" Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
319205339 712219783586309 2265634222543469205 n  Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται"
                                               Μπρεχτ
X.Kostoulas

X.Kostoulas

Στις αρχές της δεκαετίας του '60, η Βέλγικη τηλεόραση έκανε ένα αφιέρωμα στην ελληνική λαϊκή μουσική, το οποίο παρουσίασε ο Μίκης Θεοδωράκης. Στο ντοκιμαντέρ αυτό της βελγικής τηλεόρασης παρελαύνουν, μέσω της παρουσίασης του Μίκη, μυθικές πλέον και αναντικατάστατες φιγούρες του ελληνικού τραγουδιού: O Mάρκος Βαμβακάρης που παίζει το «Αντιλαλούν οι φυλακές», ο Βασίλης Τσιτσάνης που παίζει τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», ο Μάνος Χατζιδάκις που παίζει στο πιάνο το «Μπαξέ τσιφλίκι» του Τσιτσάνη σε μια δική του διασκευή.

 

Μουσική: Μιχάλης Νικολούδης, Στίχοι : Ηλίας Κατσούλης, Ερμηνεία: Σοφία Τσέρου

 

Φεγγάρι αργός διαβάτης
κι ο χρόνος ποδηλάτης
σαν αστραπή περνά.
Φεγγάρι απ’ τα μαλλιά μου
γλιστράει στην αγκαλιά μου
στα χείλη μου κοιμάται
στα μάτια μου ξυπνά

Για τα παιδιά που εκ των πραγμάτων βλέπουν μόνο μπροστά, το καλοκαίρι είναι η απόλυτη ελευθερία και η απόλυτη ξενοιασιά. Για τους μεγαλύτερους, που έχουν ήδη φορτωθεί με πίκρες, απογοητεύσεις και προσωπικά δράματα, το καλοκαίρι είναι η ελπίδα. Πως, έστω και για λίγο, θα γευτούν όσα τους στερεί μια ζωή γεμάτη συμβιβασμούς και στερήσεις

Δύσκολες μέρες αυτές. Και βέβαια, δεν tτίθεται θέμα γι αυτούς που έχασαν το βιος τους. Αλλά και για εμάς τους υπόλοιπους, που μόνο σε ένα σε ένα βαθμό μπορούμε να κατανοήσουμε την κατάστασή τους. Η σκέψη μας είναι κοντά τους. Η βοήθεια των αλληλέγγυων είναι συγκινητική. Η ανεπάρκεια του κυβερνητικού μηχανισμού αυταπόδεικτη. Ας είναι αυτή η καταστροφή μια ευκαιρία να δούμε όλοι μας πόσο σημαντική είναι η έννοια της κοινότητας, της αλληλεγγύης, της συμμετοχής και της αντίστασης απέναντι στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού που βλέπει τα πάντα μόνο κάτω από το πρίσμα του οικονομικού κέρδους. Μια ματιά που αποδεικνύεται καταστροφική

Δεμένη

Ιουλίου 20, 2021

Δεμένη … τραγουδά η Νατάσα Μποφίλιου σε μια καταπληκτική ερμηνεία. Ίσως πρέπει να είσαι γυναίκα για να μπορέσεις να ταυτιστείς πλήρως. Έστω κι έτσι, όμως, το νιώθεις, το οσμίζεσαι. Το έχεις δει να συμβαίνει. Στη γιαγιά σου, στη μάνα σου, στην αδελφή σου.

Οι εποχές βέβαια έχουν αλλάξει. Πράγματι, μία γυναίκα πλέον έχει το δικό της όνομα και μπορεί, με πολλά εμπόδια βέβαια, να φτιάξει μια αυτόνομη ζωή. Αυτό δυστυχώς που δεν έχει αλλάξει είναι πως ακόμη οι λέξεις «ανδρισμός» και «παντελόνια» είναι συνώνυμες της βίας και της επιβολής.

