Στις 10 Μαρτίου του 2023 αναχώρησε ο μεγάλος λογοτέχνης Αλέξης Πάρνης. Είχαμε αποφασίσει να δημοσιεύσουμε ένα αφιέρωμα στο έργο της σημαντικής αυτής προσωπικότητας αλλά όσα δοκίμια και αν επιχειρούσαμε να γράψουμε, τα θεωρήσαμε πολύ φτωχά για το μέγεθος του. Έτσι εις μνήμην του λογοτέχνη που η διεθνής του ακτινοβολία δεν αμφισβητήθηκε ποτέ, τουλάχιστον σοβαρά (για να κάνουμε μία νύξη στα χρόνια που ακολούθησαν τον θάνατο του Ζαχαριάδη και τα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν λόγω της μη αποκήρυξης του εκ μέρους του συγγραφέα), αποφασίσαμε να αναδημοσιεύσουμε την τελευταία μεγάλη του συνέντευξη. Την έδωσε τον στην Έφη Μαρίνου και την Εφημερίδα των Συντακτών και δημοσιεύτηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 2018.
Στην εισαγωγή της η Έφη Μαρίνου σημειώνει:
Από τον ΕΛΑΣ στις μάχες του Δεκέμβρη του ’44 και μετά ξανά στο βουνό με τον Δημοκρατικό Στρατό ως πολεμικός ανταποκριτής. Και μετά πολιτικός πρόσφυγας στην πρώην Σοβιετική Ενωση.
Εκεί τον περίμεναν η λογοτεχνία, η ποίηση, το θέατρο, τα βραβεία. Τον περίμεναν «Το τραγούδι για τον Νίκο Μπελογιάννη», το «Νησί της Αφροδίτης» και πολλά ακόμα έργα.
Τον περίμενε όμως και ο τρόμος του γκουλάγκ. Γιατί ο κομμουνιστής Αλέξης Πάρνης είχε πλέον χαρακτηριστεί αντισοβιετικός...
Ο Αλέξης Πάρνης δεν θέλει να δίνει συνεντεύξεις. Χρόνια πιέζαμε, ακόμα και μέσω του εκδότη του, αλλά αρνιόταν. Χάρη στη μεσολάβηση του στενού του φίλου και συναδέλφου Γιώργου Πετρόπουλου τον συναντήσαμε τελικά στο σπίτι του στην Παλλήνη για «να τα πούμε φιλικά» με μεζέδες, κρασί και βότκα.
Μας δέχτηκε στον προσωπικό του χώρο παραδίπλα από το σπίτι του, στο «αμπρί» όπως το ονομάζει καθώς προσομοιάζει με το αμπρί του βουνού. Χώρος γεμάτος από μνήμες αγώνα, ξενιτιάς, δημιουργίας, αποτυπωμένες στους τοίχους, στις βιβλιοθήκες. Κι όταν πέφτει το βλέμμα στον τίτλο της ποιητικής του συλλογής «Σοβιετική γη», φόρος τιμής στην άλλοτε κραταιά Σοβιετική Ένωση, αναρωτιέσαι περί της «κινητήριας δύναμης της Ιστορίας», περί της «αποφασιστικής στροφής»...
Σκέφτεσαι πόσο εξωπραγματικά έγιναν τα πράγματα ή πόσο εξωπραγματικά ήταν κάποτε…
Και πώς ν’ αφήσεις έξω από την κουβέντα με τον Αλέξη Πάρνη την ιστορία του Εμφυλίου όταν σαν χθες ο Εμφύλιος τελείωνε οι αντάρτικες ομάδες του Δ.Σ. υποχωρούσαν ηττημένες στην τότε Λαϊκή Δημοκρατία της Αλβανίας;
Αλέξης Πάρνης: «Δεν υπάρχει καλύτερη ζωή απ' αυτήν του κομμουνιστή»
Συνέντευξη στην ¨Εφη Μαρίνου και την ΕΦΣΥΝ, δημοσιευμένη στις 2/9/2018
..................
