" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ
X.Kostoulas

X.Kostoulas

Σελήνη κι άστρα

Απριλίου 23, 2021

Ένα νέο τραγούδι από το Βασίλη Παπακωνσταντίνου, προπομπός για το επερχόμενο άλμπουμ με τον τίτλο «Αντίλαλος». Η μουσική είναι του  Αλέξανδρου Χατζηνικολιδάκη και οι στίχοι του Χρήστου Φλουρή. Μας κέρδισε το ούτι, μας άρεσε η ερμηνεία του Παπακωνσταντίνου, μα πιο πολύ αγαπήσαμε τους στίχους

Πείτε αγάπη πως δεν ζητιάνεψα
Την μοναξιά μου πως παραπλάνησα
Τι κι από αγάπες που είμαι φτωχότερος
Πείτε πως τάχα είμαι σοφότερος

Σελήνη κι άστρα , σταθείτε αντάμα μου
Κι αν σας κοιτάξει στα μάτια η μάνα μου
Κι αν σας ρωτήσει ,να ζω αν έμαθα

Πείτε της κάτι, πείτε της ψέματα

Aqualung

Απριλίου 15, 2021

Το Aqualung είναι ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία των Jethro Tull. Ένα τραγούδι που εμπνεύστηκε ο αρχηγός του συγκροτήματος, ο Ian Anderson, βλέποντας φωτογραφίες αστέγων που είχε τραβήξει η τότε σύζυγός του, Jennie Franks. Είναι ένα τραγούδι που πραγματεύεται, όπως έχει δηλώσει ο Ian Anderson, τον ενοχικό και αμήχανο τρόπο με τον οποίο όλοι εμείς οι τακτοποιημένοι αντιμετωπίζουμε το άβολο και ενοχλητικό θέμα των αστέγων

Σήμερα, πενήντα ολόκληρα χρόνια μετά την κυκλοφορία του τραγουδιού, ο Ian Anderson αποφάσισε να εμπιστευθεί σε ένα νεαρό Ιρανό βιντεογράφο και σκηνοθέτη, τον Sam Chegini, τη δημιουργία ενός video clip που θα συνοδεύει το εμβληματικό τραγούδι των Jethro Τull.

Το αποτέλεσμα είναι συγκλονιστικό. Ο Chegini και ο Anderson μεγάλωσαν το εύρος του προβληματισμού και δίπλα στους άστεγους έβαλαν τα καραβάνια των θαλασσοδαρμένων προσφύγων, έβαλαν τα σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης των κυνηγημένων από τους πολέμους, έβαλαν τη δυστυχία του σύγχρονου κόσμου.

Οι εικόνες του Chegini και ο ήχος των Jethro Tull συνθέτουν ένα σκηνικό που μοιάζει απόκοσμο, αλλά δυστυχώς είναι ο πραγματικός κόσμος και θα τον δούμε μόνο όταν αποφασίσουμε να ανοίξουμε τα μάτια μας. Και αν τυχαίνει, εμείς, να ζούμε πράγματι σε μια προστατευτική γυάλα, θα ήταν πολύ ωφέλιμο να γνωρίζαμε πως αυτή είναι πολύ εύθραυστη

Από την Εφημερίδα των Συντακτών και την πάντα ενδιαφέρουσα στήλη της Δώρας Σελλά το τραγούδι της ημέρας, η παρακίνηση για τη σημερινή ανάρτηση, με αφορμή το θάνατο του Λευτέρη Μυτιληναίου

Ο Λευτέρης Μυτιληναίος μεσουράνησε στο λαϊκό τραγούδι τη δεκαετία του '70 και έφυγε χθες, χτυπημένος από τον κορονοϊό. Ο Μυτιληναίος είχε κεντρίσει το ενδιαφέρον του πρόωρα χαμένου σκηνοθέτη Νίκου Τριανταφυλλίδη, ο οποίος στην ταινία του «Αισθηματίες» είχε βάλει τον τραγουδιστή να εμφανίζεται σε μια σκηνή της ταινίας υποδυόμενος τον εαυτό του.

