" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ
X.Kostoulas

X.Kostoulas

Από την Eφημερίδα των Συντακτών αναδημοσιεύουμε ένα κείμενο-παρέμβαση του Θανάση Παπακωνσταντίνου για την κρατική βία και την αποδοχή της από μεγάλο μέρος του κόσμου αλλά και για τις καταλήψεις

Η σκληρότητα χαρακτηρίζει, διαχρονικά, όλους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Έτσι, από τις πιο πρόσφατες περιπτώσεις, πολύ χειρότερη κι από τη βαναυσότητα προς την οικογένεια Ινδαρέ, ήταν η - μέχρι θανάτου - βαναυσότητα προς τον Ζακ, από ανάξιους συνανθρώπους μας (πολίτες και αστυνομικούς).

Περισσότερο κι από τη βία των μηχανισμών εξουσίας - για μένα αναμενόμενη αλλά μη αποδεκτή - με έχει απογοητεύσει που ένα σημαντικό ποσοστό του κόσμου, έχοντας καταπιεί αμάσητη την προπαγάνδα των μέσων μαζικής εξημέρωσης, προτίμησε να απεμπολήσει ένα μέρος της ελευθερίας του - για την οποία τόσοι γνωστοί και άγνωστοί μας θυσιάστηκαν κατά καιρούς ώστε να λαμπρύνει τις ζωές μας- στο όνομα μιας υποτιθέμενης ασφάλειας.

Για όσους – τυχόν - ενδιαφέρονται για την προσωπική μου άποψη και στάση, θεωρώ την ελευθερία «τελική» μου πατρίδα και δεν θα την προσφέρω, ηθελημένα, σε κανέναν.

Επίσης, στα επιμέρους, είμαι υπέρ των καταλήψεων εγκαταλελειμμένων κτιρίων, χωραφιών και άλλων εγκαταστάσεων που σαπίζουν στον χρόνο, ειδικά αυτά που ανήκουν στο κράτος, στην εκκλησία και σε ιδρύματα-μούμιες. Η πολιτεία - και η εκκλησία υποθέτω - που μοναδικό καθήκον της ύπαρξής της θα έπρεπε να είναι η ευημερία των πολιτών της, αντί να τρομάζει από την ομορφιά της ατίθασης νεότητας, καλά θα κάνει να προσφέρει τα κουρέλια, που φυλάει στην ντουλάπα της, για να ζεσταθούν οι γυμνοί και οι άτυχοι αυτού του κόσμου.

Ο δήμαρχος της αγέλαστης πολιτείας, αγέλαστος ήταν κι αυτός. Είχε ακούσει πως σε άλλες πολιτείες οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι και, ειδικά τα Χριστούγεννα, γίνονταν διπλά χαρούμενοι. Αποφάσισε, λοιπόν, πως κάτι έπρεπε να κάνει. Έτσι, πήγε στο δάσος, έκοψε ένα τεράστιο δέντρο και το κάρφωσε νεκρό καταμεσής της μεγάλη πλατείας της πολιτείας. Οι άνθρωποι, τότε, άρχισαν να γελούν και να λέει ο ένας στον άλλον

-Κοίτα τι έκανε ο δήμαρχος. Η πλατεία μας είναι γεμάτη δέντρα και αυτός πήγε στο δάσος και μας έφερε ένα πεθαμένο

Ο δήμαρχος έβλεπε τους πολίτες να γελούν και νόμισε πως κάνει καλά τη δουλειά του. Αποφάσισε, λοιπόν, να βάλει και άλλο ένα πεθαμένο δέντρο. Αυτή τη φορά, όμως, στη μικρή πλατεία. Δεν του είχε πει κανείς, φαίνεται, πως από αυτή τη μικρή πλατεία ξεπηδούν οι καλικάντζαροι που κάθε τόσο χαλούν τον ύπνο των φιλήσυχων και νομοταγών νοικοκύρηδων 

Ξεπήδησαν, λοιπόν, οι καλικάντζαροι και κάθε βράδυ έκαιγαν το δέντρο που έβαζε κάθε πρωί ο δήμαρχος. Ο άνθρωπος και ποιητής Μπογδάνος δεν άντεξε τον πόνο και δάκρυσε. Τα δάκρυά του έπεσαν στη γη και έγιναν γράμματα, τα γράμματα έγιναν λέξεις και οι λέξεις έγιναν ποίημα

Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα Ματατζήδες

το δέντρο εστολίζανε μες στην μικρή πλατεία.

Ολημερίς το στόλιζαν, το βράδυ αυτό καιγόταν.

Μοιρολογεί ο Μπόγδανος και κλαίει ο Πορτοσάλτε.

"Αλίμονο στους μπάτσους μας, κρίμα στα δακρυγόνα,

ολημερίς στολίζουμε, το βράδυ να το καίνε."

Ο Μπάμπης διάβη κι έκατσεν, αντίκρυ στην πλατεία,

δεν ομιλούσε ανθρώπινα, παρά σαν καρακάξα:

Από ανάρτηση του σκηνοθέτη και ηθοποιού, Θανάση Παπαγεωργίου: 

«Έτσι λοιπόν. Ασελγώ σε ένα παιδί και το έγκλημά μου παραγράφεται βάσει μιας πουτανιάς των Νόμων. Ξεβρακώνω μια κοπελίτσα στο δρόμο για να διαπιστώσω αν όταν έχει περίοδο αντί για σερβιέτα βάζει μολότωφ, κατεβάζω το σλιπάκι ενός αγοριού κάνοντας πως τον πηδάω (εμείς οι ράμπο οι αρσενικάρες), εισβάλλω σε οποιοδήποτε σπίτι μου γουστάρει, όποτε και όπως θέλω(επειδή είμαι εξουσία ρε!) και ο υπουργός διαπιστώνει ότι δεν έγινε καμιά αστυνομική αυθαιρεσία.

Μετά από πολύ βασανιστική σκέψη αποφασίζω ότι οι δολοφονικές συμμορίες, οι τρομοκρατικές φασιστικές οργανώσεις, οι οργανωμένες επιθέσεις των ταγμάτων εφόδου, δεν έχουν καμιά σχέση με τη δολοφονία του Φύσσα και ζητώ την απαλλαγή των καθαρμάτων που τον έφαγαν.

Είμαι αστυφύλακας, σκοτώνω ένα ανυπεράσπιστο παιδάκι 14 χρονών και αποφυλακίζομαι λόγω ‘’σύννομου’’ βίου. Ανήκω σε μια σπείρα που κατάκλεψε το Δημόσιο, και αθωώνομαι επειδή κάποιος άθλιος κατασκεύασε ένα παραθυράκι για να ξεγλιστράνε οι άλλοι άθλιοι. Και δηλώνω υπηρέτης της Δικαιοσύνης.

Και σε ρωτάω εισαγγελέα. Αν το αγοράκι που πασπάτεψε ο κύριος μεγαλόσχημος ήταν παιδί σου, αν ήταν γιος σου ο Φύσσας, αν ψαχουλεύανε οι μπάτσοι κι οι μπατσίνες τη δική σου κόρη, αν ήταν το μοναχοπαίδι σου εκείνο το παιδί που του τραβάνε το σλιπάκι οι τζάμπα μάγκες του κάθε ολίγιστου υπουργού που επιβάλλουν τον Νόμο και την Τάξη, θα είχες το θράσος να αποφυλακίζεις, να αθωώνεις, να παραγράφεις, έτσι επειδή τάχα μου το λέει ο Νόμος. Ποιανού Νόμος, θα έλεγες, αν αισθανόσουν τι θα πει ευθύνη.

Πες, εισαγγελέα, με το χέρι στην καρδιά: είσαι με το μέρος του Κρέοντα ή της Αντιγόνης; Το τέλος και των δύο το γνωρίζεις.

Ένα από τα δύο θα είναι και το δικό σου.

Αν φοβάσαι, παραιτήσου. Αν σε απειλούν ή σε εκβιάζουν κατάγγειλέ το. Θα γίνεις ήρωας.

Στην κηδεία σου θα χειροκροτάνε το ξόδι. Καλύτερο από το να το φτύνουν.»

 

Από την εφημερίδα των Συντακτών

 

Η δικηγόρος Άννυ Παπαρούσου,  συνήγορος της οικογένειας του Ζακ Κωστόπουλου, με αφορμή τις εικόνες στυγνής αστυνομικής βίας που βγαίνουν σιγά σιγά στο φως της δημοσιότητας, σημειώνει ότι οι πράξεις των αστυνομικών συνιστούν κακούργημα και πως οι εισαγγελικές αρχές έχουν υποχρέωση από το νόμο να διατάξουν έρευνα για την ανακάλυψη των δραστών. Αναλυτικά, από την ανάρτησή της στο fb:

Η φωτογραφία του ξεγυμνωμένου από τις αστυνομικές δυνάμεις ανθρώπου θέτει τα εξής ερωτήματα:

α) Γνωρίζουν οι αστυνομικοί ότι οι πράξεις αυτές συνιστούν κακούργημα που συνεπάγεται κάθειρξη;

β) Γνωρίζουν οι πολίτες που υφίστανται αυτές τις συμπεριφορές ότι μπορούν να διεκδικήσουν αποζημίωση από το κράτος για την ηθική τους βλάβη;

γ) Γνωρίζουν οι πολίτες ότι όσοι εισαγγελείς έχουν δει στις ειδήσεις αυτό το περιστατικό έχουν εκ του νόμου υποχρέωση να διατάξουν έρευνα για την ανακάλυψη των δραστών και να ασκήσουν δίωξη;

δ) Γνωρίζει και αποδέχεται η ΕΛ.ΑΣ ότι στο προσωπικό της είναι ευπρόσδεκτοι αστυνομικοί με πολιτική-προσωπική συγκρότηση σύμφωνα με την οποία η άσκηση βίας αποτελεί κεντρικό πόλο άσκησης εξουσίας και πεδίο προσωπικής εκτόνωσης;

ε) Γνωρίζει η πολιτική ηγεσία ότι η ιστορική αντιστοίχιση αυτών των περιστατικών αυτόματα παραπέμπει στην πολιτική διαχείριση της επταετίας;

Εν ολίγοις. Κομψά το θέτω. Οι τύποι είναι σε νομικό επίπεδο κακούργοι και ως τέτοιοι πρέπει να αντιμετωπιστούν. 