● Μετά από τόσα χρόνια, όταν το σκέφτεστε, πιστεύετε ότι υπήρχε ελπίδα να νικήσετε στον Εμφύλιο; Με την Ελλάδα να ανήκει και με τη βούλα στη Δύση μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου…
Στον Δ.Σ., πράγματι, δεν υπήρχε ούτε ένα σοβιετικό όπλο. Ο Στάλιν είχε υποσχεθεί στον Ζαχαριάδη βοήθεια, μέχρι και αεροπορία -αργότερα αναγνώρισε ότι μας κορόιδεψε-, είχε υποσχεθεί ότι ένα πολεμικό εργοστάσιο στη Σιβηρία θα δουλεύει για τον Δημοκρατικό Στρατό… Δεν έστειλε τίποτα.
Κι όμως, θυμίζω τι γράφει ο Τσακαλώτος στα απομνημονεύματά του: «Μας συγκάλεσε εις σύσκεψιν ο Αμερικανός στρατηγός Βαν Φλιτ και μας δήλωσε επισήμως ότι η αμερικάνικη βοήθεια σταματάει και εμείς αποχωρούμε διότι δεν είμαστε σε θέση να νικήσουμε τους συμμορίτας»… Επίσης, το 1948, μετά τη μάχη του Γράμμου, όταν ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ συνάντησε στον ΟΗΕ τον Μολότοφ του είπε: «Ελάτε να τα βρούμε στην Ελλάδα».
Ναι, με τις Συμφωνίες της Τεχεράνης και της Γιάλτας η Ελλάδα είχε παραχωρηθεί επισήμως στη σφαίρα επιρροής της Δύσης. Εγώ λέω πως θα μπορούσαμε να είχαμε γίνει μια ουδέτερη, δημοκρατική χώρα, χωρίς δωσίλογους κυβερνήτες.
● Όμως ο Νίκος Ζαχαριάδης κατηγορήθηκε από συντρόφους του για τυχοδιωκτισμό.
Ο Ζαχαριάδης, κι αυτό το απέδειξε, δεν ήθελε την Ελλάδα εξαρτημένη από κανέναν, ούτε από τον Στάλιν. Τόλμησε να κάνει ένοπλο αγώνα ενάντια στον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό, κατ’ ουσία έναν απελευθερωτικό αγώνα. Και ναι, αν δεν γινόταν το πισώπλατο χτύπημα του Τίτο, το ελληνικό θέμα θα είχε λυθεί στον ΟΗΕ, αυτό που επιζητούσε ο Νίκος. Ηταν ο μόνος που χωρίς ενδοιασμούς κάλεσε τους κομμουνιστές για αντίσταση στους ναζί και τον φασισμό, ακόμα και με την κυβέρνηση Μεταξά.
Θυμίζω πως μια μέρα πριν υπογραφεί το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης των Μολότοφ–Ρίμπεντροπ, ο πρώτος είπε στην έδρα του Ανώτατου Σοβιέτ: «Εμπρηστές πολέμου δεν είναι οι Γερμανοί αλλά η Αντάτ». Ενώ ο 36χρονος αρχηγός του ΚΚΕ έστειλε μέσα από τα μπουντρούμια ένα γράμμα που έπαιξε τεράστιο ρόλο στον πόλεμο, που κινητοποίησε κάθε κομμουνιστή, ολόκληρη την εργατική τάξη.
Οι έξι μήνες που οι Έλληνες τσάκιζαν τους Ιταλούς ανάγκασαν τον Χίτλερ να αναβάλει την επίθεση στην ΕΣΣΔ. Και αντί να ξεκινήσουν προς τη Μόσχα τον Αύγουστο, κατέληξαν να πηγαίνουν τον Νοέμβριο για να πέσουν πάνω στον ρωσικό χειμώνα, σε χιόνι τριών μέτρων. Ναι, η αντίσταση της μικρής Ελλάδας έσωσε τη Μόσχα.
● Είχατε προσωπική σχέση με τον Ν. Ζαχαριάδη. Ησασταν ο μόνος που τον επισκεπτόταν στον πρώτο τόπο εξορίας του, στο Μπορόβιτσι. Τι κουβεντιάζατε;
Ο Νίκος με έστειλε από την Τασκένδη στη Μόσχα για να σπουδάσω στο Λογοτεχνικό Ινστιτούτο Μαξίμ Γκόρκι. Τότε δεν ήξερα καν τη γλώσσα.