Σε συνέντευξη που είχε δώσει ο Νίκος Τριανταφυλλίδης στην «Εφ.Συν», μιλώντας για τη συμμετοχή του Λευτέρη Μυτιληναίου στην ταινία του, δήλωνε : «Είναι ο αρχιραψωδός. Με σάρκα και οστά. Ενας crooner από άλλη εποχή, ένας πρίγκιπας του ελαφρολαϊκού. Είναι και κατεξοχήν αισθηματίας ο Λευτέρης, χάρηκα τη συμμετοχή του. Ήταν μια δραματουργική επιλογή για το σαβουάρ βιβρ που εκπροσωπεί, του ερωτευμένου άντρα που δεν υπάρχει πια»

Σε παλαιότερο άρθρο του στη Lifo , ο Νίκος Τριανταφυλλίδης, μιλώντας για το Λευτέρη Μυτιληναίο, έγραφε:

 “ Ο χρόνος φέρθηκε καλά στον Λευτέρη. Δεν ξέρω, όμως, αν ο Λευτέρης φέρθηκε το ίδιο καλά στον εαυτό του. Πάντα χαμηλού προφίλ, όπως ήταν και είναι, προφανώς τον αδίκησε. Η φωνή είναι πάντα εδώ. Αρκούντως πιο γοητευτική, με την πατίνα της ωριμότητας που της έδωσε το πέρασμα του χρόνου. Έχει πάρει κάποια κιλά, αλλά αυτό ταιριάζει απόλυτα με το ειδικό βάρος του βετεράνου που απέκτησε μετά από τόσες δεκαετίες στη νύχτα. Οι πιο πολλοί άνθρωποι πλέον έχουν κάτι σκοτωμένο στα μάτια τους. Όχι, όμως, ο Λευτέρης Μυτιληναίος. Το βλέμμα του είναι ακόμα καθαρό και ξάστερο - δεν γνωρίζω πλέον και πολλούς ανθρώπους που μπορούν να σε κοιτάνε στα μάτια. Πίνει, πού και πού, ένα δάχτυλο ουίσκι, ίσα που να νομίζει ότι του ζεσταίνει τη φωνή. Τραβάει και καμιά τζούρα, στη χάση και στη φέξη, κρατώντας ένα σβηστό τσιγάρο. Ποτέ του, άλλωστε, δεν γούσταρε τις καταχρήσεις. 

Παρακολουθώντας τον, ενίοτε, σε κάποια μαγαζιά Β’ και Γ’ διαλογής, νομίζω πως βλέπω έναν έκπτωτο πρίγκιπα σε εξορία. Ο ίδιος θα προτιμούσε να παίζει σε μουσικές σκηνές. Δεν έχει άδικο. Το πέρασμά του, πριν από λίγους μήνες, από τον Μικρό Κεραμεικό, έχοντας δίπλα του μια αντάξια ορχήστρα, ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία. Μόνο που η μοίρα, το πεπρωμένο ή ο Θεός παίζουν πάντα περίεργα παιχνίδια και κάποιοι μπορεί και να είναι -άθελά τους- ταγμένοι σε μια μυστική υπαρξιακή αποστολή ως φωνές βοώντων εν τη ερήμω, ως προφήτες αυτού που έχει ήδη συμβεί και δεν κατάλαβε κανείς”

Και τι πίστευε ο ίδιος για τον εαυτό του; Απαντά πάλι στον Νίκο Τριαναταφύλλίδη

"Αν είμαι ελαφρολαϊκός τραγουδιστής; Μάλλον είμαι μπάσταρδος! Είμαι και από δω, είμαι και από κει, ισορροπώ ανάμεσα στο λαϊκό τραγούδι και το λεγόμενο ελαφρύ. Ρεμπέτης, όμως, ποτέ δεν ήμουν. Ούτε, βέβαια, βαρύ λαϊκό. Και δεν ήθελα να είμαι. Το μπουζούκι μου αρέσει να βγάζει αρμονικές νότες, όχι ήχο σκληρό και τραχύ, να μη σου σκοτώνει το αυτί. Είμαι της σχολής του Χιώτη. Πήγαινα σπίτι του, στην Κυψέλη, και κάναμε έξι μήνες πρόβα για να πω δυο τραγούδια του. Ερωτικός τραγουδιστής; Σίγουρα ναι. Ρομαντικός; Δεν θα το έλεγα. Δεν είμαι τόσο αισιόδοξος για να είμαι ρομαντικός. Πάντα ήμουν με τους προδομένους και τους λυπημένους"

 Το 1977, η Μαρία Φαραντούρη κυκλοφορεί τα «Τραγούδια διαμαρτυρίας» που γνωρίζουν πρωτοφανή επιτυχία. Η εποχή άλλωστε, τρία μόλις χρόνια μετά τη χούντα, ευνοούσε έναν τέτοιο δίσκο

Με τη βαθιά και επιβλητική της φωνή, η Μαρία Φαραντούρη ερμηνεύει μοναδικά  τραγούδια διαμαρτυρίας από όλο τον κόσμο. Τραγούδια που αγαπήθηκαν και τα περισσότερα από αυτά έγιναν κοινωνικοί ύμνοι.