 

Για του λόγου το αληθές, ας παρακολουθήσουμε το παρακάτω VIDEO , στο οποίο βλέπουμε έναν διαδηλωτή να έχει ακινητοποιηθεί πλήρως από πέντε πάνοπλους αστυνομικούς. Στο 0.07 του βίντεο βλέπουμε έναν έκτο αστυνομικό να έρχεται κρατώντας έναν πυροσβεστήρα και με περισσό ζήλο να χτυπά τον διαδηλωτή στα γεννητικά του όργανα

 

 

 

 

Στη φωτογραφία βλέπουμε το δήμαρχο Αθηναιων να σκύβει και να εντοπίζει μία κολλημένη τσίχλα 

Νέα τετραψήφια νούμερα ετοιμάζει να θέσει σε λειτουργία η κυβέρνηση μετά τη μεγάλη επιτυχία του 1142 και το μεγάλο αριθμό των προθύμων να συνεργαστούν με την κυβέρνηση νομοταγών πολιτών. Αυτό αποφάσισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά από σχετική συζήτηση που είχε με το δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη. Ο γνωστός για τις ευαισθησίες του δήμαρχος Αθηναίων είχε πάει από το πρωΐ στην πλατεία Συντάγματος και μάζευε τσίχλες που είχαν πετάξει ασυνείδητοι πολίτες. Οι τσίχλες είχαν κολλήσει άσχημα και έβγαιναν με μεγάλη δυσκολία, χώρια που κινδύνευε να λερώσει το καλό του σακάκι. Τότε ήταν που ήρθε η ιδέα στον Κώστα Μπακογιάννη να θέσει σε λειτουργία τετραψήφιο νούμερο για να καταγγέλλονται όσοι πετούν τσίχλες στο δρόμο. Ήρθε λοιπόν σε συνεννόηση με τον πρωθυπουργό και θείο του Κυριάκο και όχι μόνο έγινε αποδεκτή με ενθουσιασμό η ιδέα του, αλλά στην πορεία της συζήτησης των δύο ανδρών αναδύθηκαν και άλλες ιδέες. Έτσι αποφασίστηκε η όσο το δυνατόν αμεσότερη λειτουργία των παρακάτω τετραψήφιων αριθμών:

1143: καταγγέλλουμε όσους πετούν τσίχλες στο δρόμο. Εξαιρείται η μαστίχα Χίου

1144: καταγγέλλουμε όσους πέρδονται σε εσωτερικούς χώρους. Η καταγγελία θα μπορεί να γίνει και για πορδή σε εξωτερικό χώρο, μόνο εφόσον αυτή συνοδεύεται από ήχο

1145: καταγγέλλουμε όσους διασκεδάζουν και περνάνε καλά με την παρέα τους

1146: καταγγέλλουμε όσους φαίνονται ερωτευμένοι ή χαρούμενοι

1147: καταγγέλλουμε όσους διαβάζουν βιβλία και όσους δεν έχουν τηλεόραση

1148: ψηφίζουμε για το ποιες άλλες πράξεις συμπολιτών μας θεωρούμε πως πρέπει να συγκαταλεγούν στα εγκλήματα και να δοθεί για αυτές τετραψήφιος αριθμός καταγγελίας

Το παιχνίδι τώρα αρχίζει. Μείνετε συντονισμένοι!

 Αντιγράφουμε από το αστυνομικό δελτίο του μήνα. Πηγές μας είναι το in. gr και tovima.gr

21 Νοεμβρίου: Παπάς στη Σαντορίνη διαλύει με σιδερολοστό ένα πούλμαν σχολής οδηγών …

18 Noεμβρίου: Μέλη του Ρουβίκωνα πηδούν πάνω από την περίφραξη της εταιρείας ΛΑΡΚΟ, τρέχουν ως το κτήριο της εταιρείας και χτυπούν με σφυριά τη τζαμαρία, ενώ πετούν και μπογιές, διαμαρτυρόμενοι με τον τρόπο αυτό για το θάνατο ενός εργαζομένου της ΛΑΡΚΟ εν ώρα εργασίας λίγες μέρες νωρίτερα …

12 Νοεμβρίου: Μεγάλο δίκτυο διαφθοράς στο εσωτερικό της Ελληνικής Αστυνομίας έρχεται στην επιφάνεια. Το δίκτυο αυτό φαίνεται να είχε κάλυψη από πολιτικούς, επιχειρηματίες και κρατικούς λειτουργούς. Παράλληλα είχε επαφές και με περιφερειακούς εκκλησιαστικούς παράγοντες προκειμένου να νομιμοποιεί τη δραστηριότητά του και να αποκτά έξωθεν καλή μαρτυρία ...

9 Νοεμβρίου: Δύο μηνύσεις μέσα σε διάστημα δύο μηνών εναντίον ενός παπά στην Κέρκυρα για ασέλγεια εις βάρος ανηλίκων …

17 Νοεμβρίου: Μέλη του Ρουβίκωνα ρίχνουν χαρτάκια στο σπίτι του Άδωνι Γεωργιάδη και πετούν μπογιές στο δημαρχείο Βύρωνα διαμαρτυρόμενοι για την ανάθεση της ανακύκλωσης του δήμου σε τρεις ιδιωτικές εταιρείες …

4 Νοεμβρίου: Παπάς συλλαμβάνεται στη Μάνη και παραπέμπεται για βιασμό κατ΄ εξακολούθηση, αποπλάνηση παιδιού και κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια …

8 Νοεμβρίου: Μέλη του Ρουβίκωνα εισέρχονται στο εσωτερικό του κτιρίου όπου στεγάζεται το πολιτικό γραφείο της υπουργού Παιδείας και γράφουν συνθήματα στους τοίχους

 Μακάρι, σκέφτομαι, να μπορέσουμε μια μέρα να κάνουμε τους ανθρώπους που έριξε η δική τους και η δική μας κακή μοίρα στον τόπο μας, να χαίρονται όχι μόνο όταν λησμονούν το παρόν τους, μα και όταν βλέπουν γύρω τους, μια πολιτισμένη κοινωνία αντί για αγριάνθρωπους, βάρβαρους, ανάξιους Έλληνες.

 

Το Προσφυγικό ζήτημα μπαίνει σε νέα φάση καθώς άρχισε η μεταφορά προσφύγων από τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (γνωστά και ως hotspots) στα νησιά, στην ηπειρωτική Ελλάδα. Ξεκίνησε, έτσι, και ένας χορός αντιδράσεων από μέλη των τοπικών κοινωνιών στις περιοχές όπου στέλνονται οι πρόσφυγες αυτοί. Στις αντιδράσεις αυτές, στις οποίες περισσεύει το μίσος και η χυδαιότητα, οι τοπικοί άρχοντες και η Εκκλησία όχι μόνο δεν αντιδρούν αλλά σε πολλές περιπτώσεις τις στηρίζουν

Για άλλη μια φορά επιλέγουμε να δημοσιεύσουμε ένα άρθρο του Απόστολου Δοξιάδη, με τον οποίο μπορεί να διαφωνούμε σε πολλά, δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα βρίσκεται από τη σωστή μεριά και η ταλαντούχα πένα του μπορεί να βοηθήσει για την αντιμετώπιση ενός ζητήματος το οποίο αν δεν φροντίσουμε να το αντιμετωπίσουμε όπως αρμόζει σε μια πολιτισμένη κοινωνία, θα το βρούμε σίγουρα μπροστά μας. Το δημοσιεύουμε αυτούσιο, όπως υπάρχει στο protagon και δεν θα σταθούμε καθόλου στο ότι σε κάποιες διατυπώσεις του μπορεί να διαφωνούμε. Το κείμενο, συνολικά, είναι εξαιρετικά χρήσιμο.

Οι βυζαντινοί μαΐστορες, πριν αρχίσει η χορωδία το τροπάρι, ψέλναν δυο-τρεις συλλαβές, το λεγόμενο απήχημα, εκείνα τα «α-να-νές» ή «λέ-γε-τος» που ακούν ακόμα όσοι πάνε στην εκκλησία. Αυτά είναι στην ανατολίτικη μουσική τα αντίστοιχα στις «σκάλες» της δυτικής, «ντο ματζόρε», «λα μινόρε», κ.λπ. Μόνο που αντίθετα από τις τελευταίες, που ορίζουν με μαθηματική ακρίβεια τους ήχους των ήχων, τα βυζαντινά απηχήματα δίνουν περισσότερη ελευθερία. Δίνουν μιαν ιδέα της μουσικής βάσης του τραγουδιού, ένα πνεύμα θα λέγαμε. Πνεύμα σημειωτέον, σήμαινε στα αρχαία ελληνικά την πνοή, τον αέρα που μας ζει. Και η μελωδία λέγεται στα τούρκικα, όπως και ο αέρας, χαβάς—εξ ου και η έκφραση αυτός «αυτός τον χαβά του».

Ξεκινώ ένα άρθρο για την παρούσα φάση του Μεταναστατευτικού με αυτό τον αλλόκοτο τρόπο γιατί πέρα από τις στατιστικές και τους αριθμούς, που είναι βέβαια καίρια σε ένα τόσο βαθιά πολιτικό ζήτημα, στην στάση μας ως κοινωνία χρειαζόμαστε στο μεταναστευτικό ένα απήχημα, που το λέγανε οι βυζαντινοί, ένα πνεύμα, να οδηγήσει και τον νου και την καρδιά μας. Αρχίζω όμως από τα πρακτικά. Εν αρχή ην η γεωγραφία: είμαστε στην αιχμή του μεταναστευτικού χάρη στη θέση μας ανάμεσα στη Δύση και στην Ανατολή. Το Μεταναστευτικό —του οποίου, παρεμπιπτόντως, το προσφυγικό ζήτημα είναι ένα υποσύνολο, ένα μέρος— δεν το αποζητήσαμε, κατακέφαλα μας ήρθε. Αλλά βλέπω εδώ μια τραγική ειρωνεία, γιατί το μεταναστευτικό είναι η άλλη όψη του μεγαλύτερού μας προνομίου, όπως το αντιλαμβανόμαστε: της θέσης μας στον χάρτη, αυτό το οποίο κάποιοι εκφράζουν λέγοντας πως «έχουμε το καλύτερο οικόπεδο». Και όπως και η αρχαία τραγωδία, που μιλάει για τα αδιέξοδα και τα παράδοξα της ανθρώπινης φύσης, έτσι και το μεταναστευτικό, είναι ταυτόχρονα και αδιέξοδο και παράδοξο: το καλύτερο οικόπεδο μου θέλατε;—είναι σα να να ρωτάει η μοίρα μας. Ε, πάρτε και το Μεταναστευτικό, μπουναμά!