Στην εξορία δεν μιλούσε ποτέ για τον εαυτό του. Οι κουβέντες που έκανε ήταν ανάλογα με την τέχνη του καθενός. Εμένα μου μιλούσε για ποίηση, για μουσική. Με άλλους μιλούσε για πολιτική, για τη σπορά και τα δέντρα ή τη φωτογραφία.
Η ίζμπα, το ξύλινο σπιτάκι όπου έμενε με τον μικρό του γιο, ήταν πάντα πεντακάθαρη, ντρεπόσουν να περπατήσεις. Μαγείρευε, έγραφε, πρόσεχε τον Σηφάκο. Τρεις φωτογραφίες υπήρχαν: ο Μπελογιάννης, η μάνα του και η Ρούλα.
● Κάποτε όμως τη φωτογραφία της τελευταίας την κατέβασε…
Την τρίτη φορά που τον επισκέφθηκα, όταν πια η γυναίκα του είχε υπογράψει στις φυλακές Αβέρωφ τη διαγραφή του, δεν είδα στο σπιτάκι τη φωτογραφία της Ρούλας…
Ο Ζαχαριάδης ήταν ο καλύτερος γραμματέας κομμουνιστικού κόμματος στον κόσμο. Οι Ευρωπαίοι κομμουνιστές ηγέτες ήταν στο πλευρό του. Τα γράφω στο βιβλίο μου «Γεια σου Νίκο». Το ΚΚΣΕ, μέσω του Σουσλόφ, καθοδηγητή της ΕΣΣΔ με το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, επενέβαινε στο εσωτερικό του ΚΚΕ σαν να ήταν αποικία του. Δεν είχε καταλάβει πως όπως οι Κύπριοι πάλευαν με τους Αγγλους στο νησί τους, έτσι κι εμείς παλεύαμε τους Σοβιετικούς για τις παρεμβάσεις τους στο κόμμα μας.
Είμαι Κρητικο-Μανιάτης, δεν προδίδω δικούς μου
● Το 1957 ζήσατε στη Μόσχα την αποκαθήλωση του Νίκου Ζαχαριάδη στην περίφημη 6η Ολομέλεια, την απόλυτη αμφισβήτησή του από το σοβιετικό καθεστώς αλλά και από το κόμμα του, το ΚΚΕ.
Ο Ζαχαριάδης ήταν πια εμπόδιο στα σχέδιά του Σουσλόφ, ήθελε να ξεμπερδεύει μαζί του. Ο Μαρκεζίνης ήθελε να ναυπηγήσει καράβια και, λόγω του προβλήματος της Αγγλίας με την Κύπρο, ζητούσε τα σοβιετικά ναυπηγεία, μια μεγάλη παραγγελία Ελλήνων εφοπλιστών του Λονδίνου.
Υπήρχε στην Ελλάδα η ΕΔΑ, μια αναγνωρισμένη Αριστερά, ποιος ο λόγος να γίνεται κουβέντα για τον Ζαχαριάδη και τους αντάρτες του; Δεν λογάριασαν όμως την αντίσταση των παιδιών της Τασκένδης, των εμιγκρέδων του Δημοκρατικού Στρατού.
● Κατηγορηθήκατε ως υποκινητής της ανταρσίας στην Τασκένδη.
Ένα απλό μέλος του κόμματος ήμουν από το 1944, χωρίς κανένα αξίωμα. Στα 18 μου μπήκα στην αντίσταση, πού αλλού θα πήγαινα; Κι ούτε ήξερα τίποτα από μαρξισμό. Η δική μου γενιά δεν ανδρώθηκε με τις θεωρίες αλλά με τον αντιστασιακό αγώνα. Με κατηγόρησαν ως «δεξί χέρι του Ζαχαριάδη». Τι ατιμία! Και πόσο πικρό να σε στέλνουν στα γκουλάγκ ως προβοκάτορα και προδότη φίλοι γκαρδιακοί, Έλληνες συναγωνιστές, συνάδελφοι καλλιτέχνες.