Ας γνωρίσουμε, όμως, ένα-ένα τα τραγούδια αυτά καθώς και την τραγική ιστορία που κρύβεται πίσω από το καθένα

1. Bella ciao (Ιταλία-Ανωνύμου). Εργατικό τραγούδι της Βόρειας Ιταλίας που το τραγουδούσαν στις αρχές του αιώνα οι εργάτριες που μάζευαν το ρύζι στις φυτείες της ιταλικής επαρχίας «Terre d’Acqua» κοντά στην Μπολόνια.

Οι αρχικοί στίχοι του τραγουδιού μιλούσαν για τις σκληρές συνθήκες εργασίας μέσα στον καυτό ήλιο και για το αφεντικό, που «μ’ ένα ραβδί στο χέρι»,  δεν αφήνει τους εργάτες να πάρουν ανάσα και δεν πληρώνει τους μισθούς. Οι γυναίκες έλεγαν ότι «για κάθε ώρα που περνά μέσα στα χωράφια, χαραμίζεται η ζωή τους και τα νιάτα τους» αλλά ήλπιζαν ότι θα απελευθερωθούν και ότι «θα έρθει η μέρα που όλες τους θα δουλεύουν ελεύθερες». Η πρώτη καταγραφή του «Bella Ciao» με αυτούς τους στίχους έγινε το 1906 στην πόλη Βερτσέλλι στην ιταλική περιφέρεια Πεδεμόντιο

Κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου, Ιταλοί παρτιζάνοι άλλαξαν τους στίχους και έγινε αντιστασιακός ύμνος.

«Ω! αντίο όμορφη, αντίο … και αν πεθάνω σαν αντάρτης, εσύ πρέπει να με θάψεις … Να με θάψεις εκεί, στο βουνό, κάτω από τη σκιά ενός υπέροχου λουλουδιού … Και οι άνθρωποι που θα περνούν θα λένε " ώ! τι όμορφο λουλούδι!" … Αυτό εδώ είναι το λουλούδι του αντάρτη που πέθανε για την λευτεριά μας»

 

 Εδώ, μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το δίσκο

2. Άντρα μου πάει (Ιταλία-Franco Cirliano) ή το «Κλάμα της γυναίκας του μετανάστη» γραμμένο από τον Franco Cirliano, στην ελληνική διάλεκτο των χωριών της Κάτω Ιταλίας, τα «γκρεκάνικα».

Το τραγούδι είναι το κλάμα της γυναίκας του μετανάστη. Μετά από τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, πολλοί Ελληνόφωνοι των χωριών της Κάτω Ιταλίας έφυγαν για τη Γερμανία, το Βέλγιο και την Ελβετία, για να δουλέψουν εργάτες στα ορυχεία

«Θέλω να μεθύσω για να μη σκέφτομαι …  να κλάψω και να γελάσω θέλω τούτο το βράδυ … με πολλή οργή να τραγουδήσω …  στο φεγγάρι να φωνάξω: ο άντρας μου πάει … Οι άντρες μας πάνε, φεύγουν … αν πάνε όλα καλά, θα ιδωθούμε σ' ένα χρόνο … Αυτή είναι η ζωή μας, Χριστέ μου, πάνε στη Γερμανία με κλάμα και πόνο … “Μπαμπά γιατί πρέπει να πας; Πες μου γιατί;”. Γιατί έτσι είναι η ζωή, καημένα παιδάκια … ο φτωχός δουλεύει και ιδρώνει για να παχύνει τα αφεντικά με τη δουλειά του … Ακούω την μπάντα, ακούω τη μουσική είμαι εδώ μαζί σας μα σκέφτομαι και το τρένο …. σκέφτομαι το σκοτεινό ορυχείο …. όπου δουλεύοντας εκεί πεθαίνει ο κόσμος»

3. La peregrinacion (Αργεντινή-Από τη Misa Criola) : Λαϊκό θρησκευτικό τραγούδι, εμπνευσμένο από την  παραδοσιακή μουσική της Αργεντινής


4. Sometimes i feel (Β. Αμερική-Παραδοσιακό νέγρικο) : Ένα παραδοσιακό νέγρικο τραγούδι (spiritual) που αφηγείται το παράπονο ενός ξεριζωμένου μαύρου που νιώθει σαν ορφανό παιδί μακρυά από τη γη που τον  γέννησε.

