" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ

Πριν από είκοσι χρόνια ακριβώς, πεθαίνει ο μεγάλος διανοητής της Αριστεράς, Βασίλης Ραφαηλίδης. Εν τω μεταξύ, σε ένα μήνα αναμένεται να ολοκληρωθεί η δίκη της Χρυσής Αυγής και όλοι περιμένουν την ετυμηγορία του δικαστηρίου, η οποία είναι σίγουρο πως – όποια και αν είναι – θα στείλει ένα μήνυμα στους ομοϊδεάτες του Ρουπακιά, του Λαγού, του Κασιδιάρη και του Μιχαλολιάκου. Είτε να βάλουν την ουρά στα σκέλια αν η απόφαση είναι παραδειγματικά καταδικαστική είτε να συνεχίσουν τη δολοφονική τους δράση, αν η απόφαση είναι προκλητικά αθωωτική. Τιμώντας τη μνήμη αυτού του κοφτερού μυαλού, παραθέτουμε ένα κείμενό του σχετικά με το ψυχολογικό υπόβαθρο ενός φασίστα. 

«Είναι αδύνατο να εξηγήσουμε το φασιστικό φαινόμενο μόνο με τα δεδομένα της κοινωνιολογίας και της πολιτικής οικονομίας. Σίγουρα στον φασίστα υπάρχει και μια πλευρά καθαρά ψυχολογική, μας αρέσει δεν μας αρέσει ο Βίλχελμ Ράιχ.

Η άρνηση της ψυχολογίας εδώ είναι εκ του πονηρού: Κάπου βαθιά ή λιγότερο βαθιά μέσα μας πρέπει να κοιμάται ένα φασιστάκι, που το στρίμωξαν εκεί μυριάδες ευνουχισμοί και αποστερήσεις, αρχής γενομένης από τη σεξουαλική αποστέρηση, όπως θέλει να πιστεύει ο Ράιχ, και μαζί-του και ο υπογραφόμενος, που δε θα πάψει να θεωρεί και τον μικρομεσαίο και τον προλετάριο και τον αστό φασίστα σαν ανθρώπους ολικά ευνούχους: Πνευματικά, νοητικά, συναισθηματικά, ενστικτώδικα.

Ο φασίστας είναι μια μούμια που της φύγαν όλοι οι χυμοί της ζωής, είναι ένας νεκροζώντανος, ένα ζόμπι που πρέπει να ταφεί το ταχύτερο, καταρχήν για λόγους δημόσιας υγείας. Ο φασίστας είναι το άγος και το όνειδος της ράτσας των ανθρώπων, ένα άγος κι ένα όνειδος που ξαπλώνεται σ’ ολόκληρο το ταξικό φάσμα, αλλά που εγκαθίσταται με εντελώς ιδιαίτερη προτίμηση στο κέντρο του, δηλαδή στην περιοχή που καλύπτεται από τον ποικιλότροπο ερμαφροδιτισμό των μικρομεσαίων, απ’ όπου εκπορεύονται ακτινωτά όλες οι συμφορές του κόσμου τούτου.

Ο Αρτούρο Λαμπριόλα βάζει τα πράγματα στην ακριβή τους θέση όταν λέει: «Στην αρχή ο φασισμός δεν ήταν ούτε αστικός ούτε συντηρητικός. Έγινε τέτοιος κάτω από την πίεση των περιστάσεων». Ωστόσο επιμένουμε στο “κάτω από την πίεση των περιστάσεων”, στην περίοδο δηλαδή που ο φασισμός συγκροτείται σε κόμμα και καταλαμβάνει την εξουσία, και ξεχνούμε ή κάνουμε πως ξεχνούμε τι ήταν στο ξεκίνημά του, και κυρίως τι συνεχίζει να είναι τώρα που περιέπεσε σε παρακμή σαν μαζικό κίνημα και που έγινε υπόθεση μιας χούφτας ηλιθίων και ανώμαλων νοσταλγών.

Ε, λοιπόν, στην αρχή του ο φασισμός ήταν αυτό που συνεχίζει να είναι και σήμερα: Υπόθεση μιας χούφτας ανώμαλων και ηλιθίων, που αποτέλεσαν το προζύμι που έκανε να φουσκώσει η ανθρώπινη βλακεία και κακοήθεια σ’ όλο το φριχτό της μεγαλείο. Η φασιστική φύτρα ήταν και είναι πάντα το αποτέλεσμα της αμάθειας, της ψυχανωμαλίας, του φόβου, της στέρησης (σ’ όλες τις μορφές της και καταρχήν της σεξουαλικής), της μικρόνοιας, της κακοήθειας, της έλλειψης ειλικρίνειας.

Ο φασισμός είναι η συνισταμένη όλων των κακών ποιοτήτων του ανθρώπου. Και επειδή η συνισταμένη, σαν γεωμετρική έννοια, ενέχει ήδη μέσα της και την έννοια του κέντρου, είναι πολύ φυσικό ο φασισμός, σαν κοινωνικό πια γεγονός, (και όχι μόνο ψυχολογικό) να εμφανίζεται καταρχήν και κατά κύριο λόγο στη μικρομεσαία περιοχή του κοινωνικοπολιτικού φάσματος.

Οι μικρομεσαίοι λοιπόν πρέπει να μπαίνουν σε μόνιμη καραντίνα. Διότι είναι η διαρκώς πυορροούσα εστία πολλών και ποικίλων κοινωνικών μολύνσεων, η καταστροφικότερη από τις οποίες είναι ο φασισμός».

Εναντίον

Αυγούστου 12, 2020

 

Ντίνος Χριστιανόπουλος (1931-2020)

Αν υπάρχουν κάποιοι πνευματικοί άνθρωποι που κατόρθωσαν να πορευθούν τη ζωή τους σε πλήρη συμφωνία με τα λόγια τους, ένας από αυτούς ήταν σίγουρα ο Ντίνος Χριστιανόπουλος. Ευαίσθητος αλλά και προκλητικός μαζί. Προκλητικός με τους υποκριτές, όπως έλεγε.

Σήμερα, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος έφυγε. Και όλοι – συμπεριλαμβανομένου και του συντάκτη του άρθρου αυτού - έσπευσαν να γράψουν κάποιο αφιέρωμα και, ετερόφωτοι όντες, να φωτιστούν λίγο από τη λάμψη του αντισυμβατικού ποιητή που δεν ανεχόταν την υποκρισία της κοινωνίας και την ιταμότητα της εξουσίας.

Παρόλο που αντιλαμβανόμαστε πως γινόμαστε μέρος των συμβάσεων που απεχθανόταν ο ποιητής, δεν μπορούμε να αντισταθούμε στον πειρασμό να γράψουμε δυο λόγια με αφορμή το θάνατό του. Και, όχι, δε θα σταθούμε στο ποιητικό του έργο, αλλά θα παραθέσουμε αυτούσιο ένα κείμενό του, με τίτλο «Εναντίον», που δημοσιεύτηκε το 1977, στο περιοδικό ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ, αρ. 1, Ιανουάριος - Απρίλιος 1979

« Είμαι εναντίον της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται. Δεν υπάρχει πιο χυδαία φιλοδοξία, απ’ το να θέλουμε να ξεχωρίζουμε. Αυτό το απαίσιο «υπείροχον έμμεναι άλλων», που μας άφησαν οι αρχαίοι.

