" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ
X.Kostoulas

X.Kostoulas

«Στην Ομόνοια βλέπεις κόσμο αεννάως σπεύδοντα, πολυάσχολον, πολυπράγμονα», γράφει ο Γιώργος Παρασκευόπουλος, ήδη από το 1895

«Σαν την Πλας Πιγκάλ από χρόνια, μια πλατεία πολύ κεντρική, στην Αθήνα μας είν’ η Ομόνοια, που είν’ η φήμη της ιστορική / Σε κάθε γωνία εφτά καφενεία, καρέκλες με κόσμο γεμάτες και ταξί που ψαρεύουν πελάτες / Κομψοί και ωραίοι, πόλισμαν τροχαίοι, πέντ’ έξι παλιές μπυραρίες, καυγαδάκια στις αφετηρίες / Καμπαρέ και τζαζ μπαντ και μπελ φαμ, με ταμπέλες που λεν’ γουέλκαμ. Τι ρυθμός και ζωή και κοσμοσυρροή, μέρα – νύχτα και ως το πρωί» τραγουδά η Ρένα Βλαχοπούλου το 1954 [Ομόνοια Πλας σε μουσική του Μενέλαου Θεοφανίδη και στίχους των Γιώργου Ασημακόπουλου, Βασίλη Σπυρόπουλου και Παναγιώτη Παπαδούκα]

«Το κορίτσι που δουλεύει στην Ομόνοια, τρίτος όροφος γραφείο δεκατέσσερα, χτυπάει τα πλήκτρα της γραφομηχανής, οχτώ ώρες την ημέρα πλην της Κυριακής» τραγουδά η Αρλέτα το 1976. [Το κορίτσι στην Ομόνοια” σε μουσική και στίχους του Στέφανου Χρυσοστομίδη]

«Στις τρεις χαράματα Ομόνοια, σαν σ' ένα όνειρο θολό, γωνιά και στέκεις, ακούς κυνηγητό, κάτι σαν τρέχτε, φονικό. Γωνιά και στέκεις, κάτι σαν φονικό, ή γύρνα πίσω, σ' αγαπώ / Στις τρεις χαράματα Ομόνοια, Ελλάς Οτέλ στην Αθηνάς, για πόσο πάει κι όχι πως θες να πας κι όμως ρωτάς, ξαναρωτάς / Για πόσο πάει κι όχι πως θες να πας, έτσι με κάποιον να μιλάς» τραγουδά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου το 1982 [“Χαράματα Ομόνοια” σε στίχους του Μανώλη Ρασούλη και μουσική του Μάνου Λοΐζου]

 «Ομόνοια μεσάνυχτα και κάτι, η Ρόζα ψάχνει πάλι για πελάτη / Εφημερίδες στη γωνία και κουλούρια/ τα ίδια πρόσωπα μα και καινούρια / Κουρασμένοι μετανάστες και ξενύχτες / στα παγκάκια να μετράν σιωπές και νύχτες» τραγουδά η Άντζελα Δημητρίου το 1992. [ “Ομόνοια” σε μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου και στίχους του Πάνου Φαλάρα]

Η Ομόνοια είναι ίσως η πιο πολυτραγουδισμένη από όλες τις πλατείες, με τα τραγούδια που είναι γραμμένα γι αυτήν, να αποτυπώνουν τις διαδοχικές μεταμορφώσεις της στο πέρασμα του χρόνου, αποτελέσματα κοινωνικών αλλαγών και πολιτικών επιλογών

Και πραγματικά, δεν υπάρχει στην Ελλάδα πλατεία με περισσότερες μεταμορφώσεις από αυτήν της Ομόνοιας. Στέκι κοσμικών Αθηναίων στην αρχή, και σιγά-σιγά συγγραφέων, ποιητών αλλά και καλλιτεχνών. Πλατεία που έσφυζε από ζωή και αποτελούσε το κέντρο της διασκέδασης. Συγκοινωνιακός κόμβος αργότερα, χώρος στέγασης γραφείων και πολυκαταστημάτων, πιάτσα για εργάτες του μεροκάματου, τόπος συνάντησης των επαρχιωτών και των μεταναστών. Και σιγά-σιγά τη νύχτα, να μεταμορφώνεται σε στέκι του περιθωρίου, του αγοραίου έρωτα, των ναρκωτικών και των απόκληρων.

Ας δούμε όμως την ιστορία αυτής της πολύπαθης πλατείας, που παρόλο που έχει χάσει προ πολλού την αίγλη της, δεν παύει να έχει εγγραφεί αμετάκλητα στη συλλογική μνήμη ως το κέντρο της Αθήνας και κατά συνέπεια της Ελλάδας. Από αυτήν ξεκινούν άλλωστε ακτινικά οι κεντρικοί δρόμοι της Αθήνας. Από αυτήν επίσης ξεκινά το μέτρημα των χιλιομετρικών αποστάσεων των εθνικών οδών που συνδέουν την Αθήνα με τη Θεσσαλονίκη και την Πάτρα.

 

Ο σχεδιασμός και οι πρώτες διαμορφώσεις της πλατείας

Πριν το 1830 η σημερινή πλατεία Ομονοίας ήταν μια ερημική περιοχή,  γεμάτη με αμπέλια και συκιές, γνωστή στους αυτόχθονες με το τούρκικο όνομα “Τζιρίτι”. Στο πρώτο πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας, που γίνεται κατά παραγγελία του Όθωνα, οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Έντουαρντ Σάουμπερτ, το 1833, ορίζουν την περιοχή αυτή ως κέντρο της πόλης και την ονομάζουν πρόχειρα, λόγω θέσης, “Βορεία Άκρα”. Εκεί, πάνω σε μία μεγάλη τετράγωνη πλατεία, που την ονομάζουν “πλατεία Ανακτόρων”, θα χτίζονταν τα ανάκτορα και γύρω από αυτήν οι “Κήποι του Λαού” καθώς και σημαντικά δημόσια κτίρια.

Το Μάρτιο του 1834, ο ‘Οθωνας θεμελιώνει το κτίριο των Ανακτόρων στην πλατεία. Τα σχέδια όμως αλλάζουν και τα ανάκτορα αποφασίζεται να γίνουν στο Σύνταγμα. Η πλατεία Ανακτόρων μετονομάζεται σε “πλατεία Όθωνος”, αλλά μένει για αρκετά χρόνια στα χαρτιά. Η περιοχή καθιερώνεται σιγά-σιγά ως το τέρμα του εξοχικού περιπάτου των Αθηναίων, ενώ αποτελεί πια το βορειότερο σημείο της πόλης

Ο χώρος αρχίζει να διαμορφώνεται σε πλατεία το 1846. Αρχικά σχεδιάζεται κυκλική, ενώ το 1850 καθορίζεται το σχήμα της σε τετράγωνο. Εκείνη την περίοδο αρχίζουν να λειτουργούν και τα πρώτα καφενεία. Ένα από τα πρώτα καφενεία που λειτουργούν είναι το καφενείο του “Χάφτα”. Ο Χάφτας ήταν αγωνιστής της Επανάστασης και ως επιβράβευση, το ελληνικό κράτος του δώρισε αρκετά οικόπεδα στην αδιαμόρφωτη τότε γύρω περιοχή που τελικά πήρε και το όνομά του: Χαφτεία (Χαυτεία).

Ως το 1857 η πλατεία περιτριγυρίζεται ακόμα από μάνδρες, μέσα στις οποίες είναι εγκατεστημένα βουστάσια και κατσικάδικα, ενώ από το μέσο της περνά η ρεματιά της Σταδίου. Οι γύρω δρόμοι, εκτός από την οδό Πειραιώς, είναι ασχημάτιστοι, ενώ στην 3ης Σεπτεμβρίου τα κάρα της δημαρχίας ρίχνουν τα σκουπίδια μέσα στη ρεματιά.

Το 1857 ισοπεδώνεται ο ανώμαλος χώρος της πλατείας και δύο χρόνια αργότερα σκεπάζεται η ρεματιά και γίνονται οι απαραίτητοι εκβραχισμοί για τη διάνοιξη της οδού Πανεπιστημίου. Το 1860 η πλατεία δενδροφυτεύεται και τοποθετούνται φανάρια γκαζιού. Από τότε η πλατεία αρχίζει να γίνεται κοσμική και να συγκεντρώνει τους Αθηναίους.

 

1858 Πλατεία Ομονοίας

Ο χώρος που διαμορφώθηκε η πλατεία Ομονοίας. Μετά το 1859. Πηγή: BNF (Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας

 

Η “πλατεία Όθωνα”, όπως ονομαζόταν μέχρι τότε, παίρνει το οριστικό της όνομα, “πλατεία Ομονοίας”, το 1862. Ήταν στις 14 Οκτωβρίου του 1862, όταν πλήθος Αθηναίων συγκεντρώνεται στην πλατεία για να γιορτάσει την έξωση του Όθωνα. Μετά τη δοξολογία, ο Υδραίος κοτζάμπασης Δημήτριος Βούλγαρης, ως πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης, μεταξύ άλλων είπε «Ας ορκισθώμεν επί της Πλατείας ταύτης, της λαβούσης ήδη το ωραίον της Ομονοίας όνομα, και ας είπη έκαστος εξ ημών: Ορκίζομαι πίστιν εις την πατρίδα και υπακοήν εις τας εθνικάς αποφάσεις»

Ως τραγική ειρωνεία, λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούνιο του 1863, η πλατεία Ομονοίας μετατρέπεται σε πεδίο μάχης σε έναν μίνι εμφύλιο μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πολιτικών παρατάξεων που είχαν στο μεταξύ σχηματισθεί, των Πεδινών και των Ορεινών. Έναν πόλεμο που διαρεκί τρεις ημέρες και προκαλεί πάνω από 200 νεκρούς.

Ένας από τους πρώτους οικοπεδούχους και οικιστές της πλατείας είναι ο περίφημος αρχιτέκτων Λύσσανδρος Καυταντζόλου, ο οποίος χτίζει την κατοικία του στη συμβολή της πλατείας με την Αγ. Κωνσταντίνου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1900 στο οίκημα αυτό στεγάζεται το ξενοδοχείο "Ελλάς", το οποίο αργότερα μετονομάζεται σε "Πάνθεον", καθώς επίσης και το καφενείο "Γορτυνία", αγαπημένο στέκι ηθοποιών μιας και ήταν δίπλα στο θέατρο Κοτοπούλη. Το κτίριο αυτό κατεδαφίζεται το 1959 και στη θέση του υπάρχει σήμερα ένα άχρωμο πολυώροφο οικοδόμημα

Το 1870 συντελείται πραγματική οικοδομική έκρηξη στην Ομόνοια, καθώς αρχίζουν να κατασκευάζονται νέα κτίρια, πραγματικά στολίδια. Τότε φτιάχνεται και η μαρμάρινη εξέδρα μέσα στην πλατεία, για να παίζει  μουσική η στρατιωτική μπάντα. Η πλατεία δενδροφυτεύεται με φοινικιές και αποκτά παγκάκια

Γράφει ο Καζαμίας του Κορομηλά το 1872:

«Τον χειμώνα καθ’ εκάστην Πέμπτην και Κυριακήν παιανίζει στρατιωτική μουσική το απόγευμα. Το δε θέρος Πέμπτην και Κυριακήν το εσπέρας»

 

1880 plateia omonias 02

Η μαρμάρινη εξέδρα στη μέση και τα παγκάκια. Πηγή: I love Athens (FB)

 

Η Ομόνοια γίνεται συγκοινωνιακός κόμβος

Το 1877 η πλατεία φωτίζεται με λάμπες φωταερίου και αρχίζει να εξελίσσεται σε σημαντικό συγκοινωνιακό κόμβο.

Το 1882 γίνεται αφετηρία του ιππήλατου τροχιόδρομου και χώρος στάθμευσης για τα μεταφορικά μέσα της εποχής, δηλαδή τα μόνιππα και τα βιζαβί.

Η λέξη βιζαβί αποτελεί εξελληνισμό της γαλλικής επιρρηματικής έκφρασης "'vis-à-vis", που σημαίνει αντικριστά. Τα "βιζαβί" ήταν άμαξες που σύρονταν από ένα ή δύο άλογα και με τέσσερις θέσεις επιβατών έτσι, ώστε να κάθονται ανά δυο "βιζαβί", εξ ου και η ονομασία της άμαξας. Οι άμαξες βιζαβί έκαναν δρομολόγια από την πλατεία Ομόνοιας μέχρι την πλατεία Συντάγματος και έπαιρναν πέντε επιβάτες, με τον πέμπτο να κάθεται δίπλα στον αμαξά.

 

1896 plateia omonias 03

Οι αμαξάδες γύρω από την πλατεία Ομονοίας.

Πηγή: Συλλογή καρτ ποστάλ (Φωτογραφικό Αρχείο ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ, CP.CPATH.CPATH1.221)

 

Το 1895 η γραμμή του τρένου Αθηνών - Πειραιά (που μέχρι τότε έφτανε μέχρι το Θησείο) επεκτείνεται μέχρι την Ομόνοια. Ο πρώτος σταθμός της Ομόνοιας, που είναι μόνο εν μέρει υπόγειος, κατασκευάζεται στη διασταύρωση των οδών Λυκούργου και Αθηνάς και εγκαινιάζεται στις 17 Μαΐου 1895, μαζί με τον ενδιάμεσο σταθμό του Μοναστηρακίου.

Σχεδόν την ίδια εποχή εμφανίζεται και το "Θηρίο", ο ατμοκίνητος σιδηρόδρομος της Αττικής, που καλύπτει την γραμμή Αθήνα - Λαύριο με διακλάδωση στο Νέο Ηράκλειο προς Μαρούσι και Κηφισιά. Το "Θηρίο" ξεκινά τα δρομολόγιά του από τη γειτονική πλατεία Λαυρίου, η οποία παίρνει το όνομά της ακριβώς από αυτό το γεγονός. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τότε η αφετηρία της γραμμής αυτής ήταν στην Πλατεία Αττικής, η οποία ονομάστηκε έτσι, επειδή εκεί ήταν η αφετηρία των Σιδηροδρόμων Αττικής.

 

Τα πρώτα καφενεία της πλατείας

Όπως προαναφέραμε, γύρω στα 1850 ανοίγουν τα πρώτα καφενεία. Εκτός από το καφενείο του Χάφτα, την ίδια περίοδο ανοίγει και το ”Σολώνειο”. Το κέντρο των Αθηνών δεν είναι πια αποκλειστικά η Ερμού και η Αιόλου που ήταν μέχρι τότε, αλλά προχωράει προς την Ομόνοια και το Σύνταγμα

Τα καφενεία έχουν κυρίαρχη παρουσία πάνω και γύρω από την πλατεία Ομονοίας. Λειτουργούν ως χώροι πολιτικών και κοινωνικών ζυμώσεων, πνευματικών αναζητήσεων, φιλολογικών συζητήσεων, κοινωνικών συναντήσεων και συναναστροφών. Πολλά από αυτά, θα μείνουν γνωστά για το στιλ και την πολυτελή επίπλωσή τους που θύμιζαν καφέ της Βιέννης ή του Παρισιού.

Στον Καζαμία του 1882, διαβάζουμε:

«Περατούται η οδός Πειραιώς επί της πλατείας Ομονοίας εχούσης μήκος 115 μέτρα και πλάτος 110 ή επιφάνειαν 12650 τ.μ. της δεντροφύτου και ταύτης φοιτά μουσικού  οκρίβαντος, εφ ου παιανίζουσιν αι μουσικαί κατά Τρίτην και Κυριακήν […]. Παραπλεύρως κείνται τα Χαυτεία ή δεκατέσσερα εν μικρά σποραδική εκτάσει καφενεία και ζαχαροπλαστεία, τα οποία είναι και τα άριστα των Αθηνών. Το καφενείον αι Αθήναι μετά εστιατορίου και το του Ζούνη είναι τα πολυτελέστερα της πόλεως. Το ζαχαροπλαστείον του Σόλωνος και του Παρθενώνος είναι επίσης τα κάλλιστα […]»

Ο Καζαμίας του 1882  αναφέρει τα καφενεία “Σολώνειον” και “Παρθενών”. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτά.

Εποχή άφησε το καφενείο “των Γερόντων” ή των “Ευ Φρονούντων”. Το δεύτερο όνομα που του δόθηκε αργότερα, στηριζόταν στο πασίγνωστο στιχάκι του Γ. Σουρή, που δημοσιεύτηκε το 1883 στον Ρωμηό: «Καφενείο ευ φρονούντων, Μέρα νύκτα συζητούντων...». Το καφενείο αυτό υπήρξε σπουδαίο κέντρο πολιτικολογίας και βρισκόταν στο ισόγειο του Μεγάρου Καυταντζόγλου (Πανεπιστημίου & Πατησίων). Εκεί φέρεται πως γεννήθηκε το χλευαστικό προσωνύμιο "ψωροκώσταινα", που αποδίδουμε περιφρονητικά στη χώρα μας. Και αυτό οφείλεται σε μία φτωχή, αλλά περήφανη γριά - χήρα, την Κώσταινα που γύριζε στα Χαυτεία, κάνοντας θελήματα για να επιβιώσει. Το καφενείο “των Γερόντων” λειτούργησε μέχρι το 1910. Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου (1910-1940), στην ίδια θέση θα λειτουργήσει το περίφημο ζαχαροπλαστείο του Μπερνίτσα.

Το 1870, η Ομόνοια έχει ήδη καθιερωθεί ως σημείο κοσμικής συνάντησης. Το "Μέγα Καφεζαχαροπλαστείον" των Ζαχαράτου και Καπερώνη παίρνει το 1892 τη θέση του καφενείου του Χαραμή που λειτουργούσε στο ίδιο κτίριο από το 1878. Το καφενείο αυτό αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα της Ομόνοιας κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όπου το πιο πολυσύχναστο κομμάτι της πλατείας είναι η οδός Γ’ Σεπτεμβρίου, λόγω της αφετηρίας του "Θηρίου"

1900 plateia omonias 02

Το ζυθοπωλείο Ζαχαράτου και το καφενείο Καπερώνη-Ζαχαράτου. 

 

Εκτός από τα καφενεία, ανοίγουν στην πλατεία και εκλεκτά ζυθοπωλεία. Ένα από αυτά είναι και το «Χρυσόν Ποτήριον» («Le verre d’or») του Βασ. Ζούνη, στην απέναντι γωνία (εκεί που σήμερα βρίσκεται ο HONDOS)

Διαβάζουμε γι αυτό στην εφημερίδα "Εφημερίς" του 1874:

«Το κατάστημα τούτο θεωρούμεν ειλικρινώς ως ένδειξιν προόδου βιομηχανικής εν Αθήναις αξίας λόγου. Είναι κατά παρισινόν όλως τρόπον διασκευασμένον, μετά φωτισμού απλέτου και ωραίου εν τω συνδυασμώ των λαμπτήρων, μεθ’ υπηρεσίας προθυμοτάτης και αφθονίας των ποτών και παροψίδων (σ.σ. πετσέτες). Είνε δε το πρώτον κατάστημα εν Αθήναις, όπερ έχει ευρύ υπόγειον, κατά το σύστημα των γερμανικών Keller, όπου εν χειμώνι δύναται αρίστη να είνε η συναναστροφή».

Ακόμη ένα καφενείο που άφησε εποχή στην πλατεία Ομονοίας ήταν το πολυτελές καφενείο-ζυθοπωλείο "ΗΒΗ". Το καφενείο αυτό βρισκόταν στο ισόγειο κτιρίου (πλατείας Ομονοίας & Πανεπιστημίου) που ήταν έργο του Ziller (1885) και κατεδαφίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του '50

Για την “Ήβη” διαβάζουμε στο “Ρωμηό” του 1907:

«Ίτε πάντες εις της Ήβης το γνωστόν ζυθοπωλείον / Νικολή του Γιακουμάκη, τέλειον εκ των τελείων / Ανοιχτόν μέχρι πρωίας στην Ομόνοιαν εκεί / εντελής καθαριότης κι’ έξοχος μαγειρική / μπύρα πρώτη Κλωναρίδη και ποικίλα φαγητά / ο καλλίτερος ο κόσμος, πάντοτε  αυτό φοιτά».

Το καφενείο "Γορτυνία", δίπλα ακριβώς στο θέατρο Κοτοπούλη, και το "Στέμμα", ακριβώς απέναντι, ήταν αγαπημένα στέκια ηθοποιών.

Άλλο ξακουστό καφενείο ήταν το "Μπάγκειον" που στεγάστηκε στο ομώνυμο κτίριο που χτίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα σε σχέδια του Ερνέστου Τσίλερ και με χρήματα του Ιωάννη Μπάγκα που ενώ ξεκίνησε ως καφέ σαντάν (με σύντομα βαριετέ θεάματα στη μικρή υπερυψωμένη σκηνή του), εξελίχθηκε στις αρχές του 1920 σε φιλολογικό και καλλιτεχνικό στέκι. Στην ευρύχωρη αίθουσά του, συγκεντρώνονταν προσωπικότητες όπως ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Τέλλος Άγρας, ο Μίνως Ζώτος, ο Κώστας Βάρναλης, ο Ορέστης Λάσκος, ο Κώστας Ουράνης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Άγγελος Τερζάκης, ο Γιάννης Τσαρούχης και άλλοι εραστές των γραμμάτων μετατρέποντας το "Μπάγκειον" σε ένα από τα παλαιότερα φιλολογικά καφενεία.

Συνήθως τα καφενεία έμεναν ανοιχτά μέχρι τα ξημερώματα. Και όταν κάποια στιγμή, το 1910, απαγορεύτηκε η λειτουργία τους μετά τη μία το βράδυ, οι ιδιοκτήτες έκαναν απεργία και τελικά η απόφαση δεν ίσχυσε ποτέ.