Η θέση μας είναι ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, και αυτός είναι και ένας από τους λόγους —κάποιοι στην Ελλάδα το αγνοούν αυτό— που γοητεύουμε τους Δυτικούς ως τουριστικός προορισμός, μαζύ με τα υπέροχα νησιά μας. Αλλά η θέση μας μάς καθιστά ιδανικό τόπο για κατασκευή αόρατης γέφυρας, που δυστυχώς κατασκευάστηκε, και το Αιγαίο είναι σα μια χύτρα, όλο τρύπες, ένα σύνορο που προκαλεί και προσκαλεί να το παραβιάζουν κάθε μέρα. Η πιο επίκαιρη έκφανση του Μεταναστευτικού, όπως τρέχει τώρα στη δημόσια σφαίρα και άρα και στη δημοσιότητα, είναι στην πρόθεση της κυβέρνησης να μεταφέρει μετανάστες από τα λεγόμενα ΚΥΤ, τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (γνωστά και ως hotspots) στα νησιά, στην ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτό ανακοινώθηκε ως κυβερνητικό σχέδιο χθες. Αλλά τα πρώτα βήματα, μεμονωμένων μεταφορών, έγιναν ήδη τις τελευταίες βδομάδες. Και μαζί είχαμε και τις πρώτες αντιδράσεις σε ορισμένες τοπικές κοινωνίες.

Οι φωνές που κυριάρχησαν από τις τοπικές κοινωνίες στις πρώτες μετεγκαταστάσεις είναι φωνές άγριες, και ως γνωστόν ο καλύτερος τρόπος να σε προβάλλουν τα ΜΜΕ είναι να φωνάζεις, όσο δυνατότερα και αγριότερα μάλιστα, τόσο καλύτερα —και ως εξ αυτού, δηλαδή από τις πολλές τηλεμεταφερθείσες αγριοφωνάρες, και όχι από την πραγματική ένταση των τοπικών αντιδράσεων, έγιναν θέμα σε όλη την Ελλάδα οι κάποιες, μικρές και λιγοστές και ολιγάριθμες, αντιδράσεις. Οσοι συμμετείχαν σε τέτοιες φωνακλάδικες εκδηλώσεις ταιριάζουν στο μοντέλο των συνήθως περιγραφόμενων ως «αγανακτισμένων πολιτών». Μόνος αντίλογος σε αυτές τις ομάδες, πολύ πιο περιορισμένος και χαμηλόφωνος —και άρα με πολύ λιγότερη προβολή— ήταν από ομάδες με πολιτικές βάσεις, άλλες από μικρά κόμματα της Αριστεράς, άλλες των συχνά λεγόμενων «δικαιωματιστών», ανθρώπων με αγαθές προθέσεις, το δίχως άλλο. Αλλά και οι αντιδράσεις των τελευταίων πάσχουν καθώς είναι φορτωμένες με ετικέτες πολιτικές, και κατά τούτο δεν έχουν ψυχικό έρεισμα. Αγριοφωνάρες από τη μια, ξύλινη πολιτική γλώσσα από την άλλη, δεν βγάζουμε άκρη.

Γι’ αυτό ξαναγυρνώ στον τίτλο του άρθρου, τον οποίο εννοώ κυρίως μεταφορικά, αλλά όχι μόνο: ένα τραγούδι χρειαζόμαστε, για να αντιμετωπίσουμε σωστά ως κοινωνία το Μεταναστευτικό. Είναι στη φύση μας, Ελληνες είμαστε, έτσι είμαστε φτιαγμένοι: αν δεν βρούμε τη σωστή ψυχική στάση στο πρόβλημα, το τραγούδι μας, τον δικό μας χαβά, το δικό μας πνεύμα, δεν πρόκειται να το λύσουμε, όσο και αν πολιτικολογούμε, από τη μια ή την άλλη μεριά. Αλλά πριν μιλήσω για το ίδιο το τραγούδι, θέλω να κρίνω τη στάση των «αγανακτισμένων πολιτών» αλλά και, κυρίως, των δυνάμεων που τους υποκινούν. Η κριτική μου έχει τρεις βάσεις: τη λογική, την πολιτική και την πολιτισμική.

  1. Η λογική ματιά στη μετεγκατάσταση

Η λογική απαιτεί κατ’ αρχήν να είμαστε ρεαλιστές, και να ξεχωρίσουμε το μεταναστευτικό πρόβλημα στα όσα είναι στις δυνατότητες μας ως κράτος και ως χώρα να λύσουμε, από τα όσα δεν είναι. Με τη μοίρα του «καλύτερου οικόπεδου» δεδομένη, με τυράννους σαν τον Ασαντ, με την ανθρωποφαγία των Ταλιμπάν, ή τους αφρικανούς διεφθαρμένους πολέμαρχους να καταναγκάζουν εκατοντάδες χιλιάδες δυστυχισμένων ανθρώπων να φύγουν για να σωθούν, και να αναζητήσουν μια θέση στον ήλιο, και κυρίως με τον Βεληγκέκα Ερντογάν, που χρησιμοποιεί τους δυστυχισμένους σαν άψυχα πιόνια σε μια σκακιέρα, για να δημιουργήσει προβλήματα και στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, οι δυνατότητές μας να λύσουμε το πρόβλημα και ως κράτος είναι τρομερά περιορισμένες. Γιατί ούτε η Ευρώπη κάνει όσα μπορεί, ούτε η Αμερική είναι στα καλύτερά της για να βοηθήσει. Οσα μπορούμε να πετύχουμε για όλα ετούτα είναι στην αρμοδιότητα της κυβέρνησης —και οφείλει να αγωνιστεί και να προσπαθήσει να κάνει το καλύτερο για τον τόπο, και σίγουρα οι καλοί πολίτες της εύχονται δύναμη και επιτυχία.

Αλλά στη γεωπολιτική κλίμακα μας, εμείς, οι απλοί έλληνες πολίτες, είτε είμαστε αγανακτισμένοι είτε όχι, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Εκεί που μπορούμε να δράσουμε αποτελεσματικά ως πολίτες είναι στην εσωτερική διαχείριση του προβλήματος, μέσα στα σύνορα της χώρας. Και αυτή η δράση είναι σημαντική, γιατί με τους πολίτες εναντίον του, ένα κράτος δεν μπορεί να δράσει ουσιαστικά, ενώ με αυτούς στο πλευρό του μπορεί να κάνει ακόμα και θαύματα. Ας δούμε πώς μεταφράζεται αυτό στην παρούσα κρίση, των αντιδράσεων στο σχέδιο της μεταφοράς των μεταναστών από τα νησιά στην ηπειρωτική Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή βρίσκονται στα ΚΥΤ κάπου 25.000 μετανάστες. Τα ΚΥΤ κακοσχεδιάστηκαν και οι έλληνες πολιτικοί δημιουργοί τους τα κακοδιαχειρίστηκαν επί πέντε χρόνια: για παράδειγμα, η Μόρια, με χωρητικότητα κατά το σχέδιο για 2.500 χιλιάδες ανθρώπους, έχει σήμερα 15.000. Η κατάσταση εκεί, όπως και στα άλλα ΚΥΤ, είναι σήμερα ανεξέλεγκτη.

Αφήνω το ανθρωπιστικό πρόβλημα —είπαμε, τώρα μιλώ λογικά— και γυρνώ σε ένα απολύτως πρακτικό: τα κολαστήρια των ΚΥΤ θέτουν σήμερα τεράστιο θέμα δημόσιας υγείας για όλη την Ελλάδα. Μου έλεγε τις προάλλες φίλος γιατρός, άριστος λοιμωξιολόγος, που επισκέφθηκε πρόσφατα τα νησιά: «Μόνο από θαύμα έχουμε αποφύγει την έκρηξη μιας σοβαρής επιδημίας». Στη Μόρια, ενδεικτικά, οι άνθρωποι ζουν στις λάσπες, κυκλοφορούν γύρω τους αρουραίοι μεγάλοι σαν γάτες, οι περισσότεροι είναι εκτεθειμένοι σε ένα σωρό σοβαρές μεταδοτικές αρρώστιες, πολλοί είναι ανεμβολίαστοι, τα κορμιά τους υφίστανται συνεχή τσιμπήματα από έντομα, οι πληγές κακοφορμίζουν, δημιουργώντας πεδίο για άλλες νόσους, τους τρώνε τα τσιμπούρια, φορείς της νόσου του Lyme, που μπορεί να είναι και θανατηφόρα αν δεν διαγνωστεί και θεραπευτεί άμεσα. Όλες οι Πληγές του Φαραώ μαζί. «Υγειονομική βόμβα» είχε χαρακτηρίσει την κατάσταση άλλος φίλος γιατρός, πριν πέντε χρόνια. Η βόμβα είναι τώρα πανέτοιμη να σκάσει και η ισχύς της, κατ’ αναλογία, μπορεί να είναι πυρηνική. Οι συνέπειες της να φτάσουν σε κάθε άκρη της Ελλάδας. Στα ΚΥΤ, έτσι που είναι φτιαγμένα, η κατάσταση δεν είναι ούτε επιλύσιμη, ούτε αναστρέψιμη: είναι η περίπτωση ενός κτιρίου που είναι τόσο ρημαγμένο που η μόνη λύση για να το φτιάξεις είναι να το γκρεμίσεις και να το ξαναχτίσεις από την αρχή. (Αλλά εν προκειμένω, όχι στον ίδιο τόπο—το γιατί θα το δούμε παρακάτω). Να λοιπόν ένα μήνυμα καθαρά ορθολογικό: αν δεν αδειάσουν αμέσως τα ΚΥΤ, αν δεν φύγουν όλοι οι μετανάστες από τα νησιά, είμαστε όλοι σε σοβαρό κίνδυνο. Τα ΚΥΤ, ως προς το υγειονομικό, και όχι μόνο, είναι η Κόλαση. Η διάλυση τους και η διασπορά των εγκλείστων τους στην επικράτεια δεν θα τους πάει φυσικά στον Παράδεισο, που είναι πέραν των δυνατοτήτων μας να προσφέρουμε. Αλλά θα τους πάει τουλάχιστον προσωρινά στο Πουργατόριο, ας το πούμε, να γιατρευτούν σωματικά και να προστατευθούν τα σώματά τους—δεν μιλώ για τις ψυχές, γιατί δεν νοιάζουν τους ψυχρούς ορθολογιστές—όχι μόνο από τις αρρώστιες, αλλά από την τρομερή βία, τους βιασμούς γυναικών και ανηλίκων, που και αυτά εγκυμονούν και τεράστιους υγειονομικούς κινδύνους.