Οι εξαιρετικοί στίχοι του τραγουδιού είναι του Γεράσιμου Ευαγγελάτου και η μουσική του Θέμη Καραμουρατίδη. Όσο πιο πολλοί άνδρες συμπορεύονται μαζί με τις γυναίκες, τόσο το καλύτερο για τον άνθρωπο

Η εκτέλεση είναι από την πρόσφατη παράσταση της Νατάσας Μποφίλιου στο Βεάκειο. Έχει και αυτή την αξία της. Δείτε και ακούστε

Μεγάλωνα στην τσέπη του πατέρα μου
Δεμένη μ' αλυσίδα στα κλειδιά του
Με τ' όνομα, τ' αμάξι και τα σπίτια του
Και μ' όλα τα μεγάλα όνειρα του

Μεγάλωνα στης μάνας μου τα δάκρυα
Σαν σκάλισμα σε βέρα από πλατίνα
Που έβγαζε και άφηνε στην άκρια
Καθώς έπλενε πιάτα στην κουζίνα

Τι με ρωτάς
Τι να σου λέω, εδώ τα βλέπεις
Θες με κρατάς
Κι αν δε σου κάνω με επιστρέφεις

Δεν έχω μάθει δυστυχώς να μην ανήκω
Μια στο βοσκό, μια στο μαντρί και μια στο λύκο

Μεγάλωνα γι' αυτούς περιμένανε
Και ύστερα για χάρη κάποιου ψεύτη
Και μέρα με τη μέρα αντί για μένανε
Τη μάνα μου αντικρίζω στον καθρέφτη

Η Νατάσα Μποφίλιου στην «εποχή του θερισμού» τραγουδάει τους εξαιρετικούς στίχους του Γεράσιμου Ευαγγελάτου σε μουσική του Θέμη Καραμουρατίδη … «Μη σηκώνετε το χώμα, παίξτε τους θούριους σιγά, κανείς δεν ξύπνησε ακόμα, μάλλον κοιμήθηκαν αργά»

Εδώ δεν είναι το αρχηγείο της μεγάλης αλλαγής,
ένα κρεβάτι, ένα ψυγείο, λίγα βιβλία καταγής.
Δυο δίσκοι μεταχειρισμένοι, ένα πικάπ απ’ τα φτηνά,
η επανάσταση ας μένει, δε βλέπω κόσμο πουθενά.

Σουηδικά μοντέλα δόσεις, εθισμένοι στο χαρντκόρ,
μια ζωή απ’ τις εκπτώσεις, που ‘χει όλα τα κομφόρ.
Η προσβολή σα να ‘χει φύγει και στο βάθος μια ενοχή,
γυρίστε σπίτια σας οι λίγοι δεν έχουμε συμμετοχή.

Γυρίστε σπίτια σας οι λίγοι
δεν ήρθε ακόμα η εποχή.

Εδώ δεν είναι η αφετηρία, ούτε κι ο τερματικός,
δε σταματούν τα λεωφορεία ούτε ο προαστιακός.
Μη σηκώνετε το χώμα, παίξτε τους θούριους σιγά,
κανείς δεν ξύπνησε ακόμα μάλλον κοιμήθηκαν αργά.

Κανείς δεν ξύπνησε ακόμα
μιλάτε λίγο πιο σιγά.

Η εποχή του θερισμού,
της μεγάλης μας σποράς
στον καιρό του στοχασμού
βρες μια λέξη να χωράς.

Στον καιρό του στοχασμού
βρες μια λέξη να χωράς
και εκτός κανονισμού
ένα λόγο να μιλάς.

 

ypogeia revmata

 

«Μ' αρέσει να μη λέω πολλά/ Μ' αρέσει να κοιτάω ψηλά/ Στ' ατέλειωτα τραγούδια».

Εκεί, λίγο παράμερα, μακριά από την μπόχα της νεοελληνικής χαβούζας της κακής αισθητικής και της αποθέωσης του απόλυτου τίποτα, ακούμε τα Υπόγεια Ρεύματα από το υπέροχο Μουσικό Κουτί της ΕΡΤ και πετάμε ψηλά, στους ουρανούς της τέχνης και του ονείρου.

« Με τη σκιά μου να πετώ/ να πιάνω αστέρια στο βυθό/βυθό της μουσικής σου».