Στα σκλαβοπάζαρα του Αμερικανικού Νότου, οι αγοραστές, κυρίως ιδιοκτήτες φυτειών βαμβακιού, διάλεγαν συνήθως τα νεότερα μέλη μιας οικογένειας και τα παιδιά αυτά δεν έβλεπαν ποτέ ξανά τους γονείς τους. Αυτά ήταν τα «παιδιά χωρίς μάνα», βίαια χωρισμένα από τη μάνα τους, τον πατέρα τους, την πατρίδα τους. Προορισμένα να ζήσουν σαν σκλάβοι και που οι απόγονοί τους στις ΗΠΑ, στην πλειοψηφία τους, ακόμη αντιμετωπίζονται σαν άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας

Οι ρίζες του τραγουδιού αυτού  χάνονται  στην ιστορία, όπως γίνεται σε όλα τα παραδοσιακά τραγούδια, στην προκειμένη περίπτωση, των Aφροαμερικάνων σκλάβων. Έχει ηχογραφηθεί με διάφορες τροποποιήσεις στίχων, ενώ η παλιότερη καταγεγραμμένη επίσημα εκτέλεση του τραγουδιού έρχεται 150 χρόνια πριν

«Sometimes I feel like a motherless child, a long way from my home»

5. El paso del Ebro (Ισπανία-Ανωνύμου 1937) : ένα από τα πιο γνωστά τραγούδια του Ισπανικού Δημοκρατικού Στρατού κατά τη διάρκεια του Ισπανικού εμφυλίου πολέμου. Η μελωδία του τραγουδιού είναι μια λαϊκή μουσική αρκετά πιο παλιά. Οι στίχοι του τραγουδιού υπάρχουν σε δύο παραλλαγές,  γνωστές ως "El Paso del Ebro" και "Viva la XV Brigada".

Η πρώτη σχετίζεται με τη Μάχη του ποταμού Έβρου και η δεύτερη αναφέρεται στη Μάχη του Χάραμα, δύο από τις κύριες αναμετρήσεις του εμφυλίου πολέμου. Η Μάχη του Έβρου (Ιούλιος-Νοέμβριος 1938) ήταν η σπουδαιότερη και σκληρότερη του Ισπανικού Εμφυλίου και , με την επικράτηση των φασιστών του Φράνκο, σηματοδότησε την αρχή του τέλους για τον Ισπανικό εμφύλιο.

Στη Μάχη του Έβρου πολέμησε και η 15η Διεθνής Ταξιαρχία, που αποτελούνταν από ξένους εθελοντές, ανάμεσά τους και Έλληνες. Οι Έλληνες που πολέμησαν στον Ισπανικό εμφύλιο ήταν περίπου 300 και οι περισσότεροι  από αυτούς ήταν ενταγμένοι στο Βαλκανικό Τάγμα Ντιμιτρόφ της 15ης Διεθνούς Ταξιαρχίας. Υπολογίζεται πως τουλάχιστον 70 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους στις μάχες του πολέμου αυτού.   

«Η Στρατιά του Έβρου πέρασε μια νύχτα το ποτάμι κι έδωσε ένα καλό μάθημα στους εισβολείς … Των προδοτών η αεροπορία πάνω μας ξερνάει την οργή της … Μα τίποτα δεν μπορούν να κάνουν οι βόμβες όταν περισσεύει η καρδιά»


6. Gracias a la vida (Χιλή) : ένας ευχαριστήριος ύμνος για τη ζωή, γραμμένος από τη Χιλιανή Βιολέτα Πάρρα. Το τραγούδι γράφτηκε το 1966. Ένα χρόνο μετά, η Βιολέτα αυτοκτόνησε κάνοντας το τραγούδι να φαίνεται πιο πολύ σαν ένας αποχαιρετισμός προς τη ζωή

«Ευχαριστώ τη ζωή που μου έδωσε τόσα πολλά … μου έδωσε τα βήματα στα κουρασμένα μου πόδια … με αυτά περπάτησα μέσα από πόλεις κι’ από λάσπη … ακρογιαλιές και έρημους,  βουνά και πεδιάδες … και το σπίτι σου, το δρόμο και την αυλή σου.

Ευχαριστώ τη ζωή που μου έδωσε τόσα πολλά … Μου έδωσε το γέλιο, μου ‘δωσε το δάκρυ
κι έτσι ξεχωρίζω την καλή τύχη από τη θλίψη …. τα δυο υλικά που φτιάξανε το τραγούδι μου … και το τραγούδι το δικό σας που είναι και δικό μου»

7. La plegaria a un labrador (Χιλή) : ένα τραγούδι του μεγάλου Χιλιανού τροβαδούρου Βίκτορ Χάρα, με το τραγικό τέλος που τον κατέταξε για πάντα στους ήρωες των κοινωνικών αγώνων.