prosfyges02

 

  1. Η πολιτική ματιά στη μετεγκατάσταση

Ζούμε ευτυχώς σε δημοκρατία, και άρα μόνο μέσα στα όριά της κρίνουμε την πολιτική. Η δημοκρατία όμως, ας θυμηθούμε, δεν είναι μόνο οι εκλογές —γιατί αν ήταν έτσι η ναζιστική Γερμανία θα ήταν δημοκρατική, αφού ο Χίτλερ με εκλογές έγινε αυτός που έγινε. Δημοκρατία σημαίνει την ευθύνη των πολιτών για τα κοινά. Και αν το σύστημα λειτουργεί σωστά, οι πολίτες δεν έχουν την ευθύνη μόνο να εκλέγουν τους ηγέτες τους αλλά και να τους κρίνουν. Γιατί η σωστή δημοκρατία είναι το πολίτευμα που καθιστά τους πολίτες, με ελεύθερη επιλογή τους, διπλά υπόλογους, στον νόμο και στη συνείδησή τους. Μα πάνω από όλα καθιστά υπόλογους τους εκλεγμένους ηγέτες τους, που αν προδώσουν τον σκοπό της δημοκρατίας —το κοινό καλό— εκτός από κακοί δημοκράτες είναι και επίορκοι.

Τα λέω αυτά γιατί το φαινόμενο της δυσλειτουργίας της σωστής δημοκρατίας το βλέπουμε στις τοπικές κοινότητες όπου έχουμε τελευταία τις εκδηλώσεις των «αγανακτισμένων πολιτών». Κι ο λόγος είναι ότι οι αντιδράσεις ξεκινούν κατά κανόνα όχι από τους ίδιους τους πολίτες, αλλά κάποιους τοπικούς άρχοντες, με στόχο το πολιτικό όφελος. Βλέπουν μια ευκαιρία να δείξουν πόσο τάχα νοιάζονται για το καλό της κοινότητας —εύκολα και ανέξοδα: οι μετεγκαταστάσεις έχουν δώσει ευκαιρία σε κάποιους δημάρχους, κυρίως, να βγουν εις άγραν πελατείας, τρομάζοντας τον κόσμο —η σταθερή συνταγή των λαϊκιστών. Η καλύτερη απόδειξη για το πόσο πολύ καθοδηγούμενες είναι οι αντιδράσεις των «αγανακτισμένων πολιτών» φαίνεται στο πόσο λίγοι κατά τόπους δημότες συμμετέχουν σε αυτές: δείτε τα βίντεο, διαβάστε τα ρεπορτάζ. Οι φωνακλάδες είναι λίγοι και οργανωμένοι. Δεν είναι κακοί άνθρωποι: κακή πληροφόρηση έχουν, και άρα κακή καθοδήγηση.

Το πρόβλημα της μετεγκατάστασης, όπως πάνε το παρουσιάσουν οι (ευτυχώς λιγοστοί) τοπικοί άρχοντες στους πολίτες τους, είναι ψεύτικο —και κατ’ αυτό ελέγχεται από τους θεσμούς της σωστής δημοκρατίας. Κι αυτό γιατί στο σχέδιο της μετεγκατάστασης που παρουσίασε σήμερα το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μπαίνει ως ανώτατο θεωρητικό όριο, σε μια τυχόν πολύ μεγαλύτερη έξαρση του προσφυγικού, η μέγιστη αναλογία του 1% μεταναστευτικού πληθυσμού, ως προς το 99% του γηγενούς. Αλλά στις τωρινές, σημερινές του διαστάσεις, με λιγότερο από 25.000 στα ΚΥΤ, ουσιαστικά θα έχομε με τη μεταφορά τους ένα 0,2% μεταναστευτικού πληθυσμού, ανά 99,8% γηγενούς. Με άλλα λόγια, έναν μετανάστη ανά 500 κατοίκους—έναν μετανάστη, σημειωτέον, σε ελεγχόμενο χώρο. Είναι τόσο φοβερό αυτό; Τι στην ευχή επηρεάζει την όποια κοινωνία, την όποια κοινωνία, όπου είναι βέβαιο στατιστικά ότι για κάθε 500 πολίτες τυχαία επιλεγμένους σίγουρα θα υπάρχουν ανάμεσά τους περισσότερος από ένας παλιάνθρωπος, ένας ασυνείδητος, ένα αντικοινωνικό στοιχείο. Είναι βέβαιο: με κατά κανέναν τρόπο δεν θα αλλάξει τη ζωή μια τοπικής κοινωνίας ο (το πολύ) ένας μετανάστης στους 500. Απλώς, δίνει αφορμή ώστε κάποιοι αγοράζουν ψηφαλάκια με ψέματα, με λαϊκίστικες παλιές συνταγές.

Πριν πάω στην τελευταία οπτική, βάζω εδώ μια υποσημείωση: βεβαίως η συνεννόηση του κεντρικού κράτους με τις τοπικές αρχές είναι χρήσιμη, αναγκαία μάλλον, πριν από τέτοιες μετακινήσεις —και πρέπει το κράτος να την κάνει. Όμως ας γνωρίζουμε ότι σε κάποιες περιπτώσεις όπου υπήρξαν υποκινημένες εκδηλώσεις «αγανακτισμένων πολιτών», η κυβέρνηση είχε κάνει τέτοιες συνεννοήσεις, ή μάλλον είχε προσπαθήσει να τις κάνει. Και δυστυχώς, σε αυτές τις περιπτώσεις δεν ήταν είναι κυρίως ευθύνη του κεντρικού κράτους η κακή συνεννόηση: ήταν συχνά των δημάρχων, που δεν την ήθελαν, καθώς θα τους χάλαγε την ευκαιρία να κάνουν σαματά.

 

  1. Η πολιτισμική ματιά στη μετεγκατάσταση

Δεν αναφέρομαι εδώ στον πολιτισμό με την έννοια θεμάτων της αρμοδιότητας του Υπουργείου Πολιτισμού, αλλά σε αυτό που εννοούμε όταν θέλουμε να λέμε ότι είμαστε «πολιτισμένοι άνθρωποι». Ούτε θα αναφερθώ σε ανθρωπιστικές αξίες, σε φιλαλληλία, σε καλοσύνη—κι αυτό γιατί για πολλούς αυτά είναι ψιλά γράμματα. Όμως δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να αναφερθώ σε χριστιανικές αξίες, κι αυτό για τον λόγο ότι ακούω στις αντιδράσεις κάποιων «αγανακτισμένων πολιτών» το επιχείρημα «μα αυτοί είναι μουσουλμάνοι». Σε αυτούς θέλω να θυμίσω ότι το «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν», το είπε ο Χριστός κι όχι ο Μωάμεθ. Και ειδικά σε όσους πέταξαν πέτρες στους μετανάστες, να θυμίσω επίσης ότι ο Χριστός είπε «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω» —και είμαι σίγουρος ότι κανείς τους δεν είναι αναμάρτητος, όπως δεν είμαι ούτε και εγώ ούτε και κανένας άνθρωπος. Και ούτε θα κρίνω το άλλο επιχείρημα, που μου λένε κάποιοι όταν τους μιλώ για τέτοια θέματα: «Αφού θες τους τους μετανάστες, πάρε τους στο σπίτι σου». Δεν το κρίνω ετούτο γιατί είναι απλώς ηλίθιο: καμία λύση του μεταναστευτικού που πρότεινε καμία κυβέρνηση, ούτε η τωρινή, δεν περιέχει στο σχέδιο να λύσουν ατομικά οι πολίτες το μεταναστευτικό, κάνοντας τα σπίτια τους ξενώνες μεταναστών.

Η πιο βασική πολιτισμική κριτική στις αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών είναι αυτό ακριβώς που δηλώνει η λέξη πολιτισμός, που κατάγεται από το «πόλις», που σημαίνει κοινή ζωή. Όταν μας ορίζει ως «ζώα πολιτικά» ο Αριστοτέλης, λέει ότι είναι στη φύση μας να ζούμε μαζί, με ομόνοια. Και τελικά είναι το ίδιο πράγμα που σημαίνει το «εμείς» του Μακρυγιάννη. Ακούστε πώς το είπε, στα «απελέκητα γράμματά» του, που τα έλεγε: «Είμαστε εις το ‘εμείς’ κι όχι εις το ‘εγώ’. Και εις το εξής να μάθομεν γνώση, αν θέλομεν να φκιάσομεν χωριόν, να ζήσομεν όλοι μαζί.» Είμαι σίγουρος ότι δεν θα διαφωνούσε με τη επαναδιατύπωση αυτή: «αν θέλουμε να ζήσουμε σαν πολιτισμένοι άνθρωποι»

Η πολιτισμική κριτική στις μετεγκαταστάσεις ξεκινά ακριβώς από το «εμείς» του Μακρυγιάννη. Και τούτο γιατί οι κάτοικοι των νησιών όπου βρίσκονται σήμερα τα ΚΥΤ, ανήκουν και αυτοί στο ίδιο «εμείς» με εμάς τους υπόλοιπους έλληνες. Μα αν για μας η παρουσία των μεταναστών στις κοινωνίες μας σημαίνει έναν άνθρωπο στους 500, στα νησιά σημαίνει ετούτη τη στιγμή έναν στους 5! Αναλογιστείτε το: οι μετανάστες εκεί φτάνουν το 20% της τοπικής κοινωνίας, συχνά και μεγαλύτερο ποσοστό. Και η υγειονομική έκρηξη, που από ώρα σε ώρα μπορεί να συμβεί—αλλά δεν θα συμβεί αν έχουν τη σωστή φροντίδα οι άνθρωποι, με τη μετεγκατάσταση—εκεί θα γίνει πρώτα, αυτοί θα κινδυνεύσουν περισσότερο.