Πετάμε ψηλά, να μη μας πιάνει η μπόχα και συναντούμε ό,τι αγαπούμε.

«Μάτια μου ψάξε να με βρεις/ψάξε στους δρόμους της σιωπής/μοναχός, θα σβήνω τη μορφή μου».

Έχασε χθες ο Στέφανος Τσιτσιπάς. Και μαζί μ’ αυτόν στενοχωρήθηκε όλη η Ελλάδα. Και μαζί μ’ όλη την Ελλάδα, ως μέρος αυτής, στενοχωρηθήκαμε κι εμείς. Και αυτό το λέμε χωρίς διάθεση ειρωνείας.

Έχασε λοιπόν ο Τσιτσιπάς και στο λογαριασμό του μπήκαν μόλις 750.000 ευρώ, όσα δηλαδή θα μπορέσει να βγάλει ένας Έλληνας εργαζόμενος, που αμείβεται με το βασικό μισθό των 650 ευρώ, σε 96 (ενενήντα έξι) χρόνια. Αν, βέβαια, ο Έλληνας εργαζόμενος έχει δουλειά πλήρους απασχόλησης. Ή, αν έχει δουλειά γενικά. Αν ο Στέφανος κέρδιζε στο χθεσινό τελικό, θα έβαζε στο λογαριασμό του μισθούς άλλων 96 χρόνων.

Έχασε όμως και η Μαρία Σάκκαρη, η οποία κατάφερε να φτάσει μέχρι τα ημιτελικά του μεγάλου τουρνουά. Αυτή κέρδισε μόλις 375.000 ευρώ, όσα δηλαδή θα κερδίσει ο ανωτέρω εργαζόμενος σε 48 χρόνια. Εκτός των άλλων, όμως, κέρδισε έναν Μητσοτάκη. Έναν εξόριστο στο Παρίσι και στη Βοστώνη Μητσοτάκη, που συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση της εξορίας

Πόσο μίζεροι και ζηλόφθονοι γινόμαστε μερικές φορές εμείς οι απλοί άνθρωποι. Είναι να μη δούμε άνθρωπο να προκόβει. Εκεί, τον θέλουμε κι αυτόν μαζί μας, μέσα στο βούρκο της ανέχειας. Αμέσως αρχίζουμε τη γκρίνια και τη ζήλεια. Αλλά και  η έλλειψη σεβασμού προς τους πορφυρογέννητους, είναι μικρότερη αμαρτία;  Είναι να μη δούμε τα παιδιά των βασιλιάδων μας να περνάνε καλά. Αμέσως να τους γκαντεμιάσουμε. Τι ζήλεια, Mon dieu!

Τέτοιοι ζηλόφθονοι άνθρωποι απαρτίζουν και το συγκρότημα των «Υπεραστικών» που τραγουδά για τους «Πορφυρογέννητους», χωρίς να σέβεται

« Άιντε, βρε Υπεραστικοί, για βάλτε ένα χεράκι/ τούτοι οι πορφυρογέννητοι ζητάνε τραγουδάκι/ Κι όσο ο λαός ανέχεται τ’ αφ’ υψηλού τους φρύδια/ να ’χει σκοπό να τραγουδά για πορφυρένια αρχίδια»

 

Μέσα στο άγριο χάραμα, θεέ μου, τι καψόνι / σαν ο πορφυρογέννητος κοιτάζει απ’ το μπαλκόνι / το Μπάντεν-Μπάντεν δεν θωρεί μήτε και το Παρίσι / το μαύρο τούτο ριζικό ποιός να το τραγουδήσει.

Δεν βλέπει Μέλανα Δρυμό και Βυρτεμβέργη-Βάδη / την “Aston Martin” που ζητά, δεν βρίσκει στο σκοτάδι / «Ωρέ, που ξύπνησα, mon Dieu, τι βάσανο με βρήκε» / στο Κολωνάκι, κάθιδρος, στο ρετιρέ του μπήκε.

