Ήταν ένα ήσυχο απόγευμα Δευτέρας. Ήσυχο βέβαια, αν εξαιρούσε κανείς τον πολύ δυνατό αέρα που είχε αρχίσει να σηκώνεται
Ο κύριος Χ. βρισκόταν έξω, στο μπαλκόνι του σπιτιού του και καθάριζε ένα έπιπλο, ενώ ο δυνατός αέρας είχε αρχίσει να τον εκνευρίζει. Η τηλεόραση από το σαλόνι αλλά και το fb έπαιζαν εικόνες από τη φωτιά στην Κινέτα “ Τίποτα δε θ' αφήσουν όρθιο, θα τα κάψουν όλα” μονολόγησε για μια στιγμή και συνέχισε τη δουλειά του βρίζοντας παράλληλα τον αέρα που του χαλούσε την ηρεμία
Κάποια στιγμή, κοιτάζοντας προς τον Βουτζά, είδε τα πρώτα σημάδια καπνού. “Κοίτα να δεις, σύμπτωση” είπε και μια ελάχιστη υποψία ανησυχίας πέρασε από το μυαλό του. Φρόντισε, όμως, να τη διώξει γρήγορα, δεν ήθελε άλλες σκοτούρες εκείνη τη στιγμή.
Άλλωστε, είχε πολλή δουλειά να κάνει και ακόμη δεν είχε καλά-καλά ξεκινήσει “Μπα, μικροφωτιά είναι, θα τη σβήσουν γρήγορα” είπε καθησυχαστικά και συνέχισε τη δουλειά του
Ο καπνός, όμως, όλο και φούντωνε παρόλο που ο κύριος Χ δεν μπορούσε να δει τις φλόγες. "Μήπως πρέπει να ειδοποιήσω την Πυροσβεστική;” αναρωτήθηκε για να καθησυχάσει όμως αμέσως μετά τον εαυτό του "Μπα, θα το έχουν κάνει ήδη ένα σωρό πριν από μένα, σιγά να μην είμαι εγώ ο μόνος που την είδε”
Πράγματι, μετά από λίγο εμφανίστηκαν δυο ελικόπτερα που άρχισαν να δίνουν μάχη με τη φωτιά. “Αυτό ήταν, σε λίγο θα τη σβήσουν” σκέφτηκε ο κύριος Χ και βάλθηκε να χαζεύει τους ελιγμούς που έκαναν τα ελικόπτερα προκειμένου να πάρουν την κατάλληλη θέση για να χτυπήσουν τη φωτιά
Μετά από μερικές ρίψεις νερού και καθώς το κύριο μέτωπο καπνού είχε φύγει από το οπτικό του πεδίο, ο κύριος Χ έπεισε τον εαυτό του ότι η φωτιά υποχωρούσε. Γύρω στις εφτά βγήκε έξω στο δρόμο και μπήκε στο αυτοκίνητό του για να πάει σε μια άλλη δουλειά που είχε. Από τον κύριο δρόμο είδε να κατεβαίνουν με ταχύτητα αυτοκίνητα γεμάτα κόσμο, φοβισμένο κόσμο
Πολλά από τα αυτοκίνητα αυτά σταμάτησαν σε ένα ξέφωτο, κοντά στον κύριο Χ. Ο κύριος Χ, όμως, δεν είχε χρόνο να ρωτήσει τι συμβαίνει. “Μάλλον φοβήθηκαν υπερβολικά” σκέφτηκε βγάζοντας τον εαυτό του από άλλη μία δύσκολη θέση. Έβαλε μπροστά και έφυγε
... Βράδυ Δευτέρας. Η φωτιά έχει κατέβει μέσα στη Ραφήνα. Πλησίασε το σπίτι του κυρίου Χ, αλλά ευτυχώς γι' αυτόν δεν το άγγιξε. Εν τω μεταξύ, είχαν αρχίσει να καταφτάνουν οι πρώτες φήμες για νεκρούς. Ο κύριος Χ στενοχωρήθηκε, δε μπορούσε να κάνει αλλιώς, δεν ήταν δα και αναίσθητος. Λίγο μετά, έπεσε για ύπνο. Το πρωί έπρεπε να σηκωθεί νωρίς
... Πρωί Τρίτης. Τα φρικτά νέα φτάνουν παντού. Δεκάδες νεκροί και πολύ περισσότεροι αγνοούμενοι. Ο κύριος Χ πάλι στενοχωρήθηκε και ντύθηκε να πάει στη δουλειά του
... Μεσημέρι Τρίτης. Εκκλήσεις για βοήθεια από παντού. Ο κύριος Χ, όμως, δεν μπορεί να πάει, έχει δουλειά. “Θα πάνε τόσοι άλλοι” είπε , "τι διαφορά θα κάνει ένας παραπάνω;" και ανακουφίστηκε.
Ο κύριος Χ δεν είναι κακός, το αντίθετο μάλιστα. Δεν έχει μάθει, όμως, να δρα ως μέλος μιας κοινωνίας. Νομίζει πως με κάποιο μαγικό τρόπο κάποιος άλλος , εκτός από αυτόν, θα βάλει το χέρι του και θα σώσει την κατάσταση.
Για να δικαιολογήσουμε όμως τον κύριο Χ, δε φταίει αποκλειστικά αυτός. Αυτά τα μαθήματα έπρεπε να του τα είχε δώσει μια οργανωμένη κοινωνία από μικρό παιδί.
Μια κοινωνία που θα είχε εκπαιδεύσει τους πολίτες της ότι αποτελούν μέλη ενός συνόλου και πως ΟΛΟΙ έχουν καθήκον να συμμετέχουν σε όλες τις δραστηριότητες και όχι μόνο σε μια ψήφο ανάθεσης.
Μια κοινωνία που θα εκπαίδευε από μικρά παιδιά τους πολίτες της πώς να αντιδρούν σε μια έκτακτη κατάσταση. Πώς ειδοποιούμαστε, πού μαζευόμαστε, πώς οργανωνόμαστε, πώς μοιράζουμε ρόλους, πώς συμμετέχουμε ΟΛΟΙ.
Γιατί είναι πράγματι συγκινητικές οι προσπάθειες των εθελοντών μετά την καταστροφή, αλλά το σημαντικό είναι να την προλαβαίνουμε πριν αυτή εκδηλωθεί