Είμαι εναντίον των βραβείων, γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου -και κάποτε θα πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων. Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά -και κάποτε θα πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από τη ζωή μας.

 

Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων. Σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και τη δίψα μας για λεφτά· ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας.

Είμαι εναντίον των λογοτεχνικών συντάξεων. Προτιμώ να πεθάνω στην ψάθα, παρά να αρμέγω το υπουργείο -κι ας με άρμεξε το κράτος μια ολόκληρη ζωή. Γιατί να με ταΐζει το Δημόσιο επειδή έγραψα μερικά ποιήματα; Και γιατί να αφήσω το Κράτος να χωθεί ακόμη περισσότερο στη ζωή μου;

Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Ποτέ μου δεν πάτησα σε υπουργείο και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση από το κράτος είναι η εφορεία, που με γδέρνει.

Είμαι εναντίον των εφημερίδων. Χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλλουν ημετέρους, αποσιωπούν τους απροσκύνητους. Όλα τα μαγειρεύουν, όπως αυτές θέλουν. Δεξιές, αριστερές, κεντρώες - όλες το ίδιο σκατό.

Είμαι εναντίον των κλικών. Προωθούν τους δικούς τους· τους άλλους, όλους τους θάβουν. Όποιοι δεν τους παραδέχονται, καρατομούνται. Κυριαρχούν οι γλύφτηδες και οι τζουτζέδες. Δεν έχω καμμιά αμφιβολία πως το μέλλον ανήκει στα σκουπίδια.

Είμαι εναντίον των κουλτουριάρηδων. Όλα τ’ αμφισβήτησαν, εκτός από τις τρίχες τους. Τους έχω μάθει για καλά, χαλνούν τον κόσμο με την κριτική τους. Όλους τους βγάζουν σκάρτους και πουλημένους. Και μόλις πάρουν το πτυχίο, αμέσως διορίζονται στα υπουργεία· από παντού βυζαίνουν και ο ιδεαλισμός τους ξεφουσκώνει μέσ’ στα βολέματα του κατεστημένου.

Είμαι εναντίον κάθε ιδεολογίας, σε οποιαδήποτε απόχρωση και αν μας την πασέρνουν. Όσο πιο γοητευτικές και προοδευτικές είναι οι ιδέες, τόσο πιο τιποτένια ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται από πίσω τους. Όσο πιο όμορφα τα λόγια τους, τόσο πιο ύποπτα τα έργα τους. Όσο πιο υψηλοί οι στόχοι, τόσο πιο άνοστοι οι στίχοι.

Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο· φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετάμε το τσιγάρο μας στον δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα;»

Μπορεί κάποιος να διαφωνήσει με τα λόγια του Χριστιανόπουλου, ή με κάποια από αυτά. Το μόνο που δεν μπορεί να κάνει όμως, είναι να αρνηθεί την τόλμη τους αλλά και τη συνέπειά του σε αυτά. Το 2012, ο ποιητής ανακοίνωσε πως αρνείται το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού για το σύνολο του έργου του όπως και το χρηματικό έπαθλο που το συνοδεύει. "Δεν θα εμφανιστώ ούτε θα απλώσω το χέρι για να το πάρω. Δεν θέλω ούτε τα βραβεία ούτε τα λεφτά τους».

15 Ιουνίου. Άλλη μία επέτειος θανάτου του Μάνου Χατζιδάκι και όλοι νιώθουμε την υποχρέωση να γράψουμε κάτι, παραγνωρίζοντας, άθελα ή ηθελημένα, πως αν μπορούσε να τα διαβάσει όλα αυτά, είτε θα γελούσε είτε θα θύμωνε

Ο Μάνος Χατζιδάκις υπήρξε ένας κορυφαίος συνθέτης. Υπήρξε, όμως, και κορυφαίος στοχαστής. Οι δεξιοί τον θεωρούν δικό τους, ενώ οι αριστεροί θεωρούν πως ήταν ένας αριστερός που νόμιζε πως είναι δεξιός. Όπως και να έχει, αυτό που τελικά έχει σημασία δεν είναι το τι δηλώνεις, αλλά το τι είσαι στην πραγματικότητα. Και ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ένας άνθρωπος που δεν χαρίστηκε σε κανέναν. Είχε πάντα το θάρρος της γνώμης του και πάμπολλες φορές είχε φέρει σε τρομερά δύσκολη θέση την παράταξη που νόμιζε πως ήταν δικός της. Πολέμιος της διαφθοράς, του λαϊκισμού, της βίας, του φασισμού, του ρατσισμού και του εθνικισμού, άφησε πίσω του τοποθετήσεις που θα μείνουν στην ιστορία. Όπως αυτήν στην οποία μιλάει για την ελληνικότητα και το τι σημαίνει γι’ αυτόν

«Το ελληνικό, τώρα: από την ώρα που μας βοηθάει η Ελλάς να γίνουμε άνθρωποι, με μια παγκοσμιότητα, πολύ καλώς.  Από την ώρα που μας δίδει μια φουστανέλα και μας εμποδίζει να υπάρχουμε με τους άλλους συνανθρώπους, είναι αντιδραστικό …

Αν αυτό που λέμε ελληνικό είναι εμπόδιο στο να ενωθούμε μ' έναν μαύρο, είναι καταδικαστέο. Αν, αντιθέτως, αυτό είναι βοηθητικό για να ενωθούμε με τους άλλους, είναι υπέροχο. Η έννοια του ελληνικού για πολλούς ανθρώπους έχει διαφορετική όψη. Εγώ πιστεύω σ' εκείνη την ελληνικότητα που εξαφανίζει τις διαφορές »

« Δεν νομίζω ότι κινδυνεύουμε ως Έλληνες, αλλά ως ελληνολάτρες … Δε μ’ αρέσει να παριστάνω τον πολύ Έλληνα. Θέλω να είμαι όσο είμαι. Καιρός είναι η έννοια Έλληνας να δώσει τη θέση της στην έννοια άνθρωπος. Και τότε πιστεύω πως θα συνδεθούμε με μια πιο βαθιά παράδοση που, κατά σύμπτωση, είναι κι αυτή γνησίως ελληνική … »

Επιστρέφοντας στο συνθέτη Μάνο Χατζιδάκι, τώρα, θα πούμε πως όσο υπάρχουν μουσικές σαν τη δική του, τόσο θα βοηθιέται ο άνθρωπος να κάνει άλλο ένα βήμα μπροστά, στην αέναη - και ελπίζουμε όχι μάταιη - προσπάθειά του να ξεφύγει από τον κτηνώδη χαρακτήρα του

Υπάρχουν άνθρωποι που ο χαμός τους δεν κοστίζει μόνο στους δικούς τους ανθρώπους, αλλά κάνει όλο τον κόσμο φτωχότερο. Ένας τέτοιος άνθρωπος ήταν ο Λουίς Σεπούλβεδα, ο συγγραφέας, ο δημοσιογράφος, ο σκηνοθέτης, μα -πάνω από όλα τα άλλα- ο αγωνιστής. Κυνηγήθηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε. Όλο του το έργο είναι σημαδεμένο από την κοινωνική και πολιτική του στράτευση. Όταν ερωτάται γι΄ αυτό, ο Σεπούλβεδα απαντά:

«Σε όλες μου τις ιστορίες είναι παρούσα η πραγματικότητα, εκείνο που μου αρέσει και εκείνο που πιστεύω πως πρέπει να αλλάξει: δεν είμαι ουδέτερος διότι στην ιδέα μου για την αντιμετώπιση της πραγματικότητας, η ουδετερότητα δεν υπάρχει. Η ουδετερότητα είναι το καταφύγιο του δειλού κι εγώ δεν είμαι, ούτε υπήρξα και δεν θα είμαι ποτέ ουδέτερος »

Ο ίδιος, σε σχέση με άλλους του συντρόφους, είχε σταθεί τυχερός. Γλίτωσε το θάνατο, αλλά έγραψε γι όλους αυτούς που δεν τα κατάφεραν και χάθηκαν στον αγώνα τους για ένα πιο δίκαιο κόσμο. Έγραψε για όλους αυτούς που λείπουν:

« Κι αν μας λείπουν, δεν είναι επειδή έτσι το θέλησε η τύχη ή τα καμώματα ενός πληγωμένου θεού. Μας λείπουν γιατί τόλμησαν να προτείνουν μια ζωή καλύτερη απ’ την αγελαία. Μας λείπουν γιατί είπαν πως ψωμί θα υπάρξει ή για όλους ή για κανέναν. Μας λείπουν γιατί άναψαν ένα φως μες στο σκοτάδι – έντονο ή χλωμό δεν έχει σημασία, γιατί η λάμψη του μας οδηγεί. Μας λείπουν γιατί στο μισοσκότεινο δωμάτιο ζύγωσαν το κρεβάτι του παιδιού, το χάιδεψαν, άφησαν στο μέτωπό του το αστεράκι του ήσυχου ύπνου, κι όταν βγήκαν από κει και πέρασαν στη δράση, το έκαναν ξέροντας πόσο πολλά είχαν να χάσουν, και το έκαναν με την αποφασιστικότητα αυτού που ξέρει ότι έχει δίκιο.

Έζησε ελεύθερος

Απριλίου 11, 2020

«Γι΄αυτό σου λέω, ξέρω πώς θα είναι ο θάνατος.

Μια απλή βραδιά, όπως οι άλλες»

Περικλής Κοροβέσης, 1941 - 2020

Θαρρείς και το επιδίωξαν οι δύο εμβληματικές μορφές της Αριστεράς να φύγουν ήσυχα και διακριτικά μέσα στην παράνοια του φόβου του κορονοϊού που βιώνει μια κοινωνία, ούτως ή άλλως, φοβική. Μετά το μεγάλο Μανώλη Γλέζο, έφυγε σήμερα και ο ασυμβίβαστος Περικλής Κοροβέσης. Γλίτωσαν με τον τρόπο αυτό από τις υποκριτικές νεκρολογίες των πολιτικών απογόνων των διωκτών και βασανιστών τους. Γλίτωσαν, επίσης, και από τα κούφια λόγια των πρώην συντρόφων τους. Κούφια, όσο και αυτά που έκαναν όσο διάστημα βρέθηκαν στην εξουσία.

Ο Περικλής Κοροβέσης έμεινε έως το τέλος ελεύθερος. Ελεύθερος να υποστηρίζει τις υψηλές ιδέες της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, κόντρα σε όσους τις μάχονταν αλλά και κόντρα σε όσους τις πρόδιδαν. Δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβιβαστεί με κάτι λιγότερο αυτός που πίστευε πως «σημασία στην ζωή δεν έχει πώς την αρχίζεις, αλλά πώς την τελειώνεις. Κι αν αγόρι μου κάνεις κάτι καλό τώρα, μην βιαστείς να βγάλεις συμπεράσματα. Το οριστικό συμπέρασμα βγαίνει στο κρεβάτι του θανάτου».

Ένα από τα πράγματα που προκάλεσε εντύπωση και θαυμασμό αυτές τις δύσκολες ημέρες, ήταν σίγουρα η αποστολή ιατρικής βοήθειας από την Κούβα με πολυπληθές ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό προς τις σκληρά πληττόμενες χώρες της Ιταλίας και Ισπανίας. Η φτωχή Κούβα που υφίσταται εδώ και δεκαετίες ένα ασφυκτικό οικονομικό εμπάργκο από τη γειτονική της υπερδύναμη, προσφέρει την κρίσιμη στιγμή πολύτιμη βοήθεια σε δύο από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου. Πώς μπορεί και το κάνει; Ίσως η απάντηση κρύβεται στην παρακάτω ιστορική ομιλία που εκφώνησε ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα σε Κουβανούς φοιτητές της Ιατρικής, στις 20 Αυγούστου 1960 όπως αυτή δημοσιεύτηκε στο indepent news

Όλοι σχεδόν ξέρετε ότι ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου ως γιατρός πριν από αρκετά χρόνια. Όταν ξεκίνησα, όταν άρχισα να σπουδάζω ιατρική, οι περισσότερες από τις ιδέες που έχω σήμερα ως επαναστάτης απουσίαζαν από το οπλοστάσιο των ιδανικών μου. Ήθελα να πετύχω, όπως θέλουν όλοι. Το όνειρο μου ήταν να γίνω διάσημος ερευνητής. Το όνειρό μου ήταν να δουλεύω ακούραστα για να πετύχω κάτι που θα μπορούσε πραγματικά να τεθεί στην υπηρεσία της ανθρωπότητας, αλλά, την ίδια στιγμή, θα αποτελούσε κι έναν προσωπικό θρίαμβο. Ήμουν, όπως όλοι μας, ένα παιδί του περιβάλλοντός μου.

Mέσα από κάποιες ειδικές περιστάσεις, ίσως και εξαιτίας του χαρακτήρα μου επίσης, αφού πήρα το  πτυχίο μου, άρχισα να ταξιδεύω στη Λατινική Αμερική και τη γνώρισα πολύ καλά. Με εξαίρεση την Αϊτή και τη Δομινικανή Δημοκρατία, επισκέφτηκα - με τον έναν ή τον άλλο τρόπο - όλες τις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Έτσι όπως ταξίδευα, πρώτα ως φοιτητής και ύστερα ως γιατρός, άρχισα να έρχομαι σε στενή επαφή με τη φτώχεια, την πείνα, τις αρρώστιες, την αδυναμία να θεραπευτεί ένα παιδί από έλλειψη μέσων, με το μούδιασμα που προκαλούν η πείνα και οι τιμωρίες, ώσπου φτάνουμε σ’ ένα σημείο που φαντάζει ασήμαντο γεγονός να χάνει ένας γονιός το παιδί του, όπως συχνά συμβαίνει στις σκληρά δοκιμαζόμενες κοινωνικές τάξεις στην πατρίδα μας, τη Λατινική Αμερική. Κι άρχισα να βλέπω ότι υπήρχε κάτι που μου φαινόταν τότε σχεδόν εξίσου σημαντικό με την καριέρα μου ή με τη συμβολή μου στην ιατρική επιστήμη, και αυτό ήταν να βοηθήσω εκείνους τους ανθρώπους.