Η Ομόνοια δενδροφυτεύεται

Ο Γάλλος αρχαιολόγος, περιηγητής και συγγραφέας G. Deschamps γράφει το 1890: «Η πλατεία Ομονοίας είναι μια έρημος φυτεμένη με ισχνά και αναιμικά δέντρα {…]».  Όμως, μετά από λίγα χρόνια, στα τέλη του 19ου αιώνα, η πλατεία είχε γίνει κατάφυτη και διέθετε ψηλούς φοίνικες, αλλά κυρίως πεύκα και κυπαρίσσια. Η κατάφυτη πλατεία διέθετε επίσης όμορφους φανοστάτες, ενώ ένα χαμηλό κιγκλίδωμα χώριζε τον κήπο από τα πεζοδρόμια της πλατείας. Ο Γιώργης Βισδάκης, διευθυντής του ξενοδοχείου "Πάνθεον" επί δεκαετίες, το επιβεβαιώνει: «Κάτω από τα πεύκα υπήρχαν τραπεζάκια και εκεί τα απογεύματα πίναμε το ουζάκι μας, που μας σερβίριζε ο κυρ Τσόχας με τις κατάλευκες φουστανέλλες του»

 

1896 plateia omonias 02

Η πλατεία Ομονοίας το 1896

 

Το θέατρο Κοτοπούλη

Από την πλατεία της Ομόνοιας δε θα μπορούσε να λείπει και το θέατρο. Πολύ κοντά στην Ομόνοια χτίστηκε το Θέατρο Ευτέρπη καθώς και μερικά καλοκαιρινά θεατράκια. Ένα από τα πιο γνωστά θέατρα ήταν το "Θέατρο Ομόνοιας", που ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1887 και αποτελεί πρόδρομο της "Νέας Σκηνής" του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου και του "Θεάτρου Κοτοπούλη". Το θέατρο αυτό γνώρισε μεγάλες στιγμές δόξας με παραστάσεις που άφησαν εποχή, όπως η τραγωδία «Φαύστα» ή το κωμειδύλλιο “Η Τύχη της Μαρούλας”

Το 1912, το θέατρο περνάει στα χέρια της Μαρίκας Κοτοπούλη και παίρνει το όνομά της. Μέχρι το 1936, που σταμάτησε να λειτουργεί, το θέατρο Κοτοπούλη ανέβασε παραστάσεις που γνώρισαν πρωτοφανή επιτυχία, με πρωταγωνιστές αρκετούς από τους πιο σημαντικούς έλληνες ηθοποιούς της εποχής 

1930 plateia omonias

Το αρχικό κτίριο που στέγασε το θέατρο Ομόνοια, αργότερα Κοτοπούλη. Πηγή: Παλιά Αθήνα (FB)

 

Το θέατρο όμως αυτό, συνδέεται με τα έντονα πολιτικά γεγονότα της εποχής, καθώς τα φιλοβασιλικά φρονήματα της Μαρίκας Κοτοπούλη στέκονται η αφορμή για να γνωρίσει τη βία και την καταστροφή από το μένος εξαγριωμένων βενιζελικών. Το 1936 το θέατρο ανακαινίζεται και μετατρέπεται σε κινηματογράφο, αρχικά με το όνομα “Κρόνος” και αργότερα έως το 1969, με το όνομα “Κοτοπούλη”. Ο κινηματογράφος κατεδαφίζεται το 1974 και μετά από μερικά χρόνια στο σημείο αυτό χτίζεται ξενοδοχείο

 

 

Η Ομόνοια στις αρχές του 20ου αιώνα

Στις αρχές του 20ού αιώνα, η φωταγωγημένη, δενδροφυτεμένη και γεμάτη λουλούδια και ανθοπωλεία πλατεία Ομονοίας, έχει  μετεξελιχθεί σε ένα ζωντανό σημείο και κέντρο ψυχαγωγίας της πόλης, με καφενεία, σινεμά, θέατρα και ξενοδοχεία γύρω από αυτήν και αποτελεί σημείο συνάντησης της τότε κοσμικής Αθήνας. Ενώ στο κέντρο της πλατείας, πάνω σε μία εξέδρα, οι στρατιωτικές μπάντες διασκεδάζουν τους Αθηναίους με άριες από διάφορες όπερες

Άλλο ένα χαρακτηριστικό της πλατείας Ομονοίας είναι οι λούστροι. Ήταν νεαροί, με καταγωγή κυρίως από τη Μεγαλόπολη, που με τα κασελάκια τους στη γραμμή, γυάλιζαν τα παπούτσια των περαστικών. Όπως περιγράφει ο Ι. Κονδυλάκης στους "Άθλιους των Αθηνών" τους είχαν νοικιάσει οι γονείς τους σε "αρχηγούς", που τους έπαιρναν τις εισπράξεις από το γυάλισμα παπουτσιών, τους εξασφάλιζαν ένα πιάτο φαγητό και χώρο για ύπνο, ενώ τους επιστράτευαν ως κλακαδόρους στις προεκλογικές συγκεντρώσεις

 

1898 1900 plateia omonias

Λούστροι, κουλουρτζήδες και τραμ με άλογα στην Πλατεία Ομονοίας (1898-1900)

 

Εκτός από την Ομόνοια, αυτή την εποχή, αναπτύσσεται παράλληλα και η πλατεία Συντάγματος. Η Ομόνοια, όμως, με τα μεγάλα ξενοδοχεία, τα καφενεία, τα εστιατόρια και τα θέατρα διατηρούσε ακόμη την πρωτοπορία, τη λάμψη και τη ζωηράδα της. Στην «[…] Ομόνοια βλέπεις κόσμον αεννάως σπεύδοντα, πολυάσχολον, πολυπράγμονα. Η πλατεία Συντάγματος είναι πλατεία τέρψεως, περιπάτου. Αυτή είναι η διαφορά των δύο πλατειών», έγραφε ο Γ.Π. Παρασκευόπουλος στο βιβλίο του “Ταξείδια ανά την Ελλάδα” το 1895

Το 1900, σύρριζα στα πεζοδρόμια της πλατείας, στρώνονται οι γραμμές του τραμ. Γράφει ο Κώστας Καιροφύλλας στα “Αθηναϊκά σημειώματα” : «[…] ένα γέρικο σαραβαλιασμένο τραμ ανοικτό, συρόμενον από δύο ακόμη πλέον γέρικα κοκκαλιάρικα άλογα, ανελάμβανεν φιλοτιμως την φροντίδα να μεταφέρει τους ταξιδιώτας από την Ομόνοιαν εις το Ζάππειον και τανάπαλιν».

Το 1901 η Αθήνα χωρίζεται σε 70 τμήματα και για το κάθε τμήμα αγοράζεται ένα κάρο για το μάζεμα των σκουπιδιών. Κατασκευάζονται επίσης ουρητήρια στις πιο κεντρικές πλατείες. Στην πλατεία Ομονοίας τα ουρητήρια ήταν υπόγεια

Το 1904 η Ομόνοια ηλεκτροφωτίζεται μαζί με την πλατεία Συντάγματος. Οι φοίνικες παραμένουν, ενώ τα πεύκα και τα κυπαρίσσια κόβονται και αντικαθίστανται από γκαζόν

Το 1908 τα ηλεκτροκίνητα τραμ αντικαθιστούν τα άλογα των ιπποτροχιόδρομων και η αφετηρία τους τοποθετείται στην Ομόνοια

 

1910 plateia omonias

Η πλατεία Ομονοίας το 1910

 

1914 plateia omonias

Η πλατεία Ομονοίας το 1914

 

Το φαρμακείο του Μπακάκου

Το 1917 ιδρύεται το εμβληματικό φαρμακείο του Μπακάκου, η αρχαιότερη επιχείρηση που λειτουργεί ακόμη στην πλατεία Ομονοίας. Ιδρυτές είναι ο χημικός Ανδρέας Σακαλής και ο  φαρμακοποιός Πέτρος Μπακάκος. Αρχικά στεγάζεται στην οδό Δώρου και αργότερα μεταφέρεται στο ισόγειο της οικίας Ανδρικίδη, στον αριθμό 1 της Αγ. Κωνσταντίνου.

Στο χαμηλοτάβανο πατάρι στο μεσοπάτωμα του φαρμακείου του Μπακάκου, συχνάζουν πολιτικοί της βενιζελικής παράταξης (μιας και ο ιδιοκτήτης ήταν βενιζελικός), αλλά και πολλοί άνθρωποι των γραμμάτων όπως ο Ζ. Παπαντωνίου, Αλ. Διομήδης, Μ. Μαλακάσης κ.ά.

 

1928 plateia omonias

Το φαρμακείο του Μπακάκου το 1928

 

Σιγά-σιγά, ο χώρος μπροστά από το φαρμακείο του Μπακάκου μετατρέπεται στο πιο συνηθισμένο μέρος για ραντεβού για τους επαρχιώτες που επισκέπτονται την πρωτεύουσα. Από αυτό το μέρος «πέρασε όλη η Ελλάδα», όπως ακούμε στο τραγούδι «Δέκα χρόνια στου Μπακάκου» σε στίχους του Θ. Γκόνη.

"Δέκα χρόνια στου Μπακάκου περιμένω για να ‘ρθεις, πέρασε όλη η ελλάδα και ακόμα να φανείς /  Δέκα χρόνια στου Μπακάκου περιμένω για να ‘ρθεις, δέκα χρόνια εδώ νυχτώνω με την ίδια προσευχή / Δέκα χρόνια εδώ νυχτώνω με την ίδια προσευχή, να σε φέρνανε οι σκάλες πριν απ' την καταστροφή

Σήμερα το φαρμακείο του Μπακάκου λειτουργεί στην οδό Αγ. Κωνσταντίνου 3.

Το καφενείο «Νέον»

Το 1920 ξεκινά τη λειτουργία του το καφενείο “Νέον”. Το αρχικό μεγαλοϊδεατικό του όνομα “Νέον Βυζάντιον” περικόπτεται σε «Νέον» μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Παρά τον πλούσιο, μέσα και έξω, κλασικιστικό του διάκοσμο, το “Νέον” είχε πελατεία κυρίως λαϊκή. Έτσι κι αλλιώς, κατά τη δεκαετία του 1920 το βάρος της κοινωνικής ζωής έχει αρχίσει να μετατοπίζεται προς την πλατεία Συντάγματος, ενώ ο χαρακτήρας της Ομόνοιας αρχίζει να γίνεται πιο λαϊκός. Ώσπου φτάνουμε στα μεταπολεμικά χρόνια και στο Νέον στεγάζεται η πιάτσα των οικοδόμων και των χτιστών

 

1920s plateia omonias neon

Το καφενείο Νέον (δεκαετία του 1920)

 

Εκτός όμως από τον κόσμο της "μαστοριάς", τακτικοί θαμώνες στο "ΝΕΟΝ" ήταν και άνθρωποι της τέχνης και της διανόησης, όπως ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Γιώργος Ιωάννου, ο Μιχάλης Κατσαρός και ο Γιάννης Τσαρούχης. Ο Τσαρούχης μάλιστα έχει απαθανατίσει το "ΝΕΟΝ" σε δυο ελαιογραφίες του που βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας: "Το καφενείο Νέον - ημέρα" (1956-66) και "Το καφενείο Νέον - βράδυ" (1965-66).

 

1965 1966 Plateia Omonoias Tsarouhis

Το καφενείο Νέον (πίνακας του Γιάννη Τσαρούχη 1965-1966)

 

Αλλά και ο πεζογράφος Γιώργος Ιωάννου, γράφει για το "Νέον" στο βιβλίο του “Ομόνοια, 1980” : «Στην Ομόνοια, η σοβαρότερη και πιο παραδοσιακή ίσως ως προς την ιστορία της πλατείας γωνία είναι αυτή όπου βρίσκεται το Καφενείο Νέον. […] Το πλήθος και ο ορυμαγδός από το τάβλι, τις συζητήσεις και τις παραγγελίες που υπήρχε μέσα είναι για σήμερα κάτι αδιανόητο. Οι καλομαθημένοι σε καφενεία νεαροί επαρχιώτες, οι από τις νοικοκυρεμένες μεσαίες πόλεις καταγόμενοι, δεν ήθελαν να μπούνε στην κοιλιά του κήτους, αλλά κάθονταν στις έξω καρέκλες ή περίμεναν εκεί γύρω όρθιοι»

Πλέον, ο χώρος στεγάζει γνωστή αλυσίδα αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, με αποτέλεσμα ο επισκέπτης να έχει ξανά τη δυνατότητα να θαυμάσει τον πλούσιο διάκοσμό του.

 

 

Η Ομόνοια του Μεσοπολέμου - Η κατασκευή του υπόγειου σιδηροδρομικού σταθμού και οι κολόνες με τις Μούσες

Στο Μεσοπόλεμο η μάχη μεταξύ της πλατείας Συντάγματος και της Ομόνοιας έχει πλέον κριθεί. Στο Σύνταγμα ανεβαίνουν οι αριστοκράτες και στην Ομόνοια η αστική και λαϊκή τάξη. 

 

1920s plateia omonias

Η πλατεία Ομονοίας (δεκαετία του ΄20) 

 

Το 1927 κόβονται οι φοίνικες της πλατείας και απομακρύνεται το γκαζόν, προκειμένου να κατασκευαστεί ο υπόγειος σταθμός του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου, τα εγκαίνια του οποίου γίνονται το 1930 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Από τότε και μετά η πλατεία αρχίζει να αποκτά περισσότερο εμπορικό χαρακτήρα και να αποτελεί το πιο αναγνωρίσιμο σημείο για τους κατοίκους της επαρχίας που επισκέπτονται την Αθήνα.

 

1927 plateia omonias

Οι κομμένοι φοίνικες το 1927. Πηγή: φωτογράφος Δημήτρης Γιάγκολος, Η Αθήνα μέσα από τον 19ο αιώνα.

 

Για να εξαερίζεται ο υπόγειος σταθμός, τοποθετούνται περιμετρικά της πλατείας οκτώ μεγάλες κολόνες-αεραγωγοί, οι οποίες, με απόφαση του τότε δημάρχου της πόλης, Σπύρου Μερκούρη, διακοσμούνται με τα αγάλματα των εννιά Μουσών.

 

1932 plateia omonias

Οι κολόνες με τις 8 μούσες και τα περίπτερα στη βάση τους (1932)

 

Όμως, η ένατη Μούσα, που έμελλε να είναι η Καλλιόπη, περίσσευε. Αποφασίζεται λοιπόν να τοποθετηθεί στα υπόγεια του ηλεκτρικού σταθμού, δίπλα στα δημόσια ουρητήρια. Έτσι, όταν κάποιος ρωτούσε πού είναι τα ουρητήρια, έπαιρνε την απάντηση: «κάτω, δίπλα στην Καλλιόπη». Κάπως έτσι λοιπόν η προστάτιδα του έπους και της λυρικής ποίησης έγινε συνώνυμη της τουαλέτας στη φανταρίστικη αργκό

Οι μούσες αυτές, όμως, δεν έμελλε να μακροημερεύσουν. Οι περισσότεροι αθηναιογράφοι αναφέρουν ότι κανείς δεν συμπάθησε ποτέ τις μούσες και ότι οι Αθηναίοι υποστήριζαν πως η πλατεία έμοιαζε με τούρτα. Μάλιστα, ο γελοιογράφος Φωκίων Δημητριάδης αφιέρωσε τρία έργα του στις Μούσες: στο πρώτο η Ερατώ ξερνάει με όσα βλέπει, στο δεύτερο η Καλλιόπη μεταφέρεται στα υπόγεια δημόσια ουρητήρια για τη σωματική της ανάγκη, ενώ στο τρίτο μία από τις Μούσες, στραμμένη προς τα ουρητήρια, φωνάζει: «Καλλιόπη, έβγα έξω, περνάει ο Δήμαρχος!»

 

mouses

 

Ο εκδότης-διευθυντής της Καθημερινής, Γεώργιος Α. Βλάχος), πρωτοστάτησε στην εκστρατεία κατά των Μουσών με άρθρο του (Η Καθημερινή, 28 Σεπτεμβρίου 1936), στο οποίο υπέβαλε προτάσεις στον υπουργό-διοικητή Αθηνών-Πειραιώς Κώστα Γ. Κοτζιά, τον Κ.Κ., για τον “εξευρωπαϊσμό” της πλατείας:

«Η πλατεία της Ομονοίας είναι αίσχος ακαλαισθησίας και ρυπαρότητος. Οκτώ και όχι εννέα Μούσαι από μπετόν αρμέ την πολιορκούν στημέναι επάνω εις ισάριθμα καπνοπωλεία, εις το κέντρον της υπάρχουν μερικά ανθοπωλεία πτωχά και μικρά και γύρω-γύρω άρρυθμα, παλαιά, άλλα χαμηλά και άλλα υψηλά, σπίτια στεγάζουν ξενοδοχεία δευτέρας ποιότητος εις τα επάνω πατώματα, καφενεία και ζυθοπωλεία λαϊκά εις τα κάτω. Των καφενείων αυτών και των ζυθοπωλείων οι τέντες είναι παμπάλαια ράκη, οι στύλοι επί των οποίων στηρίζονται σωλήνες πτωχοί και αι επιγραφαί των, κατά το πλείστον, ξύλιναι, ακαλαίσθητοι, παλαιαί. Πλατεία πτωχής επαρχιακής πόλεως της Ευρώπης δεν έχει ποτέ τόσον χάλι. Εν τούτοις η πλατεία της Ομονοίας αποτελεί το Κέντρον των Αθηνών, είναι η μία από τας δύο μεγάλας πλατείας της πρωτευούσης και θα ημπορούσε μετά την πλατείαν του Συντάγματος, η οποία και αυτή πρέπει να αλλάξη όψιν, να γίνη μία ωραία πλατεία».

Τελικά, σε μία από τις διαδηλώσεις εναντίον του Μεταξά τον Αύγουστο του 1936, μία από τις μούσες πέφτει και τραυματίζει ανθρώπους. Τότε, οριστικοποιείται η απόφαση για την απόσυρσή τους και ταυτόχρονα διαμορφώνεται ολόκληρη η επιφάνεια της πλατείας. Στο κέντρο κατασκευάζεται η είσοδος-έξοδος του σταθμού και εκατέρωθεν αυτής, μικρά κτιστά ανθοπωλεία

 

1930 plateia omonias 02

Η είσοδος-έξοδος του σταθμού στο κέντρο της πλατείας. Πηγή: Παλιά Αθήνα.

 

Για την ιστορία αξίζει να αναφέρουμε ότι κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 τα γλυπτά κείτονταν στη μάντρα της Ηλεκτρικής Εταιρείας Μεταφορών, στην Κολοκυνθού, σε αποθήκη του Δήμου Αθηναίων. Εκείνη την εποχή παραχωρούνται από τον Δήμο Αθηναίων δύο Μούσες στη Θήβα, τέσσερις στην Καρδίτσα, μία στα Κατάπολα Αμοργού, ενώ η Εστία και η Δήμητρα καταλήγουν στις Καρυές Λακωνίας!

Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, διακόπτεται η λειτουργία του σταθμού του Ηλεκτρικού και ο χώρος μετατρέπεται σε αποθήκη. Στα χρόνια αυτά, η εικόνα της Ομόνοιας είναι μια μικρογραφία της εξαθλιωμένης Αθήνας.

Στις 12 Οκτωβρίου του 1944, οι τελευταίοι Γερμανοί εγκαταλείπουν την Αθήνα. Χιλιάδες κόσμο που πανηγυρίζει κατακλύζει την πλατεία, καθώς παρελαύνουν οι αντιστασιακές οργανώσεις. Δύο μήνες αργότερα αρχίζουν τα Δεκεμβριανά και η Ομόνοια γίνεται το σύνορο μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών με τεράστιες συνέπειες. Η πλατεία γεμίζει οδοφράγματα και πολλά κτίρια καταστρέφονται.

 

1944 plateia omonias

Πολλές αντιστασιακές οργανώσεις έκρυβαν τον οπλισμό τους σε ξενοδοχεία.

Πηγή: Καθημερινά Νέα, 22.4.1944 (αρ.53). Βιβλιοθήκη ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ.

 

Η μεταπολεμική Ομόνοια

Η μεταπολεμική Αθήνα αρχίζει να αποκτά όψη μεγαλούπολης. Η πλατεία Ομονοίας έχει χάσει πια την κοσμοπολίτικη φυσιογνωμία της και μετατρέπεται σταδιακά σε εμπορικό και συγκοινωνιακό κόμβο, καθώς επίσης και σε χώρο πολιτικών και προεκλογικών συναθροίσεων. Ωστόσο παραμένει ακόμη ζωντανή και ζωηρή και τόπος βραδινής διασκέδασης.

« … Σε κάθε γωνία εφτά καφενεία, καρέκλες με κόσμο γεμάτες και ταξί που ψαρεύουν πελάτες / Κομψοί και ωραίοι, πόλισμαν τροχαίοι, πέντ’ έξι παλιές μπυραρίες, καυγαδάκια στις αφετηρίες / Καμπαρέ και τζαζ μπαντ και μπελ φαμ, με ταμπέλες που λεν’ γουέλκαμ. Τι ρυθμός και ζωή και κοσμοσυρροή, μέρα – νύχτα και ως το πρωί» τραγουδά η Ρένα Βλαχοπούλου το 1954

  

1953 plateia omonias

Η πλατεία Ομονοίας το 1953 

 

1955 plateia omonias 02

Η πλατεία Ομονοίας το 1955 

 

Δυστυχώς, βρισκόμαστε στην εποχή της αντιπαροχής και της κατεδάφισης. Σιγά σιγά τα κτήρια της πλατείας γκρεμίζονται το ένα μετά το άλλο, δίνοντας τη θέση τους σε μοντέρνα και απρόσωπα κτίρια. Στο μεταξύ, στο υπόγειο της πλατείας, αρχίζει να λειτουργεί και μια δεύτερη πλατεία με καταστήματα

Οι μεταμορφώσεις της πλατείας Ομονοίας όμως δεν τελειώνουν ποτέ. Βρισκόμαστε στα 1957 και ήδη έχει δρομολογηθεί μια νέα μεταμόρφωσή της. Τα λόγια του Γιώργη Βισδάκη από το μακρινό 1957 ακούγονται σαν να λέγονται τώρα: «Η Ομόνοια, φίλε μου, είναι μια πλατεία ιστορική και ταλαιπωρημένη. Κάθε λίγο και λιγάκι αλλάζει μορφή. Έζησα κοντά της έξι ολόκληρες δεκαετηρίδες και δεν θα είναι υπερβολή αν σας πω, πως την είδα έξι φορές με νέα εμφάνιση, σαν κοκέτα γυναίκα, που δεν μένει ευχαριστημένη ποτέ με ό,τι φορά. Αυτή την εντύπωση μου έδινε πάντα η αγαπημένη πλατεία.

[…] Δεν ξέρω πώς θα παρουσιασθεί ύστερα από μερικούς μήνες, όμως επιτρέψτε μου, σαν παλιός Αθηναίος να μου αρέσει η Ομόνοια του 1890 με τα δέντρα, την μαρμάρινη εξέδρα, τους αμαξάδες της, τον Μουρούζη και τον βασιλιά Γεώργιο. Εμείς οι γέροι, βλέπεις, είμαστε αδιόρθωτοι – χωρίς να είμαστε κι εχθροί της προόδου. Το παρελθόν όμως έχει κάτι από την ψυχή μας, κάτι από τη νεότητά μας» από το Ανθολόγιο της Αθήνας: Βιβλίο πρώτο: Γειτονιές. Λόφοι. Δρόμοι / Τάκη Δ. Ψαράκη. Αθήνα: Νέα Σύνορα-Α. Α. Λιβάνη, 1990

 

 

Οι εσωτερικοί μετανάστες

Μαζί με τις μεταμορφώσεις της πλατείας, πορεύεται και η σταδιακή παρακμή της. Η αποψίλωση από δένδρα και χώρους πρασίνου, οι εσωτερικοί μετανάστες που συρρέουν κατά χιλιάδες στην Αθήνα, οι εργάτες που μαζεύονται εκεί από νωρίς το πρωί για  αναζήτηση μεροκάματου, αλλά και το έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα με τα αυτοκίνητα και τις αφετηρίες των μέσων μεταφοράς, αλλοιώνουν όχι μόνο τον ψυχαγωγικό αλλά και τον μεσοαστικό χαρακτήρα της πλατείας

Από την άλλη μεριά, αρχίζει να ανθεί ένα νέο είδος καφενείων που αντικατοπτρίζει πλήρως την αλλαγή στη σύνθεση του κοινωνικού ιστού που επήλθε στην Αθήνα: τα μεταπολεμικά χρόνια: Γύρω από την Ομόνοια ανοίγουν και ανθούν καφενεία με ονόματα, όπως “Ήπειρος”, “Κρήτη” ή “Ρούμελη”, τα οποία λειτουργούν σαν φάροι και νησίδες ασφαλείας και προστασίας για τους μεταπολεμικούς εσωτερικούς μετανάστες, εξυπηρετώντας όχι μόνο νοσταλγικούς σκοπούς, αλλά και καθημερινές πρακτικές ανάγκες, όπως την επικοινωνία με το χωριό, την αναζήτηση εργασίας, αλλά και προξενιά.

kafeneio01

 

Ο θρυλικός Έλατος

Ο Έλατος ήταν το πρώτο μαγαζί με δημοτική μουσική στην Αθήνα. Άνοιξε το 1918 και έγινε ένα φημισμένο κέντρο διασκέδασης που η φήμη του έφτανε μέχρι τους Έλληνες ομογενείς της διασποράς

Ο Έλατος βρισκόταν στην πλατεία Λαυρίου, δυο βήματα από την Ομόνοια, 3ης Σεπτεμβρίου 16.Οι πρώτοι που τον έμαθαν ήταν οι εργάτες των μεταλλείων, που έπαιρναν το τρένο από τον σταθμό της πλατείας Λαυρίου. Όταν επέστρεφαν από το Λαύριο, σταματούσαν στον Έλατο για μεζέ και κρασί μετά την κούραση της δουλειάς. Το ίδιο και οι εργάτες που γύριζαν από τον Πειραιά με τον  σιδηρόδρομο Αθηνών-Πειραιώς.

 

elatos

 

Ο Έλατος έγινε αμέσως το αγαπημένο στέκι των επαρχιωτών που είχαν έρθει στην Αθήνα για μια καλύτερη τύχη και νοσταλγούσαν το χωριό και τα ακούσματά του. Η τσίκνα από τα ψητά, το κρασί, τα τραγούδια, τα γνώριμα μουσικά όργανα, ο παραδοσιακός χορός τους θύμιζαν χαρούμενες στιγμές από πανηγύρια και γιορτές στις ιδιαίτερες πατρίδες τους. “Κόσμος και κοσμάκης έχει κλάψει στον Έλατο”, είχε πει χαρακτηριστικά σε μια συνέντευξη  κάποιος από τους σερβιτόρους.