Το πραξικόπημα του Πινοσέτ, ενορχηστρωμένο από τη CIA, βρήκε τον Βίκτορ Χάρα σπίτι του.  Ήταν 11 Σεπτεμβρίου 1973, η δική μας χούντα ήταν στα τελειώματά της, των Χιλιανών μόλις άρχιζε

Ο Βίκτορ αποχαιρέτησε τη σύζυγο του, πήρε την κιθάρα του και έφυγε για το Πανεπιστήμιο. Από εκεί έκανε και το τελευταίο τηλεφώνημα του. "Μου μίλησε σαν να με αποχαιρετούσε. Μου είπε ότι θα μείνει κοντά στους φοιτητές του. Μου ζήτησε να προσέχω τον εαυτό μου και τα παιδιά. Ήταν η τελευταία φορά που μιλήσαμε" θυμάται η Τζοάν Χάρα.

Την επόμενη μέρα, στρατιώτες εισέβαλαν στο Πανεπιστήμιο και συνέλαβαν όσους βρίσκονταν εκεί για να τους μεταφέρουν στο εθνικό στάδιο της Χιλής που είχε μετατραπεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως για τους οπαδούς του δολοφονηθέντος προέδρου Αλιέντε.

Εκεί, δεν άργησαν να τον αναγνωρίσουν. "Εσύ δεν είσαι ο Βίκτορ Χάρα; Γιατί δεν μας τραγουδάς τώρα;" τον ρώτησε ένας αξιωματικός γελώντας. Οι στρατιώτες άρχισαν να τον χτυπούν με τα όπλα μέχρι που έπεσε στο πάτωμα. Ο αξιωματικός πέταξε το τσιγάρο που κάπνιζε και ζήτησε από τον Βίκτορ να το μαζέψει. Όσο δεν το έκανε οι στρατιώτες συνέχισαν να τον χτυπούν.  Ο Βίκτορ άπλωσε τελικά το χέρι του και ο αξιωματικός το πάτησε. Του έσπασε τον έναν καρπό και στη συνέχεια τον άλλο. "Παίξε μας τώρα κιθάρα με σπασμένα χέρια" του φώναξε, "παίξε πουτάνας γιέ".

Σύμφωνα με μαρτυρίες,  οι βασανιστές του έδωσαν μια κιθάρα ζητώντας του να παίξει και ο Βίκτορ Χάρα, με σπασμένα χέρια τραγούδησε αποσπάσματα από το τραγούδι Venceremos (Θα νικήσουμε)

Ο Βίκτορ Χάρα βασανίστηκε επί ώρες. Τελικά, εκτελέστηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι στις 16 Σεπτεμβρίου 1973. Στη συνέχεια, οι στρατιώτες γάζωσαν με 44 σφαίρες το πτώμα του και το πέταξαν στο δρόμο. Μια νοσοκόμα το βρήκε και τον αναγνώρισε. Ειδοποίησε τη σύζυγο του, που πήγε κρυφά και το παρέλαβε. "Το σώμα του ήταν γεμάτο πληγές και οι καρποί του σπασμένοι. Στο κεφάλι του είχε ένα τραύμα από σφαίρα" θυμάται. Τον έθαψε  σε έναν τάφο χωρίς όνομα στο γενικό νεκροταφείο του Σαντιάγο και έφυγε από τη χώρα.

«Ορθώσου … κοίτα τα χέρια σου και σφιχτά με τα’ αδέλφι σου για να ανδριώσεις … μαζί θα προχωρήσουμε ενωμένοι … τώρα και την ώρα του θανάτου»

8. Commandante Che Guevara (Κούβα) : ένα τραγούδι για τον μεγάλο επαναστάτη Τσε Γκεβάρα. Το «Hasta Siempre, Comandante»  γράφτηκε το 1965 από τον κουβανό κιθαρίστα, τραγουδιστή και συνθέτη Carlos Puebla. Σύμφωνα με τον Puebla Πουέμπλα, οι στίχοι του τραγουδιού αποτελούν στην ουσία απάντηση στο αποχαιρετιστήριο γράμμα του Τσε προς τον Φιντέλ Κάστρο, με το οποίο γνωστοποιούσε στον κουβανικό λαό την πρόθεση του να φύγει από την Κούβα για να στηρίξει επαναστατικά κινήματα σε άλλες γωνιές του κόσμου.