Οι πολίτες λοιπόν της Λέσβου, της Σάμου, της Λέρου λοιπόν, ρωτώ, δεν είναι Ελληνες; Στο ίδιο «εμείς» με εμάς δεν ανήκουν; Και εφ’ όσον ναι—γιατί βέβαια η απάντηση είναι ναι—εμείς οι υπόλοιποι πώς μπορούμε να αποκαλούμε τους εαυτούς μας πολιτισμένους, δηλαδή άξιους κατοίκους μιας πολιτισμένης χώρας, αν λέμε «σκασίλα μας εμάς, τι μας νοιάζουν οι νησιώτες, μακριά από τον κόρφο μας το πρόβλημα, και όπου θέλει ας είναι;» Καταλάβετέ το, συμπολίτες: εμείς είμαστε και η Λέσβος, η Σάμος, η Λέρος. Και όσοι δεν το πιστεύετε αυτό, ε, κάνετε πρόταση να τις δώσουμε σε άλλη χώρα, μόνο κάντε τη δημόσια, ενυπογράφως, για να πάρετε την ευθύνη όλων των απόψεών σας, και όχι μόνο των φωνακλάδικων εκδηλώσεων.

Θύμωσα λίγο γράφοντας τα παραπάνω, και ζητώ συγγνώμη αν κάποιον αδίκησα ή στενοχώρησα με αυτό. Σκοπός μου δεν ήταν να σας θυμώσω —το αντίθετο. Με τραγούδι άρχισα, με τραγούδι θα τελειώσω. Γιατί το πρόβλημά που δημιουργούν στην κοινωνία οι μετεγκαστάσεις από τα ΚΥΤ δεν είναι αντικειμενικό, είναι τελικά ψυχικό. Την αγανάκτηση, όπως είπα, την πριμοδοτούν κάποιοι, με ιδιοτέλεια, παραλογισμό, έλλειψη δημοκρατικής συνείδησης, πολιτισμού και τελικά πραγματικού πατριωτισμού: δηλαδή αγάπης για την πατρίδα, που είναι μόνο το «εμείς». Δεν θέλουμε τους ακραίους πολιτικούς και τους φανατικούς που μας αγριεύουν, και μας κάνουν να αντιδρούμε βάναυσα, παράλογα, αντιδημοκρατικά και απολίτιστα, σε ένα πρόβλημα εθνικό, πολιτικό και ανθρώπινο.

Θέλουμε αντί για τα πύρινα λόγια της αγανάκτησης ένα τραγούδι, που να μας θυμίζει το ποιοι μπορούμε να είμαστε. Το θέλουμε ευρωπαϊκό; Γιατί όχι; Τόσα και τόσα όμορφα υπάρχουν. Το θέλουμε ανατολίτικο; Γούστο μας ελεύθερο και αυτό. Αλλά όποιο κι αν είναι το τραγούδι, το θέλουμε οπωσδήποτε πολιτισμένο, και αυτό δεν είναι δύσκολο: γιατί η τέχνη, όταν είναι πραγματική, είναι αναπόσπαστη από τον πολιτισμό. Η τέχνη είναι η αντίθεση στις αγριοφωνάρες. Ναι. Ως αντίθεση στις αγριοφωνάρες του μίσους, πέρα από τα πρόχειρα επιχειρήματα που παρουσίασα, θέλουμε το τραγούδι εκείνο, όποιας λογής, που μας γλυκαίνει την ψυχή, τη μαλακώνει.

Λέει ο Ισοκράτης πως «'Ελληνας καλείσθαι τους της παιδεύσεως της ημετέρας ή τοις κοινής φύσεως μετέχοντας» (δηλαδή έλληνες είναι όσοι μοιράζονται την παιδεία μας, όχι το αίμα μας). Και τι βαθύτερο, τι γνησιότερο, υπάρχει στη δική μας παιδεία, από τα αρχαία χρόνια, από την έννοια της πόλης, που στην ιδανικότερη εκδοχή της είναι ταυτόσημη με την ανθρωπιά—λέξη μοναδική στα ελληνικά, με το νόημα ακριβώς που της δίνουμε στη γλώσσα μας.

Αν θέλουμε λοιπόν να είμαστε Έλληνες σωστοί, πρέπει με ανθρωπιά να φερθούμε, και στους συμπολίτες μας στους συνανθρώπους μας. Ο καθένας ας διαλέξει το τραγούδι που του πάει, για κάτι τέτοιο. Εμένα προσωπικά ο νους μου πάει στα ρεμπέτικα, και μάλιστα από ένα είδος που έλκει την καταγωγή του από την ελληνιστική εποχή, που τότε τα ονόμαζε με το χαρακτηριστικότατο όνομα «παρακλαυσίθυρα»: κάποιου που ξεροσταλιάζει έξω από μια πόρτα, από αγάπη, και κλαίει για να του ανοίξουν. Πρόχειρα-πρόχειρα, μου έρχεται στο νου ο στίχος «Άνοιξε, άνοιξε, γιατί δεν αντέχω…», από το τραγούδι του Γιάννη Παπαϊωάννου, ή «Το παραθύρι σου άνοιξε, ρίξε μου μια γλυκιά ματιά», από το «Μινόρε της Αυγής» του Περιστέρη—δεν είναι τυχαίο που και τα δυο μιλούν για άνοιγμα, άνοιγμα παραθύρων μα και άνοιγμα ψυχής. Μα πιο πολύ το πονεμένο πολυφωνικό ηπειρώτικο «Αλησμονώ και χαίρομαι, θυμιούμαι και λυπούμαι», που το έγραψαν Έλληνες, για τη δική τους ξενιτιά.

Μακάρι, σκέφτομαι, να μπορέσουμε μια μέρα να κάνουμε τους ανθρώπους που έριξε η δική τους και η δική μας κακή μοίρα στον τόπο μας, να χαίρονται όχι μόνο όταν λησμονούν το παρόν τους, μα και όταν βλέπουν γύρω τους, μια πολιτισμένη κοινωνία αντί για αγριάνθρωπους, βάρβαρους, ανάξιους Έλληνες. Το απήχημα που θέλουμε στο τραγούδι που αποζητούμε, με αυτές τις συλλαβές το τραγουδάει ο πρωτοψάλτης, για να ορίσει το πνεύμα του: αν-θρω-πιά.

Ζητείται ανθρωπιά

Οκτωβρίου 26, 2019

Το προσφυγικό ζήτημα είναι το δεύτερο crash test της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας με το ακροδεξιό κομμάτι της βάσης της. Ήδη, με την άτακτη υποχώρηση και συμμόρφωσή της στο θέμα της ονομασίας της Βόρειας Μακεδονίας, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας έχει εκτεθεί στο μη ευκαταφρόνητο ακροδεξιό ακροατήριό της. Τώρα, στο προσφυγικό ζήτημα, τα πράγματα αναμένονται να είναι ακόμη πιο σοβαρά, καθώς οι σκοταδόψυχοι ξενόφοβοι οπαδοί της φαίνονται αμετακίνητοι στις απάνθρωπες και επικίνδυνες θέσεις τους και δε χάνουν την ευκαιρία, όπως στα Βρασνά, να το αποδεικνύουν. Θυμόμαστε ακόμη την εμετική ανακοίνωση της ΟΝΝΕΔ Πεντέλης πού, με αφορμή την επικείμενη μεταφορά προσφύγων στο «Αμαλία Φλέμινγκ», βρήκε την ευκαιρία να ξεβράσει ρατσιστικό οχετό και γελοίες έως επικίνδυνες απόψεις. Η ΝΔ καταδίκασε και τιμώρησε τους συντάκτες της ανακοίνωσης. Εκτίθεται η ΝΔ απέναντί τους, εκτίθενται και αυτοί με τις πράξεις τους και δεν αποκλείεται και η ρήξη μεταξύ τους ιδιαίτερα αν η ΝΔ κινηθεί προς τη γραμμή Μέρκελ παρά προς τη γραμμή Όρμπαν και Σαλβίνι. Ίσως, μάλιστα, αυτό να είναι και ένα κέρδος για την ελληνική κοινωνία, γενικότερα. Και με αυτό εννοούμε πως ίσως είναι καλύτερα να ξεχωρίσουν από την παράταξη της ΝΔ τα επικίνδυνα απάνθρωπα ανθρωποειδή, ώστε να μετρηθούν και να βρεθούν απέναντι από τους υπόλοιπους Έλληνες, χωρίς να έχουν την ευκολία της στήριξής τους από ένα μεγάλο κυβερνητικό κόμμα.

Μέσα στο ζοφερό κλίμα της εμετικής δράσης και συνθηματολογίας των φασιστοειδών υποκειμένων, είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο ότι γράφονται κείμενα υπέρ των προσφύγων και από ανθρώπους που όχι μόνο δεν ανήκουν στην Αριστερά, αλλά πολλές φορές έχουν προκαλέσει με τον ελιτίστικο και αντιλαϊκό λόγο τους. Ένα τέτοιο κείμενο διαβάσαμε από τον μερικές φορές Μπογδανότερο του Μπογδάνου, Απόστολο Δοξιάδη. Μπορεί το κείμενο να περιορίζεται μόνο στα ανήλικα προσφυγόπουλα, είναι όμως ένα κείμενο πιστεύουμε πως βοηθάει στην υπόθεση των προσφύγων και την ανάδειξη του αίσχους των κολαστηρίων τύπου «Μόρια». Μια υπόθεση, η οποία μόνο με ανθρωπιά και λογική μπορεί να προσχωρήσει. Κάθε άλλη λύση, εκτός από απάνθρωπη για τους πρόσφυγες, θα αποδειχθεί καταστροφική και για τη δική μας κοινωνία.

Αναδημοσιεύουμε, λοιπόν, το κείμενο όπως αυτό ανέβηκε στο αγαπημένο μας Protagon παραβλέποντας την άφεση αμαρτιών που δίνει ο συντάκτης του κειμένου στη σημερινή κυβέρνηση ως αυτή να είναι άμοιρη των ευθυνών και νεοφώτιστη:

prosfiges exarxeia 04

«Δεν χρειάζεται να είσαι θρησκευόμενος για να καταλάβεις ότι ο λόγος των Ιερών Γραφών συχνότατα εκφράζει βαθιές  ανθρώπινες αλήθειες. Και ούτε χρειάζεται να είσαι χριστιανός για να καταλάβεις τι εννοεί ο Χριστός όταν λέει ότι «όποιος δεχθεί ένα παιδάκι στο όνομα μου, εμένα τον ίδιο δέχεται». Αυτό το «να το δεχθεί στο όνομά μου», αν το διαβάσουμε όχι με τον τρόπο της οργανωμένης θρησκείας μα με τον τρόπο της καρδιάς, σημαίνει να το δεχθεί όπως πρέπει να δέχεται κανείς ένα παιδί, δηλαδή με αγάπη, προσφέροντάς του στοργή και φροντίδα για να μεγαλώνει γερό, ασφαλές και κατά το δυνατόν χαρούμενο, με τα σωστά εφόδια για την ωριμότητα. Με άλλα λόγια το να δεχτείς ένα παιδί σωστά είναι να το δεχτείς όπως οι σωστοί γονείς δέχονται τα δικά τους παιδιά.