«Το πρώτο φως που δεν αργεί, την πλέμπα θα φωτίσει / Τι κοιλιόδουλος λαός, έχω αγανακτήσει / Κι αφού δεν έχουνε ψωμί, ας φάνε παντεσπάνι / της Σοβιετίας η κακιά σκουριά εδώ δεν πιάνει

Κι άμα το Μπάντεν-Μπάντεν “πάει”, θα πάω στο Ντουμπάι  (δις)

Μα τον Σύνδεσμο των Βιομηχάνων (άπαξ)

Πού να σταθείς, φτωχή μου ελίτ, χωρίς να σε μολύνουν / σαν κατσαρίδες, τρωκτικά τρέχουν και δεν σ’ αφήνουν / στην Ικαριά να ξεχαστείς, στην Πάρνηθα να παίξεις / μήτε και “Harrods” να χαρείς, τι άλλο να αντέξεις;

Μπατίρια, ανεπρόκοποι, μισθο-εξαρτημένοι / τεμπέληδες, ξυπόλυτοι, φτωχοί αφιονισμένοι / ιθαγενείς ζητάνε ΜΕΘ και μόνιμες προσλήψεις / ακόμα και επίταξη, χωρίς να ’χουνε τύψεις

Δώσ’ τους τα καθρεφτάκια τους, Κυριάκο, να λουφάζουν / Πες τους πως το δεκάωρο είναι για να ρεμβάζουν / Τί τυραννία, τί μπελάς στα αστικά σαλόνια/ φέρουνε βάρος σαν φορούν οι άριστοι γαλόνια

Κι άμα το Μπάντεν-Μπάντεν “πάει”, θα πάω στο Ντουμπάι (δις) 

Άιντε, βρε Υπεραστικοί, για βάλτε ένα χεράκι / τούτοι οι πορφυρογέννητοι ζητάνε τραγουδάκι / Κι όσο ο λαός ανέχεται τ’ αφ’ υψηλού τους φρύδια / να ’χει σκοπό να τραγουδά για πορφυρένια αρχίδια.

Άλλος ένας τελικός της Eurovision πέρασε στην Ιστορία και η συζήτηση πλέον περιστρέφεται πως σάρωσε σε τηλεθέαση, στο αν ο Ιταλός νικητής έκανε χρήση κοκαΐνης και στα σχόλια για τα περιττά κιλά της Παπαρίζου που εμφανίστηκε στην Ολλανδία ως πρώην νικήτρια του διαγωνισμού, ερμηνεύοντας το «My number one», ένα άσμα απευθείας βγαλμένο από την ανεξάντλητη δεξαμενή της πλούσιας ελληνικής μουσικής παράδοσης. Ο Μπογδάνος, επίσης, μέσα στην περιδίνηση της πολυπραγμοσύνης του, και μέσα στα πλαίσια της γενικότερης εσωτερικής αναζήτησης από την οποία διακατέχεται τα τελευταία χρόνια, αναρωτήθηκε για τα περιττά κιλά της Μαλτέζας υποψήφιας.

Σε ό,τι αφορά την ελληνική συμμετοχή, τώρα, είχαμε να λέμε για τα κρύσταλλα Swarovski που κοσμούσαν το φόρεμα της νεαρής Ελληνοολλανδέζας εκπροσώπου μας που τραγούδησε σε άψογα αγγλικά το “Last dance” και για τους αόρατους χορευτές, που δεν ήταν τελικά και τόσο αόρατοι και αυτό ίσως κόστισε στην τελική κατάταξη του τραγουδιού

Δεν θα μιλούσαμε για το κακόγουστο πανηγυράκι της Eurovision, αν τον διοργάνωνε κάποιo από τα κανάλια που διοργανώνουν το Survivor, τη Φάρμα ή το Big Brother και όποιο άλλο, τέλος πάντων, τηλεοπτικό σίχαμα. Δε θα μιλούσαμε αν ήταν το STAR, το ΣΚΑΪ ή το MEGA. Ο διαγωνισμός όμως διοργανώνεται από το κρατικό κανάλι της ΕΡΤ, ένα κανάλι που και το πληρώνουμε και που – μέσα σε κάποια πλαίσια – νιώθουμε πως μας εκπροσωπεί. Και ούτε και τώρα θα μιλήσουμε πολύ, πέρα από το ότι ντρεπόμαστε. Μπορεί να είμαστε λίγοι αυτοί που ντρεπόμαστε. Και ντρεπόμαστε και γι αυτό 