Η κατηγορία για αντισοβιετική προβοκάτσια δεν ήταν απλώς εξορία, ήταν καταδίκη σε θάνατο. Τον Σεπτέμβρη του 1955, τις μέρες των γεγονότων στην Τασκένδη, εγώ βρισκόμουν στη Βαρσοβία και παραλάμβανα το Παγκόσμιο Βραβείο για τον «Μπελογιάννη» από τα χέρια του Νερούντα και του προέδρου της Πολωνικής Δημοκρατίας. Εκεί ήταν και ο γαμπρός του Χρουστσόφ…
● Σας διέγραψαν εξαιτίας της πίστης σας στον Νίκο Ζαχαριάδη;
Με διέγραψαν τρεις φορές: 1956, '57, '58. Μια μέρα μου τηλεφωνούν από την Κα Γκε Μπε «να περάσω γιατί με θέλουν». Η γυναίκα μου δούλευε στο υφαντουργείο. Τα μεγάλα μου παιδιά ήταν σχολείο, στο σπίτι βρισκόταν η εξάχρονη μικρή μου κόρη Στέλλα, με ταλέντο από τότε στο πιάνο -εξελίχτηκε σε μια θαυμάσια πιανίστα. Εκείνη την ημέρα, λοιπόν, ενώ εκείνη έπαιζε στο πιάνο Μότσαρτ, εγώ σκεφτόμουν τι με περιμένει.
Ηξερα πώς είναι να φεύγεις από το σπίτι γιατί «κάτι σε θέλουν» και να μην επιστρέφεις. Και μετά να βρίσκεσαι είτε νεκρός είτε εξαφανισμένος στη Σιβηρία. Κάθισα κι έγραψα ένα ποίημα μ’ όλα αυτά που ένιωθα και σκεφτόμουν ακούγοντας την κόρη μου να παίζει υπέροχα κομμάτια στο πιάνο.
Πήγα την επομένη στην Κα Γκε Μπε. Μου έδειξαν στην «Αυγή» το γράμμα των κρατουμένων γυναικών στις φυλακές Αβέρωφ, όπου υπέγραφαν την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη -ανάμεσά τους και η υπογραφή της Ρούλας Κουκούλου. Και μου λέει ο στρατηγός: «Εδώ τον αποκηρύσσει η γυναίκα του, εσύ γιατί επιμένεις να τον στηρίζεις τόσο πεισματικά; Πήγαινε με το κόμμα σου κι άσε τα συναισθηματικά».
Του είπα τότε: «Είμαι Κρητικο-Μανιάτης, δεν προδίδω δικούς μου». Αυτός, φυσικά, δεν κατάλαβε τα περί καταγωγής και επειδή νόμισε ότι αναφέρομαι σε κάποια θεωρία-παρέκκλιση της μαρξιστικής, καθώς ακούστηκε σαν «Κρητικομάνιακ», μου λέει με τρομερό ενδιαφέρον: «Για πες μου, τι είναι αυτό;»… Ο Ζαχαριάδης γελούσε όταν του διηγήθηκα το περιστατικό. «Είσαι ένας παλιομάγκας Πειραιώτης», μου είπε.
Σέβομαι τον τραγικό άνθρωπο
● Πώς είναι να εισπράττει κανείς την αναγνώριση τόσο νέος; Το 1955 σας τίμησαν για τον «Μπελογιάννη» με το Α' Βραβείο Ποίησης στο Φεστιβάλ Βαρσοβίας. Και μετά, είδατε 180 θέατρα να παίζουν το έργο σας, «Το νησί της Αφροδίτης».
Οταν ο Μπελογιάννης ήταν 36 χρόνων εγώ ήμουν 24 και τον έβλεπα σαν παππού. Και τώρα, στα 90 φεύγα, λέω πόσο μικροί ήμαστε όλοι τότε! Ο Νίκος ήταν ο πρώτος μου εκδότης. Πριν γίνει πολιτικός επίτροπος στην 9η Μεραρχία, ήταν υπεύθυνος του εκδοτικού οίκου. Εξαιρετικό παιδί, σεμνός άνθρωπος. «Καλός είσαι» μου έλεγε, «βρίζεις όμως. Δεν μπορείς να αποβάλεις αυτά τα πειραιώτικα;».