Το μαγαζί άνοιγε από νωρίς και είχε τιμές ψητοπωλείου. Μέχρι το 1970 οι μουσικοί και οι τραγουδιστές δεν πληρώνονταν από το μαγαζί, αλλά από τους πελάτες που ζητούσαν παραγγελιές. Η σειρά του χορού τηρούταν αυστηρά, ώστε να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις και καυγάδες. Για τρεις κυρίως λόγους ξέσπαγε καβγάς: αν κάποιος με απανωτές παραγγελιές εμπόδιζε τους άλλους να κάνουν τις δικές τους, αν πήγαινε να χορέψει την παραγγελιά κάποιου άλλου ή αν πείραζε συνοδευόμενη γυναίκα. Σπάνια πήγαινε γυναίκα ασυνόδευτη στον Έλατο.

 

elatos02

Η μία ταμπέλα στο πάλκο γράφει «Οι παραγγελίες εις τα όργανα πληρώνονται παρά των πελατών».

Η άλλη ταμπέλα γράφει «Η σειρά του χορού δίδεται από τη διεύθυνση»

Η εποχή της μεγάλης ακμής του Έλατου ήταν οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 

Στον Έλατο ακούγονταν τραγούδια της Ρούμελης, της Ηπείρου και του Μοριά. Από το πάλκο του πέρασαν μεγάλα ονόματα μουσικών και τραγουδιστών, όπως η Ρόζα Εσκενάζι, η Φιλιώ Πυργάκη,  η Σοφία Κολλητήρη, ο Βασίλης Σαλέας, ο Γιώργος Μάγκας, ο Μάκης Χριστοδουλόπουλος, ο Αλέκος Κιτσάκης και πολλοί άλλοι

Μαζί με την παρακμή της Ομόνοιας, ήρθε αναπόφευκτα και το τέλος του Έλατου, ο οποίος έκλεισε οριστικά το 2007.

 

 

Το συντριβάνι της Ομόνοιας

Το 1958 διεξάγεται διαγωνισμός για την ανάπλαση της πλατείας, τον οποίο κερδίζουν ο γλύπτης Γιώργος Ζογγολόπουλος και ο αρχιτέκτονας Κώστας Μπίτσιος. Η πλατεία μεταμορφώνεται ξανά και το 1959 αποκτά τα “σιντριβάνια της Ομόνοιας”, τα οποία γίνονται τοπόσημο της πόλης και σημείο συνάντησης των οπαδών για βουτιές και πανηγυρισμούς μετά από νίκες των ομάδων τους.

Τα πεζοδρόμια μεγαλώνουν αισθητά και πληθαίνουν τα καταστήματα στο υπόγειο, όπου κατεβαίνουν πλέον κυλιόμενες σκάλες. Η πλατεία γίνεται ο κατ’ εξοχήν τόπος συνάντησης των επαρχιωτών που συνηθίζουν να δίνουν το ραντεβού τους στη γωνία του φαρμακείου Μπακάκου

 

1959 plateia omonias 02

Τα σιντριβάνια της Ομόνοιας (1959). Πηγή: Η Αθήνα από τον 19ο αιώνα.

 

1960s plateia omonias

Τα σιντριβάνια της Ομόνοιας (δεκαετία του '60)

 

1966 Plateia Omonoias

Τα σιντριβάνια της Ομόνοιας (1960)

 

1969 plateia omonias

Τα σιντριβάνια της Ομόνοιας (1969)

 

Η αρχή της παρακμής

Μπορεί η Ομόνοια να έχανε σιγά σιγά την κοσμικότητά της, όμως τη δεκαετία του ‘60 και του ‘70 καταγράφει τη μεγαλύτερη εμπορική άνθησή της, διαθέτοντας πολλά εμπορικά καταστήματα, τα πρώτα πολυκαταστήματα “Μινιόν”, “Λαμπρόπουλος” και “Κατράτζος”. Και βέβαια, ακόμη ανθούν κέντρα διασκέδασης, καφετέριες και εστιατόρια.

Αλλά και η βραδινή ζωή της είναι ακόμη έντονη. Τέλη δεκαετίας ’70 και αρχές δεκαετίας ’80, η περιοχή της Ομόνοιας σφύζει από ζωή και από μουσική. Μόνο που έχει αλλάξει εντελώς η κοινωνική σύνθεση των θαμώνων. Πάνω στην πλατεία και στους γύρω δρόμους, μικρά και μεγάλα μαγαζιά είναι ανοιχτά όλη μέρα, με χιλιάδες κασέτες αραδιασμένες πάνω σε μεγάλους πάγκους στα πεζοδρόμια και στο εσωτερικό των καταστημάτων. Εκεί, βρίσκουν οι επαρχιώτες που έχουν οριστικά εγκατασταθεί στις συνοικίες της πόλης,  όλες τις φίρμες από τα πανηγύρια και τις μικρές δισκογραφικές εταιρίες της Ομόνοιας. Και στην ίδια περιοχή, μέχρι την πλατεία Βάθη και το Μεταξουργείο τα κέντρα διασκέδασης που έχουν απομείνει είναι τα περίφημα “κλαρίνα”» (“Ζίτσα”, “Έλατος”, “Ήπειρος αγάπη μου”, “Αγρίμια” κ.ά.), που στα πάλκα τους τα βράδια παίζουν οι καλύτεροι μουσικοί και τραγουδιστές του είδους.

Και αυτά τα μαγαζιά όμως σιγά-σιγά θα εκλείψουν. Οι επόμενες γενιές των εσωτερικών μεταναστών αστικοποιούνται και τα στέκια αυτά δεν τους λένε τίποτα πια. Νέα στέκια σε νέες περιοχές δημιουργούνται και η Ομόνοια οδεύει προς την παρακμή. Μια διαδικασία που δε γίνεται ποτέ αυτόματα, τα ανήσυχα και παρατηρητικά μυαλά όμως τη διαβλέπουν. Ένα από αυτά, του συγγραφέα Γιάννης Ιωάννου, διαβλέπει το τέλος της Ομόνοιας μέσα από  το βιβλίο του “Ομόνοια 1980”

«Κουβεντιάζοντας για την Ομόνοια τίθεται συνήθως το θέμα των ορίων της, μια και το όνομά της δεν σημαίνει μόνο την πλατεία αλλά όλη την εφαπτόμενη γύρω της περιοχή, που ζώνει με δυο και τρία ζωνάρια τον περιώνυμο χώρο.(...) Τι τα θέλεις όμως; Ομόνοια είναι κυρίως η πλατεία, όλα τα άλλα υπάρχουν μονάχα χάρη σ' αυτήν, όχι μονάχα στ' όνομά της αλλά και στην έλξη της».

Ο θάνατος της Ομόνοιας θα σημάνει από τη στιγμή που θα κλείσουν και τα υπόλοιπα καφενεία, ιδίως τα ισόγεια. Γιατί αυτό, το ισόγειο, είναι το καλό καφενείο, που επιτελεί τη λειτουργία του ως στέκι. Κιόλας τα μαγαζιά αυτά έχουν υποστεί στις μέρες μας ένα πλήγμα – δεν διανυκτερεύει κανένα τους. Η διοίκηση, που για ιδανικό της πάντοτε, κάτω από όλα τα καθεστώτα, έχει το "ησυχία, τάξις και ασφάλεια", ενώ στην πραγματικότητα μόνο για τη δική της ησυχία τη νοιάζει, έκλεισε τα καφενεία τα διανυκτερεύοντα και τώρα για ένα τρίωρο περίπου, από τις 2 τη νύχτα ως τις 5 τα ξημερώματα, επικρατεί στα πεζοδρόμιά της, ανάμεσα στις τάξεις των αστέγων της, θλίψις και κατήφεια και έλεγχοι και εξακριβώσεις και κυνηγητό μερικές φορές».

Και πραγματικά. Ενώ την ημέρα η Ομόνοια είναι ένα πολυσύχναστο και πολύβουο κέντρο διερχομένων, το βράδυ μετατρέπεται σε στέκι περιθωριακών και απόκληρων κάθε είδους. Πόρνες, τοξικομανείς, έμποροι ναρκωτικών, άστεγοι και πεινασμένοι πλαισιώνουν αυτό το πάλαι ποτέ κοσμικό μέρος. Στους παραπάνω έρχονται να προστεθούν από τη δεκαετία του ’90 και άλλοι απόκληροι, οι αλλοδαποί πρόσφυγες-μετανάστες

Το 1988, μέσα στο σιντριβάνι της πλατείας, τοποθετείται ο "Δρομέας" του Κώστα Βαρώτσου, ο οποίος παραμένει εκεί έως το 1993, καθώς όταν ξεκινούν οι εργασίες για την κατασκευή του μετρό, μεταφέρεται στην πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής, επί της οδού Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το ξενοδοχείο Χίλτον και την Εθνική Πινακοθήκη

.

1988 Plateia Omonoias

 

Το 1992 ξεκινούν οι εργασίες για το μετρό της Αθήνας, οι οποίες θα μετατρέψουν μέχρι το 2003, οπότε εγκαινιάζεται ο σταθμός, την Ομόνοια σε ένα απέραντο εργοτάξιο, απομονώνοντας την πλατεία από τον κόσμο.

Η πλατεία τελικά γίνεται παραλληλόγραμμη, οι κυκλοφοριακές συνθήκες αλλάζουν και αποκαθίστανται οι όψεις των κτηρίων που την περιβάλλουν. Στη νέα πλατεία τοποθετείται το 2001, ανατολικά της Πλατείας μεταξύ των οδών Πανεπιστημίου και Σταδίου, ο «Πεντάκυκλος» του Γιώργου Ζογγολόπουλου, μία σταυροειδής κατασκευή ύψους 15 μέτρων με πέντε κύκλους από ανοξείδωτο χάλυβα.

 

2000 Plateia Omonoias

 

Λίγο πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, επιχειρείται μία ακόμα ανάπλαση της Ομόνοιας, αλλά το αισθητικό της αποτέλεσμα είναι μάλλον άχαρο και προκαλεί αντιδράσεις.

Η τελευταία μεταμόρφωση της πλατείας γίνεται τον Μάιο του 2020 σε μια προσπάθεια να πάψει να είναι ένας γκρίζος συγκοινωνιακός κόμβος, αλλά ένα αγαπημένο σημείο συνάντησης των Αθηναίων και των επισκεπτών της πόλης. Η πλατεία Ομονοίας αποκτά πάλι συντριβάνι, ενώ τραπεζοκαθίσματα καταστημάτων κάνουν δειλά δειλά την εμφάνισή τους.

Στα εγκαίνια είναι παρών ο πρώην δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης, ο οποίος σημειώνει πως «η Ομόνοια είναι ένα κομμάτι του ψηφιδωτού που δημιουργεί ο Μεγάλος Περίπατος» . Μεγάλα λόγια ενός μικρού δημάρχου, ο οποίος είδε τελικά τον Μεγάλο Περίπατο να πηγαίνει περίπατο και λογαριασμό δεν έδωσε σε κανέναν. 

Όσο για την πλατεία της Ομόνοιας; Τα μεγάλα λόγια δεν αρκούν. Ούτε οι προθέσεις. Ούτε καν οι ικανότητες των αρχιτεκτόνων - σχεδιαστών. Γιατί μπορεί η τελευταία επέμβαση στην πλατεία της Ομόνοιας να δημιούργησε την αίσθηση της ανάπτυξης και να άνοιξαν καινούργια εστιατόρια, καφέ και πολυτελή ξενοδοχεία, αλλά αυτό είναι μόνο η βιτρίνα. Πίσω από τη βιτρίνα, λίγα μέτρα πιο πέρα, εξαθλιωμένοι, άστεγοι, πεινασμένοι, τοξικομανείς κοιμούνται κατάχαμα, ψάχνουν στα σκουπίδια ή και παίρνουν τη δόση τους φόρα παρτίδα. Γιατί την τύχη μιας περιοχής την καθορίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποί της. Γιατί η ανάπτυξη μιας περιοχής προϋποθέτει την ευημερία των κατοίκων της. Γιατί η ιστορία μιας πλατείας είναι η ιστορία των ανθρώπων της

 

2022 Plateia Omonoias

Η Ομόνοια σήμερα

 

 

Ποια κτίρια έχουν διασωθεί

Παρά την καταστροφική περίοδο της μπουλντόζας και της κατεδάφισης, μερικά πολύ όμορφα κτίρια κατάφεραν να διασωθούν μεταφέροντας εικόνες του παλαιού και χαμένου μεγαλείου της πλατείας

Ένα απ’ αυτά είναι το Μέγαρο Καυταντζόγλου, στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου 68 και Πατησίων. Χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και στους ορόφους του λειτούργησε το ξενοδοχείο "Βικτώρια", το οποίο το 1929 μετονομάστηκε σε "Εξέλσιορ". Στο ισόγειό του λειτούργησε το καφενείο “των Γερόντων” ή των “Ευ Φρονούντων” και το  ζαχαροπλαστείο του Μπερνίτσα. Σήμερα το ακίνητο ανήκει στην Εθνική Τράπεζα

 

diatiritea01

 

Ακολουθούν τα "δίδυμα" ξενοδοχεία «Μέγας Αλέξανδρος» (Αθηνάς 69 & πλ. Ομονοίας) και «Μπάγκειον» (Αθηνάς 64 & πλ. Ομονοίας) που χτίστηκαν στα τέλη της δεκαετίας του 1880 και θεωρούνται αντιπροσωπευτικά έργα του Ερνέστου Τσίλλερ, ενώ στο ισόγειο του “Μπάγκειον” στεγάστηκε το ομώνυμο καφενείο

 

diatiritea02

 

Απέναντι από τα δίδυμα ξενοδοχεία (πλ. Ομονοίας και οδού Δώρου), υπάρχει ένα νεοκλασικό, διατηρητέο, κτίριο της δεκαετίας του 1860, το οποίο στέγασε το ξενοδοχείο "Κάρλτον" και στο ισόγειό του το ιστορικό καφενείο "Νέον"

 

diatiritea03

 

Δίπλα στο Νέον βρίσκεται το τριώροφο Μέγαρο Βογιατζίδη (3ης Σεπτεμβρίου 2 & πλ. Ομονοίας) που χτίστηκε το 1875. Το ισόγειο του κτηρίου είχε στεγάσει αρχικά το καφενείο Χαραμή ενώ αργότερα το  καφενείο Ζαχαράτου-Καπερώνη. Τέλος, κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου λειτουργούσε το εστιατόριο "Ελλάς" , το οποίο επέζησε και μετά τον πόλεμο

 

 Πηγές

http://www.elia.org.gr/research-tools/hotels/streets/omonia/

https://www.athensvoice.gr/life/life-in-athens/699615/i-plateia-omonoias-kai-i-istoria-tis/

https://www.efsyn.gr/arheio/mnimeia-tis-polis/41370_i-plateia-me-ta-ennia-prosopa

https://www.lifo.gr/now/athens/h-plateia-omonoias-sto-perasma-ton-hronon-oi-kalyteres-kai-pio-spanies-fotografies

https://www.lifo.gr/now/athens/stin-omonoia-syhnazoyn-ypopsiasmena-kormia?fbclid=IwY2xjawHNRdBleHRuA2FlbQIxMAABHaRsz63CqoKZnuitltBxAs508v7PtDfJspbQpJNi5p_zrO9G9WXUPo0t8Q_aem_DnlquqkG9Wl9juhWH5xo8Q

https://slpress.gr/politismos/oi-moyses-tis-omonoias-mia-istoria-ellinikoy-rave-xilone/

https://www.ertnews.gr/eidiseis/mono-sto-ertgr/i-istoria-tis-omonoias-mesa-ston-chrono/?fbclid=IwY2xjawHNRzNleHRuA2FlbQIxMAABHRUb3dKya56G9WWWoc89ov9A9PDEP9VSCLdAJl0hsiWI334jZPLkVnGsXw_aem_AL_LRNz0TuHuaF2KqdOg6Q

https://popaganda.gr/art/sto-xenodochio-bagkion-akomi-ke-tichi-lene-istories/

https://edromos.gr/otan-h-omonoia-eixe-th-mousikh-ths/?amp&fbclid=IwY2xjawHNRopleHRuA2FlbQIxMAABHT_cXgzhkLm9xFmYn9uIEdcsmMwUOCuox0eoQDUOgRMX91saFnwXlyl4fw_aem_Fo_iaf7yoI42gLd9SimzaQ

https://www.dnews.gr/eidhseis/ellada/400909/i-omonoia-ton-antitheseon-psaxnei-na-vrei-kati-apo-tin-lampsi-ton-proigoymenon-dekaetion-eikones?fbclid=IwY2xjawHNRCpleHRuA2FlbQIxMAABHTibJiGJ7uBRbflgR43cBkVapV9E7vfrA6sujl6AbLc0OARPtbXJpEEReQ_aem_oFZpNR8puaE12ou6OpT-Vw

https://anemourion.blogspot.com/2017/09/19.html

http://atheofobos2.blogspot.com/2014/12/h.html

http://atheofobos2.blogspot.com/2014/11/blog-post_24.html

https://www.periou.gr/leni-zachari-ta-matomena-iouniana-18-20-iouniou-1863-enas-schedon-agnostos-emfylios/

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CE%B1%CF%86%CE%B5%CE%BD%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%9D%CE%95%CE%9F%CE%9D

https://mikros-romios.gr/%cf%84%cf%81%ce%ac%cf%80%ce%bf%cf%85%ce%bb%ce%b1-%ce%bc%ce%b5-%ce%b1%ce%af%ce%bc%ce%b1-%cf%83%cf%84%ce%b7%ce%bd-%cf%80%cf%81%ce%ac%cf%83%ce%b9%ce%bd%ce%b7-%cf%84%cf%83%cf%8c%cf%87%ce%b1-%ce%bf/?fbclid=IwY2xjawHJBKpleHRuA2FlbQIxMAABHQ49hL--jxlYH7oNHczmboiDCMkLiAXCZRkZeJjsfEaj78QBtXloq-77kw_aem_ZVrl0uj4ubVmU6IcVyI5jg

https://omadaasty.blogspot.com/2013/06/normal-0-false-false-false_8.html

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%AE_%CE%97%CE%BB%CE%B5%CE%BA%CF%84%CF%81%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D_(%CE%9C%CE%B5%CF%84%CF%81%CF%8C_%CE%91%CE%B8%CE%AE%CE%BD%CE%B1%CF%82)

https://paliaathina.com/gr/pages/184/i-plateia-Omonoias-tin-romantiki-epoxi-.html

https://paliaathina.com/gr/pages/185/i-plateia-Omonoias-stin-belle-%C3%A9poque-.html

https://paliaathina.com/gr/pages/183/i-plateia-Omonoias-ta-xronia-toy-Othwna.html

https://tetysolou.wordpress.com/2018/03/01/%CE%BF-%CE%AD%CE%BB%CE%B1%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%BF-%CE%BE%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CF%85%CF%83%CF%84%CF%8C%CF%82/

 https://www.facebook.com/photo.php?fbid=181889741823395&id=149801415032228&set=a.176243685721334&locale=el_GR

από τον IRafina- Dimotis (Η Ραφήνα-Δημότης)

 

Κοιτάζοντας την πρώτη ασπρόμαυρη φωτογραφία  φαίνεται πως στους Ραφηνιώτες άρεσε ανέκαθεν να είναι αραχτοί στην πλατεία και σχεδόν αδιάφοροι για τα κοινά.

Η Ραφήνα είναι ένας Δήμος  με τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα. Μάλλον τα περισσότερα σε όλη την Αττική μαζί φυσικά  με όμορους Δήμους. Η ζωή, κατοίκων και εργαζομένων, βρίσκεται σε συνεχή κίνδυνο  εδώ και δεκαετίες και μάλιστα με χειροτέρευση των όρων ανάταξης αυτής της οικολογικής κατάρρευσης του Δήμου μας μετά τις καταστροφικές και συνεχείς πυρκαγιές στην περιφέρεια της πόλης μας, στην Πεντέλη κλπ. Ηχορρύπανση και ρύπανση από το λιμάνι και το αεροδρόμιο συνεχίζεται και αυξάνει.

Μέσα σε αυτή την δεινή πραγματικότητα οι Ραφηνιώτες έχουν αφήσει την τύχη της πόλης τους σε μία αδιάφορη, έως καταστροφική, δημοτική αρχή  αφού συνεχίζει να συμπαραστέκεται στους καταστροφείς του Μεγάλου Ρέματος με την κοπή αιωνόβιων δέντρων χωρίς καμία αντίδραση.

Είναι αυτονόητη υποχρέωση της διοίκησης του Δἠμου να διασφαλίσει μια σωστή Αστική Ανάπλαση χωρίς να καταστρέψει τη δενδρώδη βλάστηση που μας έχει απομείνει! Λογική χρειάζεται, σεβασμό σε όσους τα φύτεψαν και άντεξαν στο χρόνο και τέλος σεβασμό στη νομοθεσία.

Οι κάτοικοι του Ασπροπύργου που ενδιαφέρονται για την πόλη τους σταμάτησαν με τον Νόμο την κοπή των αιωνόβιων ευκαλύπτων.

Τα αιωνόβια δέντρα στην Οδό Ευβοϊκού ένα-ένα εξαφανίστηκαν, όπως εξαφανίζεται και το οξυγόνο από την πόλη και συνεχίζεται η καταστροφή όλων των δέντρων κατά μήκος  του Μεγάλου Ρέματος μετατρέποντάς το από ποτάμι σε οχετό.

Ακόμη ένα αιωνόβιο δέντρο άφησε χθες την τελευταία του πνοή αφού προμήθευσε με οξυγόνο όλα αυτά τα χρόνια μερικές γενιές Ραφηνιωτών...

Οι Ραφηνιώτες τι θα κάνουν;

 

irafina idimotis 02

 

 

irafina idimotis 03

Delay, Deny, Defend

Δεκεμβρίου 15, 2024

Ο δράστης Λουίτζι Μαντζιονε και το βιβλίο με τίτλο "Delay, deny, defend" αναφερόμενο στις πολιτικές των ασφαλιστικών εταιρειών

της Μ.Ν

 

Delay, Deny, Defend

Είναι οι  λέξεις που βρέθηκαν χαραγμένες σε κάλυκα σφαίρας που δολοφόνησε τον  Μπράιαν Τόμπσον, τον  Διευθύνοντα Σύμβουλο της United Healthcare, μιας από τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες υγείας της Αμερικής. Ο Τόμπσον  πυροβολήθηκε από τον 26χρονο Λουίτζι Μαντζιόνι στη Νέα Υόρκη στις 4 Δεκεμβρίου 2024

Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κύμα συμπάθειας και στήριξης προς το δολοφόνο, φανερώνοντας τα τεράστια προβλήματα στον τομέα της υγειονομικής ασφάλισης και τη συσσωρευμένη οργή των πολιτών οι οποίοι συχνά σύμφωνα με δημοσιεύματα “δολοφονούνται” από τις πολιτικές κέρδους των ασφαλιστικών εταιρειών.

Το αμερικάνικο σύστημα υγείας θεωρείται ως το  πλέον αντιπροσωπευτικό νεοφιλελεύθερο μοντέλο υγείας. Ξεκινώντας από τη δεκαετία του ΄80 με την περίφημη φράση  “Government is not the solution to the problem, government is the problem”, δηλαδή “Η κυβέρνηση δεν είναι η λύση του προβλήματος μας, αλλά αυτή είναι το πρόβλημα”, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν προχώρησε σε μείωση των ομοσπονδιακών δαπανών για την υγεία και ειδικά για την ψυχική υγεία κατά 25%. Το αποτέλεσμα ήταν μέχρι το 2012 να βρίσκονται δέκα φορές περισσότεροι ψυχικά ασθενείς στις φυλακές από ό,τι σε κρατικά κέντρα ενώ σήμερα 400.000 ενήλικοι βρίσκονται στη φυλακή χωρίς ψυχολογική υποστήριξη.

Στην Αμερική σήμερα υπάρχουν 37 εκατομμύρια ανασφάλιστοι (από τους οποίους τα 9,5 εκατ. είναι παιδιά) Δηλαδή περίπου 30% του πληθυσμού είναι ανασφάλιστοι ή υποασφαλισμένοι. Σε άλλες χώρες που διατηρούν τα Εθνικά Συστήματα Υγείας, το ποσοστό των ανασφάλιστων κυμαίνεται από 1% έως 2% του πληθυσμού.