che03

Εξακολούθησα όμως να είμαι, όπως όλοι μας εξακολουθούμε να είμαστε, ένα παιδί του περιβάλλοντος μου και ήθελα να βοηθήσω εκείνους τους ανθρώπους με τις προσωπικές μου προσπάθειες. Είχα ήδη ταξιδέψει πολύ – βρισκόμουν τότε στη Γουατεμάλα, στη Γουατεμάλα του [δημοκρατικά εκλεγμένου Γιάκομπο] Άρμπενς – και είχα αρχίσει να κρατάω κάποιες σημειώσεις για τη συμπεριφορά ενός επαναστάτη γιατρού. Άρχισα να εξετάζω τι χρειαζόμουν για να γίνω ένας επαναστάτης γιατρός. Η επίθεση εξαπολύθηκε, ωστόσο: το πραξικόπημα [του 1954] οργανώθηκε από τη Γιουνάιτεντ Φρουιτ Κόμπανι, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, τον [διευθυντή της CIA] Φόστερ Ντάλες -στην πραγματικότητα, ήταν όλοι τους ένα και το αυτό – και το ανδρείκελο Καστίγιο Άρμας [με τον οποίο αντικατέστησαν τον Άρμπενς]. Η επίθεση ήταν πετυχημένη, δεδομένου ότι ο λαός δεν είχε φτάσει ακόμα στο επίπεδο ωριμότητας που έχει σήμερα ο λαός της Κούβας. Και μια ωραία μέρα εγώ, όπως πολλοί άλλοι, πήρα το δρόμο της εξορίας, ή πάντως το δρόμο της φυγής από τη Γουατεμάλα, αφού δεν ήταν αυτή η πατρίδα μου.

Τότε συνειδητοποίησα κάτι βασικό: για να γίνω επαναστάτης γιατρός ή απλώς επαναστάτης, έπρεπε πρώτα να υπάρξει επανάσταση. Η μεμονωμένη προσπάθεια, η προσωπική προσπάθεια, η καθαρότητα των ιδανικών, η επιθυμία για θυσία μιας ολόκληρης ζωής στο πιο ευγενικό ιδανικό δε σημαίνουν τίποτα αν αυτή η προσπάθεια γίνεται μεμονωμένα, απόμερα, σε μια γωνιά της Λατινικής Αμερικής, απέναντι σε εχθρικές κυβερνήσεις και κοινωνικές συνθήκες που δεν επιτρέπουν την πρόοδο. Η επανάσταση έχει ανάγκη αυτό που γίνεται στην Κούβα: την κινητοποίηση ενός ολόκληρου λαού, που έχει μάθει να χρησιμοποιεί τα όπλα και να είναι ενωμένος στη μάχη, που ξέρει τι αξία έχει ένα όπλο και τι αξία έχει η ενότητα του λαού. Ερχόμαστε λοιπόν στην καρδιά του προβλήματος που έχουμε σήμερα μπροστά μας. Έχουμε ήδη το δικαίωμα και την υποχρέωση ακόμα να είμαστε, πρώτα απ’ όλα, επαναστάτες γιατροί, δηλαδή άτομα που θέτουν τις τεχνικές γνώσεις του επαγγέλματος τους στην υπηρεσία της επανάστασης και του λαού.

Επιστρέφουμε τώρα στα αρχικά ερωτήματα: Πώς δουλεύει κανείς αποτελεσματικά για την κοινωνική ευημερία; Πώς συμβιβάζει κανείς την ατομική προσπάθεια με τις ανάγκες της κοινωνίας; Πρέπει να ξαναφέρουμε στο νου μας πώς ήταν η ζωή του καθενός από εμάς, τι έκανε και τι πίστευε καθένας από εμάς, ως γιατρός ή λειτουργός της δημόσιας υγείας από άλλη θέση, πριν από την επανάσταση. Πρέπει να το κάνουμε με βαθύ κριτικό ενθουσιασμό. Θα συμπεράνουμε τότε ότι σχεδόν όλα όσα πιστεύαμε και νιώθαμε εκείνη την παλιά εποχή πρέπει να παραμεριστούν και ότι ένας νέος τύπος ανθρώπου πρέπει να δημιουργηθεί. Αν ο καθένας από εμάς γίνει ο αρχιτέκτονας αυτού του νέου τύπου ανθρώπου για τον εαυτό του, τότε η δημιουργία αυτού του νέου τύπου ανθρώπου που θα αντιπροσωπεύει τη νέα Κούβα θα είναι πολύ ευκολότερη.

Είναι καλό για σας – τους παρόντες, τους κατοίκους της Αβάνας – να βάλετε καλά στο μυαλό σας αυτήν την ιδέα: ότι στην Κούβα γεννιέται ένας νέος τύπος ανθρώπου, που δεν μπορεί να εκτιμηθεί πλήρως στην πρωτεύουσα, αλλά μπορεί κανείς να τον δει σε κάθε άλλη γωνιά της χώρας. Όσοι από εσάς πήγατε στη Σιέρρα Μαέστρα στις 26 Ιουλίου θα είδατε κάτι πολύ σημαντικό… Θα είδατε παιδιά που από το ανάστημα τους φαίνονται οχτώ ή εννιά χρονών, αλλά παρ’ όλα αυτά είναι σχεδόν όλα δεκατριών ή δεκατεσσάρων. Είναι τα γνήσια τέκνα της Σιέρρα Μαέστρα, τα γνήσια παιδιά της πείνας και της φτώχειας σε όλες τις μορφές της. Είναι τα πλάσματα του υποσιτισμού. Στη μικρή μας Κούβα, με τα τέσσερα ή πέντε τηλεοπτικά κανάλια, με τους εκατοντάδες ραδιοφωνικούς σταθμούς, με την πρόοδο της σύγχρονης επιστήμης, όταν ένα βράδυ εκείνα τα παιδιά έφτασαν στο σχολείο και είδαν για πρώτη φορά ηλεκτρικό φως, αναφώνησαν ότι τα αστέρια ήταν πολύ χαμηλά εκείνη τη νύχτα. Εκείνα τα παιδιά, τα οποία κάποιοι από εσάς θα είδατε, σπουδάζουν τώρα στα σχολεία, από τις πρώτες τάξεις μέχρι την επαγγελματική κατάρτιση, μέχρι την πολύ δύσκολη επιστήμη της επανάστασης. Αυτό είναι το νέο είδος ανθρώπων που γεννιέται στην Κούβα. Γεννιούνται σε απομονωμένους τόπους, σε απόμερες περιοχές της Σιέρα Μαέστρα και επίσης στις κολεκτίβες και στους χώρους εργασίας. Όλα αυτά συνδέονται στενά με το θέμα της σημερινής μας συζήτησης: την ενσωμάτωση στο επαναστατικό κίνημα των γιατρών και των άλλων εργαζομένων στον τομέα της υγείας. Γιατί το καθήκον της επανάστασης – το καθήκον της μόρφωσης και διατροφής των παιδιών, το καθήκον της εκπαίδευσης του στρατού, το καθήκον της διανομής της γης των παλιών απόντων γαιοκτημόνων σ’ εκείνους που έχυναν τον ιδρώτα τους κάθε μέρα στην ίδια γη χωρίς να δρέπουν τους καρπούς της- είναι το σπουδαιότερο έργο κοινωνικής ιατρικής που έχει γίνει στην Κούβα.

