalyteroavrio

Σε μία πόλη που η προφανής αδιαφορία των δημοτών για τα κοινά έχει αφήσει ελεύθερο πεδίο σε εκείνους  -ας τους αποκαλέσουμε ευφημιστικά "επενδυτές της διοίκησης και αυτοδιοίκησης"- να αλωνίζουν ασύδοτα και να προκαλούν ανεπανόρθωτες ζημιές για το κοινωνικό σύνολο και το μέλλον του τόπου, υπάρχουν ακόμα κάποποιοι που αντιστέκονται. Και αντιστέκονται με όπλο και συμπαραστάτη το δίκαιο του ανθρώπου που θέλει να προστατέψει τη γη και το περιβάλλον από τους κάπηλους αλλά και την ίδια τη νομοθεσία του ελληνικού κράτους. Άλλες φορές οι αγώνες αυτοί χάνονται και άλλες κερδίζονται, αλλά όσο υπάρχουν αυτοί που κερδοσκοπούν πάνω στην επέκταση του πολεοδομικού τέρατος της Αθήνας μέχρι να σκεπάσει όλη την Αττική, τόσο θα υπάρχουν και εκείνοι που αντιστέκονται*. Το δίλημμα είναι ένα. Με το τέρας ή μετον άνθρωπο; Οι -συνδεδεμένοι με τους πακτωλούς της εξουσίας- "οραματιστές - επενδυτές" το έχουν λύσει το πρόβλημα. Είναι με το τέρας, αφού αυτό ξερνά τσιμέντα και ρύπανση άρα και λεφτά. Είναι απλό και μάλιστα υποστηρίζόμενο και επιδοτούμενο από κρατικές υπηρεσίες, τράπεζες και κυβερνήσεις μαζί με τους διάφορους αόρατους, εκτελεστικούς  βραχίονες τους.

Οι απέναντι μένουν να αγωνίζονται με κόπο και δικά τους έξοδα, αφού η αξιοπρέπεια και το ανάστημα έχουν και έξοδα και κόπο. Αλλιώς μία θέση εξ ευωνύμων του τέρατος θα ήταν πάντα διαθέσιμη γι΄αυτούς. Αλλά εκείνοι επιμένουν να αγαπούν τον τόπο τους και να παίρνουν θέση αντίθετη στο τέρας και τους υπηρέτες του, Μία τέτοια περίπτωση θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι και οι άνθρωποι που αγωνίζονται κατά της επιχείρησης αλλοιωσης της ακτογραμμής της Ραφήνας, σε Πράσινο και Μπλε Λιμανάκι, από τα τσιμεντένια οράματα που τελικά αποτελούν αναπτυξιακές παραισθήσεις και εντέλει καταδίκη σε αφανισμό, ενός ακόμα όμορφου τμήματος της ανατολικής ακτής της Αττικής. Στην Attica Voice έχουμε φιλοξενήσει πολλάκις δημοσιεύματα και καταγγελίες κατοίκων για την παράνομη δραστηριότητα που οργιάζει στις δύο αυτές περιοχές. Σήμερα αναρτούμε κείμενο των κατοίκων όπου συνοψίζουν τα τελευταία γεγονότα και μας προσφέρουν συνολική ενημέρωση για τα όσα έχουν συμβεί μέχρι σήμερα με τα παράνομα έργα στο Μπλε Λιμανάκι. Παράνομα μεν συνεχιζόμενα δε αφού οι προαναφερθέντες "βραχίονες" εξασφαλίζουν μία ασυλία στους παρανομούντες με νομότυπα ή άλλα μέσα.