Το κύριο επιχείρημα όσων ζητούν την ιδιωτικοποίηση είναι ότι μειώνονται οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία. Κάτι τέτοιο όμως  δεν επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία καθώς, σύμφωνα με μελέτη 11 ανεπτυγμένων χωρών του 2017, η Αμερική έχει το πιο ακριβό σύστημα υγείας και την χειρότερη επίδοση. 

Οι λέξεις Delay, Deny, Defend είναι συντομογραφία τριών φράσεων,  «Καθυστέρησε τον πελάτη», «Αρνήσου το αίτημα»,  «Υπερασπίσου τη μήνυση»

Αυτές τις πρακτικές κατηγορείται ότι εφαρμόζει η United Healthcare η οποία ασφαλίζει περισσότερους από 49 εκατομμύρια Αμερικανούς και έχει 281 δισεκατομμύρια δολλάρια  τζίρο. Σύμφωνα με δεδομένα, αρνείται το 32%, δηλαδή το ένα τρίτο των αιτημάτων των πελατών της. Εάν ένας ασθενής αποφασίσει να κινηθεί νομικά,  η πιθανότητα  να κερδίσει την υπόθεση είναι 2% .

Δεν είναι τυχαία η φράση που κυκλοφορεί για τον ιδρυτή της United Healthcare  ότι “η επόμενη επένδυσή του θα είναι να αγοράζει τάφους για να μας θάψει όλους"

Όσο και αν  ο  αμερικάνικος εφιάλτης στην υγεία μοιάζει μακρινός, με μια προσεκτική ματιά στα δικά μας νομοσχέδια ,διαπιστώνεται η σταθερή τροχιά αποκρατικοποίησής της και η σταδιακή εφαρμογή ενός πιο   "αμερικάνικου" μοντέλου υγείας.

Στον τομέα της ψυχικής υγείας καταργούνται κέντρα όπως τα ΚΕΘΕΑ, το «18ΑΝΩ», το «ΑΡΓΩ»,  τα κέντρα πρόληψης και τα δημόσια προγράμματα  "στεγνής" απεξάρτησης. Οι ψυχιατρικοί τομείς των νοσοκομείων και τα ψυχιατρικά νοσοκομεία (Δαφνί, Δρομοκαΐτειο) χάνουν την έως τώρα νομική μορφή τους και διοικητικά θα περάσουν στις ΥΠΕ ανοίγοντας την πόρτα στην ιδιωτικοποίηση. Το νομοσχέδιο για το πλάσμα αίματος και τα κέντρα αιμοδοσίας προωθεί όχι μόνο τη συλλογή του αλλά και τη διαχείρισή του από ΜΚΟ ....Οι αλλαγές στη  χρηματοδότηση και τη λειτουργία όλων  των δημόσιων δομών υγείας οδηγούν στο δρόμο της ιδιωτικής υγείας.

Το Delay, Deny, Defend γέννησε στη μουσική βιομηχανία ένα κύμα αντίδρασης με τραγούδια όλων των ειδών: country, rock, heavy metal, hip hop, ακουστικη κιθαρα και άλλων. Παραλλάσσοντας τις τρεις λέξεις σε deny, defend, depose, κάποια με ήπιους στίχους και  άλλα με πολύ σκληρούς, στηλιτεύουν το αμείλικτο ιδιωτικό σύστημα υγείας

Ο Joe De Vito τραγουδά

"Open up your eyes, it's a brand new nation

The people got a prize in a blood celebration "

 

Είναι γνωστός ο αφορισμός για τον «αριστερό με τις δεξιές τσέπες», που υπονοεί εν ολίγοις ότι οι αριστεροί ηγέτες είναι απατεώνες και ομιλούν εκ τους ασφαλούς, θέλοντας να παρασύρουν σε μάταιους και ολισθηρούς αγώνες τους αγαθούς και τίμιους ανθρώπους και να τους εκτρέψουν από τον ορθό δρόμο της πειθήνιας υποταγής στα δεξιά αφεντικά προσμένοντας από αυτά ή την ελεημοσύνη ή την τύχη.

Για την οικονομία της συζήτησης, ας δεχτούμε την ορολογία αυτή. Ας δεχτούμε ότι υπάρχουν «αριστεροί με δεξιές τσέπες» και ότι είναι απατεώνες. Αναπόφευκτα όμως θα υπάρχουν και οι «δεξιοί με αριστερές τσέπες», που αν μη τι άλλο, είναι για το luben. Για να μην πούμε κάτι άλλο, αγοραίο και μηνύσιμο

Αγαπητοί αναγνώστες, όπως θα διαπιστώσετε, δεν υπάρχει ελπίδα καμιά. Τουλάχιστον, μέχρι να ναυαγήσουμε, ας γελάσουμε και λίγο. Καθήστε λοιπόν αναπαυτικά και απολαύστε το παρακάτω video του luben.tv

 

 

Σημείωση (από τον ιστότοπο sarantakos.wordpress.com): Η λέξη λούμπεν προέρχεται από τη μαρξιστική ορολογία - ο Κάρολος Μαρξ αποκάλεσε Lumpenproletariat, λούμπεν προλεταριάτο, εκείνο το εξαθλιωμένο τμήμα της εργατικής τάξης που έχει χάσει την ταξική του συνείδηση και τον ρόλο του στην κοινωνία, οπότε δεν είναι σε θέση να συμβάλει στην υπόθεση της εργατικής τάξης.

Στα γερμανικά Lumpen είναι το κουρέλι και από εκεί Lump είναι ο ρακένδυτος και κατ’ επέκταση ο τιποτένιος άνθρωπος. Η λέξη έγινε διεθνής και σταδιακά επεκτάθηκε από το εξαθλιωμένο τμήμα της εργατικής τάξης στα εξαθλιωμένα στρώματα γενικώς πχ  "Στην περιοχή συχνάζουν λούμπεν στοιχεία"

Από εκεί προέρχεται το όνομα του επιτυχημένου  ιστότοπου Luben TV, με τα έξυπνα και εύστοχα βιντεάκια που σχολιάζουν την πολιτική και άλλη επικαιρότητα. Ας προσέξουμε ότι ο ιστότοπος μεταγράφει Luben το «Λούμπεν», ίσως εσκεμμένα, πάντως «όχι σωστά» (τα εισαγωγικά έχουν τη σημασία τους) αφού ο γερμανικός και διεθνής όρος είναι lumpen, με mp

 

Στον απόηχο των απανωτών ειδήσεων της προηγούμενης εβδομάδας - για τον αστυνομικό που βίαζε τα παιδιά του, για τον αστυνομικό που συμμετείχε σε διεθνές κύκλωμα ναρκωτικών, για τον αστυνομικό διευθυντή που παρενοχλούσε σεξουαλικά μέσα στο γραφείο του μία πολιτική υπάλληλο κρατώντας στα χέρια του έναν δονητή, για τον αστυνομικό influencer που μετέδιδε σε social media απευθείας την παρουσία του σε δίκη, έρχεται να προστεθεί η εγκληματική δράση των σωμάτων υποτιθέμενης ασφάλειας κατά τη διάρκεια της πορείας για την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου

Σαν να μην μπορούν να ανεχτούν το ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που θυμούνται και αντιστέκονται, σαν να μην μπορούν να συγχωρήσουν το ότι χιλιάδες – νέοι κυρίως – άνθρωποι δεν ξεχνούν το έγκλημα του συναδέλφου τους Κορκονέα, οι αγέλες των ΜΑΤ, ΔΙΑΣ και άλλων ευαγών σωμάτων συνεχίζουν να προκαλούν, να παρανομούν και να εγκληματούν, κάνοντας την πιθανότητα ενός ακόμη νεκρού από την εγκληματική δράση τους, απλά ζήτημα χρόνου

Πισώπλατα χτυπήματα με κλομπς, διεμβολισμοί διαδηλωτών από μοτοσικλετιστές της ομάδας ΔΡΑΣΗ, πετάγματα τούβλων από τα ΜΑΤ σε μπαλκόνια πολυκατοικιών, στοχεύοντας κατοίκους που παρακολουθούσαν το όργιο καταστολής που εκτυλισσόταν στις πόρτες των σπιτιών τους, αιφνίδιες και αναίτιες ρίψεις κρότου/λάμψης μέσα στο πλήθος,  τραμπουκισμοί, κλωτσιές, γροθιές στο πρόσωπο εναντίον συλληφθέντων με χειροπέδες, είναι μερικές μόνο από τις ελεεινές και ανέντιμες  πράξεις των σωμάτων που υποτίθεται πως έχουν δημιουργηθεί για την προστασία του Πολίτη.

Αναδημοσιεύουμε το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών με πραγματική οργή για το καθεστώς ασυλίας με το οποίο δρουν αυτές οι μαφιόζικες συμμορίες. Και εύλογα αναρωτιόμαστε: Αυτοί οι άνθρωποι, όταν στο τέλος της ημέρας γυρίσουν στο σπίτι τους και στην οικογένειά τους, πώς θα συμπεριφερθούν;

 

Καμία εισαγγελική δίωξη για τους μπαχαλάκηδες των ΜΑΤ

Δώδεκα συλλήψεις, εκ των οποίων οι δέκα για κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος, ήταν το αποτέλεσμα της κατασταλτικής δράσης της ΕΛ.ΑΣ. που σημάδεψε τη 16η επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Οι διαδηλωτές συνελήφθησαν στον σωρό μετά το τέλος της πορείας στα Εξάρχεια, όπου και κορυφώθηκε η ωμή αστυνομική βία με αστυνομικούς να φτάνουν στο σημείο να πετάνε τούβλα σε μπαλκόνια πολυκατοικιών, στοχεύοντας κατοίκους που παρακολουθούσαν το όργιο καταστολής που εκτυλισσόταν στις πόρτες των σπιτιών τους: τραμπουκισμοί, κλοτσιές, μπουνιές στο πρόσωπο, ακόμη και ευθεία χτυπήματα στο κεφάλι διαδηλωτή ήταν κάποια από τα περιστατικά που διαδραματίστηκαν και αυτή την 6η Δεκέμβρη.

Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν το πρωί του Σαββάτου στην Ευελπίδων, με την παρουσία δεκάδων αλληλέγγυων, οπότε και πήραν προθεσμία για την Τετάρτη για να ετοιμάσουν τις απολογίες τους. Αντιμετωπίζουν κατά περίπτωση κατηγορίες για κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών υλών, έκρηξη, εμπρησμό, διατάραξη κοινής ειρήνης, επικίνδυνη σωματική βλάβη, βία κατά υπαλλήλων, απείθεια, φθορά ξένης ιδιοκτησίας και παράνομη οπλοφορία. Ανάμεσα στους διαδηλωτές που φορτώθηκαν κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος βρίσκεται και ένας γιατρός του Ασκληπιείου Βούλας, ο οποίος δέχθηκε την μήνιν των αστυνομικών.

Σύμφωνα με τη συνδικαλιστική παράταξη «Ενωτικό Κίνημα για την Ανατροπή» που ζητά να παύσει άμεσα «κάθε εκδικητική δίωξη», ο ορθοπεδικός δέχθηκε σοβαρότατους τραυματισμούς στο κεφάλι: «Ο συνάδελφος μας με τεράστια προσφορά στους ασθενείς του και ιδιαίτερα αγαπητός σε όλους τους εργαζόμενους του Ασκληπιείου Βούλας, τραυματίστηκε στο κεφάλι από τα χτυπήματα της αστυνομίας (θλαστικό τραύμα κεφαλής - ΚΕΚ)». Όπως σημειώνουν οι γιατροί, μεταφέρθηκε φρουρούμενος στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» και στη συνέχεια στη ΓΑΔΑ, για να ενημερωθεί αργότερα πως οι πλημμεληματικές κατηγορίες σε βάρος του αναβαθμίστηκαν σε κακουργηματικές.

Οι εισαγγελικές αρχές που παρέπεμψαν τους διαδηλωτές στον ανακριτή δεν επέδειξαν την ίδια σπουδή για τον διεμβολισμό διαδηλωτών από τους άντρες της ομάδας ΔΡΑΣΗ που έπεφταν πάνω στο σώμα των συγκεντρωμένων με τα μηχανάκια τους, ούτε για τις κατά μέτωπο ή πισώπλατες επιθέσεις με κλομπ ούτε για το κυνηγητό στα στενά των Εξαρχείων ούτε για την αιφνίδια και αναίτια ρίψη κρότου/λάμψης μέσα στο πλήθος, παρόλο που έχουν αποτυπωθεί σε βίντεο και φωτογραφίες.

 

Έγκαυμα

Ανάμεσα στους τραυματίες βρίσκονται διαδηλωτές που λίγο μετά τη λήξη της πορείας εγκλωβίστηκαν επί της οδού Τζαβέλλα στα Εξάρχεια. Τότε, άντρες των ΜΑΤ τούς ξυλοκόπησαν με κλομπ, ενώ έγινε ρίψη κρότου/λάμψης. Μία από τις διαδηλώτριες, σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, έπαθε έγκαυμα δευτέρου βαθμού και αφού διαπιστώθηκε αιμορραγία πήγε στο νοσοκομείο όπου της αφαιρέθηκε πλαστικό θραύσμα 3 εκατοστών που εκσφενδονίστηκε και την τραυμάτισε στον γοφό.

Όσο για τους 30 διαδηλωτές που προσήχθησαν «προληπτικά» πριν από την απογευματινή πορεία και οδηγήθηκαν όλοι μαζί στη Διεύθυνση Αλλοδαπών Πέτρου Ράλλη αναίτια, μόνο και μόνο επειδή ήθελαν να συμμετάσχουν στην πορεία («Ποιος φοβάται τον Αλέξη 16 χρόνια μετά;», 7.12.24, «Εφ.Συν.») αφέθηκαν ελεύθεροι λίγο μετά τη 1 και μισή τη νύχτα, χωρίς να τους αποδοθεί καμία κατηγορία. Ανάμεσά τους ήταν και η δικηγόρος Άννυ Παπαρρούσου, την οποία προσήγαγαν και χτύπησαν στο χέρι αστυνομικοί της ομάδας Δέλτα, ενώ ασκούσε τα νομικά της καθήκοντα.

 

Προσαγωγές-απαγωγές

Έκτακτη συνέντευξη Τύπου για τις «παράνομες προσαγωγές-απαγωγές δεκάδων πολιτών που ήθελαν να συμμετάσχουν στη συγκέντρωση και πορεία για τα 16 χρόνια από την αστυνομική δολοφονία του μαθητή Αλέξη Γρηγορόπουλου, ανάμεσά τους και δικηγόρων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τις αναίτιες συλλήψεις και τον τραυματισμό πολιτών από άνδρες της ΕΛ.ΑΣ.» θα διεξαχθεί σήμερα στις 2 μ.μ. στον ΔΣΑ (Ακαδημίας 60) από την Εναλλακτική Παρέμβαση- Δικηγορική Ανατροπή. Θα μιλήσουν οι δικηγόροι Σπύρος Τζουανόπουλος, Άννυ Παπαρρούσου (προσαχθείσα στην Πέτρου Ράλλη), Ευγενία Κουνιάκη, Γιώργος Κακαρνιάς, όπως και προσαχθέντες διαδηλωτές από την κοινότητα των Προσφυγικών. Η συνέντευξη Τύπου θα μεταδοθεί ζωντανά στο διαδίκτυο από το OmniaTV.

 

ΥΓ. Παρακολουθείστε στο βίντεο https://x.com/EFSYNTAKTON/status/1865383470068912220 τη "θερμή" υποδοχή ενός συλληφθέντα, ο οποίος με τα χέρια πισώπλατα δεμένα σε χειροπέδες, δέχεται μπουνιές και κλωτσιές. Σαν το θήραμα που φέρνει ένα αρπακτικό στη φωλιά του και ξεσκίζεται από τα υπόλοιπα, πεινασμένα μέλη της οικογένειας

 

 

Η Ζώνη (La Zona) είναι μια συνοικία πλουσίων στην Πόλη του Μεξικό, αυστηρά απομονωμένη από την υπόλοιπη πόλη από ψηλά τείχη με αγκαθωτά σύρματα, άπειρες κάμερες που παρακολουθούν τα πάντα και ιδιωτική αστυνομία. Γύρω της απλώνονται εξαθλιωμένες φαβέλες, κατοικημένες από εκατομμύρια ανθρώπων που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Μέσα στη Ζώνη δεν μπαίνει κανείς, εκτός από το υπηρετικό προσωπικό, που φυσικά προέρχεται από τους "έξω". Ένα βράδυ τρεις πιτσιρικάδες από τους “έξω”, καταφέρνουν μια νύχτα να μπουν τυχαία στη Ζώνη, ληστεύουν ένα σπίτι και σκοτώνουν την ιδιοκτήτριά του. Δύο από τους εισβολείς σκοτώνονται επιτόπου από τον ιδιωτικό φρουρό, αλλά ο τρίτος καταφέρνει να ξεφύγει και κρύβεται μέσα στη Ζώνη. Οι πλούσιοι κάτοικοι αποφασίζουν να μην αναφέρουν τίποτα απ' αυτά στην αστυνομία και να πάρουν το νόμο στα χέρια τους, αποζητώντας εκδίκηση. Την ίδια στιγμή, ένας 16χρονος θα ανακαλύψει τον συνομήλικό του καταζητούμενο και αποφασίζει να τον καλύψει

Σε μια συγκλονιστική ταινία, ο Ροντρίγκο Πλα μιλά για τον διαχωρισμό των ανθρώπων σε κατηγορίες και τις τραγικές συνέπειές του.  Όσο ο διαχωρισμός παραμένει, τόσο πιο συχνά τραγωδίες σαν κι αυτή θα συμβαίνουν. Και νομοτελειακά, τόσο πιο δύσκολο θα είναι τέτοιες περίκλειστες πόλεις να επιβιώσουν

Την ίδια στιγμή, ενδιαφέρον έχει η ψυχολογία των κατοίκων της La Zona, οι οποίοι αναπαράγουν τη βία και τα δολοφονικά ένστικτα που προσπάθησαν να αποφύγουν όταν αποφάσισαν να εγείρουν τείχη για να αποφύγουν την εγκληματικότητα. Ακόμη πιο ενδιαφέρουσα είναι η αναπάντεχη αντίδραση ενός εφήβου που συνειδητοποιεί πως προτιμά την κανονική ζωή εκεί “έξω”, παρά μέσα στο αποστειρωμένο περιβάλλον της Ζώνης

 

 

Σκηνοθεσία: Ροντρίγκο Πλα

Παίζουν: Daniel Gimenez Cacho, Carlos Bardem, Maribel Verdú

Έτος Παραγωγής: 2007

Χώρα παραγωγής: Μεξικό

Διάρκεια: 97 λεπτά

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Γιώργος Θαλάσσης ήταν Γυμνασιάρχης της Σχολής Μωραΐτη. Στο ίδιο σχολείο ήταν μαθητές ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος και ο Νίκος Ρωμανός, ο οποίος είδε τον 15χρονο συμμαθητή του Αλέξη να πέφτει νεκρός από τον πυροβολισμό του Επαμεινώνδα Κορκονέα το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου του 2008. Από τότε ο Γιώργος Θαλάσσης έχει ταχθεί σε έναν αγώνα απόδοσης δικαιοσύνης και υπεράσπισης της μνήμης του Αλέξη για να μην μπορέσει η κρατική, αστυνομική και μιντιακή προπαγάνδα να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα εκείνης της βραδιάς

Σε συνέντευξή του στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο Γιώργος Θαλάσσης θυμάται τα γεγονότα εκείνης της βραδιάς και μιλάει για τον Αλέξη Γρηγορόπουλο και το Νίκο Ρωμανό. Η Attica Voice αναδημοσιεύει ένα μέρος του άρθρου. Ολόκληρο το άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε εδώ:  

 

Έξι Δεκέμβρη 2008. Ώρα 20.50. Η σφαίρα του όπλου του ειδικού φρουρού Επαμεινώνδα Κορκονέα διαπερνάει την καρδιά του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και καρφώνεται στον δέκατο θωρακικό σπόνδυλο. Στην τσέπη του είχε ένα δώρο για το κορίτσι του, ενώ είχε βγει για τη γιορτή του φίλου του, Νίκου. Λίγο νωρίτερα, ένα περιπολικό λαµβάνει σήµα να µεταβεί στη λεωφόρο Αλεξάνδρας για µια τροχαία παράβαση. Από τον ασύρματο ακούγεται: «Αλεξάνδρας 72, ένα Nissan γκρι έχει σταθµεύσει πάνω στο πεζοδρόμιο και εμποδίζει τους πεζούς». Οι ειδικοί φρουροί Επ. Κορκονέας και Β. Σαραλιώτης μπαίνουν στο περιπολικό και ξεκινούν για το σημείο. Όμως, αντί να φτάσουν εκεί, σταματούν στη συμβολή των οδών Μεσολογγίου και Τζαβέλλα και διαπληκτίζονται με την παρέα του Αλ. Γρηγορόπουλου. Μπαίνουν στο περιπολικό και φεύγουν. Όπως αναφέρουν αυτόπτες μάρτυρες, λίγο αργότερα, επιστρέφουν πεζή φωνάζοντας προς την παρέα των παιδιών «ελάτε εδώ, ρε μουνιά, να σας γαμήσουμε». Ο Επ. Κορκονέας πυροβόλησε, ο Β. Σαραλιώτης δεν τον απέτρεψε. Ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δολοφονήθηκε μπροστά στους φίλους του στη συμβολή Μεσολογγίου και Τζαβέλλα. Από το ίδιο κιόλας βράδυ και για μέρες ολόκληρες το κέντρο της Αθήνας φλεγόταν. Οι δρόμοι είχαν κατακλυστεί από ανθρώπους μιας γενιάς που τα όνειρα και οι ανησυχίες της συγκεντρώθηκαν πάνω στο πρόσωπο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και πυροβολήθηκαν κι αυτά. Ο Επ. Κορκονέας εκείνο το βράδυ είχε πυροβολήσει μια ολόκληρη γενιά. Τη γενιά του Δεκέμβρη του ‘08

Ο Αλέξανδρος και ο Νίκος είναι συνδεδεμένοι για πάντα. Δεν χρειάζεται να προσπαθήσετε να τους συνδέσετε σε κάποιο κείμενο. Κανείς δεν μπορεί να τους αποσυνδέσει. Ο Νίκος είναι ένας άνθρωπος που η ζωή του έχει επιχειρηθεί να καταστραφεί και ό,τι κάνει το κάνει με πολύ μεγάλη δυσκολία. Αυτό όμως που έφερε εις πέρας αβίαστα ήταν το μνημείο για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο, εκεί, στη γωνία της δολοφονίας του. Οργάνωσε την εκδήλωση για τα εγκαίνια του μνημείου. Ήταν πάρα πολύ δύσκολο, πολύ δαπανηρό και είχε πολλές προεκτάσεις. Κι όμως ο Νίκος το κατάφερε. Και το κατάφερε γιατί η απόδοση δικαιοσύνης και η διασφάλιση της μνήμης του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου είναι ο σκοπός της ζωής του Νίκου

Ήταν και τα δύο παιδιά με πάρα πολύ μεγάλη ευαισθησία, πράγμα που δεν συναντάει κανείς εύκολα σε έφηβους αυτής της ηλικίας. Θυμάμαι τον Αλέξανδρο να έρχεται στο σχολείο το πρωί πιασμένος από το χέρι με την αδελφή του. Αυτή η εικόνα αυτών των παιδιών να έρχονται στο σχολείο πιασμένοι από το χέρι είναι μια εικόνα τρυφερότητας και αγάπης που δεν τη βλέπει κανείς εύκολα. Ως προς τον Νίκο, θυμάμαι την ανησυχία του και την αγωνία του όταν ήταν άρρωστος ένας φίλος του, μαθητής και αυτός του σχολείου, ο οποίος δυστυχώς δεν τα κατάφερε να ζήσει. Ο Νίκος είχε αναλάβει να παρηγορεί όλη την οικογένεια

 

«Μα τι έκαναν στα Εξάρχεια;»

Το σχολείο ήταν σε πολύ μεγάλο πένθος εκείνες τις μέρες. Όλοι μας. Μικροί, μεγάλοι. Θυμάμαι ότι ανέλαβαν κάποια παιδιά της ηλικίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου να ενημερώσουν τα μικρότερα παιδιά του Γυμνασίου για το ποιος ήταν ο Αλέξανδρος και πώς δολοφονήθηκε, σε μια συγκέντρωση στην αίθουσα του θεάτρου. Χαρακτηριστικό εκείνης της ημέρας ήταν όταν ένα παιδί της πρώτης Γυμνασίου, προφανώς δασκαλεμένο από τους γονείς του, ρώτησε «και τι ήθελαν αυτά τα παιδιά στα Εξάρχεια;» και το μεγάλο παιδί απάντησε «Μα, εγώ εκεί μένω, θα με ρωτήσετε γιατί μένω εκεί;». Αυτή η ερώτηση δεν έχει σταματήσει. Γινόταν και γίνεται μέχρι και σήμερα. Γινόταν στα δικαστήρια, και στο πρώτο και στο δεύτερο.