Το «Νησί της Αφροδίτης» ήταν καλλιτεχνική αλλά και πολιτική επιτυχία υπό την έννοια ότι μια υπερδύναμη, η ΕΣΣΔ φώναζε πως η Κύπρος ήταν ελληνική. Το έλεγε με το στόμα των πρωταγωνιστριών του έργου στη Μόσχα και στον κόσμο, της Παξινού στον κινηματογράφο, της Κυβέλης στο θέατρο. Το φώναζε με το στόμα του ρώσικου λαού. Μέχρι και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επρόκειτο να έρθει γι’ αυτό στη Μόσχα - το ταξίδι δεν έγινε τελικά.
«Ηταν λάθος», μου είπε κάποτε ο Ευάγγελος Αβέρωφ, «αλλά δεν επέτρεπαν οι Αμερικανοί». Ήρθαν, όμως, ο Ελύτης και ο Εμπειρίκος καλεσμένοι της Ενωσης Σοβιετικών Συγγραφέων και μου έφεραν το συμβόλαιο για να παιχτεί το έργο, «Το νησί της Αφροδίτης», στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος.
Στα έργα μου δεν αντιμετώπισα ποτέ τους ήρωες μονοσήμαντα, από την ιδεολογία τους, αλλά ως τραγικά πρόσωπα, κι αυτό έχει τεράστια διαφορά. Τον τραγικό άνθρωπο τον σέβομαι όπου κι αν ανήκει. Ενώ είχα πάρει το Παγκόσμιο βραβείο για τον «Μπελογιάννη», κάνω το «Νησί της Αφροδίτης» για ποιον; Για την ΕΟΚΑ, για τον Γρίβα.
Ημουν 19 χρόνων στη μάχη της Αθήνας, κατέβαινα από το Περιστέρι στο Θησείο και πολεμούσαμε τους Χίτες. Αυτοί με φαντάζονταν θηριώδη μουστακαλή κι εγώ ήμουν ένα παιδί. Και ξαφνικά, μαθαίνω πως αυτοί οι άνθρωποι απαγχονίζονται. Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης συνομήλικός μου... Και τότε γράφω: «να πάρω μια ανηφοριά να βρω τη λευτεριά».
Περιουσία μου η αγάπη του ρωσικού λαού
● Αγαπάτε ακόμα τη Ρωσία σαν πατρίδα…
Την αγαπάω σαν μάνα. Δεν προδίδεις ποτέ τη φιλοξενία που δέχτηκες. Δεν μπορώ να πω κακό για τη Ρωσία ούτε κι όταν ο Πούτιν κάνει βλακείες. Ρώσοι ποιητές έρχονταν στην Ελλάδα κι εγώ τους ζητούσα να μου φέρουν χώμα. «Ενα τάξιμο για τον Πάρνη στη Μόσχα», είπε σε συνέντευξή του στο «Βήμα» το 1957 ο Μπόρις Πολεβόι όταν τον ρώτησαν γιατί μαζεύει χώμα από την Ακρόπολη. Τότε έγραφαν για μένα: «Ελληνας διάσημος, εκατομμυριούχος στην ΕΣΣΔ». Αστεία πράγματα. Βέβαια, όταν 190 θέατρα παίζουν έργο σου, τι να υποθέσουν;
Εγώ έφυγα κι άφησα πίσω όλα αυτά τα χρήματα. Όταν κατέρρευσε η ΕΣΣΔ ήρθαν δικηγόροι για να μου προτείνουν να τα διεκδικήσω από το ρωσικό Δημόσιο κι αυτοί φυσικά να πάρουν το ποσοστό τους... Τους έδιωξα. Να πιάσω από το λαιμό τον καθημαγμένο από την κατάρρευση ρώσικο λαό για να μου δώσει τα λεφτά μου; Μα αυτός μου τα έδωσε!
Τα «λεφτά μου» τα πήρα όταν εκατομμύρια Ρώσοι ένωσαν τη φωνή τους για το Κυπριακό μέσα από το έργο μου, όταν έτρεξαν να δουν την Ελληνίδα μάνα. Τα λεφτά μου δεν τα πήρα σαν τραπεζίτης, αλλά αγαπώντας εκείνο τον κόσμο. Τι άλλο να επιθυμήσω;
Ο Σολζενίτσιν πήγε στις ΗΠΑ κι έβριζε την πατρίδα του. Αλλά εκείνος ήταν Ρώσος. Εγώ ήμουν φιλοξενούμενος μιας χώρας που με σπούδασε, με έκανε ποιητή, με έζησε τόσα χρόνια. Ακούγοντάς τους να φωνάζουν «Η Κύπρος είναι ελληνική» αποκτούσα μια τεράστια περιουσία. Περιουσία που έχω ώς τα τώρα.