Συνημμένο το κείμενο των κατοίκων σε αρχείο PDF που προσφέρεται και για download αλλά και για online ανάγνωση και φυσικά και για διαμοιρασμό (share)

 Al1

 *Είναι άραγε τυχαίο πως πολλοί παλιοί κάτοικοι της ανατολικής Αττικής ονειρεύονται για τον τον τόπο τους ένα τσιμεντένιο μέλλον ενώ μεγάλο μέρος όσων κατοίκησαν εκεί,  προερχόμενοι από το κέντρο της Αθήνας και μεγαλωμένοισ' αυτό, αγωνίζονται για τη διατήρηση της φύσης και του χαρακτήρα του νέου τους τόπου;

Πριν περάσει και πολλή ώρα και σίγουρα πριν αλλάξει η μέρα, από την ώρα που γράφαμε για την δράση της ΚΠΑΜΡΡ στο Μπλε Λιμανάκι και τη διαμαρτυρία για τις συνεχιζόμενες καταστροφές από τις εργασίες ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ που εκτελούνται εκεί, λάβαμε την παρακάτω επιστολή καταγγελίας από τους κατοίκους που προσπαθούν να προστατέψουν το Μπλε Λιμανάκι. Αφορά εργασίες που εκτελούνται στο Πράσινο Λιμανάκι και οι οποίες είναι στα πλαίσια του έργου που εκτελείται στο Μπλε. Δεν χρειάζεται βέβαια να το γράψουμε εδω, αφού θα το μαντέψατε.

ΝΑΙ και εδώ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ. Ζουμε σε χωρα κωμωδία που τελικά νόμος είναι το δίκιο του ισχυρού, όποιος αν είναι αυτός. Διαβάστε την επιστολή που λάβαμε από τους κατοίκους και θα καταλάβετε πολλά, από την  ανεξήγητη (για εμάς μόνο τελικά) στάση της αστυνομίας και σε αυτή την περίπτωση

 

ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΧΩΜΑΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΛΙΜΑΝΑΚΙ (ελήφθη με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο τμν Κυριακή 19/12/2021 21:26)

Παράνομες (χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση) χωματουργικές εργασίες για την κατασκευή νέου τεχνικού οχετού ρέματος εκτελούνται από 16/12/2021 μέσα και δίπλα στην κοίτη του ρέματος, που εκβάλλει στο Πράσινο Λιμανάκι Ραφήνας (δίπλα στο Μπλε Λιμανάκι) και σε μικρή απόσταση από την Χερσαία Ζώνη Λιμένος και τον αιγιαλό. Οι εργασίες εντάσσονται στο πλαίσιο του ίδιου έργου που αφορά και το Μπλε Λιμανάκι και εκτελείται από το Υπουργείο Υποδομών σε προγραμματική σύμβαση με το Δήμο Ραφήνας-Πικερμίου και ανάδοχο την εταιρεία «INTRAKAT».

Ακολουθούν οι φωτογραφίες της από 16.12.2021 διάνοιξης και της σημερινής από 19.12.2021 κατάστασης (και η φωτογραφία του τίτλου του παρόντος).

 p1

p4

p0

Οι εργασίες αυτές είναι παράνομες, στο μέτρο που εκτελούνται χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση:

  • επειδή πρόκειται για έργο υποδομής με έντονη την ανάγκη για εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων λόγω της τοποθεσίας του (συνδυαστικά ρέμα, χερσαία ζώνη λιμένος και αιγιαλός).
  • επειδή πρόκειται για νέα διάνοιξη (έστω και προσωρινή), που απαγορεύεται ρητά χωρίς προηγούμενη περιβαλλοντική αδειοδότηση σύμφωνα με το από 2.3.2021 έγγραφο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας
  • επειδή η δυνατότητα εξαίρεσης από την υποχρέωση περιβαλλοντικής αδειοδότησης αφορά μόνον τα έργα που απαιτούνται για την άμεση αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και όχι αυτά που γίνονται αργότερα, ακόμη και με σκοπό την πρόληψη άλλης τυχόν μελλοντικής φυσικής καταστροφής (Οδηγία 2014/52).

Το γεγονός καταγγείλαμε στις 16.12.2021 στο Κεντρικό Λιμεναρχείο Ραφήνας, τον Οργανισμό Λιμένος Ραφήνας, το Γενικό Γραμματέα Λιμένων και Λιμενικής Πολιτικής του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, τον Γενικό Γραμματέα Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και το Τμήμα Επιθεώρησης Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ.
Το Λιμεναρχείο διενήργησε αυτοψία στις  και μας απάντησε ότι δεν έχει αρμοδιότητα γιατί το συγκεκριμένο σημείο βρίσκεται εκτός της Χερσαίας Ζώνης Λιμένος. Η καταγγελία μας παραπέμφθηκε στην Αστυνομία, χωρίς μέχρι σήμερα καμία ενημέρωσή μας.  