Μετά, αυτό το οποίο επικράτησε ήταν αυτή η φωνή του Αλ. Κούγια (συνήγορος υπεράσπισης Επ. Κορκονέα) που ήχησε παντού και έλεγε: «Αυτά τα παιδιά δεν είναι σαν τα δικά σας και σαν τα δικά μας». Έπρεπε το σχολείο να βγάλει μια ανακοίνωση αποκατάστασης της εικόνας και της προσωπικότητας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Όταν ακούγονται τέτοια πράγματα, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει αντίλογος, μια διάψευση - και η καλύτερη προέλευση αυτής της διάψευσης είναι το σχολείο

Όσο για το πώς βίωσε εκείνες τις ημέρες του Δεκέμβρη του 2008, ο ίδιος λέει: «Ήταν κάτι το αναπάντεχο, κάτι που δεν θα μπορούσα να φανταστώ, ήταν ένα απίστευτα μεγάλο σοκ. Αυτό που δημιουργήθηκε μέσα μου περισσότερο από όλα ήταν η οργή. Το πένθος γεννά πολλές φορές οργή. Όμως αυτή η οργή δεν δημιουργήθηκε μόνο από το πένθος, προκλήθηκε και από όλη την προσπάθεια διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, διότι από το ίδιο κιόλας βράδυ οι τηλεοράσεις έλεγαν ότι ο Κορκονέας πυροβόλησε στον αέρα για εκφοβισμό γιατί κινδύνευε η ζωή του και είχαν πραγματοποιηθεί πολύ μεγάλες ταραχές και μολότοφ. Αποδείχτηκε όμως ότι εκείνο το βράδυ δεν είχε πέσει καμία μολότοφ, αποδείχτηκε ότι ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος δεν είχε προκαλέσει καμία αναστάτωση, ούτε κανείς άλλος από την παρέα. Ήταν εκεί για να πουν χρόνια πολλά στον Νίκο και σε ακόμα έναν συμμαθητή τους. Ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος, που παρουσιάστηκε ως επικίνδυνος, είχε κανονίσει με τη μητέρα του να τον πάρει από τα Εξάρχεια την ώρα που θα έκλεινε το κατάστημά της στο κέντρο της Αθήνας. Όταν χτύπησε το τηλέφωνό της, εκείνη νόμιζε ότι ήταν ο Αλέξανδρος, όμως ήταν κάποιος τρίτος ο οποίος είχε πάρει το τηλέφωνο του Αλέξανδρου και την ειδοποίησε ότι είναι στο νοσοκομείο

 

alexis grigoropoulos 02

 

 

Το φιάσκο στο Εφετείο

Σε μια προσπάθεια αντιστοιχίας της κρίσης της Δικαιοσύνης στη χώρα, η οποία έχει αναγνωρίσει δύο φορές το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου στον Επ. Κορκονέα, με αποτέλεσμα να αποφυλακιστεί και να αναγκαστεί να παρέμβει ο Άρειος Πάγος προκειμένου να επιστρέψει στη φυλακή, αλλά την ίδια ώρα προφυλακίζει τον Νίκο Ρωμανό χωρίς να έχει στη διάθεσή της επαρκή ενοχοποιητικά στοιχεία, τα οποία όχι μόνο δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για το έσχατο μέτρο της προφυλάκισης, αλλά δεν επαρκούν ούτε καν για την απόδοση κατηγοριών, ο Γ. Θαλάσσης λέει:

Η δίκη ιδιαίτερα στο Εφετείο ήταν ένα φιάσκο. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι ταχυδακτυλουργικές κινήσεις έγιναν προκειμένου να αναγνωριστεί και τις δύο φορές αυτό το ελαφρυντικό στον Κοροκονέα. Στον άνθρωπο που τον φώναζαν «Ράμπο». Μάλιστα ο εισαγγελέας είπε ότι το «Ράμπο» σήμαινε ότι έκανε πάρα πολύ καλά τη δουλειά του και ότι πρέπει να λειτουργήσει υπέρ του. Σκεφτείτε να ήσασταν στη θέση της μητέρας του και να ακούγατε αυτά τα πράγματα από τον εισαγγελέα.

Τον Νίκο δεν τον προφυλάκισαν επειδή υπάρχουν στοιχεία ή επειδή πιστεύουν ότι έχουν στοιχεία στα χέρια τους. Τον προφυλάκισαν για λόγους εντυπωσιασμού της κοινωνίας. Τον προφυλάκισαν για να πουν ότι τώρα κινδυνεύετε από την τρομοκρατία, μην ασχολείστε με όλα τα τρομερά πράγματα που συμβαίνουν, να αποπροσανατολιστούμε και να θεωρήσουμε ότι ο Ρωμανός είναι επικίνδυνος και ότι από τη στιγμή που θα μπει ο Ρωμανός στη φυλακή είμαστε όλοι ασφαλείς. Ξέρουν ότι είναι αθώος. Δεν έχουν καμία αμφιβολία ότι είναι αθώος. Και αυτό κάνει την πράξη τους ακόμα πιο αισχρή, ακόμα πιο στυγερή. Δεν τους ενδιαφέρει αν τσαλακώνουν προσωπικότητες, ούτε αν σκοτώνουν ανθρώπους

 

Η «ντροπή του Χρυσοχοΐδη»

Τονίζοντας την έλλειψη κράτους δικαίου στη χώρα αλλά και την κυβερνητική στάση ως προς τα σώματα ασφαλείας τα οποία εγκληματούν, ο Γ. Θαλάσσης αναφέρθηκε σε άλλες υποθέσεις με δράστες αστυνομικούς. «Αν κάποιος αστυνομικός σκότωνε τον Νίκο Ρωμανό, θα πήγαινε ο υπουργός ΠροΠο στο κελί του να του συμπαρασταθεί, όπως πήγε ο Θεοδωρικάκος στην υπόθεση της δολοφονίας Σαμπάνη. Δεν πανηγύρισε ο υπουργός όταν το δικαστήριο αθώωσε τους αστυνομικούς στον Ζακ;

Το δόγμα είναι ότι όταν εγκληματεί αστυνομικός εν ώρα καθήκοντος, απαλλάσσεται. Μπορεί και να μην πάει καθόλου στο δικαστήριο και να πάει κατευθείαν η υπόθεση στο αρχείο. Αύριο (σ.σ. σήμερα) θα υπάρχουν 5.000 αστυνομικοί και drones στο κέντρο της Αθήνας. Αυτοί οι αστυνομικοί και τα drones θα είναι εκεί για να προστατεύσουν τον Χρυσοχοΐδη από τη μεγάλη ντροπή. Γιατί είναι ντροπή να έχει προφυλακίσει τον Νίκο Ρωμανό ξέροντας ότι είναι αθώος».

Αναφορικά με το αν ο Ν. Ρωμανός θα αναλάμβανε τις ευθύνες των πράξεών του –όπως έχει κάνει άλλωστε στο παρελθόν-, αν είχε την οποιαδήποτε εμπλοκή με την υπόθεση των Αμπελοκήπων, ο τέως γυμνασιάρχης συμπλήρωσε κατηγορηματικά: «Χωρίς καμία αμφιβολία».

Το ίδιο άλλωστε τονίζει και ο ίδιος [ο Νίκος Ρωμανός] στην επιστολή του, μέσα από τη φυλακή: «Από τον ματωμένο πεζόδρομο της Μεσολογγίου, τα ανακριτικά γραφεία, τους γκρίζους διαδρόμους των φυλακών, τα δικαστικά έδρανα, τον αργό θάνατο του εγκλεισμού. Από τις επιλογές που έκανα με όλη μου την ψυχή, επιλογές χαραγμένες με πραγματικό αίμα, με μεγάλο κόστος και αλύγιστα γόνατα, δεν παραδίδω ούτε χιλιοστό. Είναι κομμάτι της ιστορίας μιας γενιάς ανθρώπων που εξεγέρθηκε και στις πλάτες της οποίας, μεγάλα τμήματα του πολιτικού συστήματος ξέπλυνε τις αμαρτίες του κρεμώντας τη στα μανταλάκια του κατασταλτικού και μιντιακού κανιβαλισμού. Ομως τώρα δεν βρίσκομαι στη φυλακή επειδή έκανα συνειδητές επιλογές που κουβαλούσαν και αντίστοιχα ρίσκα. Αντίθετα, η ζωή μου πουλιέται ως ένα πολιτικό προϊόν στο ράφι του επικοινωνιακού σουπερμάρκετ, με το τίμημα της σακούλας να χρεώνεται σε εμένα, περιμένοντας τους επίδοξους ψηφοφόρους να ψωνίσουν κομμάτι κομμάτι το εμπόρευμα μέχρι την επόμενη φορά»

 

 

Μέσα σε δύο ημέρες κόπηκαν σύρριζα έξι τουλάχιστον πανύψηλα και πανέμορφα πεύκα. Ίσως υπήρχε άδεια, ίσως και όχι. Αν χρειαζόταν πάντως, η άδεια θα έβγαινε και η δουλειά θα γινόταν αργά ή γρήγορα. Το θέμα δεν είναι αν είναι νόμιμο. Αλλά το γιατί; Γιατί δεν σεβάστηκαν την ιστορία τους; Πώς άντεξαν να καταστρέψουν τόσην ομορφιά;

Δεν είναι καθόλου τυχαία η κακοδαιμονία αυτού του τόπου. Και δε φταίνε μόνο αυτοί που κυβερνούν. Αλλά μια ολόκληρη νοοτροπία που διαποτίζει ένα μεγάλο μέρος των συνανθρώπων μας και που πηγάζει από ένα τεράστιο έλλειμμα παιδείας και ευαισθησίας

Αυτό το αργό και βασανιστικό κόψιμο των πεύκων μου θύμισε ένα κείμενο του Νίκου Ξυδάκη από την Εφημερίδα των Συντακτών που το είχα διαβάσει το περασμένο Ιούλιο. «Στον καταραμένο τόπο» γράφει ο Ξυδάκης «δεν ποτίζουν λεμονιές, χτίζουν πισίνες, γκρεμίζουν τις πεζούλες και τις ξερολιθιές, μπαζώνουνε τα ρέματα»

 

Στον καταραμένο τόπο δεν βρέχει. Στον καταραμένο τόπο χτίζουν πισίνες.

Στον καταραμένο τόπο δεν ποτίζουν λεμονιές· γκρεμίζουν τις στέρνες, γκρεμίζουν τις πεζούλες και τις ξερολιθιές, μπαζώνουν τα ρέματα.

Στον καταραμένο τόπο πουλιέται η γη σε οικόπεδα, πουλιούνται τα ποτιστικά χωραφάκια, τα μποστάνια, τα αρχαία πηγάδια, οι λαγκάδες, τα ξερικά, οι παραγκαιριές, οι λόφοι κι οι βραχόκηποι, πουλιούνται τα κελιά και τα ξωκλήσια.

Στον καταραμένο τόπο χτίζουν βιλάρες περίκλειστες πίσω από θεόρατους τοίχους, χτίζουν υπόσκαφα θηρία στα γκρεμνά με θέα το μελτέμι, χτίζουν ξενοδοχειακές μονάδες με τελεφερίκ σε νησάκια κάποτε 300 κατοίκων, αλιέων και αγροτοποιμένων, που έχοντας πουλήσει τη γη είναι οι νέοι δουλοπάροικοι.

Στον καταραμένο τόπο όλες οι παραλίες ενοικιάζονται· όλες οι δημοσιές είναι γεμάτες μελανά βανάκια με φυμέ τζάμια, και η νεολαία ωθείται με κατάρες να δουλέψει τη σεζόν της δουλείας της επταήμερο-12ωρο-ύπνος σε κοντέινερ. Το οκτάωρο έχει πεθάνει προ πολλού, το πενθήμερο καταργήθηκε από τη Βουλή των Μισελλήνων.

Στον καταραμένο τόπο όλα τα ιδιωτικά νοσοκομεία, η μισή βιομηχανία τροφίμων, η Εθνική Ασφαλιστική, κομμάτια συστημικής τράπεζας και της εθνικής ενέργειας, ό,τι φτιάχτηκε σε έναν αιώνα, όλα ανήκουν σε ένα μόνο fund, που αγόρασε κοψοχρονιά, με δανεικά, μες στην κρίση-ευκαιρία.

Στον καταραμένο τόπο ο «εθνικός» εργολάβος, αφού μπήκε σε όλες τις εθνικές υποδομές, αφού πήρε χιλιάδες φαραωνικά φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες, αφού μπήκε στο Μαξίμου, τώρα πουλάει τις εθνικές υπεραξίες του σε fund του Αμπου Ντάμπι, να ρυθμίζει το Αμπου Ντάμπι την ελληνική πολιτική ενέργειας, τη βιομηχανία, το νυχτερινό τιμολόγιο.

Στον καταραμένο τόπο το μπιζού του Αρχιπελάγους Σέριφος καίγεται· στη νησάρα Θάσος τα ξενοδοχεία διώχνουν τους τουρίστες λόγω λειψυδρίας. Και τη Μνημόνησο των μαρτυρίων και των εξοριών Γυάρο, τα ιστορικά Γιούρα του 20ού αιώνα, οι αναθεωρητές εργολάβοι της Ιστορίας πάνε να τα κάνουν real estate.

Έξοδος

Μάντρα οικοδομών, καραγιαπί, ερμπιενμπί,

χώρα της κόκας, του πλυντηρίου, των ναρκοκαρτέλ,

χώρα υπόσκαφη, εξορυγμένη,

ξεκοιλιασμένη.

Ο δίδυμος αδελφός του Mr Bean αρέσκεται να δίνει συνεντεύξεις σταυροπόδι και, ει δυνατόν, ανάμεσα σε αρχαία. Τον κάνουν να νιώθει σαν στο σπίτι του. Ο Νίκος Χατζηνικολάου, στο γνωστό του ρόλο 

 

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή η κυβέρνηση δεν αγαπάει τίποτε άλλο, εκτός από το χρήμα. Το χρήμα είναι ο απόλυτος Θεός στον οποίο πιστεύει και αυτό το Θεό υπηρετεί. Πολύ φοβόμαστε όμως ότι αποτελεί ακριβή αντανάκλαση της κοινωνίας μας, οπότε δεν βλέπουμε να υπάρχει φως και ελπίδα.

Ακολουθεί ένα σχόλιο του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων σχετικά με το Μετρό Θεσσαλονίκης. Σχετικά με τη θυσία των αρχαιοτήτων και με τα ψεύδη που δικαιολόγησαν και επέβαλλαν την κατακρεούργηση και επανατοποθέτησή τους. Καθυστερώντας από τη μία την κατασκευή του Μετρό και από την άλλη στερώντας από τις αρχαιότητες την αυθεντικότητά τους

 

Σε ποιο βωμό θυσιάστηκαν οι αρχαιότητες του σταθμού Βενιζέλου στο Μετρό της Θεσσαλονίκης;

Αύριο, σύμφωνα με τις εξαγγελίες, παραδίδεται στους πολίτες της Θεσσαλονίκης η βασική γραμμή του Μετρό Θεσσαλονίκης, που διασχίζει το ιστορικό κέντρο  πόλης. Είμαστε υποχρεωμένοι να υπενθυμίσουμε, ειδικά για τον Σταθμό Βενιζέλου, τα εξής:

Ο σταθμός Βενιζέλου θα είναι για πάντα ένας τόπος αρχαιολογικού εγκλήματος για την ιστορία της Θεσσαλονίκης.

Θα αποτελεί για πάντα θλιβερή υπενθύμιση της κατηγορηματικής άρνησης του ελληνικού κράτους να εμπιστευτεί τις δυνατότητες του τεχνικού κόσμου της χώρας, προς όφελος «φασόν» λύσεων που κόστισαν υπέρογκα σε χρόνο και χρήμα. Θα θυμίζει πάντα ότι οι βυζαντινές αρχαιότητες της Θεσσαλονίκης δεν αξιώθηκαν των λύσεων που έχουν εφαρμοστεί σε άλλα μετρό όπως αυτό της Σόφιας, της Κωνσταντινούπολης, της Ιταλίας, ακόμη και της Αθήνας. Θα αποτελεί, τέλος, μνημείο της κακοδιαχείρισης και της σπατάλης πόρων του δημοσίου, υπενθυμίζοντας στο διηνεκές τι σημαίνει εργαλειακή χρήση των αρχαιοτήτων προς όφελος αλλότριων σκοπών, και ιδίως του κέρδους.

Συγκεκριμένα:

Το τελευταίο διάστημα το Υπουργείο Πολιτισμού, το Υπουργείο Μεταφορών και η Αττικό Μετρό έχουν επιδοθεί σε ένα κρεσέντο δήθεν «αναγνώρισης» της σημασίας του βυζαντινού παρελθόντος της Θεσσαλονίκης. Μόνο ως αήθης αντιπερισπασμός και προσβολή της νοημοσύνης μας μπορεί να χαρακτηριστεί η στάση αυτή, όταν οι ίδιες πολιτικές ηγεσίες δεν εκτίμησαν και δεν σεβάστηκαν το αληθινά μοναδικό βυζαντινό εύρημα της εποχής της "συμβασιλεύουσας" Θεσσαλονίκης. Αρνήθηκαν να το αντιμετωπίσουν ως ακίνητο μνημείο και αφαίρεσαν οριστικά την αυθεντικότητά του. Θυμίζουμε ότι από το 2012, όταν αποκαλύφθηκε ο μοναδικός αρχαιολογικός χώρος, τόσο η ηγεσία του ΥΠΠΟ όσο και η ηγεσία του Υπουργείου Μεταφορών απέκρυψαν ακόμη και την ύπαρξή του, ενώ είχαν εκδώσει απόφαση για να αποσπάσουν το βυζαντινό σταυροδρόμι και να το μεταφέρουν προς έκθεση στο στρατόπεδο Παύλου Μελά! Η σημασία του αρχαιολογικού χώρου του σταθμού Βενιζέλου έγινε γνωστή διεθνώς αποκλειστικά χάρη στον αγώνα που ξεκίνησε τότε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων και στήριξε ενεργά ο Δήμος Θεσσαλονίκης με την παρουσία του αείμνηστου Γιάννη Μπουτάρη. 

Τίποτε από όσα ειπώθηκαν ως «επιχειρήματα» για την καταστροφική απόσπαση των αρχαιοτήτων δεν ίσχυσε τελικά, ούτε ως προς τον χρόνο παράδοσης, ούτε ως προς το κόστος του έργου. Το έργο δεν ολοκληρώθηκε ούτε τον Απρίλιο 2023, ούτε στο τέλος του 2023, όπως διαβεβαίωναν η Αττικό Μετρό και η ηγεσία του ΥΠΠΟ τους πολίτες της Θεσσαλονίκης ότι θα συνέβαινε μετά την απόσπαση των αρχαιοτήτων. Η Αττικό Μετρό ισχυριζόταν εγγράφως στο ΣτΕ το 2020 ότι η τεχνική λύση της κατά χώραν διατήρησης των αρχαιοτήτων θα κόστιζε 90 εκ ευρώ, ποσό που τότε ισχυριζόταν ότι ήταν απαγορευτικό για το έργο. Η ίδια Αττικό Μετρό συναίνεσε τώρα σε αποζημιώσεις 93 εκ. ευρώ στον Ανάδοχο σε δύο μόλις μήνες (Οκτώβριο και Νοέμβριο 2024). Θυμίζουμε επίσης την κινδυνολογία ότι, αν το έργο δεν ολοκληρωνόταν έως 31/12/2023, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα απαιτούσε να επιστραφούν τα κονδύλια των ΕΣΠΑ, κινδυνολογία που βολικά «ξέχασαν» οι εμπνευστές της, τώρα που ολόκληρο το έργο από 1/1/2024 πληρώνεται αποκλειστικά από εθνικούς πόρους.

Αντιθέτως, συνέβη αυτό για το οποίο εξαρχής είχαμε προειδοποιήσει: αντί να παραδοθούν οι 12 από τους 13 σταθμούς εγκαίρως στο επιβατικό κοινό, όλοι οι σταθμοί καθυστέρησαν και τελικά το κόστος του έργου ξεπέρασε κάθε λογική, αφού ήδη από το 2019 η τύχη των 12 ήδη κατασκευασμένων σταθμών συνδέθηκε με την αναστροφή της προόδου στον σταθμό Βενιζέλου. Χάθηκε έτσι μια μεγάλη ευκαιρία για την πόλη της Θεσσαλονίκης, η οποία ταλαιπωρήθηκε για πολύ περισσότερα χρόνια, όχι βέβαια λόγω των αρχαιοτήτων, αλλά λόγω της πολιτικής απόφασης αλλαγής σχεδιασμού στο σύνολο του έργου, και όχι σε έναν σταθμό, όπως παρουσιάστηκε.

Οι συνάδελφοι και οι συναδέλφισσές μας έκαναν ό,τι μπορούσαν, εντός του καταστροφικού σχεδιασμού της απόσπασης-επανατοποθέτησης ενός τόσο σημαντικού αρχαιολογικού χώρου, για να μην καταστραφεί μαζί με την αυθεντικότητα και η επιστημονική αξία των μνημείων, που δεν θα επέστρεφαν καν στην αρχική τους θέση αν δεν είχε γίνει όλος αυτός ο μακρόχρονος αγώνας για τη σωτηρία τους. Κανένας πανηγυρισμός δεν αρμόζει στην Υπουργό Πολιτισμού για έναν αρχαιολογικό χώρο που θα μπορούσε να στέκει αυθεντικός, αντί να έχει αντικατασταθεί από την αναπαράσταση του εαυτού του. Πρόκειται για μια χείριστη πρακτική που βρίσκεται στον αντίποδα των διεθνών αρχών προστασίας των μνημείων και βρίσκει αντίθετη - εκτός θλιβερών εξαιρέσεων - την επιστημονική κοινότητα στο σύνολό της.