● Ωστόσο όταν επιστρέψατε στην Ελλάδα η κατάσταση δεν ήταν εύκολη για εσάς.
Το «Φως του Αυγερινού» παιζόταν με μεγάλη επιτυχία. Θα μπορούσα να διεκδικήσω θέσεις αν ήθελα. Αντί να τρέχω ζητώντας, προτίμησα να γράψω την «Οδύσσεια των Διδύμων», 936 σελίδων, όλο το έπος της Αριστεράς. Ο Πλάτωνας έλεγε ότι όποιος έχει ταλέντο, μια θεϊκή δωρεά, πρέπει να πληρώνεται λιγότερο από τον απλοϊκό, τον ατάλαντο. Γιατί ο πρώτος έχει αποζημιωθεί εισπράττοντας τεράστια αποδοχή.
Τίποτα δεν είναι τα λεφτά. Μου αρκούν η ποίηση, οι φίλοι, ο κήπος μου. Μέχρι και ο Στάλιν όταν ο γραμματέας του άνοιξε ένα χρηματοκιβώτιο γεμάτο λεφτά και τον ρώτησε: «Σύντροφε, τι θα τα κάνουμε;» θύμωσε. «Στείλε τα κάπου, μην τα ξαναδώ μπροστά μου»…
● Αυτό βέβαια ακούγεται σαν ανέκδοτο αν σκεφτούμε πως ο Στάλιν μόνο τα λεφτά δεν είχε ανάγκη μια και είχε τον μισό κόσμο…
Υπήρξαν και θαυμάσιοι κομμουνιστές, με στάση ζωής συνεπή σε ό,τι πίστευαν. Κι αυτό είναι η ουσία της ιδεολογίας. Δεν ρουφιάνεψαν, δεν κατέδωσαν, προτίμησαν να πάνε εξορία. Δυστυχώς, είναι άλλο να ζεις σαν κομμουνιστής κι άλλο να επιχειρείς να κάνεις με το ζόρι δισεκατομμύρια ανθρώπους κομμουνιστές. Ο άνθρωπος δεν έχει ωριμάσει για τέτοια τεράστια αλλαγή.
Κι αυτό το στάδιο της «δικτατορίας του προλεταριάτου» είναι ένα ζήτημα. Πόσες γενιές πρέπει να κρατάει δηλαδή; Γιατί αν διαρκεί πολύ, δημιουργεί μια άλλη τάξη, όπως έγινε στην ΕΣΣΔ, διαφθοράς και νομενκλατούρας. Ξέρεις τι ωραίο είναι να είσαι κομμουνιστής ως άτομο; Καλύτερη ζωή δεν νομίζω ότι μπορεί να ζήσει κανείς.
Μου αρέσει να καλλιεργώ το χωράφι μου, να βρίσκω τις χαρές μέσα στην καθημερινότητα, να ζω με τη συνταξούλα των 700 ευρώ.
Αναζητώντας τη σύλληψη
● Στο βιβλίο σας «Ο Διορθωτής», κάνετε κριτική στη σταλινική υστερία. Οι «Τάιμς» είχαν γράψει για την αγγλική του μετάφραση: πρέπει να γίνει υποχρεωτικό ανάγνωσμα για όλους τους επαναστάτες…
Η ιδέα ήταν πως ένας αθώος ανθρωπάκος, που κατηγορείται ως αντισταλινικός, για ν’ αποφύγει τον θάνατο ή το γκουλάγκ παλεύει να συλληφθεί για επινοημένο ποινικό αδίκημα: ένα μεθύσι, τσακωμό, μια μοιχεία... Κι όταν τον ψάξουν να βρίσκεται ήδη φυλακή… Τότε αρκούσε μια φήμη, ένα ψέμα, μια γελοιότητα, όπως το να καταδώσεις τον άλλον ως αντισταλινικό για να του πάρεις τη γυναίκα… Κι αυτό πήγαινε μέσα στα χρόνια σαν μαγκανοπήγαδο. Μπορεί κι εγώ, παρά την κριτική, να έβλεπα τον Στάλιν όπως εκατομμύρια Ρώσοι.