Παράλληλα, με την από 17.12.2021 επιστολή μας ζητήσαμε από τον Οργανισμό Λιμένος Ραφήνας τη χορήγηση των σχετικών οριζοντιογραφιών και του τεύχους «Μελέτη Αποχέτευσης Ομβρίων» του ως άνω έργου, όπου εμφαίνεται η προβλεπόμενη κατασκευή νέου τεχνικού οχετού ρέματος στο Πράσινο Λιμανάκι και η θέση του σε σχέση με την Χερσαία Ζώνη Λιμένος και τον αιγιαλό.

Θυμίζουμε ότι ακόμη δεν έχουν απομακρυνθεί τα μπάζα από την κοίτη του ρέματος και τα παρανόμως εκσκαφέντα πρανή στο Μπλε Λιμανάκι, με αποτέλεσμα κάθε φορά που βρέχει να προκαλείται σημαντική θαλάσσια ρύπανση από την παράσυρσή τους στη θάλασσα. Το ίδιο θα συμβεί και στο Πράσινο Λιμανάκι με τις επόμενες βροχές.

Είναι προφανής η προσπάθεια δημιουργίας τετελεσμένων, που όμως δεν συνάδουν με τον δημόσιο χαρακτήρα και τη δημόσια χρηματοδότηση του έργου, ενώ εξάλλου αποτελούν κατάφωρη παραβίαση του εθνικού και ενωσιακού δικαίου του περιβάλλοντος.

 

Ντέτα Πετρόγλου

Γιώργος Αποστολόπουλος

Al1

Το σήμα της απαγόρευσης εισόδου θα μονιμοποιηθεί σιγά σιγά, τόσο για το Πράσινο όσο και για το Μπλε Λιμανακι

Σήμερα 19/12/2021, μέλη της Κίνησης για την Προστασία και Ανάδειξη του Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας, προχώρησαν σε μία συμβολική δράση. Σε μία δράση αφύπνισης και κατάδειξης του λάθος δρόμου που έχουν πάρει τα πράγματα στη Ραφήνα και το Πικέρμι. Μέσα στην ζοφερή ατμόσφαιρα που έχει επικρατήσει στον δήμο Ραφήνας – Πικερμίου, όπου δικαίωμα λόγου έχει μόνο ένας και οι αυλικοί του. Εκεί που έχει πάψει να υφίσταται δημόσια διαβούλευση για τα κοινά, ήδη από το 2016 και δεν υπάρχει δημοτικό συμβούλιο εδώ και 2 χρόνια. Εκεί που λαμβάνουν χώρα περιβαλλοντικά εγκλήματα, που θα αποδειχθούν και εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ζωής. Εκεί η ΚΠΑΜΡΡ προχώρησε σε φύτευση Αρμυρικιών στο Μπλε Λιμανάκι, στο σημείο που έκοψαν τα προηγούμενα, τα συνεργεία που εκτελούν έργα χωρίς περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Ακολούθησε η φύτευση Φράξων (Μέλεγων) στην παραρεμάτια ζώνη, επεκτείνοντας και ενισχύοντας έτσι τη φυτεία που είχαν ξεκινήσει τα παιδιά του 4ου δημοτικού σχολείου, με πικροδάφνες.

Ανθρώπινες και κατοικήσιμες πόλεις είναι εκείνες που διαθέτουν αστικά και περιαστικά δάση. Που διαθέτουν χώρους  πρασίνου σε ικανή αναλογία προς τον πληθυσμό τους  εντός του ιστού τους. Δεν είναι οι «Ριβιέρες» και πολύ περισσότερο οι «βλαχοριβιέρες» που καμία σχέση δεν έχουν με το πέριξ φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον.