«Τη δεκαετία του 1970 βρισκόμουν για σπουδές στην Αλαμπάμα και συγκατοικούσα με Ινδούς, οι οποίοι είχαν ένα ταλαίπωρο κασετοφωνάκι για να παίζει τις μελωδίες που είχαν πάρει για φυλαχτό μαζί τους όταν έφυγαν από την πατρίδα τους. Άρχισα λοιπόν κι εγώ- είχα ήδη μάθει σιγά σιγά και Χίντι- να τραγουδάω ινδικά τραγούδια και εξεπλάγην, όταν επιστρέφοντας στην Ελλάδα, άκουσα τα ίδια τραγούδια στα …ελληνικά από τον Καζαντζίδη», αφηγείται  η Ελένη Αμπατζή, Δρ Ψυχολογίας στο ερευνητικό τμήμα της Σχολής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Άρλινγκτον των ΗΠΑ, η οποία μελέτησε επί χρόνια τις ελληνο-ινδικές πολιτιστικές σχέσεις

Το 1998, μάλιστα, σε συνεργασία με τον Μανουήλ Τασούλα, κυκλοφόρησε το βιβλίο «Ινδοπρεπών αποκάλυψη: Από την Ινδία του εξωτισμού στη λαϊκή μούσα των Ελλήνων» (εκδόσεις Ατραπός)

«Είναι γενικά γνωστό ότι πολλά λαϊκά τραγούδια της δεκαετίας του ’60 είναι διασκευές ινδικών. Αλλά ποια είναι αυτά; Πού βρήκαν οι Έλληνες τα τραγούδια και για ποιους λόγους έγιναν οι διασκευές; Τι λένε οι Ινδοί για αυτές; Πώς επηρέασαν οι ινδικές ταινίες τα ελληνικά μελό; Όλα αυτά τα ερωτήματα άρχισαν έντονα να μας απασχολούν, όταν κάτω από διάφορες συγκυρίες αποφασίσαμε να ερευνήσουμε βαθιά αυτό το ασυνήθιστο θέμα. Όμως, δεν ήταν πάντοτε εύκολο να βρούμε τη λύση του αινίγματος. Ευτυχώς που τίποτα δεν μπορεί να κρυφτεί από το internet», γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα του βιβλίου

Όπως αναφέρεται στο βιβλίο, η «ινδική πολιτιστική εισβολή» άρχισε το 1954. Σύμφωνα με την έρευνα των συγγραφέων του βιβλίου, για περίπου 15 χρόνια, από το 1954 ως το 1968, προβλήθηκαν στην Ελλάδα τουλάχιστον 111 ινδικές ταινίες που είχαν τεράστια απήχηση στο ελληνικό κοινό. Αυτές είχαν γυριστεί μερικά χρόνια πριν, κυρίως στη δεκαετία του  ’50 (από το 1947 έως το 1965)

 

india03

 

Για την ερευνήτρια, η επιτυχία των ινδικών ταινιών οφειλόταν κυρίως στη φτώχεια και δυστυχία που απεικόνιζαν, με την οποία ταυτιζόταν μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας της εποχής. Τα έργα αυτά έδιναν μια ωραιοποιημένη εκδοχή της φτώχειας, χωρίς να μπαίνουν σε προβληματισμούς ευρύτερους. Οι ινδικές ταινίες πουλούσαν όνειρα και η ελληνική κοινωνία ήταν πρόθυμη να αγοράσει. Αφού την πραγματικότητα δεν μπορούσε να την αλλάξει, μπορούσε τουλάχιστον να αγοράσει όνειρα.  Ήταν άλλωστε πολύ φθηνά

Έγινε τόση η δημοτικότητα των ινδικών έργων, ώστε ένας κινηματογράφος στη δυτική Θεσσαλονίκη ονομάστηκε “Ναργκίς”, ενώ δύο κέντρα στην Αθήνα ονομάστηκαν “Μαντουμπάλα” και άλλα δύο “Μαγκάλα”. Η Ναργκίς και η Μαντουμπάλα ήταν διάσημες Ινδές ηθοποιοί, ενώ η Μαγκάλα ήταν  ηρωίδα της ινδικής ταινίας “Μαγκάλα, το ρόδο των Ινδιών”

Η μία “Μαντουμπάλα” βρισκόταν στην Λ.Αλεξάνδρας  και ο Στέλιος Καζαντζίδης ήταν ο πρώτος που τραγούδησε εκεί, μαζί με τη Μαρινέλλα και τη Γιώτα Λύδια. Η δεύτερη “Μαντουμπάλα” βρισκόταν στη Λ.Θηβών, στην Παλιά Κοκκινιά, και εκεί πρωτοτραγούδησαν σαν ζευγάρι ο Μανώλης Αγγελόπουλος με την Αννούλα

 

india05

 

Αντίστοιχα, η μία “Μαγκάλα” βρισκόταν στην Κυψέλη και η άλλη στο Κερατσίνι.

 

india07

 

Η μεγάλη επιτυχία των ινδικών ταινιών στην Ελλάδα, οδήγησε αναπόφευκτα και σε εγχώριες μιμήσεις που ανέδειξαν ηθοποιούς, όπως η Μάρθα Βούρτση και ο Νίκος Ξανθόπουλος. Όπως οι πρωτότυπες ινδικές ταινίες, έτσι και οι αντίστοιχες ελληνικές ήταν μελό, είχαν 8-12 τραγούδια και χορευτικά στιγμιότυπα

Τα ινδικά έργα δεν ήταν τα μόνα μη δυτικής προέλευσης έργα που παίζονταν στην Ελλάδα. Ως τα μέσα του ’50, πολύ συνηθισμένα ήταν και τα τούρκικα έργα που είχαν παρόμοια συνταγή με τα ινδικά και πολλά τραγούδια. Πολλοί πρόσφυγες που ήξεραν και τη γλώσσα, τα παρακολουθούσαν. Μετά τα γεγονότα όμως της Κωνσταντινούπολης και της Κύπρου το 1956-57, λιγόστεψαν πολύ και τελικά αντικαταστάθηκαν από τα ινδικά. Η Ινδία ήταν βλέπετε εθνικά ουδέτερη

Όπως αναφέραμε και παραπάνω, η επιτυχία των ινδικών ταινιών δεν ήταν τυχαία. Βρισκόμαστε λίγα μόλις χρόνια μετά τον φοβερό παγκόσμιο πόλεμο και τον ελληνικό εμφύλιο. Οι μνήμες είναι ακόμη νωπές και τρομακτικές. Μαζί με τη φτώχεια υπήρχε και η πολιτική καταπίεση των δεξιών κυβερνήσεων. Πάρα πολλές ήταν οι οικογένειες που είχαν χήρες και ορφανά. Η φτώχεια ήταν κυρίαρχη. Ολόκληρα χωριά μετανάστευσαν στη Γερμανία.

Αλλά και όσοι έμειναν στην Ελλάδα άρχισαν να μαζεύονται στα μεγάλα αστικά κέντρα και να στοιβάζονται σε στενά σπιτάκια στις φτωχογειτονιές τους. Στην Αθήνα ήταν στο Αιγάλεω, στο Περιστέρι, στα Λιόσια, στη Νέα Ιωνία. Στη Θεσσαλονίκη ήταν στις δυτικές συνοικίες, στον Εύοσμο, στη Μενεμένη, στη Νεάπολη, αλλά και στις φτωχογειτονιές των προσφύγων, στην Καλαμαριά, στην Τούμπα, στις Συκιές. Οι νέοι πήγαιναν για να δουλέψουν κυρίως στην οικοδομή και σε άλλα χειρωνακτικά επαγγέλματα. Οι νέες γίνονταν υπηρέτριες σε σπίτια και εργάτριες στις μικρές βιομηχανίες και βιοτεχνίες της εποχής.  

Oι ώρες εργασίας ήταν πολλές και οι απολαβές μικρές. Πάντα υπήρχε όμως η ελπίδα ότι τα πράγματα θα γίνονταν καλύτερα. Ίσως με ένα μαγικό τρόπο, όπως στον κινηματογράφο. Οι άντρες στον ελεύθερο χρόνο τους σύχναζαν κυρίως στα καφενεία και σε κέντρα όπου παιζόταν μουσική. Οι κοπέλες, με τους κοινωνικούς περιορισμούς της εποχής, είχαν λιγότερες διεξόδους και η πιο εύκολη ήταν ο κινηματογράφος. Σε αυτές τις φτωχές και καταπιεσμένες κοπέλες στόχευαν κυρίως οι επιχειρηματίες που έφερναν τις ινδικές ταινίες. Στις κοπέλες που ίσως έβλεπαν στο πανί τον εαυτό τους να υποφέρει και με μαγικό τρόπο να νικά. Στις κοπέλες που, αφού δεν μπορούσαν να αποδράσουν από τη σκληρή πραγματικότητα, θα προσπαθούσαν να το κάνουν έστω βλέποντας την ταινία

Το ινδικό περιβάλλον δεν ξένιζε τους Έλληνες της εποχής εκείνης. Παράγκες, σκουπίδια, ανοιχτές αγορές, παιδιά να παίζουνε ξυπόλητα στους δρόμους δεν ήταν άγνωστες εικόνες για ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Άλλωστε, αυτές οι ταινίες στη φτωχολογιά απευθύνονταν. Σπάνια αυτά τα έργα παίζονταν σε κεντρικούς κινηματογράφους και ακόμη πιο σπάνια βλέπονταν από ανθρώπους της μέσης ή της ανώτερης εισοδηματικής τάξης

Αλλά ούτε και η ινδική μουσική ξένιζε τους Έλληνες. Βλέπετε, η Ελλάδα έχει μάθει να μιλάει δύο μουσικές γλώσσες. Την ανατολίτικη και τη δυτική, που συναγωνίζονται μεταξύ τους σε όλη την ιστορία της νεοελληνικής μουσικής. Κατά κανόνα, οι φτωχότεροι και οι λιγότερο μορφωμένοι προτιμούσαν την ανατολίτικη και οι πιο εύποροι και μορφωμένοι, τη δυτική.

 

Η ελληνική μουσική στο σταυροδρόμι Ανατολής-Δύσης

Στα χρόνια της τουρκοκρατίας, η μουσική των Ελλήνων επηρεάστηκε από τους Οθωμανούς. Ακόμη και την περίοδο 1870-1911, υπήρχαν στην Αθήνα καφέ αμάν, τα οποία έπαιζαν  τούρκικη μουσική, προκαλώντας τη φρίκη των δημοσιογράφων του καιρού. Ταυτόχρονα, η μέση τάξη τραγουδούσε οπερέτες μέχρι τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο. Από τη μεριά του κράτους ήταν εμφανής η προσπάθεια να προωθηθεί η ντόπια δημοτική μουσική, αλλά και η δυτικότροπη μουσική.

Τα καφέ αμάν εξαφανίστηκαν σιγά σιγά, αλλά η προσέλευση πολλών χωρικών σε πόλεις δημιούργησε την ανάγκη για νέα και κοινά τραγούδια, καθώς οι άνθρωποι αυτοί τραγουδούσαν δημοτικά τραγούδια, που διέφεραν από τόπο σε τόπο.  Πιο κοντά ταξικά στους ανθρώπους αυτούς βρίσκονταν οι περιθωριακοί των πόλεων, που τραγουδούσαν τραγούδια που αργότερα ονομάστηκαν ρεμπέτικα και μιλούσαν για θέματα της περιθωριακής ζωής τους. Για την άδικη κοινωνία, για τη φυλακή, για το χασίς. Και βέβαια δε θα μπορούσαν να λείπουν οι γυναίκες από τη θεματολογία τους. Τα τραγούδια αυτά ενισχύθηκαν το 1922 με τα μικρασιάτικα τραγούδια, που είχαν πιο ανατολίτικους ρυθμούς. Ήταν οι μικρασιάτες εκείνοι που καθιέρωσαν σταδιακά το μπουζούκι.

Σιγά-σιγά άρχισαν να κατασκευάζονται και δημοτικοφανή τραγούδια, αλλά και νέα, λιγότερο θλιβερά, ρεμπέτικα. Τα “αρχοντορεμπέτικα”, όπως ονομάστηκαν, είχαν χαρούμενα θέματα και χρησιμοποιούσαν μεγαλύτερες ορχήστρες, από συνθέτες όπως ο Μιχάλης Σουγιούλ και ο Μανώλης Χιώτης

Σιγά-σιγά, τα τραγούδια με ανατολίτικη ρίζα ήταν αυτά που επικράτησαν στο ελληνικό κοινό. Το κενό που άφηνε η απώλεια παλαιότερων συνθετών ερχόταν να καλύψει μια νέα γενιά, όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου, ο Μανώλης Χιώτης και ο Απόστολος Καλδάρας. Δημιουργήθηκε επίσης μια γενιά μεγάλων τραγουδιστών, όπως η Στέλλα Χασκήλ, η Μαρίκα Νίνου, η Σωτηρία Μπέλλου, η Καίτη Γκρέυ, ο Στέλιος Καζαντζίδης, η Γιώτα Λύδια, η Πόλυ Πάνου, ο Πάνος Γαβαλάς και άλλοι

Εν τω μεταξύ, η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας μετά το 1958 είναι ραγδαία, όπως και η τεχνολογική πρόοδος. Κατά το 1958 οι ακριβοί δίσκοι των 78 στροφών αντικαθίστανται από τους φτηνότερους των 45 στροφών και αργότερα των 33 στροφών που έχουν μεγαλύτερη χωρητικότητα. Τα ραδιόφωνα μπαίνουν σε κάθε σπίτι, ενώ οι πιο εύπορες οικογένειες μπορούν να αγοράσουν μικρά, φτηνά πικάπ. Η αγορά ζητάει τραγούδια και οι δισκογραφικές εταιρείες στρέφονται προς όλες τις κατευθύνσεις

Οι πιο εύποροι προτιμούσαν δυτικής προέλευσης εισαγωγές και απομιμήσεις με χαρούμενους ρυθμούς και στίχους, όπως οι λατινοαμερικάνικοι σκοποί των αδελφών Κατσάμπα και του τρίο Μπελκάντο

Η φτωχολογιά όμως προτιμούσε πιο βαριά και θλιβερά τραγούδια, που ταίριαζαν με τις μελωδίες των ρεμπέτικων και πολλά από αυτά ήταν ινδικά, τούρκικα και αραβικά.

Ειδικά τα ινδικά τραγούδια είχαν ορισμένα πλεονεκτήματα. Είχαν γίνει γνωστά μέσω των ινδικών ταινιών που είχαν κατακλύσει την Ελλάδα. Μπορούσαν να αντιγραφούν χωρίς πολλή ανησυχία για την αντίδραση των Ινδών. Επίσης, η Ινδία, σε αντίθεση με την Τουρκία για παράδειγμα, ήταν μια ουδέτερη χώρα στην εθνική μνήμη

Τα τραγούδια αυτά ήρθαν σαν κατακλυσμός και είχαν τεράστια απήχηση. Η μελέτη της Ελένης Αμπατζής και του Μανουήλ Τασούλα, ανακάλυψε 105 τραγούδια που κυκλοφόρησαν μέσα σε 10 χρόνια (1959-1968) από 26 Έλληνες συνθέτες, ανάμεσα στους οποίους ήταν ο Απόστολος Καλδάρας και ο Μπάμπης Μπακάλης. Τα τραγούδια αυτά εν μέρει ή εξ ολοκλήρου συμπίπτουν με ινδικά τραγούδια. Στο σύνολο των τραγουδιών που εντοπίστηκαν, το 57% είχε μεγάλες ομοιότητες με την ινδική μελωδία, 24% σημαντικές διαφορές από το ινδικό, το 16% αποσπασματικές αποδόσεις και το 5% μόνο αναγνωρίσιμες φράσεις. Όμως, οι Ινδοί συνθέτες δεν αναφέρονται παρά σε ελάχιστες περιπτώσεις

 

Η Μαγκάλα, η Μαντουμπάλα και η Ζιγκουάλα

Με τη νέα ανατολίτικη επιμειξία, το ρεμπέτικο τραγούδι θεωρείται ότι τελειώνει σαν έννοια γύρω στα 1958.  Από εκείνη τη χρονιά, τα ρεμπετοειδή αποκαλούνται “λαϊκά” ή “βαριά λαϊκά” και σαν κύριο χώρο διάδοσης έχουν τα λαϊκά κέντρα και τα μπουζουξίδικα. Την επόμενη χρονιά, το 1959, εμφανίζονται τα πρώτα δύο διασκευασμένα ινδικά τραγούδια: η “Μαγκάλα” του Στράτου Ατταλίδη και η “Μαντουμπάλα” του Στέλιου Καζαντζίδη

Η Μαγκάλα ήταν η ηρωίδα της ινδικής ταινίας του 1952 “Μαγκάλα, το ρόδο των Ινδιών”. Η ταινία ήρθε στην Ελλάδα το 1954 και το 1959 κυκλοφόρησε το ομώνυμο τραγούδι σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη (Τσάντα) και μουσική Στράτου Ατταλίδη. «Σ’ έχω βάλει μέσα στην καρδιά μου / αχ! Μαγκάλα, έχεις τόση ομορφιά / Μαγκάλα, Μαγκάλα, κόρη του μαχαραγιά. / Τα γλυκά σου μαύρα μάτια / λάμπουνε σαν τα διαμάντια / αχ! και μ’ ανάψανε φωτιά / αχ! έλα δεν αντέχω πια / αχ! κόρη του μαχαραγιά». Το τραγούδι έκανε πολύ μεγάλη επιτυχία συμπαρασύροντας στην επιτυχία τον Μανώλη Αγγελόπουλο που το τραγούδησε (με τη συμμετοχή της Γιώτας Λύδια στα φωνητικά)

Λίγες ημέρες μετά τη “Μαγκάλα” κυκλοφόρησε η “Μαντουμπάλα” ή “Μαντουβάλα”.  «Μαντουμπάλα, αγάπη γλυκιά μου/ λαχταρώ να ’ρθεις πάλι κοντά μου /Από τότε που σ’ έχασα λιώνω/τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο / Μαντουμπάλα, Μαντουμπάλα», τραγουδούσε ο Στέλιος Καζαντζίδης σαν απάντηση στη Μαγκάλα του Μανώλη Αγγελόπουλου. Η Μαντουμπάλα ήταν μια δημοφιλής Ινδή ηθοποιός που το όνομά της σημαίνει “γλυκό κορίτσι”

 

india06

 

Για τη δημιουργία της, ο Καζαντζίδης είπε:

«Είχα φτιάξει το ρεφρέν που λέει “Με μάτια κλαμένα στους δρόμους γυρνώ” και,  κατόπιν επιθυμίας της μητέρας μου, θυμάμαι τότε, το πήγα για να γράψει στίχους η Ευτυχία η Παπαγιαννοπούλου. Ήταν πολύ της μόδας τότε τα ινδικά. Είχε μπει στο πετσί της συνοικίας ο κινηματογράφος “Mother India” και τέτοια...Ο Αγγελόπουλος είχε τραγουδήσει μια “Μαγκάλα”, άλλοι άλλα... Εγώ το είδα ότι ήτανε τραγουδάκι. Το μικρό δισκάκι είχε από την άλλη μεριά το “Δυο πόρτες έχει η ζωή, το μεγάλο τραγούδι της Ευτυχίας. Πήγαινα στα πρατήρια και ρώταγα: “Με ποιο τραγούδι ζητάει ο κόσμος το δίσκο; ” “Με τη Μαντουμπάλα”, μου λέγανε. “Δε θα το ζητάει για πολύ έτσι”, απαντούσα. “Πάψε και χαλάει ο κόσμος”, λέει»

Η μελωδία της “Μαντουμπάλα” βασίστηκε στο τραγούδι “Aa Jao tadapte hain armaan” σε μουσική του συνθέτη του Μπόλιγουντ, Σάνκαρ (όχι του Ραβί Σανκάρ) από την ταινία “Ο αλήτης της Βομβάης” (1951) με πρωταγωνίστρια τη Ναργκίς. Τη μουσική ανέλαβε ο Θόδωρος Δερβενιώτης, ο οποίος έγραψε ουσιαστικά ένα καινούργιο τραγούδι, που βασιζόταν ελαφρά στο ινδικό. Η Μαντουμπάλα κυκλοφόρησε το 1959 και μέσα σ’ ένα χρόνο, πούλησε 96.000 δίσκους, σπάζοντας το ρεκόρ που είχε το “Γαρίφαλο στ’ αυτί” των 45.000 δίσκων του Χατζιδάκι.

Στον δίσκο που κυκλοφόρησε, αναφερόταν το όνομα του Καζαντζίδη τόσο στη σύνθεση της μουσικής όσο και στους στίχους, γεγονός που δημιούργησε προβλήματα με τους δύο συνεργάτες του.

Ένα χρόνο αγότερα, το 1960, θα κυκλοφορησει η “Ζιγκουάλα”. «Ζιγκουάλα, Ζιγκουάλα, Ζιγκουάλα, / είσ’ ο ήλιος το φεγγάρι και το φως μου / μονάκριβο στολίδι είσαι του κόσμου / μελαχρινή ομορφιά μου παντοτινή χαρά μου / Ζιγκουάλα, Ζιγκουάλα, Ζιγκουάλα». Η ιδέα του ονόματος γεννήθηκε όταν ο Καζαντζίδης είδε την ταινία «Singoalla» του 1949. Η ταινία ήταν βασισμένη στη νουβέλα του Σουηδού Viktor Rydberg, που κυκλοφόρησε το 1857 και περιέγραφε την ταραχώδη ζωή μιας Τσιγγάνας που έζησε στη Σουηδία του 14ου αιώνα.

Ωστόσο, πέντε χρόνια νωρίτερα, υπήρξε και μια άλλη Ζιγκουάλα, εκείνη του Μανώλη Χιώτη, σε στίχους Χρήστου Κολοκοτρώνη, με πρώτη ερμηνεύτρια τη Μάγια Μελάγια

Μετά από αυτά, ακολούθησε μια πλημμυρίδα από τραγούδια που ήταν αντίγραφα ινδικών ή βαθιά επηρεασμένα από αυτά. Τα πιο γνωστά είναι το “ Όσο αξίζεις εσύ”, “Καρδιά μου καημένη”, “Αυτή η νύχτα μένει”, “Πριν μου φύγεις,γλυκιά μου”, “’Οχι, όχι, μη με τυραννάς”, “Μου λένε να μην κλαίω”, “Είσαι η ζωή μου, η αναπνοή μου” κλπ. Παραδόξως, παρόλο που αυτά τα τραγούδια αποτελούν ένα μικρό μόνο ποσοστό στο σύνολο της ελληνικής δισκογραφίας των δεκαετιών 1950-1960, εν τούτοις έμειναν διαχρονικά και αποτελούν πλέον αντιπροσωπευτικά "ελληνικά" λαϊκά τραγούδια εκείνης της περιόδου

 

Ο «εμφύλιος πόλεμος» που προκάλεσαν τα Ινδοπρεπή τραγούδια μεταξύ των Ελλήνων συνθετών

Η νέα ανατολίτικη επιρροή στα τραγούδια, αντιμετωπίστηκε ποικιλοτρόπως. Κάποιοι, όπως ο στιχουργός Κώστας Βίρβος, την αντιμετώπισαν θετικά, θεωρώντας ότι θα πλούτιζε την ελληνική μουσική. Πολλοί άλλοι, όμως, δεν την είδαν με καθόλου καλό μάτι. Ιδιαίτερα αρνητικός εμφανίζεται ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο οποίος στην αυτοβιογραφία του αναφέρει:

 H ινδοκρατία άρχισε να κυριαρχεί στο χώρο τoυ λαϊκού τραγουδιού από τα πρώτα κιόλας χρόνια της δεκαετίας του ’50. Πρώτα με αραβικά και αργότερα με ατόφιες ινδικές μουσικές. Οι ανεύθυνοι αυτοί δήθεν συνθέτες, χωρίς ίχνος ντροπής, έπαιρναν μουσικές από ινδικούς δίσκους και αφού άλλαζαν τα λόγια με ελληνικά, τα παρουσίαζαν στο κοινό σαν γνήσια ελληνικά τραγούδια και φυσικά δημιουργήματά τους .... Ένας από αυτούς γύριζε με το μαγνητόφωνο τότε στους κινηματογράφους που έπαιζαν ινδικά έργα και μαγνητοφωνούσε τις μελωδίες που υπήρχαν στην ταινία. Μετά έβαζε στίχους, έκανε δίσκους και δημιουργούσε επιτυχίες .... Κάθε δίσκος ήταν γι’αυτούς και ένα διαμέρισμα... Και καθόμουνα και έβγαζα τα μάτια μου στο υπόγειο της οδού Αχαρνών που ήταν το σπίτι μου για να κάνω ένα τραγούδι.... Πολέμαγα και εγώ να φτιάξω ένα τραγούδι για να τους συναγωνιστώ κάπως. Πού να ήξερα ότι είναι ινδικά; Τότε κοιμόμουνα ακόμα. Παρά τις προσπάθειές μου δεν κατάφερα τίποτα... Κανείς δεν μπορεί να παλέψει την ινδική μουσική, είναι απύθμενη. Είχαν κάνει πλύση εγκεφάλου στον κοσμάκη. Κάθε ελληνικό πέρναγε απαρατήρητο .