Η Δέσποινα Φορτσερά έβαλε όμορφους ελληνικούς στίχους για να το τραγουδήσουν οι Apurimac πολλά χρόνια αργότερα:

« Σα θρύλος γύρω καλπάζεις … Σαν ευχή και σαν κατάρα …  Στα στενά της Σάντα Κλάρα …
τ΄ όνειρό σου δοκιμάζεις… Εδώ θα μείνει για πάντα …  Το ζεστό το πέρασμά σου …  Φωτιά που ανάβει η ματιά σου … Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα»

9. Joe Hill (Β. Αμερική-Hayes Robinson): ένα τραγούδι των Earl Robinson and Alfred Hayes 

για τον  Joe Hill, τον συνδικαλιστή μάρτυρα και ηγετικό στέλεχος των «Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου» (IWW), των οποίων τα μέλη έγιναν γνωστά με το παρατσούκλι «Wobblies»)

Οι «IWW» δημιουργήθηκαν το 1905. Αντιτάχθηκαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, χαιρέτισαν την Οχτωβριανή Επανάσταση, οργάνωσαν τους εργάτες, ηγήθηκαν μεγάλων απεργιών, ανέδειξαν σημαντικά στελέχη του κινήματος των ΗΠΑ και κυνηγήθηκαν λυσσαλέα από τους βιομήχανους και το αστικό κράτος, έχοντας πολλά θύματα. Στη δεκαετία του 1920 οι επαναστατικές δυνάμεις των «IWW» εντάχθηκαν στο ΚΚ ΗΠΑ.

Στις 10 Ιανουαρίου του 1914, στο Σολτ Λέικ των ΗΠΑ, ο Τζον Μόρρισον και ο γιος του Άρλινγκ δολοφονούνται μέσα στο μπακάλικό τους από δύο ενόπλους που έχουν καλύψει τα πρόσωπά τους με κόκκινα φουλάρια. Για τη δολοφονία τους συλλαμβάνεται ο Joe Hill , ο οποίος αρνείται την κατηγορία, το αστικό κράτος όμως είχε βρει τη χρυσή ευκαιρία για να ξεφορτωθε’ί τον ενοχλητικό μπελά

Ο Joe Hill εκτελέστηκε στις 19 Νοεμβρίου του 1915. Το σώμα του αποτεφρώθηκε και οι  στάχτες του τοποθετήθηκαν σε εξακόσιους μικρούς φακέλους και στάλθηκαν σε σωματεία σε όλον τον κόσμο. Κάποιοι από αυτούς τους φακέλους ανοίχτηκαν στις Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις του 1916 και οι στάχτες του Hill σκόρπισαν πάνω από τα επαναστατικά λάβαρα των συντρόφων του.

Στο τελευταίο γράμμα του προς τον Μπιλ Χέιγουντ, έναν ηγέτη των IWW, ο Joe Hill γράφει:  «Αντίο Μπιλ. Πεθαίνω σαν αληθινός επαναστάτης. Μην χάσετε χρόνο σε θρήνους. Οργανωθείτε..!»

«Ονειρεύτηκα τον Joe Hill χθες το βράδυ …  Ζωντανό όπως εσύ κι εγώ … Του είπα “μα Τζο, είσαι δέκα χρόνια νεκρός” …  “Ποτέ δεν πέθανα” είπε αυτός …  “Ποτέ δεν πέθανα” είπε αυτός … Από το Σαν Ντιέγκο μέχρι το Μέιν …  Σε κάθε ορυχείο και μύλο …   Όπου οι εργάτες υπερασπίζονται τα δικαιώματά τους …  Εκεί θα βρεις τον Joe Hill »

Το τραγούδι του Joe Hill, το τραγούδησε η Joan Baez στο φεστιβάλ του Woodstock αφιερώνοντάς το στον τότε σύζυγό της που βρισκόταν σε απεργία πείνας μέσα στη φυλακή επειδή είχε αρνηθεί να στρατολογηθεί για τον πόλεμο του Βιετνάμ.

10. Te recuerdo Amanda (Χιλή-Victor Jara): άλλο ένα τραγούδι του Βίκτορ Χάρα

« Σε θυμάμαι Αμάντα να διαβαίνεις τους υγρούς δρόμους τρέχοντας για τη φάμπρικα που δούλευε ο Μανουέλ … το μεγάλο χαμόγελό σου, η βροχή στα μαλλιά σου, τίποτα δε σ’ ενδιαφέρει … θέλεις μόνο να συναντηθείς μαζί του για πέντε λεπτά … Ένα βράδυ έφυγε και πήρε τα βουνά… ένα βράδυ έφυγε και σε πέντε λεπτά όλα άλλαξαν … χτυπάει η σειρήνα … γυρίζουν στη δουλειά … πολλοί δε γύρισαν ποτέ … ανάμεσά τους κι ο Μανουέλ»