Περισσότερο θα μιλήσουμε για τη μία και μόνη φορά που δεν ντραπήκαμε για τη συμμετοχή μας στο διαγωνισμό αυτό. Τόσο για το ύφος του τραγουδιού που επιλέχθηκε, όσο και για το σκοπό του.

Ήταν το 1976, όταν η Ελλάδα αποφάσισε να επανεμφανιστεί στο διαγωνισμό της Eurovision μετά την αποχή της προηγούμενης χρονιάς. Το τραγούδι  ήταν επιλογή του Μάνου Χατζιδάκι ως διευθυντή του Τρίτου Προγράμματος και ήταν ένα μοιρολόι-διαμαρτυρία της Μαρίζας Κωχ  για το δράμα του Κυπριακού λαού μετά τη στρατιωτική εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.

Σύμφωνα με τη Μαρίζα Κωχ, όλα έγιναν μέσα σε ένα βράδυ, όταν την πήρε τηλέφωνο ο Χατζιδάκις και της είπε να γράψει ένα τραγούδι για την Κύπρο και να φύγει αμέσως για την Χάγη μαζί με ένα λαούτο μόνο. Ήθελε το τραγούδι μέσα σε ένα βράδυ, για να προλάβουν να κατοχυρώσουν την συμμετοχή της Ελλάδας στο διαγωνισμό. Μαζί με το στιχουργό Μιχάλη Φωτιάδη, έγραψαν μέσα από το τηλέφωνο το τραγούδι «Παναγία μου – Παναγία μου».

Δε θα ασχοληθούμε με τους διάφορους μύθους ή όχι που συνοδεύουν αυτή τη συμμετοχή, ούτε τη θέση που πήρε το τραγούδι. Όποιος θέλει να μάθει περισσότερα γι αυτά, ας επισκεφτεί μια ιστοσελίδα όπως αυτήν. Εμείς θα σταθούμε μόνο στη δήλωση του Μάνου Χατζιδάκι που την απέστειλε στον Τύπο: “Διάβασα πολλές επικρίσεις εναντίον της Ραδιοφωνίας, για το ότι δεν εναρμονίστηκε με το επίπεδο της Eurovision και για το ότι δεν έγινε “δημοκρατικότερα” η επιλογή, ώστε “να πετύχουμε”. Πουθενά δε διάβασα τη μόνη, τη μία και τη σωστή άποψη. Ότι δε διαθέτουμε ηλίθιο τραγούδι και είμαστε μια χώρα που έχει τεράστια και αξιόλογη μουσική παράδοση. Λάβαμε μέρος, διότι έπρεπε να δηλώσουμε παρουσία. Διαλέξαμε ένα τραγούδι που μας ταιριάζει και δε μας έκαμε εκ των υστέρων να ντραπούμε. Αν πετυχαίναμε, ίσως να ντρεπόμουν, μια κι εγώ προσωπικά σαν υπεύθυνος, πρώτη φορά συνειδητοποίησα το επίπεδο του θορυβώδους αυτού διαγωνισμού“

Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση να πορεύεται κανείς στη ζωή του με αξιοπρέπεια. Σ’ αυτή η χώρα, όμως, η ντροπή έχει χαθεί προ πολλού. Αν υπήρξε βέβαια ποτέ

ΥΓ. Πριν από δύο μόλις χρόνια η Ελλάδα συμμετείχε στο διαγωνισμό της Eurovision με ένα τραγούδι που ερμήνευσε κάποια Κατερίνα Ντούσκα. Ο διαγωνισμός έγινε στο Τελ Αβίβ και ο Roger Waters των Pink Floyd, πριν το διαγωνισμό, απηύθυνε έκκληση στους εκπροσώπους των ευρωπαϊκών χωρών να μη συμμετάσχουν στο διαγωνισμό που διοργάνωνε το κράτος που κρατάει σκλαβωμένους εκατομμύρια Παλαιστινίων. Η Κατερίνα Ντούσκα απάντησε τότε πως «Σαν Κατερίνα είμαι μουσικός, δεν είμαι πολιτικός, δεν μπορώ να μιλήσω για τις πράξεις καμιάς κυβέρνησης, κανενός κράτους». Πολιτική πράξη, Κατερίνα, είναι κάθε πράξη της ζωής του καθενός. Όπως και η δική σου αφασία.