che05

Η μάχη κατά της αρρώστιας πρέπει να βασίζεται στην αρχή της δημιουργίας ενός γερού σώματος, όχι μέσω της περίτεχνης εργασίας ενός γιατρού πάνω σ’ έναν αδύναμο οργανισμό, αλλά δημιουργώντας ένα γερό σώμα μέσω της δουλειάς ολόκληρου του συνόλου, ιδιαίτερα ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου. Μια μέρα η ιατρική θα πρέπει να γίνει μια επιστήμη που θα προλαμβάνει τις ασθένειες, που θα προσανατολίζει το κοινό προς τις ιατρικές υποχρεώσεις του και η οποία θα χρειάζεται να παρεμβαίνει μόνο σε περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσες για να πραγματοποιήσει μια χειρουργική επέμβαση ή να αντιμετωπίσει κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο στη νέα κοινωνία που δημιουργούμε… Εκείνο που απαιτείται γι’ αυτό το οργανωτικό έργο, όπως και για όλα τα επαναστατικά έργα, είναι το άτομο. Η επανάσταση δεν τυποποιεί, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, τη συλλογική βούληση, τη συλλογική πρωτοβουλία. Το αντίθετο, απελευθερώνει τις ατομικές ικανότητες των ανθρώπων. Αυτό που πράγματι κάνει η επανάσταση είναι να κατευθύνει αυτή την ικανότητα. Αποστολή μας σήμερα είναι να προσανατολίσουμε το δημιουργικό ταλέντο όλων των επαγγελματιών του τομέα της υγείας προς το έργο της κοινωνικής ιατρικής. Βρισκόμαστε στο τέλος μιας εποχής, και όχι μόνο εδώ στην Κούβα. Αντίθετα με όσα λέγονται και παρά τις ελπίδες κάποιων ανθρώπων, οι μορφές του καπιταλισμού που γνωρίσαμε, κάτω από τις οποίες μεγαλώσαμε και υποφέραμε, νικιούνται σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Τα μονοπώλια νικιούνται. Η σοσιαλιστική επιστήμη σημειώνει κάθε μέρα νέους, σημαντικούς θριάμβους. Έχουμε την περηφάνια και το καθήκον να βρισκόμαστε στην πρωτοπορία ενός κινήματος απελευθέρωσης στη Λατινική Αμερική, το οποίο ξεκίνησε πριν από καιρό στις άλλες υποδουλωμένες ηπείρους της Αφρικής και της Ασίας. Αυτή η βαθιά κοινωνική αλλαγή απαιτεί επίσης πολύ βαθιές αλλαγές στη νοοτροπία των ανθρώπων.

Ο ατομικισμός ως τέτοιος, ως η μεμονωμένη δράση ενός προσώπου στο κοινωνικό περιβάλλον, πρέπει να εκλείψει στην Κούβα. Αύριο ο ατομικισμός θα πρέπει να είναι η σωστή χρησιμοποίηση όλων των ατόμων προς όφελος της κοινότητας. Αλλά, αν και όλα αυτά, όλα όσα λέω, γίνονται κατανοητά σήμερα, αν και όλοι είναι πρόθυμοι να σκεφτούν λίγο το παρόν, το παρελθόν και το πώς θα πρέπει να είναι το μέλλον, η αλλαγή του τρόπου σκέψης απαιτεί βαθιές εσωτερικές αλλαγές και συμβολή στην πραγματοποίηση βαθιών εξωτερικών αλλαγών, κυρίως κοινωνικών. Αυτές οι εξωτερικές αλλαγές πραγματοποιούνται στην Κούβα καθημερινά. Ένας τρόπος να μάθετε γι’ αυτή την επανάσταση, να γνωρίζετε τις δυνάμεις που κρύβουν μέσα τους οι άνθρωποι, δυνάμεις που ήταν λανθάνουσες για τόσο καιρό, είναι να επισκεφτείτε όλη την Κούβα, να επισκεφτείτε τις κολεκτίβες και όλους τους χώρους δουλειάς που δημιουργούνται. Κι ένας τρόπος για να φτάσετε στην καρδιά του ιατρικού ζητήματος είναι όχι μόνο να γνωρίσετε, όχι μόνο να επισκεφτείτε αυτά τα μέρη, αλλά να γνωρίσετε και τους ανθρώπους που συνθέτουν αυτές τις κολεκτίβες και τα κέντρα εργασίας. Πηγαίνετε εκεί και μάθετε τι αρρώστιες έχουν, από τι πάσχουν, από πόση φτώχεια υπέφεραν σ’ όλη τους τη ζωή, φτώχεια που κληρονόμησαν από αιώνες καταπίεσης και απόλυτης υποταγής. Ο γιατρός, ο νοσοκόμος, θα φτάσουν τότε στην καρδιά της νέας δουλειάς τους, δηλαδή ως άτομα μέσα στις μάζες, άτομα μέσα στην κοινότητα. Ό,τι κι αν συμβαίνει στον κόσμο, μένοντας πάντα κοντά στον άρρωστο, γνωρίζοντας καλά την ψυχολογία του, εκπροσωπώντας εκείνους που έρχονται κοντά στον πόνο και τον ανακουφίζουν, ο γιατρός έχει πάντα πολύ σημαντικό έργο, ένα έργο μεγάλης ευθύνης στην κοινωνική ζωή.

Πριν από λίγο καιρό, λίγους μήνες, συνέβη εδώ στην Αβάνα μια ομάδα φοιτητών που μόλις είχαν πάρει το πτυχίο της ιατρικής να μη θέλουν να πάνε στην ύπαιθρο και ζητούσαν επιπλέον πληρωμή για να το κάνουν. Από την οπτική γωνία του παρελθόντος είναι περισσότερο από λογικό να συμβαίνει αυτό- έτσι τουλάχιστον μου φαίνεται και το καταλαβαίνω. Θυμάμαι πως έτσι ήταν τα πράγματα, έτσι σκέφτονταν οι άνθρωποι πριν από μερικά χρόνια. Για ακόμα μια φορά είναι ο μονομάχος στην επανάσταση, ο μοναχικός πολεμιστής αυτός που θέλει να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον, καλύτερες συνθήκες, και να κερδίσει την αναγνώριση για αυτό που κάνει. Τι θα συνέβαινε όμως αν δεν ήταν αυτά τα άτομα – οι οικογένειες των οποίων στην πλειονότητα τους μπορούσαν να πληρώσουν για τις σπουδές τους – εκείνα που ολοκλήρωσαν τα μαθήματα τους και αρχίζουν τώρα να ασκούν το επάγγελμα τους; Τι θα συνέβαινε αν στη θέση τους ήταν διακόσιοι, τριακόσιοι χωρικοί αυτοί που θα ξεπρόβαλλαν – σαν από θαύμα, ας πούμε – από τις αίθουσες διαλέξεων του πανεπιστημίου; Αυτό που απλώς θα συνέβαινε είναι ότι αυτοί οι χωρικοί θα έτρεχαν αμέσως και με μεγάλο ενθουσιασμό να φροντίσουν τα αδέρφια τους. Θα ζητούσαν τις θέσεις με τη μεγαλύτερη ευθύνη και την περισσότερη δουλειά, για να δείξουν ότι τα χρόνια σπουδών δε σπαταλήθηκαν άσκοπα. Αυτό θα συμβεί σε έξι εφτά χρόνια, όταν οι νέοι φοιτητές, παιδιά της εργατικής τάξης και της αγροτιάς, θα πάρουν τα πτυχία τους. Δεν πρέπει όμως να βλέπουμε το μέλλον μοιρολατρικά και να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε παιδιά της εργατικής τάξης ή της αγροτιάς και σε αντεπαναστάτες. Αυτό είναι απλουστευτικό, δεν είναι αλήθεια, και τίποτα δε διαπαιδαγωγεί περισσότερο έναν έντιμο άνθρωπο από το να βιώσει την επανάσταση. Κανένας από εμάς, απ’ όσους φτάσαμε πρώτοι με το Granma, εγκατασταθήκαμε στη Σιέρα Μαέστρα και μάθαμε να σεβόμαστε τον αγρότη και τον εργάτη, ζώντας μαζί τους, κανένας από εμάς δεν ήταν εργάτης ή αγρότης στο παρελθόν. Φυσικά, υπήρχαν εκείνοι που είχε χρειαστεί να δουλέψουν, που είχαν γνωρίσει ορισμένες ανάγκες σαν παιδιά.