Προσπαθούσα να γράψω κάτι πάνω στις μελωδίες που έκλεβαν, κάτι δικό μου για να τους συναγωνιστώ. Όλα πέρασαν απαρατήρητα. Είναι σαν να προσπαθήσουν οι Ινδοί να γράψουν τσάμικα και καλαματιανά. ”

Σε συνέντευξή του, στο περιοδικό Ντόμινο το 1967, ο Βασίλης Τσιτσάνης δήλωνε:

“Τα εννέα δέκατα των Ελλήνων συνθετών λαϊκής μουσικής αντιγράφουν σήμερα τις μελωδίες τους. Αντιγράφουν όλα τα μοτίβα που ακούνε: ινδικά, αιγυπτιακά, τούρκικα, κινέζικα. Αλήθεια, τώρα αντιγράφουν και τα κινέζικα! Και ξέρετε γιατί γίνεται αυτό; Δεν τους αδικώ απόλυτα τους ανθρώπους. Αυτό γίνεται γιατί η ζήτηση ξεπερνά την δυνατότητα παραγωγής! Να πώς: Πριν από λίγα χρόνια υπήρχαν μόνο δύο εταιρείες δίσκων στην Ελλάδα. Και φυσικά και οι δύο αυτές εταιρείες κυκλοφορούσαν τους δίσκους αναγνωρισμένων συνθετών. Σήμερα ξέρετε πόσες εταιρείες υπάρχουν; Δεκατέσσερις! Κι όλες ζητούν διαρκώς καινούργια τραγούδια. Δημιουργήθηκε έτσι ένας ανταγωνισμός, έφερε πληθωρισμό. Τον ανταγωνισμό αυτόν δεν μπόρεσαν πια να τον καλύψουν αναγνωρισμένοι συνθέτες. Για να καλυφθεί χρειαζόταν μια “μηχανή”. Και η μηχανή, εφεύρεση και αυτή της εξέλιξης, βρέθηκε: Το μαγνητόφωνο. Εκεί αντιγράφονται οι ξένες μελωδίες, μαγειρεύονται, δεν μαγειρεύονται, πολλές φορές προσαρμόζονται οι στίχοι, και το τραγούδι είναι έτοιμο. Δεν είναι όμως ελληνικό λαϊκό τραγούδι. Σ’ αυτό το σημείο έχει δίκιο ο Θεοδωράκης [που αποκάλεσε τα τραγούδια αυτά ινδοπρεπή] και πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Άλλοτε κυκλοφορούσαν 48 τραγούδια το δίμηνο. Τώρα βγαίνουν 250 ως 300... Τουλάχιστον ν’ αναγράφουν στο δίσκο την προέλευση της μελωδίας. Τούρκικο, ινδιάνικο, κλπ. Εγώ προσπάθησα να αντιδράσω στην εκμετάλλευση αυτή του λαϊκού τραγουδιού, μα δεν μ’ άκουσε κανείς. Όμως επιμένω ότι θα έπρεπε να γίνει υποχρεωτική η αναγραφή της προελεύσεως. Κι’ αυτό μπορούν να το κάνουν μόνο οι εταιρείες. Γιατί αν συνεχισθή η κατάσταση αυτή, το μουσικό αίσθημα του λαού μας θα καταστραφή με τα δήθεν ελληνικά τραγούδια”

Οι δηλώσεις του Τσιτσάνη στο περιοδικό Ντόμινο, πυροδότησαν μια σειρά άρθρων στο ίδιο περιοδικό ως απάντηση σε αυτές.  Στις 20/10/1967, απάντησαν ο Θόδωρος Δερβενιώτης και ο Απόστολος Καλδάρας. Ο Δερβενιώτης δήλωσε ότι εξεπλάγη με την άγνοια του Τσιτσάνη, υποστηρίζοντας ότι η ινδική μουσική είναι βυζαντινή.

“Μας θίγει ο Βασίλης Τσιτσάνης και μας εκπλήσσει με την άγνοιά του. Εγώ προσωπικά έχω να πω αυτό: Το λαϊκό τραγούδι γράφεται πάνω στη βυζαντινή μουσική πράγματι, όπως και άλλωστε το δημοτικό, και εφ’ όσον αυτή τη μουσική χρησιμοποιούν κατά βάσιν και οι άλλοι λαοί όπως οι Τούρκοι, οι Άραβες, οι Ινδοί, οι Ισπανοί και άλλοι πολλοί, δεν μπορεί παρά το “χρώμα” να είναι ίδιο.”

-Θέλετε να πείτε κύριε Δερβενιώτη ότι “κλοπή ” δεν γίνεται;

“Εξαρτάται από τι ονομάζουμε κλοπή ... Κλοπή λέω εγώ να πάρω τη σύνθεσι ενός τραγουδιού και να την παρουσιάσω για δική μου. Δεν είναι όμως κλοπή να υπάρχει στο τραγούδι η ίδια ρίζα... Κατέχω την βυζαντινή μουσική σαν επαγγελματίας, την σπούδασα, και είμαι βέβαιος γι’ αυτά που λέω. [...] Οι Τούρκοι γράφουν στα πρότυπα της βυζαντινής μουσικής και όχι εμείς. Τι να κλέψουμε από την τουρκική; Ο κύριος Τσιτσάνης όμως το έχει παρακάνει γενικεύοντας την άποψί του και εξαιρώντας τον εαυτό του από τους “ασυνείδητους”. Εάν έχει κάτι συγκεκριμένο να πη γύρω από το θέμα να το πη. Τον καλούμε να ονομάση τους συνθέτες που εννοεί και τα τραγούδια που έχουν κλέψει. Με την έννοια της πραγματικής κλοπής, όπως την ανέφερα πιο πάνω. Γιατί η μια φράσι που παίρνει ίσως κανείς σαν έμπνευση δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τόσο βαριά. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: Στην βυζαντινή μουσική την εκκλησιαστική, έχουμε πέντε χερουβικά διαφόρων διδασκάλων (Φωκαέως, Ξάνθου, Παπανικολάου). Μέσα στα πέντε αυτά χερουβικά, εφ’ όσον θα είναι στον ίδιο ήχο θα μοιάζουν μεταξύ τους στο “χρώμα”, ενώ στο βάθος το καθένα θα έχη δικό του κλίμα. Δική του μελωδία. Αλλά εφ’ όσον στον ήχο θα μοιάζουν, ο πολύς κόσμος θα τα νομίζει όμοια...”

Τη σκυτάλη στη διαμάχη πήρε ο Απόστολος Καλδάρας, ο οποίος όξυνε περαιτέρω τα πνεύματα, υποστηρίζοντας ότι ο Τσιτσάνης δρα από συμφέρον γιατί βλέπει να υποσκελίζεται:

“ Έχω την πεποίθηση ότι όλα αυτά που είπε ο κύριος Τσιτσάνης δεν τα είπε από ενδιαφέρον για το λαϊκό τραγούδι, τα είπε από συμφέρον γιατί δεν είναι σε θέσι να παλαίψη στον καλλιτεχνικό στίβο και γι' αυτό καταφεύγει σε αναλήθειες και θόρυβο. [...] Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι το λαϊκό τραγούδι θα πρέπει να το αναζητήσουμε στο τραγούδι που μας έφεραν οι  Έλληνες της Μικράς Ασίας.. Από κει ξεπήδησε. Προηγουμένως υπήρχαν μόνο το δημοτικό και τα ξένα, όπως οι καντάδες οι ζακυνθηνές, τα βαλς, οι οπερέττες ... Ο διωγμένος ελληνισμός μας έφερε το γνήσιο λαϊκό τραγούδι με τη ρίζα του τη βυζαντινή ”

Ο Τσιτσάνης επανήλθε στο επόμενο τεύχος του περιοδικού (1/12/67) και επιτέθηκε με απίστευτη σφοδρότητα στον Απόστολο Καλδάρα, αποκαλώντας τον μάλιστα “ .. αλεπού της ερήμου των Ινδιών, της Αραβίας και όλης της γης.”

’’ Χρόνια μιλάμε, κύριε Καλδάρα, για τις κλεψιές σου που αγνοεί η αφεντιά σου. Πού ήσουν κρυμμένος τόσον καιρό; Και τώρα τι επιδιώκεις με την σύσταση που μου κάνεις να εμβαθύνω στην βυζαντινή μουσική; … Θαυμάστε τώρα μερικές απ’ τις περίφημες δημιουργίες, από την καλλιτεχνική επίδοση του μάγου συνθέτη, του συναδέλφου μου Καλδάρα. (Όλες συνθέσεις Ινδών, Αράβων, κλπ)

Όσο αξίζεις εσύ! Δίσκοι πωληθέντες κατά προσέγγισιν 70.000

Πριν μου φύγεις γλυκιά μου! 60.000

Μην περιμένεις πιά! 50.000

Στην Παναγιά ορκίστηκα! 20.000

Όση γλύκα έχουνε τα χείλη σου ! 70.000

Όχι, όχι μη με παρατάς ! 70.000

Θέλεις μ’ αγαπάς, θέλεις με μισείς! 50.000

Ποιος σου’πε κούκλα μου ποιος είν’ αυτός! 60.000

Έπονται δεκάδες, ντουζίνες ακόμη από εκλεκτά, πετραδάκια και καλής τύχης (που γι’ αυτό χρειάζεται να στείλουν επειγόντως την υπογραφούλα τους προς αρμοδίους) που τραγούδησαν οι συμπαθείς μου Μανώλης Αγγελόπουλος, Μιχάλης Μενιδιάτης, Φούλη Δημητρίου, και άλλοι... Ξανατόλμησε κύριε Ινδιανοαραβοκαλδάρα να ξαναβγείς και να πης δημοσία πως κλοπή “δεν υπάρχει”, πως ο κόσμος ακούει “το ρυθμό” και τα νομίζει ξένα και να υπερασπίσης την κινδυνεύουσαν αλήθειαν!”

Όπως σημειώνει η Ε. Αμπατζή στο βιβλίο της, τα στοιχεία που έδωσε ο Τσιτσάνης ήταν, εν μέρει τουλάχιστον, σωστά. Από τα οκτώ τραγούδια που ανέφερε,  τουλάχιστον τα πέντε έχουν μεγάλη ομοιότητα με προγενέστερα ινδικά

Ο Τσιτσάνης όμως ήταν ασυγκράτητος. Απευθυνόμενος στον Δερβενιώτη, είπε μεταξύ άλλων:

“Δεν ξέρεις εσύ, ο συνθέτης χιλίων τραγουδιών ότι πάνω από 400 τούρκικα τραγούδια κυκλοφορούν σαν ελληνικές εμπνεύσεις; Δεν ξέρεις εσύ, ο δάσκαλος, ότι τα τραγούδια που άκουσε ο κοσμάκης στις ινδικές ταινίες άλλαξαν ως δια μαγείας υπηκοότητα και από Μωχάμετ Αλ έγιναν Καλδάρ Απ και Σία; Δεν διάβασες στον Τύπο τον θόρυβο που έκαναν στο παρελθόν οι εισαγωγείς των ταινιών αυτών; Δεν άκουσες τίποτα για τους δράστες που λέγονται μαγνητόφωνα και περιφέρονται στις κινηματογραφικές αίθουσες όπου προβάλλονται ινδικές ταινίες; [....] Και περιορίζεσαι να μας κάνεις θεωρία και ανάλυση της Βυζαντινής μουσικής επικαλούμενος και χερουβικά;”

Απευθυνόμενος δε σε όσους συνθέτες θεωρούσε πως συμμετείχαν σε αυτή την πρακτική, είπε με ιδιαίτερα αυστηρό ύφος:

“Με υπεκφυγάς, αλλαγή θεμάτων και δημιουργία ψευδών εντυπώσεων δεν θα σωθήτε. Από δω και μπρός να στρωθήτε στη δουλειά, όπως δουλεύει όλος ο κόσμος κι όχι με τα μαγικά κουμπιά. Η εύκολη αυτή δουλειά που σας έκανε μάγους συνθέτας σταματάει! Η υπογραφούλα σας θα είναι ο οδηγός σας, αυτή θα σας ξυπνάη από τη νάρκη που σας έκανε σαν κανίβαλους, να κατασπαράζετε και να καταβροχθίζετε τα αριστουργήματα των ξένων χωρών! (Ιδίως των Ινδιών, που τα τραγούδια τους πηγάζουν από μια βαθειά μουσική αίσθησι ασυλλήπτου μεγαλείου, μεγαλείου, αγαπητοί αναγνώσται, μπροστά στο οποίο μένουν έκπληκτοι διάσημοι ξένοι μουσικοί και μουσικοκριτικοί)

Αυτά λοιπόν τα αριστουργήματα είχατε το θάρρος να διακηρύξετε ότι τα δώσατε από τον εαυτό σας. Ιδρώσατε, είναι αλήθεια, να βάλετε στα θυλάκιά σας τους καρπούς της εργασίας σας. Αυτές είναι οι πράξεις, τα έργα και οι ημέρες σας. Και για τις πράξεις αυτές πρέπει να πληρώσετε! Μόνον έτσι θα γίνη εξυγίανσις! “

Εμμέσως και πολύ αργότερα, o Δερβενιώτης άλλαξε την αρχική του στάση και συντάχθηκε ουσιαστικά με τον Τσιτσάνη. Ενώ δήλωνε αρχικά πως τα τραγούδια που φαίνονταν ινδικά ήταν στην πραγματικότητα βυζαντινή μουσική, άλλαξε στάση και μίλησε για  κλοπή ξένων συνθέσεων που συνετέλεσαν στο θάνατο του λαϊκού τραγουδιού. Σε συνέντευξη του 1982 στην εφημερίδα “Οδηγητής” ο Δερβενιώτης είπε:

“Η περσική, η ινδική, η αραβική ή η πακιστανική ακόμα μουσική έχουν πολλά κοινά στοιχεία με τις δικές μας μουσικές κλίμακες. Τα ινδικά τραγούδια ωστόσο δεν εκφράζουν αυτή την κοινότητα και την ομοιότητα. Πρόκειται στις περισσότερες φορές για κλοπές ξένων καθαρά συνθέσεων που ήρθαν στην Ελλάδα με την υπογραφή Ελλήνων μουσικών. Κι αυτό πρέπει να στιγματιστεί γιατί συνετέλεσε απ’ τα μέσα στο θάνατο του λαϊκού τραγουδιού στα επόμενα χρόνια και γιατί κάθε άλλο παρά βοήθησε τις μουσικές αναζητήσεις και τη δημιουργία που στηρίζονταν στις ελληνικές μουσικές αναζητήσεις”

 

Περί πνευματικής ιδιοκτησίας

Για πολλούς αιώνες ή μάλλον για χιλιετίες, τα τραγούδια των διαφόρων εθνών αναπτύσσονταν και άλλαζαν, ενσωματώνοντας τις εμπειρίες των διαφόρων γενεών. Έτσι διαμορφώθηκαν τα δημοτικά τραγούδια των διαφόρων χωρών, που συχνά έχουν πολλαπλές εκδοχές. Τα τραγούδια ήταν ανώνυμα, γιατί ήταν τις περισσότερες φορές συλλογικές και διαχρονικές παραγωγές και όχι ατομικές

Σιγά σιγά η διαδικασία μετάδοσης τραγουδιών εξελίχθηκε σε ατομική ονομαστική σύνθεση που δεν επιδεχόταν διασκευές. Ώσπου φτάνουμε στον 20ο αιώνα, όπου εισάγεται η έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας και η παραβίαση της ατομικής σύνθεσης γίνεται πράξη αξιοκατάκριτη και νομικώς κολάσιμη

Οι ατομικές συνθέσεις απέκτησαν μεγαλύτερη αξία στον 20ο αιώνα, όταν οι ηχογραφήσεις σε δίσκους και μαγνητοταινίες έδιναν μεγάλα πριθώρια κέρδους σε τραγουδιστές και συνθέτες και αυξανόταν η ανάγκη για προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων. Σταθμό στο θέμα των πνευματικών διακιωμάτων αποτέλεσε η συνθήκη της Βέρνης το 1967, η οποία κατοχύρωνε την πνευματική ιδιοκτησία τραγουδιών για 50 χρόνια μετά το θάνατο του συνθέτη, ενώ πιο πρόσφατες διεθνείς ρυθμίσιες έχουν αυξήσει ακόμη περισσότερο τα πνευματικά δικαιώματα.

Η ιδέα της μουσικής πνευματικής ιδιοκτησίας αναπτύχθηκε σταδιακά και ως τα μέσα περίπου του 20ου αιώνα, θα μπορύσαμε να πούμε ότι η χρήση και διασκευή διαφόρων σκοπών χωρίς άδεια, δεν θεωρούνταν ούτε ασυνήθιστη, αλλά ούτε και επιλήψιμη

Ήταν πολύ συχνό δε μέχρι τότε το φαινόμενο, να μη συμπίπτουν οι πραγματικοί συνθέτες με αυτούς που αναγράφονταν στους δίσκους. Είναι γνωστές πολλές ιστορίες όπου γνωστοί λαϊκοί τραγουδιστές αγόραζαν από άλλους τραγούδια για ένα κομμάτι ψωμί και τα παρουσίαζαν για δικά τους. Πολλές φορές επίσης, ένα τραγούδι που ήταν αποτέλεσμα μιας συλλογικής δουλειάς, ηχογραφούνταν από κάποιο μέλος της ομάδας μόνο με το όνομά του. Σε άλλες περιπτώσεις, αναφερόταν στο δίσκο μόνο ο τραγουδιστής και όχι ο συνθέτης ή ο στιχουργός. Αυτή η χαλαρότητα σχετικά με την αναγνώριση του συνθέτη διευκόλυνε την απόκρυψη των συνθετών των ξένων τραγουδιών που διασκευάζονταν από τους Έλληνες

Σχετικά με το πώς έρχονταν στα χέρια των Ελλήνων τα ινδικά τραγούδια, υπάρχουν μαρτυρίες πως κάποιοι τραγουδιστές, όπως η Βούλα Πάλλα, ηχογραφούσαν με μαγνητόφωνα κατευθείαν από τους κινηματογράφους όπου παιζόταν το έργο.

Φαίνεται όμως πως η κύρια πηγή ήταν οι ινδικοί δίσκοι που οι δισκογραφικές εταιρείες στην Ελλάδα έφερναν από την Ινδία και τους έδιναν στους συνθέτες με σκοπό την αντιγραφή των τραγουδιών.

Όπως είχε πει ο Στέλιος Καζαντζίδης σε συνέντευξή του: “Τα περισσότερα από αυτά τα τραγούδια ήταν μελωδίες ινδικές, που τις είχαμε κάπως αλλοιώσει και τις βάζαμε στo όνομά μας. Πώς το λένε; Η πενία τέχνας κατεργάζεται.... Τα μεροκάματα ήταν πολύ μικρά και δε φτάνανε τα λεφτά. Είχαμε πέσει με τα μούτρα στο δίσκο. Να πάρουμε κάποια ποσοστά παραπάνω . Τα ποσοστά μας σαν τραγουδιστές ήταν αστεία. Δε φτάνανε ούτε για το ταξί που παίρναμε να πάμε για πρόβες ή για ηχογράφηση. Τα δικαιώματα τα πνευματικά, τα συνθετικά ήταν κάποιες δεκαρούλες που μας χρειάζονταν. Καθόμασταν τότε ο Κολοκοτρώνης, ο Βασίλης ο Καραπατάκης, ο Βίρβος, άλλοι που δεν είναι αναγνωρισμένοι στιχουργοί, κάθε βράδυ και φτιάχναμε τραγούδια. Όλοι μαζί. Τότε οι σχέσεις μας ήταν περίεργες. Δεν ξέραμε ποια από αυτά τα τραγούδια θα γίνουν επιτυχίες και θα ζήσουν για πάντα και ποια θα χαθούν. Άλλα μπαίναν στο δικό μου όνομα, άλλα στου Καραπατάκη ... Πού να βρεις άκρη;”

Η ευθύνη των διακογραφικών εταιρειών στο θέμα της απόκρυψης των πραγματικών συνθετών και της μη απόδοσης πνευματικών δικαιωμάτων αναδεικνύεται και από τον Γιάννη Παπαϊωάννου:

“Παίρνανε lvδικούς παλιούς δίσκους, ακούγανε τις μελωδίες, τις ντύνανε με στίχους ελληνικούς, και αμέσως κάνανε σουξέ. Πολλές χιλιάδες δίσκοι και πολλά εκατομμύρια απ’ αυτές τις δουλειές. Εκεί κατάντησε το Λαϊκό Τραγούδι. Και αυτά όχι μόνο τα ξέρανε οι εταιρείες αλλά και τα βοηθάγανε! Ναι, τα βοηθάγανε! Ξέρω αυτόνε που μοίραζε στους κωλοσυνθέτες δίσκους ινδικούς και τους έλεγε να βάλουνε στίχους καινούργιους. [Σημείωση εκδότη του Παπαϊωάννου:] Πρόκειται για γνωστότατο ιδιοκτήτη μιας μεγάλης φωνογραφικής εταιρείας, ο ίδιος σήμερα βρίσκεται εκτός δισκογραφίας. Ο ασίκης αυτός έστελνε ανθρώπους να ψάχνουν και να αγοράζουν όσο – όσο όποιον ινδικό δίσκο εύρισκαν. Πριν από λίγα χρόνια δε, ένας ανώτατος υπάλληλος της Κολούμπια (που με δέσμευσε να μην αποκαλύψω το όνομά του μέχρι να πάρει τη σύνταξή του) μου μίλησε για ένα μεγάλο φορτίο ινδικών δίσκων που έφτασε στην Ελλάδα ειδικά γι’ αυτό το σκοπό ..”

Αξιοσημείωτο είναι και το περιστατικό που αναφέρει ο Γιάννης Παπαϊωάννου:

“Και μια φορά, από λάθος, δύο συνθέτες πήρανε την ίδια ινδική μουσική και βάλανε και οι δυο τους λόγια. Και όταν πήγανε στο στούντιο για να γραμμοφωνήσουνε γίνανε του κώλου τους το ρεζίλι! Γιατί δεν ξέρανε ότι είχανε κλέψει την ίδια μουσική! ”

Στο ίδιο ή ίσως σε άλλο παρόμοιο περιστατικό αναφέρεται και ο Βασίλης Τσιτσάνης:

“Μια φορά, τρεις συνθέτες από αυτούς τους κλέφτες είχαν πάρει μια ινδική μελωδία, μέσα στις τόσες άλλες από τον ίδιο ινδικό δίσκο, χωρίς να ξέρει ο ένας ότι το έχει πάρει και ο άλλος. Και οι τρεις δηλαδή είχαν κλέψει την ίδια μουσική και είχαν και οι τρεις ελληνικούς στίχους. Την ώρα που πήγαν για φωνοληψία, πήγαν και οι τρεις να γραμμοφωνήσουν την ίδια μουσική, τότε ανακάλυψαν ότι είχαν κλέψει την ίδια μελωδία”

Η αμέλεια (;) των δισκογραφικών εταιρειών μπορεί να επέφερε βραχυπρόθεσμα οικονομικά κέρδη, προκάλεσε όμως μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στους μουσικούς, καθώς στιγματίστηκαν σαν κλέφτες πνευματικής ιδιοκτησίας άλλων. Αντίθετα, οι δισκογραφικές εταιρείες, οι οποίες ήταν αυτές που στην ουσία επέβαλλαν αυτή την πρακτική και έθεταν τα μέτρα και τα σταθμά της δισκογραφίας, βγήκαν αλώβητες από αυτή την περιπέτεια

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έρευνα που έκανε η Έλενα Αμπατζή, ο Μπάμπης Μπακάλης ανέφερε ότι αρκετές φορές έγραψε τη λέξη “διασκευή” σε παρτιτούρα που έστειλε σε εταιρεία, αλλά κάποιος την έσβησε

Από τους τέσσερις συνθέτες που αντιγράφτηκαν συστηματικά στην Ελλάδα ζει μόνο ο Naushâd Ali, που θεωρείται ο σπουδαιότερος συνθέτης της Ινδίας. Οι συγγραφείς του βιβλίου «Τα Ινδοπρεπή» τον προσέγγισαν και, αφού μελέτησε ινδοελληνικά τραγούδια, τους έδωσε τηλεφωνική συνέντευξη τον Αύγουστο του 1996. Το σχόλιό του ήταν:

“Η Ινδία ήταν το 1960 και είναι ακόμα κατά πολύ φτωχότερη από την Ελλάδα. Πολλοί Ινδοί μουσικοί πέθαναν στην ψάθα ενώ άλλοι σε πολλές άλλες χώρες πλούτισαν από τα έργα τους. Είναι άρρωστοι και δεν έχουν φάρμακα, τα παιδιά τους δεν μπορούν να τα στείλουν σε καλά σχολεία, και κακοπαντρεύουν τα κορίτσια τους. Οι Έλληνες πλούτισαν από τα τραγούδια, αλλά δεν έδωσαν τίποτα στους μουσικούς που τους τα διέθεσαν ”

india12

 

Ο Naushâd, για να βοηθήσει τους μουσικούς που δεν ανταμείφθηκαν έχει δημιουργήσει έναν οργανισμό που λέγεται Indian Performing Rights Society (IERPS) και θα επιθυμούσε  Έλληνες μουσικοί που χρησιμοποίησαν ινδικά τραγούδια να έκαναν δωρεές σ’ αυτόν τον οργανισμό .