 Πηγές 

https://www.toperiodiko.gr

https://www.mixanitouxronou.gr/quot-bella-ciao

https://www.mixanitouxronou.gr/antra-mou-paι

https://www.janus.gr/2019/06/blog-post_12.html

(Διασκευή του ρεμπέτικου ΤΟΥ ΒΟΤΑΝΙΚΟΥ Ο ΜΑΓΚΑΣ)

Του Τιτανικού ο κάπταιν / γουρλωμάτης και γουρλής

το ναυάγιο πάει να σώσει / μα από μας δε θα σωθεί

Δες τι κάνουν στην Ευρώπη / τα ίδια κάνουμε κι εδώ

γω θα σου βαρώ το ντέφι / συ θα σέρνεις το χορό

Καπετάνιο στην Ευρώπη / φράγκα δίνουνε πολλά

κι όσοι κλείνουν δεν πεινάνε / επιδόματα σωστά

Στην Ευρώπη τα λοκντάουν / δεν είναι τόσο βαριά

Κι έσεμες για να ουρήσεις / πια δε στέλνεις πουθενά

Ας’ τα κόλπα κάπταιν-Κούλη / δωσ’ στον κόσμο λευτεριά

Και τους μπάτσους μάζεψέ τους / πρι μας εύρει συμφορά

Κάνουμε εξάσκηση στο αυθεντικό και συνεχίζουμε με τους στίχους του Τεό 

Guns of Brixton

Μαρτίου 14, 2021

Το Δεκέμβριο του 1979, κυκλοφόρησε το “London Calling” των Clash, ένας από τους σπουδαιότερους ροκ δίσκους όλων των εποχών, λίγους μήνες μετά την νεοφιλελεύθερη επίθεση της Μάργκαρετ Θάτσερ στη βρετανική κοινωνία. Ένα από τα τραγούδια του ιστορικού δίσκου είναι το “Guns of Brixton”, το πρώτο στο οποίο εμφανίζεται ο Simonon, ο μπασίστας των Clash, ως ο μόνος συνθέτης και στιχουργός και το πρώτο του ως βασικός τραγουδιστής.

Ο Simonon είχε μεγαλώσει στο Brixton, ένα προάστιο του Νότιου Λονδίνου, το οποίο φιλοξενούσε μεγάλο αριθμών μεταναστών από τη Τζαμάικα και βίωνε μεγάλη οικονομική κρίση: ανεργία, άθλιες συνθήκες διαβίωσης, εγκληματικότητα, ρατσισμό. Στους στίχους του “Guns of Brixton” ο Simonon περιγράφει τη βία με την οποία αντιμετωπίζονται οι κάτοικοι του Brixton από τις κατασταλτικές αρχές και προβλέπει στην ουσία τις σφοδρές συγκρούσεις που θα ακολουθήσουν δύο χρόνια μετά,  μεταξύ της αστυνομίας και των ομάδων άμυνας που οργάνωσαν οι μετανάστες

«Όταν κλωτσούν την μπροστινή σου πόρτα

Πώς σκοπεύεις να έρθεις;

Με τα χέρια πάνω στο κεφάλι

Ή με το δάχτυλο στη σκανδάλη του όπλου σου;

Όταν η αστυνομία μπουκάρει

Πώς σκοπεύεις να φύγεις;

Πυροβολημένος στο πεζοδρόμιο

Ή περιμένοντας στην ουρά των θανατοποινιτών;

Μπορείτε να μας συντρίψετε

Μπορείτε να μας χτυπήσετε

Μα θα πρέπει πρώτα να απαντήσετε

στα όπλα του Μπρίξτον»

(Διασκευή του ρεμπέτικου Ο ΑΝΤΩΝΗΣ Ο ΒΑΡΚΑΡΗΣ)

Ο  Κυριάκος ο υφέρπων αλιγάτωρ / μας προέκυψεν δικτάτωρ (δις)

μες του κόβιντα τα χρόνια / θα μας φάει τα πλεμόνια (δις)

Επαράτησε την κούρσα στου Λιγνάδη / που να φάει μαύρο σκοτάδι (δις)

δεν τον είδε, δεν τον ξέρει / δεν κρατούσε δα μαχαίρι (δις)

Φράγκα δίνει για κανάλια, μπατσαρία / να μας ζήσει η αριστεία! (δις)

για παιδεία και υγεία / το μακρύτερο απ’ τα τρία (δις)

Με λοκντάουν γονατίζει τον κοσμάκη / τονε σφάζει με μπαμπάκι (δις)

Δίχως πόλεμο και αίμα / μας τσακίζει με το ψέμα (δις)