che04

Την πείνα όμως, την αληθινή πείνα, κανείς μας δεν την είχε γνωρίσει και αρχίσαμε να μαθαίνουμε τι θα πει πείνα, προσωρινά, τα δύο χρόνια πάνω στη Σιέρρα Μαέστρα. Και τότε πολλά πράγματα έγιναν ξεκάθαρα… Μάθαμε ότι η ζωή ενός ανθρώπου αξίζει εκατομμύρια φορές περισσότερο απ’ όλη την περιουσία του πλουσιότερου ανθρώπου στη γη. Το μάθαμε εκεί εμείς, που δεν ήμαστε παιδιά της εργατικής τάξης ή της αγροτιάς. Γιατί λοιπόν να διαλαλήσουμε τώρα ότι είμαστε οι προνομιούχοι και ότι ο υπόλοιπος λαός της Κούβας δεν μπορεί κι αυτός να μάθει; Ναι, μπορούν, να μάθουν. Σήμερα μάλιστα η επανάσταση απαιτεί να μάθουν, απαιτεί να καταλάβουν καλά ότι η περηφάνια που πηγάζει από την εξυπηρέτηση του συνανθρώπου μας είναι πολύ σημαντικότερη από ένα καλό εισόδημα· ότι η ευγνωμοσύνη των ανθρώπων είναι μονιμότερη, διαρκεί πολύ περισσότερο απ’ όσο χρυσάφι μπορεί να συσσωρεύσει κάποιος. Κάθε γιατρός, στη σφαίρα της δραστηριότητας του, μπορεί και πρέπει να συγκεντρώσει αυτό τον πολύτιμο θησαυρό, την ευγνωμοσύνη των ανθρώπων. Πρέπει τότε να αρχίσουμε να διαγράφουμε τις παλιές αντιλήψεις μας και να ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στο λαό με κριτικό πνεύμα. Όχι με τον τρόπο που τον πλησιάζαμε πριν, γιατί όλοι θα πείτε: «Όχι, εγώ είμαι φίλος του λαού. Μου αρέσει να μιλάω με εργάτες και αγρότες και τις Κυριακές πηγαίνω στο τάδε μέρος για να δω το τάδε πράγμα». Όλοι το έκαναν αυτό. Αλλά το έκαναν υπό τύπον ελεημοσύνης και αυτό που πρέπει να προωθήσουμε σήμερα είναι η αλληλεγγύη. Δεν πρέπει να πλησιάζουμε το λαό για να λέμε: «Να’ μαστε. Ερχόμαστε να σας ελεήσουμε με την παρουσία μας, να σας διδάξουμε την επιστήμη μας, να καταδείξουμε τα λάθη σας, την έλλειψη λεπτότητας και στοιχειώδους γνώσης που σας διακρίνει».

Πρέπει να τον πλησιάζουμε με ερευνητικό ζήλο και ταπεινό πνεύμα, για να μαθαίνουμε από αυτή τη μεγάλη πηγή σοφίας που είναι ο λαός. Συχνά συνειδητοποιούμε πόσο λανθασμένες ήταν κάποιες αντιλήψεις μας, οι οποίες είχαν γίνει κομμάτι του εαυτού μας και, αυτόματα, της συνείδησης μας. Κάθε τόσο έπρεπε να αλλάζουμε όλες τις αντιλήψεις μας, όχι μόνο τις γενικές, κοινωνικές ή φιλοσοφικές αντιλήψεις, αλλά πότε- πότε και τις αντιλήψεις μας για την ιατρική. Θα δούμε ότι οι ασθένειες δε θεραπεύονται πάντα όπως θεραπεύεται μια αρρώστια στο νοσοκομείο μιας μεγάλης πόλης. Θα δούμε ότι ο γιατρός πρέπει να είναι και αγρότης, ότι πρέπει να μάθει να καλλιεργεί νέα τρόφιμα και, με το παράδειγμα του, να καλλιεργεί την επιθυμία για κατανάλωση νέων τροφίμων, για διαφοροποίηση της διατροφικής δομής στην Κούβα -τόσο μικρής και τόσο φτωχής σε μια αγροτική χώρα που είναι εν δυνάμει η πλουσιότερη στη γη. Θα δούμε τότε ότι κάτω από αυτές τις περιστάσεις θα πρέπει να είμαστε και παιδαγωγοί, ότι θα πρέπει επίσης να είμαστε και πολιτικοί – ότι το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε δεν είναι να προσφέρουμε τη σοφία μας, αλλά να δείξουμε άτι είμαστε έτοιμοι να μάθουμε με το λαό, να φέρουμε σε πέρας αυτή τη σπουδαία και όμορφη κοινή εμπειρία – να χτίσουμε μια νέα Κούβα.

Έχουμε ήδη κάνει πολλά βήματα και η απόσταση από την 1η Ιανουαρίου 1959 μέχρι σήμερα δεν μπορεί να μετρηθεί με συμβατικό τρόπο. Πριν από καιρό οι άνθρωποι καταλάβαιναν ότι εδώ είχε καταρρεύσει όχι μόνο ένας δικτάτορας, αλλά κι ένα σύστημα. Τώρα ο λαός πρέπει να μάθει ότι πάνω στα ερείπια ενός γκρεμισμένου συστήματος πρέπει να οικοδομήσουμε ένα νέο, το οποίο θα οδηγεί στην απόλυτη ευτυχία του λαού…. Πειστήκαμε οριστικά ότι υπάρχει ένας κοινός εχθρός. Ξέρουμε ότι όλοι κοιτάζουν πίσω τους για να δουν μήπως τους ακούει κανείς, μήπως κρυφακούει κανείς από κάποια πρεσβεία και μεταδώσει όσα ακούει, πριν πουν ξεκάθαρα τη γνώμη τους κατά των μονοπωλίων, πριν πουν ξεκάθαρα: «Εχθρός μας και εχθρός ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής είναι η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, που στηρίζει τα μονοπώλια». Αν όλοι ξέρουν ήδη ότι αυτός είναι ο εχθρός και αν έχουμε ως αφετηρία μας τη γνώση ότι όποιος παλεύει εναντίον αυτού του εχθρού έχει κάτι κοινό με εμάς, τότε προχωρούμε παρακάτω.