Σε μια περίπτωση πάντως, ο Naushâd αναφέρθηκε ως συνθέτης τραγουδιών που διασκευάστηκαν στα ελληνικά. Ήταν το 1979, όταν η Βούλα Πάλλα απέδωσε συνθετικά δικαιώματα στον Naushâd για τον δίσκο της “Γη ποτισμένη με ιδρώτα”. Μια εταιρεία στην Ελλάδα πήρε άδεια διασκευής από ινδική εταιρεία που θα του τα απέδιδε. Όμως ο Naushâd για πολλά χρόνια δεν ήξερε ότι είχε εισπράξει κάποια χρήματα στην Ελλάδα. Το έμαθε τελικά το 1996 από τους Ε.Αμπατζή και Μ.Τασούλα

 

india01

 

Επίσης, χωρίς να γνωρίζουμε εάν αποδόθηκαν ποτέ δικαιώματα, υπήρξαν τρία τραγούδια του Βαγγέλη Περπινιάδη που αποκαλούνταν στην ετικέτα του δίσκου “ινδιάνικα”: Είναι “Ο πόνος μιας ορφανής”, το “Αχ γιατί δε μ’αγαπάς”  και “Το παράπονο του φτωχού”

 

Η σάτιρα των Ινδικών τραγουδιών

Είναι αλήθεια πως τα ινδοπρεπή τραγούδια κατακρίθηκαν και χλευάστηκαν. Τόσο για την «πνευματική κλοπή», όσο και για τη θεματολογία των στίχων τους. Σε σκίτσο του Μποστ που δημοσιεύτηκε στην Αυγή στις 31 Μαΐου 1964, ο Πειναλέων περιγράφει στη μητέρα του την προσέλευση επισήμων από όλο τον κόσμο στην κηδεία του Παντίτ Νεχρού, του ηγέτη της Ινδίας (που είχε πεθάνει στις 28 Μαΐου από καρδιακή προσβολή). Με μπουζούκι στο χέρι, η μαμά Ελλάς απαντά ότι θα έπρεπε μαζί μ’ αυτούς να υποβάλουν τα σέβη τους και οι Έλληνες συνθέτες που «αρμέγουν» τα ινδικά τραγούδια

 

india04

 

Όπως διαβάζουμε στο sarantakos.wordpress.com  … “Δυο μέρες νωρίτερα στη Βουλή, ο Μίκης Θεοδωράκης, στην παρθενική του ομιλία ως βουλευτής (είχε εκλεγεί στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964), είχε στραφεί εναντίον των «ινδοπρεπών» τραγουδιών που μονοπωλούσαν το πρόγραμμα του ραδιοφωνικού σταθμού της ΥΕΝΕΔ, ενώ τα δικά του τραγούδια, παρά την πολιτική αλλαγή, λογοκρίνονταν”

Αλλά και ο ελληνικός κινηματογράφος ασχολήθηκε με τα ινδοπρεπή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ένας διάλογος από την ταινία του Ντίνου Δημόπουλου “Το Θύμα” (1969) στην οποία πρωταγωνιστούσαν ο Κώστας Βουτσάς (Μιχαλάκης), η Ζωζώ Σαπουντζάκη (ανερχόμενο αστέρι του λαϊκού τραγουδιού με το όνομα Μπούλα Μπέλλα), ο Αθηνόδωρος Προύσαλης (παραγωγός Μπαγλάμης), και ο Νίκος Τσούκας (στιχουργός Μήτσος Τόνος).

 

Μπαγλάμης: Εμείς κύριε Μιχαλάκη μου έχουμε μοιραστεί τη δουλειά. Κλέβω τις Ινδίες!

Μιχαλάκης: Κλέφτες είστε;

- Που λέει ο λόγος ...

- Α! . . .

- Ακούω ινδικό τραγούδι, το εντυπώνω, κι αρχίζω τις παραλλαγές

- Α! κατάλαβα ... 1, 2, X .

- Τα παιδιά από δω ασχολούνται με την Ανατολή. Τα συγκεντρώνουμε όλα, χτυπάει τους στίχους ο Μήτσος ...

- Kαι άγρια μάλιστα, ε Μήτσε;

- ... τα γραμμοφωνάμε με ντέφι και ακορντεόν και πέφτει κονόμι σύννεφο!

- Δεν μου λέτε κύριε Μπαγλάμη μου ...

- Περικαλώ;

- Η γλώσσα αυτή που ομιλείτε, ινδική είναι;

Μπέλλα: Καημένε Μιχάλη, δεν ξέρεις την αργκό ;

- Αργκό; Όχι ποιος να μου τη συστήσει;

 

 

Η υπεράσπιση των ινδικών τραγουδιών

Τα ινδοελληνικά τραγούδια κατηγορήθηκαν τόσο πολύ, που οι διασκευαστές τους προτιμούσαν να μην αναφέρονται σε αυτά.  Υπήρξαν όμως και αυτοί που τα αγάπησαν και προσπάθησαν να τα αποκαταστήσουν. Μετά από πολλά χρόνια, το 1987, εκδόθηκε ο δίσκος “Πληγωμένη Καρδιά”, παραγωγής του Γρηγόρη Φαληρέα, που συμπεριέλαβε πολλά τέτοια τραγούδια. Στο εξώφυλλο του δίσκου, ο Τάσος Φαληρέας σημείωνε:

“Δεν υπάρχει περιοχή του τραγουδιού μας που να μην έχει την δική της ομορφιά και ποτέ δεν είναι αστήριχτη η αγάπη του λαού μας για κάποια “φάση” του τραγουδιού. Μόνο που κανόνας είναι τα διαμάντια να αποκαλύπτονται εκ των υστέρων .

Συγκεκριμένα τα “ΙΝΔΙΚΑ” που τόσο εκφραστικά αποδίδει η ΧΡΥΣΟYΛΑ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ στην  εμπνευσμένη ενορχήστρωση του Φαίδωνα Λιονουδάκη, έχουν συκοφαντηθεί, κύρια από αυτούς που επιπόλαια επιμένουν ν’αγνοούν τη σχέση του τόπου μας με την ΑΝΑΤΟΛΗ .

Όλοι οι μεγάλοι συνθέτες της δεκαετίας του ’50 γράψανε τέτοια τραγούδια. Οι μελωδίες είναι όμορφες και οι στίχοι αντιπροσωπευτικοί και αποτελεσματικοί. “Πιασάρικοι”.

Ήτανε η εποχή της μεγάλης εσωτερικής μετανάστευσης, του ξεριζωμού που συνεχίζεται ακόμα. Τους φέρανε εδώ τους ανθρώπους και τους αφήσανε. Έγινε η Αθήνα ξανά ένα πονεμένο χωριό.

Το ‘60 οι άνθρωποι κοιμόντουσαν νωρίς, δούλευαν πολύ και πείναγαν. Η εξουσία τους θυμότανε και τους θυμάται στις εκλογές

ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ, ΑΙΓΑΛΕΩ. Τα διαμάντια ριγμένα στα σκουπίδια. Γειά σου ΑΠΟΣΤΟΛΕ ΚΑΛΔΑΡΑ”

 

india11

 

Στο ίδιο μήκος κύματος υπεράσπισης των ινδοπρεπών κινήθηκε και ο Κώστας Βίρβος, ο οποίος θεωρούσε ότι η μεταφορά των ινδικών τραγουδιών στην ελληνική δισκογραφία πρόσθετε πλούτο, μέσω της ανάμιξης και του μπολιάσματος, στην ελληνική μουσική:

Γράφει ο Κώστας Βίρβος στην αυτοβιογραφία του : “Για την ινδική μουσική επίσης που κατά καιρούς πήραμε ή και παίρνουμε (αν θέλετε) στοιχεία της, δε ζημιωθήκαμε. Κάποτε ο Τσιτσάνης θυμωμένος γι ’ αυτό είχε πει “πώς μπορώ εγώ να συναγωνιστώ τους γίγαντες αυτούς συνθέτες που λέγονται Ινδοί όταν Έλληνες συνθέτες παίρνουν μουσικές φράσεις δικές τους;”. Δεν υποστηρίζω με κανένα τρόπο να τους κλέβουμε αλλά να υποστούμε μια επίδραση από αυτούς δεν βλάπτει, ωφελεί. Γιατί δεν διαμαρτυρόμαστε έντονα για την αφόρητη δύση που εισβάλλει στον τόπο μας κατά κύματα με κάθε είδους μορφή ροκ, αμόκ, κλπ; Υπάρχουν δεκάδες - για να μην πω εκατοντάδες - δυτικά τραγούδια ( κυρίως ισπανικά) που είναι ατόφια μεταγλωττισμένα και τα υπογράφουν για δικά τους επώνυμοι συνθέτες. Και τα τραγούδησαν μεγάλοι τραγουδιστές κάνοντας τεράστια εμπορική επιτυχία. Προσωπικά η δυτική επίδραση, όπως και οι άλλες εμένα δεν μ’ ενοχλούν, αρκεί να μη γίνεται κλοπή .... Ας επανέλθουμε  όμως στην επιμειξία, στο κράμα που γίνεται στη μουσική μας. Κάποτε ένας μεγάλος βιολόγος είχε πει ότι το παιδί που γεννιέται από πολλές διασταυρώσεις είναι πιο έξυπνο από τα άλλα παιδιά. Έχω τη γνώμη ότι και η μουσική που γεννιέται από πολλές διασταυρώσεις είναι η πιο δυνατή μουσική. Εμείς οι Έλληνες έχουμε αυτήν την ευχέρεια και την ευκαιρία γιατί είμαστε στο Σταυροδρόμι του Κόσμου. Στο κάτω - κάτω όλες αυτές οι διασταυρούμενες μουσικές και ρυθμοί έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ελληνικές ρίζες”

 

Ο κλέψας του κλέψαντος

Είναι αλήθεια πως δεν έχει άδικο ο Βασίλης Τσιτσάνης, τόσο για την πνευματική «κλοπή», όσο και για το γεγονός ότι το λαϊκό τραγούδι ξεστράτιζε μουσικά και στιχουργικά. Αλήθεια όμως είναι και το ότι και ο ίδιος έχει κατηγορηθεί για πνευματική κλοπή. Είναι γνωστή άλλωστε η διαμάχη του με την Ευτυχία Παπαγιανοπούλου, αλλά και με άλλους στιχουργούς,  σχετικά με την πατρότητα στίχων

Αλλά και για την κριτική που άσκησε στα ινδοπρεπή τραγούδια, υπήρξε αντίδραση. Είναι χαρακτηριστική η αιχμηρή τοποθέτηση του Νίκου Καρανικόλα που μεταφέρει  ξεκάθαρα το στίγμα της εποχής στην οποία βρήκε χώρο και λειτούργησε το ινδικό και αραβοτούρκικο τραγούδι:

«[…] Πώς είναι δυνατόν ο Βασίλης Τσιτσάνης να κατηγορεί τους συναδέλφους του, αφού το 50% από τα τραγούδια του είναι νοθευμένα με τούρκικες και αράπικες μελωδίες και λέξεις; […] Πήγα κάποτε σε μια εταιρεία δίσκων μια σειρά από τραγούδια μου και ο διευθυντής της – είναι γνωστοί και εταιρεία και διευθυντής – μου είπε επί λέξει: «Δεν μου κάνουνε Καρανικόλα τα τραγούδια σου γιατί είναι ελληνικά. Τούρκικα, αράπικα και ινδικά μπορείς να μου φέρεις;» Εγώ του είπα ότι γιατί να κλέβομε ξένη μουσική αφού έχομε τόση ελληνική, και μου απάντησε: «Βρε Καρανικόλα, εδώ ολόκληρος Τσιτσάνης μας φέρνει τραγούδια αράπικα και τούρκικα κι εσύ δεν μπορείς να φέρεις;»

Όπως γράφει και η ‘Ελενα Αμπατζή:

“Στις έρευνές μας ανακαλύψαμε ότι  υπάρχει μια ιεραρχία αντιγραφών και ότι οι κατηγορίες κρύβουν αρκετή υποκρισία. Μουσικοί που παραδέχονται ότι διασκεύασαν τούρκικα και αραβικά ή που πήραν στο όνομά τους τραγούδια Ελλήνων συνθετών κατηγορούν άλλους για αντιγραφή ινδικών. Για κάποιο λόγο, η εκμετάλλευση Ελλήνων συνθετών, που ίσως έδωσαν τα δικαιώματά τους κάτω από δύσκολες περιστάσεις, φαίνεται να μην ενοχλεί πολλούς”

Αποτελούν κοινό μυστικό οι έριδες μεταξύ συνθετών, στιχουργών και τραγουδιστών του λαϊκού τραγουδιού σχετικά με την πατρότητα συνθέσεων και στίχων. Μία από τις περιπτώσεις αυτές αναφέρει ο Γιώργος Ζαμπέτας, στο βιβλίο “Γιώργος Ζαμπέτας-Βίος και Πολιτεία” της Ιωάννας Κλειάσιου, όπου μιλάει για κατά συρροή κλοπή και αντιγραφή. Χαρακτηριστικά αναφέρει την περίπτωση του Στράτου Παγιουμτζή που διαμαρτυρήθηκε με απόγνωση στον Ζαμπέτα πως ο Περπινιάδης παίρνει τη μουσική από τα τραγούδια του, τους αλλάζει στίχους και τα κάνει δικά του. “Ο κλέψας του κλέψαντος” λέει χαρακτηριστικά ο Ζαμπέτας και συνεχίζει:

“Εμείς όλοι, που μας άρεσε μόνο το ελληνικό τραγούδι κι η μελωδία, διάφορα τραγούδια τσφτετέλια, τα λέγαμε αραβικά και τούρκικια. Βέβαια, τα περισσότερα ήταν κλεμμένα από τους Τούρκους. Κι οι Τούρκοι όμως παίρνανε δικά μας τραγούδια και τα κάνανε αυτοί. Αχταρμάς μεγάλος, χάνεσαι και δεν ξέρεις τελικά ποιο είναι ποιου”

 

Ο πολιτιστικός ρατσισμός

Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, η Ελλάδα, λόγω της κομβικής της θέσης, δέχτηκε πλήθος πολιτιστικών επιρροών, που μερικές ήταν τόσο έντονες, ώστε να δικαιούμαστε να μιλάμε για εισβολές. Και από την Ανατολή και από τη Δύση. Και οι δύο συναντούσαν αντιδράσεις. Αν θέλουμε όμως πάλι να είμαστε ειλικρινείς, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι αυτές που ενοχλούσαν περισσότερο, ήταν οι εισβολές εξ Ανατολών. Και από αυτές, αυτή που ενόχλησε περισσότερο από όλες, ήταν η ινδική εισβολή. Και αυτό μάλλον έχει να κάνει με την αντίληψη που έχουμε ως λαός για τους Ινδούς. Πως είναι κάτι κατώτερο από εμάς.

Όπως γράφει η Ελένη Αμπατζή: “Η διασκευή τούρκικων μπορεί να δικαιολογηθεί ως χρήση παλιότερων ελληνικών, ενώ τα αραβικά έγιναν δημοφιλή τα χρόνια του ’90 και αναβαθμίστηκαν κοινωνικά. Τα ινδικά βρίσκονται στον πάτο της ιεραρχίας. Αυτό ίσως συμβαίνει γιατί η εξαιρετικά φτωχή Ινδία είναι και η παραδοσιακή πατρίδα των γύφτων, που είναι οι αιώνιοι αποδιοπομπαίοι τράγοι στην Ελλάδα. Έτσι, η διασκευή των ινδικών θεωρείται περίπου “γυφτιά”. Δεν φαίνεται να πείραξε πολλούς ότι μέχρι να βγει το 1966 “Ο τρόπος” από τους Olympians, τα συγκροτήματα rock (όπως oι Formix και οι Juniors) έβγαζαν τραγούδια μόνο με αγγλικούς στίχους. (Πώς θα έβλεπε ο κόσμος νέα τραγούδια στα τούρκικα;). Δεν σχολιάστηκε δυσμενώς η απόδοση στα ελληνικά των επιτυχημένων τραγoυδιώv από τα φεστιβάλ του San Remo, ενώ οι ινδικές αποδόσεις αποκαλέστηκαν από μερικούς «τουρκογυφτοειδή» κατασκευάσματα”

Στο σημείο αυτό δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε και στις αντιδράσεις που προκάλεσε στην πολιτιστική νομενκλατούρα της εποχής, η παραχώρηση στον τσιγγάνο Μανώλη Αγγελόπουλο του θεάτρου του Λυκαβηττού για μια συναυλία του τον Ιούνιο του 1983.

Η κρατική τηλεόραση κάλυψε ζωντανά το γεγονός, αλλα οι αντιδράσεις τις επόμενες ημέρες, ακόμη και εκείνη την εποχή που το political correct ήταν κάτι πολύ μακρινό, υπερέβαιναν τα όρια της ευπρέπειας από ανθρώπους μάλιστα που ήταν ή παρίσταναν τους ευπρεπείς. Οι εφημερίδες μιλούσαν για «είδωλα και σουξέ της παρακμής», ο Φρέντυ Γερμανός για τον «δασύτριχο και δασύλαλο βάρδο», ο Γιώργος Λιάνης για εκείνους που «στέψανε τον αρχιγύφτο Αγγελόπουλο σαν βασιλιά της τωρινής πρωτοπορίας», κάποιοι άλλοι για τον «τσιγγάνο τσιφτετελιστή»

 

india08

 

Από την άλλη πλευρά, οι διοργανωτές της συναυλίας είχαν καλέσει ένα πλήθος επώνυμων καλλιτεχνών. Μεταξύ άλλων είχαν καλέσει  την Ελένη Βιτάλη, τον Τάκη Σούκα με το ακορντεόν του, τον «βασιλιά του κλαρίνου» Γιάννη Βασιλόπουλο, τον μεγάλο βιολιτζή Λευτέρη Ζέρβα, ως παρουσιαστή τον Αντώνη Καφετζόπουλο, την Οπισθοδρομική Κομπανία με την Ελευθερία Αρβανιτάκη  και άλλους πολλούς

Είναι η εποχή που αναβιώνει το ρεμπέτικο και το λαϊκό, τότε που γεμίζει η χώρα με ρεμπετάδικα και οι νέοι στρέφονταν μαζικά σ αυτό το είδος διασκέδασης που συνδύαζε ιδανικά παέα, τραγούδι και χορό

Την ίδια περίοδο αναπτυσσόταν όμως και το άλλο «λαϊκό» στις μεγάλες πίστες. Λευτέρης Πανταζής, Άντζελα Δημητρίου, Κατερίνα Στανίση και άλλοι πολλοί συγκέντρωναν και διασκέδαζαν τη νέα γενιά νεόπλουτων που είχε διαμορφωθεί. Αυτό το «λαϊκό» έμελλε να επικρατήσει κατά κράτος και να δώσει στη συνέχεια τον Ρέμο, τον Οικονομόπουλο, τον Αργυρό, την Πάολα

 

Επίλογος

Το άρθρο αυτό ξεκίνησε με σκοπό να συγκεντρώσει κάποια ινδικά τραγούδια που είχαν καταχωρηθεί στη συλλογική συνείδηση ως ελληνικά λαϊκά τραγούδια. Στην πορεία ανακαλύψαμε το βιβλίο «Ινδοπρεπών αποκάλυψη: Από την Ινδία του εξωτισμού στη λαϊκή μούσα των Ελλήνων» της Ε.Αμπατζή-Μ.Τασούλα που μας άνοιξε κατά πολύ το οπτικό πεδίο και μας αποκάλυψε μια πολύπλοκη πραγματικότητα. Την «ινδολατρεία» του ’50, τον «εμφύλιο πόλεμο» μεταξύ των Ελλήνων συνθετών και τις αλληλοκατηγορίες για αντιγραφές και μιμήσεις ξενικών τραγουδιών, τη μακραίωνη σχέση της Ελλάδας με την Ανατολή, αλλά και την αιώνια ταλάντευσή της ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση.

Έθιξε επίσης ξανά το πολύπλοκο θέμα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Μήπως τα πρώτα τραγούδια με υπογραφή, όπως ήταν τα πρώτα ρεμπέτικα, δεν ήταν σωρευμένες μελωδίες από όλη την Ελλάδα μέχρι τα παράλια της Μικράς Ασίας που δεν διεκδικούσαν μέχρι τότε πατρότητα και δεν είχαν ιδιοκτήτη; Και πότε ένα τραγούδι θεωρείται αντιγραφή; Και μέχρι πότε πρέπει να αποδίδονται πνευματικά δικαιώματα;

Επανέφερε επίσης για άλλη μια φορά το ερώτημα τι σημαίνει «λαϊκό» τραγούδι;  Κάποτε ο όρος «λαϊκό» υποδήλωνε τη λαϊκή καταγωγή του τραγουδιού. Λαϊκά της υπαίθρου ήταν τα δημοτικά τραγούδια, αστικό λαϊκό ήταν το ρεμπέτικο. Πλέον όμως ο όρος -όπως και τόσοι άλλοι άλλωστε - έχει κακοποιηθεί και μπορεί για πολλούς να συμπεριλάβει τον Ρέμο, τον Οικονομόπουλο, τον Αργυρό, την Πάολα και άλλους τραγουδιστές της χλιδάτης και κακόγουστης πίστας. Προφανώς και δεν είναι λαϊκοί τραγουδιστές οι προαναφερόμενοι. Αν θέλουμε να βρούμε κάτι πραγματικά λαϊκό σήμερα, ίσως θα έπρεπε να ψάξουμε στους στίχους του Λεξ και του χιπ-χοπ. Γιατί κάθε εποχή έχει τους δικούς της ήρωες και τους δικούς της απόκληρους

Αλλά και τι σημαίνει άραγε «ελληνικό» τραγούδι; Εθνικό είναι ό,τι είναι αληθές, έχει πει ο Σολωμός. Ό,τι εγκολπώνεται από τους κατοίκους αυτής της χώρας, ό,τι αναμειγνύεται, αφομοιώνεται και τελικά ενσωματώνεται, καθίσταται εκ των πραγμάτων ελληνικό. Και κάποια τραγούδια, όπως το “ Όσο αξίζεις εσύ”, το “Καρδιά μου καημένη”, το “Αυτή η νύχτα μένει”, το “Είσαι η ζωή μου, η αναπνοή μου”, παρά την ινδική καταγωγή τους, έχουν πολιτογραφηθεί ως ελληνικά στη συλλογική μας συνείδηση

Για το τέλος, παραθέτουμε μια λίστα από εννιά ινδικά τραγούδια όπως ακριβώς ακούστηκαν σε ινδικές ταινίες. Είναι βέβαιο πως αμέσως θα αντιληφθείτε το αντίστοιχο ελληνικό τραγούδι και θα αρχίσετε να τραγουδάτε τους στίχους του

 

Πηγές:

«Ινδοπρεπών αποκάλυψη: Από την Ινδία του εξωτισμού στη λαϊκή μούσα των Ελλήνων» (εκδόσεις Ατραπός), της Ε.Αμπατζή και Μ.Τασούλα

“Γιώργος Ζαμπέτας-Βίος και Πολιτεία” της Ιωάννας Κλειάσιου

https://sarantakos.wordpress.com/2014/06/05/mpost50-10/

https://www.ogdoo.gr/prosopa/afieromata/basilis-tsitsanis-megalo-afieroma-

http://www.kifisia-life.gr/index.php/politismos/item/85477-an-eixe-foni-kai-mnimi-o-lykavittos

https://elinepa.org/el/madhubala-tasoulas/

https://elinepa.org/el/greece-bids-farewell-to-magala/

https://www.koutipandoras.gr/article/i-mantoympala-i-zigkoyala-kai-i-magkala-etsi-gennithikan-ta-tragoydia-toys/

https://www.documentonews.gr/article/h-mantoympala-h-zigkoyala-kai-h-magkala/

 


Warning: count(): Parameter must be an array or an object that implements Countable in /srv/disk3/2763186/www/atticavoice.gr/templates/ts_news247/html/com_k2/templates/default/user.php on line 269
Σελίδα 1 από 100

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.