Αλλά ποιος μπορεί να διαγράψει την εποποιία που έγραψαν οι Σοβιετικοί με τον Στάλιν στον πόλεμο; Τι ήταν το Στάλινγκραντ; Ποιος θα του το αφαιρέσει αυτό; Ακόμα και ο ίδιος να σηκωθεί από τον τάφο και να πει «το αρνούμαι», θα είναι δικό του θέλει δεν θέλει.
● Το 1955 κι ενώ είστε 28 χρόνων μόνο, καταγραφήκατε στη Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια ως κλασικός ποιητής για το έργο σας για τον Μπελογιάννη. Το όνομά σας βρέθηκε μαζί με εκείνα των Ομήρου, Σέξπιρ, Γκέτε, Πούσκιν, Μαγιακόφσκι, Νερούντα. Σε ποια άλλη χώρα θα συνέβαινε αυτό;
Κοίτα, υπήρχε μια κομμουνιστική ηθική, ο διεθνισμός λειτουργούσε, δεν ήταν όλα ξοφλημένα. Κι αυτό το καταλάβαιναν και εκτός Ρωσίας. Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος έχει γράψει μία ενθουσιώδη εισαγωγή στα Απαντά μου. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ μού έστελνε τα βιβλία του με αφιέρωση: «Στον στρατηγό της λογοτεχνίας μας, Αλέξη Πάρνη, από έναν απλό φαντάρο της γραφής».
Οι Ρώσοι ποιητές δεν γράφουν σε ελεύθερο στίχο, αλλά σε ρίμα. Αυτοί με έμαθαν πως προσπαθώντας να βρεις τη μουσική στις λέξεις ανακαλύπτεις ιδέες, σκέψεις βαθύτατες, κι όχι τύπου «χέρια, μαχαίρια».
● Η πρώτη σας επαφή με το θέατρο έγινε στο στρατόπεδο Μπούλκες.
Μόλις είχα βγει στην εμιγκράτσια. Κάθε εβδομάδα έγραφα κι από ένα έργο -της κακιάς ώρας, μεταξύ μας- για τους πολιτικούς πρόσφυγες. Ομως μετά, ζώντας την ατμόσφαιρα, την ώσμωση με τους διανοούμενους της εποχής -ακόμα κι ο αποτυχημένος ποιητής στη Ρωσία έχει πνεύμα-, κατάφερα να αποβάλω το επιπόλαιο του Ρωμιού, να εξελιχθώ. Και πρέπει να σου πω ότι στα μεθύσια με τους συναδέλφους έμαθα κι ένιωσα περισσότερα απ’ ό,τι στις σπουδές μου εκεί.
Οι Ρώσοι λογοτέχνες όταν έπιναν γίνονταν όλοι «Ντοστογιέφσκι». Σοβαροί, ταπεινοί, στοχαστικοί, βαθύτατοι, χωρίς καμιά τάση προβολής. Αν σκεφτείς μόνο πως 18 από τους καλύτερους Ρώσους ποιητές έχουν αυτοκτονήσει… Κάθε βράδυ έπινα μαζί τους και «σπούδαζα». Συζητούσαν για τον άνθρωπο, διάβαζαν, απάγγελλαν, μετέφραζαν Παπαδιαμάντη, Σολωμό, κι εγώ τότε ένιωθα ντροπή γιατί αγνοούσα πολλά.
Ο Πάστερνακ ήταν γείτονας, φίλος καλός. Γνώριζε τον Όμηρο απέξω, μιλούσε αρχαία ελληνικά, τα είχε διδαχτεί στο σχολείο. Ναι, στο σοβιετικό καθεστώς έτσι ζούσες, έτσι επικοινωνούσες, έτσι έγραφες ποίηση. Οι Ρώσοι συγγραφείς, επειδή είχα καταγραφεί ως «αντικαθεστωτικός», έκαναν τα πάντα για να τυπωθούν βιβλία μου, με δημοσίευαν παρά τις νόρμες του κόμματος.
Πηγή