che07

Ποιοι είναι οι στόχοι μας εδώ στην Κούβα; Τι θέλουμε; Θέλουμε την ευτυχία του λαού ή όχι; Παλεύουμε για την απόλυτη οικονομική απελευθέρωση της Κούβας ή όχι; Δεν παλεύουμε για να είμαστε μια ελεύθερη χώρα ανάμεσα σε ελεύθερες χώρες, χωρίς να ανήκουμε σε κανένα στρατιωτικό συνασπισμό, χωρίς να πρέπει να συμβουλευόμαστε την πρεσβεία οποιασδήποτε μεγάλης δύναμης για κάθε απόφαση που παίρνουμε για εσωτερικά και διεθνή θέματα; Δε σκεφτόμαστε να ανακατανείμουμε τον πλούτο εκείνων που έχουν πάρα πολλά για να δώσουμε σ’ εκείνους που δεν έχουν τίποτα; Δε σκεφτόμαστε εδώ να προσφέρουμε δημιουργικό έργο, μια δυναμική καθημερινή πηγή ευτυχίας; Αν ναι, τότε έχουμε ήδη τους στόχους στους οποίους αναφερθήκαμε… Σε καιρούς μεγάλου κίνδυνου, σε καιρούς μεγάλης έντασης και μεγάλης δημιουργίας, αυτό που έχει σημασία είναι ο μεγάλος εχθρός και οι μεγάλοι στόχοι. Αν συμφωνούμε, αν όλοι μας ξέρουμε ήδη πού πηγαίνουμε, τότε, ό,τι κι αν συμβεί, πρέπει να αρχίσουμε τη δουλειά μας. Σας έλεγα ότι για να είναι κανείς επαναστάτης πρέπει να υπάρχει επανάσταση. Την έχουμε ήδη. Κι ένας επαναστάτης πρέπει επίσης να γνωρίζει τους ανθρώπους με τους οποίους πρόκειται να δουλέψει .Πιστεύω ότι δε γνωρίζουμε ακόμα καλά ο ένας τον άλλο. Πιστεύω ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας… [Ωστόσο] αν γνωρίζουμε τους στόχους, αν γνωρίζουμε τον εχθρό και αν γνωρίζουμε προς ποια κατεύθυνση πρέπει να κινηθούμε, τότε το μόνο που μας απομένει είναι να μάθουμε πόση απόσταση πρέπει να διανύουμε κάθε μέρα και να το κάνουμε. Κανένας δεν μπορεί να πει πόση είναι αυτή η απόσταση· η απόσταση αυτή είναι η προσωπική πορεία κάθε ανθρώπου – είναι αυτό που θα κάνει κάθε μέρα, αυτό που θα κερδίζει από την προσωπική του εμπειρία και αυτό που θα δίνει από τον εαυτό του ασκώντας το επάγγελμα του, αφοσιωμένος στην ευημερία του λαού. Αν διαθέτουμε ήδη όλα τα στοιχεία για να βαδίσουμε προς το μέλλον, ας θυμηθούμε τη φράση του Χοσέ Μαρτί, την οποία πρέπει να εφαρμόζουμε διαρκώς: «Ο καλύτερος τρόπος να πεις κάτι είναι να το κάνεις».

Ας βαδίσουμε λοιπόν προς το μέλλον της Κούβας.

Ο Μανώλης Γλέζος έζησε 98 χρόνια. Από τα 98 χρόνια της πλούσιας ζωής του, ο «πρώτος Ευρωπαίος παρτιζάνος» σύμφωνα με το Γάλλο στρατηγό Ντε Γκωλ, αυτός που κατέβασε τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη, πέρασε τα 16 χρόνια στις φυλακές και στην εξορία καταδικασμένος 3 φορές σε θάνατο από συμπατριώτες του Έλληνες, πολλοί από τους οποίους είχαν συνεργαστεί με τους κατακτητές κατά τη διάρκεια της Κατοχής.

Γιατί ο Μανώλης Γλέζος δεν ήταν μόνο εθνικός ήρωας, όσο και αν το κατέβασμα της γερμανικής σημαίας τον έκανε παγκόσμιο σύμβολο αντίστασης κατά του ναζισμού. Ήταν πάνω από όλα ένας κοινωνικός αγωνιστής που πίστεψε στην κοινωνική δικαιοσύνη και το σοσιαλισμό.  Πίστεψε στον απλό άνθρωπο και στις δυνάμεις του. Άλλωστε, το μόνιμο παράπονό του ήταν ότι οι περισσότεροι μόνο για τη σημαία τον ρωτούσαν. 

«Με ρωτάνε διαρκώς για τη σημαία. Εγώ όμως, ακόμα κι από την ιστορία της σημαίας, θυμάμαι τη μάνα μου. Όταν γυρίζαμε εκείνη την ημέρα στα σπίτια μας, η ώρα ήταν περασμένη, μετά τα μεσάνυχτα. Πάω στο σπίτι και βλέπω τη μάνα μου ένα κουβάρι στα σκαλοπάτια απ’ έξω.

Με περίμενε. Την πλησιάζω και της λέω, “Μάνα!”

Σηκώνεται απότομα, με πιάνει από τον λαιμό, με πάει στην κουζίνα για να μην ακούσουν οι άλλοι και ξυπνήσουν και μου λέει, “Πού ήσουν;”

Τότε εγώ ανοίγω το σακάκι και της δείχνω το κομμάτι της σβάστικας που είχαμε κόψει. Με αγκαλιάζει, με φιλάει και μου λέει, “Πήγαινε κοιμήσου”.

Την άλλη μέρα το πρωί, ακούω τον εξής διάλογο: Ο πατριός μου τη ρωτάει, “Πού ήταν χθες το βράδυ ο μεγάλος σου γιος;”

Του απαντάει, “Ανέβα στην ταράτσα και κοίταξε στην Ακρόπολη”

Ο Κερκ Ντάγκλας, ο τελευταίος γίγαντας της χρυσής εποχής του Χόλλυγουντ, πέθανε πριν λίγες ημέρες σε ηλικία 103 χρονών. Στο άρθρο αυτό, δε θα σταθούμε στο πλουσιότατο καλλιτεχνικό του έργο, αλλά στο ηθικό ανάστημα που επέδειξε επιλέγοντας να πάει κόντρα στο Μακαρθισμό και τις Μαύρες Λίστες του όπως και στο κάλεσμά του να καταψηφιστεί ο Τραμπ, τον οποίο συνέκρινε με τον Χίτλερ.

Αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα από ένα αφιέρωμα της Βένας Γεωργακοπούλου στο σπουδαίο αυτό ηθοποιό, που γράφτηκε για την Εφημερίδα των Συντακτών

Ο Κερκ Ντάγκλας, όμως, αυτός ο τελευταίος κολοσσός της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, που πέθανε χθες σε ηλικία 103 χρόνων, τη δύναμη και το ανάστημά του ήξερε να το σηκώνει, εντός και εκτός οθόνης, για τα μεγάλα και τα ουσιαστικά. Για σπουδαίες ταινίες και σκοπούς. Μέχρι τέλους. Ίσως γιατί ποτέ δεν ξέχασε ότι ήταν γιος Ρωσοεβραίου φτωχού μετανάστη, που πούλαγε παλιά ρούχα, ότι γεννήθηκε το 1916 στη Νέα Υόρκη με το όνομα Ισούρ Ντανιέλοβιτς και, όπως έγραψε και στην αυτοβιογραφία του «The Ragman’ s Son», σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του, για την οποία άλλαξε άλλωστε το όνομά του, ένιωθε συνεχώς γύρω του τον αντισημιτισμό.