Μα η αμέσως επόμενη φράση στο απόσπασμα του Ευαγγελίου που ανέφερα, λέει, σε ελεύθερη μετάφραση: «Μα αν κάποιος σκανδαλίσει ένα παιδί, καλύτερα να πάει από τώρα να κρεμάσει μια μυλόπετρα και να πέσει στο πέλαγος»–παρά δηλαδή να περιμένει τη δίκαιη κρίση που θα του έρθει. Το «σκανδαλίσει» εδώ έχει πολλές σημασίες. Μα στην ανάγνωση της καρδιάς σημαίνει ακριβώς να φερθεί με τον αντίθετο τρόπο από ό,τι είναι ο σωστός, ο τρόπος του γονιού. Και αυτοί οι τρόποι έχουν διακυμάνσεις, από το κακό μέχρι το φρικαλέο.

Στην Ελλάδα, σήμερα, βρίσκονται 4.700 ασυνόδευτα παιδιά, πάει να πει παιδιά χωρίς γονείς, χωρίς συγγενείς, χωρίς κάποιον κηδεμόνα, κατά τον νόμο, το έθιμο ή την κοινή λογική. Είναι παιδιά μόνα—και ετούτος ο αριθμός μετράει μόνο τα ξένα παιδιά γιατί σίγουρα, δυστυχώς για την κοινωνία μας, υπάρχουν στην ίδια εξ ίσου άθλια και επικίνδυνη συνθήκη και κάποια Ελληνάκια.

Πώς έφτασαν να είναι μόνα; Ποτέ από ελεύθερη επιλογή τους, και ποτέ από τυχαίους παράγοντες. Μιλώντας ειδικά για τα ξένα, τα χώρισαν από τον φυσικό χώρο και την οικογένειά τους «πολέμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί», που λέει και ο ποιητής. Τα χώρισε παντού και πάντα η ανθρώπινη κακία των μεγάλων, το μίσος, ο σπαραγμός, η έχθρα, η απανθρωπιά. Κάποια από αυτά έφυγαν μόνα από τον τόπο τους για να γλυτώσουν μοίρα φρικτή, του κυνηγητού από αποκτηνωμένους ανθρώπους, άλλα αναγκάστηκαν  να τα διώξουν οι δικοί τους, από την ανάγκη της αγάπης, συνήθως για να γλυτώσουν—μιλάμε ακόμα και για δεκάχρονα παιδιά—την υποχρεωτική επιστράτευση σε άτακτους στρατούς που διαλέγουν κατά κανόνα τα παιδιά για τον ρόλο των ομάδων αυτοκτονίας. Μερικά κακότυχα, κορίτσια αλλά και αγόρια, έφυγαν για να γλυτώσουν από τα βασανιστήρια και τους πολλαπλούς κτηνώδεις βιασμούς, τους οποίους είχαν υποστεί. Κανένα σχεδόν από αυτά δεν έφτασε στη χώρα μας αλώβητο. Και όσα δεν είχαν περάσει φρικτές σωματικές ταλαιπωρίες, είχαν υποφέρει ψυχικά τόσο που ο κάθε σωστός γονιός στον τόπο μας, το ένα εκατοστό από τις ταλαιπωρίες τις δικές τους να τύχαινε σε δικό του παιδί θα έχανε τον ύπνο του.

Όλα αυτά τα παιδιά βρέθηκαν στην Ελλάδα, μόνα, για να γλυτώσουν από αυτό που λέει ο Χριστός «σκάνδαλο», αφού βέβαια τα περισσότερα το είχαν ήδη υποστεί, συχνά σε βαθμό αδιανόητο—μα γλύτωσαν τουλάχιστον τη ζωή τους. Και είναι βέβαιο, ότι το σκάνδαλο το προκάλεσαν κατά κανόνα συμπολίτες τους ή ξένοι επιδρομείς. Σε ξένους τόπους έγινε το πρώτο κακό, και ξένοι από εμάς το διέπραξαν. Εκείνοι είναι λοιπόν που πρέπει πρώτοι να κρεμάσουν τις μυλόπετρες στον λαιμό τους. Έλα όμως που τα παιδιά αυτά είναι εδώ, τώρα, μόνα τους, και αν εμείς δεν τα δεχτούμε με τον τρόπο που πρέπει, τον τρόπο της αγάπης και της στοργής, η μυλόπετρα περνάει στον δικό μας τον λαιμό. Ας το καταλάβουμε αυτό. Ας καταλάβουμε ότι, όσοι ζούμε σε αυτό τον τόπο και δεν κάνουμε κάτι για λύσουμε το πρόβλημα, γινόμαστε άθελά μας κληρονόμοι της μυλόπετρας. Όπως λέγαν στα νιάτα μου, «όσοι δεν είναι μέρος της λύσης, είναι μέρος του προβλήματος».

Φυσικά δεν λέω ότι έχει υποχρέωση ο κάθε πολίτης να ανοίξει το σπίτι του, να το κάνει ξενώνα, ή να αρχίσει να υιοθετεί παιδιά. Δεν πρέπει να δράσουμε ως άτομα—καλοί και ευλογημένοι όσοι το κάνουν, μα δεν είναι πολλοί—αλλά ως συντεταγμένη δημοκρατική κοινωνία, που την εκφράζει εκ μέρους όλων μας η πολιτεία. Μέσω αυτής θα έχουμε όλοι την ευθύνη μας, άλλος πιο πολύ, άλλος πιο λίγο.

Αλλά πριν πάμε στη λύση, να καταλάβουμε λίγο το πρόβλημα. Για τα Ελληνάκια που είναι μόνα τους στον τόπο δεν έχω αριθμούς αλλά σίγουρα κάποια αρμόδια αρχή τους έχει ή, αν δεν τους έχει, μπορεί αν το θέλει να τους αποκτήσει και να δράσει ανάλογα.

Να σας πω όμως τι γίνεται με τα ξένα παιδιά: από τα 4.700 ασυνόδευτα (μόνα) παιδιά στον τόπο μας, λιγότερο από το ένα τρίτο, κάπου 1,200 ζουν σε συνθήκες σωστές, θα έλεγα σχεδόν ιδανικές για την κατάσταση τους: γιατί κάποιοι, είτε ιδιώτες είτε το κράτος, τα δέχτηκαν κατά τον τρόπο τον σωστό, σαν δικά τους παιδιά. Όλα αυτά είναι σε ξενώνες μακροχρόνιας φιλοξενίας στελεχωμένους με ειδικούς ανθρώπους, κοινωνικούς λειτουργούς, ψυχολόγους, δασκάλους, μαγείρους, ανθρώπους που ασκούν λειτούργημα σπουδαίο. (Τα κονδύλια είναι για λίγους από αυτούς τους ξενώνες ιδιωτικά, και για τους περισσότερους ευρωπαϊκά.) Αυτά τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο, κάποια μάλιστα σε ιδιωτικά που τους προσφέρουν δωρεάν τη φοίτηση. Και τα περισσότερα από αυτά έχουν περίθαλψη.

Ας σημειωθεί ότι σημαντικό έργο των δομών φιλοξενίας είναι η επανένωση με τους γονείς τους, αν και εκείνοι έχουν διαφύγει στη Δύση, πράγμα που επιτυγχάνεται σε πολύ μεγάλο ποσοστό κάθε χρόνο.

Επισκέφθηκα τελευταία μερικές τέτοιες μονάδες φιλοξενίας, που η καθεμιά τους μπορεί να δεχτεί το πολύ 20 παιδιά. Αυτό είναι το ανώτατο όριο που ορίζουν οι διεθνείς μελέτες για να μπορούν οι μονάδες να δεχτούν και να περιθάλψουν σωστά τα παιδιά. Στις μονάδες αυτές γέμισα συγκίνηση, ένοιωσα να συμβαίνει ένα θαύμα, έργο αγγελικό πάνω στη γη. Σε μερικές μονάδες γνώρισα κοριτσάκια που ήταν εκεί με τα δικά τους μωρά—προϊόντα αναρίθμητων κτηνωδών βιασμών, στη χώρα τους, ή στον δρόμο της φυγής. Τα περισσότερα παιδιά που είδα είχαν φτάσει σε άθλια κατάσταση, βασανισμένα, έντρομα, γεμάτα προβλήματα σωματικά και ψυχικά που δεν τα χωρά ο νους του ανθρώπου.

Γνώρισα παιδιά που είδαν τους γονείς τους να σκοτώνονται μπροστά στα μάτια τους, γνώρισα παιδιά που τα έβγαλαν ανθρωπόμορφα κτήνη—συχνά συμπατριώτες μας—στην πορνεία, γνώρισα παιδιά που δεν είχαν δεχτεί μέχρι τα δέκα χρόνια τους ένα χάδι, μια γλυκιά κουβέντα. Και όμως, με άφησε άναυδο η σημερινή τους άριστη κατάσταση, που είχε και άμεση σχέση με τη διάρκεια της παραμονής τους. Σε μια μονάδα ειδικά, είδα παιδιά που κάποια είναι εκεί σχεδόν τρία χρόνια. Υπ’ όψη, δεν διαλέχτηκε κανένα τους κατόπιν τεστ ευφυΐας ή συμπεριφοράς—όσα μπόρεσε πήρε η μονάδα. Μα είναι τώρα σπουδαία πλάσματα, που για όλα τους θα ήμουν περήφανος αν ήταν παιδιά μου. Εκατσα και κουβέντιασα μαζί τους για τα πάντα, ανάμεσά στα άλλα και για ιστορία και μαθηματικά, είπαμε τα δικά μας, γελάσαμε. Δεν θυμάμαι ποτέ τα τελευταία χρόνια να πέρασα τόσο καλά, όσο ανάμεσά τους. Πέρα από ό,τι έμαθα και διασκέδασα, ένοιωσα τόσο περήφανος που κάποιοι στη χώρα μου κάνουν αυτό το θαύμα, να σώζουν τραγικά θύματα της ζωής και να τα κάνουν όντα που ξεχειλίζουν χαρά, ευφυΐα και καλοσύνη.