“Πόσους δρόμους πρέπει να περπατήσει κανείς
για να μπορέσει να θεωρηθεί άντρας;
Πάνω από πόσες θάλασσες πρέπει να πετάξει ένα πουλί
μέχρι να μπορέσει να ξεκουραστεί στην αμμουδιά;
Πόσες φορές πρέπει να φύγουν οι σφαίρες απ΄τα κανόνια
μέχρι να απαγορευθούν ;

Την απάντηση, φίλε μου, την παίρνει ο αέρας
Η απάντηση φεύγει και χάνεται μαζί με τον άνεμο

Πόσα χρόνια μπορεί να υπάρχει ένα βουνό
μέχρι να το σαρώσει η θάλασσα;
Πόσα χρόνια πρέπει να είναι σκλάβοι οι άνθρωποι
μέχρι να τους επιτραπεί να ζήσουν ελεύθεροι;
Πόσες φορές μπορεί ένας άνθρωπος να στρέφει το κεφάλι του
προσποιούμενος ότι απλά δεν βλέπει;

Την απάντηση, φίλε μου, την παίρνει ο αέρας
Η απάντηση φεύγει και χάνεται μαζί με τον άνεμο

Πόσες φορές πρέπει κανείς να κοιτάξει ψηλά
μέχρι να μπορέσει να δει τον ουρανό;
Πόσα αφτιά πρέπει κανείς να έχει
για να μπορέσει να ακούσει το κλάμα των συνανθρώπων του;
Πόσοι θάνατοι χρειάζονται για να καταλάβει κανείς
πως ;ήδη πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν πεθάνει;

Την απάντηση, φίλε μου, την παίρνει ο αέρας
Η απάντηση φεύγει και χάνεται μαζί με τον άνεμο”

Robert Allen Zimmerman, ή αλλιώς Bob Dylan. Γεννημένος στις 24 Μαΐου του 1941, πριν από 80 χρόνια ακριβώς. Ίσως ο άνθρωπος που πιο πολύ απ’ όλους, μαζί με τους Beatles, επηρέασε τη σύγχρονη μουσική σκηνή. Αγαπήθηκε και τιμήθηκε από πολλούς. Κατακρίθηκε, επίσης από πολλούς που δεν μπορούσαν να αποδεχτούν ότι εκεί που νόμιζαν πως είναι δικός τους, αυτός ξεγλιστρούσε και χάραζε καινούργιο δρόμο. Ο Bob Dylan τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2016.

«Μερικές φορές λες πράγματα σ’ ένα τραγούδι, ακόμη κι αν υπάρχει μικρή πιθανότητα να είναι αληθινά. Κι άλλες φορές λες πράγματα που δεν έχουν καμία σχέση με την αλήθεια αυτού που θέλεις να πεις, και άλλοτε λες πράγματα που όλοι ξέρουν ότι είναι αληθινά. Ταυτόχρονα, πάλι, σκέφτεσαι ότι η μοναδική αλήθεια στη γη είναι ότι δεν υπάρχει αλήθεια στη γη».

Το είχε πει άλλωστε από νωρίς … The answer, my friend, is blowin’ in the wind ... The answer is blowin’ in the wind


Warning: count(): Parameter must be an array or an object that implements Countable in /srv/disk3/2763186/www/atticavoice.gr/templates/ts_news247/html/com_k2/templates/default/user.php on line 269

Youtube Playlists

youtube logo new

youtube logo new

© 2022 Atticavoice All Rights Reserved.