Ο Ντάγκλας ήταν αυτός που, αψηφώντας τη Μαύρη Λίστα του Μακάρθι, ανέθεσε, το 1960, στον κυνηγημένο σπουδαίο σεναριογράφο Ντάλτον Τράμπο, που αναγκαζόταν να δουλεύει με ψεύτικα ονόματα, το σενάριο του «Σπάρτακου» και, παραγωγός, μάλιστα, της ταινίας, ανέβασε το όνομα του Τράμπο φαρδύ-πλατύ στους τίτλους, μια αδιανόητη πράξη στους σκοτεινούς εκείνους καιρούς. Για την ίδια, θρυλική ταινία, προσέλαβε και ως σκηνοθέτη τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, αφού απέλυσε ύστερα από δύο εβδομάδες γυρισμάτων τον Αντονι Μαν, άλλη καθοριστική ενέργεια για την καριέρα του και ενδεικτική της καλλιτεχνικής του διορατικότητας.

«Στις ταινίες τα βάζαμε με τους κακούς, διεκδικώντας δικαιοσύνη. Στην πραγματική ζωή, όμως, οι επιλογές μας δεν ήταν το ίδιο εύκολες», έχει γράψει. «Ζώντας την εποχή της Μαύρης Λίστας, εποχή φόβου και παράνοιας, θυμάμαι τους φίλους μου που διώχτηκαν, εξορίστηκαν, έχασαν τις δουλειές τους, αυτοκτόνησαν όταν όλοι τους γύριζαν την πλάτη. Έκανα 85 ταινίες, αλλά εκείνο για το οποίο είμαι πραγματικά περήφανος είναι η στιγμή που έσπασα τη Μαύρη Λίστα. Όταν αποφάσισα να συνεργαστώ με τον Ντάλτον Τράμπο, δέχτηκα απίστευτες απειλές, ότι θα είναι το τέλος της καριέρας μου, ότι θα μπω κι εγώ στη λίστα των φίλων του κομμουνισμού. Δεκαετίες μετά, νιώθω ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Είναι στο χέρι μας εποχές σαν αυτή της Μαύρης Λίστας να μη συμβούν ποτέ ξανά».

Και δεν σταμάτησε ποτέ, ακόμα και σε βαθιά γεράματα, να αντιδρά στη βαρβαρότητα. Μεγάλη αίσθηση είχε προκαλέσει το κάλεσμα στους συμπατριώτες του να σταματήσουν την εκλογή του Τραμπ, με ένα περίφημο κείμενο, στο οποία δεν αναφερόταν καν το όνομα του υποψήφιου τότε προέδρου, αλλά τον συνέκρινε με τον... Χίτλερ. «Ημουνα 16 χρόνων όταν ο άνθρωπος που ξεκίνησε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ανέλαβε την εξουσία στη Γερμανία υποσχόμενος ότι θα την επαναφέρει στην παλιά της δόξα. Πριν εκλεγεί, τον περιγελούσαν, δεν τον έπαιρναν στα σοβαρά. Τον έβλεπαν σαν έναν καραγκιόζη, που ήταν αδύνατον να εξαπατήσει με την εθνικιστική ρητορική μίσους έναν μορφωμένο, πολιτισμένο λαό. Έχω ζήσει μια μακριά, καλή ζωή. Δεν θα είμαι εδώ για να δω τις συνέπειες του κακού που ριζώνει στη χώρα μας. Αλλά θα είναι τα παιδιά σας και τα παιδιά μου. Και τα παιδιά τους. Και τα παιδιά των παιδιών μας».

Always Look on the Bright Side of Life

Ιανουαρίου 24, 2020

 Έφυγε χθες από τη ζωή ο Terry Jones, ένας από τους μοναδικούς και αξεπέραστους Monty Python. Ήταν ο σκηνοθέτης της ταινίας «Monty Python and the Holy Grail» (μαζί με τον Τέρι Γκίλιαμ) και των ταινιών The Life Of Brian και The Meaning Of Life. Εκτός από σκηνοθέτης, άφησε το στίγμα του και ως ηθοποιός ερμηνεύοντας στις ταινίες των Monty Python ακραίους χαρακτήρες όπως ο λαίμαργος Mr Creosote, αλλά, κυρίως, γυναίκες μέσης ηλικίας όπως η μητέρα του Brian στο βλάσφημο αριστούργημα The Life Of Brian. 

Το χιούμορ είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο και η αίσθησή του είναι ένας αναμφισβήτητος δείκτης ευφυΐας. Μόνο όσοι έχουν αντιληφθεί σε όλη του την έκταση το παράλογο αυτής της ίδιας της ζωής, είναι σε θέση να κάνουν πλάκα με τα πάντα, από το πιο μικρό έως το πιο μεγάλο. Και αυτό ακριβώς κατάφεραν οι Monty Python. Έπαιζαν με τις λέξεις, έπαιζαν με τις συμβάσεις, έπαιζαν με τον καθωσπρεπισμό, έπαιζαν με την εξουσία. Γελούσαν με τη ζωή και περιφρονούσαν το θάνατο. Στην κηδεία του Graham Chapman, του πρώτου μέλους των Monty Python που πέθανε, αυτοί τραγουδούσαν για τη "φωτεινή πλευρά της ζωής". Το χιούμορ τους είναι ανατρεπτικό, ισοπεδωτικό, μαύρο, σουρεαλιστικό και ιδιαίτερο. Και γι' αυτό δεν είναι για όλους. Γιατί είπαμε. Το χιούμορ είναι πολύ λεπτή υπόθεση

Ετεροχρονισμένο

Ιανουαρίου 21, 2020

 Σήμερα, το Δεύτερο Πρόγραμμα μεταδίδει απευθείας από το Μέγαρο Μουσικής τη συναυλία που είναι αφιερωμένη στο Θάνο Μικρούτσικο. Ακούμε το πιάνο και ξέρουμε πως για πρώτη φορά δεν παίζει αυτός. Θυμόμαστε με νοσταλγία το μοναδικό τρόπο με τον οποίο ερμήνευε τους εφτά νάνους στο S/S Cyrenia, το ελαφρύ του ψεύδισμα και το κούνημα του κεφαλιού. Θυμώνουμε με τον εαυτό μας που δεν ήταν στην τελευταία μεγάλη συναυλία που έδωσε στο θέατρο Βράχων του Βύρωνα. Για άλλη μια φορά αναβάλλαμε, για άλλη μια φορά δεν προλάβαμε. Χαμογελάμε με την αμηχανία που προκάλεσε στους νεοφιλελεύθερους κυνικούς η αγάπη που εκδήλωσε ο κόσμος στο πρόσωπο του και θυμόμαστε με απορία και περιφρόνηση το παραληρηματικό άρθρο του Χωμενίδη στην πάλαι ποτέ εφημερίδα των ΝΕΩΝ. Ώσπου κάποια στιγμή παίζουν το ένα μετά το άλλο, τα δύο μεγάλα ζεϊμπέκικα που έγραψε ο Θάνος, το "Ερωτικό" και τη "Ρόζα". Και τα δύο σε στίχους του μεγάλου ποιητή Άλκη Αλκαίου. Κάπου εκεί σταματούμε να σκεφτόμαστε ο,τιδήποτε άλλο και μόνο ακούμε

«Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία
πώς η ιστορία γίνεται σιωπή
τι με κοιτάζεις Ρόζα μουδιασμένο
συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω
τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί»

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.