Αλλά υπάρχουν και άλλα περίπου 3.500 μόνα παιδιά στον τόπο μας, εκτός πλαισίου προστασίας. Με κάποια έννοια είναι τα αόρατα παιδιά, αυτά που αν μάθουμε την κατάστασή τους, θα στοιχειώνουν τους εφιάλτες μας. Αυτά βρίσκονται είτε στις λεγόμενες (μόνο με μακάβρια ειρωνεία στέκει ο όρος) «ασφαλείς ζώνες»,  που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια από το κράτος, είτε μόνα τους εντελώς, στον δρόμο, σαν αδέσποτα σκυλιά, είτε τέλος μένοντας με κάποιους ενήλικες που τάχα τα φιλοξενούν, Ελληνες και ξένους, αλλά στην πραγματικότητα τα έχουν σκλάβους και τα εκμεταλλεύονται.

Πώς τα περνούν τα παιδιά αυτά;

Πρώτα ας δούμε τις «ασφαλείς ζώνες». Εκεί είναι μόνα μέσα στο πλήθος, εντελώς ανυπεράσπιστα. Μένουν σε τσαντίρια που μπάζουν ή σε κλουβιά-κοντέινερ, χωρίς καμία υπηρεσία πέραν κάποιων πιάτων φαγητού, επιβιώνοντας χάρη στη δύναμη του ανθρώπινου οργανισμού. Αυτά που απλώς επιζούν, όμως, είναι τα τυχερά. Γιατί πολλά ανάμεσά στα παιδιά αυτά, υφίστανται τρομερή βία, ή από μεγαλύτερους τους ανεξέλεγκτους από την οποιαδήποτε έννομη αρχή, ή και κάτι που μας φαίνεται αδιανόητο: τα βράδια πηδούν τους φράκτες που χωρίζουν τα παιδιά από τους ενήλικους κατοίκους των «ασφαλών ζωνών» κάποια τέρατα που τα βιάζουν, συχνά με ενδιάμεσους που έχουν οικονομικό όφελος. Ενας φίλος που είχε πάει τελευταία στη Μόρια, μου είπε πως αντίκρυσε κάποια παιδιά καθισμένα κάπου ακίνητα, ανέκφραστα, βουβά αγάλματα, με νεκρή ψυχή, που επιβιώνουν μεταξύ των νυχτερινών βιασμών. Κάποια οδηγούνται στην τρέλα. Αλλα έχουν αυτοκτονήσει.

Οσο για παιδιά που είναι μόνα στις πόλεις, εκτός από τα λιγοστά που έχουν την τύχη να ζουν απλώς σαν αγρίμια που καταφέρνουν να επιβιώσουν, άλλα βρίσκονται υπό καθεστώς δουλείας, σε σπίτια όπου υποτίθεται «φιλοξενούνται». Από αυτά, κυρίως αγόρια, ένα μεγάλο ποσοστό ωθούνται δια της βίας στον δρόμο της πορνείας. Ακόμα και μέσα στη μέρα, αλλά κατά κανόνα τα βράδια, οδηγούνται από τους άνομους, παράνομους «προστάτες» τους σε πάρκα, σε ανοιχτούς χώρους, σε ακάλυπτα στέκια, όπου με αντίτιμο λίγα ευρώ, που παίρνουν οι ιδιοκτήτες τους, βιάζονται από ενήλικες, Ελληνες και ξένους.

Είναι τελείως φανερό ότι όλοι αυτοί οι τελευταίοι αξίζουν τη μεταφορική μυλόπετρα, όχι απλώς να τη φορέσουν τώρα στον λαιμό, αλλά να πάνε να πέσουν στο πιο βαθύ σημείο του Αιγαίου. Σωματέμποροι, δουλέμποροι, δουλοκτήτες, βιαστές, αλλά ναι και «πελάτες», ξένοι αλλά και πολλοί συμπατριώτες μας—ανάθεμά τους!—που κυκλοφορούν ανάμεσά μας τη μέρα, και τη νύχτα ασελγούν σα κτήνη σε αθώα πλάσματα. Αλλά επειδή κανείς τους δεν θα έχει την ευαισθησία να δέσει τη μυλόπετρα και να πάει να πνιγεί, είναι η δουλειά της πολιτείας, του νόμου και της τάξης, να τους βρουν, να τους ξετρυπώσουν, και να τους επιβάλουν με τον πιο αυστηρό τρόπο την τιμωρία που τους αξίζει. Και καλό είναι το ξέρουν, πέρα από τους επαγγελματίες κακοποιούς, και οι δικοί μας κατά τα άλλα ευυπόληπτοι πολίτες, που εγκληματούν ικανοποιώντας τις ορέξεις τους στα παιδιά, πως το συνήθειό τους, αν το συνεχίσουν, θα βρεθούν κι αυτοί υπόλογοι στον νόμο και στην κοινωνία, ονομαστικά—όπως τώρα είναι ανώνυμα υπόλογοι στου καθενός σωστού ανθρώπου τη συνείδηση.

Αλλά τα παιδιά, τα ίδια τα παιδιά, αυτά τα 3.000-τόσα παιδιά, τα τραγικά θύματα της ζωής, που είτε στη Μόρια, είτε σε άλλες «ασφαλείς ζώνες», είτε στους δρόμους γύρω μας, υφίστανται την απανθρωπιά, τι θα γίνουν, πώς θα σωθούν;

Ένα είναι σίγουρο: το πρόβλημα δεν το δημιούργησε η τωρινή κυβέρνηση, το παρέλαβε. Ας αφήσουμε τώρα το ποιοι και το πώς και το γιατί έφτιαξαν αυτόν τον εφιάλτη, Ελληνες και ξένοι, επίσημοι και μη, ανεύθυνοι πολιτικοί, ή γραφειοκράτες—χώρια τα τέρατα που δημιούργησαν τις πρώτες αιτίες του κακού, σε άλλους τόπους. Ας τα αφήσουμε για τώρα, γιατί επείγει άλλο: η σωτηρία των παιδιών. Η πολιτεία πρωτίστως πρέπει να δράσει.

Εχει δώσει σημάδια πως έχει την πρόθεση και ελπίζουμε να το κάνει ολοκληρωμένα, οργανωμένα και γρήγορα. Μα κι ο καθένας από μας ας καταλάβει το πρόβλημα και ας αναλάβει να φερθεί σαν άνθρωπος—τίποτε παραπάνω. Που πάει να πει, να καταλάβει ότι πρέπει όλοι μας να δεχτούμε αυτά τα παιδιά στο όνομα της αγάπης, όπως το αξίζουν. Όπως το αξίζουμε και εμείς αν θέλουμε να λεγόμαστε πολίτες μιας πολιτισμένης κοινωνίας. Όπως το οφείλουμε και εμείς αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι και όχι κτήνη. Αν θέλουμε να μας δεξιωθεί και μας μια μέρα το δείπνο της αγάπης. Και ας αφήσουμε τη μυλόπετρα για τα κτήνη, που συνεχίζουν ακόμα, όσο τα αφήνουμε, τα εγκλήματά τους»

Αναγκαία χαρακτηριστικά ενός ακροδεξιού είναι η ανοησία, η φαυλότητα, η έλλειψη του μέτρου, η απόσταση από τον ορθό λόγο, ο ρατσισμός, η ομοφοβία, η αμετροέπεια, η αλαζονεία, η έπαρση. Χαρακτηριστικά που διαθέτει και με το παραπάνω, ο εσχάτως εκλεγείς βουλευτής Μπογδάνος. Αυτός που μαζί με τον Μπάμπη τον Παπαδημητρίου κατόρθωσαν να εξαργυρώσουν τις υπηρεσίες τους προς τη Νέα Δημοκρατία μέσω του ΣΚΑΙ και να κερδίσουν μία θέση στη Βουλή. Μέχρι τώρα, βλέπαμε τον Μπογδάνο και γελούσαμε. Μερικές φορές, βέβαια, γελούσαμε πικρά όπως τότε που εμφανιζόταν να συμπονεί το δολοφόνο του Παύλου Φύσσα, Ρουπακιά. Πλέον, όμως, για τις ακατάσχετες ανοησίες του πληρώνεται από το ελληνικό Δημόσιο με έναν παχυλό μισθό (Αυτό τον παχυλό μισθό που κάνει τον Μπάμπη να βλέπει πως το νερό είναι φτηνό στη χώρα μας). Από την άλλη πλευρά, αυτές τις ανοησίες είναι πλέον σε θέση να τις εκτοξεύει και στο εξωτερικό διαταράσσοντας τις σχέσεις της χώρας μας.

Σε πρόσφατη επίσκεψή του στην Κύπρο, ως καλεσμένος του ΔΗΣΥ, σε δηλώσεις που έκανε σε κυπριακά ΜΜΕ, ανέφερε ότι το ΑΚΕΛ συμπεριφέρεται σαν να έχει αλλεργία σε κάθε τι το ελληνικό και πως «η Ιστορία του ΑΚΕΛ είναι διάσπαρτη από στιγμές ντροπής».