Μα ο κόσμος θα τινάξει τα καπάκια / του ανάψαν τα λαμπάκια (δις)

Δέκα χρόνια στα μνημόνια / μας εστίψαν σα λεμόνια (δις)

Μέχρι  να ηχογραφήσει τα κομμάτια η ομάδα της attica voice -  και μετονομαστεί αυτοδίκαια σε attica noise - ακούμε το αυθεντικό και συνεχίζουμε με τους εμπνευσμένους στίχους του Τεό 

Στίχοι Μάνου Ελευθερίου / Μουσική: Γιάννη Μαρκόπουλου / Ερμηνεία: Χαράλαμπος Γαργανουράκης 

«Αυτός που σπέρνει δάκρυα και τρόμο

θερίζει την Αυγή θανατικό

μαύρα πουλιά του δείχνουνε το δρόμο

κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο

σημάδι μυστικό και ριζικό

πως ξέφυγε απ' ανθρώπους κι από Νόμο»

Αυτή ήταν η αρχική εκδοχή του τραγουδιού. Για να μπορέσει όμως να κυκλοφορήσει – ήταν ακόμη χούντα- ο Μάνος Ελευθερίου υποχρεώθηκε σε κάποιες αλλαγές. Έτσι, αντί για «τρόμο» έβαλε τη λέξη «πόνο», αντί για «θανατικό» έβαλε «ωκεανό», αντί για «ανθρώπους κι από Νόμο» έβαλε «απ' τον Άδη κι απ' τον Κόσμο»

Γυναίκα

Μαρτίου 09, 2021

Πίνακας της Δώρα Πασαλόγλου “Μαραμπού” 

Μουσική: Θάνος Μικρούτσικος / Στίχοι: Νίκος Καββαδίας / Ερμηνεία: Γιάννης Κούτρας

Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.

Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ’ είδες;
Στην άμμο πάνω σ’ είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες

Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ’ την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα

Θυμάμαι την πρώτη φορά που πρωτάκουσα αυτό το δίσκο. Ήταν ένα μουντό πρωϊνό κι εγώ ήμουν στριμωγμένος σα σαρδέλα, σε ένα τρόλεϊ που πάσχιζε να προχωρήσει σε μια μποτιλιαρισμένη Πατησίων. Δεν υπήρχαν βέβαια τα smartphones, υπήρχαν όμως τα θρυλικά walkman και δεκάδες ραδιοφωνικοί σταθμοί που έπαιζαν καλή μουσική

Ήταν το «Μ’ αρέσει να μη λέω πολλά» το τραγούδι που με πήρε και μ' έκανε να πετάξω πάνω από την πόλη εκείνο το άχαρο πρωϊνό. Θυμάμαι και την ημέρα που αγόρασα το δίσκο αυτό. Αυτή τη φορά ήταν ένα ηλιόλουστο μεσημέρι στην Πανεπιστημίου. Ο δίσκος ήταν «Ο μάγος κοιτάζει την πόλη», ο πρώτος – και καλύτερος δίσκος – των Υπόγειων Ρευμάτων.

Ο δίσκος αυτός στάθηκε ένας από τους πιο επιτυχημένους της ελληνικής ροκ σκηνής της δεκαετίας του ’90. Ο άνθρωπος που τους “ανακάλυψε” ήταν ο μουσικός παραγωγός Δημήτρης Χατζόπουλος ο οποίος, προλογίζοντας το δίσκο που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1994, γράφει: « Υπόγεια Ρεύματα σημαίνει μουσικές αναζητήσεις που ξεκινούν από τον προσωπικό κόσμο πέντε παιδιών, συγκροτούνται στο κέντρο της πόλης (περιοχή Ψυρρή, αν αρέσκεσθε στις λεπτομέρειες) και για πρώτη φορά καταγράφονται για να ταξιδέψουν στην πόλη και πέραν αυτής. Αγαπάμε την ποίηση, αγαπάμε τη μουσική … τώρα προσπαθούμε ν’ αγαπήσουμε και τους εαυτούς μας. Παιδιά καλό ταξίδι, υπόγεια και υπέργεια …»

Οι στίχοι των τραγουδιών είναι δικοί τους, εκτός από δύο ποιήματα, τα «Ανδρείκελα» του Κώστα Καρυυωτάκη και η «Βροχή» του Χ.Λ. Μπόρχες. Καλή ακρόαση!


Warning: count(): Parameter must be an array or an object that implements Countable in /srv/disk3/2763186/www/atticavoice.gr/templates/ts_news247/html/com_k2/templates/default/user.php on line 269

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.