A2

B1

B2

B4

 

ΥΓ Αντιπαρερχόμαστε (προς το παρόν) τη χρήση χρημάτων που προορίζονταν για την αποκατάσταση των πυρόπληκτων περιοχών και σε καμία περίπτωση για νέα και άσχετα με αποκατάσταση πυρόπληκτων, έργα. Ενδιαδφέρον θα είχε η θέση των πυρόπληκτων για τη χρήση των σχετικών πόρων

Το ότι ο Μητσοτάκης είναι ακραία νεοφιλελεύθερος και οπαδός της κοινωνικής ζούγκλας, της κατάστασης εκείνης που το ανώτερο σαρκοβόρο θα τραφεί με τη σάρκα του κατώτερου στην κοινωνική τροφική αλυσίδα, είναι γνωστό. Είναι βαθιά εδραιωμένο ήδη από τα χρόνια που τον έστειλε ο μπαμπάκας του (ξέρετε εκείνος που είχε τρία κουτάλια στην Κατοχή και έτρωγε από τρία συσσίτια, τρεις φασολάδες "ανάλατες" την ώρα που συμπατριώτες του πέθαιναν στους δρόμους της Αθήνας, δίπλα του, από την πείνα, καταστρέφοντας τον μεσημαριανό ύπνο του "πολιτικού όντος" της οικογένειας Μητσοτάκη. Ο ισχυρός (ο φοιτητής της Νομικής Κ. Μητσοτάκης έτρωγε τις φασολάδες του χωρίς ενοχές, αφού ήταν ο ισχυρός, ο ανώτερος, Οι άλλοι ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν, με κανόνα την ταξική διάιρεση της τότε κοινωνίας. Όπως και σήμερα, οι φτωχοί είναι καταδικασμένοι να πεθάνουν αφού αταβιστικά, η πείναι και ο κολασμός της, έφτασε μέχρι τις ημέρες μας με γνήσιο και αποτρόπαιο εκφραστή, τον μικρό γιο του τότε κουταλοκτήτη. Μόνο που τώρα οι πεινασμένοι πεθαίνουν αθόρυβα. Χωρίς να ενοχλούν τον ύπνο του απογόνου της Δυναστείας.

Ο Κυριάκος -Κούλης- Μητσοτάκης δεν έχει πρόβλημα να το παραδεχτεί . Όχι σε γλώσσα ελληνική ούτε και ευθέως. Το κάνει σαφές με τον τρόπο του. Τον γνωστό τρόπο που μπερδεύει τη γλώσσα και τη σκέψη και εκτοξεύει την πιο απάνθρωπη κουβέντα ως οργασμό βλακείας και δυεσερμήνευτο εποκορύφωμα ανοησίας. Έτσι, για ξεκάρφωμα ίσως.

Μιλώντας στην πολιτική (λέμε τώρα) επιτροπή της ΝΔ, εκτόξευσε το παρακάτω, αντιπαραθέτοντας στην ίδια πρόταση, στην ίδια ζυγαριά, τις απώλειες της πανδημίας με τις επιδόσεις της οικονομίας

"Οι απώλειες μας πληγώνουν. Και μας πληγώνουν πολύ. Ωστόσο αυτές κινούνται λίγο κάτω από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους ενώ οι επιδόσεις της κοινωνίας και της οικονομίας τους υπερβαίνουν"

Και όμως! Το είπε ο βρυκόλακας. Ακόμα και αν τους "πληγώνουν" οι απώλειες, συγκρινόμενες με τις επιδόσεις της οικονομίας, πρέπει να χαιρόμαστε. Δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμός. Το γιατί αυτός ο τύπος φέρει τον χαρακτηρισμό "άνθρωπος" είναι κάτι που ίσως ανακαλύψουν οι ψυχολόγοι και οι κοινωνιολόγοι του μακρινού, ίσως, μέλλοντος. 

Απολαύστε άλλη μία φορά το τι είπε ο Μητσοτάκης με την έγκριση και των λογογράφων του για να καταλάβετε τι κρύνεται πίσω από την ομοβροντία προπαγάνδας που δεχόμαστε καθημερινά. 

Το απόσπασμα από την ραδιοφωνική Ελληνοφρένεια


Warning: count(): Parameter must be an array or an object that implements Countable in /srv/disk3/2763186/www/atticavoice.gr/templates/ts_news247/html/com_k2/templates/default/user.php on line 269

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.