Ευτυχώς, το ΑΚΕΛ αντέδρασε με μια απάντηση εφ΄ όλης της ύλης και δράσης του συγκεκριμένου βουλευτή. Αξίζει να τη διαβάσουμε, καθώς θεωρούμε πως η μεγάλη μάχη που θα χρειαστεί να δώσει για μια φορά ακόμη η ανθρωπότητα είναι με το φασισμό που ξεδιάντροπα σηκώνει και πάλι κεφάλι

« Η σημασία μιας τοποθέτησης συναρτάται από τον ποιόν αυτού που την εκφράζει. Το ότι λοιπόν μία περίπτωση όπως αυτή του Έλληνα βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Κ. Μπογδάνου βρίζει το ΑΚΕΛ και δηλώνει σε συνεντεύξεις του ότι η «η Ιστορία του ΑΚΕΛ είναι διάσπαρτη από στιγμές ντροπής» και ότι «το ΑΚΕΛ δεν θα έπρεπε να μιλά για ελληνικό πατριωτισμό», έχει τη βαρύτητα που μπορεί να έχει μια περίπτωση όπως του συγκεκριμένου. Καμία!»

bogdanos

Είναι ωστόσο εξαιρετικά αποκαλυπτικό για την ταυτότητα του ΔΗΣΥ το γεγονός ότι η Οργάνωση Νέων Επιστημόνων του Κόμματος επέλεξε να προσκαλέσει στην Κύπρο αυτόν τον σεσημασμένο ακροδεξιό - ο οποίος, για παράδειγμα, ολοφύρεται επειδή ένας συνοριοφύλακας αγκάλιασε ένα πρόσφυγα που διασώθηκε από τη θάλασσα - για να συζητήσει το Μεταναστευτικό. Ο συγκεκριμένος βουλευτής, που συνάντησε μάλιστα και Υπουργούς της κυβέρνησης Αναστασιάδη, είναι αυτός που ειρωνευόταν τη μητέρα του δολοφονημένου από τη Χρυσή Αυγή Μάγδα Φύσσα και εξέφραζε τη συμπάθεια του στο δολοφόνο. Είναι ο ίδιος που ισχυριζόταν ότι φταίει η εξέγερση του Πολυτεχνείου «που χάσαμε την Κύπρο», και όχι προφανώς η προδοσία της Χούντας, όπως άλλωστε διαδίδουν οι χουντοπραξικοπηματίες σε Ελλάδα και Κύπρο, ενώ προειδοποιούσε ότι θα μπουν με τα τανκς στο κτήριο της ΕΡΤ. Ο ρατσισμός, η ομοφοβία, οι προσβολές στα Άτομα με Αναπηρία, ο χαφιεδισμός, ο αντικομμουνισμός της εποχής των σπηλαίων και άλλα παρόμοια είναι όσα συμπληρώνουν το προφίλ του υψηλού προσκεκλημένου του ΔΗΣΥ.

Ο Δημοκρατικός Συναγερμός και οι Υπουργοί της κυβέρνησης θα ήταν χρήσιμο να ενημερώσουν για τα αποτελέσματα των επαφών του. Σε κάθε περίπτωση, ο ΔΗΣΥ δεν χρειάζεται να κάνει εισαγωγή από την Ελλάδα γραφικούς ακροδεξιούς. Διαθέτει αρκετούς ο ίδιος.

Με ποια Ελλάδα συνδέεται το ΑΚΕΛ, είναι γνωστό. Όχι με την Ελλάδα που εκφράζουν και ονειρεύονται οι Μπογδάνοι. Αλλά με την Ελλάδα της δημοκρατίας, των γνήσιων εθνικών και λαϊκών αγώνων, του αντιφασισμού και με όλα όσα παθαίνουν αναφυλαξία οι ομοϊδεάτες του Μπογδάνου».

“Όσο και να τον ξέπλυναν όμως, όσα συγχωροχάρτια και να του έδωσαν για την ακτιβιστική δράση των νεανικών του χρόνων, εγώ πάντα θα τον θυμάμαι με το σουγιά στο χέρι να ουρλιάζει «κουμούνια θα πεθάνετε» και κάθε φορά που τον βλέπω ασυναίσθητα θα αγγίζω μια παλιά μαχαιριά που κάθε 22 Απριλίου στάζει πύον”,

του δημοσιογράφου Πέτρου Κατσάκου

Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί τη δεκαετία του '80 πως ο πρόεδρος της νεολαίας της χουντικής ΕΠΕΝ, ο άνθρωπος που με αυτοσχέδια τσεκούρια έλυνε τις πολιτικές του διαφορές στους δρόμους της Αθήνας, ο τραμπούκος φοιτητής που μαχαίρωνε ανθρώπους στη Νομική, θα γινόταν κάποτε υπουργός μιας ελληνικής κυβέρνησης;

Και όμως. Ο δεδηλωμένος εθνικιστής και πρώην(;) χουντόφιλος Μάκης Βορίδης είναι εδώ και πολλά χρόνια βουλευτής και σήμερα είναι υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Όπως ήταν φυσικό, δε θα μπορούσε να μην τοποθετηθεί πάνω στο προσφυγικό ζήτημα και να μη δείξει για άλλη μια φορά το σκοτεινό πρόσωπό του. Είπε λοιπόν πως δεν θα υπάρξει ανθρωπιστική βοήθεια σε όσους δεν πληρούν γι αυτόν τα κριτήρια ενός πρόσφυγα. Αλήθεια, δε θα περιμέναμε κάτι καλύτερο από αυτόν. Ποιος, άλλωστε, θα μπορούσε να περιμένει ανθρωπισμό από έναν απάνθρωπο;

Όλη αυτή η συζήτηση ,πάντως, μας δίνει την ευκαιρία να θυμηθούμε μια παλιά σκοτεινή ιστορία, όπως την κατέγραψε ο δημοσιογράφος Πέτρος Κατσάκος

voridis

“ Ήταν 22 Απριλίου του 1986, λίγες ημέρες πριν τις φοιτητικές εκλογές εκείνης της χρονιάς. Στο κτήριο της Νομικής επικρατούσε μια διάχυτη ανησυχία. Είχε προηγηθεί μια άγρια συμπλοκή στη Σόλωνος την προηγούμενη μέρα ανάμεσα σε μέλη της ΔΑΠ και της Πανσπουδαστικής και όλοι περίμεναν τη συνέχιση της κόντρας. Ήταν νωρίς το πρωί και οι λιγοστοί φοιτητές κυκλοφορούσαν μουδιασμένοι. Η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι αλλά κανείς δεν ήξερε που και πως θα ανάψει το φυτίλι. Στην είσοδο της Νομικής κάτι λίγα πηγαδάκια με καφέ και τσιγάρο δίχως όρεξη για πολλά. Για μάθημα ούτε λόγος. Στο επίκεντρο της κουβέντας το ξύλο της προηγούμενης μέρας και ο φόβος των αντιποίνων για τα σπασμένα τραπεζάκια της ΔΑΠ από τους Κνίτες. Σχεδόν κανείς δεν ήξερε πως την ίδια ώρα συνεδρίαζε το Κεντρικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ, με κεντρικό θέμα την υποβολή μήνυσης κατά του φοιτητή της Νομικής Μάκη Βορίδη, γνωστού ήδη για την φασιστική του δράση και τις επιθέσεις κατά φοιτητών στους δρόμους πέριξ της πλατείας Εξαρχείων και στο Χημείο. Όλοι ξέραμε για τον Βορίδη, ελάχιστοι όμως είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε σε κάποια από τις περιβόητες νυχτερινές περιπολίες της ομάδας του. Δύο ήταν οι «συμμορίες» που έσπερναν τον φόβο εκείνη την εποχή σε Εξάρχεια και Κυψέλη. Οι σκίνχεντ του Κοστέλο που μοίραζε ξύλο σε μετανάστες στη Φωκίωνος και οι Επενίτες του Βορίδη που σιγοντάριζαν τα ΜΑΤ στην «επιχείρηση Αρετή» του Δροσογιάννη στα Εξάρχεια.

Η δράση τους όμως ήταν πάντα νυχτερινή. Σαν τα τσακάλια. Μέχρι εκείνο το πρωινό που τα τσακάλια μπήκαν στη Νομική διψασμένα για αίμα με το φως της ημέρας.

Κανείς δεν πρόλαβε να τους μετρήσει. Μπήκαν ουρλιάζοντας «κουμούνια θα πεθάνετε» και ανοίγοντας τα μαύρα δερμάτινα μπουφάν τους έβγαλαν τους σουγιάδες και όρμηξαν. Τρομαγμένοι αρχίσαμε να τρέχουμε δεξιά αριστερά ζητώντας καταφύγιο. Το πάτωμα γέμισε καφέδες, τσιγάρα και σημειώσεις. Έτρεξα στη σκάλα αριστερά. Λίγα μέτρα πιο πέρα ήταν η «κατάληψη» της Β Θεολογικής. Ανεβαίνοντας τη σκάλα ένιωσα ένα κάψιμο στον δεξί μηρό. Δεν ασχολήθηκε άλλο μαζί μου. Με προσπέρασε τρέχοντας αφήνοντάς μου μόνο μια μαχαιριά. Μετά χτύπησε τον Γιώργο. Τον χτύπησε με το μαχαίρι στο κεφάλι. Ακολούθησε συμπλοκή με μέλη των Αριστερών Συσπειρώσεων που βγήκαν από τη Β Θεολογική. Άγριο ξύλο και πολλές μαχαιριές. Θυμάμαι μας πήγαν στον Ευαγγελισμό. Ο Γιώργος ήταν άσχημα χτυπημένος στο κεφάλι και τον κράτησαν. Οι περισσότεροι φύγαμε φοβισμένοι, χωρίς ράμματα για να μην δώσουμε τα στοιχεία μας και μπλέξουμε με μπάτσους και γονείς. Την άλλη μέρα η Ελευθεροτυπία έγραφε για 9 τραυματίες. Έκανα μέρες να ξαναπατήσω το πόδι μου στη σχολή.

voridis 3

Άφησα την πληγή να θρέψει μόνη της σε ένα ημιυπόγειο στην Κυψέλη. Εκείνη που δεν έκλεισε, όμως, ήταν η πληγή στη μνήμη. Έσταζε αίμα κάθε φορά που τον έβλεπα. Σα γάγγραινα στο μυαλό ήταν όταν τον έβλεπα να καμαρώνει στο Κάραβελ δίπλα στον Λεπέν. Ένιωθα ένα κάψιμο όταν τον έβλεπα χρόνια αργότερα να μπαίνει στη Βουλή χέρι-χέρι με τον Καρατζαφέρη. Με έπνιγε η μπόχα όταν τον έβλεπα να ξεπλένεται σχεδόν κάθε βράδυ στην τηλεοπτική κολυμπήθρα. Όσο και να τον ξέπλυναν όμως, όσα συγχωροχάρτια και να του έδωσαν για την ακτιβιστική δράση των νεανικών του χρόνων, εγώ πάντα θα τον θυμάμαι με το σουγιά στο χέρι να ουρλιάζει «κουμούνια θα πεθάνετε» και κάθε φορά που τον βλέπω ασυναίσθητα θα αγγίζω μια παλιά μαχαιριά που κάθε 22 Απριλίου στάζει πύον.


Warning: count(): Parameter must be an array or an object that implements Countable in /srv/disk3/2763186/www/atticavoice.gr/templates/ts_news247/html/com_k2/templates/default/user.php on line 269

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.